Σελίδες

Πέμπτη 23 Απριλίου 2020

23 Ἀπριλίου. ♰ Πέμπτη τῆς διακαινησίμου. ♰ Τοῦ ἁγίου ἐνδόξου μεγαλομάρτυρος Γεωργίου τοῦ τροπαιοφόρου. Ἁγιογραφικό ἀνάγνωσμα.

Ἀποστολικό ἀνάγνωσμα. Τοῦ ἁγίου. Σαβ. δ΄ ἑβδ. Πραξ. (Πρξ. ιβ΄ 1-11).
Πραξ. 12,1         Κατ᾿ ἐκεῖνον δὲ τὸν καιρὸν ἐπέβαλεν Ἡρῴδης ὁ βασιλεὺς τὰς χεῖρας κακῶσαί τινας τῶν ἀπὸ τῆς ἐκκλησίας.
Πραξ. 12,1                Κατά τον καιρόν εκείνον, ο βασιλεύς Ηρώδης Αγρίππας, άπλωσε τα χέρια και επιασε μερικούς από τους πιστούς της Εκκλησίας, δια να τους κακοποιήση.

Πραξ. 12,2         ἀνεῖλε δὲ Ἰάκωβον τὸν ἀδελφὸν Ἰωάννου μαχαίρᾳ.
Πραξ. 12,2               Εξετέλεσε δε δια μαχαίρας τον απόστολον Ιάκωβον, αδελφόν του ευαγγελιστού Ιωάννου.
Πραξ. 12,3         καὶ ἰδὼν ὅτι ἀρεστόν ἐστι τοῖς Ἰουδαίοις, προσέθετο συλλαβεῖν καὶ Πέτρον· ἦσαν δὲ αἱ ἡμέραι τῶν ἀζύμων·
Πραξ. 12,3                Και όταν είδε ότι αυτό ήτο ευχάριστον στους Ιουδαίους, απεφάσισε εν συνεχεία να συλάβη και τον Πετρον. Ησαν δε τότε αι ημέραι των αζύμων, δηλαδή της εορτής του πάσχα.
Πραξ. 12,4         ὃν καὶ πιάσας ἔθετο εἰς φυλακήν, παραδοὺς τέσσαρσι τετραδίοις στρατιωτῶν φυλάσσειν αὐτόν, βουλόμενος μετὰ τὸ πάσχα ἀναγαγεῖν αὐτὸν τῷ λαῷ.
Πραξ. 12,4               Και αφού τον συνέλαβε, τον έβαλε εις την φυλακήν, παραδώσας αυτόν εις τέσσαρες τετράδες στρατιωτών να τον φρουρούν υπευθύνως, επειδή ήθελε έπειτα από το πάσχα να τον δικάση ενώπιον του λαού.
Πραξ. 12,5         ὁ μὲν οὖν Πέτρος ἐτηρεῖτο ἐν τῇ φυλακῇ· προσευχὴ δὲ ἦν ἐκτενὴς γινομένη ὑπὸ τῆς ἐκκλησίας πρὸς τὸν Θεὸν ὑπὲρ αὐτοῦ.
Πραξ. 12,5                Ετσι, λοιπόν, ο Πετρος εφρουρείτο μέσα εις την φυλακήν. Από όλην όμως την Εκκλησίαν εγίνετο συνεχώς μακρά και θερμή προσευχή δι' αυτόν στον Θεόν.
Πραξ. 12,6         Ὅτε δὲ ἔμελλεν αὐτὸν προάγειν ὁ Ἡρῴδης, τῇ νυκτὶ ἐκείνῃ ἦν ὁ Πέτρος κοιμώμενος μεταξὺ δύο στρατιωτῶν δεδεμένος ἁλύσεσι δυσί, φύλακές τε πρὸ τῆς θύρας ἐτήρουν τὴν φυλακήν.
Πραξ. 12,6               Οταν δε επρόκειτο να τον φέρη ο Ηρώδης στο δικαστήριον, την νύκτα εκείνη ο Πετρος εκοιμάτο μεταξύ δύο στρατιωτών δεμένος μαζή με αυτούς με δύο αλυσίδες. Και επί πλέον φρουροί εμπρός εις την θύραν εφρουρούσαν την φυλακήν.
Πραξ. 12,7         καὶ ἰδοὺ ἄγγελος Κυρίου ἐπέστη καὶ φῶς ἔλαμψεν ἐν τῷ οἰκήματι· πατάξας δὲ τὴν πλευρὰν τοῦ Πέτρου ἤγειρεν αὐτὸν λέγων. ἀνάστα ἐν τάχει· καὶ ἐξέπεσον αὐτοῦ αἱ ἁλύσεις ἐκ τῶν χειρῶν.
Πραξ. 12,7                Και ιδού άγγελος Κυρίου έξαφνα εισήλθε και φως έλαμψε στο κελλί, όπου εκοιμάτο ο Πετρος. Εκτύπησε την πλευράν του Πετρου, τον εξύπνησε και του είπε· “σήκω γρήγορα”. Και έπεσαν οι αλυσίδες από τα χέρια του.
Πραξ. 12,8         εἶπέ τε ὁ ἄγγελος πρὸς αὐτόν· περίζωσαι καὶ ὑπόδησαι τὰ σανδάλιά σου. ἐποίησε δὲ οὕτω. καὶ λέγει αὐτῷ· περιβαλοῦ τὸ ἱμάτιόν σου καὶ ἀκολούθει μοι.
Πραξ. 12,8               Και είπεν ο άγγελος προς αυτόν· “ζώσε τον χιτώνα σου και δέσε τα πέδιλά σου”. Και ο Πετρος έκαμε έτσι. Και του λέγει ο άγγελος· “φόρεσε τώρα το ιμάτιόν σου και ακολούθησέ με”.
Πραξ. 12,9         καὶ ἐξελθὼν ἠκολούθει αὐτῷ, καὶ οὐκ ᾔδει ὅτι ἀληθές ἐστι τὸ γινόμενον διὰ τοῦ ἀγγέλου, ἐδόκει δὲ ὅραμα βλέπειν.
Πραξ. 12,9               Και εξελθών ο Πετρος ακολουθούσε τον άγγελον και δεν είχεν ακόμη εννοήσει ότι ήτο πραγματικότης αυτό, που εγίνετο δια μέσου του αγγέλου. Ενόμιζε ότι βλέπει κάποιο όραμα.
Πραξ. 12,10       διελθόντες δὲ πρώτην φυλακὴν καὶ δευτέραν ἦλθον ἐπὶ τὴν πύλην τὴν σιδηρᾶν τὴν φέρουσαν εἰς τὴν πόλιν, ἥτις αὐτομάτη ἠνοίχθη αὐτοῖς, καὶ ἐξελθόντες προῆλθον ῥύμην μίαν, καὶ εὐθέως ἀπέστη ὁ ἄγγελος ἀπ᾿ αὐτοῦ.
Πραξ. 12,10              Αφού δε επέρασαν την πρώτην και την δευτέραν φρουράν, ήλθαν εις την σιδερένιαν θύραν, που ωδηγούσε προς την πόλιν, η οποία και ανοίχθηκε δι' αυτούς μόνη της. Αφού εβγήκαν, επέρασαν μαζή ένα δρόμον και αμέσως έφυγε από αυτόν ο άγγελος.
Πραξ. 12,11       καὶ ὁ Πέτρος γενόμενος ἐν ἑαυτῷ εἶπε· νῦν οἶδα ἀληθῶς ὅτι ἐξαπέστειλε Κύριος τὸν ἄγγελον αὐτοῦ καὶ ἐξείλετό με ἐκ χειρὸς Ἡρῴδου καὶ πάσης τῆς προσδοκίας τοῦ λαοῦ τῶν Ἰουδαίων.
Πραξ. 12,11              Συνήλθε τότε ο Πετρος και είπε· “τώρα καταλαβαίνω καλά, ότι πράγματι έστειλε ο Κυριος τον άγγελόν του και με έβγαλε από τα χέρια του Ηρώδου και με εγλύτωσε από κάθε κακόν, που ο λαός των Ιουδαίων επερίμενε να μου γίνη”.

Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα. Πέμ. διακαιν. (Ἰω. γ΄ 1-16).
Ιω. 3,1              Ἦν δὲ ἄνθρωπος ἐκ τῶν Φαρισαίων, Νικόδημος ὄνομα αὐτῷ, ἄρχων τῶν Ἰουδαίων.
Ιω. 3,1                        Υπήρχε δε εκεί εις την Ιερουσαλήμ, κάποιον άνθρωπος από την τάξιν των Φαρισαίων, ονόματι Νικόδημος, άρχων των Ιουδαίων, διότι ήτο μέλλος του συνεδρίου.
Ιω. 3,2              οὗτος ἦλθε πρὸς αὐτὸν νυκτὸς καὶ εἶπεν αὐτῷ· ῥαββί, οἴδαμεν ὅτι ἀπὸ Θεοῦ ἐλήλυθας διδάσκαλος· οὐδεὶς γὰρ ταῦτα τὰ σημεῖα δύναται ποιεῖν ἃ σὺ ποιεῖς, ἐὰν μὴ ᾖ ὁ Θεὸς μετ᾿ αὐτοῦ.
Ιω. 3,2                       Αυτός ήλθε νύκτα προς τον Ιησούν και του είπε· “Διδάσκαλε, γνωρίζομεν ότι συ ήλθες από τον Θεόν ως ο μοναδικός διδάσκαλος των πλέον υψηλών αληθειών. Διότι κανένας δεν ημπορεί να κάνη τα καταπληκτικά αυτά θαύματα, τα οποία κάμνεις συ, εάν ο Θεός δεν είναι μαζή του. (Από σε λοιπόν περιμένομεν να ακούσωμεν καθαρά το θέλημα του Θεού και τον τρόπον, με τον οποίον θα ημπορέσωμεν να αποκτήσωμεν τα αγαθά της βασιλείας)”.
Ιω. 3,3              ἀπεκρίθη Ἰησοῦς καὶ εἶπεν αὐτῷ· ἀμὴν ἀμὴν λέγω σοι, ἐὰν μή τις γεννηθῇ ἄνωθεν, οὐ δύναται ἰδεῖν τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ.
Ιω. 3,3                       Απήντησε ο Ιησούς και είπε· “σε διαβεβαιώνω, ότι εάν δεν γεννηθή κανείς από τον ουρανόν, δεν ημπορεί να ίδη και να απολαύση την βασιλείαν του Θεού”.
Ιω. 3,4              λέγει πρὸς αὐτὸν ὁ Νικόδημος· πῶς δύναται ἄνθρωπος γεννηθῆναι γέρων ὤν; μὴ δύναται εἰς τὴν κοιλίαν τῆς μητρὸς αὐτοῦ δεύτερον εἰσελθεῖν καὶ γεννηθῆναι;
Ιω. 3,4                       Λεγει προς αυτόν ο Νικόδημος· “πως είναι δυνατόν να γεννηθή πάλιν ο άνθρωπος, και μάλιστα όταν είναι γέρων; Μηπως ημπορεί να εισέλθη δια δευτέραν φοράν εις την κοιλίαν της μητρός του και να γεννηθή πάλιν;”
Ιω. 3,5              ἀπεκρίθη Ἰησοῦς· ἀμὴν ἀμὴν λέγω σοι, ἐὰν μή τις γεννηθῇ ἐξ ὕδατος καὶ Πνεύματος, οὐ δύναται εἰσελθεῖν εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ.
Ιω. 3,5                       Απήντησεν ο Ιησούς· “αληθώς σου λέγω, ότι εάν δεν αναγενηθή κανείς πνευματικώς από το νερό του βαπτίσματος και από την χάριν του Αγίου Πνεύματος, δεν ημπορεί να εισέλθη εις την βασιλείαν του Θεού.
Ιω. 3,6              τὸ γεγεννημένον ἐκ τῆς σαρκὸς σάρξ ἐστι, καὶ τὸ γεγεννημένον ἐκ τοῦ Πνεύματος πνεῦμά ἐστι.
Ιω. 3,6                       Καθε τι που έχει γεννηθή κατά τρόπον φυσικόν από την σάρκα, είναι και αυτό σαρκικόν, δηλαδή γεμάτο ατελείας και αδυναμίας. Και εκείνο που έχει γεννηθή από το Αγιον Πνεύμα, είναι πνευματική ύπαρξις, που θα απολαύση την βασιλείαν του Θεού.
Ιω. 3,7              μὴ θαυμάσῃς ὅτι εἶπόν σοι, δεῖ ὑμᾶς γεννηθῆναι ἄνωθεν.
Ιω. 3,7                       Μη απορείς, διότι σου είπα ότι πρέπει όλοι σας να αναγεννηθήτε από την χάριν του Αγίου Πνεύματος, που κατεβαίνει εκ των άνω.
Ιω. 3,8              τὸ πνεῦμα ὅπου θέλει πνεῖ, καὶ τὴν φωνὴν αὐτοῦ ἀκούεις, ἀλλ᾿ οὐκ οἶδας πόθεν ἔρχεται καὶ ποῦ ὑπάγει· οὕτως ἐστὶ πᾶς ὁ γεγεννημένος ἐκ τοῦ Πνεύματος.
Ιω. 3,8                       Ο αέρας όπου θέλει φύσα και ακούεις την βοήν του, αλλά δεν γνωρίζεις από που έρχεται και που θα καταλήξη. Ετσι γίνεται και με κάθε ένα, ο οποίος αναγεννάται από το Αγιον Πνεύμα. Ο τρόπος αυτής της αναγεννήσεως είναι ακατάληπτος το αποτέλεσμα όμως φανερόν”.
Ιω. 3,9              ἀπεκρίθη Νικόδημος καὶ εἶπεν αὐτῷ· πῶς δύναται ταῦτα γενέσθαι;
Ιω. 3,9                       Απήντησεν ο Νικόδημος και του είπε· “πως είναι δυνατόν να γίνουν αυτά;”
Ιω. 3,10             ἀπεκρίθη Ἰησοῦς καὶ εἶπεν αὐτῷ· σὺ εἶ ὁ διδάσκαλος τοῦ Ἰσραὴλ καὶ ταῦτα οὐ γινώσκεις;
Ιω. 3,10                     Απεκρίθη δε εις αυτόν ο Ιησούς· “συ είσαι ο επίσημος διδάσκαλος του Ισραήλ και δεν γνωρίζεις αυτά, δια τα οποία ομιλούν αι Γραφαί;
Ιω. 3,11             ἀμὴν ἀμὴν λέγω σοι ὅτι ὃ οἴδαμεν λαλοῦμεν καὶ ὃ ἑωράκαμεν μαρτυροῦμεν, καὶ τὴν μαρτυρίαν ἡμῶν οὐ λαμβάνετε.
Ιω. 3,11                      Αληθώς σου λέγω, ότι εκείνο που γνωρίζομεν καλά, λέγομεν· και αυτό που είδαμεν μαρτυρούμεν. Καθε τι που λέγομεν είναι η απόλυτος και καθαρά αλήθεια. Και όμως σεις δεν δέχεσθε την μαρτυρίαν μας.
Ιω. 3,12             εἰ τὰ ἐπίγεια εἶπον ὑμῖν καὶ οὐ πιστεύετε, πῶς ἐὰν εἴπω ὑμῖν τὰ ἐπουράνια πιστεύσετε;
Ιω. 3,12                     Εάν σας είπα διδασκαλίας θείας, αι οποίαι σχετίζονται με όσα συμβαίνουν εις την γην και είναι επομένως εύκολον να τας εννοήσετε και όμως δεν τας πιστεύετε, πως, εάν σας είπω υψηλάς αληθείας, που αναφέρονται στον επουράνιον κόσμον, θα τας παραδεχθήτε και θα τας πιστέψετε;
Ιω. 3,13             καὶ οὐδεὶς ἀναβέβηκεν εἰς τὸν οὐρανὸν εἰ μὴ ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς, ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ὁ ὢν ἐν τῷ οὐρανῷ.
Ιω. 3,13                     Κανείς δε δεν ανέβηκε στον ουρανόν, δια να μάθη εκεί και διδάξη εις σας αυτάς τας αληθείας, παρά μόνον αυτός που κατέβηκε από τον ουρανόν και έγινε δια της ενανθρωπήσεως υιός του ανθρώπου και ο όποιος εξακολουθεί, καθ' ον χρόνον ζη εις την γην, να είναι και στον ουρανόν ως Θεός.
Ιω. 3,14             καὶ καθὼς Μωϋσῆς ὕψωσε τὸν ὄφιν ἐν τῇ ἐρήμῳ, οὕτως ὑψωθῆναι δεῖ τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου,
Ιω. 3,14                     Οπως δε ο Μωϋσής εκρέμεσε υψηλά το χάλκινι φίδι εις την έρημον, δια να το αντικρύζουν με πίστιν οι Ισραηλίται και να σώζωνται από το θανατηφόρον δηλητήριον των φιδιών της ερήμου, έτσι, σύμφωνα με το πάνσοφον σχέδιον του Θεού, πρέπει να κρεμασθή και ο υιός του ανθρώπου επάνω στον σταυρόν.
Ιω. 3,15             ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ᾿ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον.
Ιω. 3,15                     Και τούτο, δια να μη καταδικασθή εις την αιωνίαν απώλειαν κανένας από εκείνους, που θα πιστεύσουν εις αυτόν, αλλά να κερδήση και να έχη την αιώνιον ζωήν.
Ιω. 3,16             οὕτω γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ᾿ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον. 
Ιω. 3,16                     Διότι τόσον πολύ ηγάπησεν ο Θεός τον βυθισμένον εις τας αμαρτίας κόσμον, ώστε παρέδωκεν εις σταυρικόν θάνατον τον μονογενή του Υιόν· δια να μη καταδικασθή εις την αιωνίαν απώλειαν κάθε ένας που θα πιστεύη εις αυτόν, αλλά να έχη ζωήν αιώνιον.

http://www.imgap.gr/file1/AG-Pateres/AG%20KeimenoMetafrasi/KD/04.%20Ioan.htm

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου