Σελίδες

Παρασκευή 1 Ιανουαρίου 2021

Ἡ χειροτονία τοῦ Μ. Βασιλείου ὡς πρεσβυτέρου καί ὡς ἐπισκόπου-ποιμένα καί ἡ προσφορά του στό ποίμνιό του


ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ 

ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΠΙΤΑΦΙΟ ΛΟΓΟ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ 

ΣΤΟΝ ΜΕΓΑ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 

[Μέρος πρώτο: η χειροτονία του Μ. Βασιλείου ως πρεσβυτέρου και ως επισκόπου-ποιμένα και η προσφορά του στο ποίμνιό του] 

Η πολύτροπη φιλανθρωπία του Θεού και η οικονομία Του για τον άνθρωπο, αφού έκανε τον Βασίλειο γνωστό με πολλά περιστατικά που μεσολάβησαν και τον ανέδειξαν όλο και λαμπρότερο, τον προβάλλει ως φάρο της Εκκλησίας περίοπτο και περιλάλητο, αφού τον συγκατέλεξε στην ιερή τάξη των πρεσβυτέρων και από μία πόλη, την Καισάρεια, τον έκανε πυρσό όλης της οικουμένης. Με ποιον τρόπο; Δεν έφτιαξε εκ του προχείρου το αξίωμα, ούτε την ίδια ώρα τον έλουσε και τον έκανε σοφό, όπως γίνεται σήμερα με τους πολλούς που επιθυμούν τις πρωτοστασίες· τον έκανε άξιο της τιμής με την τάξη και τον νόμο της πνευματικής προόδου. 

Δεν επαινώ την αταξία και την ακοσμία μας, κάποτε και αυτών που προεδρεύουν στην Εκκλησία. Δεν θα τολμήσω να τους κατηγορήσω όλους. Εξάλλου δεν είναι και δίκαιο. Επαινώ τον ναυτικό νόμο που στον κυβερνήτη του πλοίου δίνει πρώτα το κουπί, από αυτό τον φέρει στην πλώρη και τους εμπιστεύεται την ανίχνευση της πορείας και τέλος τον καθίζει στο τιμόνι, έπειτα από πολύ σχίσιμο των κυμάτων και πολλή εξέταση των ανέμων. Το ίδιο γίνεται και στα στρατιωτικά. Στρατιώτης, ταξίαρχος, στρατηγός. Αυτή είναι η άριστη σειρά και η ωφελιμότατη για τους αρχόμενους. 

Πολύ μεγάλη αξία θα είχε εάν επικρατούσε και σε μας παρόμοια τάξη. Τώρα όμως κινδυνεύει η αγιότατη ανάμεσα σε όλα τάξη, να είναι η περισσότερο καταγέλαστη από όλες τις τάξεις μας· διότι η πρωτοστασία δεν κερδίζεται περισσότερο από την αρετή παρά από αθέμιτες ενέργειες. Και οι θρόνοι περιέρχονται όχι στους πιο άξιους, αλλά σε όσους έχουν περισσότερη δύναμη. Συγκαταλέγεται στους προφήτες ο Σαμουήλ, που βλέπει το μέλλον, αλλά και ο Σαούλ, ο αποδιοπομπαίος. Κατατάσσεται στους Βασιλείς ο Ροβοάμ του Σολομώντος, αλλά και ο Ιεροβοάμ, ο δούλος και αποστάτης. Ιατρός δεν γίνεται κανείς ούτε ζωγράφος, που δεν μελέτησε πρώτα τη φύση κάθε ασθένειας ή δεν ανέμειξε πολλά χρώματα, και δεν σχεδίασε μορφές. Ο προκαθήμενος όμως βρίσκεται εύκολα, χωρίς να κοπιάσει, αποκτά αμέσως αξία, σπείρεται και φυτρώνει, όπως στον μύθο γίνεται με τους γίγαντες. Πλαστουργούμε αυθημερόν τους αγίους και ορίζουμε να γίνουν σοφοί αυτοί που δεν έχουν τίποτε διδαχτεί, ούτε έχουν προσφέρει καμία υπηρεσία πριν λάβουν τον βαθμό εκτός από το ότι τον επιθυμούσαν. Και ο ένας υπομένει τη χαμηλή θέση και στέκεται με ταπεινοφροσύνη, ενώ είναι άξιος για την υψηλή, επειδή έχει μελετήσει πολύ τα θεία λόγια και έθεσε πολλούς νόμους για την υποταγή της σαρκός· ενώ ό άλλος κάθεται στην πρώτη θέση με σοβαροφάνεια, σηκώνει το φρύδι κατά των μεγαλυτέρων του και δεν αισθάνεται τρόμο για τον θρόνο ούτε τον καταλαμβάνει φρίκη, βλέποντας τον ικανό χαμηλά. Αλλά λαμβάνοντας τη δύναμη νομίζει συνάμα σοφότερο τον εαυτό του. Πέφτει βέβαια έξω και η εξουσία του έχει αφαιρέσει την ικανότητα να σκέφτεται. 

Δεν ήταν έτσι ο πολύς και μέγας Βασίλειος. Όπως σε όλα τα άλλα, έτσι και στην ορθή εκτίμηση αυτών έγινε παράδειγμα για τους πολλούς. Είχε το διακόνημα να διαβάζει τα ιερά βιβλία στον λαό, αυτός που ήταν ο εξηγητής τους, χωρίς να απαξιώσει και αυτήν ακόμη την εκκλησιαστική τάξη και όμοια στους θρόνους των πρεσβυτέρων και των επισκόπων δοξολογεί τον Θεό. Δεν είχε κλέψει την εξουσία, ούτε την είχε αρπάξει, ούτε κυνήγησε την τιμή, αλλά κυνηγήθηκε από την τιμή, ούτε δέχτηκε ανθρώπινη χάρη αλλά τη θεία χάρη από τον Θεό. 

Η φροντίδα και η διοίκηση τώρα της Εκκλησίας από τον Βασίλειο είχαν πολλά γνωρίσματα· αυτά ήσαν παρρησία και προς τους άλλους άρχοντες και προς τους ισχυρούς της πόλεως, συμβιβασμοί που δεν γίνονταν εκ μέρους τους έπειτα από φιλονικία, αλλά διαμορφώνονταν από τη φωνή του, χρησιμοποιώντας ως νόμο τον τρόπο του, προστασία εκείνων που είχαν ανάγκη, πνευματική περισσότερο αλλά και σωματική όχι λιγότερο-διότι και τούτο οδηγεί στην ψυχή, υποδουλώνοντας με την αγάπη- διατροφή των φτωχών, φιλοξενία, φροντίδα των παρθένων, νομοθεσία για μοναχούς, γραπτή και άγραφη, καθορισμός ευχών, σεμνή εμφάνιση από το βήμα και πολλά άλλα- με τα οποία ο αληθινός άνθρωπος του Θεού, που είναι ταγμένος στην παράταξη του Θεού, μπορεί να ωφελήσει τον λαό. 

Ήταν λιμός και μάλιστα ο βαρύτερος από όσους έως τότε μνημονεύονται. Υπέφερε η πόλη και βοήθεια δεν υπήρχε από πουθενά ούτε φάρμακο για την ταλαιπωρία. Οι παράλιες περιοχές δεν σηκώνουν με δυσκολία τις ελλείψεις αυτές, διότι προσφέρουν τα προϊόντα τους και δέχονται από τη θάλασσα. Για μας όμως που είμαστε μεσόγειοι και αυτό περισσεύει δεν ωφελεί και αυτό που λείπει δεν μπορούμε να το ποριστούμε, αφού δεν γνωρίζουμε πώς να διαθέσουμε κάτι από όσα έχουμε ή να εισαγάγουμε κάτι από όσα λείπουν. Και υπήρχε και αυτό που είναι το βαρύτερο στις περιστάσεις αυτές, η αναλγησία και η απληστία εκείνων οι οποίοι υπάρχουν. Παρακολουθούν τους καιρούς και εμπορεύονται την έλλειψη και καλλιεργούν τις συμφορές. Δεν ακούνε ότι ο ελεών φτωχό δανείζει στον Θεό, ούτε ότι όποιος κρύβει το σιτάρι να είναι καταραμένος από τον λαό. Ούτε τίποτε άλλο δεν ακούνε από όσες υποσχέσεις έχουν δεχτεί οι φιλάνθρωποι και οι απάνθρωποι απειλές. Είναι περισσότερο από όσο πρέπει άπληστοι και δεν σκέπτονται ορθά. Σε εκείνους κλείνουν τη δική τους ευσπλαχνία και στον εαυτό τους την ευσπλαχνία του Θεού, πράγμα που αγνοούν ότι αυτοί έχουν μεγαλύτερη ανάγκη από ό,τι οι άλλοι έχουν ανάγκη από εκείνους. Αυτά οι έμποροι και οι προμηθευτές του σίτου, μήτε τους συγγενείς λυπούνται, μήτε στον Θεό ευαρεστούν, από τον Οποίο έχουν τα αγαθά τους, ενώ οι άλλοι στενοχωριούνται. 

Ο Βασίλειος δεν μπορούσε να βρέξει ψωμί από τον ουρανό με την προσευχή του και να θρέψει μέσα στην έρημο τον φυγάδα λαό. Ούτε μπορούσε να βγάζει τροφή που δεν δαπανάται από τον πυθμένα της υδρίας που γέμιζε καθώς άδειαζε, για να τρέφει αυτήν που τον έτρεφε-πράγμα παράδοξο- ανταποδίδοντας τη φιλοξενία. Ούτε μπορούσε με πέντε άρτους να θρέψει χιλιάδες που τα απομεινάρια τους να επαρκέσουν για πολλά άλλα τραπέζια. Αυτά ήσαν έργα του Μωυσή και του Ηλία και του Θεού μου που δίνει σε αυτούς τη δύναμη γι' αυτά. Ίσως είναι ακόμη και των καιρών εκείνων και της τότε καταστάσεως, επειδή τα σημεία δίνονται στους απίστους και όχι στους πιστούς. Και όσα είναι σύμφωνα με αυτά και οδηγούν στο ίδιο σημείο, αυτά και τα σκέφτηκε και με την ίδια πίστη τα πραγματοποίησε. Με τον λόγο και τις προτροπές του άνοιξε τις αποθήκες των πλουσίων και πραγματοποιεί ό,τι λέγει η Γραφή· μοιράζει τροφή σε όσους πεινούν, χορταίνει με ψωμί τους φτωχούς, τους διατρέφει σε περίοδο λιμού και γεμίζει με αγαθά ανθρώπους πεινασμένους[Ησ.38,7· Ψαλμ.131,15 και 32,19· Λουκά 1,53]. 

Με ποιον τρόπο; Συναθροίζοντας τους χτυπημένους από τον λιμό στο ίδιο μέρος, ακόμη και αυτούς που μόλις ανέπνεαν, άνδρες, γυναίκες, νήπια, γέροντες, τις ηλικίες που είναι άξιες συμπάθειας, διενεργώντας έρανο σε κάθε είδος τροφής, που μπορεί να ανακουφίσει την πείνα, παραθέτοντας χύτρες γεμάτες από χυλό και από τα παστά ψάρια που παρασκευάζουμε εμείς και αποτελούν τροφή των φτωχών. Έπειτα μιμείται τη διακονία του Χριστού, ο οποίος ακόμη και το λεντίο ζωσμένος δεν έκρινε ανάξιό του να πλύνει τα πόδια των μαθητών Του και με τα δικά του παιδιά, δηλαδή τους συνδούλους του, χρησιμοποιώντας αυτούς ως βοηθούς, θεράπευε τα σώματα όσων είχαν ανάγκη, θεράπευε και τις ψυχές συμπλέκοντας την τιμή με την ανάγκη, ανακουφίζοντας αυτούς και από τα δύο μέρη. 

Αυτός ήταν ο δεύτερος σιτοδότης μας και δεύτερος Ιωσήφ. Έχουμε όμως να πούμε και κάτι περισσότερο. Ο ένας εμπορεύεται τον λιμό και εξαγοράζει την Αίγυπτο με τη φιλανθρωπία διαθέτοντας την περίοδο αφθονίας στην περίοδο του λιμού και λαμβάνοντας προς τούτο διαταγή από τα όνειρα τρίτων· ο Βασίλειος όμως ήταν αφιλοκερδής στη χρηστότητά του, χωρίς να εμπορεύεται βοηθός στην έλλειψη. Απέβλεπε σε ένα, να αποκτήσει τη φιλανθρωπία με τη φιλανθρωπία και να λάβει τα εκεί αγαθά με το εδώ μέτρημα του σιταριού. Αυτά μαζί με την τροφή του λόγου και την τελειότερη ευεργεσία και διανομή, που είναι αληθινά ουράνια και υψηλή. Εάν βέβαια άρτος των αγγέλων είναι ο λόγος, με τον οποίο τρέφονται και ποτίζονται οι ψυχές που πεινούν τον Θεό και ζητούν τροφή που δεν κυλά και δεν φεύγει, αλλά παραμένει παντοτινά. Αυτής της τροφής σιτοδότης ήταν εκείνος, σιτοδότης πάμπλουτος αυτός ο πιο φτωχός και ο πιο άπορος από όσους γνωρίζουμε και δεν θεράπευε την πείνα του ψωμιού και τη δίψα του νερού, αλλά τον πόθο του λόγου που αληθινά δίνει ζωή και τρέφει και οδηγεί στην αύξηση της πνευματικής ηλικίας αυτόν που τρέφεται καλά. 

Τι χρειάζεται να λέω όλα και να χρονοτριβώ; Αφού μέσα από αυτά και τα όμοιά τους αυτός που ήταν φερώνυμος της ευσέβειας είχε πρόσφατα πεθάνει[:εδώ ο άγιος Γρηγόριος αναφέρεται στον προηγούμενο επίσκοπο, τον Ευσέβιο Καισαρείας], αφήνοντας ήσυχα την ψυχή του μέσα στα χέρια εκείνου, οδηγείται στον υψηλό θρόνο της επισκοπής. Τούτο δεν έγινε χωρίς κόπο και χωρίς φθόνο και πάλη των προκαθημένων της πατρίδας και των ισχυρών που είχαν με εκείνους συνταχθεί. Ήταν αναπόφευκτο όμως να νικήσει το Άγιο Πνεύμα. Νικά λοιπόν και μάλιστα συντριπτικά. Μετακινεί από μακρινές περιοχές εκείνους, οι οποίοι θα τον χρίσουν, άνδρες γνωστούς για την ευσέβεια και τον ζήλο τους, μαζί με αυτούς και τον νέο Αβραάμ και δικό μας πατριάρχη, εννοώ τον πατέρα μου, με τον οποίο γίνεται κάτι θαυμαστό[εδώ ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος αναφέρεται στον πατέρα του, τον άγιο Γρηγόριο τον Ναζιανζηνό]. Δεν είχε αφανιστεί μόνο από το πλήθος των ετών, αλλά και η ασθένεια τον ταλαιπωρούσε και βρισκόταν στις τελευταίες πνοές του, αναλαμβάνει όμως με τόλμη το ταξίδι, για να βοηθήσει με την ψήφο του, παίρνοντας θάρρος από το Πνεύμα. Θα πω δύο λόγια ακόμη· τον βάλαμε σε ένα φορείο, όπως μέσα σε ένα τάφο και επιστρέφει νέος,θαλερός, με το βλέμμα υψηλά, δυναμωμένος από την επίθεση των χειρών και την χρίση, και δεν θα είναι πολύ να προσθέσω και από την κεφαλή του χρισθέντος. Ας προστεθεί και τούτο στις παλαιές διηγήσεις ότι ο πόνος χαρίζει υγεία, η προθυμία σηκώνει τους νεκρούς και σαν νέος ο γέροντας που τον έχρισε το Πνεύμα. 

Αφού είχε έτσι αξιωθεί την πρωτοκαθεδρία, όπως είναι φυσικό για όσους έχουν τόση αξία και έχουν δεχτεί τόση χάρη και έτσι θεωρούνται και από τους άλλους, δεν ντρόπιασε τίποτε από τα παρακάτω ούτε τη δική του φιλοσοφία, ούτε τις ελπίδες όσων του είχαν εμπιστοσύνη. Υπερέβαλλε πάντοτε τον εαυτό του, όσο προηγουμένως υπερέβαλλε τους άλλους, έχοντας πάρα πολύ ωραία και φιλοσοφική αντίληψη γι’ αυτά. Πίστευε δηλαδή ότι είναι αρετή του ιδιώτη να μην είναι κακός ή να είναι ως ένα βαθμό αγαθός. Για τον άρχοντα όμως και τον προκαθήμενο αποτελεί κακία, και μάλιστα σε αυτό το αξίωμα να μην ξεπερνά πολύ τους άλλους και να μη γίνεται καθημερινά ανώτερος, ούτε να έχει αξία και αρετή σύμμετρη με τον θρόνο. Είναι δύσκολο ο άκρος να επιδιώκει το μέσο και με το πλεόνασμα της αρετής του να σύρει τους πολλούς στο μέτριο. Ή μάλλον για να ομιλήσω γι' αυτά πιο πνευματικά, αυτό που βλέπω να γίνεται με τον Σωτήρα μας-όπως το βλέπει και καθένας από όσους γνωρίζουν-όταν ήταν ανάμεσά μας, να λάβει δηλαδή τη μορφή τη δική μας και εντούτοις ανώτερη από εμάς, το ίδιο στοχάζομαι ότι έχει συμβεί και εδώ. Εκείνος, λέγει ο Ευαγγελιστής, προέκοπτε στην ηλικία έτσι και στη σοφία και τη χάρη(όχι ότι αυτά έπαιρναν αύξηση, διότι σε τι θα μπορούσε να γίνει τελειότερος Αυτός που ήταν τέλειος από την αρχή; Γίνονταν μόνο πιο καθαρά και πιο εμφανή). Έτσι και εδώ, η αρετή του ανδρός νομίζω ότι δεν έπαιρνε προσθήκη αλλά ευρύτερη εφαρμογή, επειδή είχε στην εξουσία του περισσότερο υλικό. 

Πρώτα κάνει φανερό σε όλους ότι το αξίωμα δεν ήταν χάρισμα ανθρώπων, αλλά το είχε λάβει από τον Θεό. Απόδειξη αποτελεί και ό,τι έγινε με εμένα. Πόσο συμμεριζόταν τη νοοτροπία μου της περιόδου εκείνης. Όλοι οι άλλοι νόμιζαν ότι θα τρέξω κοντά του για το γεγονός, ότι θα γινόμουν περιχαρής- και ίσως κάποιος άλλος να δοκίμαζε το συναίσθημα αυτό- και ότι θα μοιραζόμασταν μάλλον την αρχή μεταξύ μας και ότι δεν θα βοηθούσα απλώς, πράγμα που συμπέραναν από τη φιλία μας. Εγώ όμως, αποφεύγοντας να γίνω φορτικός- το απέφευγα σε όλα περισσότερο από τον καθένα- καθώς και την τάξη της εποχής για φθόνο, αφού εξάλλου και τα πράγματα γύρω του ήσαν σε εξέλιξη και ταραχή, έμεινα στην πατρίδα χαλινώνοντας τον πόθο μου με τη βία. Με μέμφεται αλλά με συγχωρεί. Έπειτα όταν πήγα κοντά του, χωρίς όμως να δεχτώ την τιμή του θρόνου για τον ίδιο ακριβώς λόγο, ούτε το να προτιμηθώ από τους πρεσβυτέρους, όχι μόνο δεν με κατηγόρησε αλλά και με επαίνεσε και καλά έκανε. Προτίμησε να κατηγορηθεί μάλλον για υπερηφάνεια από λίγους, που δεν κατανόησαν τη στάση αυτή, παρά να πράξει κάτι αντίθετο στον λόγο και τις προθέσεις του. Και πώς θα μπορούσε να δείξει κάποιος καλύτερα ότι η ψυχή του είναι ανώτερη από κολακεία και φιλοφροσύνη και ότι αποβλέπει σε ένα μόνο, τον νόμο του καλού, εάν δεν σκεπτόταν έτσι για εμένα που με θέτει μεταξύ των πρώτων από τους αγαπητούς και τους οικείους του; 

Έπειτα μαλακώνει αυτούς που στασίαζαν εναντίον του και τους θεραπεύει με λόγους μιας μεγαλόψυχης ιατρικής. Δεν το κάνει αυτό κολακευτικά και ανελεύθερα, αλλά με πολλή δύναμη και ελευθεριότητα, όπως κάποιος που δεν αποβλέπει μόνο στο παρόν αλλά οικονομεί και τη μελλοντική υποταγή. Βλέποντας δηλαδή ότι η ηπιότητα οδηγεί στη χαλάρωση και την αδιαφορία, ενώ η αυστηρότητα σκληρύνει τον άλλον και τον αποθρασύνει, βοηθεί το ένα με το άλλο. Ανέμειξε με επιείκεια το πείσμα και την ηπιότητα με σταθερότητα. Έτσι για τη θεραπεία λίγο του χρειάστηκε ο λόγος και τα περισσότερα τα πέτυχε με τα έργα. Δεν υποδούλωνε με τεχνάσματα, αλλά έκανε τους άλλους δικούς του με τη φιλία, δεν χρησιμοποιούσε τη δύναμη της εξουσίας του, τους έφερνε κοντά του όχι βέβαια με αδυναμία, αλλά και με προσοχή. 

Και, το σπουδαιότερο, τους έφερνε κοντά του επειδή τους νικούσε με το πνεύμα του και αναγνώριζαν ως απροσπέλαστη την αρετή του και επειδή νόμιζαν ότι μία μόνο σωτηρία υπάρχει γι΄αυτούς, να είναι φίλοι του και υποτακτικοί του· και ένας κίνδυνος, να προσκρούσουν στο θέλημά του και επειδή θεωρούσαν αποξένωση από τον Θεό τη διάσταση από εκείνον, έτσι θέλοντας υποχώρησαν και ηττήθηκαν και λύγισαν όπως στη βροντή, προσπαθώντας να απολογηθούν ο ένας πριν από τον άλλο και μεταβάλλοντας τον βαθμό της έχθρας τους σε βαθμό φιλίας και επιδόσεως στην αρετή, που την έβρισκαν ως τη μόνη πανίσχυρη απολογία. Δεν υποχωρούσε, παρά μόνο εάν κάποιος για κακία αθεράπευτη παραμελήθηκε και παραμερίστηκε, για να συντριβεί και να εξαφανιστεί μέσα σε αυτήν, όπως συνδαπανάται ο σίδηρος μαζί με τη σκουριά του. 

Και αφού τα πράγματα της πατρίδας τακτοποιήθηκαν όπως ήθελε και όπως δεν φανταζόταν κάποιος από όσους δεν τον πίστευαν και δεν τον γνώριζαν, σκέπτεται κάτι ανώτερο και υψηλότερο. Ενώ όλοι οι άλλοι έβλεπαν μόνο ό,τι ήταν μπροστά στα πόδια τους και σκέπτονταν πώς να εξασφαλίσουν ό,τι τους αφορούσε, εάν βέβαια είναι αυτό ασφαλές, και δεν προχωρούσαν παραπέρα, ούτε μπορούσαν να αναλάβουν κάτι μεγάλο και τολμηρό, εκείνος σε αυτά δεν τηρεί το μέτρο, που το τηρούσε σε όλα τα άλλα. Αφού σήκωσε ψηλά την κεφαλή και αφού έστρεψε γύρω γύρω το βλέμμα της ψυχής, περικλείει μέσα σε αυτήν όλη την οικουμένη, όση επισκέφτηκε ο σωτήριος Λόγος. Βλέποντας ακόμη τη μεγάλη κληρονομία του Θεού, που την είχε φροντίσει με τους δικούς Του λόγους και νόμους και τα δικά Του παθήματα, το έθνος το άγιο, το βασίλειο ιεράτευμα, να βρίσκεται σε κακή κατάσταση και να έχει διασπαστεί σε μύριες δοξασίες και πλάνες· βλέποντας την άμπελο που είχε μεταφερθεί και μεταφυτευτεί από την Αίγυπτο, που από την άθεο και σκοτεινή άγνοια έφθασε σε άπειρο κάλλος και μέγεθος, ώστε να σκεπάσει όλη τη γη και να ξεπεράσει τα βουνά και τους κέδρους, βλέποντας αυτήν να καταστρέφεται από τον πονηρό και κακό αγριόχοιρο, τον διάβολο, δεν θεώρησε αρκετό να θρηνεί ήρεμα τη συμφορά και να υψώνει μόνο τα χέρια στον Θεό και να ζητεί από Εκείνον τη λύση των δεινών που τον βρήκαν και ο ίδιος να κοιμάται· νόμιζε απεναντίας ότι και ο ίδιος έπρεπε να βοηθήσει και να συνεισφέρει κάτι. 

Τι είναι πιο λυπηρό από τη συμφορά αυτή τη στιγμή που πρέπει αυτός που βλέπει άνω να ενδιαφέρεται περισσότερο για το σύνολο; Εάν ευτυχεί ή δυστυχεί ένας, τούτο δεν έχει καμία σημασία για το σύνολο. Ενώ όταν το σύνολο βρίσκεται σε αυτή ή εκείνη την κατάσταση, ανάγκη πάσα και ο καθένας χωριστά να βρίσκεται στην ίδια θέση. Αυτά είχε στον νου εκείνος και εξέταζε, ο κηδεμόνας και προστάτης του συνόλου. Το σαράκι του ανθρώπου είναι η αισθαντική καρδιά, όπως νομίζει ο Σολομώντας[Παρ.14,30: «Πραΰθυμος ἀνὴρ καρδίας ἰατρός, σὴς δὲ ὀστέων καρδία αἰσθητική(:ο πράος και υπομονετικός άνθρωπος είναι ο καλύτερος ιατρός των πόνων της καρδίας των άλλων· σαράκι όμως που κατατρώγει τα κόκκαλα των ανθρώπων, είναι η ευερέθιστη και εύθικτη καρδιά)»] και η αλήθεια. Και η αναλγησία φέρει ευθυμία ενώ η συμπόνια λύπη και λιώσιμο της καρδιάς είναι ο έμμονος λογισμός. Για τον λόγο αυτόν σφάδαζε, στενοχωριόταν, κατατρωγόταν, έπασχε ό,τι ο Ιωνάς[Ιωνάς 4,9: «Σφόδρα λελύπημαι ἐγὼ ἕως θανάτου(:πάρα πολύ έχω λυπηθεί, έως θανάτου)»] και ο Δαβίδ, έφτανε σε απόγνωση, δεν έδινε ύπνο στα μάτια του και νυσταγμό στα βλέφαρά του[Ψαλμ.131,4-5: «εἰ δώσω ὕπνον τοῖς ὀφθαλμοῖς μου καὶ τοῖς βλεφάροις μου νυσταγμὸν καὶ ἀνάπαυσιν τοῖς κροτάφοις μου, ἕως οὗ εὕρω τόπον τῷ Κυρίῳ, σκήνωμα τῷ Θεῷ Ἰακώβ (:ούτε θα παραδώσω τα μάτια μου στον ύπνο και τα βλέφαρά μου στον νυσταγμό· δεν θα δώσω ανάπαυση στους κροτάφους μου, μέχρις ότου βρω κατάλληλο τόπο για τον Κύριο, για την κατοικία του Θεού του Ιακώβ)»]. Δαπανούσε ό,τι του είχε μείνει από σάρκα με τις φροντίδες έως ότου βρει λύση στο κακό. Επιδιώκει τη θεία ή την ανθρώπινη βοήθεια, η οποία θα σταματήσει την κοινή φωτιά και η σκοτόμαινα που μας σκέπασε. 

Επινοεί εκείνο το μοναδικό και εξαιρετικά σωτήριο. Αφού συγκεντρώθηκε όσο ήταν δυνατόν και αποκλείστηκε πνευματικά και αφού ανακίνησε κάθε ανθρώπινη σκέψη και επισκόπησε όλο το βάθος των Γραφών, συγγράφει λόγους για την ευσέβεια και αντιπαλεύοντας και αντιμαχόμενος αποκρούει το μέγα θράσος των αιρετικών. Άλλους, με τους οποίους ήλθε στα χέρια, τους υποτάσσει με τα αγκέμαχα όπλα των λόγων. Άλλους από μακριά, χτυπώντας τους με τα βέλη της μελάνης, που δεν είναι καθόλου κατώτερα από τα χαράγματα στην πλάκα.Και δεν νομοθετούσε[όπως ο Μωυσής] για το ένα έθνος της Ιουδαίας-που ήταν και μικρό- για φαγητά και ποτά και πρόσκαιρες θυσίες και καθαρμούς της σάρκας, αλλά για κάθε ανθρώπινο γένος και κάθε περιοχή του κόσμου για τον λόγο της αλήθειας, από τον Οποίο προέρχεται η σωτηρία. Και επειδή είναι εξίσου ατελείς η χωρίς λόγους πράξη και ο χωρίς πράξη λόγος, προσθέτει δεύτερο, στον λόγο τη βοήθεια της πράξεως. Σε άλλους πήγαινε ο ίδιος, σε άλλους έστελνε, άλλους καλούσε, νουθετούσε, έλεγχε, επιτιμούσε, απειλούσε, κατηγορούσε, προμαχούσε για έθνη, πόλεις, άτομα, επινοούσε κάθε είδος σωτηρίας, θεράπευε από κάθε άποψη. Ήταν εκείνος ο Βεσελεήλ, ο αρχιτέκτονας της θείας σκηνής, που μεταχειριζόταν για το έργο του κάθε υλικό και κάθε τέχνη και που συνδύαζε τα πάντα σε μιας ομορφιάς υπερβολή και αρμονία. 

[Συνεχίζεται] 

ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ, 

επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος 



ΠΗΓΕΣ: 


· Γρηγορίου του Θεολόγου Άπαντα τα έργα, τόμος 6:Λόγοι εγκωμιαστικοί- επιτάφιοι, Εἰς τόν Μέγαν Βασίλειον Ἐπιτάφιος, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1980, σελίδες 175-177, 187-197, 199-205. 

· Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014. 

· Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009. 

· Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005. 

· Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016. 



· http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm 



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου