Σελίδες

Τετάρτη 10 Νοεμβρίου 2021

«Περί ἀγάπης», Α΄ μέρος Ἀρχιμ. Σάββα Ἁγιορείτης




Σήμερα τό θέμα μας εἶναι τό ἔνατο κεφάλαιο ἀπό τίς συγγραφές τοῦ Ἁγίου Σιλουανοῦ, τό ὁποῖο ἐπιγράφεται «Ἡ ἀγάπη». Ὅπως ἔχουμε πεῖ πολλές φορές, ὁ Γέροντας γράφει πολύ βιωματικά καί φωτισμένος ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα. Καί αὐτό τό Ἅγιο Πνεῦμα ξεχειλίζει στά κείμενά του. Καί ὅπως ἔλεγε χαρακτηριστικά, ὅτι κι ἄν ὑποθέσουμε ὅτι ὅλα τά κείμενα χαθοῦν καί καταστραφοῦν κάποια στιγμή, τά Πατερικά, πάλι -λέει- θά τά ξαναγράψουμε! Δέν ἔχουμε πρόβλημα, γιατί τό ἴδιο τό Ἅγιο Πνεῦμα πού φώτισε ἐκείνους, ἐνεργεῖ καί σήμερα στήν Ἐκκλησία καί φωτίζει τούς ἀνθρώπους τοῦ Θεοῦ. Καί γράφουνε ἀκριβῶς τά ἴδια πράγματα, γιατί ἀκριβῶς τό Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι ἕνα καί λέει πάντα τά ἴδια. Δέν λέει ἀντίθετα στόν ἕναν καί ἀντίθετα στόν ἄλλον, ὅπως ἰσχυρίζονται δυστυχῶς οἱ Προτεστάντες, οἱ ὁποῖοι λένε ὅτι εἶναι νόμιμο τή μία φορά νά λέω Α καί τήν ἄλλη φορά νά λέω -Α, γιατί ἔτσι λέει μέ φωτίζει τό Ἅγιο Πνεῦμα... Τόν φωτίζει, τόν σκοτίζει μᾶλλον, τό πονηρό πνεῦμα, γι’ αὐτό καί φάσκει καί ἀντιφάσκει. Τό Ἅγιο Πνεῦμα ποτέ δέν φάσκει καί ἀντιφάσκει, ἀλλά τό ναί εἶναι πάντα ναί καί τό ὄχι εἶναι πάντα ὄχι.

Γι’ αὐτό δέν εἶναι σωστό αὐτό πού λένε, ὅτι σήμερα ἔχουνε ἀλλάξει οἱ καταστάσεις, ἄρα πρέπει νά ἀλλάξει καί ἡ Ἐκκλησία. Δέν μπορεῖ νά ἀλλάξει. Τό Ἅγιο Πνεῦμα δέν ἀλλάζει. Καί οἱ ἐντολές τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι ἐντολές τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, δέν ἀλλάζουν. Γιατί δέν ἀλλάξανε οἱ προδιαγραφές τοῦ εἶναι μας, τίς ὁποῖες τίς ἐκπληρώνουμε τίς προδιαγραφές μας ὅταν τηροῦμε τίς ἐντολές.

Λέει λοιπόν ὁ Ἅγιος γιά τήν ἀγάπη: «Ἡ ψυχή μου διψᾶ τόν ζωντανό Θεό. Ἡ ψυχή μου ζητεῖ νά γεμίσει ξανά ἀπό τήν Χάρη τοῦ Κυρίου»[1]. Καί ὄχι μόνο τοῦ Ἁγίου, κάθε ἀνθρώπου, νά ξέρετε, ζητάει τόν ζωντανό Θεό. Εἶναι αὐτό πού λέμε, ζητᾶμε ἐμπειρίες. Καί ὁ διάβολος, δυστυχῶς γιά κάποιους, ἔχει κι αὐτός ἐμπειρίες, δυστυχῶς τό λέω μέ τήν ἔννοια ὅτι αὐτοί πᾶνε στόν διάβολο καί ζητᾶνε ἐμπειρίες ἀπό τόν διάβολο καί τούς δίνει ψεύτικες, δηλαδή ἐμπειρίες πού νά τίς νομίζουν θεϊκές, ἀλλά εἶναι δαιμονικές. Ἡ ζωντανή ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία βιώνεται στόν ἄνθρωπο καί εἶναι θεραπευτική γιά τόν ἄνθρωπο καί γιά τήν ἀνθρώπινη προσωπικότητα. Ὁ ἄνθρωπος πού μετέχει στόν Θεό, μετέχει στήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, μετέχει στόν ζωντανό Θεό, εἶναι ὁ ἄνθρωπος πού θεραπεύεται. Ἄν δέν ἔχει θεραπευθεῖ ἀκόμα πλήρως, ὅμως εἶναι στήν καλή διαδικασία, στόν καλό δρόμο. Γι’ αὐτό λέμε στήν χειροτονία, ὅταν χειροτονεῖται ἕνας διάκονος ἤ πρεσβύτερος, ἤ καί ἐπίσκοπος, «ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ, ἡ τα ἀσθενῆ θεραπεύουσα καί τά ἐλλείποντα ἀναπληροῦσα» αὐτή εἶναι πού σέ χειροτονεῖ, σέ προχειρίζεται, καί ὄχι ἐγώ, ὁ δεσπότης ἄς ποῦμε ἤ ὁ ἀρχιεπίσκοπος ἤ ὁ πατριάρχης. Ὅπως κι αὐτό πάει νά γίνει συνείδηση στούς κληρικούς κακῶς, καί στούς ἀρχιερεῖς, ὅτι μέ χειροτόνησε ὁ τάδε! Δέν σέ χειροτόνησε ὁ τάδε, σέ χειροτονεῖ τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ εἶναι πού σέ χειροτονεῖ. Καί σ’ Αὐτό ὀφείλεις τήν χειροτονία σου καί τήν εὐγνωμοσύνη σου καί ὄχι σέ κάποιον ἄνθρωπο, γιά νά χρωστᾶς καί εὐγνωμοσύνη μετά.. Δέν λέω, ἀνθρωπίνως ἀγαπᾶμε τούς πνευματικούς μας πατέρες καί τούς ἐπισκόπους καί ὅλους, ἀλλά νά λέμε τά πράγματα ὅπως εἶναι∙ ἡ Χάρις δέν εἶναι δική τους, ἡ Χάρις εἶναι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πού δίνεται σ’ αὐτούς πού παίρνουν τούς διάφορους βαθμούς, πού μετέχουν στούς διάφορους βαθμούς τῆς ἱεροσύνης.

Τό ἴδιο καί ὅλα τά χαρίσματα, ἄν θέλετε, πού ἔχουμε μέσα στήν Ἐκκλησία καί μέσα στή ζωή μας γενικῶς. Λέμε ἄς ποῦμε, χρωστᾶμε εὐγνωμοσύνη στούς δασκάλους μας. Βεβαίως χρωστᾶμε, ἀνθρωπίνως ὅμως. Καί στούς γονεῖς μας. Ἐπίσης, ἀνθρωπίνως ὅμως. Ἀλλά δέν σημαίνει αὐτό ὅτι θά παραθεωρήσουμε τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ, γιατί μᾶς τό εἶπε ὁ μπαμπάς μας ἤ ἡ μαμά μας, ἤ ὁ δάσκαλός μας ἐπειδή τοῦ χρωστᾶμε εὐγνωμοσύνη καί νά βάλουμε στήν ἄκρη τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ. Ὄχι. Πἀνω ἀπ’ ὅλα εἶναι ὁ Θεός καί ἡ ἐντολή τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό καί ὅταν οἱ Ἀπόστολοι πήρανε μία ἐντολή ἀπό τούς πνευματικούς τους πατέρες -παρακαλῶ!-, ἀπό τούς γραμματεῖς καί τούς Φαρισαίους, ἤτανε οἱ πνευματικοί πατέρες τῆς ἐποχῆς, καί τί ἔλεγε ἡ ἐντολή; Ἔλεγε, νά μή μιλᾶτε γιά τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Καί λένε, ὄχι, αὐτό δέν μποροῦμε νά τό κάνουμε. Ἐπίσης ἀντιστάθηκαν στούς πνευματικούς ἡγέτες τῆς ἐποχῆς. Ναί, ἀντιστάθηκαν! Γιατί αὐτά πού λέγανε οἱ πνευματικοί ἡγέτες ἐκείνη τήν ἐποχή ἦταν ἀντίθετα ἀπό τόν Θεό. Καί αὐτοί εἶπαν: «πειθαρχεῖν δεῖ Θεῷ μᾶλλον ἤ ἀνθρώποις»[2]. Ἐμᾶς ὁ Θεός μᾶς τό εἶπε νά μιλᾶμε γιά τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, γιά τήν Σταύρωση τοῦ Χριστοῦ, γιά τό Εὐαγγέλιο καί δέν μποροῦμε νά ὑπακούσουμε σέ σᾶς πού μᾶς λέτε νά μή μιλᾶμε.

Ὅπως καί τώρα ἄς ποῦμε στό Κόρπους Κρίστι (Corpus Christi), δέν ξέρω ἄν τό ξέρετε, τό θεατρικό ἔργο τό βλάσφημο, πού βγῆκε στήν Ἀθήνα καί βλασφημεῖται τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, παρουσιάζουν τόν Χριστό ὡς ὁμοφιλόφιλο καί τούς ἁγίους Ἀποστόλους καί τήν Παναγία.. καί τό παίζουν Ἕλληνες ἠθοποιοί αὐτό τό πράγμα καί πᾶνε Ἕλληνες καί τό βλέπουνε, ὀρθόδοξοι ὑποτίθεται. Βρέθηκαν κάποιοι χριστιανοί, πρός τιμή τους, καί διαμαρτυρήθηκαν. Πῆγαν ἔξω ἀπό τό θέατρο καί φωνάζανε. Καί στείλανε τά ΜΑΤ, ἡ προκομμένη ἡ κυβέρνηση, καί τούς χτύπησαν τά ΜΑΤ καί τούς παρουσίασαν ὅτι εἶναι καί τρομοκράτες δηλαδή! Ἐνῶ οἱ ἄνθρωποι ἦταν τελείως εἰρηνικοί καί τά ΜΑΤ -τά ξέρω ἀπό πρῶτο χέρι, ἀπό ἀνθρώπους πού ἦταν ἐκεῖ, γι’ αὐτό σᾶς τά λέω- τά ΜΑΤ τούς χτύπησαν γιατί θέλανε νά τούς διώξουνε, χωρίς καμία πρόκληση. Τούς ἔσπρωξαν, τούς ἔριξαν δακρυγόνα. Καί βγῆκαν καί κάποιοι, δυστυχῶς, ἀρχιερεῖς, καί εἶπαν ὅτι δέν κάνουν καλά πού πῆγαν ἐκεῖ πέρα καί διαμαρτυρήθηκαν μέ αὐτόν τόν τρόπο.. Ὁ τρόπος ἤτανε ἀπόλυτα εἰρηνικός. Δέν κάνανε τίποτα οἱ ἄνθρωποι. Τό κράτος τούς χτύπησε δηλαδή, ἡ ἀστυνομία. Αὐτό εἶναι λάθος.

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος λέει, ὅταν βλασφημεῖται τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, ἀκόμα καί νά χτυπήσεις ἐπιτρέπεται! Νά τόν χτυπήσεις στό στόμα καί θά ἁγιάσει τό χέρι σου μέ αὐτό πού θά κάνεις. Θά ἁγιάσει τό χέρι σου μέ αὐτό! Ἀντίθετα, ἄν δέν τό κάνεις, θά ἔρθει, λέει, τό κακό σ’ ὅλη τήν πόλη. Θά κάει ὅλη ἡ πόλη ἀπό αὐτή τήν βλασφημία. Γιατί δέν ὑπάρχει, λέει, ἁμάρτημα πού νά παροργίζει περισσότερο τόν Θεό ἀπό τήν βλασφημία, τήν βλασφημία τοῦ ὀνόματός Του.

Λοιπόν, ἡ ψυχή μας ζητάει τόν ζωντανό Θεό καί ζητάει νά γεμίσει ξανά ἀπό τήν Χάρη τοῦ Κυρίου, γιατί ἀδειάζουμε ἀπό τήν Χάρη, ἤ θά τό λέγαμε πιό ἀκριβέστερα, ἀπενεργοποιοῦμε τήν Χάρη, παιδιά, ὅταν ἁμαρτάνουμε καί δέν μετανοοῦμε, ἀπενεργοποιοῦμε τήν Θεία Χάρη, τήν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ πού ἔχουμε μέσα μας, καί εἴμαστε, καί τό νιώθουμε, ἄδειοι, κρύοι, ξεροί, χωρίς οὐσία, χωρίς τίποτα, μιά ζωή ἄδεια. Ἔλεγε κάποτε ἕνας ποιητής, μεγάλος ποιητής, περιδιάβαινε τά κάστρα ἐκεῖ σέ μιά νεκρόπολη, εἶχε γράψει ἕνα ποιήμα: ὁ βασιλέας.. δέν θυμᾶμαι τώρα.. τῆς τάδε πόλης, δέν θυμᾶμαι ποιά πόλη.. καί κατέληγε αὐτό τό ποιήμα, ἀφοῦ περιεργάστηκε ὅλα τά ἐρείπια ἐκεῖ ὁ ποιητής, καί ἔλεγε ὁ ποιητής: «ἕνα κενό». Περιέγραφε τόν ἑαυτό του δηλαδή καί ἔλεγε, εἶμαι ἕνα κενό. Καί ἔλεγε ἀλήθεια, γιατί οὔτε καί μέ αὐτά γεμίζει ἡ ψυχή, οὔτε μέ τά ταξίδια οὔτε μέ τίς ἀρχαιομελέτες κ.λ.π. ἀλλά μόνο μέ τήν Χάρη, μόνο μέ τήν Θεία Χάρη, ἡ ὁποία εἶναι ὁ Θεός. Γιατί ἡ ψυχή αὐτές τίς προδιαγραφές ἔχει. Πῶς ἄς ποῦμε στό αὐτοκίνητο, δέν μπορεῖς νά τό γεμίσεις μέ ὁτιδήποτε. Πρέπει νά βάλεις τό καύσιμο πού χρειάζεται, πού πρέπει. Ἔ, ἡ ψυχή γιά νά ἔχει ἐνέργεια καί νά μπορεῖ νά ζήσει, ἔχει ὡς καύσιμα, νά τό ποῦμε ἔτσι πολύ πεζά, τόν Θεό, τήν Θεία Χάρη. Ἄν λείψει ἡ Θεία Χάρις, ὁ ἄνθρωπος εἶναι κενός, ἄδειος καί δέν πάει πουθενά. Κι αὐτό βεβαίως εἶναι ἡ κόλαση. Τόν παίρνουν οἱ πονηροί οἱ δαίμονες. Γι’ αὐτό λέμε, Κύριε, βοήθησέ με νά κοινωνήσω γιά νά μήν γίνω θηριάλωτος ἀπό τούς πονηρούς δαίμονες. Νά μέ φᾶνε δηλαδή, αὐτό θά πεῖ θηριάλωτος, θά φαγωθῶ ἀπό τά θηρία, τά νοητά θηρία, τούς δαίμονες. Γιατί ὅταν ἔρθει ὁ διάβολος καί μᾶς βρεῖ χωρίς τήν Θεία Χάρη, θά μᾶς φάει, μέ τέτοια ὀργή πού ἔχει ἐναντίον μας! Γι’ αὐτό καί προσπαθοῦμε νά κοινωνήσει ὁ ἄνθρωπος, ἔστω τήν τελευταία στιγμή, ἀφοῦ βεβαίως ἔχει μετανοήσει καί ἐξομολογηθεῖ, γιά νά μή γίνει θηριάλωτος ἀπό τούς νοητούς ἐχθρούς. Ὅταν λοιπόν χάσουμε τή Χάρη, ξαναζητᾶμε, ξαναεπιθυμοῦμε νά ξαναγεμίσουμε πάλι, ὅταν ἔχουμε μιά καλή διάθεση, ὅπως ὁ Ἅγιος ἐδῶ Σιλουανός, καί αὐτή, ξέρετε, εἶναι καί ἡ προϋπόθεση γιά τήν σωτηρία, τό νά μήν ἀπελπιστοῦμε, ἀλλά νά ξαναζητήσουμε νά γεμίσουμε μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ.

«Πόσο ἀκατάληπτο εἶναι τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ καί ἔπλασε ἀπό τό χῶμα τόν ἄνθρωπο καί τοῦ φύσησε πνοή ζωῆς καί ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου ἔγινε συγγενής μέ τόν Θεό!»[3]. Ἡ πνοή ζωῆς πού τοῦ φύσησε, λέει πολύ ὡραῖα ὁ Ἅγιος ἐδῶ, εἶναι αὐτή πού μᾶς κάνει συγγενεῖς μέ τόν Θεό. Καί ποιά εἶναι αὐτή ἡ συγγένεια; Εἶναι τό Ἅγιο Πνεῦμα. Γιατί ἡ πνοή ζωῆς εἶναι τό Ἅγιο Πνεῦμα. Δέν εἶναι ἡ ψυχή. Πολύ ὡραῖα τό λέει ἐδῶ, τοῦ φύσησε πνοή ζωῆς καί ἡ ψυχή του μετά ἔγινε συγγενής μέ τόν Θεό. Πού σημαίνει ὅτι πρίν δέν ἦταν συγγενής μέ τόν Θεό. Σκέτη ψυχή, χωρίς Ἅγιο Πνεῦμα, δέν ἔχει σχέση μέ τόν Θεό. Εἶναι βεβαίως δημιούργημα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά εἶναι κτίσμα. Ὁ Θεός εἶναι ἄκτιστος. Τό κτιστό μέ τό ἄκτιστο δέν ἔχει καμία σχέση. Τελείως διαφορετικά πράγματα. Πότε γινόμαστε συγγενεῖς τοῦ Θεοῦ; Ὅταν τό ἄκτιστο ἔρθει καί μᾶς ἐπισκεφθεῖ καί ἑνωθεῖ μαζί μας. Ἐμεῖς δέν μποροῦμε νά πᾶμε∙ Ἐκεῖνο πρέπει νά ἔρθει, ὁ Θεός δηλαδή νά κατέβει. Καί αὐτό γίνεται πάλι διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τό Ὁποῖο συνδέει κτιστό μέ ἄκτιστο. Αὐτόν λοιπόν τόν κρίκο τόν εἶχε πάρει ὁ Ἀδάμ στόν παράδεισο. Τόν εἶχε, καί μέ τό πού παρέβει τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ, τήν ἁπλή αὐτή ἐντολή καί τόσο εὔκολη νά τηρηθεῖ, νά μή φάει ἕναν καρπό, ἔχασε αὐτόν τόν κρίκο καί ἔμεινε πάλι κενός, χωρίς Ἅγιο Πνεῦμα. Καί ἐδῶ εἶναι ἡ μεγάλη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, πού δέν μᾶς ἐγκατέλειψε, νά μᾶς πεῖ.. παλιόπαιδα, τέτοιοι εἶστε.. δέν ἐκτιμήσατε τήν δωρεά Μου καί Ἐμένα τόν ἴδιο, γιατί τό Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Θεός.. καί Ἐγώ σᾶς παρατάω! Δέν μᾶς παράτησε! Ἀντίθετα, μᾶς ἐπισκέφθηκε πολυτρόπως, πολυμερῶς καί πολυτρόπως, μέ ἁγίους ἀνθρώπους, μέ ἀγγέλους, μέ προφῆτες, καί πάλι δέν ἀκούσαμε, πάλι δέν μετανοήσαμε! Καί στό τέλος μᾶς ἔστειλε τόν Υἱό Του, γιά νά σταυρωθεῖ γιά μᾶς καί νά ταφεῖ καί νά ἀναστηθεῖ γιά μᾶς καί μᾶς ἔφτιαξε τήν Ἐκκλησία Του! Ἡ ὁποία Ἐκκλησία εἶναι τό ἐργαστήριο τῆς ἁγιότητας, τό ἐργαστήριο τῆς σωτηρίας, τό μέσο τῆς θεώσεως, ὁ χῶρος τῆς θεώσεως εἶναι ἡ Ἐκκλησία.

«Τόσο ἀγάπησε ὁ Κύριος τόν ἄνθρωπο, ὥστε ἔδωσε στόν ἄνθρωπο τό Ἅγιο Πνεῦμα. Καί γνώρισε ὁ ἄνθρωπος τόν Κτίστη Του καί ἀγαπᾶ τόν Κύριό Του»[4]. Μᾶς τό ἔδωσε τήν πρώτη φορά, τό χάσαμε καί μᾶς τό ξαναδίνει τώρα, παιδιά, μέσα ἀπό τήν Ἐκκλησία. Μιά πρώτη δωρεά ἤτανε ἀμέσως μετά τήν Ἀνάσταση, πού φύσησε στούς Ἀποστόλους∙ ἡ ἴδια πράξη πού εἶχε κάνει στόν Ἀδάμ, τό φύσημα, τό κάνει στούς Ἀποστόλους μετά τήν Ἀνάσταση. Θυμάστε, σέ μιά ἀπό τίς φανερώσεις Του, «ἐνεφύσησε -λέει- αὐτοῖς καί εἶπε, λάβετε Πνεῦμα Ἅγιον∙ ἄν τινων ἀφῆτε τάς ἁμαρτίας, ἀφίενται αὐτοῖς, ἄν τινων κρατῆτε, κεκράτηνται»[5] καί ἐδῶ θεμελιώνεται τό μυστήριο τῆς ἐξομολογήσεως. Ἄν συγχωρέσετε στούς ἀνθρώπους τίς ἁμαρτίες τους, εἶναι συγχωρεμένες καί ἀπό Μένα. Ἄν δέν τούς συγχωρέσετε, οὔτε καί ἀπό Μένα εἶναι συγχωρεμένες. Καί μετά τούς δίνει τήν πλήρη δωρεά, τήν Πεντηκοστή, πενήντα μέρες μετά τήν Ἀνάσταση. Καί δίνει τήν ἴδια δωρεά καί σέ μᾶς! Αὐτή εἶναι ἡ μεγάλη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ!.. στήν προσωπική μας Πεντηκοστή, πού εἶναι τό ἅγιο Βάπτισμα. Κι ἄν προσέξετε τούς ἐξορκισμούς, πάλι φυσάει ἐκεῖ ὁ ἱερέας τό βρέφος. Κάνει τήν ἴδια πράξη πού εἶχε κάνει ὁ Χριστός δηλαδή. Γιατί ὁ ἱερέας εἶναι εἰς τύπον καί τόπον τοῦ Χριστοῦ.

Καί μποροῦμε ἔτσι μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα νά γνωρίσουμε τόν Κτίστη μας καί νά Τόν ἀγαπᾶμε. Προσέξτε το κι αὐτό, δέν μπορεῖς νά γνωρίσεις τόν Θεό χωρίς τήν Θεία Χάρη, χωρίς τήν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ. Δηλαδή νά Τόν γνωρίσεις ὄχι ἐγκεφαλικά, ἀλλά νά Τόν ζήσεις. Γιατί αὐτό σημαίνει τό ρῆμα γνωρίζω στήν Ἁγία Γραφή, ἔχω ἐμπειρία, ζῶ. Καί αὐτό ἀκριβῶς γίνεται μόνο διά τοῦ ἀκτίστου, διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καί μπορεῖς καί ν’ ἀγαπήσεις τόν Θεό, γιατί καί ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό εἶναι ἄκτιστη, ἡ σωστή ἀγάπη πρός τόν Θεό, καί πρός τόν πλησίον. Δέν εἶναι κτιστή, εἶναι ἄκτιστη. Ἡ ἀνθρώπινη ἀγάπη, ἡ κτιστή ἀγάπη, εἶναι αὐτό πού λέμε νά ἀγαπάει ὁ πατέρας τά παιδιά του, ὁ σύζυγος τήν σύζυγο, αὐτό εἶναι κτιστή ἀγάπη, αὐτή ἡ ἀγάπη δέν σέ πάει στόν παράδεισο. Αὐτή ἡ ἀγάπη εἶναι γιά ἐδῶ, γιά νά περάσεις καλά ἐδῶ, γιά 50, 70, 100 χρόνια.. πόσα θά ζήσεις. Στόν παράδεισο δέν σέ πάει αὐτή ἡ ἀγάπη. Πολύ περισσότερο δέν σέ πάει αὐτό πού λέει ὁ κόσμος ἀγάπη, γιατί καί γιά τούς ὁμοφυλόφιλους λέει ἀγάπη.. ἀπό ἀγάπη τό κάνουν κι αὐτοί! Αὐτή δέν εἶναι ἀγάπη. Ἤ καί τίς παράνομες σχέσεις κι αὐτές ἀπό ἀγάπη τίς κάνουνε, λένε ἄς ποῦμε.. ἀλλά αὐτή ἡ ἀγάπη σέ καμιά περίπτωση δέν σέ πάει στόν παράδεισο. Ἀλλά καί ἡ φυσική ἀγάπη, πού ὁ κόσμος τήν ἔχει περί πολλοῦ, ὅταν ὁ ἄντρας ἀγαπάει τήν σύζυγό του ἤ τά παιδιά του καί λέει «τί κάλος οἰκογενειάρχης» κ.λ.π. κι αὐτή δέν σέ πάει στόν παράδεισο, γιατί εἶναι στό ἐπίπεδο τοῦ κτιστοῦ. Δέν εἶναι ἄκτιστη. Καί τό κτιστό πάει στόν θάνατο πάντοτε. Τό ἄκτιστο μόνο σέ πάει στόν παράδεισο. Καί τό ἄκτιστο, τό Ἅγιο Πνεῦμα δηλαδή, ὅταν τό ἔχεις μέσα σου, τότε μπορεῖς ν’ ἀγαπήσεις καί τόν Θεό καί τόν πλησίον καί νά σωθεῖς, μέ αὐτή τήν ἀγάπη πού σοῦ ἐμπνέει τό ἴδιο τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ἀλλά προσέξτε, πάλι δέν γίνεται μαγικά, γιατί σοῦ λέει, ἀφοῦ εἴμαστε βαφτισμένοι, σωθήκαμε! Δέν σωθήκαμε. Γιατί ἄν δέν τό κρατήσεις ἐνεργό τό βάπτισμα, τή Χάρη, θά καταστραφεῖς, θά πᾶς στήν κόλαση πάλι, ἄν θάψεις τή Χάρη αὐτή, ὅπως ἔλεγε ὁ π. Παΐσιος, «ἄν τήν μπαζώσεις». Τήν μπαζώνεις μέ τά πάθη καί τίς ἁμαρτίες.

«Τό Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι ἀγάπη καί γλυκύτητα τῆς ψυχῆς, τοῦ νοῦ καί τοῦ σώματος»[6]. Καί βλέπει κανείς πῶς ὅταν ἄς ποῦμε ἔχει ἐνερό τό Ἅγιο Πνεῦμα, πῶς νιώθει αὐτή τήν γλυκύτητα, αὐτή τήν οὐράνια χαρά, καί λαχταράει νά προσευχηθεῖ, λαχταράει νά βρεθεῖ σ’ αὐτή τήν κατάσταση. «Τί ὡραῖο πού ἦταν αὐτό, τί ὡραῖα πού ἦταν στήν ἀγρυπνία, τί ὡραῖα πού ἦταν ἄς ποῦμε στήν παράκληση, στόν ἑσπερινό..», ὅταν ἔφτασε μιά στιγμή νά ἔχει κατάνυξη, νά ἔχει δάκρυα, νά ἔχει μετάνοια, νά ζήσει αὐτό τό Ἅγιο Πνεῦμα. Τότε ἐνεργοποιεῖται ἡ Χάρις. Αὐτό εἶναι πολύ σημαντικό.

«Ὅταν ὅμως ἡ ψυχή χάσει τήν Χάρη ἤ ἐλλατωθεῖ ἡ Χάρη, τότε ἡ ψυχή ἀναζητεῖ ξανά μέ δάκρυα τό Ἅγιο Πνεῦμα καί λέει μέ ἄσβηστο πόθο: «διψάει ἡ ψυχή μου τόν Κύριο καί Τόν ἀναζητῶ μέ δάκρυα»[7]. Γιατί ἐλαττώνεται ἡ Χάρη; Γιατί ἐμεῖς κάτι κάναμε λάθος, ἀνοίξαμε κάποια πόρτα καί πέρασε τό πονηρό πνεῦμα, τό ὁποῖο ἀπενεργοποίησε, εἴτε κατά ἕνα μέρος εἴτε ὁλοκληρωτικά αὐτή τήν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Κάποτε, διηγεῖται ὁ π. Ἐφραίμ ὁ Κατουνακιώτης νομίζω ἕνα ὡραῖο περιστατικό -ἄν ἀκούσετε μία κασέτα πού ὑπάρχει, τό γράφει ἐκεῖ- πώς εἶχε φτάσει σέ μία κατάσταση τέτοιας Χάρης, πού προσευχότανε καί δέν ἔφευγε ὁ νοῦς του ἀπό τήν προσευχή. «Προσευχή ἐν χάριτι», ἔτσι τό ἔλεγε. Δηλαδή ἔλεγε, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με, καί ἦταν ἐκεῖ, πάνω στίς λέξεις αὐτές, δέν ἔφευγε. Καί τοῦ εἶχε φέρει καί γλυκύτητα καί δάκρυα κ.λ.π. Καί ἐκείνη τήν ὥρα ἕνας παραδελφός του, τοῦ λέει, κοίταξε τήν φωτιά στήν μασίνα, θά σβήσει! Καί αὐτός λέει, καλά, τώρα πού ἐγώ κάνω προσευχή.. ἄς κάνω ἀκόμα λίγο προσευχή καί μετά κοιτάω. Δηλαδή δέν ἔκανε ἀμέσως ὑπακοή.. τώρα ἀφοῦ εἶμαι σ’ αὐτή τήν κατάσταση.. Καί μέ τό πού τό σκέφτηκε μόνο αὐτό, τήν ἔχασε ἀμέσως τήν Χάρη! Τά ἔχασε ὅλα! Καί τό λέει μετά, καί δημόσια μάλιστα τό ὁμολογεῖ. Γιατί ἐκεῖ ἔπρεπε νά δείξει ἀγάπη στόν ἀδελφό! Ὅταν σοῦ λέει ὁ ἀδελφός σου «κάνε αὐτό» καί ἐσύ δέν τό κάνεις, περιφρονεῖς τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ οὐσιαστικά. Περιφρονεῖς τόν ἀδελφό σου, περιφρονεῖς τόν Θεό.

Ὅταν λοιπόν ἡ ψυχή χάσει τήν Χάρη, τότε ξανά τήν διψάει ὁ ἄνθρωπος, τήν ζητάει μέ ἄσβεστο πόθο, ὅταν ἔχει καλή διάθεση. «Πῶς νά μήν σέ ἀναζητῶ Κύριε; Πρῶτος Ἐσύ μέ ἀνεζήτησες καί μοῦ ἔδωσες νά ἐντρυφήσω στό Ἅγιο Πνεῦμα Σου»[8]. Κι αὐτή εἶναι ἡ μεγάλη ἀλήθεια. Ὁ Θεός μᾶς ζητάει. Ὁ Θεός κάνει τό πρῶτο βῆμα, παιδιά. Εἶναι πολύ συγκινητικό αὐτό. Ὅπως ἔκανε πάντα τό πρῶτο βῆμα ὁ Θεός. Καί ἀπό τόν Ἀδάμ καί τήν Εὔα, τούς ἔδωσε τήν ὕπαρξη, τούς ἔδωσε τό Ἅγιο Πνεῦμα μετά, μετά τούς κυνηγοῦσε στήν κυριολεξία μέ τήν ἀγάπη Του! Μετά ἔγινε καί ὁ πρῶτος φόνος καί πάλι κυνηγοῦσε μέ τήν ἀγάπη Του καί τόν Κάιν πού σκότωσε τόν Ἄβελ, καί ὅλους τούς πατριάρχες, τούς προφῆτες, κυνηγοῦσε τόν λαό Του, τόν ἀγαπημένο λαό Του, τόν τόσο ἀνυπότακτο.. καί στό τέλος καί τό ἴδιο τό παιδί Του ἔστειλε γιά μᾶς! Καί συνεχίζει καί μᾶς, καί μᾶς κυνηγάει ἀγαπητικά. Παρακολουθεῖστε λίγο τήν ζωή σας μέ αὐτό τό πρίσμα τό πνευματικό καί, νομίζω, θά δεῖτε σέ κάθε στιγμή τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, πῶς προσπαθεῖ νά μᾶς ἑλκύσει κοντά Του∙ νά μᾶς ἑλκύσει στήν ἀγάπη Του καί νά μᾶς ἀποδείξει τήν ἀγάπη Του, ἀλλά μέ ἕναν τρόπο πολύ διακριτικό καί ὄχι ἐκκωφαντικό, πού νά σέ καταπιέζει. Σέ σημεῖο πού νά φτάνεις νά λές ὅτι δέν ὑπάρχει! Γι’ αὐτό οἱ πολλοί ἄνθρωποι οὔτε κἄν λένε ὅτι ὑπάρχει Θεός οὔτε τό αἰσθάνονται, γιατί ὁ Θεός ἐνεργεῖ τόσο διακριτικά στή ζωή τους, πού δέν τό ἀντιλαμβάνονται. Καί τό δεύτερο εἶναι ὅτι ἐνεργεῖ ὁ Θεός, ἀλλά αὐτοί δέν παίρνουν αὐτή τήν Χάρη, γιατί ἔχουνε στήσει γύρω τους τά διάφορα μονωτικά, τίς ἁμαρτίες δηλαδή, τά τείχη αὐτά, πού δέν ἐπιτρέπουν στή βοήθεια τοῦ Θεοῦ νά περάσει μέσα τους.

Ὁ Κύριος λοιπόν μᾶς ἀναζήτησε, μᾶς ἀναζητεῖ, ὅπως λέει ἀναζήτησε ἐδῶ καί τόν Ἅγιο Σιλουανό, καί μᾶς ἔδωσε νά ἐντρυφήσουμε στό Ἅγιο Πνεῦμα. «Κατατρύφησον τοῦ Κυρίου σου», λέει, «καί δώσει σοι τά αἰτήματα τῆς καρδίας σου»[9]. Ὁ Θεός μᾶς καλεῖ σέ ἕνα πανηγύρι, σέ μία τρυφή. Καί σοῦ λέει μάλιστα, κατατρύφησε, καταγλέντησε, καταευχαριστήσου! Ποιόν; Τόν Κύριο. Τόν Κύριο νά εὐχαριστηθεῖς, νά γλεντήσεις. Ὄχι τόν ἐγωιστή ἑαυτό σου. Κάνω γενέθλια, σοῦ λέει, καί προβάλλει τόν ἑαυτό του. Ἐλᾶτε νά γλεντήσετε γιά ποιόν; Γιά μένα.. Ὄχι. Νά γλεντήσεις τόν Κύριο, γιά τόν Κύριο. Νά ἔχεις κέντρο τῆς ζωῆς σου τόν Θεό. Νά πανηγυρίσεις τόν Θεό! Αὐτό πού κάνουμε στήν ἐκκλησία, ἡ λατρεία τοῦ Θεοῦ. Ἐνῶ ὁ κόσμος κάνει τήν λατρεία τοῦ ἑαυτοῦ του. Ὁ κάθε ἄνθρωπος προσπαθεῖ νά λατρέψει τόν ἑαυτό του καί ἔχει γίνει αὐτείδωλο, αὐτό πού λέει ὁ Ἅγιος Ἀνδρέας Κρήτης στόν Μεγάλο Κανόνα, ὅτι «γέγονα αὐτείδωλο».

«Ἡ καρδιά μου Σέ ἀγάπησε», λέει ὁ Ἅγιος Σιλουανός, «καί Σέ ἱκετεύω: δῶσε μου νά μείνω μέχρι τέλους στήν ἀγάπη Σου, δῶσε μου νά ὑπομείνω γιά χάρη τῆς ἀγάπης Σου ὅλες τίς θλίψεις καί τούς πόνους». Νά μήν ἐπιτρέψεις νά φύγω ἀπό τήν ἀγάπη Σου! Πῶς ἔλεγε ὁ π. Πορφύριος, «κράτα με, Χριστέ μου, νά μή Σοῦ φύγω»! Ἔτσι ἔλεγε, νά μείνω μέχρι τέλους στήν ἀγάπη Σου. «Τρόμος καί δέος κυριεύουν τήν ψυχή μου, ὅταν θελήσω νά γράψω γιά τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Εἶναι φτωχή ἡ καρδιά μου καί δέν ἔχει τήν δύναμη νά περιγράψει τήν ἀγάπη τοῦ Κυρίου. Καί φοβᾶται ἡ ψυχή μου, ἀλλά συγχρόνως παρασύρεται νά γράψει ἔστω καί λίγες λέξεις γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ»[10]. Βλέπετε; Παθαίνει κάτι σάν ἴλιγγο ὁ Ἅγιος καί δέν μπορεῖ νά γράψει γιά τό πόσο ὁ Θεός ἀγαπάει τόν ἄνθρωπο! Νά σκεφτοῦμε ὅλα αὐτά πού εἶπα προηγουμένως, τήν Θεία Οἰκονομία. Ἄν σκεφτεῖ καθένας προσωπικά ὅλη του τή ζωή, θά δεῖ ὅτι εἶναι μιά συνεχής εὐεργεσία τοῦ Θεοῦ ὅλη μας ἡ ζωή, κάθε στιγμή!

«Τό πνεῦμα μου δέν μπορεῖ νά βρεῖ τίς λέξεις, ἀλλά ἡ ἀγάπη μέ προτρέπει». Θά πρέπει, λέει, νά πῶ κάτι γι’ αὐτή τήν ἀγάπη. «Ὤ! ἄνθρωπε ἀδύναμο πλάσμα. Ὅταν ἡ Χάρη εἶναι μέσα μας, τό Πνεῦμα καίει καί ὁρμᾶ ἡμέρα καί νύχτα πρός τόν Κύριο. Γιατί ἡ Χάρη αἰχμαλωτίζει τήν ψυχή στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί αὐτή δέν θέλει νά ἀποσπαστεῖ ἀπό τόν Κύριο γιατί δέν μπορεῖ νά χορτάσει τήν γλυκύτητα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος»[11], καί τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ οὐκ ἔστι τέλος. Ὅταν ζεῖς τήν Χάρη, δέν θέλεις νά φύγεις. Δέν μπορεῖς νά χορτάσεις τήν γλυκύτητα! Εἶναι κάτι πού δέν χωράει μέσα σου ἡ γλυκύτητα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

«Ξέρω ἕναν ἄνθρωπο πού τόν ἐπισκέφτηκε ἡ Χάρη τοῦ Κυρίου. Καί ἄν τόν ρωτοῦσε ὁ Κύριος: «Θέλεις νά σοῦ δώσω ἀκόμα περισσότερο; Τότε ἡ ψυχή, ἐξαιτίας τῆς σαρκικῆς ἀδυναμίας, θά ἔλεγε: «Βλέπεις κι ἐσύ, Κύριε, ὅτι ἄν μοῦ δώσεις περισσότερο θά πεθάνω»[12]. Δέν ἀντέχουμε. Φοβερό, δέν εἶναι; Εἶναι κι αὐτό πού ἔλεγε ὁ π. Παΐσιος, μή μοῦ δίνεις ἄλλη χαρά, δέν μπορῶ! Φανταστεῖτε δηλαδή, πόσο μπορεῖ νά γεμίσει τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου ὁ Θεός, πού νά φτάσει στό σημεῖο νά πεῖ, στόπ.. δέν ἀντέχω ἄλλο, Θεέ μου!

«Γιατί ὁ ἄνθρωπος εἶναι περιορισμένος καί δέν μπορεῖ νά ἀντέξει στό πλήρωμα τῆς Χάρης». Γι’ αὐτό βλέπετε, οἱ Ἀπόστολοι στό Θαβώρ μέ τό πού δέχονται αὐτή τήν δόση τῆς Χάρης τήν πολύ μεγάλη, τί κάνουν; Πέφτουν κάτω! Δέν ἀντέχουν. Ἔχετε δεῖ πῶς εἶναι στήν εἰκόνα, πεσμένοι κάτω, ἀπό τό πλήρωμα τῆς Χάρης. «Ἔτσι καί οἱ μαθητές τοῦ Χριστοῦ ἔπεσαν μέ τό πρόσωπο στή γῆ στό Θαβώρ, ἔνεκα τῆς δόξης τοῦ Κυρίου. Καί κανένας δέν μπορεῖ νά συλλάβει πῶς δίνει ὁ Κύριος τήν Χάρη Του στήν ψυχή»[13]. Τό πῶς εἶναι κι αὐτό ἀνερμήνευτο. Ὁ Θεός ξέρει πῶς γίνεται αὐτό. Δέν μπορεῖ νά τό ἑρμηνεύσει, νά ποῦμε τόν μηχανισμό, πῶς ἔρχεται ἡ Χάρις, πῶς ἔρχεται τό Ἅγιο Πνεῦμα καί μεταφέρει, ἄν θέλετε, τόν ἄνθρωπο σ’ αὐτή τήν κατάσταση τῆς Χάριτος.

«Εἶσαι ἀγαθός Κύριε. Εὐχαριστῶ τό ἔλεός Σου. Μοῦ ἔστειλες πλούσιο τό Ἅγιο Πνεῦμα Σου καί ἔδωσες νά γευθῶ ἐγώ ὁ ἁμαρτωλός τήν ἀγάπη Σου. Καί ἡ ψυχή ἑλκύεται πρός Σέ, τό Φῶς τό ἀπρόσιτο. Ποιός θά μποροῦσε νά Σέ γνωρίσει ἄν Ἐσύ, Ἐλεήμων, δέν εὐδοκοῦσες νά ἐμφανισθεῖς στήν ψυχή; Καί Σέ εἶδε καί Σέ γνώρισε τόν Δημιουργό καί ἀγαθό Θεό Της καί ἀχόρταγα Σέ ποθεῖ. Γιατί Ἐσύ, Ἐλεήμων, προσείλκυσες κοντά Σου τήν ψυχή μέ τήν ἀγάπη πού γνώρισε ἡ ψυχή μου. Βλέπεις Κύριε πόσο ἀσθενική καί ἁμαρτωλή εἶναι ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά Ἐσύ δίνεις, Ἐλεήμων, στήν ψυχή τήν δύναμη νά Σέ ἀγαπᾶ. Καί φοβᾶται ἡ ψυχή μήπως χάσει τήν ταπείνωση τήν ὁποία προσπαθοῦν νά τῆς ἀφαιρέσουν οἱ ἐχθροί. Γιατί χωρίς τήν ταπείνωση ἡ Χάρη Σου ἐγκαταλείπει τήν ψυχή»[14]. Ἕνα καίριο ἄς ποῦμε σημεῖο, κομβικό σημεῖο, ἡ ταπείνωση. Ἄν ὁ ἄνθρωπος χάσει τήν ταπείνωση, χάνει τήν Χάρη. Καί ὅλη ἡ προσπάθεια τοῦ διαβόλου εἶναι νά ἀφαιρέσει ἀπό τήν ψυχή τήν ταπείνωση. Προσέξτε το αὐτό. Κι ἄν θέλετε νά παρατηρήσετε καί τόν κόσμο, ὅλη ἡ προσπάθεια τοῦ κόσμου εἶναι ἀκριβῶς ἡ ἴδια, ἡ προσπάθεια τοῦ διαβόλου, νά ἀφαιρέσει ἀπό τόν ἄνθρωπο τήν ταπείνωση καί νά τοῦ δώσει τόν ἐγωισμό, τήν ὑπερηφάνεια. Οἱ κουβέντες πού λένε, οἱ γιορτές πού κάνουνε, αὐτά πού λέγαμε προηγουμένως, τά γενέθλια κ.λ.π., ὁ στόχος εἶναι νά χάσει ὁ ἄνθρωπος τήν ταπείνωση, ὁπότε ξέρει ὁ διάβολος ὅτι, ἄν χάσει ὁ ἄνθρωπος τήν ταπείνωση, χάνει τήν Χάρη. Εἴδατε πού λέει, «ἔγινα Τοῦρκος».. ἀπό τόν θυμό του! Ἔγινα, δηλαδή θέλησα καί ἔγινα. Δηλαδή θέλει καί γίνεται ὁ ἄνθρωπος. Δέν εἶναι ὅτι τόν ἀναγκάζει κανένας, ἀλλά ὑποκύπτει σ’ αὐτήν τήν δελεαστική -ἔτσι τοῦ φαίνεται- πρόταση τοῦ πονηροῦ, νά ἀποβάλλει τήν ταπείνωση καί νά γίνει ἐγωιστής. Καί ἔτσι μπορεῖ νά φτάσεις νά χωρίσεις. Ἔχω τέτοιες περιπτώσεις, καί ἔρχεται ὁ ἄντρας ἤ ἡ γυναίκα καί λέει, πάτερ, τόσα χρόνια τόν ἔκανα (ἤ τήν ἔκανα) ὑπομονή, τώρα δέν ἔχει, τελείωσε, θά γίνω καί ἐγώ κακός, θά ὑπερασπιστῶ τόν ἑαυτό μου! Ἀκοῦς τέτοια λόγια! Κι αὐτό δείχνει ἀκριβῶς αὐτό τό πράγμα, ὅτι ὁ ἄνθρωπος συγκατένευσε στήν ὑποβολή τοῦ πονηροῦ νά ἀποβάλλει τήν ταπείνωση. Τό κάνει ἑκούσια ὁ ἄνθρωπος. Γιατί εἶναι αὐτεξούσιος ὁ ἄνθρωπος. Οὔτε ὁ διάβολος μπορεῖ νά τόν ἀναγκάσει νά κάνει τό κακό, οὔτε ὁ Θεός νά κάνει τό καλό. Ἄν ὁ ἄνθρωπος δέν πεῖ τό «ναί» καί στούς δυό, δέν μπορεῖ νά κάνει οὔτε τό κακό οὔτε τό καλό ἀναγκαστικά. Τό κάνει ἑκούσια καί αὐτοπροαίρετα. Αὐτό εἶναι τό μεγαλεῖο τοῦ ἀνθρώπου καί ἡ τραγικότητα τοῦ ἀνθρώπου ἀπ’ τήν ἄλλη μεριά, πού ἔχει ἐλευθερία νά κάνει εἴτε τό κακό εἴτε τό καλό. Καί αὐτοπροαίρετα κάνει καί τό καλό καί τό κακό.

Προσοχή λοιπόν σ’ αὐτό τό θέμα, μήν ἐπιτρέπουμε στόν διάβολο νά μᾶς κλέβει τήν ταπείνωση. Θά πεῖς, τήν ἔχουμε; Ἔ, νά προσπαθοῦμε νά τήν ἔχουμε! Νά μήν ἀφήνουμε τόν ἐγωισμό νά φουσκώνει μέσα μας. Πολλές φορές μπαίνει ὁ διάβολος ἔτσι ἀνεπαισθήτως καί μᾶς βάζει ἰδέες ὑπερήφανες. Εἶναι σάν ἕνα μπαλόνι πού τό φουσκώνει. Τό φυσάει, τό φυσάει, τό φουσκώνει.. ἐμεῖς κοιμόμαστε ἐν τῷ μεταξύ, δέν παρακολουθοῦμε καλά τόν ἑαυτό μας καί κάποια στιγμή ἀντιλαμβάνεσαι ὅτι ἔχεις γίνει ἀερόστατο καί φεύγεις.. νομίζεις ὅτι εἶσαι καί κάτι σπουδαῖο. Θά πρέπει νά πατήσεις μέ μιά καρφιτσούλα ἐκεῖ πέρα, νά σπάσεις τό μπαλόνι. Νά κατέβεις, νά προσγειωθεῖς, νά πᾶς κάτω ἀπό ὅλη τήν κτίση, ὅπως ἔλεγε ὁ μεγάλος ὁ ἅγιος Σιλουανός. Πῆγε κάποιος μοναχός καί τοῦ λέει, γέροντα, εἶμαι πολύ χαρούμενος! Γιατί εἶσαι, παιδάκι μου, πολύ χαρούμενος; Γιατί, λέει, γέροντα, ὁ νοῦς μου δέν φεύγει ἀπό τήν προσευχή. Τοῦ λέει, δέν εἶναι σπουδαῖο πράγμα αὐτό! Τό σπουδαῖο πράγμα εἶναι νά βλέπεις τόν ἑαυτό σου κάτω ἀπό ὅλη τήν κτίση! Δηλαδή, κάτω καί ἀπό τούς ἀνθρώπους, ὅτι εἶσαι ὁ πιό ἁμαρτωλός, κάτω καί ἀπό τούς δαίμονες, γιατί καί οἱ δαίμονες κτιστοί εἶναι, δημιουργήματα εἶναι, κάτω καί ἀπό τά κτίσματα ὅλα, τίς πέτρες, τό χῶμα, τίς ἀκαθαρσίες.. χειρότερος εἶσαι ἐσύ! Αὐτό εἶναι τό σπουδαῖο πράγμα, λέει. Καί νά τό βλέπεις συνέχεια, ὄχι μιά στιγμή, νά τό σκεφτεῖς μόνο. Συνεχῶς νά εἶσαι ἐκεῖ, κάτω ἀπ’ ὅλους. Γιατί; Γιατί ἄν εἶσαι ἔτσι, ἐκεῖ σέ ἐπισκέπτεται ὁ Θεός. «Ὁ Θεός στούς ταπεινούς δίνει Χάρη»[15]. Μπορεῖς νά τό κάνεις; Μπορεῖς. Ἄν θέλεις, μπορεῖς. Κι αὐτό εἶναι τό μεγαλεῖο τοῦ ἀνθρώπου, μπορεῖς αὐτοπροαίρετα νά πᾶς κάτω ἀπ’ ὅλους. Ὅπως ἔλεγε ὄμορφα ὁ Ἅγιος Σιλουανός, νά πᾶς στήν κορυφή τῆς ἀντιστραμμένης πυραμίδος. Ἡ πυραμίδα τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἀντιστραμμένη. Ἐνῶ πυραμίδα τοῦ κόσμου εἶναι ἔτσι… Καί ὁ διάβολος, ξέρετε, ἔχει τήν πυραμίδα.. καί σ’ αὐτή τήν σύγχρονη πόλη πού κάνανε οἱ μασόνοι, στήν Ἀστάνα, τό σύμβολο εἶναι ἡ πυραμίδα, τό σύμβολο πού ἔχει μέσα καί ἕνα σωρό ἄλλα ἀποκρυφιστικά σύμβολα, ἡ λατρεία τοῦ ἥλιου. Λοιπόν, ὁ Χριστός ἀντέστρεψε τήν πυραμίδα καί ἔχει τήν μύτη πρός τά κάτω. Καί στήν κορυφή τῆς ἀντεστραμμένης πυραμίδας εἶναι ὁ Χριστός καί ἀπό πάνω εἶναι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι. Ἐνῶ στό κοσμικό μοντέλο ἔχουμε τό ἀνάποδο. Στή βάση εἶναι ὁ λαουτζίκος καί πάνω-πάνω οἱ τόπ, οἱ ἀρχοντες, οἱ ὁποῖοι καταδυναστεύουνε. Στοῦ Χριστοῦ τήν πυραμίδα εἶναι ὅλα ἀνάποδα. Στήν κορυφή κάτω-κάτω, στό τέρμα κάτω-κάτω εἶναι ὁ Χριστός, καί βαστάζει μετά ἐπάνω Του ὅλους! Καί ὅσο πιό χαμηλά κατεβαίνεις κι ἐσύ, τόσο πλησιάζεις τόν Χριστό, ὅσο πᾶς πρός τήν μύτη τῆς πυραμίδας, τῆς ἀντεστραμμένης πυραμίδας.

«Τί νά Σοῦ ἀνταποδώσω Κύριε! Ἐγώ εἶμαι βδέλυγμα, τό ξέρει ὁ Κύριος, ἀλλά μοῦ ἀρέσει νά ταπεινώνω τήν ψυχή μου καί νά ἀγαπῶ τόν πλησίον μου, ἔστω καί ἄν μέ προσέβαλε»[16]. Βλέπετε; Ἀγαπῶ νά ταπεινώνω τήν ψυχή μου! Εἶναι πολύ ὡραῖο νά τό βάλει κανείς σέ πράξη στή ζωή του, παιδιά. Γιατί θά πεῖς, «προσπαθῶ νά προσευχηθῶ, δέν μπορῶ». Νά ταπεινωθεῖς μπορεῖς; Μπορεῖς. Ἅμα τό βάλεις πράξη, μπορεῖς. Καί τότε θά ἔρθει καί ἡ προσευχή. Πρακτικά πῶς γίνεται αὐτό, θά μοῦ πεῖτε. Γίνεται ὅταν κάνεις ὑπακοή, ὅταν κόβεις τό θέλημά σου. Κόβεις τό θέλημά σου στόν Θεό καί μετά βεβαίως καί στόν πνευματικό. Ρωτᾶς. Καί σκέφτεσαι κιόλας κάθε στιγμή, τώρα ἄραγε τί θέλει ὁ Θεός μέ μένα νά κάνω; Θέλει νά χαζέψω;.. Ὄχι, δέν θέλει. Θέλει νά κάνω κάτι οὐσιαστικό∙ νά προσευχηθῶ, εἰ δυνατόν νά κλάψω γιά τίς ἁμαρτίες μου, νά κλάψω γιά τούς ἄλλους πού ξέρω ὅτι πάσχουν, νά διαβάσω τήν Ἁγία Γραφή, πού πρέπει νά διαβάζουμε καθημερινά, ἕνα κεφάλαιο τέλος πάντων, ἤ ἔστω τά ἀναγνώσματα τῆς ἡμέρας -γιά κάθε μέρα ὑπάρχουνε ἀναγνώσματα εὐαγγελικά καί ἀποστολικά-, νά διαβάσω ἕνα πατερικό βιβλίο, νά ἐξυπηρετήσω τήν μητέρα μου ἐνδεχομένως ἄν ἔχει κάτι ἀνάγκη..

«Ἐγώ εἶμαι βδέλυγμα». Βλέπετε τί ὡραῖα ἐκφράζεται γιά τόν ἑαυτό του; Βδέλυγμα, δηλαδή προκαλῶ ἀηδία, καί στόν Θεό καί στούς ἄλλους καί στόν ἑαυτό μου. Μέ βδελύσσονται οἱ πάντες. Καί εἶναι δίκαιο αὐτό τό πράγμα, γιατί εἶμαι γεμάτος ἀπό ρύπο, ἀπό ἁμαρτία. «Πάντα προσεύχομαι στόν Κύριο νά μοῦ χαρίσει μέ τό ἔλεός Του νά ἀγαπῶ τούς ἐχθρούς. Καί ἐγώ μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ δοκίμασα ΤΙ εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί ἡ ἀγάπη τοῦ πλησίον. Καί ζητῶ νύχτα καί ἡμέρα τήν ἀγάπη ἀπό τόν Κύριο. Καί Αὐτός μοῦ χαρίζει δάκρυα καί κλαίω γιά ὅλο τόν κόσμο»[17]. Βλέπετε πόσο σημαντικό -κι ἄλλες φορές τό ἔχει τονίσει- νά ἀγαπᾶμε τούς ἐχθρούς μας μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ.

«Ἄν ὅμως κατακρίνω ἤ δῶ κάποιον χωρίς συμπάθεια», ἀκόμα καί τόν ἐχθρό μου, «τότε τά δάκρυα σταματοῦν καί ἡ ψυχή στενοχωριέται»[18]. Εἴδατε πού λέγαμε προηγουμένως γιά τόν π. Ἐφραίμ; Τοῦ εἶπε ὁ παραδελφός του, κοίτα τήν φωτιά. Αὐτός ἦταν μέσα στά δάκρυα, μέσα στήν κατάνυξη. Μέ τό πού καταφρόνησε τόν ἀδελφό του καί εἶπε, ἐντάξει, θά πάω ἀργότερα.. ἄσε τώρα νά φάω αὐτό πού τρώω.. τά ἔχασε ἀμέσως ὅλα! Γιατί ὁ Χριστός μας θέλει νά σκεφτόμαστε πρῶτα τούς ἄλλους καί μετά τόν ἑαυτό μας, ἤ ἀκόμα καλύτερα, καθόλου τόν ἑαυτό μας καί μόνο τούς ἄλλους! Αὐτό πού λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «μηδείς ζητείτω τό ἑαυτοῦ, ἀλλά τό τοῦ ἑτέρου ἕκαστος»[19], νά ζητάει ὁ καθένας τό συμφέρον τοῦ ἄλλου καί ὄχι τό δικό του. Καί δέν λέει νά ζητᾶς καί τό τοῦ ἑτέρου, ἀλλά λέει νά ζητᾶς τό τοῦ ἑτέρου, μόνο τό τοῦ ἑτέρου! Καί στό συμφέρον τοῦ ἑτέρου εἶναι καί τό δικό σου.

«Ἀρχίζω ὅμως πάλι νά ζητῶ ἄφεσιν ἀπό τόν Κύριο καί ὁ Ἐλεήμων Κύριος συγχωρεῖ ἐμέ τόν ἁμαρτωλό». Γιατί πάλι, λέει, τήν παθαίνω καί βλέπω μέ ἀσυμπάθεια κάποιον, τόν κατακρίνω, καί ζητάω συγχώρεση ἀπό τόν Θεό καί ὁ Θεός μέ συγχωράει. «Ἀδελφοί, γράφω ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Ταπεινῶστε τίς καρδιές σας καί θά δεῖτε τό ἔλεος τοῦ Κυρίου ἤδη ἐπί τῆς γῆς καί θά γνωρίσετε τόν οὐράνιο Δημιουργό καί ἡ ψυχή σας δέν θά χορτάσει τήν ἀγάπη»[20]. Ταπεινῶστε τίς καρδιές σας. Μιλάει ὁ Γέροντας, ὁ Ἅγιος, βιωματικά. Τό ἔχει ζήσει καί τό λέει. Ταπεινῶστε τίς καρδιές σας, ταπεινῶστε δηλαδή τό φρόνημά σας, μήν ἔχετε ὑψηλό φρόνημα. Αὐτό πού εἶπε ὁ Κύριος, καί λέμε κι ἐμεῖς πολλές φορές, «μάθετε ἀπ᾿ ἐμοῦ, ὅτι πρᾷός εἰμι καί ταπεινός τῇ καρδίᾳ καί θά βρεῖτε ἀνάπαυση στίς ψυχές σας»[21]. Πῶς θά μάθεις τήν πραότητα καί τήν ταπείνωση τοῦ Χριστοῦ; Μέ τό νά ταπεινώσεις κι ἐσύ τήν καρδιά σου. Καί τότε, λέει, θά ἔχεις καί τό πειστήριο, πού εἶναι ἡ ἀνάπαυση. Θά αἰσθανθεῖς ἀνάπαυση, θά δεῖς τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ καί δέν θά χορταίνεις αὐτή τήν ἀνάπαυση καί αὐτή τήν ἀγάπη!

«Κανένας δέν γνωρίζει ἀπό μόνος του ΤΙ εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἄν δέν τόν διδάξει τό Ἅγιο Πνεῦμα. Στήν Ἐκκλησία μας ὅμως ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ εἶναι γνωστή μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα. Γι’ αὐτό μιλᾶμε γιά αὐτήν»[22]. Γιατί εἴπαμε ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ εἶναι ἄκτιστη καί μόνο τό ἄκτιστο μπορεῖ νά σοῦ γνωρίσει τό ἄκτιστο. Κι αὐτό εἶναι τό μεγάλο ἔλλειμμα πού ἔχουνε οἱ αἱρετικοί, οἱ καθολικοί καί οἱ προτεστάντες, οἱ ὁποῖοι λένε κάποια πράγματα, ὑποτίθεται πιστεύουν στόν Χριστό, ἀλλά δέν μποροῦν νά γνωρίσουν τόν Χριστό, γι’ αὐτό καί βρίζουν τήν Χάρη. Τήν Χάρη τήν λένε κτιστή. Ἐνῶ ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς μᾶς τό ξεκαθάρισε, ὅτι ἡ Χάρις εἶναι ἄκτιστη, δωρεά τοῦ Θεοῦ ἄκτιστη. Εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Αὐτοί λένε ὅτι εἶναι κτιστή. Καί τό λένε δικαίως.. μέ ποιά ἔννοια δικαίως; Ἐπειδή δέν τό ἔχουνε ζήσει. Καί δέν μποροῦν νά τό ζήσουν, γιατί δέν ἔχουν μυστήρια, δέν ἔχουν βάφτισμα, εἶναι ἐκτός Ἐκκλησίας. Ὁπότε, λένε τήν ἀλήθεια, γι’ αὐτούς! Γιατί δέν ἔχουν γευτεῖ τό ἄκτιστο, δέν ἔχουν γεύση τοῦ ἀκτίστου.

Γι’ αὐτό λέει ἐδῶ ὁ Ἅγιος, κανένας δέν μπορεῖ νά σοῦ γνωρίσει τήν ἀγάπη, τί εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, παρά μόνο ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Καί γιά νά στό γνωρίσει, πρέπει νά τό ἔχεις, νά εἶσαι βαφτισμένος δηλαδή, νά εἶσαι ὀρθόδοξος καί νά ἔχεις ἐνεργό τό βάφτισμα. Γιατί πάλι καί ἕνας «μπαζωμένος» δέν καταλαβαίνει τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Σοῦ λέει, ποῦ εἶναι ἡ ἀγάπη;.. ἐμένα ὁ Θεός μέ ἔχει ἐγκαταλείψει, λέει ὁ ἄλλος.. Ἤ ὁ ἄλλος σοῦ λέει, τί Θεός εἶναι αὐτός;.. ὅλα στραβά μοῦ πᾶνε! Δέν ἔχει γεύση τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Ἐνῶ ρωτῆστε ἕναν ἀσκητή, ἕναν ἐρημίτη, ἕναν ἅγιο καί ἕναν μέσα στήν πόλη ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ, εἶναι λιωμένος ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ! Καί ἀλλοιωμένος καί λιωμένος! Τόν λιώνει ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ κάθε στιγμή καί λέει «τί Θεό ἔχουμε!», γιατί αἰσθάνεται τήν ἀγάπη, ἐπειδή ἀκριβῶς ἔχει ξεμπαζώσει, ἔχει μετανοήσει, ἔχει ἀποκαλύψει τό Ἅγιο Πνεῦμα καί Τό ἔχει ἐνεργοποιήσει. Καί αὐτό τό Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι πού τόν διδάσκει τίς εὐεργεσίες πού δέχεται ἀπό τόν Θεό καί τοῦ τίς ἀποκαλύπτει. Βλέπετε, ἐμεῖς τώρα δέν μποροῦμε νά δοῦμε καθαρά τί κάνει ὁ Θεός γιά μᾶς κάθε στιγμή, κάθε μέρα! Νομίζετε αὐτό πού κάνουμε τώρα εἶναι τυχαῖο; Ὄχι, ὁ Θεός τό δίνει! Θά μπορούσαμε νά εἴμαστε ὁπουδήποτε ἀλλοῦ, καί σέ πράγματα ἁμαρτωλά ἐνδεχομένως καί μέσα σ’ αὐτή τήν βρωμιά πού ὑπάρχει στήν πόλη καί ὁπουδήποτε ἀλλοῦ.. Κι ὅμως εἴμαστε ἐδῶ καί ἀκοῦμε τόν λόγο τοῦ Θεοῦ καί σκεφτόμαστε πάνω σ’ αὐτά καί προσευχόμαστε καί ζοῦμε αὐτή τήν Χάρη, σ’ ἕναν βαθμό ἀνάλογο ὁ καθένας πού ἔχει ξεμπαζώσει, πού ἔχει μετανοήσει. Κι αὐτό εἶναι μιά εὐεργεσία τοῦ Θεοῦ, μεγάλη εὐεργεσία τοῦ Θεοῦ! Γιατί τώρα ὅλοι, ἄς ποῦμε, τρῶμε πνευματικά. Βέβαια, ἄν θέλουμε, ἄν ἔχουμε ἀνοιχτές τίς κεραῖες, τά αἰσθητήριά μας.

«Στήν Ἐκκλησία μας ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ εἶναι γνωστή μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα. Γι’ αὐτό μιλᾶμε γιά αὐτήν. Ἡ ἁμαρτωλή ψυχή, πού δέν γνωρίζει τόν Κύριο, φοβᾶται τόν θάνατο»[23]. Βλέπετε ἀπό ποῦ προέρχεται ὁ φόβος τοῦ θανάτου; Προέρχεται ἀκριβῶς ἀπό τήν ἁμαρτία καί ἀπό μιά ψυχή πού δέν ἔχει γνωρίσει τόν Θεό. Ἐνῶ ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ δέν ἔχει πρόβλημα μέ τόν θάνατο. Τά ἔχει βρεῖ πολύ καλά μέ τόν θάνατο, γιά νά μήν ποῦμε ὅτι ποθεῖ τόν θάνατο! Δεῖτε τούς Μάρτυρες, τόν Ἅγιο Δημήτριο πού γιορτάζαμε χθές, ἄς ποῦμε, ποθεῖ τό μαρτύριο! Γιατί; Γιατί ἔχει ζήσει μέσα του τό ἄκτιστο, ἔχει γεύση τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ καί δέν ἔχει πρόβλημα νά πεθάνει καί μέ μαρτυρικό θάνατο ἀκόμα! Σέ ἕναν βόθρο τόν εἴχανε βάλει! Ἤτανε βόθρος στήν κυριολεξία αὐτό τό μέρος πού τόν εἴχανε βάλει τόν Ἅγιο Δημήτριο. Κι ὅμως καί ἐκεῖ μέσα μυρόβλιζε! Ἐπειδή ἤτανε πάναγνος, πάρα πολύ ἁγνός, καθαρός ἄνθρωπος! Καί ὁπωσδήποτε εἶχε φτάσει, ἄν καί νέος, στήν νοερά προσευχή, γιά νά ἔχει ὅλη αὐτή τήν κατάσταση τήν πνευματική καί νά ἔχει καί προορατικό χάρισμα. Γιατί ἔκανε πρόρρηση στόν Ἅγιο Νέστορα πού γιορτάζουμε σήμερα∙ τοῦ λέει, «καί τόν Λυαῖο θά νικήσεις καί γιά τόν Θεό θά μαρτυρήσεις».

«Ἡ ἁμαρτωλή ψυχή», λοιπόν, «πού δέν γνωρίζει τόν Κύριο, φοβᾶται τόν θάνατο καί νομίζει πώς ὁ Κύριος δέν θά τῆς συγχωρέσει τίς ἁμαρτίες της», γιατί ἀκόμα δέν ἔχει κάποια πειστήρια τῆς συγχώρησης, νά ἔχει καλές ἐλπίδες. Γιατί ἀκόμα δέν ἔχει μετανοήσει εἰλικρινά. «Αὐτό γίνεται, ἐπειδή ἡ ψυχή δέν γνωρίζει τόν Κύριο καί πόσο πολύ μᾶς ἀγαπᾶ. Ἄν ὅμως τό γνώριζε αὐτό ὁ κόσμος, κανένας δέν θά ἀπελπιζόταν. Γιατί ὁ Κύριος ὄχι μόνον συγχωρεῖ, ἀλλά καί χαίρεται πολύ γιά τήν ἐπιστροφή τοῦ ἁμαρτωλοῦ»[24]. Δεῖτε τήν ἐπιστροφή τοῦ ἀσώτου, πῶς τόν ἀγκαλιάζει ὁ Θεός τόν ἄσωτο. Αὐτός εἶναι ὁ Θεός! Ἀλλά γιατί οἱ ἄνθρωποι ἀπελπίζονται καί φτάνουν καί μέχρι τήν αὐτοκτονία; Γιατί δέν ἔχουνε γευτεῖ αὐτή τήν ἀγάπη καί νομίζουνε ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἕνας ἀστυνομικός πού τούς περιμένει στή γωνία νά τούς κατακεραυνώσει γιά τίς ἁμαρτίες τους. Ἤ ὅτι ἀγαπάει μόνο τά καλά παιδιά καί τά κακά παιδιά δέν τά ἀγαπάει.

Ἄν τό ἤξερε λοιπόν ὁ κόσμος, δέν θά ἀπελπιζόταν. Γιατί ὁ Κύριος ὄχι μόνο συγχωρεῖ, ἀλλά καί χαίρεται πάρα πολύ μέ τήν ἐπιστροφή τοῦ ἁμαρτωλοῦ καί σέ ἀγκαλιάζει. «Ἀκόμη καί νά πλησίασε ὁ θάνατος, πίστευε ἀκράδαντα πώς, μόλις παρακαλέσεις, ἀμέσως θά λάβεις τήν ἄφεση»[25]. Δέν εἶναι δύσκολο∙ μόνο πού θά παρακαλέσεις, τήν πῆρες τήν ἄφεση. Ἕνα «μνήσθητί μου, Κύριε», εἶπε ὁ ληστής!

«Ὁ Κύριος δέν εἶναι σάν κι ἐμᾶς». Ἐμεῖς κρατᾶμε κακίες, ἐμεῖς ἔχουμε δικαστήρια.. Ἄν πᾶς στό δικαστήριο, δέν τήν γλιτώνεις. Μπορεῖ λίγο νά σοῦ μειώσουν τήν ποινή, ἀλλά κάτι θά φᾶς σίγουρα, δέν τήν χαρίζουν! Καί ὅσο πιό μεγάλο εἶναι τό ἀδίκημα, τόσο περισσότερο θά φᾶς. Ὁ Χριστός ὅμως δέν εἶναι ἔτσι! Μπορεῖ νά ἔχεις κάνει τά χειρότερα καί νά σοῦ τά ἀφήσει ὅλα σέ μιά στιγμή πού θά μετανοήσεις! «Εἶναι ἀπείρως πρᾶος ὁ Κύριος», δέν εἶναι σάν κι ἐμᾶς, «καί σπλαχνικός καί ἀγαθός. Καί σάν Τόν γνωρίσει ἡ ψυχή καταλαμβάνεται ἀπό ἔκπληξη καί λέει: Ἄχ, ποιόν Κύριο ἔχω! Τό Ἅγιο Πνεῦμα ἔδωσε στήν Ἐκκλησία μας νά γνωρίσει πόσο μεγάλη εἶναι ἡ εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ»[26].

Μέχρι ἐδῶ. Νά σταματήσουμε. Ἄν θέλετε κάτι νά ρωτήσετε γιά τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, γιά τήν βίωση αὐτῆς τῆς ἀγάπης καί ὅ,τι ἄλλο θέλετε.

Ἐρ. : ………………..…

Ἀπ. : Βοηθάει πολύ, ὅταν τό κάνει συχνά. Γιατί τουλάχιστον τή στιγμή πού τό λέει, δίνει μιά ἀφορμή στήν ψυχή του γιά ταπείνωση. Κι ἄν τό ἐπαναλάβει, τό ἐπαναλάβει, σιγά-σιγά κάτι μένει μέσα του. Εἶναι ὅπως καί τήν νοερά προσευχή∙ δέν τήν καταλαβαίνουμε, τήν λέμε.. ἔστω καί μηχανικά νά τήν λές, σιγά-σιγά κάτι ἀρχίζει καί μπαίνει μέσα σου. Τήν λέει ἕνα κομμάτι τῆς ὕπαρξής σου, τό στόμα σου ἄς ποῦμε, ἡ γλώσσα σου, ἤ ἡ σκέψη σου. Εἶναι κάτι πολύ σπουδαῖο. Ὅπως κι αὐτό, ὅταν ἡ σκέψη σου πάλι λέει ὅτι εἶσαι ἄθλιος, εἶναι κάτι πολύ σπουδαῖο, γιατί ἐκείνη τήν ὥρα δέν σοῦ λέει τό ἀνάποδο, ὅτι εἶσαι σπουδαῖος, ὅπως συνήθως μᾶς λέει. Ἄν τήν ἀφήσουμε τήν σκέψη μας, ἐκεῖνο θά μᾶς πεῖ, ὅτι εἴμαστε σπουδαῖοι, ὅτι εἴμαστε μεγάλοι.. «Γειά σου, μεγάλε»! Ὡραῖος χαιρετισμός! Ὅλοι ἔτσι θέλουμε νά μᾶς λένε.. γιατί αὐτό βγαίνει φυσικά.. Δέν εἶναι φυσικό, εἶναι παρά φύσιν. Μᾶς φαίνεται φυσικό, γιατί εἴμαστε διεστραμμένοι! Ὅπως ἕνας καρκινοπαθής, τοῦ φαίνεται φυσιολογικό νά ἔχει καρκίνο! Δέν τοῦ φαίνεται.. καί ξέρει ὅτι εἶναι καρκίνος, ἀλλά τόσο ἔχουμε διαστραφεῖ, πού τόν καρκίνο τόν θεωροῦμε φυσιολογικό. Ὅλοι σήμερα γύρω σου εἶναι μέ καρκίνο, ὅλοι γύρω μας φέρονται ἔτσι ἁμαρτωλά, ἔτσι νομίζουμε.. ὑπάρχουν καί καλοί ἄνθρωποι.. καί φτάσαμε στό σημεῖο νά λέμε ὅτι αὐτό εἶναι τό φυσιολογικό καί νά νομιμοποιοῦμε καί τά παρά φύσιν ἁμαρτήματα ἀκόμα. Μᾶλλον ὅλα εἶναι παρά φύσιν, ἀλλά λέμε γιά τά πιό ἀκραῖα ἀκόμα, τά λέμε κι αὐτά φυσιολογικά.

Ἐρ. : Νά ρωτήσω καί κάτι ἄλλο; Αὐτή ἡ ἐπιστήμη τό νά μάθουμε, βιωματικά ὅμως, πῶς ἔρχεται ἡ Χάρη καί τί τήν διώχνει..

Ἀπ. : Ἡ ταπείνωση….

Ἐρ. : Εἶναι ἐφικτό γιά κάποιον πού ζεῖ ἐδῶ ἔξω ἤ εἶναι πιό σοφό γιά κάποιον νά ἀφιερωθεῖ στόν Θεό καί νά τό ζήσει αὐτό τό πράγμα;

Ἀπ. : Εἶναι πιό σοφό ἐνδεχομένως, γιατί ὑπάρχει ἐκεῖ τό περιβάλλον, ἀλλά αὐτό ἐξαρτᾶται καί ἀπό τόν ἴδιο, πῶς θά ἀξιοποιήσει τό περιβάλλον. Γιατί μπορεῖ νά πᾶς καί στό μοναστήρι καί νά σέ πιάσει τεμπελιά, πῶς ἔλεγε ὁ π. Παΐσιος, καί νά μήν κάνεις τίποτα. Τό θέμα εἶναι πῶς θά κινηθοῦμε, πῶς θά ἐργαστοῦμε. Βλέπετε, ὁ ἄλλος ἤτανε στά Σόδομα καί στά Γόμορρα καί ἤτανε ἅγιος, ὁ Λώτ. Δέν τόν ἐπηρέασε τό περιβάλλον. Ὅτι εἶναι πιό δύσκολο, βεβαίως εἶναι, σίγουρα! Μή γελιόμαστε, γιατί «ὁ κόσμος -μᾶς λέει- ἐν τῷ πονηρῷ κεῖται»[27]. Ἐν τῷ πονηρῷ κεῖται σημαίνει ἀνήκει, τοποθετεῖται, προσανατολίζεται, εἶναι στερεωμένος πάνω στόν πονηρό, οἱ βάσεις του εἶναι πονηρές. Καί «ὅποιος θέλει νά γίνει φίλος τοῦ κόσμου, γίνεται ἐχθρός τοῦ Θεοῦ»[28], αὐτόματα μετά. Καί ὁ κόσμος κάνει γλυκά μάτια νά τόν ἀγαπήσεις.. γι’ αὐτό εἶναι πιό δύσκολο. Γι’ αὐτό οἱ Πατέρες μᾶς εἴπανε ὅτι βασικά εἶναι δύο οἱ δρόμοι∙ εἴτε ὁ ἔγγαμος βίος, ὅπου πάλι εἶναι οὐσιαστικά μία ζωή μονώσεως, θά ἔλεγα, γιατί πλέον μένεις μέσα στό σπίτι σου ἐκεῖ μέ τήν σύζυγό σου- μέ τόν σύζυγό σου, καί τά παιδιά σου, κάνεις ἕνα μικρό μοναστηράκι οὐσιαστικά, ὅταν θέλεις νά κάνεις σωστό γάμο βέβαια, ἔτσι; Ὁ ἄλλος πού πάει στό μοναστήρι πάλι μία ζωή μονώσεως κάνει, κάνει ὑπακοή στόν πνευματικό καί στούς ἀδελφούς τούς ἄλλους, ὅπως καί ὁ ἔγγαμος κάνει ὑπακοή στήν σύζυγο - στόν σύζυγο καί στόν πνευματικό του. Καί αὐτό τό ἐρώτημα, θά ἔλεγα πιό καλά θά τό ἀπαντήσει στόν καθένα ὁ πνευματικός του, ἄν πρέπει νά πάει στό μοναστήρι ἤ ὄχι. Ἀλλά σίγουρα εἶναι καλύτερα, μέ τήν ἔννοια πού λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ὅτι θέλω ὅλοι σας νά εἶστε σάν καί ἐμένα, δηλαδή ἄγαμοι. Ἀλλά πάλι, λέει, δέν σᾶς βάζω θηλιά στόν λαιμό[29], μπορεῖτε νά παντρευτεῖτε. Ἀλλά, νά ξέρετε, θά ἔχετε θλίψεις.

Καί ὁ Ἱερός Χρυσόστομος λέει ἐπιπλέον, νά σᾶς τό πῶ κι αὐτό, ὅτι ἐσεῖς πού εἶστε στόν κόσμο, πρέπει νά κάνετε μεγαλύτερη ἄσκηση, ἀντίθετα μέ αὐτό πού ἐπικρατεῖ σάν ἀντίληψη στόν κόσμο, ὅτι δέν θέλει πολλά ὁ Θεός ἀπό τούς κοσμικούς. Τό ἀνάποδο, ὁ κοσμικός πρέπει νά κάνει πιό πολλή ἄσκηση ἀπό τόν μοναχό! Γιατί εἶναι σέ πολύ χειρότερο περιβάλλον, μέ πιό βάρβαρους ἐχθρούς, καί φανερούς καί πολλούς. Ἐνῶ ὁ μοναχός ἔχει τούς λογισμούς βασικά νά πολεμήσει. Δέν ἔχει ἄλλες προκλήσεις ἀπό τό περιβάλλον. Καί τό βλέπετε κι ἐσεῖς ὅταν πᾶτε στό Ἅγιο Ὄρος, πόσο εὔκολα ἐξαγνίζεται ἡ ψυχή.

Ἀλλά αὐτό τόν δρόμο, λέει, «δέν τόν χωροῦν ὅλοι, ἀλλ᾿ οἷς δέδοται»[30], σ’ αὐτούς πού ἔχει δοθεῖ. Ἀλλά προσέξτε αὐτό τώρα πάλι, τό οἷς δέδοται, τό ἑρμηνεύει ὁ Ἅγιος Ἰσίδωρος ὁ Πηλουσιώτης καί λέει, σέ ποιούς δέδοται; Κάνει ὁ Θεός διακρίσεις, κάποιους ἔχει γιά μοναχούς, κάποιους λέει ὄχι, ἐσύ δέν κάνεις; Ὄχι, ἀλλοίμονο! Τότε δέν θά ἤμαστε ἐλεύθεροι! Ὅλοι κάνουμε καί σέ ὅλους μᾶς δίνεται, πότε; Λέει ὁ Ἅγιος Ἰσίδωρος: ὅταν θέλεις. Ἄν θέλεις, θά στό δώσει ὁ Θεός τό χάρισμα, δέν ὑπάρχει περίπτωση. Γιατί ὁ Θεός θέλει νά σωθοῦμε καί θέλει καί νά Τόν μιμηθοῦμε. Ἀλλά δέν τό ἀπαιτεῖ. Νά Τόν μιμηθοῦμε στό θέμα τῆς παρθενίας δηλαδή. Γιατί ὁ Κύριος παρθένος ἔζησε, δέν παντρεύτηκε. Ἀλλά δέν τό ἀπαιτεῖ αὐτό, γιατί ξέρει τήν ἀδυναμία μας. Καί ὅταν ἐσύ τό ζητήσεις, δέν ὑπάρχει περίπτωση νά μή σέ βοηθήσει! Λένε μερικοί, κάνω γιά μοναχός, μήπως ἀποτύχω..; Δέν ὑπάρχει περίπτωση νά ἀποτύχεις. Ἐάν τό θέλεις, θά πετύχεις.

Ἐρ. : ………………..…

Ἀπ. : Τοῦ πνευματικοῦ ὁπωσδήποτε! Ἑνός ἔμπειρου πνευματικοῦ, πού νά ἔχει τήν διάκριση τῶν πνευμάτων βέβαια, ὄχι ὁποιουδήποτε. Νά, βλέπετε ἐδῶ ὁ Ἅγιος Σιλουανός ἄς ποῦμε, θά μποροῦσε πολύ νά μᾶς βοηθήσει, ἀλλά ὅταν ἔχει καί ἕναν πνευματικό πού νά ἔχει τό ἴδιο πνεῦμα, τό πνεῦμα τό ὀρθόδοξο. Γιατί δυστυχῶς ὑπάρχουν καί πνευματικοί χωρίς Ἅγιο Πνεῦμα! Νά ποῦμε τώρα καί τά δικά μας… Δυστυχῶς! Καί σήμερα ὑπάρχουνε καί πάντοτε ὑπῆρχαν. Ὁ Ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος τό ἔλεγε αὐτό, μή σᾶς σκανδαλίζει.. ὁ Ἅγιος Συμεών τόν 10ο αἰώνα, γύρω στό 1000 ἔλεγε αὐτό τό πράγμα, λίγοι πνευματικοί ἔχουν τό Ἅγιο Πνεῦμα, ἐνεργό δηλαδή. Λίγοι στήν ἐποχή του. Πόσο μᾶλλον σήμερα! Γι’ αὐτό θέλει προσοχή. Ὅπως ψάχνεις τόν καλό γιατρό, δέν πᾶς στόν ὁποιοδήποτε. Οἱ περισσότεροι γιατροί σήμερα ἤ τέλος πάντων πολλοί γιατροί εἶναι ἐπαγγελματίες, παίρνουν φακελάκια κ.λ.π. τά ξέρετε.. κοινό μυστικό! Οἱ ἴδιοι τό λένε. Σπάνια νά βρεῖς ἄνθρωπο γιατρό ἀνιδιοτελή, πού νά ἔχει ἀνιδιοτελή ἀγάπη καί νά θυσιαστεῖ καί νά σοῦ πεῖ καί τήν ἀλήθεια. Ἐδῶ προσπαθοῦνε καί μέ ψεύτικες ἐγχειρήσεις νά σοῦ τά πάρουνε, ἔτσι δέν εἶναι; Μέ ἐγχειρήσεις πού δέν χρειάζονται. Δέν ξέρω πόσες χιλιάδες ἐγχειρήσεις γίνονται κάθε χρόνο ἄχρηστες, γιά νά ἐξυπηρετηθοῦν τά οἰκονομικά τῶν γιατρῶν! Γιατί νά πάω νά πέσω σέ τέτοιους γιατρούς δηλαδή; Θά πάω νά ψάξω ἕναν ἄνθρωπο πού ἔχει φόβο Θεοῦ καταρχήν! Τό ἴδιο καί στά πνευματικά. Ἔχει κάποια κριτήρια.

Τό βιβλιαράκι πού ἔχουμε βγάλει, γράφει μέσα πῶς διαλέγουμε τόν πνευματικό μας. Ἔχει κάποια πράγματα πού μπορεῖς νά βοηθηθεῖς. Πρῶτον, πρέπει νά κάνεις καλή προσευχή γιά νά τόν βρεῖς, πολλή προσευχή, νά τό ζητήσεις ἀπό τόν Θεό δηλαδή. Καί δέν ὑπάρχει περίπτωση ὁ Θεός νά μή στό δώσει! Καί μετά καί κάποια ἀκόμα. Θά δεῖς καί στήν πορεία ἄν θεραπεύεσαι. Γιατί καί ἀπό κεῖ φαίνεται ὁ καλός γιατρός. Ἅμα σοῦ δίνει φάρμακα καί δέν πέφτει ὁ πυρετός, σημαίνει ὅτι ἔκανε λάθος διάγνωση καί ἀρχίζεις νά τό ξαναψάχνεις τό πράγμα.

Ἐρ. : …Μερικές φορές ὑπάρχει ἡ παγίδα ἄς ποῦμε σ’ αὐτό, πᾶμε σ’ ἕναν γιατρό, μᾶς λέει νά κάνουμε αὐτά κι αὐτά καί τελικά δέν τά κάνουμε. Ἄρα ἐκεῖ πέρα δέν θά φταίει ὁ πνευματικός…

Ἀπ. : Ἐκεῖ φταῖμε ἐμεῖς. Φυσικά, ἐννοεῖται ὅτι ἐμεῖς παίρνουμε τά φάρμακα. Ἄν δέν παίρνεις τά φάρμακα, μετά μένεις ἀθεράπευτος βέβαια.


[1] Ἀρχιμανδρίτου Σωφρονίου, Ὁ Γέροντας Σιλουανός, ἔκδ. Γ΄, Ἱερά Μονή Τιμίου Προδρόμου- Ἔσσεξ Ἀγγλίας, 1985, (στό ἑξῆς: Ὁ Γέροντας Σιλουανός).

[2] Πράξ. 5, 29.

[3] Ὁ Γέροντας Σιλουανός.

[4] Ὅ.π.

[5] Ἰωάν. 20, 22-23.

[6] Ὁ Γέροντας Σιλουανός.

[7] Ὅ.π.

[8] Ὅ.π.

[9] Ψαλμ. 36, 4.

[10] Ὁ Γέροντας Σιλουανός.

[11] Ὅ.π.

[12] Ὅ.π.

[13] Ὅ.π.

[14] Ὅ.π.

[15] Παρ. 3, 34 καί Ἰακ. 4, 6 καί Α΄ Πέτρ. 5, 5.

[16] Ὁ Γέροντας Σιλουανός.

[17] Ὄ.π.

[18] Ὄ.π.

[19] Α΄Κορ. 10, 24.

[20] Ὁ Γέροντας Σιλουανός.

[21] Ματθ. 11, 29.

[22] Ὁ Γέροντας Σιλουανός.

[23] Ὅ.π.

[24] Ὅ.π.

[25] Ὅ.π.

[26] Ὅ.π.

[27] Α΄ Ἰωάν. 5, 19.

[28] Ἰακ. 4, 4.

[29] Πρβλ. Α΄ Κορ. 7, 35.

[30] Ματθ. 18, 11.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου