ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΝΥΣΣΗΣ
ΕΠΙΣΤΟΛΗ
Γι' αυτούς πού επισκέπτονται τα Ιεροσόλυμα
Αγαπητέ μου, επειδή βέβαια με ρώτησες με το γράμμα σου, θεώρησα χρέος μου να σου απαντήσω με τη σειρά, για όσα μου γράφεις.
Νομίζω ότι εκείνοι πού μια για πάντα αφιερώθηκαν στο μοναχικό βίο, καλό είναι να προσέχουν εξ ολοκλήρου στα λόγια του Ευαγγελίου. Κι όπως με το αλφάδι πού κρατούν στα χέρια τους οι τεχνίτες ευθυγραμμίζουν τα στραβά σημεία αυτού, το όποιο υπάρχει κάτω από το αλφάδι, σύμφωνα με την ευθεία του αλφαδιού , έτσι νομίζω ότι πρέπει κι αυτοί, δηλαδή οι μοναχοί, να κατευθύνουν το βίο τους προς το Θεό, χρησιμοποιώντας γι' αυτό το σκοπό σαν άλλο ίσιο κι αλύγιστο αλφάδι τον ευαγγελικό τρόπο ζωής.
Επειδή, λοιπόν, υπάρχουν μερικοί από εκείνους πού ελεύθερα διάλεξαν κι ακολούθησαν τον μοναχικό κι άναχωρητικό βίο, και πού θεωρούν ως γνώρισμα ευσέβειας το να επισκεφθούν τούς τόπους των Ιεροσολύμων, όπου φαίνονται τα σημάδια της ανθρώπινης παρουσίας του Κυρίου, νομίζω ότι θα ήταν σωστό να συμβουλεύονται το αλφάδι' δηλ. το ευαγγέλιο. Κι αν ή καθοδήγηση πού δίνεται από τις ευαγγελικές εντολές συνιστά αυτά, τότε να επιτελούν το έργο ως εντολή Θεού. Αν όμως αυτά είναι έξω από τα παραγγέλματα του Δεσπότη, δεν καταλαβαίνω τί νόημα έχει να θέλεις να εκτελείς την εντολή, όταν γίνεσαι σύ ό ίδιος για τον εαυτό σου νόμος του καλού.
Όταν προσκαλεί ό Κύριος τους ευλογημένους να κληρονομήσουν τη βασιλεία των ουρανών (Ματθ. 25,34), δεν απαριθμεί μεταξύ των κατορθωμάτων και τη μετάβαση στα Ιεροσόλυμα.
Όταν εξαγγέλλει τούς μακαρισμούς (Ματθ. 5,3-12 και Λουκ. 6,20-22), δεν συμπεριλαμβάνει κι αυτή την επιδίωξη.
Αλλά αυτό πού ούτε μακάριο κάνει κάποιον, ούτε διευκολύνει την είσοδο στη βασιλεία των ουρανών, για ποιό λόγο να επιδιώκεται; Αυτό ας αφήσω καλύτερα, να το σκεφθεί όποιος έχει νουν.
Αλλά ακόμη κι αν ήταν ωφέλιμο αυτό πού γίνεται, και πάλι δεν θα ήταν καλό να το επιδιώκουν με τέτοια διάθεση οι ενάρετοι. Επειδή όμως γνωρίζουμε πολύ καλά αυτό πού γίνεται, κι ότι υφίστανται ψυχική βλάβη αυτοί οι όποιοι είναι ακλόνητοι στο τέλειο βίο, νομίζω ότι δεν αξίζει να το επιδιώκει κανείς τόσο πολύ, αλλά αντίθετα να προσέχει πάρα πολύ, για να μην συμφέρεται με τα βλαβερά εκείνος πού ελεύθερα αποφάσισε να αφιερωθεί στο Θεό.
Ποιό, λοιπόν, ανάμεσα σ' αυτά είναι το βλαβερό; Ό σεμνός βίος ενδιαφέρει όλους εξίσου και τούς άνδρες και τις γυναίκες. Και γνώρισμα της αφιερωμένης ζωής είναι ή ευσχημοσύνη κι ή κοσμιότητα. Αυτά όμως επιτυγχάνονται με τον ξεχωριστό και μοναχικό τρόπο ζωής, για να μπορεί έτσι ό άνθρωπος να παραμένει έξω από κάθε ανάμιξη και σύγχυση, αφού δεν θα παρασύρονται προς τα ατοπήματα της ασχημοσύνης ούτε οι γυναίκες από τούς άνδρες, ούτε οι άνδρες από τις γυναίκες.
Αλλά οι ανάγκες της οδοιπορίας ανατρέπουν την προσεκτική τήρηση αυτών των κανόνων και οδηγούν στην αδιαφορία για τα ατοπήματα. Γιατί είναι σχεδόν αδύνατο στη γυναίκα να διανύσει μια τόσο μεγάλη διαδρομή, αν δεν έχει κάποιον, πού θα την προστατεύει και, εξαιτίας της φυσικής αδυναμίας της, να την βοηθεί να ανεβαίνει στο ζώο και να κατεβαίνει από αυτό και γενικά να της συμπαρίσταται στις δύσκολες στιγμές. Κι αν το δεχθούμε αυτό, είτε της είναι γνωστός αυτός πού θα προσφέρει αυτή την υπηρεσία, είτε είναι υπηρέτης της αυτός πού θα εκτελεί αυτό το έργο, και στις δύο αυτές περιπτώσεις θα θεωρηθεί αξιόμεμπτη αυτή ή πράξη, γιατί δεν τηρεί την εντολή της αγνότητας, ούτε όταν στηρίζεται πάνω στον ξένο, ούτε όταν στηρίζεται πάνω στον συγγενή της.
Επειδή όμως παρέχεται μεγάλη ελευθεριότητα και αδιαφορία για το κακό στα πανδοχεία και στα καταλύματα των πόλεων των ανατολικών περιοχών, πώς θα είναι δυνατό αυτός πού περνάει μέσα από τον καπνό, να μην δοκιμάσει δριμείς πόνους στα μάτια, εκεί όπου μολύνεται και ή ακοή και ή όραση και ή καρδιά, ή οποία με την ακοή και με την δράση δέχεται τα ανεπίτρεπτα; Πώς θα είναι δυνατό να περάσει κανείς τα μέρη όπου κυριαρχούν τα πάθη, μένοντας απαθής;
Αλλά και τί περισσότερο θα βρει αυτός πού θα επισκεφθεί εκείνα τα μέρη; Μήπως παραμένει μέχρι τώρα σωματικά σ' εκείνα τα μέρη ό Κύριος, ενώ από μας απομακρύνεται; Η μήπως πλεονάζει ή χάρη του Αγίου Πνεύματος μεταξύ των κατοίκων της Ιερουσαλήμ, αδυνατώντας να φθάσει σε μας;
Και όμως αν επρόκειτο να αποδειχθεί ή παρουσία του Θεού από τα φαινόμενα, θα έπρεπε να δεχθεί κανείς ότι ό Θεός κατοικεί στη χώρα της Καππαδοκίας περισσότερο παρά στις άλλες περιοχές. Γιατί σ' αυτή τη χώρα υπάρχουν τόσα θυσιαστήρια, στα όποια δοξολογείται το όνομα του Κυρίου, όσα δεν θα μπορούσε κανείς να υπολογίσει, αν μετρούσε όσα υπάρχουν σε όλη σχεδόν την υπόλοιπη οικουμένη.
Κι έπειτα αν ήταν αφθονότερη ή χάρη στην περιοχή των Ιεροσολύμων, δεν θα βασίλευε ή αμαρτία σ' αυτούς πού κατοικούν εκεί. Τώρα όμως δεν υπάρχει είδος ακαθαρσίας, πού να μην το αποτολμούν αυτοί. Και πορνείες και μοιχείες και κλοπές και ειδωλολατρικές και μαγικές πράξεις και μίση και φόνοι διαπράττονται εκεί. Το τελευταίο μάλιστα κακό, δηλαδή το έγκλημα, επικρατεί σε τέτοιο βαθμό, ώστε για την διάπραξη του φόνου να μην παρατηρείται τέτοια προχειρότητα πουθενά άλλου, όση στα μέρη εκείνα, όπου «για χάρη του αισχρού κέρδους» (Τιτ. 1,11), οι ομοεθνείς να πέφτουν ό ένας πάνω στον άλλο σαν τα θηρία. Εκεί, λοιπόν, όπου συμβαίνουν αυτά, ποιά απόδειξη υπάρχει, ότι είναι πλουσιότερη ή χάρη σ' αυτά τα μέρη;
Γνωρίζω όμως τί προβάλλουν οι πολλοί ως αντίλογο σ' αυτά πού έχω πει. Ισχυρίζονται δηλαδή και λέγουν: Γιατί δεν επέβαλες αυτά ως νόμο και στον εαυτό σου; Γιατί, αν από τη μετάβαση δεν προκύπτει κανένα όφελος, για εκείνον πού πηγαίνει εκεί σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, για ποιό λόγο υποβλήθηκες μάταια σ' αυτή την τόσο μεγάλη οδοιπορία;
Ας ακούσουν, λοιπόν, την απολογία μου γι' αυτά. Σε μένα, εξαιτίας της υποχρέωσης αυτής πού ετάχθηκα να ζω από τον Θεό πού κυβερνάει τη ζωή μας, δόθηκε εντολή από την ιερά σύνοδο, να φθάσω έως τα μέρη εκείνα, προκειμένου να τακτοποιηθούν εκκλησιαστικά θέματα στην περιοχή της Αραβίας. Κι επειδή συνορεύει ή Αραβία με την περιοχή των Ιεροσολύμων, έδωκα την υπόσχεση ότι θα συσκεφθώ και με τούς προϊσταμένους των αγίων Εκκλησιών εκείνης της περιοχής, γιατί είχαν διαταραχθεί οι σχέσεις τους και χρειαζόταν κάποιος μεσολαβητής.
Έπειτα, αφού ό ευσεβής βασιλιάς μου εξασφάλισε την ευκολία να κάμω το ταξίδι με δημόσιο όχημα, δεν υπήρχε για μένα καμιά ανάγκη να υποστώ όλη εκείνη την ταλαιπωρία, πού αναφέραμε για τούς άλλους. Γιατί το όχημα ήταν για μας σαν άλλος ναός και μοναστήρι, αφού σ' όλο το ταξίδι όλοι μαζί ψάλλαμε και μαζί νηστεύαμε για τον Κύριο.
Λοιπόν, ή δική μου περίπτωση ας μην σκανδαλίζει κανέναν, αλλά ας γίνεται περισσότερο πειστική ή συμβουλή μου, γιατί συμβουλεύουμε γι' αυτά τα όποια διαπιστώσαμε με τα μάτια μας.
Άλλωστε και πριν από την επίσκεψη μου στην περιοχή της Γέννησης και μετά από αυτήν εγώ ομολόγησα ότι ό Χριστός, πού φανερώθηκε ως άνθρωπος, είναι Θεός αληθινός, χωρίς ή πίστη μου να είναι ελαττωμένη (προτού να επισκεφθώ τα Ιεροσόλυμα), ούτε να αυξηθεί μετά την επίσκεψη μου. Και την ενανθρώπηση από την Παρθένο γνώριζα πριν από την επίσκεψη μου στη Βηθλεέμ, και την Ανάσταση εκ των νεκρών πίστευα πριν αντικρύσω τον Τάφο, και την Ανάληψη στους ουρανούς παραδεχόμουν ως αληθινή, χωρίς να έχω επισκεφθεί το Όρος των Ελαιών. Από το ταξίδι εκείνο ωφελήθηκα τόσο μόνο, όσο για να διαπιστώσω ότι τα δικά μας, σε σύγκριση με τα έξω από την περιοχή μας, είναι πολύ πιο άγια από εκείνα.
Συνεπώς «όσοι σεβόσαστε τον Κύριο, να τον δοξολογείτε σ' όποιο μέρος κι αν κατοικείτε» (Ψαλ. 21,24). Γιατί ή προσέγγιση του Θεού δεν γίνεται με την τοπική μετακίνηση, αλλά όπου κι αν βρίσκεσαι, θα σε επισκεφθεί ό Θεός, αρκεί να βρει το κατάλυμα της ψυχής σου τέτοιο, ώστε «να κατοικήσει μέσα σου ό Κύριος και να περιπατήσει μέσα σου» ("Εξοδ. 20,24).
Αν όμως έχεις τον εσωτερικό σου κόσμο γεμάτο από ακάθαρτους λογισμούς, ακόμη κι αν φθάσεις στο Γολγοθά, ακόμη κι αν ανεβείς στο Όρος των Ελαιών, ακόμη κι αν βρεθείς κάτω από τον Τάφο της Αναστάσεως, θα απέχεις τόσο πολύ από το να δεχθείς μέσα σου το Χριστό, όσο κι εκείνοι πού δεν έκαμαν την πρώτη ομολογία, δηλαδή οι άπιστοι.
Συμβούλεψε, λοιπόν, αγαπητέ, τούς αδελφούς, «να αποδημούν από το σώμα προς τον Κύριο» (Β' Κορ. 5,8) κι όχι από την Καππαδοκία προς την Παλαιστίνη. Κι αν προβάλει κανείς το λόγο του Κυρίου, με τον όποιο έδωκε εντολή στους μαθητές, να μην απομακρυνθούν από τα Ιεροσόλυμα, ας σκεφθεί αυτό πού έχει λεχθεί. Επειδή δηλαδή δεν είχε γίνει ακόμη ή επιφοίτηση και ή διανομή της χάρης του Αγίου Πνεύματος στους Αποστόλους, ό Κύριος έδωκε σ' αυτούς την εντολή να παραμένουν στο ίδιο μέρος, «μέχρι πού να ενδυθούν την εξ ύψους δύναμη» (Πραξ. 1,4).
Κι αν αυτό πού έγινε στην αρχή, γινόταν μέχρι τώρα, κι αν το Άγιο Πνεύμα μοίραζε στον καθένα με τη μορφή του πυρός τα χαρίσματα, θα έπρεπε να έμεναν όλοι σ' εκείνη την περιοχή, όπου γίνεται ή διανομή του δώρου. Αν όμως «το Άγιο Πνεύμα πνέει και μεταβαίνει όπου θέλει» (Ίωάν. 3,8), τότε κι εκείνοι πού εδώ πιστεύουν, γίνονται μέτοχοι της δωρεάς, ανάλογα με την πίστη τους κι όχι εξαιτίας της μετάβασης τους στα Ιεροσόλυμα.
https://wra9.blogspot.com/2022/01/blog-post_478.html?zx=64fd79c7a03f3215
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου