Σελίδες

Παρασκευή 26 Μαρτίου 2021

Λόγος ἀπολογητικός πρός ὅσους διαβάλλουν τίς Ἅγιες Εἰκόνες. Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός.Μέρος ἕκτο

Του αγίου Πατρός και Διδασκάλου της Εκκλησίας μας, Ιωάννη του Δαμασκηνού 

ΛΟΓΟΣ ΑΠΟΛΟΓΗΤΙΚΟΣ 

ΠΡΟΣ OΣΟΥΣ ΔΙΑΒΑΛΛΟΥΝ ΤΙΣ ΑΓΙΕΣ ΕΙΚΟΝΕΣ 

Μέρος έκτο: && 52-68 

Μαρτυρίες παλαιών και δοκίμων Πατέρων περί των ιερών εικόνων(συνέχεια) 

52. Του αγίου Γρηγορίου του Νύσσης από λόγο που εκφωνήθηκε στην Κωνσταντινούπολη για τη θεότητα του Υιού και του Πνεύματος και Εις τον Αβραάμ, από τον λόγο 44, του οποίου η αρχή είναι «κάτι τέτοιο παθαίνουν στους ωραίους λειμώνες όσοι αρέσκονται στο να βλέπουν τα άνθη». Και ύστερα από μερικά λέγει: 

«Ἐντεῦθεν δεσμοῖς πρότερον διαλαμβάνει ὁ πατὴρ τὸν παῖδα. Εἶδον πολλάκις ἐπὶ γραφῆς εἰκόνα τοῦ πάθους καὶ οὐκ ἀδακρυτὶ τὴν θέαν παρῆλθον ἐναργῶς τῆς τέχνης ὑπ' ὄψιν ἀγούσης τὴν ἱστορίαν. Πρόκειται ὁ Ἰσαὰκ παρ' αὐτῷ τῷ θυσιαστηρίῳ ὀκλάσας ἐπὶ τὸ γόνυ καὶ περιηγμένας ἔχων εἰς τοὐπίσω τὰς χεῖρας, ὁ δὲ ἐπιβεβηκὼς κατόπιν τῷ ποδὶ τῆς ἀγκύλης καὶ τῇ ἀριστερᾷ χειρὶ τὴν κόμην τοῦ παιδὸς πρὸς ἑαυτὸν ἀνακλάσας ἐπικύπτει τῷ προσώπῳ ἐλεεινῶς πρὸς αὐτὸν ἀναβλέποντι καὶ τὴν δεξιὰν καθωπλισμένος τῷ ξίφει πρὸς τὴν σφαγὴν κατευθύνει. Καὶ ἅπτεται ἤδη τοῦ σώματος ἡ τοῦ ξίφους ἀκμή, καὶ τότε αὐτῷ γίνεται θεόθεν φωνὴ τὸ ἔργον κωλύουσα (:Από εδώ παίρνει προηγουμένως ο πατέρας το παιδί του δεμένο. Είδα πολλές φορές σε τοιχογραφία τη σκηνή του πάθους και δεν προσπέρασα τη θέα χωρίς να δακρύσω, γιατί η τέχνη μου έδειχνε με ζωντάνια την υπόθεση.Παρίσταται ο Ισαάκ δίπλα στο θυσιαστήριο γονατισμένος και έχοντας δεμένα τα χέρια πίσω, ενώ ο πατέρας πατάει πίσω τα λυγισμένα πόδια και τραβώντας με το αριστερό χέρι τα μαλλιά του παιδιού προς το μέρος του, σκύβει στο πρόσωπό του, που τον ατενίζει με οδύνη, και κρατώντας στο δεξί το μαχαίρι το κατεβάζει για τη σφαγή. Και η κόψη του μαχαιριού αγγίζει κιόλας το σώμα, και τότε του έρχεται φωνή από το Θεό που εμποδίζει την πράξη)». 

53. Του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου από την ερμηνεία της προς Εβραίους Επιστολής: 

«Καί πως εἰκὼν τοῦ δευτέρου τὸ πρῶτον, ὁ Μελχισεδὲκ τοῦ Χριστοῦ, ὥσπερ ἄν τις εἴποι σκιὰν τῆς γραφῆς τῆς ἐν χρώμασι τὸ πρὸ ταύτης σκίασμα τοῦ γραφέως· διὰ τοῦτο γὰρ ὁ νόμος καλεῖται σκιά, ἡ δὲ χάρις ἀλήθεια, πράγματα δὲ τὰ μέλλοντα. Ὥστε ὁ μὲν νόμος καὶ ὁ Μελχισεδὲκ προσκίασμα τῆς ἐν χρώμασι γραφῆς, ἡ δὲ χάρις καὶ ἡ ἀλήθεια ἡ ἐν χρώμασι γραφή, τὰ δὲ πράγματα τοῦ μέλλοντος αἰῶνος, ὡς εἶναι τὴν παλαιὰν τύπου τύπον καὶ τὴν νέαν τῶν πραγμάτων τύπον(:Κατά κάποιο τρόπο το πρώτο είναι εικόνα του δευτέρου, ο Μελχισεδέκ του Χριστού, όπως θα μπορούσε κανείς να ονομάσει το αρχικό σκιαγράφημα του ζωγράφου σκιά της ζωγραφικής με χρώματα˙γι’ αυτό και ο νόμος ονομάζεται σκιά, ενώ η χάρη αλήθεια και πράγματα τα μέλλοντα. Ώστε ο νόμος και ο Μελχισεδέκ είναι το προσχέδιο της ζωγραφικής με χρώματα, η χάρη και η αλήθεια είναι η ζωγραφική με χρώματα, ενώ τα πράγματα είναι η μελλοντική αιωνιότητα, όπως η Παλαιά Διαθήκη είναι τύπος τύπου και η Νέα είναι τύπος των πραγμάτων)». 

54. Λεοντίου Νεαπόλεως της Κύπρου από τον λόγο Κατά Ιουδαίων, για την προσκύνηση του σταυρού του Χριστού και των εικόνων των αγίων και των ιδίων των αγίων μεταξύ τους και για τα λείψανα των αγίων: 

«Ἐάν μοι ἐγκαλῇς πάλιν, ὦ Ἰουδαῖε, λέγων, ὅτι ὡς θεὸν προσκυνῶ τὸ ξύλον τοῦ σταυροῦ, διὰ τί οὐκ ἐγκαλεῖς τῷ Ἰακὼβ προσκυνήσαντι ἐπὶ τὸ ἄκρον τῆς ῥάβδου; Ἀλλὰ πρόδηλον, ὅτι οὐ τὸ ξύλον τιμῶν προσεκύνησεν, ἀλλὰ διὰ τοῦ ξύλου τῷ Ἰωσὴφ προσεκύνησεν, ὥσπερ καὶ ἡμεῖς διὰ τοῦ σταυροῦ τὸν Χριστόν, ἀλλ' οὐ τὸ ξύλον δοξάζομεν(:Εάν λοιπόν με κατηγορείς πάλι, Ιουδαίε, λέγοντας ότι προσκυνώ το ξύλο του σταυρού ως Θεό, γιατί δεν κατηγορείς τον Ιακώβ που προσκύνησε την άκρη του μπαστουνιού;[[Γέν.47,31: «εἶπε δέ· ὄμοσόν μοι. καὶ ὤμοσεν αὐτῷ. καὶ προσεκύνησεν Ἰσραὴλ ἐπὶ τὸ ἄκρον τῆς ῥάβδου αὐτοῦ(:ο Ιακώβ όμως επέμεινε και του είπε: ‘’Ορκίσου μου ότι θα το κάνεις’’. Και ο Ιωσήφ ορκίστηκε στον πατέρα του. Τότε ο Ισραήλ, επειδή πίστεψε ότι ο Θεός θα βοηθούσε, ώστε να μεταφερθεί η σορός του στην Χαναάν για να ταφεί εκεί, έσκυψε και προσκύνησε τον Θεό, αφού ακούμπησε το κεφάλι του στην άκρη του ραβδιού του, στο οποίο στηριζόταν λόγω της γεροντικής αδυναμίας του. Με την προσκύνηση αυτή εξέφραζε την ευγνωμοσύνη του προς τον Θεό)» και Εβρ.11,21: «Πίστει Ἰακὼβ ἀποθνήσκων ἕκαστον τῶν υἱῶν Ἰωσὴφ εὐλόγησε, καὶ προσεκύνησεν ἐπὶ τὸ ἄκρον τῆς ῥάβδου αὐτοῦ(:Με πίστη ο Ιακώβ, όταν πέθαινε, ευλόγησε καθένα από τα δύο παιδιά του Ιωσήφ και ανέδειξε και τα δύο αρχηγούς φυλών σύμφωνα με τον φωτισμό που του έδινε η πίστη. Και προσκύνησε τον Θεό ακουμπώντας το κεφάλι του στην άκρη του ραβδιού, πάνω στο οποίο στηριζόταν λόγω της γεροντικής του αδυναμίας)»]]Αλλά είναι ολοφάνερο ότι προσκύνησε το ξύλο χωρίς να το τιμά, αλλά μέσω του ξύλου προσκύνησε τον Ιωσήφ, όπως ακριβώς και εμείς μέσω του σταυρού δοξάζουμε το Χριστό και όχι το ξύλο)». 

55. (Σχόλιο ιερού Δαμασκηνού:) Εφόσον λοιπόν προσκυνούμε τον τύπο του σταυρού, κατασκευάζοντας εικόνα του σταυρού από οποιαδήποτε ύλη, πώς δεν θα προσκυνήσουμε την εικόνα Αυτού που σταυρώθηκε; 

56. Και πάλι του ιδίου Λεοντίου: 

«Ἐπεὶ καὶ Ἀβραὰμ τοῖς πωλήσασιν αὐτῷ τὸν τάφον ἀσεβέσιν ἀνθρώποις προσεκύνησε καὶ γόνυ ἔκαμψεν ἐπὶ τὴν γῆν, ἀλλ' οὐχ ὡς θεοῖς αὐτοῖς προσεκύνησεν· καὶ πάλιν ὁ Ἰακὼβ τὸν Φαραὼ ηὐλόγησεν ἀσεβῆ καὶ εἰδωλολάτρην ὄντα, ἀλλ' οὐχ ὡς θεὸν αὐτὸν ηὐλόγησε (:Όταν και ο Αβραάμ προσκύνησε εκείνους που του πούλησαν τον τάφο, ανθρώπους ασεβείς[Γέν.23,7-9], και γονάτισε στη γη, δεν τους προσκύνησε ως θεούς· και ο Ιακώβ επίσης ευλόγησε τον Φαραώ, που ήταν ασεβής και ειδωλολάτρης, αλλά δεν τον ευλόγησε ως Θεό[ Γέν.47,7-10])». Και πάλι: «τὸν Ἠσαῦ πεσὼν προσεκύνησεν, ἀλλ' οὐχ ὡς θεὸν προσεκύνησεν(:και τον Ησαύ επίσης έπεσε και τον προσκύνησε, αλλά δεν τον προσκύνησε ως Θεό[Γέν.33,3]». 

Και πάλι: «Πῶς ἐντέλλεται ὑμῖν ὁ θεὸς προσκυνεῖν καὶ τῇ γῇ καὶ τοῖς ὄρεσι; Πώς παραγγέλλει σε σας ο Θεός να προσκυνείτε και τη γη και τα όρη;». Γιατί λέει: «Ὑψοῦτε κύριον τὸν θεὸν ἡμῶν καὶ προσκυνεῖτε εἰς ὄρος ἅγιον αὐτοῦ. Καὶ προσκυνεῖτε τῷ ὑποποδίῳ τῶν ποδῶν αὐτοῦ, ὅτι ἅγιός ἐστι (:δοξάστε τον Κύριο και Θεό μας και προσκυνάτε αυτόν στο άγιο όρος του. Και προσκυνάτε το στήριγμα των ποδιών του, επειδή είναι άγιος)»[Ψαλμ.98,5], δηλαδή τη γη. 

«Ὁ οὐρανὸς γάρ μοι θρόνος(:Γιατί ο ουρανός είναι θρόνος μου)», λέει, «ἡ δὲ γῆ ὑποπόδιον τῶν ποδῶν μου(:ενώ η γη στήριγμα των ποδιών μου)»[Ησ .66,1], όπως βεβαιώνει ο Κύριος. 

Και πώς ο Μωϋσής προσκύνησε τον Ιοθόρ που ήταν ειδωλολάτρης, [Έξ. 18,7: «ἐξῆλθε δὲ Μωυσῆς εἰς συνάντησιν τῷ γαμβρῷ καὶ προσεκύνησεν αὐτῷ καὶ ἐφίλησεν αὐτόν, καὶ ἠσπάσαντο ἀλλήλους· καὶ εἰσήγαγεν αὐτοὺς εἰς τὴν σκηνήν(: Μόλις το άκουσε ο Μωυσής, βγήκε αμέσως προς συνάντηση του πεθερού του. Τον προσκύνησε και τον φίλησε και ασπάστηκαν ο ένας τον άλλον. Κατόπιν ο Μωυσής τους έβαλε μέσα στη σκηνή του)»], και ο Δανιήλ τον Ναβουχοδονόσορα [Δαν. 2,46: «Τότε ὁ βασιλεὺς Ναβουχοδονόσορ ἔπεσεν ἐπὶ πρόσωπον καὶ τῷ Δανιὴλ προσεκύνησε καὶ μαναὰ καὶ εὐωδίας εἶπε σπεῖσαι αὐτῷ(: Όταν ο βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ άκουσε το όνειρο και την ερμηνεία του, έπεσε πρηνής στη γη και προσκύνησε με σεβασμό τον Δανιήλ· διέταξε δε να προσφέρουν στον Θεό, για χάρη του Δανιήλ, θυσία αναίμακτο και ευώδη θυμιάματα)»]; 

Πώς με κατηγορείς επειδή τιμώ και προσκυνώ εκείνους που τίμησαν και προσκύνησαν το Θεό; Πες μου, δεν συμφέρει να προσκυνούμε τους αγίους και να μην τους λιθοβολούμε, όπως εσύ; Δεν συμφέρει να προσκυνούμε τους ευεργέτες και να μην τους πριονίζουμε ούτε να τους ρίχνουμε σε λάκκο με λάσπη [Ιερ. 45,6: «καὶ ἔῤῥιψαν αὐτὸν εἰς λάκκον Μελχίου υἱοῦ τοῦ βασιλέως, ὃς ἦν ἐν τῇ αὐλῇ τῆς φυλακῆς, καὶ ἐχάλασαν αὐτὸν εἰς τὸν λάκκον, καὶ ἐν τῷ λάκκῳ οὐκ ἦν ὕδωρ ἀλλ᾿ ἢ βόρβορος, καὶ ἦν ἐν τῷ βορβόρῳ(:έτσι αυτοί συνέλαβαν τον Ιερεμία και τον έριξαν στον λάκκο του Μελχίου, υιού του βασιλιά, ο οποίος «λάκκος» βρισκόταν στην αυλή της φυλακής· και κατέβασαν τον Ιερεμία στον λάκκο αυτόν, στον οποίο δεν υπήρχε νερό, αλλά βόρβορος λάσπη· ο Ιερεμίας έμενε, ή μάλλον σχεδόν χώθηκε μέσα στον βόρβορο, τη λάσπη αυτή)» ; 

Αν αγαπούσες τον Θεό, θα τιμούσες οπωσδήποτε και τους δούλους Του. Και εάν τα οστά των δικαίων είναι ακάθαρτα, πώς μετακομίσθηκαν τα οστά του Ιακώβ και του Ιωσήφ με κάθε τιμή από την Αίγυπτο[Γέν.50,13-25]; 

Πώς νεκρός άνθρωπος που άγγιξε τα οστά του Ελισαίου αμέσως αναστήθηκε;[βλ. Δ΄Βασ. 13,21: «καὶ ἐγένετο αὐτῶν θαπτόντων τὸν ἄνδρα, καὶ ἰδοὺ εἶδον τὸν μονόζωνον καὶ ἔῤῥιψαν τὸν ἄνδρα ἐν τῷ τάφῳ Ἑλισαιέ, καὶ ἐπορεύθη καὶ ἥψατο τῶν ὀστέων Ἑλισαιὲ καὶ ἔζησε καὶ ἀνέστη ἐπὶ τοὺς πόδας αὐτοῦ(: και τότε συνέβη το εξής: Ενώ οι Ισραηλίτες κήδευαν και ετοιμάζονταν να ενταφιάσουν κάποιον νεκρό, ιδού, είδαν ξαφνικά τους αντάρτες της Μωάβ να έρχονται. Οι τρομαγμένοι Ισραηλίτες έριξαν αμέσως τον νεκρό στον τάφο του Ελισαίου και έφυγαν. Μόλις όμως ο νεκρός άγγιξε τα οστά του προφήτη Ελισαίου, αναστήθηκε, σηκώθηκε και στάθηκε όρθιος στα πόδια του)»] 

Αν λοιπόν ο Θεός θαυματουργεί μέσω των οστών, είναι ολοφάνερο ότι μπορεί να θαυματουργεί και μέσω εικόνων και λίθων και άλλων πολλών, όπως έγινε και με τον Ελισαίο, ο οποίος έδωσε τη ράβδο του στον δούλο του και του είπε να πάει και να αναστήσει με αυτήν τον γιο της Σωμανίτιδας [Δ΄Βασ. 4,29:«Καὶ εἶπεν Ἑλισαιὲ τῷ Γιεζί· ζῶσαι τὴν ὀσφύν σου καὶ λαβὲ τὴν βακτηρίαν μου ἐν τῇ χειρί σου καὶ δεῦρο· ὅτι ἐὰν εὕρῃς ἄνδρα, οὐκ εὐλογήσεις αὐτόν, καὶ ἐὰν εὐλογήσῃ σε ἀνήρ, οὐκ ἀποκριθήσῃ αὐτῷ· καὶ ἐπιθήσεις τὴν βακτηρίαν μου ἐπὶ πρόσωπον τοῦ παιδαρίου(:ο Ελισαίος τότε στράφηκε προς τον Γιεζί και του είπε: Ζώσε έτοιμος για πορεία τη μέση σου, πάρε το ραβδί μου στο χέρι σου και τρέξε γρήγορα στο σπίτι της γυναίκας. Και για να μην καθυστερήσεις, εάν συναντήσεις στον δρόμο σου άνθρωπο, μην σταματήσεις να τον χαιρετήσεις· εάν πάλι κάποιος άνθρωπος σε χαιρετήσει, μην του ανταποδώσεις τον χαιρετισμό. Και μόλις φτάσεις στο σπίτι της γυναίκας, θα βάλεις το ραβδί μου επάνω στο πρόσωπο του νεκρού παιδιού)»]. 

Και ο Μωυσής με τη ράβδο τιμώρησε τον Φαραώ και έσκισε τη θάλασσα και γλύκανε το νερό και άνοιξε τον βράχο και έβγαλε νερό[ βλ. Έξ.14,16: «καὶ σὺ ἔπαρον τῇ ῥάβδῳ σου καὶ ἔκτεινον τὴν χεῖρά σου ἐπὶ τὴν θάλασσαν καὶ ῥῆξον αὐτήν, καὶ εἰσελθάτωσαν οἱ υἱοὶ Ἰσραὴλ εἰς μέσον τῆς θαλάσσης κατὰ τὸ ξηρόν(:εσύ όμως σήκωσε ψηλά το ραβδί σου και άπλωσε το χέρι σου επάνω από τη θάλασσα και σχίσε την στα δύο και ας περάσουν οι Ισραηλίτες στο στεγνό έδαφος μέσα από τη θάλασσα)» και Έξ.15,25: «ἐβόησε δὲ Μωυσῆς πρὸς Κύριον, καὶ ἔδειξεν αὐτῷ Κύριος ξύλον, καὶ ἐνέβαλεν αὐτὸ εἰς τὸ ὕδωρ, καὶ ἐγλυκάνθη τὸ ὕδωρ. ἐκεῖ ἔθετο αὐτῷ δικαιώματα καὶ κρίσεις καὶ ἐκεῖ αὐτὸν ἐπείρασε(:και ο Μωυσής βόησε με θερμή προσευχή προς τον Κύριο και ο Κύριος τού έδειξε ένα ξύλο. Το έβαλε λοιπόν μέσα στο νερό και αμέσως το νερό γλυκάθηκε και έγινε πόσιμο. Εκεί στη Μερρά έδωσε ο Κύριος στον λαό νόμους και προστάγματα, για να μη λησμονούν τις υποχρεώσεις τους. Εκεί τους έθεσε και υπό δοκιμασία)», καθώς επίσης και Έξ.17,6: «ὅδε ἐγὼ ἕστηκα ἐκεῖ πρὸ τοῦ σε ἐπὶ τῆς πέτρας ἐν Χωρήβ· καὶ πατάξεις τὴν πέτραν, καὶ ἐξελεύσεται ἐξ αὐτῆς ὕδωρ, καὶ πίεται ὁ λαός. ἐποίησε δὲ Μωυσῆς οὕτως ἐναντίον τῶν υἱῶν Ἰσραήλ(: “Και να, Εγώ θα έχω σταθεί πριν από εσένα επάνω στην πέτρα που βρίσκεται στο όρος Χωρήβ. Θα χτυπήσεις λοιπόν την πέτρα και θα αναπηδήσει νερό άφθονο από αυτήν, ώστε να πιει όλος ο λαός”. Πράγματι λοιπόν ο Μωυσής έκανε ό,τι του είπε ο Κύριος ενώπιον των Ισραηλιτών)» ]. 

Και ο Σολομών λέει: «Ηὐλόγηται ξύλον, δι' οὗ γίνεται σωτηρία (:ευλογήθηκε το ξύλο, μέσω του οποίου γίνεται η σωτηρία» [:Σοφ. Σολ. 14,17]. Και ο Ελισαίος έριξε ένα ξύλο στον Ιορδάνη και έφερε προς τα επάνω σίδερο[ βλ. Δ΄Βασ.6,6: «Καὶ εἶπεν ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ· ποῦ ἔπεσε; καὶ ἔδειξεν αὐτῷ τὸν τόπον. καὶ ἀπέκνισε ξύλον καὶ ἔῤῥιψεν ἐκεῖ, καὶ ἐπεπόλασε τὸ σιδήριον(:ο άνθρωπος του Θεού, ο Ελισαίος, του είπε: Και ο προφήτης του έδειξε τον τόπο. Ο Ελισαίος έκοψε ένα ξύλο, το έκανε στυλιάρι και το έριξε εκεί, όπου έπεσε το σίδερο· και τότε το σίδερο του τσεκουριού ανέβηκε στην επιφάνεια του ξύλου και επέπλεε)». 

Και το δένδρο της ζωής [Γέν.2,9: «Καὶ ἐξανέτειλεν ὁ Θεὸς ἔτι ἐκ τῆς γῆς πᾶν ξύλον ὡραῖον εἰς ὅρασιν καὶ καλὸν εἰς βρῶσιν καὶ τὸ ξύλον τῆς ζωῆς ἐν μέσῳ τοῦ παραδείσου καὶ τὸ ξύλον τοῦ εἰδέναι γνωστὸν καλοῦ καὶ πονηροῦ(: Και ο παντοδύναμος και απειροτέλειος Θεός πρόσταξε και βλάστησαν ακόμη από τη γη τρία είδη δέντρων: Πρώτον· κάθε είδος και κάθε ποικιλία δέντρων, τα οποία με το ύψος, το σχήμα, το φύλλωμα, τα άνθη τους να ευχαριστούν και να τέρπουν· με την ποικιλία δε των καρπών τους να ικανοποιούν, ευφραίνουν και τρέφουν τον άνθρωπο. Στο κέντρο του Παραδείσου, σε θέση προνομιακή, ώστε να είναι ορατά καθημερινώς από τον άνθρωπο, ο Θεός πρόσταξε και βλάστησαν άλλα δύο δέντρα. Το ένα ήταν δέντρο, του οποίου οι καρποί είχαν χάρη μοναδική, υπερφυσική και δύναμη έκτακτη, διότι θα έδιναν αθανασία και αιώνια μακαριότητα σε εκείνον που θα τους έτρωγε· το άλλο ήταν ένα δέντρο από τους καρπούς του οποίου όποιος έτρωγε θα γνώριζε πειραματικώς πόσο πικρό ήταν το ηθικό κακό. Με άλλα λόγια, τα είδη των δέντρων του Παραδείσου ήσαν τρία: α) Τα πολλά, για να ζει ο άνθρωπος και να συντηρείται. β) τὸ ξύλον τῆς ζωῆς, για να ζει ο άνθρωπος αιωνίως ευτυχής. Αυτό του δόθηκε ως βραβείο· γ) τὸ ξύλον τοῦ εἰδέναι γνωστὸν καλοῦ καὶ πονηροῦ, οι καρποί του οποίου ήταν γύμνασμα και αγώνισμα της υπακοής του ανθρώπου στην εντολή του Θεού)» και το φυτό Σαβέκ [πρόκειται για τον θάμνο στον οποίο είδε δεμένο ο Αβραάμ κριάρι, που τελικά θυσίασε αντί του υιού του, Ισαάκ· βλ. Γέν.22,13:«καὶ ἀναβλέψας Ἁβραὰμ τοῖς ὀφθαλμοῖς αὐτοῦ εἶδε, καὶ ἰδοὺ κριὸς εἷς κατεχόμενος ἐν φυτῷ Σαβὲκ τῶν κεράτων· καὶ ἐπορεύθη Ἁβραὰμ καὶ ἔλαβε τὸν κριὸν καὶ ἀνήνεγκεν αὐτὸν εἰς ὁλοκάρπωσιν ἀντὶ Ἰσαὰκ τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ(: και ο Αβραάμ σήκωσε τα βλέμματά του από το θυσιαστήριο, όπου ήταν ξαπλωμένος ο Ισαάκ, και ξαφνικά είδε εκεί κοντά ένα κριάρι, τα κέρατα του οποίου είχαν περιπλακεί σε ένα φυτό, που ονομάζεται Σαβέκ. Ο Αβραάμ πήγε προς τα εκεί, πήρε το κριάρι και το πρόσφερε στον Θεό ως θυσία ολοκαυτώματος αντί του παιδιού του, Ισαάκ)», δηλαδή της συγχωρήσεως. 

Και ο Μωυσής ύψωσε το φίδι στο ξύλο και ζωοποίησε τον λαό[Αριθμ.21,8: «Καὶ εἶπε Κύριος πρὸς Μωυσῆν· ποίησον σεαυτῷ ὄφιν καὶ θὲς αὐτὸν ἐπὶ σημείου, καὶ ἔσται ἐὰν δάκῃ ὄφις ἄνθρωπον, πᾶς ὁ δεδηγμένος ἰδὼν αὐτὸν ζήσεται (: και είπε ο Κύριος προς τον Μωυσή: ‘’ Κατασκεύασε ένα χάλκινο φίδι, όμοιο προς εκείνα που δαγκώνουν τον λαό, και κρέμασέ το ψηλά σε ένα πάσσαλο, ώστε να φαίνεται από όλα τα μέρη του στρατοπέδου. Θα γίνεται λοιπόν αυτό: Εάν ένα φίδι δαγκώσει κάποιον άνθρωπο, τότε εάν εκείνος που τον δαγκώσει το φίδι, σηκώσει το βλέμμα του και ρίξει βλέμμα μετανοίας και πίστεως στο χάλκινο φίδι, θα θεραπεύεται και δεν θα πεθαίνει’’)» · με ξύλο επίσης που βλάστησε στη σκηνή ανέδειξε την ιερατική φυλή του Ισραήλ [ Αριθμ.17,23: «Καὶ ἐγένετο τῇ ἐπαύριον καὶ εἰσῆλθε Μωυσῆς καὶ Ἀαρὼν ἐν τῇ σκηνῇ τοῦ μαρτυρίου, καὶ ἰδοὺ ἐβλάστησεν ἡ ῥάβδος Ἀαρὼν εἰς οἶκον Λευὶ καὶ ἐξήνεγκε βλαστὸν καὶ ἐξήνθησεν ἄνθη καὶ ἐβλάστησε κάρυα (: Την επόμενη ημέρα μπήκε με ευλάβεια ο Μωυσής και ο Ααρών στη Σκηνή του Μαρτυρίου. Και να: όλα τα ραβδιά είχαν μείνει ξερά, εκτός από εκείνο του Ααρών, που είχε τοποθετηθεί εξ ονόματος της φυλής Λευί· αυτό πέταξε, μέσα στις λίγες ώρες, βλαστάρι πράσινο και δροσερό και το βλαστάρι άνθισε και ορισμένα από τα άνθη έδεσαν και παρουσίασαν ως καρπό καρύδια)». 

Αλλά ίσως μου πεις εσύ ο Ιουδαίος ότι όλα της σκηνής του μαρτυρίου τα διέταξε ο Θεός στον Μωυσή να γίνουν και εγώ σου λέω ότι ο Σολομών έκανε στον ναό πολλά και διάφορα πράγματα, γλυπτά και χωνευτά, τα οποία ούτε ο Θεός τον πρόσταξε να τα κάνει, ούτε η σκηνή του μαρτυρίου τα είχε, ούτε ο ναός που ο Θεός υπέδειξε στον Ιεζεκιήλ, και δεν καταδικάστηκε γι΄ αυτό ο Σολομών γιατί αυτές τις μορφές τις έκανε για τη δόξα του Θεού, όπως τώρα και εμείς. 

Είχες κι εσύ πολλές και διάφορες για την ανάμνηση του Θεού εικόνες και σήμαντρα πριν τα στερηθείς εξαιτίας της αγνωμοσύνης σου, δηλαδή τη μωσαϊκή ράβδο, τις θεοχάρακτες πλάκες, την πυρένδροση βάτο, την ξηρένυδρη πέτρα, τη μανναφόρο κιβωτό, το πυρένθεο θυσιαστήριο, το θεώνυμο πέταλο[Έξ.28,32: «Καὶ ποιήσεις πέταλον χρυσοῦν καθαρὸν καὶ ἐκτυπώσεις ἐν αὐτῷ ἐκτύπωμα σφραγῖδος Ἁγίασμα Κυρίου(:Και θα κατασκευάσεις και μίαν πλάκα από καθαρό χρυσάφι και θα χαράξεις σε αυτήν σαν χάραγμα σφραγίδας τις λέξεις: ‘’Αγίασμα Κυρίου’’, που σημαίνει αφιέρωμα στον Κύριο)» [Το πέταλο αυτό ήταν χρυσή στενόμακρη ημικυκλική πλάκα πάνω στην οποία ήταν γραμμένο το ανεκφώνητο όνομα του Κυρίου. Το πέταλο αυτό δενόταν στο μπροστινό κάτω μέρος του Κιδάρεως (ειδικού καλύμματος της κεφαλής του μεγάλου αρχιερέως), του οποίου αποτελούσε και το κυριότερο κόσμημα του], το θεοφαντορικό Εφούδ[:Το Εφούδ ή επωμίς, ήταν είδος γιλέκου που κάλυπτε το στήθος και τη ράχη του μεγάλου αρχιερέως και στερεωνόταν στη μέση με ζώνη από το ίδιο ύφασμα. Το ύφασμα του Εφούδ ήταν πολυτελέστατο και ποικίλων χρωμάτων. Στους ώμους του Εφούδ υπήρχαν δύο πολύτιμοι λίθοι (σμαράγδου), επάνω στους οποίους ήταν χαραγμένα ανά έξι τα ονόματα των δώδεκα υιών του Ιακώβ (Εξ. 28,8-12). 52α. Ψαλμ. 71,18] , τη θεοΐσκιωτη σκηνή. Εφόσον λοιπόν κι εσύ καταγινόσουν με όλα αυτά νύχτα και μέρα λέγοντας: «Εὐλογητὸς Κύριος, ὁ Θεὸς τοῦ Ἰσραήλ, ὁ ποιῶν θαυμάσια μόνος(: ευλογητός ο Κύριος, ο Θεός, ο λατρευόμενος και προσκυνούμενος από τον Ισραήλ, ο Οποίος μόνος έχει τη δύναμη να επιτελεί θαυμάσια και έργα καταπληκτικά)»[ Ψαλμ.71,18], και εφόσον με όλα αυτά τα του νόμου, που είχες κάποτε, πέφτοντας προσκυνούσες τον Θεό, βλέπεις ότι μέσω των εικόνων προσφέρεται στον Θεό η προσκύνηση. 

Και ύστερα από μερικά: «Ὁ γὰρ ἀγαπῶν εἰλικρινῶς φίλον ἢ βασιλέα καὶ μάλιστα τὸν εὐεργέτην, κἂν υἱὸν αὐτοῦ θεάσηται, κἂν ῥάβδον, κἂν θρόνον, κἂν στέφανον, κἂν οἶκον, κἂν δοῦλον, κρατεῖ καὶ ἀσπάζεται καὶ τιμᾷ διὰ τούτων τὸν εὐεργέτην, βασιλέα καὶ μάλιστα τὸν θεόν. –Εἴθε γάρ, πάλιν λέγω, ἐποίησας καὶ σὺ εἰκόνας Μωσαϊκὰς καὶ προφητικὰς καὶ καθ' ἡμέραν ἐν αὐταῖς προσεκύνεις τῷ δεσπότῃ αὐτῶν θεῷ. Ὅταν τοίνυν ἴδῃς χριστιανῶν παῖδας προσκυνοῦντας τῷ σταυρῷ, γνῶθι, ὅτι τῷ σταυρωθέντι Χριστῷ τὴν προσκύνησιν προσάγουσι καὶ οὐ τῷ ξύλῳ. Ἐπεὶ εἰ τὴν φύσιν τοῦ ξύλου ἔσεβον, πάντως ἂν καὶ τὰ δένδρα καὶ τὰ ἄλση προσκυνεῖν εἶχον, ὥσπερ σὺ ὁ Ἰσραὴλ προσεκύνησας τούτοις ποτέ, λέγων τῷ δένδρῳ καὶ τῷ λίθῳ, ὅτι «Σύ μου εἶ θεός, καὶ σύ με ἐγέννησας». Ἡμεῖς δὲ οὐχ οὕτως λέγομεν τῷ σταυρῷ οὐδὲ ταῖς μορφαῖς τῶν ἁγίων· οὐ γὰρ θεοὶ ἡμῶν εἰσιν, ἀλλὰ βίβλοι ἀνεῳγμέναι πρὸς ἀνάμνησιν θεοῦ καὶ τιμὴν αὐτοῦ ἐν ταῖς ἐκκλησίαις προφανῶς κείμεναι καὶ προσκυνούμεναι. Ὁ γὰρ τιμῶν τὸν μάρτυρα τὸν θεὸν τιμᾷ, ᾧ ὁ μάρτυς ἐμαρτύρησεν· ὁ προσκυνῶν τῷ ἀποστόλῳ τοῦ Χριστοῦ τῷ ἀποστείλαντι αὐτὸν προσκυνεῖ· καὶ ὁ προσπίπτων τῇ μητρὶ τοῦ Χριστοῦ πρόδηλον, ὅτι τῷ υἱῷ αὐτῆς τὴν τιμὴν προσφέρει. Οὐδεὶς γὰρ θεός, εἰ μὴ εἷς ὁ ἐν τριάδι καὶ μονάδι γνωριζόμενός τε καὶ λατρευόμενος(: Εκείνος που αγαπά ειλικρινά ένα φίλο η βασιλιά και μάλιστα τον ευεργέτη του, έστω κι αν δει τον γιο του, το ραβδί του, τον θρόνο του, το στεφάνι του, το σπίτι, του, τον δούλο του, τα πιάνει και τα ασπάζεται και μέσω αυτών τιμά τον ευεργέτη του, τον βασιλιά και προπαντός τον Θεό. Μακάρι, σου το επαναλαμβάνω, να κατασκεύαζες και συ εικόνες μωσαϊκές και προφητικές και κάθε μέρα να προσκυνούσες σε αυτές τον δεσπότη τους Θεό. Όταν λοιπόν δεις παιδιά των Χριστιανών να προσκυνούν τον σταυρό, μάθε ότι προσφέρουν την προσκύνηση στον Χριστό που σταυρώθηκε και όχι στο ξύλο.Γιατί, αν σέβονταν τη φύση του ξύλου, τότε θα προσκυνούσαν και τα δένδρα και τα άλση, όπως τα προσκύνησες εσύ ο Ισραήλ κάποτε, λέγοντας στο δένδρο και στον λίθο ότι «συ είσαι ο Θεός μου, συ με γέννησες». Εμείς όμως δεν λέμε αυτά στο σταυρό, ούτε στις μορφές των αγίων γιατί δεν είναι θεοί μας, αλλά βιβλία ανοιγμένα για την ανάμνηση του Θεού και απόδοση τιμής σε Αυτόν, που τοποθετούνται φανερά στις εκκλησίες και προσκυνούνται. Γιατί εκείνος που τιμά τον μάρτυρα, τιμά το Θεό, για τον οποίο ο μάρτυρας μαρτύρησε˙ εκείνος που προσκυνά τον απόστολο του Χριστού, προσκυνά αυτόν που τον απέστειλε˙και εκείνος που γονατίζει στη μητέρα του Χριστού, είναι φανερό ότι στον Υιό της προσφέρει την τιμή. Γιατί κανένας δεν είναι Θεός, παρά μόνο ένας, ο οποίος γνωρίζεται και λατρεύεται ως Τριάδα και Μονάδα)». 

57. (Σχόλιο Ιερού Δαμασκηνού:)Αυτός που με τους λόγους του στόλισε το νησί των Κυπρίων είναι ο σωστός ερμηνευτής των λόγων του μακαρίου Επιφανίου, ή εκείνοι που μιλούν με την καρδιά τους. Άκουσε όμως τι λέει και ο επίσκοπος Γαβάλων Σεβηριανός. 

58. Σεβηριανού, Επισκόπου Γαβάλων, από τον λόγο στα εγκαίνια του Σταυρού: 

«Πῶς ἡ εἰκὼν τοῦ ἐπικαταράτου ζωὴν ἤνεγκε τοῖς ἡμετέροις προγόνοις; (:Πώς η εικόνα του επικαταράτου έφερε ζωή στους προγόνους μας;)». Και ύστερα από μερικά: «Πῶς οὖν ἡ εἰκὼν τοῦ ἐπικαταράτου ἤνεγκε τῷ λαῷ ἐν συμφορᾷ χειμαζομένῳ σωτηρίαν; Ἆρα οὐκ ἦν ἀξιοπιστότερον εἰπεῖν· Ἐάν τις ὑμῶν δηχθῇ, βλέψει εἰς τὸν οὐρανὸν ἄνω πρὸς τὸν θεὸν καὶ σωθήσεται ἢ εἰς τὴν σκηνὴν τοῦ θεοῦ; Ἀλλὰ ταῦτα παριδὼν μόνον τοῦ σταυροῦ τὴν εἰκόνα ἔπηξεν. Διὰ τί οὖν ταῦτα ἐποίει Μωσῆς ὁ εἰπὼν τῷ λαῷ· «Οὐ ποιήσεις σεαυτῷ γλυπτὸν οὐδὲ χωνευτὸν οὐδὲ πᾶν ὁμοίωμα, ὅσα ἐν τῷ οὐρανῷ ἄνω καὶ ὅσα ἐν τῇ γῇ κάτω καὶ ὅσα ἐν τοῖς ὕδασιν ὑποκάτω τῆς γῆς;» Ἀλλὰ τί ταῦτα πρὸς τὸν ἀγνώμονα φθέγγομαι; Εἰπέ, ὦ πιστότατε θεοῦ θεράπον· ὃ ἀπαγορεύεις, ποιεῖς; ὃ ἀνατρέπεις, κατασκευάζεις; Ὁ λέγων· «Οὐ ποιήσεις γλυπτόν», ὁ τὸν χωνευθέντα βοῦν κατελάσας, σὺ ὄφιν χαλκουργεῖς; Καὶ τοῦτο οὐ λάθρᾳ, ἀλλὰ ἀναφανδὸν καὶ πᾶσι γνωστόν; (:Πώς λοιπόν η εικόνα του επικατάρατου έφερε τη σωτηρία στον δοκιμαζόμενο από συμφορά λαό;Επομένως δεν θα ήταν περισσότερο σωστό να πει: Αν κάποιος από σας δαγκωθεί από φίδι, να κοιτάξει ψηλά στον ουρανό προς τον Θεό, ή στη σκηνή του Θεού, και θα σωθεί; Αλλά παραβλέποντας όλα αυτά, μόνο την εικόνα του σταυρού έστησε. Γιατί όμως τα έκανε αυτά ο Μωϋσής, αυτός που είπε στον λαό: “Δεν θα κατασκευάσεις για τον εαυτό σου γλυπτό ούτε χωνευτό ούτε κανένα ομοίωμα, όσα βρίσκονται πάνω στον ουρανό και όσα κάτω τη γη και όσα στα νερά κάτω από τη γη” [βλ. Έξ.20,4:«Οὐ ποιήσεις σεαυτῷ εἴδωλον, οὐδὲ παντὸς ὁμοίωμα, ὅσα ἐν τῷ οὐρανῷ ἄνω καὶ ὅσα ἐν τῇ γῇ κάτω καὶ ὅσα ἐν τοῖς ὕδασιν ὑποκάτω τῆς γῆς(:Δεν πρέπει να κατασκευάσεις κάποιο είδωλο, που να το έχεις και να το λατρεύεις σαν θεό, ούτε κάτι που να εικονίζει αυτά που υπάρχουν επάνω στον ουρανό, άστρα δηλαδή και πουλιά, ή αυτά που υπάρχουν κάτω στη γη, ανθρώπους δηλαδή και ζώα, ή όσα υπάρχουν κάτω από τη γη μέσα στη θάλασσα, δηλαδή ψάρια και κροκόδειλους, όπως κάνουν διάφοροι λαοί)»;]. 

Αλλά γιατί τα λέω αυτά προς τον αγνώμονα; Πες μου, εσύ πιστότατε υπηρέτη του Θεού: Αυτό που απαγορεύεις, αυτό κάνεις; Αυτό που γκρεμίζεις, το κατασκευάζεις; Εσύ που λες ότι δεν θα κάνεις γλυπτό [βλ. Έξ.32,20: «Καὶ λαβὼν τὸν μόσχον, ὃν ἐποίησαν, κατέκαυσεν αὐτὸν ἐν πυρὶ καὶ κατήλεσεν αὐτὸν λεπτὸν καὶ ἔσπειρεν αὐτὸν ἐπὶ τὸ ὕδωρ καὶ ἐπότισεν αὐτὸ τοὺς υἱοὺς Ἰσραήλ(: και αφού πήρε το χρυσό μοσχάρι που έκαναν, το έκαψε και το έλιωσε στη φωτιά και το άλεσε, ώστε να γίνει λεπτή σκόνη και το διασκόρπισε μέσα στο νερό και πότισε με αυτό τους Ισραηλίτες)»]και συντρίβεις το χωνευτό μοσχάρι, εσύ κατασκευάζεις χάλκινο φίδι; 

Και αυτό όχι κρυφά, αλλά ολοφάνερα και σε όλους γνωστό[Αριθμ.21,8: «Καὶ εἶπε Κύριος πρὸς Μωυσῆν· ποίησον σεαυτῷ ὄφιν καὶ θὲς αὐτὸν ἐπὶ σημείου, καὶ ἔσται ἐὰν δάκῃ ὄφις ἄνθρωπον, πᾶς ὁ δεδηγμένος ἰδὼν αὐτὸν ζήσεται (: και είπε ο Κύριος προς τον Μωυσή: ‘’ Κατασκεύασε ένα χάλκινο φίδι, όμοιο προς εκείνα που δαγκώνουν τον λαό, και κρέμασέ το ψηλά σε ένα πάσσαλο, ώστε να φαίνεται από όλα τα μέρη του στρατοπέδου. Θα γίνεται λοιπόν αυτό: Εάν ένα φίδι δαγκώσει κάποιον άνθρωπο, τότε εάν εκείνος που τον δαγκώσει το φίδι, σηκώσει το βλέμμα του και ρίξει βλέμμα μετανοίας και πίστεως στο χάλκινο φίδι, θα θεραπεύεται και δεν θα πεθαίνει’’)» . 

«Ἀλλ' ἐκεῖνα, φησίν, ἐνομοθέτησα, ἵνα ἐκκόψω τὰς ὕλας τῆς ἀσεβείας καὶ τὸν λαὸν ἀπαγάγω πάσης ἀποστασίας καὶ εἰδωλολατρείας· νυνὶ δὲ χωνεύω τὸν ὄφιν χρησίμως εἰς προτύπωσιν τῆς ἀληθείας. Καὶ καθάπερ σκηνὴν ἔπηξα καὶ τὰ ἐν αὐτῇ πάντα καὶ χερουβὶμ ὁμοίωμα τῶν ἀοράτων διεπέτασα εἰς τὰ ἅγια ὡς τύπον καὶ σκιὰν τῶν μελλόντων, οὕτω καὶ ὄφιν ἐστήλωσα εἰς σωτηρίαν τῷ λαῷ, ἵνα διὰ τῆς πείρας τούτων προγυμνασθῶσι τοῦ σημείου τοῦ σταυροῦ τὴν εἰκόνα καὶ τὸν ἐν αὐτῷ σωτῆρα καὶ λυτρωτήν. Καὶ ὅτι ἀψευδέστατος ὁ λόγος, ἀγαπητέ, ἄκουε τοῦ κυρίου τοῦτον βεβαιοῦντος καὶ λέγοντος· «Καὶ καθὼς Μωσῆς ὕψωσε τὸν ὄφιν ἐν τῇ ἐρήμῳ, οὕτως δεῖ ὑψωθῆναι τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων ἐν αὐτῷ μὴ ἀπόληται, ἀλλ' ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον (:Αλλά εκείνα τα νομοθέτησα)», λέει, «(για να κόψω τα υλικά της ασέβειας και να αποσπάσω τον λαό από κάθε αποστασία και ειδωλολατρία, τώρα όμως κατασκευάζω το χωνευτό φίδι για να χρησιμεύσει ως προτύπωση της αλήθειας. Και όπως έστησα τη σκηνή και όλα όσα υπάρχουν σε αυτήν και κατασκεύασα ομοίωμα των αοράτων χερουβίμ με ανοιχτά τα φτερά τους στα άγια για να είναι τύπος και σκιά των μελλόντων[Κολ.2,17: «ἅ ἐστι σκιὰ τῶν μελλόντων, τὸ δὲ σῶμα Χριστοῦ(:Αυτά είναι μια απλή σκιά της πραγματικότητος που επρόκειτο να έλθει στην Καινή Διαθήκη. Και η πραγματικότητα αυτή απ’ την οποία ριχνόταν η σκιά είναι ο Χριστός)»], έτσι ύψωσα και το φίδι σε στήλη για τη σωτηρία του λαού, ώστε με τη γνώση αυτών να προετοιμασθούν για να δεχθούν την εικόνα του σημείου του σταυρού και μέσω αυτού τον Σωτήρα και λυτρωτή. Και ότι ο λόγος αυτός είναι πέρα για πέρα αληθινός, αγαπητέ, άκουσε τον Κύριο που το βεβαιώνει λέγοντας: και όπως ο Μωϋσής ύψωσε το φίδι στην έρημο, έτσι πρέπει να υψωθεί και ο Υιός του άνθρωπου, ώστε ο καθένας που πιστεύει σε Αυτόν να μη χάνεται, αλλά να έχει ζωή αιώνια[ βλ. Ιω.3,14-15: «Καὶ καθὼς Μωϋσῆς ὕψωσε τὸν ὄφιν ἐν τῇ ἐρήμῳ, οὕτως ὑψωθῆναι δεῖ τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ᾿ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον(:Άκουσε τώρα και μιαν άλλη άγνωστη και ψυχοσωτήρια αλήθεια, που θα σου αποκαλύψω: Όπως κάποτε ο Μωυσής στην έρημο κρέμασε ψηλά το χάλκινο φίδι για να σώζονται με αυτό οι Ισραηλίτες από τα θανατηφόρα δαγκώματα των φιδιών, έτσι σύμφωνα με το μυστηριώδες σχέδιο του Θεού πρέπει να κρεμαστεί ψηλά πάνω στον σταυρό ο υιός του ανθρώπου και να προσλάβει έτσι το ομοίωμα της αμαρτίας, χωρίς όμως να έχει καμία πραγματική σχέση με αυτή. Και θα υψωθεί πάνω στον σταυρό, για να μη χαθεί στον αιώνιο θάνατο κανένας απ’ όσους πιστεύουν σε Αυτόν, αλλά να έχει ζωή αιώνια)»]. 

59. (Σχόλιο Ιερού Δαμασκηνού:) Κατάλαβε, ότι για να απομακρύνει τον λαό από την ειδωλολατρία, επειδή ήταν ευόλισθος και έτοιμος γι΄ αυτό, νομοθέτησε να μην κάνουν κανένα ομοίωμα, και ότι το φίδι που υψώθηκε ήταν εικόνα του πάθους του Κυρίου. 

60. Ότι δεν είναι καινούργια εφεύρεση οι εικόνες, αλλά αρχαίο και γνωστό και συνηθισμένο στους αγίους και διακεκριμένους πατέρες, άκουσε˙ γράφεται στον βίο του μακαριστού Βασιλείου από τον Ελλάδιο, μαθητή του και διάδοχο της ιεραρχίας του, ότι ο όσιος παρουσιάστηκε κάποτε με την εικόνα της Θεοτόκου, στην οποία ήταν ζωγραφισμένη και η μορφή του αείμνηστου μάρτυρα Μερκουρίου· παρουσιάστηκε ζητώντας τον θάνατο του άθεου και αποστάτη τυράννου Ιουλιανού. Την αποκάλυψη γι’ αυτό το αίτημα τη δέχτηκε από την εικόνα αυτή· γιατί έβλεπε για λίγο τον μάρτυρα να χάνεται από την εικόνα και ύστερα από λίγο να κρατάει το δόρυ ματωμένο. 

61. Στον βίο του Ιωάννη του Χρυσοστόμου γράφονται αυτολεξεί τα εξής: 

Ο μακάριος Ιωάννης αγαπούσε υπερβολικά τις Επιστολές του σοφότατου Παύλου.Και ύστερα από μερικά άλλα: «Είχε μάλιστα σε εικόνα και τη μορφή του ιδίου του αποστόλου Παύλου, εκεί όπου αναπαυόταν για λίγο εξαιτίας της αδυναμίας του σώματός του˙γιατί ξαγρυπνούσε περισσότερο από ό,τι επέτρεπαν οι φυσικές του δυνάμεις. Και όταν διάβαζε τις επιστολές του, ενατένιζε την εικόνα και τον πρόσεχε σαν να ήταν ζωντανός μακαρίζοντάς τον, και είχε με τη φαντασία του όλη τη σκέψη του σε αυτόν και επικοινωνούσε μαζί του μέσω της θεωρίας». 

Και ύστερα από άλλα : «Όταν έπαυσε ο Πρόκλος να μιλάει ατενίζοντας την εικόνα του αποστόλου και βλέποντας τη μορφή του να είναι όμοια με εκείνην που του φανερώθηκε, κάνοντας μετάνοια στον Ιωάννη, είπε δείχνοντας με το δάκτυλο την εικόνα: “Συγχώρησε με, πάτερ. Εκείνον που είδα να μιλάει μαζί σου, είναι όμοιος με αυτόν και όπως καταλαβαίνω είναι πράγματι ο ίδιος”». 

62. Στον βίο της οσίας Ευπραξίας αναγράφεται από την προϊσταμένη του μοναστηριού ότι της φανερώθηκε η δεσποτική μορφή του Κυρίου. 

63. Στον βίο της οσίας Μαρίας της Αιγύπτιας γράφεται ότι προσευχήθηκε στην εικόνα της Θεοτόκου και ζήτησε αυτήν ως εγγυήτρια και έτσι μπόρεσε να μπει μέσα στο ναό. 

64. Από το Λειμωνάριο του άγιου πατέρα μας Σωφρονίου, Αρχιεπισκόπου Ιεροσολύμων: 

«Διηγιόταν ο αββάς Θεόδωρος ο Αϊλιώτης[Αϊλιώτης σημαίνει ιεροσολυμίτης, διότι η Ιερουσαλήμ μετά την ανοικοδόμησή της από τον αυτοκράτορα Αδριανό (Αϊλιο) ονομάστηκε Αϊλία] ότι κάποιος μοναχός, που ήταν έγκλειστος σε μοναστήρι του όρους των Ελαιών, ήταν πολύ μεγάλος ασκητής· τον πολεμούσε όμως ο δαίμονας της πορνείας. Σε μια περίπτωση, καθώς του επιτέθηκε με σφοδρότητα ο δαίμονας, άρχισε ο γέροντας να οδύρεται και να λέει στο δαίμονα: ”Ως πότε θα μένεις ανυποχώρητος; Φύγε λοιπόν από κοντά μου· γέρασες μαζί μου”. Τότε εμφανίζεται φανερά μπροστά του και του λέει: “Ορκίσου μου πως δεν θα πεις σε κανέναν αυτό που πρόκειται να σου πω και δεν θα σε ξαναπολεμήσω”. Και του ορκίστηκε ο γέροντας: “Μa τον Ύψιστο, που κατοικεί στα ουράνια˙ δεν θα πω σε κανένα ό,τι μου πεις”. Τότε του λέει ο δαίμονας: “Μην προσκυνήσεις αυτήν την εικόνα και δεν θα σε πολεμώ πια”. Η εικόνα είχε τη μορφή της Δέσποινας μας, της αγίας Μαρίας της Θεοτόκου, που κρατούσε στην αγκαλιά της τον Κύριο μας Ιησού Χριστό. Λέει ο έγκλειστος γέροντας στον δαίμονα: “Άφησε με να το σκεφθώ”. 

Την άλλη μέρα πηγαίνει στον αββά Θεόδωρο τον Αϊλιώτη, που κατοικούσε τότε στη λαύρα Φαραώ και τα διηγείται όλα. Ο γέροντας τότε λέγει στον έγκλειστο: “Πραγματικά, αββά μου, παγιδεύθηκες που ορκίστηκες στον δαίμονα, ωστόσο έκανες καλά που τα εξομολογήθηκες. Είναι προτιμότερο σε σένα να μην αφήσεις στην πόλη αυτή πορνείο στο οποίο να μην μπεις, παρά να αρνηθείς να προσκυνάς τον Κύριο και Θεό μας Ιησού Χριστό μαζί με τη μητέρα Tου”. Αφού λοιπόν τον στήριξε και τον ενδυνάμωσε με περισσότερα, γύρισε στον τόπο του. Εμφανίζεται λοιπόν πάλι ο δαίμονας στον έγκλειστο και του λέει: “Τι συμβαίνει, κακόγερε; Δεν μου ορκίσθηκες ότι δεν θα τα έλεγες σε κανένα; Και γιατί τα εξομολογήθηκες όλα σε αυτόν που ήρθε σε σένα; Σου το λέω, παλιόγερε, ότι την ημέρα της κρίσεως θα δώσεις λόγο ως επίορκος”. Και ο έγκλειστος τού αποκρίθηκε λέγοντας: “Αυτό που ορκίσθηκα, το ορκίσθηκα και σε ό,τι επιόρκησα, το γνωρίζω. Πλην όμως επιόρκησα στον Δεσπότη και δημιουργό μου, αλλά εσένα δεν σε ακούω”». 

65. (Σχόλιο Ιερού Δαμασκηνού:) Βλέπεις ότι την προσκύνηση της εικόνας την είπε ως προσκύνηση του εικονιζόμενου, και πόσο κακό είναι το να μην την προσκυνούμε, και πως ο δαίμονας προτίμησε να τον παρασύρει σε αυτό παρά στην πορνεία; 

66. Ενώ λοιπόν πολλοί ανέκαθεν μεταξύ των Χριστιανών ιερείς και βασιλείς δέχτηκαν από τον Θεό τη σοφία και θεοσέβεια και διέπρεψαν στον λόγο και στον βίο, και πολλές σύνοδοι αγίων και θεοπνεύστων πατέρων συγκροτήθηκαν, γιατί κανείς δεν επιχείρησε να τα κάνει αυτά; Δεν θα ανεχθούμε να διδάσκεται νέα πίστη. 

«Γιατί από την Σιών θα προέλθει νόμος», είπε προφητικά το άγιο Πνεύμα, «και λόγος Κυρίου από την Ιερουσαλήμ» [ βλ. Ησ. 2,3: «Καὶ πορεύσονται ἔθνη πολλὰ καὶ ἐροῦσι· δεῦτε καὶ ἀναβῶμεν εἰς τὸ ὄρος Κυρίου καὶ εἰς τὸν οἶκον τοῦ Θεοῦ Ἰακώβ, καὶ ἀναγγελεῖ ἡμῖν τὴν ὁδὸν αὐτοῦ, καὶ πορευσόμεθα ἐν αὐτῇ· ἐκ γὰρ Σιὼν ἐξελεύσεται νόμος καὶ λόγος Κυρίου ἐξ Ἱερουσαλήμ(:Και θα πορευτούν έθνη πολλά και θα προτρέπουν το ένα το άλλο και θα λένε: Εμπρός, ας ανέβουμε στο όρος του Κυρίου και στον Ναό του Θεού Ιακώβ, και θα μας αναγγείλει τον δρόμο του θελήματός Του, και θα συμμορφωθούμε προς αυτό, βαδίζοντας στον δρόμο αυτόν· διότι από τη Σιών θα βγει νέος Νόμος και από την Ιερουσαλήμ θα κηρυχτεί λόγος του Κυρίου)»]. 

Δεν θα ανεχθούμε να φρονούν άλλοτε άλλα και να αλλάζουν με τον καιρό και η πίστη να γίνεται περίγελως και τέρψη των μη Χριστιανών. Δεν θα ανεχθούμε την υποταγή σε βασιλικό διάταγμα, που επιχειρεί ν’ ανατρέψει την παράδοση των πατέρων, γιατί δεν είναι γνώρισμα των ευσεβών βασιλέων να ανατρέπουν τους εκκλησιαστικούς θεσμούς. Δεν είναι πατρικά αυτά˙ γιατί είναι ληστρικά όσα γίνονται με τη βία και όχι με την πειθώ. 

Και μάρτυρας όλων αυτών είναι η δεύτερη σύνοδος της Εφέσου, που ως τώρα χαρακτηρίζεται με την επωνυμία «ληστρική», επειδή εκβιάσθηκε από βασιλικό χέρι, όταν φονεύθηκε εκεί ο μακάριος Φλαβιανός[Η λεγομένη ληστρική σύνοδος συνεκλήθη το 449 μ. Χ. από τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο Β στην Έφεσο εναντίον του πατριάρχη Κων/πόλεως Φλαβιανού, ο οποίος σε προηγούμενη σύνοδο (το 448) καταδίκασε τον αιρετικό Ευτυχή. Η σύνοδος αυτή της Εφέσου, στην οποία προήδρευε ο Αλεξανδρείας Διόσκουρος, καθήρεσε τον Φλαβιανό, και όταν εκείνος έκανε έκκληση η ατμόσφαιρα της συνόδου ηλεκτρίσθηκε, με αποτέλεσμα ο Φλαβιανός να καθαιρεθεί και συρόμενος έξω από την εκκλησία, όπου συνεδρίαζε η σύνοδος, να φονευθεί].Αυτά είναι έργο των συνόδων και όχι των βασιλέων, όπως είπε ο Κύριος: «Όπου συναχθούν δύο ή τρεις στο όνομα μου, βρίσκομαι εκεί ανάμεσά τους» [ βλ. Ματθ.18,20: «Οὗ γάρ εἰσι δύο ἢ τρεῖς συνηγμένοι εἰς τὸ ἐμὸν ὄνομα, ἐκεῖ εἰμι ἐν μέσῳ αὐτῶν(:Διότι όπου είναι δύο ή τρεις συναγμένοι για μένα και για σκοπούς σύμφωνους με το θέλημά μου, εκεί είμαι κι εγώ μεταξύ τους, για να τους εισακούω, να τους εμπνέω, να τους οδηγώ και να τους προστατεύω)»· 

Ο Χριστός δεν έδωσε την εξουσία να δένουν και να λύνουν τις αμαρτίες στους βασιλείς, αλλά στους αποστόλους και στους διαδόχους τους και στους ποιμένες και διδασκάλους. «Ακόμα και αν άγγελος», λέγει ο απόστολος Παύλος, «σάς κηρύξει άλλο Ευαγγέλιο από εκείνο που παραλάβατε[βλ. Γαλ.1,8-9: «ἀλλὰ καὶ ἐὰν ἡμεῖς ἢ ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ εὐαγγελίζηται ὑμῖν παρ᾿ ὃ εὐηγγελισάμεθα ὑμῖν, ἀνάθεμα ἔστω. ὡς προειρήκαμεν, καὶ ἄρτι πάλιν λέγω· εἴ τις ὑμᾶς εὐαγγελίζεται παρ᾿ ὃ παρελάβετε, ἀνάθεμα ἔστω (:Αλλά να ξέρετε το εξής: Ακόμη κι αν εμείς οι απόστολοι ή κι ένας άγγελος από τον ουρανό σας κηρύττει άλλο ευαγγέλιο, διαφορετικό από εκείνο που σας κηρύξαμε, ας είναι αναθεματισμένος και χωρισμένος για πάντα από τον Χριστό. Όπως σας είχαμε πει και παλαιότερα, όταν ήμασταν μαζί σας, έτσι και τώρα πάλι σας λέω: Εάν κανείς σας κηρύττει διαφορετικό ευαγγέλιο από εκείνο που διδαχθήκατε από μένα, ας είναι αναθεματισμένος και χωρισμένος από τον Χριστό)»]. 

Τα παρακάτω ας τα αποσιωπήσουμε από επιείκεια, περιμένοντας την επιστροφή τους. 

Αν όμως δούμε ότι η διαστροφή τους είναι χωρίς επιστροφή, τότε θα προσθέσουμε και το υπόλοιπο· αλλά ας το απευχηθούμε κάτι τέτοιο. 

67. Εάν κάποιος μπει σε ένα σπίτι, στο οποίο κάποιος ζωγράφος ζωγράφισε στους τοίχους με χρώματα την ιστορία του Μωυσή και του Φαραώ, και έπειτα συμβεί να ρωτήσει γι’ αυτούς που διέσχισαν τη θάλασσα σαν να ήταν ξηρά, «Ποιοι είναι αυτοί;», τι θα απαντήσεις δεχόμενος την ερώτηση; Δεν θα πεις, «ο λαός του Ισραήλ»;. «Ποιος χτυπά τη θάλασσα με το ραβδί;». Δεν θα του πεις: «Ο Μωυσής»; 

Έτσι και αν κάποιος εικονίσει το Χριστό σταυρωμένο και ερωτηθεί: «Ποιος είναι αυτός;» θα απαντήσει: «ο Χριστός ο Θεός, ο οποίος σαρκώθηκε για μας». Ναι, Δέσποτα, προσκυνώ όλα τα δικά Σου πράγματα, και με διακαή πόθο αγκαλιάζω τη θεότητα, τη δύναμη, την αγαθότητα, την ευσπλαχνία για μένα, τη συγκατάβαση, τη σάρκωση, τη σάρκα. Και όπως φοβάμαι να αγγίξω το πυρακτωμένο σίδερο, όχι εξαιτίας της φύσεως του σίδερου, αλλά εξαιτίας της φωτιάς που είναι ενωμένη με αυτό, έτσι προσκυνώ τη σάρκα σου, όχι εξαιτίας της φύσης της σάρκας, αλλ’ εξαιτίας της θεότητας που είναι υποστατικά ενωμένη με αυτήν. 

Προσκυνούμε τα πάθη Σου. Ποιος είδε να προσκυνείται ο θάνατος; Ποιος είδε πάθη σεπτά; Όμως πράγματι προσκυνούμε τον σωματικό θάνατο του Θεού μου και τα σωτήρια πάθη, προσκυνούμε την εικόνα Σου˙προσκυνούμε όλα τα δικά Σου πράγματα, τους υπηρέτες, τους φίλους και πριν από αυτούς την μητέρα την Θεοτόκο. 

Γι’ αυτό ικετεύω τον λαό του Θεού, το έθνος το άγιο, να κρατήσει γερά τις εκκλησιαστικές παραδόσεις· γιατί η παραμικρή αφαίρεση από αυτά που μας έχουν παραδοθεί, σαν να αφαιρούμε λιθάρια από οικοδομή, γρήγορα θα γκρεμίσει ολόκληρη την οικοδομή. Είθε λοιπόν να παραμένουμε σταθεροί, άκαμπτοι, ακλόνητοι, στηριγμένοι πάνω σε ασφαλή πέτρα, που είναι ο Χριστός, στον οποίο αρμόζει δόξα, τιμή και προσκύνηση, μαζί με τον Πατέρα και το Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους απέραντους αιώνες. Αμήν. 



ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ, 

επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος 


ΠΗΓΕΣ: 


· Ιωάννου Δαμασκηνού Έργα, Προς τους διαβάλλοντας τας αγίας εικόνας, ομιλία Α΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1990, τόμος 3, σελίδες 85-105. 

· Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014. 

· Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009. 

· Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005. 

· Η Παλαιά Διαθήκη μετά Συντόμου Ερμηνείας, Παναγιώτης Τρεμπέλας, Αδελφότης Θεολόγων «Ο Σωτήρ», Αθήνα, 1985. 



· Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016. 



· http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm 







Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου