Σελίδες

Δευτέρα 1 Ιουνίου 2020

«Ὁ δρόμος πού ὑπέδειξε ὁ Χριστός», Ἁγίου Λουκᾶ Συμφερουπόλεως «Ὁ Χριστός εἶναι τό πᾶν» .Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης



«Ὁ δρόμος πού ὑπέδειξε ὁ Χριστός», Ἁγίου Λουκᾶ Συμφερουπόλεως 

«Ὁ Χριστός εἶναι τό πᾶν» 

Ὁμιλία τοῦ Ἀρχιμ. Σάββα Ἁγιορείτου στίς 17-05-2020 


Σήμερα πού εἶναι ἡ ἑορτή τῆς Σαμαρείτιδος, ἡ Κυριακή τῆς Σαμαρείτιδος, ἔχουμε ἕναν λόγο στήν Κυριακή αὐτή τοῦ Ἁγίου Λουκᾶ, ἐπισκόπου Συμφερουπόλεως τοῦ ἰατροῦ. Ὁ τίτλος τῆς ὁμιλίας εἶναι: «Ὁ δρόμος πού ὑπέδειξε ὁ Χριστός». Καί ἀρχίζει ὁ Ἅγιος μέ μία ἐρώτηση: Μποροῦμε μήπως νά μείνουμε ἀτάραχοι καί ἀπαθεῖς ἀκούγοντας τόν διάλογο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ μέ τήν Σαμαρείτιδα; Εἶναι ἕνας ἀπό τούς πιό σημαντικούς καί βαθεῖς διαλόγους Του. Πράγματι εἶναι θεολογικότατος, καί ἴσως ἡ Σαμαρεῖτις εἶναι τό μόνο πρόσωπο στήν ἱστορία τήν εὐαγγελική πού τόσο ξεκάθαρα ὁ Κύριος ἀποκαλύφθηκε: «Ἐγώ εἶμαι ὁ λαλῶν σοι»[1]. Ἐγώ εἶμαι ὁ Μεσσίας, γιά τόν ὁποῖο μιλᾶς. Αὐτός πού σοῦ μιλάει! Καί «πνεῦμα ὁ Θεός, καί τούς προσκυνοῦντας αὐτόν ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν»[2], πάλι ἐμπεριέχεται στόν διάλογο αὐτόν μέ τή Σαμαρείτιδα, ἡ ὁποία ἤτανε μία ἁμαρτωλή γυναίκα ἀλλά μέ πάρα πολύ καλή διάθεση καί ἔντονο ἐνδιαφέρον θρησκευτικό - πνευματικό. Καί ὁ Κύριος εἶδε τήν προθυμία της καί ἀνταποκρίθηκε καί πάντα ἀνταποκρίνεται στούς ἀνθρώπους πού Τόν ἐκζητοῦν. 

Πρέπει, λέει ὁ Ἅγιος Λουκᾶς, νά γεμίζουν οἱ καρδιές μας μέ ἔκπληξη ἐνώπιον τοῦ μυστηρίου καί τοῦ βάθους τῶν λόγων τοῦ Κυρίου. Ὁ Κύριος διήνυε πεζός τόν μακρύ δρόμο ἀπό τά Ἱεροσόλυμα μέχρι τήν Γαλιλαία, περπατοῦσε στά βουνά τήν ὥρα τοῦ καύσωνα καί κουρασμένος τό ζεστό μεσημέρι κάθισε νά ξεκουραστεῖ στό φρέαρ τοῦ Ἰακώβ κοντά στήν πόλη Συχάρ. Μία γυναίκα Σαμαρείτισσα ἔφτασε ἐκεῖ γιά νά ἀντλήσει νερό ἀπό τό πηγάδι. Ὁ Ἰησοῦς τῆς ζήτησε νά Τοῦ δώσει νερό νά πιεῖ καί ἡ Σαμαρείτιδα ἐξεπλάγη: «πῶς σύ ᾿Ιουδαῖος ὤν παρ΄ ἐμοῦ πιεῖν αἰτεῖς, οὔσης γυναικός Σαμαρείτιδος; οὐ γάρ συγχρῶνται Ἰουδαῖοι Σαμαρείταις»[3]. Καί ὁ Κύριος ἀπάντησε: «εἰ ᾔδεις τήν δωρεάν τοῦ Θεοῦ, καί τίς ἐστιν ὁ λέγων σοι, δός μοι πιεῖν, σύ ἄν ᾔτησας αὐτόν, καί ἔδωκεν ἄν σοι ὕδωρ ζῶν»[4]. Ἄν ἤξερες (εἰ ᾔδεις), ποιός εἶναι Αὐτός πού σοῦ ζητάει νερό, ἐσύ θά τοῦ ζητοῦσες νερό καί θά σοῦ ἔδινε τό ὕδωρ τό ζῶν. Δέν καταλαβαίνει ἡ Σαμαρείτιδα τούς λόγους αὐτούς. Θεωρεῖ τόν συνομιλητή της ὡς ἕναν συνηθισμένο Ἰουδαῖο ταξιδιώτη. Πῶς λοιπόν αὐτός λέει, ὅτι ἡ ἴδια πρέπει νά ζητήσει νερό ζῶν; Τί εἴδους ὕδωρ ζῶν εἶναι αὐτό; Καί ρωτάει μέ ἔκπληξη: μήπως μπορεῖς νά βγάλεις νερό ἀπό τό πηγάδι; Τό πηγάδι εἶναι βαθύ γιά σένα, πού θέλεις κάτι γιά νά ἀντλήσεις νερό. Εἶναι δυνατόν νά εἶσαι μεγαλύτερος ἀπό τόν πατέρα μας Ἰακώβ, πού μᾶς ἔδωσε αὐτό τό πηγάδι; Ποιός εἶσαι λοιπόν; Καί τί ἀπαντάει ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός; «Πᾶς ὁ πίνων ἐκ τοῦ ὕδατος τούτου διψήσει πάλιν· ὅς δι' ἄν πίῃ ἐκ τοῦ ὕδατος οὗ ἐγώ δώσω αὐτῷ, οὐ μή διψήσῃ εἰς τόν αἰῶνα»[5]. Ὅποιος πιεῖ ἀπό τό νερό πού θά δώσω Ἐγώ, αὐτός δέν θά διψάσει ποτέ, «ἀλλά τό ὕδωρ ὅ δώσω αὐτῷ, γενήσεται ἐν αὐτῷ πηγή ὕδατος ἁλλομένου εἰς ζωήν αἰώνιον»[6]∙ θά γίνει σ’ αὐτόν μιά πηγή ὕδατος ἁλλομένου πού θά ἀναβλύζει, θά ἀναπηδᾶ, καί θά χαρίζει τήν αἰώνια ζωή.

Ἀναμνήσεις ἀπό τόν ὅσιο Ἐφραίμ τόν Κατουνακιώτη

Αναμνήσεις από τον όσιο Εφραίμ τον Κατουνακιώτη

του Νικόλαου Μπαλδιμτσή, ιατρού


Τον όσιο Γέροντα Εφραίμ τον γνώρισα το έτος 1974. Ήμουν τότε τεταρτοετής φοιτητής Ιατρικής. Από τότε πήγαινα τακτικά προσφέροντας στον Γέροντα τις ιατρικές μου υπηρεσίες σχεδόν μέχρι την κοίμησή του.
Ο Γέροντας, όταν τον πρωτογνώρισα, ζούσε μόνος του. Είχαν «κοιμηθεί» και ο Γέροντάς του και οι υπόλοιποι πατέρες μεταξύ των οποίων και ο πατέρας του ο οποίος είχε γίνει μοναχός. Τα γένια του και τα μαλλιά του ήταν ήδη λευκά. Το πρόσωπό του όμως νεανικό και το βλέμμα του διεισδυτικό και ταυτόχρονα πατρικό. Με κράτησε στο κελί του για λίγες μέρες. Η φιλοξενία του ήταν πλούσια αν λάβουμε υπόψιν ότι ακόμα και το γάλα εβαπορέ που πρόσφερε το είχε αγοράσει από τη Δάφνη και το είχε κουβαλήσει με τον τορβά στην πλάτη από την παραλία (από εκείνο το κακοτράχαλο και ανηφορικό μονοπάτι που οδηγούσε στο κελί του). Ακόμη θυμάμαι την αλάδωτη φακή μέσα στην οποία είχε βάλει μερικές κουταλιές ωμό ταχίνι για να την «δυναμώσει» και πως μου έδινε κουράγιο να αδειάσω ένα τεράστιο πιάτο, λέγοντάς μου: Φα’ το παιδί μου. Στην έρημο δεν πετάμε τίποτε. Ο άνθρωπος όταν είναι κουρασμένος και πεινασμένος, πρέπει πρώτα να αναπαυθεί και να φάει. Γιατί το μυαλό του πεινασμένου, είναι στο στομάχι του. Και δεν μπορεί ν’ ακούσει ούτε πνευματικά, ούτε συμβουλές και νουθεσίες.
Ο Γέροντας ήταν πρακτικός άνθρωπος. Μου λέει μια μέρα: Έλα να σου δείξω, πώς γίνονται οι μετάνοιες. Πήρε λοιπόν ένα τσουβάλι, το άπλωσε κάτω και άρχισε να κάνει «στρωτές» μετάνοιες τόσο γρήγορα σαν πραγματικός αθλητής!
Μου λέει: Βλέπεις τα χέρια μου; Ακουμπάω κάτω τις παλάμες μου. Γιατί αν ακουμπήσω το έξω μέρος των χεριών μου θα γεμίσω κάλους και θα λένε: «Να ο παπάς κάνει πολλές μετάνοιες». Οι παλάμες δεν πιάνουν με τις μετάνοιες κάλους.
Φρόντιζε και σ’ αυτό να μην φανερώνει την πνευματική του εργασία. Όλα «ἐν τῷ κρυπτῷ».

Η προσευχή

Οι συμβουλές του για την προσευχή ήταν πολύ πρακτικές. Έλεγε: Θα ορίσεις μια συγκεκριμένη ώρα που θα έχεις ησυχία, και θα κάνεις προσευχή λέγοντας το: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με» αργά και παρακαλεστικά, «κλαψιάρικα» χωρίς να κρατάς κομποσκοίνι. Πριν ξεκινήσεις όμως θα κάνεις μια προεργασία. Θα διαβάσεις λίγο από το Ευαγγέλιο, από το Γεροντικό και τα άλλα πατερικά βιβλία. Θα σκεφτείς λίγο τη ζωή σου, τις ευεργεσίες του Θεού και έτσι η ψυχή θα μεταφερθεί στον πνευματικό χώρο. Πολύ βοηθάει εδώ η αυτοσχέδια προσευχή. Και έτσι, χωρίς να μετράς κόμπους με το κομποσκοίνι, θα προσεύχεσαι ορισμένη ώρα με το ρολόι. Αυτή η προσευχή με το πρόγραμμα που είπαμε, θα ζωογονήσει και θα δυναμώσει την ψυχή με τρόπο μυστικό, όπως ένα φυτό που κάθε μέρα το ποτίζουμε με λίγο νερό και αυτό μεγαλώνει χωρίς να γνωρίζουμε πώς.

Ἀπό τό Συναξάρι – Ὁ ὅσιος Νικήτας ὁ Στυλίτης ὁ ἐν Περεγιασλάβλ

Κατά την νεότητά του, στο Περεγιασλάβλ-Ζαλέσκι, ο όσιος Νικήτας ήταν φοροεισπράκτορας, για λογαριασμό του ηγεμόνος Ντολγκορούκι. Ήταν βίαιος και έκανε μεγάλο κακό, καταπιέζοντας τους φτωχούς που δεν μπορούσαν να ανταποκριθούν στους φόρους, κλέβοντας και διαρπάζοντας μαζί με φίλους που ήσαν όμοιοί του.
Μια ημέρα πέρασε μπροστά από μία εκκλησία την ώρα του Εσπερινού και άκουσε τα λόγια του προφήτη Ησαΐα: «Λούσασθε, καθαροί γένεσθε, αφέλετε τας πονηρίας από των ψυχών υμών» (Ησ. 1:16). Έντρομος από τα λόγια αυτά, γύρισε στο σπίτι του και πέρασε άγρυπνος όλη την νύχτα.
Την άλλη ημέρα, όπως το συνήθιζε, κάλεσε φίλους στο σπίτι να τους φιλέψει και ζήτησε από την γυναίκα του να ετοιμάσει το φαγητό. Την ώρα που εκείνη μαγείρευε το κρέας, είδε το αίμα να τρέχει με ασυνήθιστο τρόπο κι όταν το έβαλε στην κατσαρόλα, το αίμα άρχισε να κοχλάζει και στον αφρό βγήκαν ανθρώπινα μέλη. Γεμάτη φρίκη, φώναξε τον σύζυγό της, ο οποίος διαπιστώνοντας το γεγονός αναφώνησε περίφοβος: «Αλίμονό μου, γιατί πολύ αμάρτησα!»
Βγήκε τρέχοντας και κλαίγοντας από το σπίτι και πήγε στην Μονή του Μεγαλομάρτυρος Νικήτα που απείχε τρία βέρτσια από την πόλη. Πέφτοντας στα πόδια του ηγουμένου, του είπε: «Σώσε μια ψυχή που χάνεται!» Για να τον δοκιμάσει, ο ηγούμενος τον πρόσταξε να παραμείνει στην πύλη του μοναστηριού και να εξομολογείται τα κρίματά του μπροστά σε όσους μπαινόβγαιναν. Ο Νικήτας έκανε όπως του ζητήθηκε για κάποιο διάστημα. Έπειτα, διακρίνοντας ένα έλος περιβαλλόμενο από καλάμια, γύρω από τα οποία πετούσαν πλήθος σκνίπες και κουνούπια, έβγαλε τα ρούχα του και ξάπλωσε γυμνός πάνω στα καλάμια για να προσευχηθεί.
Μετά από τρεις ημέρες, μερικοί μοναχοί, απεσταλμένοι του ηγουμένου, αφού δεν τον βρήκαν στην πύλη της μονής, άρχισαν να τον αναζητούν και τον ανακάλυψαν μέσα στα καλάμια, καταπληγωμένο και αιμόφυρτο. Ο ηγούμενος ήλθε επί τόπου και τον ρώτησε για ποιον λόγο είχε υποβληθεί σε τέτοιο μαρτύριο. Ο Νικήτας αποκρίθηκε: «Πάτερ, σώσε μια ψυχή που χάνεται!» Τον έφεραν τότε στο μοναστήρι και τέλεσαν την μοναχική κουρά του.

Αἵρεσις: ὁ ἐσωτερικός ἐχθρός τῆς Ἐκκλησίας .π. Ἀθανάσιος Μυτιληναῖος



Σειρά τριών,πάντοτε επίκαιρων, απομαγνητοφωνημένων ομιλιών 

του μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου Περί αιρέσεων 


Ὁμιλία 1η - ΓΕΝΙΚΑ ΠΕΡΙ ΑΙΡΕΣΕΩΝ 

Αἵρεσις: ὁ ἐσωτερικός ἐχθρός τῆς Ἐκκλησίας 

Ἐπειδή στίς μέρες μας, ἀγαπητοί μου, ὅπως λέγει ἐκεῖ ἕνας ψαλμικός στίχος, πολλοί «μονιοὶ ἄγριοι»[Ψαλμ.79,14:« ἐλυμήνατο αὐτὴν ὗς ἐκ δρυμοῦ, καὶ μονιὸς ἄγριος κατενεμήσατο αὐτήν»], δηλαδή ἀγριογούρουνα, λυμαίνονται τήν χριστοφυτευθεῖσα ἄμπελο τῆς Ἐκκλησίας μέ τίς αἱρέσεις τους, καλό θά ἦταν αὐτές οἱ τρεῖς ὁμιλίες μας νά ἀφιερωθοῦν εἰς τό μεγάλο αὐτό θέμα τῶν αἱρετικῶν, τῶν ἐχθρῶν αὐτῶν τῆς Ἐκκλησίας μας, οἱ ὁποῖοι ἐχθροί εἶναι ἐσωτερικοί. Διότι ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι ἀσκοῦν διωγμόν ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἐχθροί ἐξωτερικοί· ἐκεῖνοι ὅμως οἱ ὁποῖοι μετέρχονται τήν αἵρεσιν, αὐτοί εἶναι ἐχθροί ἐσωτερικοί. 
Οὐδέποτε ἡ Ἐκκλησία ἐφοβήθη τούς διωγμούς τούς ἐξωτερικούς· ἀντιθέτως, μέ τούς ἐξωτερικούς διωγμούς, ἐλαμπρύνθη, ἐμεγαλύνθη, καί ἀνεδείχθησαν Ἥρωες καί Ἅγιοι καί Μάρτυρες, οἱ ὁποῖοι ἐστόλισαν τήν Ἐκκλησία μέ πορφυροῦν ἔνδυμα, πού εἶναι τά αἵματά τους. Ἐκεῖνο πού φοβήθηκε ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ αἵρεσις, εἶναι ὁ ἐσωτερικός ἐχθρός· καί ἀκριβῶς ἐκεῖ κινεῖται μέ κάθε τρόπο, διά νά ἀπομακρύνη κάθε αἱρετική διδασκαλία καί κάθε αἱρετικόν ἄνθρωπον. 

Οἱ ἀντιξοότητες εἰς τό ἔργον τῆς Ἐκκλησίας 

Ὅταν ἱδρύθη ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἐπί τῆς γῆς, δέν ἐγκατεστάθη, ὅπως εἶναι γνωστόν ἀπό τήν Ἐκκλησιαστική μας Ἱστορία, δέν ἐγκατεστάθη ἐπί φιλικοῦ ἐδάφους· ὁ χῶρος ἐπί τοῦ ὁποίου ἐγκατεστάθη ἦτο ἐχθρικός. 
Ἡ γῆ, ὅπως εἶναι γνωστό, μέ τήν πτῶσι τῶν πρωτοπλάστων κατέστη δαιμονοκρατουμένη. Ὁ «θεός τοῦ κόσμου τούτου»[βλ. Ιω.12,31 «νῦν κρίσις ἐστὶ τοῦ κόσμου τούτου, νῦν ὁ ἄρχων τοῦ κόσμου τούτου ἐκβληθήσεται ἔξω» και 16,11 «περὶ δὲ κρίσεως, ὅτι ὁ ἄρχων τοῦ κόσμου τούτου κέκριται»]  , ὁ Διάβολος, εἶναι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος μέ τήν πτῶσι τῶν πρωτοπλάστων δέν κατέκτησε μόνον αὐτούς, ἀλλά κατέκτησε καί τήν γῆν. 
Ὅταν λέμε ὅτι «κατέκτησε», δέν ἐννοοῦμε ὅτι ὁ κύριος τοῦ αἰῶνος τούτου ἦτο ὁ Διάβολος· κύριος παραμένει πάντοτε, ἀγαπητοί μου, ὁ Θεός· ἀλλά ἐννοοῦμε ὅτι ἐπέτρεψε ὁ Θεός στόν Διάβολο νά ἀσκῆ τήν ἐπιρροή του ἐπί τῶν ἀνθρώπων καί ἐπί τῆς ἀλόγου κτίσεως. Ἔτσι οἱ ἄνθρωποι μποροῦσαν πάρα πολύ εὔκολα νά γίνουν ὄργανά του, καί μέ τόν τρόπον αὐτόν νά πολεμήση ὁ Διάβολος τήν Ἐκκλησία. 
Βεβαίως, ὅταν ἐνεφανίσθη ἡ Ἐκκλησία, ὁ Διάβολος συνετρίβη· συνετρίβη ἐπί τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ. Τά θέματα πού ἐκάναμε ἔδειξαν αὐτό, ὅτι ὁ Διάβολος ἐκεῖ ἐνικήθη, εἰς τόν Σταυρόν καί εἰς τόν Ἅδην. Ὅμως ἀφέθη νά δρᾶ, ὄχι ἀνεξελέγκτως, ἀλλά ἀφέθη νά δρᾶ ἕως ὅτου τελειώση ἡ Ἱστορία τοῦ κόσμου.

Κυριακή τῶν 318 Πατέρων Α’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου (Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος)

«Αὐτά εἶπεν ὁ Ἰησοῦς καί ἐσήκωσε τούς ὀφθαλμούς του εἰς τόν οὐρανόν καί εἶπε. Πάτερ, ἦλθεν ἡ ὥρα, δόξασε τόν Υἱόν σου, διά νά σέ δοξάσῃ καί ὁ Υἱός σου». 1. «Αὐτός πού ἐφαρμόζει τάς ἐντολάς σου καί τάς διδάσκει», λέγει, «αὐτός θά ὀνομασθῇ μέγας εἰς τήν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν» (Ματθ. 5, 19). Καί πολύ εὔλογα· διότι τό νά φιλοσοφῇ κανείς μέ λόγια εἶναι εὔκολον, ἐνῷ τό νά παρουσιάζῃ μέ ἔργα αὐτά πού λέγει, εἶναι γνώρισμα ἀνθρώπου γενναίου καί μεγάλου. Διά τοῦτο καί ὁ Χριστός, ὁμιλῶν περί ἀνεξικακίας, ἀναφέρει τόν ἑαυτόν του, προτρέπων ἀπό αὐτόν νά λαμβάνωμεν τά παραδείγματα. Διά τοῦτο καί μετά ἀπό αὐτήν τήν παραίνεσιν, ἔρχεται εἰς τήν προσευχήν, διδάσκων ἡμᾶς κατά τάς δοκιμασίας, ἀφήνοντες κατά μέρος ὅλα, νά καταφεύγωμεν εἰς τόν Θεόν. Ἐπειδή δηλαδή εἶπεν, «Εἰς τόν κόσμον θά ἔχετε θλῖψιν» (Ἰω. 16, 33), καί ἐνέβαλεν ἀνησυχίαν εἰς τάς ψυχάς των, μέ τήν προσευχήν ἀνιστᾷ πάλιν τό φρόνημά των· διότι μέχρι τότε τόν ἐπρόσεχαν ὡσάν ἄνθρωπον. Καί δι’ ἐκείνους κάμνει τά ἴδια, ὅπως ἀκριβῶς καί εἰς τήν περίπτωσιν τοῦ Λαζάρου, καί λέγει τήν αἰτίαν, ὅτι δηλαδή «Τό εἶπα διά τό παρευρισκόμενον πλῆθος, διά νά πιστεύσουν ὅτι σύ μέ ἀπέστειλες» (Ἰω. 11,42).
Ναί, λέγει· ἀλλά διά μέν τούς Ἰουδαίους ἐγίνοντο αὐτά πολύ εὔλογα, διά ποῖον λόγον ὅμως ἐγίνοντο καί διά τούς Μαθητάς; Καί διά τούς Μαθητάς ἐγίνοντο κατά πολύ φυσικόν λόγον· διότι αὐτοί, πού μετά ἀπό τόσα ἔλεγον, «Τώρα γνωρίζομεν ὅτι ὅλα τά γνωρίζεις» (Ἰω. 16, 30), ἐχρειάζοντο περισσότερον ἀπό ὅλους τήν ἐπιβεβαίωσιν. Ἄλλωστε δέ οὔτε προσευχήν ὀνομάζει ὁ εὐαγγελιστής τό πρᾶγμα, ἀλλά τί λέγει; «Ἐσήκωσε τούς ὀφθαλμούς του εἰς τόν οὐρανόν», καί ἀποκαλεῖ αὐτό μᾶλλον συνομιλίαν μέ τόν Πατέρα. Ἐάν δέ εἰς ἄλλην περίπτωσιν τήν ὀνομάζῃ προσευχήν, καί δείχνει αὐτόν ἄλλοτε μέν νά γονατίζῃ, ἄλλοτε δέ νά ὑψώνῃ τούς ὀφθαλμούς εἰς τόν οὐρανόν, μή θορυβηθῇς· μέ αὐτά διδασκόμεθα τό ἀκατάπαυστον τῆς προσευχῆς, ὥστε καί ὅταν ἱστάμεθα νά βλέπωμεν ὄχι μόνον μέ τούς ὀφθαλμούς τῆς σαρκός, ἀλλά καί τῆς διανοίας, καί διά νά γονατίζωμεν συντρίβοντες ἔτσι τή καρδίαν μας· διότι ἦλθεν ὁ Χριστός, ὄχι μόνον διά νά μᾶς δείξῃ τόν ἑαυτόν Του, ἀλλά καί νά μᾶς διδάξῃ τήν ἀνεκδιήγητον ἀρετήν. Αὐτός δέ πού διδάσκει πρέπει νά διδάσκῃ ὄχι μόνον μέ λόγια, ἀλλά καί μέ τά ἔργα. Ἄς ἀκούσωμεν λοιπόν τί λέγει ἐδῶ. «Πάτερ, ἦλθε ἡ ὥρα, δόξασε τόν Υἱόν σου, διά νά σέ δοξάσῃ καί ὁ Υἱός σου».

π. Γεώργιος Κάλτσιου – Οἱ ἐπιθέσεις τῶν δαιμόνων τήν ὥρα τῆς προσευχῆς.



Απόσπασμα ομιλίας του πατρός Γεωργίου Κάλτσιου με θέμα την προσευχή τον Νοέμβριο του 2006.

Θα ήθελα σήμερα να σας πω λίγα λόγια για την ευσεβή προσευχή. Δεν μου αρέσουν οι ορισμοί διότι αναμφισβήτητα η προσευχή είναι έργο του Θεού που επιστρέφει στον Θεό.
Η ενέργεια της προσευχής είναι ένα δώρο που τοποθετεί το Άγιο Πνεύμα στον καθένα από εμάς ανάλογα με την περισσότερη ή λιγότερη επίπονη εργασία μας, απομακρύνοντας το φράγμα που δημιουργήθηκε ανάμεσα στον Θεό και εμάς.
Στην προσπάθειά μας να προσευχηθούμε η Θεία θέληση και η ανθρώπινη θέληση έρχονται πάντα σε κοινωνία. Να γνωρίζετε ότι χωρίς επιμονή και ευσέβεια δεν υπάρχει καμμία προσευχή. Δεν είμαι ευσεβοφανής αλλά θα ήθελα να πω ότι χωρίς το θέλημα του Θεού δεν θα μπορούσαμε ούτε το Πάτερ Ημών να πούμε. Αυτό συμβαίνει επειδή όταν αρχίζουμε να προσευχόμαστε μας επιτίθενται χιλιάδες δαίμονες.
Όταν ήμουν παιδί η μητέρα μου με πήγαινε στην Εκκλησία. Ήμασταν 11 παιδιά στην οικογένειά μας και όταν μας πήγαινε στην Εκκλησία εμείς παραπονιόμασταν ότι τα πόδια μας πονούσαν από την ορθοστασία και θέλαμε να βγούμε έξω. Και η μητέρα μου μας έλεγε:
«Εσείς παιδιά μπορεί να μην καταλαβαίνετε τι είναι η προσευχή, αλλά να γνωρίζετε ότι αυτός ο πόνος στα πόδια σας είναι η προσευχή σας ενώπιον του Θεού».
Μας έλεγε επίσης και μία ιστορία:

Τέσσερις εἶναι οἱ μορφές τῆς σοφίας

Τέσσερις είναι οι μορφές της σοφίας: 
Η φρόνηση, δηλαδή η γνώση και εκείνων που πρέπει και εκείνων που δεν πρέπει να κάνομε και η εγρήγορση του νου. 
Η σωφροσύνη, δηλαδή να γίνει ορθό το φρόνημά μας, ώστε να μπορέσομε να κρατήσομε τον εαυτό μας μακριά από κάθε έργο, λογισμό και λόγο που δεν αρέσει στο Θεό.

Ὠς Πνευματικός στήν ἐξομολόγηση...


 Ως Πνευματικός στην εξομολόγηση, θα ακούσεις τόσες αισχρές αμαρτίες από τους ανθρώπους, που χρειάζεται να είσαι απαθής (από τις αμαρτίες που ακούς) και να ομοιάσεις με εκείνη την καθαρα περιστερά του Νώε, η οποία περνώντας από τόσο βρωμισμένα σώματα των πνιγμένων ανθρώπων απο τον κατακλυσμό, δεν κάθισε πάνω σε κανένα από αυτά. Ή να είσαι σαν ένας νιπτήρας αργυρός ή χρυσός, ο οποίος πλένοντας και καθαρίζοντας τις βρωμιές των άλλων, ο ίδιος δεν λερώνεται καθόλου.

Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης

1 Ἰουνίου. Τοῦ ἁγίου μάρτυρος Ἰουστίνου τοῦ φιλοσόφου. Ἁγιογραφικό ἀνάγνωσμα.

Ἀποστολικό ἀνάγνωσμα. Ἡμέρας. Δευτ. ζ΄ ἑβδ. Πράξ. (Πρξ. κα΄ 8-14).
Πραξ. 21,8         τῇ δὲ ἐπαύριον ἐξελθόντες ἤλθομεν εἰς Καισάρειαν, καὶ εἰσελθόντες εἰς τὸν οἶκον Φιλίππου τοῦ εὐαγγελιστοῦ, ὄντος ἐκ τῶν ἑπτά, ἐμείναμεν παρ᾿ αὐτῷ.
Πραξ. 21,8               Την δε άλλην ημέραν ανεχωρήσαμεν και ήλθαμεν εις την Καισάρειαν. Επήγαμεν δε στο σπίτι του Φιλίππου του Ευαγγελιστού, ο οποίος ήτο ένας από τους επτά διακόνους και εμείναμεν πλησίον του.