Σελίδες

Κυριακή 14 Νοεμβρίου 2021

«Πρέπει νά ὑπομένω αὐτά πού μέ βρίσκουν…» Στιγμιότυπα ἀπό τή ζωή τοῦ ἱερέα Βιατσεσλάβ Βελίτσκο Εἰρήνη Κριχέλι


Υπάρχουν άνθρωποι, τους οποίους ο Κύριος τους στέλνει στη ζωή μας για πολύ μικρό χρονικό διάστημα. Εν τούτοις, η μνήμη τους παραμένει στην καρδιά μας σε όλη την μετέπειτα ζωή. Τον πατέρα Βιατσεσλάβ Βελίτσκο τον είχα γνωρίσει τότε που μόλις είχα έλθει κοντά στην Εκκλησία. Αν και τον είχα δει λίγες φορές, με το πέρασμα τόσων χρόνων, παρόλα αυτά, οι συγκεκριμένες συναντήσεις δεν ξεχνιούνται.
Ήμουν βαριά άρρωστη. Εκείνη την περίοδο, ο Κύριος μου έστειλε έναν φίλο του συμμαθητή μου, τον οποίο γνώριζα και πριν, χωρίς να ξέρω ότι είναι πιστός και πολύ πονετικός άνθρωπος. Μου χάρισε το πρώτο Ευαγγέλιο στη ζωή μου, εικόνες της Υπεραγίας Θεοτόκου και του μεγαλομάρτυρα Παντελεήμονα. Μαζί με τον ιερομόναχο και έναν ενορίτη από τη δική μας εκκλησία του Αγίου Αλέξανδρου Νέβσκιϊ, άρχισαν να με βοηθούν στην προετοιμασία μου για την πρώτη Μετάληψη στη ζωή μου. Στην εκκλησία, ο ιερομόναχος με οδήγησε σε έναν ιερέα. Ήταν ο πατήρ Βιατσεσλάβ.

Ήταν ένας μεσήλικας, με ένα διαπεραστικό βλέμμα καλοκάγαθων κουρασμένων ματιών. Αφού άκουσε προσεκτικά την αφήγησή μου για το πόσο καιρό είμαι άρρωστη, άρχισε να με συμβουλεύει να διαβάζω προσευχές και να κάνω το σημείο του σταυρού σε όλο το κορμί μου. Και οπωσδήποτε, να ετοιμαστώ για την Θεία Μετάληψη. Επίσης, όταν έμαθε ότι δεν μπορώ να φάω, ο παππούλης μού σύστησε: «Να τρως γύρη». Δοκίμασα έκπληξη που ο πατήρ Βιατσεσλάβ ήξερε από τέτοια θέματα. Πού να φανταστώ, τότε, ότι ο ίδιος ο παππούλης ήταν βαριά άρρωστος και εξαιτίας των στομαχικών πόνων δεν μπορούσε να τρώει σχεδόν τίποτα, εκτός από τη γύρη, διαλυμένη σε νερό.

Ο πατήρ Βιατσεσλάβ με κοίταξε διερευνητικά και είπε: “Πώς και ήρθε να κοινωνήσει χωρίς το σταυρό της;”

Ο πατήρ Βιατσεσλάβ με εξομολόγησε, κατονόμαζε ο ίδιος τις αμαρτίες, και εγώ έκανα μόνο νεύματα με το κεφάλι – ναι ή όχι. Μου εξήγησαν τι πρέπει να διαβάζω πριν από την Μετάληψη, και μια μέρα ετοιμάστηκα και πήγα. Στο ναό μας έχουμε στο αριστερό κλίτος το παρεκκλήσι του Αγίου Νικολάου του Θαυματουργού, όπου στεκόμουν, μακριά από το κυρίως ιερό. Και ξαφνικά βλέπω ότι από το κυρίως ιερό βγαίνει ο πατήρ Βιατσεσλάβ και αρχίζει να με κοιτάζει διερευνητικά. Μετά, κάλεσε τον ιερομόναχο και του είπε κάτι. Εκείνος διέσχισε όλο το ναό, με πλησίασε και με ρώτησε: «Ο πατήρ Βιατσεσλάβ είπε: “Πώς και ήρθε να κοινωνήσει χωρίς το σταυρό της;”».

Ψάχνω το λαιμό μου και, όντως, δεν έχω σταυρό. Εκείνη τη στιγμή, θυμήθηκα ότι το πρωί, όταν πλενόμουν, τον έβγαλα και τον έβαλα στο ράφι στο μπάνιο, και τον ξέχασα. Και ξαφνικά με διαπερνάει η έκπληξη: πώς ο παππούλης μπόρεσε να το μάθει; Η μπλούζα μου ήταν πολύ κλειστή, από πάνω φορούσα πολύ φαρδύ μαντήλι. Κάτω από αυτά τα ρούχα δε θα μπορούσε με τίποτα να δει αν έχω στο λαιμό μου σταυρό ή όχι! Σηκώνω τα μάτια μου, που είχαν στρογγυλέψει από έκπληξη, προς τον ιερομόναχο, και εκείνος, χωρίς να έχει εκπλαγεί καθόλου, μου λέει: «Το σταυρό δεν πρέπει να τον βγάζουμε από το λαιμό μας ποτέ! Ο σταυρός είναι η προστασία μας, είναι το όπλο μας. Πρέπει πάντα να τον έχεις μαζί σου, εντάξει;».

Αργότερα, είχα δει για άλλη μια φορά τον παππούλη, όσο ζούσε. Είχε καρκίνο, κάτι που πολύ λίγοι το ήξεραν. Ποτέ και σε κανέναν δεν έλεγε, δεν παραπονιόταν, ούτε έδειχνε πόσο υποφέρει.

Στην εξόδιο ακολουθία του πατέρα Βιατσεσλάβ είχε πολύ κόσμο. Διηγούνταν ότι υπέφερε πολύ από δυνατούς πόνους αλλά δεν ήθελε να λαμβάνει φάρμακα για να τους απαλύνει. Όταν ο πατριάρχης Ηλίας Β΄ τον ρώτησε γιατί δεν καταφεύγει στη βοήθεια αναλγητικών φαρμάκων, εκείνος απάντησε: «Όλη τη ζωή μου καλούσα τα τέκνα μου να υπομένουν όλες τις θλίψεις που μας στέλνει ο Κύριος, άρα και εγώ ο ίδιος πρέπει να υπομένω αυτά που με βρίσκουν». Τα υπέμενε δηλαδή όλα και καλούσε για βοήθεια την Υπεραγία Θεοτόκο. Άλλωστε, σε όλη του τη ζωή, δίδασκε τα πνευματικά του τέκνα να προσεύχονται στην Θεοτόκο.

***

Η ζωή του πατέρα Βιατσεσλάβ δεν ήταν εύκολη. Γεννήθηκε στις 8 Μαρτίου του 1929. Στην παιδική του ηλικία πέρασε πολλές στερήσεις. Τον πατέρα του, ως πιστό, τον συνέλαβαν και τον εξόρισαν, με βάση το γνωστό θλιβερό άρθρο 58. Η μητέρα του έμεινε μόνη με τρία μικρά παιδιά. Τους έδιωξαν από το σπίτι και δεν είχαν που να μείνουν. Αναγκάστηκαν να εγκατασταθούν σε μια καλύβα που έμπαζε από όλες τις πλευρές. Η πείνα ήταν τρομερή. Η μητέρα τους μοίραζε στα τρία μια παγωμένη πατάτα για να επιβιώσουν, ας πούμε, χωρίς να αφήνει τίποτα για τον εαυτό της. Ο παππούλης θυμόταν ότι δεν μπορούσε να περπατήσει από την πείνα, ξάπλωνε στο χώμα και περίμενε το θάνατο. Αλλά, ο Κύριος φύλαγε τον εκλεκτό Του. Μια φορά τη νύχτα είχε νιώσει ότι κάποιος τον έσπρωξε. Ξύπνησε και είδε ότι η σόμπα που ήταν στην καλύβα, κάπνιζε. Παραλίγο να καούν όλοι.

Ο πατήρ Βιατσεσλάβ, για την πίστη του, είχε υποστεί επιθέσεις και στο σχολείο και στο στρατό

Μετά την αποφυλάκιση, απαγόρευσαν στον πατέρα του να ζει στη Ρωσία. Τον διέταξαν να πάει στην πόλη Μπελακάνι του Αζερμπαϊτζάν, στα σύνορα με Γεωργία, κοντά στην πόλη Λαγκοντέχι. Η μητέρα, μόλις το έμαθε, πήρε τα παιδιά, έναν σάκο με τα λίγα πράγματα που είχαν και πήγε στον άντρα της. Στη συνέχεια, μετακόμισαν στη Γεωργία.

Ο πατήρ Βιατσεσλάβ, για την πίστη του, είχε υποστεί επιθέσεις και στο σχολείο και στο στρατό. Αλλά και εδώ ο Κύριος βοηθούσε, έστελνε πιστούς ανθρώπους. Στο στρατό κάποια στιγμή τον κάλεσε ο διοικητής και άρχισε να τον ρωτάει, ποια είναι η πίστη του. Όταν έμαθε ότι είναι ορθόδοξος, από εκείνη την ημέρα ο διοικητής άρχισε να βλέπει τον πάτερα Βιατσεσλάβ με καλοσύνη και τον προστάτευε από τις επιθέσεις βίας.

Αργότερα, ο παππούλης δούλευε στην Τιφλίδα, σε εργοστάσιο παραγωγής ραδιοφώνων, ως συναρμολογητής. Παράλληλα, λειτουργούσε ως αναγνώστης στην εκκλησία. Όταν τέθηκε ζήτημα επιλογής ανάμεσα στην κοσμική εργασία και την Εκκλησία, ο πατήρ Βιατσεσλάβ διάλεξε την Εκκλησία και χειροτονήθηκε ιερέας.

Στην αρχή, λειτουργούσε στον Ιερό Ναό Αγίας Μεγαλομάρτυρος Βαρβάρας. Στη συνέχεια, στον Ιερό Ναό Αγίου Αλέξανδρου Νέβσκιϊ. Ήταν πνευματικό τέκνο του μεγαλόσχημου γέροντα Ανδρόνικου (Λουκάς), από την Ιερά Μονή Γκλίνσκαγια Πούστιν. Ήταν μεγάλος ευχέτης και δεν αποχωριζόταν το Ψαλτήρι, στα περιθώρια του οποίου έγραψε επεξηγήσεις. Το Ψαλτήρι ο παππούλης το διάβαζε ανάμεσα στις ιερές ακολουθίες. Δεν έλεγε ποτέ όχι. Είχε πολύ ζεστή και ευαίσθητη καρδιά. Είχε το χάρισμα της ιδιαίτερης προσευχής για τους δεινοπαθούντες.

Μια φορά, τον παππούλη τον είχαν καλέσει να κοινωνήσει μια ετοιμοθάνατη. Μέχρι να κάνει ο πατήρ Βιατσεσλάβ τις απαιτούμενες προσευχές, η άρρωστη πέθανε. Τότε, άρχισε να προσεύχεται πολύ θερμά και με το που τελείωσε την προσευχή του, η άρρωστη συνήλθε, άνοιξε τα μάτια της, μετάλαβε και μετά από αυτό εκδήμησε εις Κύριον.

Ο πατήρ Βιατσεσλάβ αγαπούσε την εκκλησία και τις ιερές ακολουθίες με αυταπάρνηση. Όταν, τη δεκαετία του 1990, δε δούλευαν τα μέσα συγκοινωνίας, πηγαινοέρχονταν στην εκκλησία με τα πόδια, για αρκετές ώρες. Ο πατήρ Βιατσεσλάβ ενδιαφερόταν πατερικά για τους ψάλτες και τους βοηθούσε πολύ. Γνωρίζοντας από την παιδική του ηλικία τι σημαίνει φτώχεια, τους έδινε μεγάλες σακούλες με τρόφιμα που του πρόσφεραν οι ευγνώμονες ενορίτες.

Όταν, τη δεκαετία του 1990, δε δούλευαν τα μέσα συγκοινωνίας, πηγαινοέρχονταν στην εκκλησία με τα πόδια, για αρκετές ώρες


Ο παππούλης είχε έναν συγγενή, ο οποίος ήταν εχθρικός απέναντι στους κληρικούς. Κάποια στιγμή, μετά τον θάνατό του, αυτός ο συγγενής ήρθε στον ύπνο του πατέρα Βιατσεσλάβ, δεμένος με άθλιες αλυσίδες, και παρακαλούσε: «Βοήθησέ με! Ξέρω ότι μπορείς». Ο παππούλης άρχισε να προσεύχεται για αυτόν και την 40η ημέρα εκείνος εμφανίστηκε πάλι στο όνειρό του ντυμένος με άσπρο πουκάμισο και τον ευχαριστούσε για τις προσευχές του.


Η προσευχή του παππούλη βοήθησε πάρα πολλούς. Μια φορά, τον κάλεσαν να κοινωνήσει έναν βαριά άρρωστο. Ήταν σχεδόν σκελετός, έτσι που ο παππούλης δεν τον είχε αντιληφθεί κάτω από το πάπλωμα. Το φέρετρο ήταν στο μπαλκόνι. Ο πατήρ Βιατσεσλάβ κοινώνησε τον άρρωστο και τέλεσε το Ιερό Ευχέλαιο. Μετά από ένα χρονικό διάστημα, στο ναό τον πλησίασε ένας άνθρωπος με πολύ καλή εμφάνιση. Ήταν δύσκολο να αναγνωρίσει σε αυτόν εκείνον τον ετοιμοθάνατο, τον οποίον είχε κοινωνήσει και για τον οποίον, χωρίς αμφιβολία, προσευχόταν στον Κύριο. Μια γυναίκα που για πολλά χρόνια δεν μπορούσε να κάνει παιδιά, με τις προσευχές του γέννησε κορίτσι.
Για τον πατέρα Βιατσεσλάβ και για τη χάρη του, που του έδωσε ο Θεός να θεραπεύει, ήξεραν πέραν από τους ορθόδοξους και άλλοι. Μια φορά, στην εκκλησία ήρθε ένας μουσουλμάνος. Με δυσκολία συνόδευε τη γυναίκα του, η οποία είχε χάσει τα λογικά της. Ο μουσουλμάνος είπε ότι ο ιμάμης τον είχε συμβουλέψει να έρθει στην εκκλησία της Αγίας Βαρβάρας και να βρει εκεί τον πατέρα Βιατσεσλάβ, για να θεραπεύσει τη γυναίκα του. Ο πατήρ Βιατσεσλάβ έβαλε το πετραχήλι στην άρρωστη, διάβασε το απολυτίκιο της Αγίας Βαρβάρας, και στο σπίτι προσευχόταν για την άτυχη γυναίκα. Μετά από λίγο καιρό, πήγαν ξανά στην εκκλησία, αλλά αυτή τη φορά με σκοπό να τον ευχαριστήσουν. Ο πατήρ Βιατσεσλάβ δυσκολεύτηκε να αναγνωρίσει τη γυναίκα, που έβλεπε μπροστά του, με καθαρό και λογικό βλέμμα, και να την ταυτίσει με εκείνη, την οποία με δυσκολία είχε συνοδεύσει ο άντρας της. Ο πατήρ Βιατσεσλάβ είχε πολλές τέτοιες περιπτώσεις θεραπειών.
Μια φορά, τον παππούλη τον είχαν καλέσει σε νοσοκομείο για να τελέσει αγιασμό σε θάλαμο. Εκεί, μετά το θάνατο ενός ασθενή, που έβριζε αισχρά, και που ήταν ετοιμοθάνατος για πολύ καιρό, καθώς βρισκόταν σε κατάσταση επιθανάτιας αγωνίας, διατηρούνταν μια πολύ άσχημη μυρωδιά, η οποία δεν έφευγε με τίποτα, όσο και να αεριζόταν ο θάλαμος. Ο παππούλης προσευχήθηκε, ράντισε με αγίασμα και όλα πέρασαν.

Ο πατήρ Βιατσεσλάβ ήταν πολύ ταπεινός. Εκτιμούσε πολύ την υπακοή. Για ένα διάστημα είχε πολύ δυνατούς πόνους στα νεφρά. Ήταν περίοδος του Πάσχα. Ο Πατριάρχης του ζήτησε να πάει στην πόλη Ερεβάν και να λειτουργήσει σε μια ορθόδοξη εκκλησία που ήταν εκεί. Από υπακοή, ο πατήρ Βιατσεσλάβ πήγε και λειτούργησε. Και όταν επέστρεψε διαπίστωσε ότι είχε θεραπευτεί.

Ο παππούλης προσευχόταν πάρα πολύ για τους άλλους. Έπαιρνε πάνω του πολλές αρρώστιες των άλλων. Μια φορά, την ώρα της προσευχής, εμφανίστηκε μπροστά του ένας δαίμονας, που του κούνησε το δάκτυλο και εξαφανίστηκε.

Μια φορά, στο δρόμο προς την εκκλησία, από τον πολύ δυνατό πόνο είχε λιποθυμήσει. Αλλά, μόλις συνήλθε, έσπευσε στην εκκλησία, και κανένας δεν κατάλαβε τι είχε συμβεί


Ο παππούλης δε σκεφτόταν τον εαυτό του, ακόμα και τότε που είχε αρρωστήσει πολύ βαριά. Με πρησμένα πόδια, με φλεβικά έλκη που δεν έκλειναν, μπορούσε για ώρες να πηγαίνει, μέσα στην καταιγίδα, στους φτωχούς, και μετά να προσεύχεται τη νύχτα για τους δεινοπαθούντες, ζητώντας τον Κύριο να τους ελεήσει. Μια φορά, στο δρόμο προς την εκκλησία, από τον πολύ δυνατό πόνο είχε λιποθυμήσει. Αλλά, μόλις συνήλθε, έσπευσε στην εκκλησία, και κανένας δεν κατάλαβε τι είχε συμβεί. Η αντοχή, η ανδρεία και η υπομονή ήταν τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του παππούλη. Όπως, επίσης, είχε και την αγάπη του Χριστού που τον έκανε να αγαπά τον Θεό και τους ανθρώπους.


Ο πατήρ Βιατσεσλάβ ευλαβούνταν πολύ τον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο. Όταν τελούσε παράκληση, πάντα στο τέλος έψελνε και το απολυτίκιο του Προφήτη. Δεν είναι τυχαίο που κοιμήθηκε την ημέρα της Γέννησης του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή, στις 7 Ιουλίου του 1998.

Λίγο καιρό πριν το θάνατό του, ο πατήρ Βιατσεσλάβ εκάρη μοναχός με το όνομα Βαρσανούφιος. Σε μια φωτογραφία από την εξόδιο ακολουθία του, φαίνεται να ξεκινάει μια στήλη φωτός από το φέρετρο, που βρίσκεται στην εκκλησία, και να κατευθύνεται προς τον ουρανό. Την 40η ημέρα, μετά το θάνατό του, εμφανίστηκε, σε μια ψάλτρια που θλιβόταν πολύ, και είχε τόση λάμψη που δεν μπορούσε να τον κοιτάξει. Δίπλα του είχε πολύ κόσμο. Πλησίασε και έβαλε τα χέρια του στο κεφάλι της. Τότε, εκείνη ξύπνησε με μια ανείπωτη χαρά μέσα στην καρδιά της.


Ειρήνη Κριχέλι

Μετάφραση για την πύλη gr.pravoslavie.ru: Αναστασία Νταβίντοβα


Pravoslavie.ru


11/8/2021


http://apantaortodoxias.blogspot.com/2021/11/blog-post_398.html

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου