Σελίδες

Σάββατο 20 Νοεμβρίου 2021

20 Νοεμβρίου. Προεόρτια τῶν εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου, Γρηγορίου Δεκαπολίτου (+816) ὁσίου, Πρόκλου Κωνσταντινουπόλεως (+447). Ἁγιογραφικό ἀνάγνωσμα.

Ἀποστολικό ἀνάγνωσμα. Ἡμέρας, Σαβ. κβ´ ἑβδ. ἐπιστ. (Β´ Κορ. ε´ 1-10).

Β Κορ. 5,1          Οἴδαμεν γὰρ ὅτι ἐὰν ἡ ἐπίγειος ἡμῶν οἰκία τοῦ σκήνους καταλυθῇ, οἰκοδομὴν ἐκ Θεοῦ ἔχομεν, οἰκίαν ἀχειροποίητον αἰώνιον ἐν τοῖς οὐρανοῖς.

Β Κορ. 5,1                 Δια τούτο ούτε καταβαλλόμεθα ούτε αποκάμνομεν από τας θλίψεις, τους κινδύνους και τας ταλαιπωρίας. Διότι γνωρόζομεν καλά ότι, εάν η επίγειος κατοικία της ψυχής μας, σαν προσωρινή σκηνή που είναι, διαλυθή από τον θάνατον, έχωμεν άλλην οικοδομήν ετοιμασμένην από τον Θεόν, οικίαν που δεν την έχουν κάμει ανθρώπινα χέρια, δηλαδή το αθάνατον και ένδοξον σώμα μας, που θα είναι αιώνιον στους ουρανούς.

Β Κορ. 5,2          καὶ γὰρ ἐν τούτῳ στενάζομεν, τὸ οἰκητήριον ἡμῶν τὸ ἐξ οὐρανοῦ ἐπενδύσασθαι ἐπιποθοῦντες,

Β Κορ. 5,2                Διότι πράγματι στούτο το σκήνος, το φθαρτόν και ταλαιπωρημένον σώμα, στενάζομεν, επιθυμούντες με πολύν πόθον και λαχτάραν να φορέσωμεν επάνω μας, σαν άλλο πολυτιμόταστον ένδυμα, την ένδοξον κατοικίαν μας, η οποία θα μας δοθή από τον ουρανόν, δηλαδή το άφθαρτον και ακατάλυτον και ένδοξον νέον σώμα.

Β Κορ. 5,3          εἴ γε καὶ ἐνδυσάμενοι οὐ γυμνοὶ εὑρεθησόμεθα.

Β Κορ. 5,3                 Εάν βέβαια έστω και σαν ένδυμα φορέσωμεν αυτό το νέον σώμα, δεν θα ευρεθώμεν πλέον γυμνοί.

Β Κορ. 5,4          καὶ γὰρ οἱ ὄντες ἐν τῷ σκήνει στενάζομεν, βαρούμενοι ἐφ᾿ ᾧ οὐ θέλομεν ἐκδύσασθαι, ἀλλ᾿ ἐπενδύσασθαι, ἵνα καταποθῇ τὸ θνητὸν ὑπὸ τῆς ζωῆς.

Β Κορ. 5,4                Διότι ημείς που είμεθα και ζώμεν στο φθαρτόν τούτο σώμα, στενάζομεν σαν να είμεθα φορτωμένοι βαρύ φορτίον, όχι διότι θέλομεν να εκδυθώμεν το σώμα και να απαλλαγώμεν από αυτό, αλλά διότι θέλομεν να φορέσωμεν επάνω μας το αθάνατον σώμα, δια να απορροφηθή και εξαφανισθή εντελώς η θνητότης του σώματος και μεταστοιχειωθή το φθαρτόν τούτο σώμα υπό της αιωνίου και αφθάρτου ζωής του άλλου, ώστε να γίνη άφθαρτον.

Β Κορ. 5,5          ὁ δὲ κατεργασάμενος ἡμᾶς εἰς αὐτὸ τοῦτο Θεός, ὁ καὶ δοὺς ἡμῖν τὸν ἀῤῥαβῶνα τοῦ Πνεύματος.

Β Κορ. 5,5                 Εκείνος δε, ο οποίος μας εδημιούργησε δι' αυτό τούτο, δια να ενδυθώμεν δηλαδή το άφθαρτον σώμα, είναι αυτός ο Θεός, ο οποίος μας έδωσε από τώρα σαν εγγύησιν και βεβαίαν υπόσχεσιν την χάριν του Αγίου Πνεύματος, του χορηγού της ζωής.

Β Κορ. 5,6          Θαῤῥοῦντες οὖν πάντοτε καὶ εἰδότες ὅτι ἐνδημοῦντες ἐν τῷ σώματι ἐκδημοῦμεν ἀπὸ τοῦ Κυρίου·

Β Κορ. 5,6                Παντοτε, λοιπόν, έχομεν θάρρος και ελπίδα και γνωρίζομεν καλά, ότι κατά το διάστημα, κατά το οποίον μένομεν στο σώμα τούτο, είναι σαν να έχωμεν ξενητευθή από τον Κυριον.

Β Κορ. 5,7          διὰ πίστεως γὰρ περιπατοῦμεν, οὐ διὰ εἴδους·

Β Κορ. 5,7                 Διότι την παρούσαν ζωήν την διερχόμεθα με πίστιν, χωρίς και να βλέπωμεν με τρόπον αισθητόν κατά πρόσωπον τον Κυριον.

Β Κορ. 5,8          θαῤῥοῦμεν δὲ καὶ εὐδοκοῦμεν μᾶλλον ἐκδημῆσαι ἐκ τοῦ σώματος καὶ ἐνδημῆσαι πρὸς τὸν Κύριον.

Β Κορ. 5,8                Εχομεν δε ακλόνητον θάρρος και πολύ προτιμώμεν να εκδημήσωμεν από το σώμα αυτό και να μείνωμεν δια παντός πλησίον του Κυρίου.

Β Κορ. 5,9          διὸ καὶ φιλοτιμούμεθα, εἴτε ἐνδημοῦντες εἴτε ἐκδημοῦντες, εὐάρεστοι αὐτῷ εἶναι.

Β Κορ. 5,9                Δι' αυτό και προσπαθούμεν με κάθε φιλοτιμίαν να είμεθα ευάρεστοι στον Θεόν, είτε ευρισκόμεθα στο φθαρτόν αυτό σώμα είτε αναχωρούμεν από αυτό δια τον ουρανόν κατά την ώραν του θανάτου.

Β Κορ. 5,10        τοὺς γὰρ πάντας ἡμᾶς φανερωθῆναι δεῖ ἔμπροσθεν τοῦ βήματος τοῦ Χριστοῦ, ἵνα κομίσηται ἕκαστος τὰ διὰ τοῦ σώματος πρὸς ἃ ἔπραξεν, εἴτε ἀγαθὸν εἴτε κακόν.

Β Κορ. 5,10               Διότι όλοι μας θα παρουσιασθώμεν οπωσδήποτε μπροστά στο βήμα του Χριστού, ολοφάνεροι και ξέσκεποι, δια να αποκομίση και απολαύση ο καθένας, ανάλογα με όσα δια του σώματος έπραξε, είτε αγαθά είτε κακά.

 

Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα. Ἡμέρας, Σαβ. θ´ ἑβδ. Λουκᾶ (Λκ. θ´ 57-62).

Λουκ. 9,57         Ἐγένετο δὲ πορευομένων αὐτῶν ἐν τῇ ὁδῷ εἶπέ τις πρὸς αὐτόν· ἀκολουθήσω σοι ὅπου ἐὰν ἀπέρχῃ, Κύριε.

Λουκ. 9,57                Καθώς δε εβάδιζαν στον δρόμον, είπε κάποιος προς αυτόν· “Κυριε, θα σε ακολουθήσω, όπου και αν πηγαίνης”.

Λουκ. 9,58         καὶ εἶπεν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· αἱ ἀλώπεκες φωλεοὺς ἔχουσι καὶ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ κατασκηνώσεις, ὁ δὲ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἔχει ποῦ τὴν κεφαλὴν κλίνῃ.

Λουκ. 9,58                Και είπεν εις αυτόν ο Ιησούς· “οι αλώπεκες έχουν τας φωλεάς των και τα πτηνά του ουρανού τις κούρνιες των, ο δε υιός του ανθρώπου δεν έχει που να κλίνη την κεφαλήν, και κάθε ένας που με ακολουθεί θα υποβληθή, όπως και εγώ, εις στερήσεις και θυσίας”.

Λουκ. 9,59         Εἶπε δὲ πρὸς ἕτερον· ἀκολούθει μοι· ὁ δὲ εἶπε· Κύριε, ἐπίτρεψόν μοι ἀπελθόντι πρῶτον θάψαι τὸν πατέρα μου.

Λουκ. 9,59                Είπε δε προς κάποιον άλλον· “έλα μαζή μου”. Εκείνος δε είπε· “Κυριε, δος μου την άδεια να πάω πρώτον να θάψω τον πατέρα μου και έπειτα να σε ακολουθήσω”.

Λουκ. 9,60         εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· ἄφες τοὺς νεκροὺς θάψαι τοὺς ἑαυτῶν νεκρούς· σὺ δὲ ἀπελθὼν διάγγελε τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ.

Λουκ. 9,60                Ο δε Ιησούς (διότι ήθελε να τον προφυλάξη από τας συνήθεις κληρονομικάς διαφοράς που επακολουθούν τον θάνατον του πατρός) του είπε· “άφησε τους πνευματικώς νεκρούς, τους ανθρώπους που δεν πιστεύουν εις εμέ, να θάψουν τους νεκρούς των. Συ δε μαζή με τους άλλους μαθητάς μου, πήγαινε και κήρυττε στους ανθρώπους την βασιλείαν του Θεού”.

Λουκ. 9,61         Εἶπε δὲ καὶ ἕτερος· ἀκολουθήσω σοι, Κύριε· πρῶτον δὲ ἐπίτρεψόν μοι ἀποτάξασθαι τοῖς εἰς τὸν οἶκόν μου.

Λουκ. 9,61                Είπε δε και ένας άλλος· “Κυριε, θα σε ακολουθήσω, αλλά δος μου την άδειαν να αποχαιρετήσω τους οικείους μου”.

Λουκ. 9,62         εἶπε δὲ ὁ Ἰησοῦς πρὸς αὐτόν· οὐδεὶς ἐπιβαλὼν τὴν χεῖρα αὐτοῦ ἐπ᾿ ἄροτρον καὶ βλέπων εἰς τὰ ὀπίσω εὔθετός ἐστιν εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ.

Λουκ. 9,62                Είπε δε προς αυτόν ο Ιησούς· “κανένας γεωργός, που έχει βάλει το χέρι στο αλέτρι και βλέπει εις τα οπίσω, δεν ημπορεί να οργώση το χωράφι. Ετσι και καθένας που αναλαμβάνει να εργασθή ως μαθητής και απόστολός μου και γυρίζει πίσω προς τους ιδικούς του και τους ανθρώπους του κόσμου, δεν είναι άξιος δια την βασιλείαν των ουρανών”.

  

http://www.imgap.gr/file1/AG-Pateres/AG%20KeimenoMetafrasi/KD/03.%20Louk.htm

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου