Σελίδες

Τετάρτη 20 Απριλίου 2022

Ὀ Ἱερός Χρυσόστομος γιά:α) Τήν προδοσία ἀπό τόν Ἰούδα καί τή σύλληψη τοῦ Κυρίου,β)Τήν ἀνάκριση τοῦ Κυρίου ἀπό τόν Καϊάφα,γ)Τήν ἄρνηση καί τή μετάνοια τοῦ Πέτρου, δ)Τήν ἀπόφαση θανατώσεως τοῦ Ἰησοῦ καί τό φοβερό τέλος τοῦ Ἰούδα καί ε) Τή δίκη τοῦ Ἰησοῦ ἐνώπιον τοῦ Πιλάτου


Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ

ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΔΟΣΙΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΟΥΔΑ ΚΑΙ ΤΗ ΣΥΛΛΗΨΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ

[Υπομνηματισμός των εδαφίων: Ματθ. 26,47-56]

«Καὶ ἔτι αὐτοῦ λαλοῦντος ἰδοὺ Ἰούδας εἷς τῶν δώδεκα ἦλθε, καὶ μετ᾿ αὐτοῦ ὄχλος πολὺς μετὰ μαχαιρῶν καὶ ξύλων ἀπὸ τῶν ἀρχιερέων καὶ πρεσβυτέρων τοῦ λαοῦ(:και ενώ ο Ιησούς τους μιλούσε ακόμη, ιδού, ήλθε ο Ιούδας, ένας από τους δώδεκα. Και μαζί του ήλθε κι ένα μεγάλο πλήθος από ανθρώπους οπλισμένους με μαχαίρια και με ρόπαλα, τους οποίους είχαν στείλει οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι του λαού)»[Ματθ.26,47].

Καλά βέβαια είναι τα σκεύη των ιερέων, όμως αυτοί έρχονται εναντίον Του με μαχαίρια και ξύλινα ρόπαλα. Και «ἰδοὺ Ἰούδας(:ιδού ήλθε ο Ιούδας)» λέει «εἷς τῶν δώδεκα ἦλθε (:ένας από τους δώδεκα)». Πάλι τον αναφέρει ότι ήταν ένας από τους δώδεκα μαθητές και δεν ντρέπεται.

«Ὁ δὲ παραδιδοὺς αὐτὸν ἔδωκεν αὐτοῖς σημεῖον λέγων· ὃν ἂν φιλήσω, αὐτός ἐστι· κρατήσατε αὐτόν. καὶ εὐθέως προσελθὼν τῷ Ἰησοῦ εἶπε· χαῖρε, ῥαββί, καὶ κατεφίλησεν αὐτόν(:εκείνος μάλιστα που τον παρέδωσε, είχε δώσει σ’ αυτούς συνθηματικό λέγοντας: ‘’Εκείνον που θα φιλήσω, αυτός είναι˙ πιάστε τον προσέχοντας καλά μη σας φύγει’’. Και αμέσως πλησίασε τον Ιησού και του είπε: ‘’Χαίρε, διδάσκαλε’’. Και τον φίλησε με προσποιητή εγκαρδιότητα)»[Ματθ.26,48].

Πω, πω! Πόση πονηρία και κακία δέχτηκε η ψυχή του προδότη! Διότι με ποιους οφθαλμούς αντίκρισε τότε τον Διδάσκαλο; Με ποιο στόμα Τον φιλούσε; Πόσο μολυσμένη σκέψη! Τι σκέφτηκε; Τι τόλμησε να κάνει; Ποιο γνώρισμα της προδοσίας Του έδωσε; «Ὃν ἂν φιλήσω(:εκείνον που θα φιλήσω)», λέει. Είχε εμπιστοσύνη στην επιείκεια του Διδασκάλου, αυτή ακριβώς η οποία περισσότερο από κάθε άλλο ήταν ικανή να τον κάνει να ντραπεί και να τον στερήσει από κάθε συγνώμη, διότι πρόδωσε Αυτόν που ήταν τόσο πράος.

Και γιατί το είπε αυτό; Επειδή ενώ πολλές φορές ο Κύριος κρατιόταν από αυτούς, τους διέφυγε περνώντας ανάμεσά τους χωρίς να Τον αναγνωρίζουν. Αλλά αυτό θα μπορούσε να γίνει και τότε, εάν δεν ήθελε Εκείνος να συλληφθεί. Επειδή λοιπόν ήθελε να τον διδάξει αυτό ακριβώς το πράγμα, τύφλωσε και τότε τους οφθαλμούς τους και ο ίδιος ρωτούσε «τίνα ζητεῖτε;(:ποιον ζητείτε;)»[Ιω. 18,4]. Και δεν Τον γνώριζαν αν και ήταν με φανάρια και δάδες και είχαν και τον Ιούδα μαζί τους.

Έπειτα όταν Του είπαν ότι ζητούν τον Ιησού, λέγει «ἐγώ εἰμι (:Εγώ είμαι αυτός που ζητάτε)»[Ιω. 18,5] και εδώ πάλι προσθέτει «ἑταῖρε, ἐφ᾿ ᾧ πάρει;(:φίλε, άφησε το φίλημα και κάνε αυτό για το οποίο ήλθες και βρίσκεσαι τώρα εδώ)»[Ματθ. 25,50]. Διότι αφού έδειξε την δύναμη Του, τον συγχώρησε. Ο Λουκάς μάλιστα λέει ότι και μέχρι αυτή την ώρα προσπαθεί να τον διορθώσει λέγοντας «ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῷ· Ἰούδα, φιλήματι τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου παραδίδως;(:Ιούδα, με φίλημα, που ως τώρα ήταν δείγμα της αγάπης μας, προδίδεις Αυτόν που είναι ο μοναδικός εκπρόσωπος του ανθρώπινου γένους και ο αναμενόμενος Μεσσίας σύμφωνα με τους προφήτες;)»[Λουκά 22,48]. «Ούτε τον τρόπο της προδοσίας δεν ντρέπεσαι», λέει. Αλλά επειδή ούτε αυτό δεν τον εμπόδισε, καταδέχθηκε και να φιληθεί, και παρέδωσε θεληματικά τον εαυτό Του και Τον συνέλαβαν και τον κράτησαν κατά την νύκτα εκείνη κατά την οποία έφαγαν το πασχαλινό δείπνο· τόσο πολύ έβραζαν και ήταν κυριευμένοι από μανία. Αλλά όμως τίποτε δεν θα μπορούσαν να κάνουν εάν δεν τους το επέτρεπε Εκείνος.

Τούτο όμως δεν απαλλάσσει τον Ιούδα από την ανυπόφορη κόλαση, αντιθέτως μάλιστα τον καταδικάζει περισσότερο, διότι αν και είχε λάβει τόσο μεγάλη απόδειξη της δύναμης και της επιείκειας και της πραότητας του Διδασκάλου του, έγινε χειρότερος από κάθε θηρίο.

Γνωρίζοντας λοιπόν αυτά ας αποφύγουμε την πλεονεξία. Διότι εκείνη, ναι, εκείνη τον έκανε τότε τον Ιούδα να μαίνεται. Εκείνη προγυμνάζει όσους κυριεύσει, στην έσχατη σκληρότητα και απανθρωπιά. Διότι όταν τους κάνει να απογοητευθούν για την σωτηρία την δική τους, πολύ περισσότερο τους κάνει να παραβλέπουν την σωτηρία των άλλων. Και τόσο πολύ τυραννικό είναι το πάθος της πλεονεξίας, ώστε να υπερισχύει ενίοτε και αυτού του ισχυρότατου πάθους της πορνείας. Γι΄ αυτό και σκεπάζω το πρόσωπό μου από ντροπή, διότι πολλοί, επειδή λυπούνται τα χρήματα, δεν θέλησαν να ζήσουν σωφρόνως και με σεμνότητα για τον φόβο του Θεού. Γι΄ αυτό λοιπόν ας αποφεύγουμε το φοβερό αυτό πάθος της πλεονεξίας και αυτό είναι κάτι το οποίο δεν θα πάψω να σας το τονίζω διαρκώς.

«Καὶ ἰδοὺ εἷς τῶν μετὰ ᾿Ιησοῦ ἐκτείνας τὴν χεῖρα ἀπέσπασε τὴν μάχαιραν αὐτοῦ, καὶ πατάξας τὸν δοῦλον τοῦ ἀρχιερέως ἀφεῖλεν αὐτοῦ τὸ ὠτίον(:και ξαφνικά, ένας από εκείνους που ήταν μαζί με τον Ιησού άπλωσε το χέρι του και έβγαλε το μαχαίρι του. Και αφού χτύπησε τον δούλο του αρχιερέα, του έκοψε το αυτί) τότε λέγει αὐτῷ ὁ ᾿Ιησοῦς· ἀπόστρεψόν σου τὴν μάχαιραν εἰς τὸν τόπον αὐτῆς· πάντες γὰρ οἱ λαβόντες μάχαιραν ἐν μαχαίρᾳ ἀποθανοῦνται (:Τότε του είπε ο Ιησούς: ‘’Βάλε το μαχαίρι ξανά πίσω στη θήκη του˙ διότι όλοι όσοι πήραν μαχαίρι για να το χρησιμοποιήσουν εναντίον του συνανθρώπου τους, με μαχαίρι θα πεθάνουν’’)· ἢ δοκεῖς ὅτι οὐ δύναμαι ἄρτι παρακαλέσαι τὸν πατέρα μου, καὶ παραστήσει μοι πλείους ἢ δώδεκα λεγεῶνας ἀγγέλων; (:Ή νομίζεις ότι δεν μπορώ τώρα να παρακαλέσω τον Πατέρα μου και να παρατάξει στο πλευρό μου περισσότερες από δώδεκα λεγεώνες αγγέλων;)· πῶς οὖν πληρωθῶσιν αἱ γραφαὶ ὅτι οὕτω δεῖ γενέσθαι;(:Αλλά εάν ζητήσω τη βοήθεια των αγγέλων, πώς λοιπόν θα εκπληρωθούν και θα επαληθευτούν οι προφητείες των Γραφών; Διότι αυτές λένε ότι έτσι πρέπει να γίνει και έτσι πρέπει ο Μεσσίας να θανατωθεί)»[Ματθ.26,51-54].

Ποιος ήταν αυτός ο ένας ο οποίος έκοψε το αυτί; Ο Ιωάννης λέει ότι ήταν ο Πέτρος: «Σίμων οὖν Πέτρος ἔχων μάχαιραν εἵλκυσεν αὐτήν, καὶ ἔπαισε τὸν τοῦ ἀρχιερέως δοῦλον καὶ ἀπέκοψεν αὐτοῦ τὸ ὠτίον τὸ δεξιόν· ἦν δὲ ὄνομα τῷ δούλῳ Μάλχος (:όταν λοιπόν εκείνοι πήραν θάρρος από τα λόγια αυτά του Ιησού και προχωρούσαν να τον συλλάβουν, ο Σίμων Πέτρος, ο οποίος συνέβη τη στιγμή εκείνη να έχει πάνω του ένα μαχαίρι, το έσυρε και χτύπησε με αυτό τον δούλο του αρχιερέα και του έκοψε το δεξί αυτί. Ο δούλος αυτός ονομαζόταν Μάλχος)»[Ιω.18,10],διότι αυτή ήταν ενέργεια της ιδιοσυγκρασίας του.

Εκείνο όμως που πρέπει να ερευνήσουμε είναι γιατί κρατούσαν μαχαίρια· διότι το ότι κρατούσαν φαίνεται όχι μόνο από εδώ, αλλά και από εκείνα που είπαν όταν ρωτήθηκαν, ότι δηλαδή είπαν τότε: «Κύριε, ἰδοὺ μάχαιραι ὧδε δύο (:Κύριε, να, εδώ υπάρχουν δύο μαχαίρια)»[Λουκά 22,38]. Γιατί όμως τους επέτρεψε ο Χριστός να έχουν; Διότι αυτό το αναφέρει ο Λουκάς, ότι «εἶπεν αὐτοῖς· ὅτε ἀπέστειλα ὑμᾶς ἄτερ βαλλαντίου καὶ πήρας καὶ ὑποδημάτων, μή τινος ὑστερήθητε; οἱ δὲ εἶπον· οὐθενός(:προαναγγέλλοντας στους μαθητές ότι στο μέλλον η πίστη όλων θα δοκιμαζόταν, τους είπε: ‘’Όταν στην πρώτη σας περιοδεία σάς έστειλα χωρίς χρήματα και χωρίς ταξιδιωτικό σάκο και υποδήματα, μήπως στερηθήκατε τίποτε;’’. Και αυτοί απάντησαν: ‘’Όχι, δεν στερηθήκαμε τίποτε’’)»[Λουκά 22,35] και όταν απάντησαν ότι δε στερήθηκαν τίποτε, τους είπε: «ἀλλὰ νῦν ὁ ἔχων βαλλάντιον ἀράτω, ὁμοίως καὶ πήραν, καὶ ὁ μὴ ἔχων πωλήσει τὸ ἱμάτιον αὐτοῦ καὶ ἀγοράσει μάχαιραν(:τώρα όμως τα πράγματα άλλαξαν. Και πρέπει να οπλιστείτε με σύνεση και να έχετε πάντοτε στο νου σας ότι περικυκλώνεστε από εχθρούς. Τώρα εκείνος που έχει πορτοφόλι ας το πάρει μαζί του, για να έχει χρήματα να αγοράσει τα αναγκαία για τη συντήρησή του. Το ίδιο ας κάνει κι αυτός που έχει σάκο˙ ας τον πάρει μαζί του γεμάτο με τρόφιμα. Δεν θα βρείτε πλέον την πρόθυμη φιλοξενία και υποδοχή που συναντήσατε στην πρώτη περιοδεία σας. Κι εκείνος που δεν έχει μαχαίρι, ας πουλήσει και το ίδιο το ρούχο του κι ας αγοράσει. Δεν θέλω να πω με αυτό ότι σας επιτρέπω να αντιτάσσετε βία στη βία˙ ούτε ότι έχετε δικαίωμα με το μαχαίρι να επιδιώξετε τη διάδοση του Ευαγγελίου. Απλώς με ζωηρή εικόνα θέλω να σας παραστήσω ότι ο καιρός αυτός είναι καιρός διωγμού και ότι θα αντιμετωπίσετε θανατηφόρες επιβουλές και εχθρότητες)» [Λουκά, 22,36]. Και όταν Του απάντησαν ότι «Κύριε, ἰδοὺ μάχαιραι ὧδε δύο (:Κύριε, να, εδώ υπάρχουν δύο μαχαίρια)»[Λουκά 22,38]», τους είπε: «ἱκανόν ἐστι(:Δεν καταλαβαίνετε τι σας λέω. Φτάνει λοιπόν. Ας μην εκτεινόμαστε σε περισσότερη συζήτηση)»[Λουκά, 22,38].

Γιατί λοιπόν τους επέτρεψε να έχουν; Για να τους βεβαιώσει ότι θα παραδοθεί. Και γι΄ αυτό τους λέει «εκείνος που δεν έχει μαχαίρι, ας αγοράσει», όχι για να οπλιστούν, αλίμονο, αλλά θέλοντας με αυτό να φανερώσει την επικείμενη παράδοσή Του. Και γιατί τους λέει να έχουν και σάκο; Τους συνήθιζε να είναι ψύχραιμοι και να αγρυπνούν και να είναι πλέον έτοιμοι να καταβάλλουν πολλή και δική τους προσπάθεια. Διότι στην αρχή μεν επειδή ήταν άπειροι, τους περιέβαλλε με πολλή δύναμη, τώρα όμως, σαν μικρά πτηνά που τα έβγαλε από την φωλιά, τους προτρέπει να χρησιμοποιήσουν και τα δικά τους φτερά.

Έπειτα για να μην νομίζουν ότι από αδυναμία τους αφήνει, τους προτρέπει και αυτούς να κάνουν ό,τι μπορούν, τους υπενθυμίζει τα προηγούμενα, λέγοντας: «ὅτε ἀπέστειλα ὑμᾶς ἄτερ βαλλαντίου καὶ πήρας καὶ ὑποδημάτων, μή τινος ὑστερήθητε;(: όταν στην πρώτη σας περιοδεία σάς έστειλα χωρίς χρήματα και χωρίς ταξιδιωτικό σάκο και υποδήματα, μήπως στερηθήκατε τίποτε;)»[Λουκ.22,35]. Με αυτόν τον λόγο θέλει να μάθουν τη δύναμη Του και σε αυτά στα οποία ήταν επικεφαλής, και σε αυτά τώρα που τους εγκαταλείπει σιγά-σιγά.

Αλλά πού βρέθηκαν εκεί μαχαίρια; Από δείπνο και από τράπεζα είχαν εξέλθει. Ήταν φυσικό να υπάρχουν και μαχαίρια εκεί για το αρνί, κι έτσι αυτοί, όταν άκουσαν ότι θα έλθουν κάποιοι εναντίον Του, τα πήραν ως βοηθητικά για να πολεμήσουν υπέρ του Διδασκάλου· πράγμα το οποίο αποτελεί δική τους μόνο σκέψη. Γι’ αυτό και επικρίνεται ο Πέτρος, ο οποίος το χρησιμοποίησε και μάλιστα με μεγάλη απειλή. Διότι απέκρουσε τον υπηρέτη όταν ήρθε με ορμή, αλλά όχι για υπερασπιστεί τον εαυτό του, αλλά το έκανε αυτό χάριν του Διδασκάλου.

Αλλά δεν άφησε ο Χριστός να γίνει καμία βλάβη. Διότι τον θεράπευσε και έκανε μεγάλο θαύμα, το οποίο ήταν αρκετό να φανερώσει και την δική Του επιείκεια και δύναμη και του μαθητή την αγάπη και την ηπιότητα, αφού και εκείνο το έκανε από στοργή και σε αυτό έδειξε πειθαρχία. Διότι όταν άκουσε «εἶπεν οὖν ὁ Ἰησοῦς τῷ Πέτρῳ· βάλε τὴν μάχαιραν εἰς τὴν θήκην· τὸ ποτήριον ὃ δέδωκέ μοι ὁ πατήρ, οὐ μὴ πίω αὐτό;(:αμέσως λοιπόν μετά από το συμβάν αυτό, είπε ο Ιησούς στον Πέτρο: ‘’Βάλε το μαχαίρι στη θήκη του. Θέλεις να μην πιω το ποτήρι του Πάθους μου, που μου έδωσε ο Πατέρας μου να πιω, και να το αποφύγω, παρακούοντας έτσι τον Πατέρα μου;’’)»[Ιω. 18,11], αμέσως πείστηκε και μετά από αυτό δεν το επανέλαβε πουθενά.

Άλλος μάλιστα ευαγγελιστής, ο Λουκάς, λέει ότι εκείνοι που ήταν γύρω από τον Ιησού και είδαν αυτό που γινόταν, ότι δηλαδή σκόπευαν να Τον συλλάβουν και να Τον πάρουν μαζί τους, Τον ρώτησαν: «Κύριε, εἰ πατάξομεν ἐν μαχαίρᾳ; (: ‘’Κύριε, μας επιτρέπεις να τους χτυπήσουμε με μαχαίρι;’’)» [Λουκά 22,49], Εκείνος τους εμπόδισε και θεράπευσε τον δούλο[«ἐᾶτε ἕως τούτου· καὶ ἁψάμενος τοῦ ὠτίου αὐτοῦ ἰάσατο αὐτόν(: ’’Αφήστε. Φτάνει, έως εδώ. Μην αντιστέκεστε περισσότερο’’. Ύστερα άγγιξε το αυτί του δούλου και τον θεράπευσε)»] και επέκρινε τον μαθητή και τον απείλησε για να τον πείσει, λέγοντας : «ἀπόστρεψόν σου τὴν μάχαιραν εἰς τὸν τόπον αὐτῆς· πάντες γὰρ οἱ λαβόντες μάχαιραν ἐν μαχαίρᾳ ἀποθανοῦνται(:τότε του είπε ο Ιησούς: ‘’Βάλε το μαχαίρι ξανά πίσω στη θήκη του˙ διότι όλοι όσοι πήραν μαχαίρι για να το χρησιμοποιήσουν εναντίον του συνανθρώπου τους, με μαχαίρι θα πεθάνουν’’)». Και πρόσθεσε και τον εξής συλλογισμό «ἢ δοκεῖς ὅτι οὐ δύναμαι ἄρτι παρακαλέσαι τὸν πατέρα μου, καὶ παραστήσει μοι πλείους ἢ δώδεκα λεγεῶνας ἀγγέλων;(:ή νομίζεις ότι δεν μπορώ τώρα να παρακαλέσω τον Πατέρα μου και να παρατάξει στο πλευρό μου περισσότερες από δώδεκα λεγεώνες αγγέλων;) πῶς οὖν πληρωθῶσιν αἱ γραφαὶ ὅτι οὕτω δεῖ γενέσθαι; (: αλλά, εάν ζητήσω τη βοήθεια των αγγέλων, πώς λοιπόν θα εκπληρωθούν και θα επαληθευθούν οι προφητείες των Γραφών; Διότι αυτές λένε ότι έτσι πρέπει να γίνει κι έτσι πρέπει ο Μεσσίας να θανατωθεί)»[Ματθ.26,52-53].

Με αυτά καταπράυνε τον θυμό τους, δείχνοντας ότι αυτό είναι σύμφωνο και με τις Γραφές. Γι’ αυτό και προσευχήθηκε εκεί για να αντιμετωπίσουν το γεγονός με πραότητα, αφού πληροφορήθηκαν ότι αυτό γίνεται με τη σύμφωνη γνώμη του Θεού. Και με τα δύο αυτά τους παρηγόρησε, και με την επικείμενη τιμωρία εκείνων που μελετούν το κακό, διότι «όλοι όσοι πήραν μαχαίρι για να το χρησιμοποιήσουν εναντίον του συνανθρώπου τους» είπε, «με μαχαίρι θα πεθάνουν)» και με το ότι δεν τα υφίσταται αυτά χωρίς την θέληση Του· διότι λέει: «Ή νομίζεις ότι δεν μπορώ τώρα να παρακαλέσω τον Πατέρα μου και να παρατάξει στο πλευρό μου περισσότερες από δώδεκα λεγεώνες αγγέλων;)».

Και γιατί δεν είπε «ή νομίζετε ότι δεν μπορώ εγώ να τους αφανίσω όλους;». Διότι λέγοντας αυτό, γινόταν μάλιστα πιο πιστευτός, διότι δεν είχαν ακόμη την γνώμη που έπρεπε περί Αυτού. Άλλωστε και πριν από λίγο είχε πει ότι «περίλυπός ἐστιν ἡ ψυχή μου ἕως θανάτου(:η ψυχή μου είναι τόσο πολύ λυπημένη, ώστε να κινδυνεύω να πεθάνω απ’ τη λύπη)»[Ματθ. 26,38] και «πάτερ μου, εἰ δυνατόν ἐστι, παρελθέτω ἀπ᾿ ἐμοῦ τὸ ποτήριον τοῦτο(:Πατέρα μου, ας φύγει από μένα το ποτήρι αυτό του μαρτυρικού θανάτου, εάν είναι δυνατόν να συμβιβαστεί αυτό με το σχέδιό Σου για τη σωτηρία των ανθρώπων)»[Ματθ.26,39] και φάνηκε να αγωνιά και να ιδρώνει και να ενισχύεται από τον άγγελο. Επειδή λοιπόν είχε δείξει πολλά ανθρώπινα χαρακτηριστικά, δεν θα φαίνονταν ότι λέγει πράγματα πιστευτά, εάν βεβαίως έλεγε: «νομίζετε ότι δεν μπορώ να τους αφανίσω;».

Γι΄ αυτό και λέει στον Πέτρο: «Ή νομίζεις ότι δεν μπορώ τώρα να παρακαλέσω τον Πατέρα μου και να παρατάξει στο πλευρό μου περισσότερες από δώδεκα λεγεώνες αγγέλων;». Και αυτό πάλι το αναφέρει με μετριοφροσύνη, όταν λέει: «καὶ παραστήσει μοι πλείους ἢ δώδεκα λεγεῶνας ἀγγέλων(:και να παρατάξει στο πλευρό μου περισσότερες από δώδεκα λεγεώνες αγγέλων)». Διότι εάν ένας άγγελος και μόνο φόνευσε κάποτε εκατόν ογδόντα πέντε χιλιάδες οπλισμένους Ασσυρίους: «Καὶ ἐγένετο ἕως νυκτὸς καὶ ἐξῆλθεν ἄγγελος Κυρίου καὶ ἐπάταξεν ἐν τῇ παρεμβολῇ Ἀσσυρίων ἑκατὸν ὀγδοηκονταπέντε χιλιάδας· καὶ ὤρθρισαν τὸ πρωΐ, καὶ ἰδοὺ πάντες σώματα νεκρά(: Και έτσι ακριβώς και έγινε, διότι κατά τη νύκτα εκείνη εξήλθε από τον Θεό τιμωρός άγγελος, ο οποίος θανάτωσε από το στρατόπεδο των Ασσυρίων εκατόν ογδόντα πέντε χιλιάδες άντρες. Οι υπόλοιποι ξύπνησαν το πρωί και είδαν όλα τα νεκρά σώματα)» [Δ΄Βασιλ. 19,35], γιατί να χρειάζονταν δώδεκα λεγεώνες για χίλιους μόλις ανθρώπους; Το κάνει όμως αυτό προσαρμόζοντας τον λόγο Του στον φόβο και τις αδυναμίες τους, διότι διαφορετικά θα πέθαιναν από τον φόβο.

Γι’ αυτό προβάλλει και τις Γραφές λέγοντας «πῶς οὖν πληρωθῶσιν αἱ γραφαὶ ὅτι οὕτω δεῖ γενέσθαι;(:αλλά, εάν ζητήσω τη βοήθεια των αγγέλων, πώς λοιπόν θα εκπληρωθούν και θα επαληθευθούν οι προφητείες των Γραφών; Διότι αυτές λένε ότι έτσι πρέπει να γίνει κι έτσι πρέπει ο Μεσσίας να θανατωθεί)», φοβίζοντας αυτούς και με αυτό. Διότι «εάν αυτό είναι σύμφωνο με εκείνες, εσείς γιατί εναντιώνεστε πολεμώντας να το αποτρέψετε;».

Και προς μεν τους μαθητές Του αυτά είπε. Προς εκείνους όμως που είχαν έρθει για να Τον συλλάβουν, λέει: «᾿Εν ἐκείνῃ τῇ ὥρᾳ εἶπεν ὁ ᾿Ιησοῦς τοῖς ὄχλοις· ὡς ἐπὶ λῃστὴν ἐξήλθετε μετὰ μαχαιρῶν καὶ ξύλων συλλαβεῖν με· καθ᾿ ἡμέραν πρὸς ὑμᾶς ἐκαθεζόμην διδάσκων ἐν τῷ ἱερῷ, καὶ οὐκ ἐκρατήσατέ με(:εκείνη την ώρα στράφηκε ο Ιησούς προς τους όχλους και τους είπε: ‘’Σαν να ήμουν ληστής, βγήκατε με μαχαίρια και με ρόπαλα να με πιάσετε. Κάθε μέρα καθόμουν κοντά σας διδάσκοντας μέσα στο ιερό και δεν με συλλάβατε’’)»[Ματθ.26,55].Κοίταξε πόσα κάνει τα οποία μπορεί να τους συνεφέρουν ώστε να μετανοήσουν και να μη χάσουν την ψυχή τους: τους έριξε κάτω υπτίους, θεράπευσε το αυτί του υπηρέτη, τους απείλησε με σφαγή όταν τους είπε ότι «όλοι όσοι πήραν μαχαίρι για να το χρησιμοποιήσουν εναντίον του συνανθρώπου τους, με μαχαίρι θα πεθάνουν», με την θεραπεία του αυτιού τα βεβαίωσε αυτά, από παντού με τα παρόντα και με τα μέλλοντα εμφανίζει τη δύναμη Του και δείχνει ότι η σύλληψη Του δεν ήταν έργο της δικής τους δύναμης.

Γι΄ αυτό και προσθέτει «Κάθε μέρα καθόμουν κοντά σας διδάσκοντας μέσα στο ιερό και δεν με συλλάβατε» και με αυτό δηλώνει ότι η σύλληψη Του ήταν αποτέλεσμα της δικής Του παραχώρησης. Παρασιωπώντας τα θαύματα αναφέρει την διδασκαλία, για να μην δώσει την εντύπωση ότι καυχιέται. «Όταν δίδασκα δεν με συλλάβατε, τώρα που σιώπησα ήρθατε εναντίον μου; Ήμουν στο ιερό και κανείς δεν με συνέλαβε, τώρα όμως τόσο αργά και μέσα στην νύχτα ήρθατε με μαχαίρια και ξύλα; Τι χρειάζονται αυτά τα όπλα εναντίον Εκείνου που ήταν συνεχώς μαζί σας;». Με αυτά διδάσκει ότι εάν δεν παραδιδόταν με την θέλησή Του, ούτε τότε θα μπορούσαν να Τον συλλάβουν. Ούτε ήταν δυνατό εκείνοι που δεν μπόρεσαν να συλλάβουν Αυτόν που ήταν καθημερινά μέσα στα χέρια τους και να Τον πάρουν από το μέσο και να υπερισχύσουν, και τώρα να μπορέσουν να το κάνουν αυτό, εάν Εκείνος δεν το ήθελε.

Έπειτα λύνει και την απορία, γιατί τότε θέλησε. Διότι «τοῦτο δὲ ὅλον γέγονεν ἵνα πληρωθῶσιν αἱ γραφαὶ τῶν προφητῶν(:όμως όλο αυτό έγινε για να εκπληρωθούν και να επαληθευτούν όσα προφητικώς έγραψαν οι προφήτες)». Είδες με ποιο τρόπο ακόμα και την τελευταία στιγμή, ακόμα και κατά την παράδοση Του, έκανε τα πάντα για την διόρθωση εκείνων, θεραπεύοντας, προφητεύοντας, απειλώντας (διότι λέει: «με μαχαίρι θα πεθάνουν κι αυτοί») δείχνοντας ότι υποφέρει με την θέληση Του (διότι λέει: «κάθε μέρα ήμουν μαζί σας διδάσκοντας»), δείχνοντας την συμμόρφωσή Του προς το θέλημα του Πατρός Του, με το «για να εκπληρωθούν και να επαληθευτούν όσα προφητικώς έγραψαν οι προφήτες».

Γιατί όμως δεν Τον συνέλαβαν όταν ήταν στο ιερό; Διότι δεν τολμούσαν στο ιερό εξαιτίας του όχλου. Γι’ αυτό εξήλθε έξω, δίνοντας την ευκαιρία σε αυτούς και με τον τόπο και με τον καιρό, και μέχρι τελευταίας στιγμής ανατρέποντας τις δικαιολογίες τους· διότι Αυτός ο οποίος για να πειθαρχήσει στους προφήτες, παραδίδει και τον εαυτό Του, πώς θα δίδασκε τα αντίθετα;

«Τότε οἱ μαθηταὶ πάντες ἀφέντες αὐτὸν ἔφυγον(:τότε όλοι οι μαθητές Τον άφησαν κι έφυγαν)»[Ματθ.26,56]· διότι όταν μεν συνελήφθη έμειναν κοντά Του, όταν όμως είπε αυτά προς το πλήθος, έφυγαν, διότι είδαν ότι δεν υπήρχε δυνατότητα να διαφύγει, αφού με την θέληση Του παρέδωσε σε αυτούς τον εαυτό Του και έλεγε ότι αυτό γίνεται σύμφωνα με τις Γραφές.



ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,

επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος



ΠΗΓΕΣ:


· Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, ομιλία ΠΓ΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1979, τόμος 12, σελίδες 231-255.

· Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 69, ομιλία ΠΓ΄,σελ. 101-103.

· Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.

· Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.

· Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.

· Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016



· http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm


2. Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ

ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΚΡΙΣΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΑΪΑΦΑ

[Υπομνηματισμός των εδαφίων Ματθ. 26, 57 – 68]

Οι μαθητές λοιπόν αναχώρησαν. «Οἱ δὲ κρατήσαντες τὸν ᾿Ιησοῦν ἀπήγαγον πρὸς Καϊάφαν τὸν ἀρχιερέα, ὅπου οἱ γραμματεῖς καὶ οἱ πρεσβύτεροι συνήχθησαν(:και αυτοί αφού συνέλαβαν τον Ιησού, Τον έφεραν στον Καϊάφα τον αρχιερέα, όπου συγκεντρώθηκαν οι γραμματείς και οι πρεσβύτεροι)·ὁ δὲ Πέτρος ἠκολούθει αὐτῷ ἀπὸ μακρόθεν ἕως τῆς αὐλῆς τοῦ ἀρχιερέως, καὶ εἰσελθὼν ἔσω ἐκάθητο μετὰ τῶν ὑπηρετῶν ἰδεῖν τὸ τέλος(:ο Πέτρος μάλιστα Τον ακολουθούσε από μακριά μέχρι το προαύλιο του μεγάρου του αρχιερέα. Κι αφού μπήκε στην εσωτερική αυλή, καθόταν εκεί μαζί με τους υπηρέτες, για να δει πώς θα τελείωνε η υπόθεση)»[Ματθ.26,57-58].

Μεγάλη η θερμότητα της ψυχής του Πέτρου· ούτε όταν είδε τους υπόλοιπους μαθητές του Κυρίου να φεύγουν, έφυγε, αλλά έμενε και εισήλθε στην εσωτερική αυλή του μεγάρου του αρχιερέα μαζί με το πλήθος. Έμεινε βέβαια και ο Ιωάννης, αλλά εκείνος ήταν γνωστός στον αρχιερέα. Και γιατί πήγαν τον Κύριο εκεί όπου ήταν συγκεντρωμένοι όλοι; Για να κάνουν τα πάντα με έγκριση των αρχιερέων, γιατί ο Καϊάφας ήταν τότε αρχιερέας και όλοι ήταν συγκεντρωμένοι εκεί και τον περίμεναν . Μετά την καταδικαστική απόφαση του Καϊάφα μάλιστα, διανυκτέρευσαν και αγρυπνούσαν για να περιμένουν να ξημερώσει για να Τον πάνε και στον ρωμαίο διοικητή· μάλιστα ούτε το πασχαλινό δείπνο, λέει το ιερό κείμενο, δεν έφαγαν, αλλά αγρυπνούσαν για να ξημερώσει γρήγορα και να οδηγήσουν τον Ιησού στον Πιλάτο, ώστε να Τον ανακρίνει και επίσημα να Τον καταδικάσει. Γιατί ο ευαγγελιστής Ιωάννης, αφού λέει ότι ήταν πρωί, προσθέτει: «Ἄγουσιν οὖν τὸν Ἰησοῦν ἀπὸ τοῦ Καϊάφα εἰς τὸ πραιτώριον· ἦν δὲ πρωΐ· καὶ αὐτοὶ οὐκ εἰσῆλθον εἰς τὸ πραιτώριον, ἵνα μὴ μιανθῶσιν, ἀλλ᾿ ἵνα φάγωσι τὸ πάσχα (:αφού οι αρχιερείς και το συνέδριο καταδίκασαν σε θάνατο τον Ιησού, τον έφεραν δεμένο από το αρχιερατικό ανάκτορο του Καϊάφα στο διοικητήριο όπου έμενε και δίκαζε ο Ρωμαίος διοικητής. Ήταν τότε πρωί και αυτοί δεν μπήκαν στο πραιτόριο για να μη μολυνθούν από το ειδωλολατρικό ανάκτορο, αλλά να είναι καθαροί για να φάνε το βράδυ το δείπνο του Πάσχα)»[Ιω. 18,28] .

Τι μπορεί να πει κανείς; Ότι έφαγαν άλλη μέρα και κατέλυσαν τον νόμο, εξαιτίας της επιθυμίας τους για την σφαγή αυτή. Γιατί ούτε ο Χριστός δεν παρέβη τον χρόνο του Πάσχα, παρά μόνο εκείνοι οι οποίοι τολμούσαν τα πάντα και καταπατούσαν κατά μυριάδες τους νόμους. Ο λόγος ήταν ότι, επειδή έβραζαν πάρα πολύ από τον θυμό και είχαν επιχειρήσει πολλές φορές να Τον σφαγιάσουν και δεν το κατόρθωσαν, τότε που Τον συνέλαβαν απροσδόκητα προτίμησαν να εγκαταλείψουν και το πασχαλινό δείπνο ακόμη, προκειμένου να ικανοποιήσουν την φονική τους επιθυμία. Γι’ αυτό και συγκεντρώθηκαν όλοι και έγιναν συνεδρία μολυσματική, και έψαξαν και για ψευδομάρτυρες, επειδή ήθελαν να προσδώσουν κάποια νομιμοφάνεια στην σκευωρία αυτή του δικαστηρίου. Γιατί οι μαρτυρικές καταθέσεις δεν ήταν όσες χρειάζονταν, λέει˙ τόσο προσποιητό ήταν το δικαστήριο και όλα γεμάτα θόρυβο και ταραχή.

Λέει ο ευαγγελιστής Ματθαίος: «Οἱ δὲ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ πρεσβύτεροι καὶ τὸ συνέδριον ὅλον ἐζήτουν ψευδομαρτυρίαν κατὰ τοῦ ᾿Ιησοῦ ὅπως θανατώσωσιν αὐτόν(:στο μεταξύ οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι και όλα τα μέλη του συνεδρίου, επειδή ήταν αδύνατο να βρουν αληθινή μαρτυρία εναντίον του Ιησού, ζητούσαν ψευδομαρτυρία εναντίον Του για να Τον καταδικάσουν σε θάνατο)καὶ οὐχ εὗρον· καὶ πολλῶν ψευδομαρτύρων προσελθόντων, οὐχ εὗρον(:και δεν βρήκαν. Κι ενώ ήλθαν πολλοί ψευδομάρτυρες για εξέταση, δεν βρήκαν καμία)»[Ματθ.26,59-60]. Και συμπληρώνει ο ευαγγελιστής Μάρκος: «πολλοὶ γὰρ ἐψευδομαρτύρουν κατ᾿ αὐτοῦ, καὶ ἴσαι αἱ μαρτυρίαι οὐκ ἦσαν(:Και δεν έβρισκαν ενοχοποιητική μαρτυρία, διότι πολλοί κατέθεταν ψεύτικες μαρτυρίες εναντίον Του, αλλά οι μαρτυρίες αυτές δεν ήταν σύμφωνες μεταξύ τους)»[Μάρκ.14,56].

«Ὓστερον δὲ προσελθόντες δύο ψευδομάρτυρες εἶπον(:ύστερα λοιπόν από πολλά, παρουσιάστηκαν μπροστά στο δικαστήριο δύο ψευδομάρτυρες και είπαν:)·οὗτος ἔφη, δύναμαι καταλῦσαι τὸν ναὸν τοῦ Θεοῦ καὶ διὰ τριῶν ἡμερῶν οἰκοδομῆσαι αὐτόν(: ‘’Αυτός είπε: ‘’Μπορώ να γκρεμίσω τον ναό του Θεού και μέσα σε τρεις ημέρες να τον ξανακτίσω’’)»[Ματθ.26,61]. Και πράγματι ο Κύριος είχε πει «σε τρεις μέρες», αλλά δεν είχε πει «γκρεμίζω», αλλά «γκρεμίστε» και δεν το είπε για εκείνο τον ναό, αλλά για το δικό Του σώμα[πρβ. Ιω,2,18-22: «ἀπεκρίθησαν οὖν οἱ ᾿Ιουδαῖοι καὶ εἶπον αὐτῷ· τί σημεῖον δεικνύεις ἡμῖν ὅτι ταῦτα ποιεῖς;(:ύστερα λοιπόν από την εκδίωξη των εμπόρων από το ιερό, πήραν τον λόγο οι Ιουδαίοι και Του είπαν: ‘’Ποιο σημείο έχεις να μας δείξεις που να αποδεικνύει και να επιβεβαιώνει ότι έχεις πράγματι την εξουσία να τα κάνεις αυτά;’’) ἀπεκρίθη ᾿Ιησοῦς καὶ εἶπεν αὐτοῖς· λύσατε τὸν ναὸν τοῦτον, καὶ ἐν τρισὶν ἡμέραις ἐγερῶ αὐτόν(:τότε ο Ιησούς τούς αποκρίθηκε: ‘’Γκρεμίστε τον ναό αυτό και σε τρεις ημέρες θα τον ξαναχτίσω μόνο με τη δύναμή μου· διότι θα αναστηθώ από τον τάφο ως ζωντανός ναός του Θεού και αθάνατη κεφαλή της Εκκλησίας μου. Και η Εκκλησία μου αυτή θα αντικαταστήσει για πάντα τον ναό σας, που θα καταστραφεί).εἶπον οὖν οἱ ᾿Ιουδαῖοι· τεσσαράκοντα καὶ ἓξ ἔτεσιν ᾠκοδομήθη ὁ ναὸς οὗτος, καὶ σὺ ἐν τρισὶν ἡμέραις ἐγερεῖς αὐτόν;(: είπαν λοιπόν οι Ιουδαίοι: ‘’Σαράντα έξι χρόνια χρειάστηκαν για να κτιστεί ο ναός αυτός, κι εσύ θα τον κτίσεις μέσα σε τρεις ημέρες;’’). ἐκεῖνος δὲ ἔλεγε περὶ τοῦ ναοῦ τοῦ σώματος αὐτοῦ(:Εκείνος όμως εννοούσε τον ασυγκρίτως λαμπρότερο και αγιότερο ναό του σώματός Του. Και βεβαίωνε έτσι προφητικά ότι μετά τον σταυρικό θάνατό Του θα ανέσταινε τον ναό αυτό του σώματός Του από τον τάφο). ὅτε οὖν ἠγέρθη ἐκ νεκρῶν, ἐμνήσθησαν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ὅτι τοῦτο ἔλεγε, καὶ ἐπίστευσαν τῇ γραφῇ καὶ τῷ λόγῳ ᾧ εἶπεν ὁ ᾿Ιησοῦς(:Όταν λοιπόν αναστήθηκε από τους νεκρούς, θυμήθηκαν οι μαθητές Του ότι στην περίσταση αυτή αυτό εννοούσε. Και ενισχύθηκε η πίστη τους τόσο στην Αγία Γραφή, όπου είχε προφητευτεί η Ανάσταση, όσο και στον λόγο που είπε ο Ιησούς)»].

Τι κάνει λοιπόν ο αρχιερέας; Επειδή ήθελε να Τον παρακαλέσει να απολογηθεί, για να Τον πιάσει από αυτά που θα πει λέει «οὐδὲν ἀποκρίνῃ; τί οὗτοί σου καταμαρτυροῦσιν; ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς ἐσιώπα(:Ο αρχιερέας τότε σηκώθηκε όρθιος και του είπε: ‘’Δεν έχεις να αποκριθείς τίποτε; Τι είναι αυτά που σε κατηγορούν αυτοί;’’. Ο Ιησούς όμως σιωπούσε)», επειδή η απολογία ήταν ανώφελη, αφού κανείς δεν άκουγε· διότι αυτό είχε τη μορφή μονάχα ενός δικαστηρίου, ενώ στην πραγματικότητα επρόκειτο για έφοδο ληστών, οι οποίοι σαν να έκαναν επίθεση σε κάποιο σπήλαιο και στον δρόμο ολότελα.

Γι΄ αυτό σιωπούσε. Ο Καϊάφας όμως επέμενε λέγοντας: «ἐξορκίζω σε κατὰ τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος ἵνα ἡμῖν εἴπῃς εἰ σὺ εἶ ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ(: ‘’Σε εξορκίζω στο όνομα του Θεού, ο οποίος ζει και τιμωρεί τους επίορκους, να μας πεις αν είσαι εσύ ο Χριστός, ο υιός του Θεού’’). λέγει αὐτῷ ὁ ᾿Ιησοῦς· σὺ εἶπας(:Του λέει ο Ιησούς: ‘’Το είπες εσύ ότι είμαι ο Χριστός, ο υιός του Θεού) · πλὴν λέγω ὑμῖν, ἀπ᾿ ἄρτι ὄψεσθε τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου καθήμενον ἐκ δεξιῶν τῆς δυνάμεως καὶ ἐρχόμενον ἐπὶ τῶν νεφελῶν τοῦ οὐρανοῦ(:αλλά όμως σας λέω ότι σύντομα θα δείτε τον υιό του ανθρώπου, τον Θεάνθρωπο Μεσσία, να κάθεται στα δεξιά του παντοδύναμου Θεού και να έρχεται πάνω στα σύννεφα του ουρανού ως ένδοξος Κριτής ’’). τότε ὁ ἀρχιερεὺς διέρρηξε τὰ ἱμάτια αὐτοῦ λέγων ὅτι ἐβλασφήμησε· τί ἔτι χρείαν ἔχομεν μαρτύρων; ἴδε νῦν ἠκούσατε τὴν βλασφημίαν αὐτοῦ(:τότε ο αρχιερέας, εκδηλώνοντας υποκριτικά την αγανάκτηση και αποδοκιμασία του εναντίον της φρικτής βλασφημίας που ακούστηκε, έσχισε τα ρούχα του, όπως ήταν η συνήθεια που επικρατούσε μεταξύ των Ιουδαίων, και είπε: ‘’Ο κατηγορούμενος βλασφήμησε)».

Αυτό μάλιστα το έκανε για να καταστήσει βαρύτερη την κατηγορία και για να τονίσει αυτό που ελέχθη με την ενέργεια του. Διότι επειδή αυτό που ελέχθη προκάλεσε φόβο στους ακροατές καθώς έκανε αναφορά στη μέλλουσα Κρίση, έκανε και εκείνος αυτό που έκαναν οι Ιουδαίοι και κατά την ομολογία του Στεφάνου, που έκλεισαν τα αυτιά τους: «κράξαντες δὲ φωνῇ μεγάλῃ συνέσχον τὰ ὦτα αὐτῶν καὶ ὥρμησαν ὁμοθυμαδὸν ἐπ᾿ αὐτόν (:Οι Ιουδαίοι όμως τότε έβγαλαν δυνατές κραυγές, έκλεισαν τα αυτιά τους για να μην ακούν τα λόγια του Στεφάνου, που τα θεωρούσαν βλάσφημα, και με μανιασμένη διάθεση όλοι μαζί όρμησαν καταπάνω του)»[Πράξ. 7,57].

Αν και ποια βλασφημία ήταν αυτή; Διότι και προηγουμένως είχε πει ενώ ήταν συγκεντρωμένοι: «εἶπεν ὁ Κύριος τῷ Κυρίῳ μου, κάθου ἐκ δεξιῶν μου ἕως ἂν θῶ τοὺς ἐχθρούς σου ὑποπόδιον τῶν ποδῶν σου;(:είπε ο Κύριος και Θεός στον Κύριό μου Χριστό: ‘’Κάθισε στον θρόνο μου στα δεξιά μου, ωσότου θέσω τους εχθρούς σου σαν υποστήριγμα που θα ακουμπούν και θα πατούν επάνω τα πόδια σου’’. Όμως οι παππούδες δεν ονομάζουν ποτέ ‘’κυρίους τους’’ τα εγγόνια τους και τα δισέγγονά τους. Ούτε στέκει ποτέ να προσφωνούν οι πρόγονοι τους απογόνους τους ‘’κυρίους’’)»[Ματθ. 22,44 και Ψαλμ. 109,1 αντίστοιχα], και ερμήνευσε αυτό που είπε και δεν τολμούσαν να πουν τίποτε, παρά σιώπησαν, και από την στιγμή εκείνη ποτέ δεν Του αντιμίλησαν. Πώς λοιπόν τώρα ονομάζουν «βλασφημία» αυτό το οποίο ελέχθη; Και γιατί άραγε ο Χριστός απάντησε έτσι; Για να αναιρέσει κάθε δικαιολογία τους, διότι μέχρι την τελευταία στιγμή δίδασκε ότι Αυτός είναι ο Χριστός και ότι κάθεται εκ δεξιών του Πάτερα και ότι θα έλθει και πάλι να κρίνει την οικουμένη, πράγμα το οποίο συμφωνούσε πολύ με την δήλωση Εκείνου.

Αφού λοιπόν ξέσχισε τα ενδύματα του ο Καϊάφας είπε: «τί ὑμῖν δοκεῖ;(:Τι γνώμη έχετε;’’)». Δεν εκδίδει την απόφαση μόνος του, αλλά την ζητάει από εκείνους, ως αυταπόδεικτη για τα ομολογημένα αμαρτήματα και φανερή βλασφημία. Διότι επειδή γνώριζαν ότι αν η υπόθεση έρθει σε διερεύνηση και λεπτομερή εξέταση, θα απαλλασσόταν ο Ιησούς από κάθε κατηγορία, Τον καταδικάζουν από μόνοι τους και προκαταλαμβάνουν τους ακροατές λέγοντας: «ἐβλασφήμησε· ἴδε νῦν ἠκούσατε τὴν βλασφημίαν αὐτοῦ(:‘’Ο κατηγορούμενος βλασφήμησε. Τι μας χρειάζονται πλέον μάρτυρες; Να, μόλις τώρα ακούσατε τη βλασφημία του’’)», σχεδόν εξαναγκάζοντας και εκβιάζοντάς τους να εκφέρουν την καταδικαστική τους απόφαση.

Τι αποφάσισαν λοιπόν εκείνοι; «ἔνοχος θανάτου ἐστί(:Είναι ένοχος εγκλήματος που τιμωρείται με θάνατο)»˙ ώστε αφού Τον συνέλαβαν ως υπόδικο, να προετοιμάσουν τον Πιλάτο να αποφασίσει κατά παρόμοιο τρόπο. Αυτό ακριβώς συναισθανόμενοι λέγουν «είναι ένοχος θανάτου». Οι ίδιοι κατηγορούν, οι ίδιοι δικάζουν, οι ίδιοι αποφασίζουν, οι ίδιοι γίνονται τότε τα πάντα. Πώς όμως δεν ανέφεραν όσα έκανε τα Σάββατα; Επειδή πολλές φορές τούς είχε αποστομώσει˙ αλλιώς και τότε από τα όσα έλεγε, ήθελαν να Τον συλλάβουν και να Τον καταδικάσουν. Αφού λοιπόν ο αρχιερέας Καϊάφας τούς προκατέβαλε και απέσπασε την απόφαση από αυτούς και κέρδισε τους πάντες με το να ξεσκίσει υποκριτικά τον χιτώνα του για την υποτιθέμενη βλασφημία που άκουσε, έκανε τα πάντα έτσι, ώστε να Τον οδηγήσει στον Πιλάτο ως υπόδικο.

Σε εκείνον όμως δεν αναφέρουν τίποτα τέτοιο, αλλά λένε: «εἰ μὴ ἦν οὗτος κακοποιός, οὐκ ἄν σοι παρεδώκαμεν αὐτόν (:εάν δεν ήταν κακοποιός και επικίνδυνος στην κοινωνία, δεν θα τον παραδίδαμε σε σένα)»[Ιω. 18,30] ˙ επιχειρούσαν δηλαδή να Τον φονεύσουν ως ένοχο πολιτικών εγκλημάτων. Και γιατί δεν Τον φόνευσαν κρυφά; Διότι ήθελαν να διαβάλλουν την φήμη Του. Επειδή πολλοί ήταν εκείνοι που Τον είχαν ακούσει, και Τον θαύμαζαν και εκπλήσσονταν, γι’ αυτό επιδίωξαν να σφαγεί δημόσια και ενώπιον όλων. Ο Χριστός όμως δεν τους εμπόδισε, αλλά αντιθέτως χρησιμοποίησε την πονηριά τους για να διακηρύξει την αλήθεια, με τρόπο ώστε να γίνει πασίγνωστος ο θάνατος Του.

Και εξελίχθηκαν αντίθετα από ό,τι ήθελαν. Διότι αυτοί μεν ήθελαν να Τον διαπομπεύσουν και με τον τρόπο αυτό να Τον καταντροπιάσουν. Εκείνος όμως και με αυτά προβάλλονταν περισσότερο. Και όπως έλεγαν: « ἐὰν ἀφῶμεν αὐτὸν οὕτω, πάντες πιστεύσουσιν εἰς αὐτόν, καὶ ἐλεύσονται οἱ Ῥωμαῖοι καὶ ἀροῦσιν ἡμῶν καὶ τὸν τόπον καὶ τὸ ἔθνος (:αν τον αφήσουμε ελεύθερο, όπως τον είχαμε μέχρι τώρα, όλοι θα πιστέψουν σε αυτόν ότι είναι ο Μεσσίας και είναι επόμενο να γίνει κάποια επανάσταση. Και τότε θα επέμβουν οι Ρωμαίοι και θα μας πάρουν και τον άγιο τόπο του ναού και θα καταλύσουν την ανεξαρτησία του έθνους μας)»[Ιω. 11,48], και όταν Τον φόνευσαν, συνέβη αυτό που φοβόντουσαν· έτσι και εδώ βιάζονταν να Τον σταυρώσουν δημόσια, για να μειώσουν το γόητρό Του, και συνέβη το αντίθετο. Διότι ότι είχαν την εξουσία να Τον φονεύσουν και μόνοι τους, άκουσε τι λέγει ο Πιλάτος: «λάβετε αὐτὸν ὑμεῖς καὶ σταυρώσατε· ἐγὼ γὰρ οὐχ εὑρίσκω ἐν αὐτῷ αἰτίαν (:Πάρτε τον εσείς και σταυρώστε τον. Διότι εγώ δεν του βρίσκω καμία ενοχή, καμία αιτία καταδίκης, και δεν μπορώ να τον σταυρώσω)»[Ιω. 19,6].

Δεν ήθελαν όμως, για να φανεί ότι φονεύθηκε ως παράνομος, ως τύραννος, ως στασιαστής. Γι΄ αυτό σταύρωσαν και ληστές μαζί Του˙ γι΄ αυτό και έλεγαν: «μὴ γράφε, ὁ βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων, ἀλλ᾿ ὅτι ἐκεῖνος εἶπε, βασιλεύς εἰμι τῶν Ἰουδαίων(:επειδή όμως οι αρχιερείς των Ιουδαίων θεωρούσαν προσβολή και ατίμωση γι’ αυτούς να λέγεται βασιλιάς τους ένας σταυρωμένος, διαμαρτύρονταν και έλεγαν στον Πιλάτο: Μη γράφεις ‘’Ο βασιλεύς των Ιουδαίων’’, αλλά γράψε ότι εκείνος είπε ‘’είμαι βασιλεύς των Ιουδαίων’’)» [Ιω. 19,21].

Όλα αυτά λοιπόν γίνονταν χάριν της αλήθειας, για να μην έχουν ούτε την παραμικρή δικαιολογία για την αναίσχυντη πράξη τους. Κατά τον ίδιο τρόπο και οι σφραγίδες του τάφου και οι φρουρές έκαναν ώστε να λάμψει περισσότερο η αλήθεια· και οι εμπαιγμοί και τα πειράγματα και οι ύβρεις το ίδιο επίσης έκαναν. Διότι τέτοια είναι η πλάνη ˙ διαλύεται με εκείνα ακριβώς που μηχανορραφεί. Έτσι λοιπόν συνέβη και εδώ. Διότι αυτοί που νόμιζαν ότι νίκησαν, αυτοί καταισχύνθηκαν περισσότερο και νικήθηκαν και χάθηκαν. Ενώ Εκείνος που νόμιζαν ότι ήταν ηττημένος, Εκείνος και έλαμψε περισσότερο και τους κατανίκησε.

«Τότε ἐνέπτυσαν εἰς τὸ πρόσωπον αὐτοῦ καὶ ἐκολάφισαν αὐτόν, οἱ δὲ ἐρράπισαν λέγοντες(:τότε Τον έφτυσαν στο πρόσωπο και Τον χτύπησαν στον αυχένα, και άλλοι Τον χαστούκισαν, λέγοντας:)·προφήτευσον ἡμῖν Χριστέ, τίς ἐστιν ὁ παίσας σε;(: ‘’Προφήτευσέ μας, Χριστέ, ποιος είναι εκείνος που σε χτύπησε;’’)»[Ματθ.26,68].

Γιατί τα έκαναν αυτά οι Ιουδαίοι αφού επρόκειτο να Τον φονεύσουν; Ποια ήταν η ανάγκη αυτής της διακωμωδήσεως; Για να μάθεις με όλα αυτά την αχαλίνωτη συμπεριφορά τους, και ότι επειδή Τον βρήκαν σαν θήραμα, έδειχναν με τον τρόπο αυτό την μεθυσμένη συμπεριφορά τους και ότι διακατέχονταν από μανία, και μετέτρεπαν την υπόθεση σε γιορτή, επιτιθέμενοι με ευχαρίστηση και εκδηλώνοντας την φονική τους διάθεση.

Εσύ επίσης κάνε μου την χάρη να θαυμάσεις την αντικειμενικότητα των μαθητών, με πόση ακρίβεια τα περιγράφουν τα γεγονότα αυτά στα ευαγγέλιά τους. Από αυτό αποδεικνύεται η αληθινή αγάπη τους, αφού εκείνα τα οποία θεωρούνται ότι είναι αξιοκατάκριτα, τα διηγούνται με κάθε αντικειμενικότητα, χωρίς να αποκρύπτουν τίποτε και χωρίς να ντρέπονται, αλλά και υψίστη τιμή θεωρούσαν, όπως και ήταν, το ότι ο Δεσπότης της οικουμένης ανέχονταν να υφίσταται τέτοια προς χάρη μας.

Αυτό και την δική Του ανέκφραστη πρόνοια φανέρωνε, αλλά και την ασυγχώρητη πονηρία εκείνων, οι οποίοι τολμούσαν αυτά σε βάρος Εκείνου, ο οποίος ήταν τόσο ήρεμος και πράος και έλεγε τέτοια λόγια, που ήταν ικανά να μεταβάλλουν λιοντάρι σε αρνί. Διότι ούτε και Εκείνος έπαψε καθόλου να είναι ήρεμος και πράος, ούτε αυτοί να υστερούν ούτε στιγμή σε ύβρη και σκληρότητα με όσα έκαναν και έλεγαν.

Αυτά όλα και ο προφήτης Ησαΐας τα προέλεγε, έτσι ακριβώς διακηρύσσοντας αυτά εκ των προτέρων, και εμφανίζοντας με μια φράση όλη αυτή την εξύβριση. Διότι έλεγε: «ὃν τρόπον ἐκστήσονται ἐπὶ σὲ πολλοὶ - οὕτως ἀδοξήσει ἀπὸ τῶν ἀνθρώπων τὸ εἶδός σου καὶ ἡ δόξα σου ἀπὸ υἱῶν ἀνθρώπων (:με τον τρόπο που θα απομακρυνθούν περιφρονητικά πολλοί από εσένα, έτσι θα εκλείψει η μορφή Σου μεταξύ των ανθρώπων και η λάμψη Σου μεταξύ των υιών των ανθρώπων)»[Ησ. 52,14]. Διότι τι θα μπορούσε να γίνει ισάξιο προς αυτό τον εξευτελισμό; Στο πρόσωπο Εκείνο, το οποίο σεβάστηκε η θάλασσα όταν το είδε, το οποίο όταν αντίκρισε επάνω στον σταυρό ο ήλιος απέκρυψε τις ακτίνες του, στο πρόσωπο Εκείνο έφτυναν και ράπιζαν και χτυπούσαν στο κεφάλι, γεμάτοι από κάθε αφθονία από την μανία τους.

Διότι Του κατάφεραν τα πιο υβριστικά από όλα τα πλήγματα, χτυπώντας στην παρειά και ραπίζοντάς Τον· και στα χτυπήματα αυτά πρόσθεταν και τον εξευτελισμό των εμπτυσμών. Επίσης και λόγια ξεστόμιζαν γεμάτα διακωμώδηση, λέγοντας «προφήτευσον ἡμῖν Χριστέ, τίς ἐστιν ὁ παίσας σε;(:‘’Προφήτευσέ μας, Χριστέ, ποιος είναι εκείνος που σε χτύπησε;’’)», επειδή ο όχλος Τον ονόμαζε προφήτη. Άλλος μάλιστα ευαγγελιστής αναφέρει ότι τα έκαναν αυτά αφού περιτύλιξαν το πρόσωπό Του με το ιμάτιο «καὶ περικαλύψαντες αὐτὸν ἔτυπτον αὐτοῦ τὸ πρόσωπον καὶ ἐπηρώτων αὐτὸν λέγοντες· προφήτευσον τίς ἐστιν ὁ παίσας σε;(:Κι αφού Του κάλυψαν τριγύρω το κεφάλι για να μη βλέπει, Του χτυπούσαν το πρόσωπο και τον ρωτούσαν: ‘’Προφήτευσε, ποιος είναι εκείνος που σε χτύπησε;’’)»[Λουκά 22,64], σαν να είχαν ανάμεσα τους κάποιο ατιμασμένο και τιποτένιο. Την μεθυσμένη μάλιστα αυτή συμπεριφορά δεν την έδειχναν μόνο οι ελεύθεροι, αλλά και οι δούλοι.

Αυτά ας τα διαβάζουμε συνεχώς, αυτά ας τα ακούμε όπως πρέπει, αυτά ας τα γράφουμε μέσα στον νου μας· διότι αυτά είναι τα ιερά και τα όσιά μας, τα μεγαλεία της πίστεώς μας. Σε αυτά εγώ στηρίζομαι πάρα πολύ και καυχιέμαι˙ όχι μόνο για τους μύριους νεκρούς τους οποίους ο Κύριος ανέστησε, αλλά και για τα παθήματα τα οποία υπέστη για τη δική μας τη σωτηρία.

Σε αυτά ο Παύλος επανέρχεται διαρκώς: στον σταυρό, στον θάνατο, στα πάθη, στις βλασφημίες, στις ύβρεις, στους εμπαιγμούς. Και άλλοτε μεν λέει: «τοίνυν ἐξερχώμεθα πρὸς αὐτὸν ἔξω τῆς παρεμβολῆς τὸν ὀνειδισμὸν αὐτοῦ φέροντες(:λοιπόν, ας βγούμε και εμείς κοντά Του έξω από το στρατόπεδο. Ας απομακρυνθούμε δηλαδή και ας κόψουμε κάθε σχέση με τον Ιουδαϊσμό και με τον κόσμο της αμαρτίας. Και ας πάρουμε επάνω μας τον ονειδισμό του Χριστού, έτοιμοι να περιφρονηθούμε γι΄Αυτόν, όπως ατιμάστηκε και περιφρονήθηκε Εκείνος)» [Εβρ. 13,13]· άλλοτε πάλι : «ἀφορῶντες εἰς τὸν τῆς πίστεως ἀρχηγὸν καὶ τελειωτὴν Ἰησοῦν, ὃς ἀντὶ τῆς προκειμένης αὐτῷ χαρᾶς ὑπέμεινε σταυρόν, αἰσχύνης καταφρονήσας, ἐν δεξιᾷ τε τοῦ θρόνου τοῦ Θεοῦ κεκάθικεν (: Και πουθενά αλλού ας μην στρέφουμε τα βλέμματά μας και την προσοχή μας παρά μόνο στον Ιησού, που είναι ο αρχηγός και θεμελιωτής της πίστεώς μας και μας τελειοποιεί σε αυτήν. Αυτός για τη χαρά που είχε μπροστά Του και θα δοκίμαζε όταν με το πάθημά Του θα έσωζε πολλούς, υπέμεινε σταυρικό θάνατο και περιφρόνησε την ντροπή και την ατίμωση του θανάτου Του. Γι' αυτό και έχει καθίσει τώρα στα δεξιά του θρόνου του Θεού)»[Εβρ.12,2].

ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,

επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος



ΠΗΓΕΣ:


· Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, ομιλίες ΠΔ΄ και ΠΕ΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1979, τόμος 12, σελίδες 253-263 και σελ.270-273 αντίστοιχα.

· Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 69, ομιλίες ΠΔ΄(κατ΄επιλογήν) και ΠΕ΄(κατ΄επιλογήν), σελίδες 116-121 και σελ. 125-127 αντίστοιχα.

· Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.

· Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.

· Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.

· Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016



· http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm


3. Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ

ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΡΝΗΣΗ ΚΑΙ ΤΗ ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ

[υπομνηματισμός των εδαφίων Ματθ.26,69-75]

«῾Ο δὲ Πέτρος ἔξω ἐκάθητο ἐν τῇ αὐλῇ· καὶ προσῆλθεν αὐτῷ μία παιδίσκη λέγουσα· καὶ σὺ ἦσθα μετὰ ᾿Ιησοῦ τοῦ Γαλιλαίου(:Ο Πέτρος στο μεταξύ καθόταν έξω στην αυλή. Κι εκεί τον πλησίασε μια μικρή υπηρέτρια και του είπε: ‘’Ήσουν κι εσύ μαζί με τον Ιησού τον Γαλιλαίο’’)· ὁ δὲ ἠρνήσατο ἔμπροσθεν αὐτῶν πάντων λέγων· οὐκ οἶδα τί λέγεις(:Αυτός όμως αρνήθηκε μπροστά σε όλους αυτούς και είπε: Δεν ξέρω τι λες)·ἐξελθόντα δὲ αὐτὸν εἰς τὸν πυλῶνα εἶδεν αὐτὸν ἄλλη καὶ λέγει αὐτοῖς· ἐκεῖ καὶ οὗτος ἦν μετὰ ᾿Ιησοῦ τοῦ Ναζωραίου(: και όταν βγήκε στην εξώπορτα και το προαύλιο, τον είδε μια άλλη και είπε σε αυτούς που ήταν μαζεμένοι:’’ Ήταν κι αυτός εκεί, μαζί με τον Ιησού τον Ναζωραίο’’)·καὶ πάλιν ἠρνήσατο μεθ᾿ ὅρκου ὅτι οὐκ οἶδα τὸν ἄνθρωπον(:και πάλι ο Πέτρος αρνήθηκε με όρκο λέγοντας: ‘’Δεν τον γνωρίζω αυτόν τον άνθρωπο’’)·μετὰ μικρὸν δὲ προσελθόντες οἱ ἑστῶτες εἶπον τῷ Πέτρῳ· ἀληθῶς καὶ σὺ ἐξ αὐτῶν εἶ· καὶ γὰρ ἡ λαλιά σου δῆλόν σε ποιεῖ(:Ύστερα πάλι από λίγο πλησίασαν εκείνοι που στέκονταν εκεί και είπαν στον Πέτρο: ‘’Ασφαλώς κι εσύ από αυτούς είσαι· γιατί και η προφορά της ομιλίας σου σε προδίδει και σε αποκαλύπτει)·τότε ἤρξατο καταναθεματίζειν καὶ ὀμνύειν ὅτι οὐκ οἶδα τὸν ἄνθρωπον. καὶ εὐθέως ἀλέκτωρ ἐφώνησε(:Τότε εκείνος άρχισε να καταριέται τον εαυτό του και να ορκίζεται λέγοντας:’’Δεν τον ξέρω τον άνθρωπο’’. Και αμέσως λάλησε ο πετεινός). Καὶ ἐμνήσθη ὁ Πέτρος τοῦ ρήματος ᾿Ιησοῦ εἰρηκότος αὐτῷ ὅτι πρὶν ἀλέκτορα φωνῆσαι τρὶς ἀπαρνήσῃ με· καὶ ἐξελθὼν ἔξω ἔκλαυσε πικρῶς(:και τότε θυμήθηκε ο Πέτρος τον λόγο του Ιησού, που του είχε πει ότι ‘’προτού λαλήσει ο πετεινός, θα με αρνηθείς τρεις φορές’’. Κι αφού βγήκε έξω από την εξώπορτα και το προαύλιο, έκλαψε πικρά)»[Ματθ.26,69-75].

Τι καινοφανή και παράδοξα πράγματα! Όταν μεν είδε τον Διδάσκαλο μόνο να έχει συλληφθεί, φλεγόταν τόσο πολύ από οργή, ώστε έβγαλε το μαχαίρι και έκοψε το αυτί˙ αντίθετα, τότε που ήταν περισσότερο φυσικό να αγανακτήσει και να ανάψει και να εξοργισθεί, ακούγοντας τέτοιου είδους κακολογίες, τότε γίνεται αρνητής. Διότι σε ποιον, αλήθεια, δεν θα προκαλούσαν οργή όσα γίνονταν τότε;

Ο μαθητής όμως νικήθηκε από τον φόβο και όχι μόνο δεν εκδήλωσε αγανάκτηση, αλλά αρνείται και δεν αντέχει ούτε την απειλή ενός μικρού και αδύναμου κοριτσιού ˙και όχι μόνο μια φορά, αλλά και δεύτερη και τρίτη φορά αρνείται, και μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα και ούτε καν ενώπιον δικαστών· διότι βρισκόταν έξω˙ διότι τον ρώτησαν όταν βγήκε στην εξωτερική πύλη.

Και ούτε καν αντιλήφθηκε ταχέως την πτώση του. Και αυτό το αναφέρει ο Λουκάς ότι δηλαδή τον κοίταξε κατά πρόσωπο ο Χριστός , δείχνοντας του ότι όχι μόνο Τον αρνήθηκε αλλά και δεν θυμήθηκε μόνος του, παρά το ότι φώναζε ο πετεινός, αλλά ότι χρειάστηκε πάλι την υπόμνηση του Διδασκάλου και ότι το βλέμμα του Χριστού απέβη γι΄ αυτόν ως μια φωνή· τόσο φοβισμένος ήταν[βλ.Λουκά 22,61 : «καὶ στραφεὶς ὁ Κύριος ἐνέβλεψε τῷ Πέτρῳ, καὶ ὑπεμνήσθη ὁ Πέτρος τοῦ λόγου τοῦ Κυρίου, ὡς εἶπεν αὐτῷ ὅτι πρὶν ἀλέκτορα φωνῆσαι ἀπαρνήσῃ με τρίς (:Τη στιγμή εκείνη στράφηκε ο Κύριος και κοίταξε εκφραστικά τον Πέτρο. Και ο Πέτρος θυμήθηκε τα λόγια του Κυρίου, όπως του τα είχε πει: ‘’Προτού λαλήσει ο πετεινός, θα με αρνηθείς τρεις φορές’’)»].

Ο ευαγγελιστής Μάρκος, επίσης, αναφέρει ότι με την πρώτη άρνηση του φώναξε πρώτη φορά ο πετεινός, και με την τρίτη φώναξε για δεύτερη φορά,διηγούμενος με περισσότερη ακρίβεια την αδυναμία του μαθητή και την τέλεια εξουθένωση του από τον φόβο, και τα αναφέρει αυτά αφού τα έμαθε από τον ίδιο τον διδάσκαλό του, διότι, ως γνωστό, ήταν μαθητής του Πέτρου. Από αυτό μάλιστα μπορεί να τον θαυμάσει κανείς, διότι όχι μόνο δεν έκρυψε το ελάττωμα του διδασκάλου του, αλλά και το αναφέρει ακριβέστερα, επειδή ακριβώς ήταν μαθητής του[ βλ. Μάρκ. 14, 66-72: «Καὶ ὄντος τοῦ Πέτρου κάτω ἐν τῇ αὐλῇ ἔρχεται μία τῶν παιδισκῶν τοῦ ἀρχιερέως, καὶ ἰδοῦσα τὸν Πέτρον θερμαινόμενον ἐμβλέψασα αὐτῷ λέγει· καὶ σὺ μετὰ τοῦ ᾿Ιησοῦ τοῦ Ναζαρηνοῦ ἦσθα. ὁ δὲ ἠρνήσατο λέγων· οὐκ οἶδα οὐδὲ ἐπίσταμαι τί σὺ λέγεις καὶ ἐξῆλθεν ἔξω εἰς τὸ προαύλιον, καὶ ἀλέκτωρ ἐφώνησε(:και ενώ ο Πέτρος ήταν κάτω στην αυλή, ήλθε μία από τις υπηρέτριες του αρχιερέα. Και όταν είδε τον Πέτρο να ζεσταίνεται, τον κοίταξε προσεκτικά και του είπε: ‘’Κι εσύ με τον Ιησού τον Ναζαρηνό ήσουν!’’. Αυτός όμως αρνήθηκε και είπε: ‘’Ούτε ξέρω ούτε καταλαβαίνω τι λες’’. Και βγήκε έξω στο προαύλιο, και τότε λάλησε ο πετεινός). καὶ ἡ παιδίσκη ἰδοῦσα αὐτὸν πάλιν ἤρξατο λέγειν τοῖς παρεστηκόσιν ὅτι οὗτος ἐξ αὐτῶν ἐστιν. ὁ δὲ πάλιν ἠρνεῖτο. καὶ μετὰ μικρὸν πάλιν οἱ παρεστῶτες ἔλεγον τῷ Πέτρῳ· ἀληθῶς ἐξ αὐτῶν εἶ· καὶ γὰρ Γαλιλαῖος εἶ καὶ ἡ λαλιά σου ὁμοιάζει. ὁ δὲ ἤρξατο ἀναθεματίζειν καὶ ὀμνύναι ὅτι οὐκ οἶδα τὸν ἄνθρωπον τοῦτον ὃν λέγετε. καὶ ἐκ δευτέρου ἀλέκτωρ ἐφώνησε(:Και η υπηρέτρια, όταν τον ξαναείδε, άρχισε να λέει σ’ αυτούς που στέκονταν εκεί ότι είναι κι αυτός από εκείνους. Αυτός όμως πάλι αρνιόταν. Και ύστερα από λίγο, πάλι όσοι στέκονταν εκεί έλεγαν στον Πέτρο: ‘’Πράγματι απ’ αυτούς είσαι κι εσύ, διότι είσαι Γαλιλαίος και η προφορά της ομιλίας σου μοιάζει με την προφορά των κατοίκων της Γαλιλαίας’’.Αυτός όμως άρχισε να επικαλείται κατάρες εναντίον του εαυτού του και να ορκίζεται ότι ‘’δεν γνωρίζω τον άνθρωπο αυτόν που λέτε’’. Και για δεύτερη φορά λάλησε ο πετεινός). καὶ ἀνεμνήσθη ὁ Πέτρος τὸ ρῆμα ὃ εἶπεν αὐτῷ ὁ ᾿Ιησοῦς ὅτι πρὶν ἀλέκτορα φωνῆσαι δίς, ἀπαρνήσῃ με τρίς· καὶ ἐπιβαλὼν ἔκλαιε(:τότε θυμήθηκε ο Πέτρος τον λόγο που του είπε ο Ιησούς, ότι πριν να λαλήσει δύο φορές ο πετεινός, τρεις φορές θα με απαρνηθείς. Και άρχισε να κλαίει)»].

Πώς όμως είναι αλήθεια αυτό που ειπώθηκε, αφού ο μεν Ματθαίος αναφέρει ότι ο Κύριος νωρίτερα του είχε πει: «σου λέω αληθινά ότι πριν λαλήσει ο πετεινός, θα με απαρνηθείς τρεις φορές», ενώ ο Μάρκος ότι μετά την τρίτη άρνηση «ἐκ δευτέρου ἀλέκτωρ ἐφώνησε(:για δεύτερη φορά λάλησε ο πετεινός)»; Και πάρα πολύ αληθινό και σύμφωνο. Διότι επειδή σε κάθε μετακίνηση ο πετεινός συνήθιζε να φωνάζει και τρεις και τέσσερις φορές, θέλοντας ο Μάρκος να δηλώσει ότι η φωνή του πετεινού ούτε τον συγκράτησε, ούτε του επανέφερε στη μνήμη του τα σχετικά λόγια του Κυρίου, λέγει αυτό ώστε και τα δύο είναι αληθινά· διότι πριν ακόμα συμπληρώσει την πρώτη μετακίνηση ο πετεινός, ο Πέτρος έκανε την τρίτη άρνηση. Και ούτε να κλάψει φανερά δεν τολμούσε, όταν από το βλέμμα του Χριστού θυμήθηκε την αμαρτία, για να μην προδοθεί από τα δάκρυα, αλλά «ἐξελθὼν ἔξω ἔκλαυσε πικρῶς(:αφού βγήκε έξω από την εξώπορτα και το προαύλιο, έκλαψε πικρά)»[Ματθ.26,75].

ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,

επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος

ΠΗΓΕΣ:


· Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, ομιλία ΠΕ΄(κατ’ επιλογήν), πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1979, τόμος 12, σελίδες 272-277.

· Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 69, ομιλία ΠΕ(κατ΄επιλογήν), σελ. 127-129.

· Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.

· Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.

· Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.

· Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016



· http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm


4. Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ

ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΘΑΝΑΤΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ

ΚΑΙ ΤΟ ΦΟΒΕΡΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΙΟΥΔΑ

[υπομνηματισμός των εδαφίων Ματθ.27,1-10]

«Πρωΐας δὲ γενομένης συμβούλιον ἔλαβον πάντες οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ πρεσβύτεροι τοῦ λαοῦ κατὰ τοῦ ᾿Ιησοῦ ὥστε θανατῶσαι αὐτόν· καὶ δήσαντες αὐτὸν ἀπήγαγον καὶ παρέδωκαν αὐτὸν Ποντίῳ Πιλάτῳ τῷ ἡγεμόνι (:και όταν ξημέρωσε, συνεδρίασαν όλοι οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι του λαού εναντίον του Ιησού, για να επιτύχουν την εκτέλεση της θανατικής ποινής Του. Και αφού Τον έδεσαν, Τον πήραν από εκεί και Τον παρέδωσαν στον Πόντιο Πιλάτο, τον Ρωμαίο επίτροπο και διοικητή)»[Ματθ.27,1-2].

Επειδή ήθελαν να Τον φονεύσουν και δεν μπορούσαν οι ίδιοι λόγω της εορτής του πάσχα, Τον οδηγούν στον ηγεμόνα. Εσύ όμως πρόσεξε πώς προχώρησε το ζήτημα, ώστε να συμπέσει με την εορτή· διότι έτσι είχε προκαθοριστεί από τον Θεό.

«Τότε ἰδὼν ᾿Ιούδας ὁ παραδιδοὺς αὐτὸν ὅτι κατεκρίθη, μεταμεληθεὶς ἀπέστρεψε τὰ τριάκοντα ἀργύρια τοῖς ἀρχιερεῦσι καὶ τοῖς πρεσβυτέροις (:Τότε ο Ιούδας, που Τον παρέδωσε με προδοσία στους Ιουδαίους, σαν είδε ότι ο Ιησούς καταδικάστηκε, μεταμελήθηκε και επέστρεψε τα τριάντα ασημένια νομίσματα στους αρχιερείς και στους πρεσβυτέρους)»[Ματθ.27,3].

Αυτό αποτελεί κατηγορία και εναντίον του Ιούδα και εναντίον των Ιουδαίων αρχιερέων και πρεσβυτέρων. Εναντίον μεν του Ιούδα όχι γιατί μετανόησε, αλλά γιατί μετανόησε τόσο αργά και με τόση βραδύτητα και έγινε αυτοκατάκριτος, διότι μόνος του ομολόγησε ότι παρέδωσε τον Ιησού ενώ ήταν αθώος· εναντίον των αρχιερέων και των πρεσβυτέρων η επιστροφή των τριάκοντα αργυρίων από τον Ιούδα σε αυτούς αποτελεί κατηγορία, διότι ενώ μπορούσαν να μετανοήσουν και να αλλάξουν γνώμη, δεν μετανόησαν.

Και πρόσεξε πότε μετανοεί: όταν ολοκληρώθηκε και τελείωσε η αμαρτία της παράδοσης του Ιησού και της παραπομπής Του σε θάνατο· διότι τέτοιος είναι ο διάβολος˙ δεν αφήνει εκείνους που δεν επαγρυπνούν, να δουν το κακό πριν συντελεστεί, για να μη μετανοήσουν εκείνοι που έχουν αιχμαλωτιστεί από αυτόν. Ενώ λοιπόν ο Ιησούς έλεγε τόσα στον Ιούδα για να τον κάνει εγκαίρως να μετανοήσει προτού προχωρήσει στην προδοσία που σκεφτόταν να κάνει, εκείνος δεν λύγισε˙ όταν όμως ολοκληρώθηκε το παράπτωμα, τότε του ήρθε στον νου η μετάνοια, όμως τότε χωρίς καμία ωφέλεια· διότι το να μεταμεληθεί και να ρίξει τα αργύρια και το να ντραπεί τον ιουδαϊκό όχλο, όλα είναι ευπρόσδεκτα˙ το να απαγχονιστεί όμως, αυτό είναι ασυγχώρητο και ενέργεια του πονηρού δαίμονα· διότι τον απομάκρυνε πρώτα από την μετάνοια, για να μην ωφεληθεί τίποτε από αυτήν˙ έπειτα φονεύει τον εαυτό του με θάνατο αισχρότατο και καταφανή σε όλους, αφού τον έπεισε τον εαυτό του να αυτοκτονήσει.

Εσύ κάνε μου την χάρη να προσέξεις ότι η αλήθεια διαλάμπει παντού, ακόμα και με εκείνα που κάνουν και πάσχουν οι αντίθετοι· διότι και ο θάνατος του προδότη ράπτει τα στόματα εκείνων που καταδίκασαν τον Κύριο και δεν τους επιτρέπει να έχουν ούτε το παραμικρό ίχνος δικαιολογίας· διότι τι θα είχαν να πουν εκείνοι, όταν ο ίδιος ο προδότης εμφανίζεται να παίρνει τέτοιες αποφάσεις εναντίον του εαυτού του; Ας δούμε όμως και τα λόγια τα οποία λέει: «ἥμαρτον παραδοὺς αἷμα ἀθῷον. οἱ δὲ εἶπον· τί πρὸς ἡμᾶς; σὺ ὄψει. Καὶ ρίψας τὰ ἀργύρια ἐν τῷ ναῷ ἀνεχώρησε, καὶ ἀπελθὼν ἀπήγξατο (:”Αμάρτησα διότι παρέδωσα αίμα αθώο για να χυθεί”. Αυτοί όμως του είπαν: ‘’Τι μας ενδιαφέρει; Εσύ θα φροντίσεις να απαλλαγείς από την ευθύνη. Εσύ θα δώσεις λόγο γι’ αυτό’’. Κι αφού έριξε τα ασημένια νομίσματα στον περίβολο του ναού, έφυγε και πήγε και πνίγηκε με σκοινί)»· διότι δεν υπέφερε την συνείδηση του η οποία τον μαστίγωνε.

Κάνε μου επίσης την χάρη να προσέξεις ότι και οι Ιουδαίοι έπαθαν τα ίδια· διότι και αυτοί ενώ όφειλαν να διορθωθούν από αυτά που έπαθαν, δεν συνέρχονταν νωρίτερα μέχρις ότου να ολοκληρώσουν την αμαρτία τους· διότι εκείνου μεν η αμαρτία ολοκληρώθηκε, επειδή ήταν προδοσία, εκείνων όμως όχι ακόμα. Όταν λοιπόν και εκείνοι συμπλήρωσαν την αμαρτία και Τον κάρφωσαν επάνω στον σταυρό, τότε και αυτοί ταράσσονται˙ και άλλοτε μεν έτσι ενεργούν: «ἔλεγον οὖν τῷ Πιλάτῳ οἱ ἀρχιερεῖς τῶν Ἰουδαίων· μὴ γράφε, ὁ βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων, ἀλλ᾿ ὅτι ἐκεῖνος εἶπε, βασιλεύς εἰμι τῶν Ἰουδαίων(:Επειδή όμως οι αρχιερείς των Ιουδαίων θεωρούσαν προσβολή και ατίμωση γι’ αυτούς να λέγεται βασιλιάς τους ένας σταυρωμένος, διαμαρτύρονταν και έλεγαν στον Πιλάτο: “Μη γράφεις «Ο βασιλεύς των Ιουδαίων», αλλά γράψε ότι εκείνος είπε «είμαι βασιλεύς των Ιουδαίων”)»[Ιω.19,21](αν και γιατί φοβάστε, γιατί ανησυχείτε από νεκρό σώμα που είναι καρφωμένο στον σταυρό;), άλλοτε πάλι Τον φυλάσσουν λέγοντας: «κέλευσον οὖν ἀσφαλισθῆναι τὸν τάφον ἕως τῆς τρίτης ἡμέρας, μήποτε ἐλθόντες οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ νυκτὸς κλέψωσιν αὐτὸν καὶ εἴπωσι τῷ λαῷ, ἠγέρθη ἀπὸ τῶν νεκρῶν· καὶ ἔσται ἡ ἐσχάτη πλάνη χείρων τῆς πρώτης (:Γι’ αυτό δώσε διαταγή να ασφαλιστεί ο τάφος μέχρι την τρίτη ημέρα, μήπως έλθουν οι μαθητές Του μέσα στη νύχτα και Τον κλέψουν και πουν στον λαό ότι αναστήθηκε από τους νεκρούς. Και θα είναι η τελευταία αυτή πλάνη του λαού χειρότερη από την πρώτη, που τον πίστεψαν ως Μεσσία)» [Ματθ. 27,64]. Άλλωστε και αν ειπούν, το πράγμα ελέγχεται εάν δεν είναι αληθινό. Πώς όμως θα πουν αυτοί οι οποίοι δεν τόλμησαν να πουν όταν συνελήφθη, ο δε κορυφαίος μαθητής, ο Πέτρος, Τον αρνήθηκε και τις τρεις φορές, φοβούμενος την απειλή ενός κοριτσιού; Αλλά όπως είπα ταράχθηκαν· διότι ότι γνώριζαν πως η πράξη τους ήταν παράνομη, φαίνεται από αυτό που είπαν: «Τί πρὸς ἡμᾶς; σὺ ὄψει (:Τι μας ενδιαφέρει; Εσύ θα φροντίσεις να απαλλαγείς από την ευθύνη. Εσύ θα δώσεις λόγο γι’ αυτό)».

Ακούστε όσοι είστε φιλάργυροι, κατανοήστε τι έπαθε εκείνος˙ ότι και τα χρήματα έχασε και την αμαρτία διέπραξε και την ψυχή του απώλεσε. Τέτοια είναι η τυραννία της φιλαργυρίας. Ούτε τα αργύρια χάρηκε, ούτε την παρούσα ζωή, ούτε τη μέλλουσα, αλλά τα έχασε όλα μαζί, και αφού πήρε πονηρή δόξα από αυτούς τους ίδιους, απαγχονίστηκε κατά αυτόν τον τρόπο. Αλλά όπως είπα ορισμένοι δεν βλέπουν καλά, παρά μόνο αφού κάνουν την εφάμαρτη πράξη τους.

Κοίταξε λοιπόν και αυτούς, οι οποίοι προηγουμένως δεν ήθελαν να συνειδητοποιήσουν ακριβώς το τόλμημά τους, αλλά έλεγαν: «Τί πρὸς ἡμᾶς; σὺ ὄψει (:Τι μας ενδιαφέρει; Εσύ θα φροντίσεις να απαλλαγείς από την ευθύνη. Εσύ θα δώσεις λόγο γι’ αυτό)», πράγμα που αποτελεί το μεγαλύτερο έγκλημά τους· διότι αυτό αποδεικνύει ανθρώπους οι οποίοι ομολογούν την τόλμη και την παρανομία τους και οι οποίοι είναι μεθυσμένοι από το πάθος, και δεν θέλουν να απόσχουν από την σατανική επιχείρησή τους, αλλά καλύπτουν τους εαυτούς τους ανόητα με το κάλυμμα της προσποιητής άγνοιας· διότι αν μεν αυτά λέγονταν μετά την σταύρωση και τον θάνατο Αυτού, βέβαια και τότε δεν θα είχαν καμιά δικαιολογία τα λεγόμενα, αλλά οπωσδήποτε δεν θα τους καταδίκαζε τόσο πολύ· τώρα όμως που ακόμα Τον έχετε ενώπιόν σας και έχετε το δικαίωμα να Τον αφήσετε ελεύθερο, πώς μπορείτε να τα λέτε αυτά; Διότι η δικαιολογία σας αυτή θα γίνει μεγάλη κατηγορία εναντίον σας.

Πώς και με ποιον τρόπο; Διότι επιρρίπτοντας το όλο έγκλημα στον προδότη(διότι είπαν: «σὺ ὄψει»), ενώ μπορούσαν οι ίδιοι να απαλλαγούν από την Χριστοκτονία, αφήνοντας αυτόν ελεύθερο εφόσον ήταν αθώος, εκείνοι προχώρησαν περισσότερο το τόλμημα, προσθέτοντας στην προδοσία και την σταύρωση· διότι τι τους εμπόδιζε αφού είπαν σε εκείνον «σὺ ὄψει», αυτοί να αποφύγουν το έγκλημα; Τώρα όμως αντίθετα το διαπράττουν, προσθέτοντας την σφαγή και παντού και με όσα λέγουν, περιπλέκοντας τους εαυτούς τους σε αναπόφευκτα κακά· διότι μετά από αυτά, όταν επέστρεψε ο Πιλάτος, προτίμησαν να αφεθεί ο ληστής ελεύθερος μάλλον παρά ο Ιησούς˙ ενώ Αυτόν, ο οποίος δεν είχε διαπράξει κανένα αδίκημα, αλλά και τόσο πολύ τους είχε ευεργετήσει, Τον φόνευσαν .

Τι έκανε λοιπόν ο Ιούδας έπειτα απ’ αυτά; Τι έκανε δηλαδή μετά από την απάντησή τους αυτή και ότι άδικα κουράζεται και ότι δεν δέχονται τα αργύρια; «Καὶ ῥίψας τὰ ἀργύρια ἐν τῷ ναῷ ἀνεχώρησε, καὶ ἀπελθὼν ἀπήγξατο(:και αφού έριξε τα ασημένια νομίσματα στον περίβολο του ναού, έφυγε και πήγε και πνίγηκε με σκοινί)»[Ματθ.27,5].

«Οἱ δὲ ἀρχιερεῖς λαβόντες τὰ ἀργύρια εἶπον· οὐκ ἔξεστι βαλεῖν αὐτὰ εἰς τὸν κορβανᾶν, ἐπεὶ τιμὴ αἵματός ἐστι. συμβούλιον δὲ λαβόντες ἠγόρασαν ἐξ αὐτῶν τὸν ἀγρὸν τοῦ κεραμέως εἰς ταφὴν τοῖς ξένοις· διὸ ἐκλήθη ὁ ἀγρὸς ἐκεῖνος ἀγρὸς αἵματος ἕως τῆς σήμερον. τότε ἐπληρώθη τὸ ρηθὲν διὰ ῾Ιερεμίου τοῦ προφήτου λέγοντος· καὶ ἔλαβον τὰ τριάκοντα ἀργύρια, τὴν τιμὴν τοῦ τετιμημένου ὃν ἐτιμήσαντο ἀπὸ υἱῶν ᾿Ισραήλ, καὶ ἔδωκαν αὐτὰ εἰς τὸν ἀγρὸν τοῦ κεραμέως, καθὰ συνέταξέ μοι Κύριος(: Οι αρχιερείς τότε, αφού πήραν τα ασημένια νομίσματα, είπαν: “Δεν επιτρέπεται να τα ρίξουμε στο θησαυροφυλάκιο του ναού ως ιερό αφιέρωμα, διότι με αυτά αγοράστηκε ζωή ανθρώπου και δόθηκαν ως αμοιβή για το ανθρώπινο αίμα που σε λίγο θα χυθεί. Κι αφού έκαναν σύσκεψη, αγόρασαν με αυτά τον αγρό του κεραμέα, για να γίνει τόπος ταφής των ξένων Ιουδαίων, που έρχονταν στα Ιεροσόλυμα ως ταξιδιώτες και προσκυνητές. Γι’ αυτό και το χωράφι εκείνο ονομάστηκε “αγρός αίματος” μέχρι σήμερα. Τότε επαληθεύτηκε εκείνο που προφητεύτηκε από τον προφήτη Ιερεμία: “Και πήραν τα τριάντα ασημένια νομίσματα, το αντίτιμο του ανεκτίμητου Χριστού, του οποίου την τιμή και το ποσό της πληρωμής για το φόνο Του εκτίμησαν μερικοί από τους υιούς Ισραήλ, και τα έδωσαν για τον αγρό του κεραμέα, όπως με διέταξε ο Κύριος”)»[Ματθ.27, 6-10].

Είδες και πάλι εδώ, ότι κατακρίνονται από την συνείδησή τους; Διότι επειδή γνώριζαν ότι είχαν αγοράσει τον φόνο, δεν τα έβαλαν στον κορβανά, αλλά αγόρασαν αγρό για να θάπτουν τους ξένους. Αποβαίνει όμως και αυτό μαρτυρία σε βάρος τους και μορφή προδοσίας τους· διότι το όνομα του χωραφιού[«διὸ ἐκλήθη ὁ ἀγρὸς ἐκεῖνος ἀγρὸς αἵματος ἕως τῆς σήμερον(:Γι’ αυτό και το χωράφι εκείνο ονομάστηκε “αγρός αίματος” μέχρι σήμερα)»] διακήρυττε σε όλους την δολοφονία τους πιο διαπεραστικά από σάλπιγγα. Και δεν περιορίζονται απλά σε αυτό, αλλά λαμβάνουν απόφαση, και παντού ενεργούν έτσι, ώστε κανείς να μην είναι αθώος από το έγκλημα, αλλά να είναι όλοι υπεύθυνοι.

Βλέπεις ότι όχι μόνο οι απόστολοι, αλλά και οι προφήτες διηγούνται τα αξιοκατάκριτα με ακρίβεια, και σε όλες τις περιπτώσεις διακηρύττουν και προεμφανίζουν το Πάθος; Αυτό και οι Ιουδαίοι ασυνείδητα το υπέφεραν· διότι αν έριχναν τα αργύρια στον κορβανά, δεν θα γινόταν το πράγμα τόσο ολοφάνερο, ενώ τώρα με το να αγοράσουν αγρό, έκαναν γνωστά τα πάντα και στις επερχόμενες γενεές.

Ακούστε όσοι νομίζετε ότι κάνετε αγαθοεργίες με φόνους και δέχεστε αντίτιμο ανθρώπινων ψυχών. Αυτές οι ελεημοσύνες είναι ιουδαϊκές ή μάλλον σατανικές· διότι υπάρχουν, ναι υπάρχουν ακόμα και τώρα εκείνοι οι οποίοι, ενώ αρπάζουν άπειρα που ανήκουν σε άλλους, νομίζουν ότι δικαιολογούνται για όλα αν πληρώσουν δέκα ή εκατό χρυσά νομίσματα. Γι’ αυτούς και ο προφήτης λέει: «καὶ ταῦτα, ἃ ἐμίσουν, ἐποιεῖτε· ἐκαλύπτετε δάκρυσι τὸ θυσιαστήριον Κυρίου καὶ κλαυθμῷ καὶ στεναγμῷ ἐκ κόπων. ἔτι ἄξιον ἐπιβλέψαι εἰς θυσίαν ἢ λαβεῖν δεκτὸν ἐκ τῶν χειρῶν ὑμῶν; (:και αυτά ακόμη τα οποία εγώ μισούσα, εσείς τα πράττατε. Με υποκριτικά δάκρυα καλύπτατε το θυσιαστήριο του Κυρίου, με κλαυθμούς και στεναγμούς και κοπετούς. Αξίζει, λοιπόν, να επιβλέψω εγώ στις υποκριτικές σας θυσίες ή να κάνω αυτές δεκτές από τα χέρια σας;)»[Μαλ. 2,13]. Δεν θέλει ο Χριστός να τρέφεται με πλεονεξία· δεν δέχεται αυτήν την τροφή. Γιατί εξυβρίζεις τον Δεσπότη προσφέροντας σε Αυτόν ακάθαρτες τροφές; Είναι προτιμότερο να Τον βλέπετε να λιώνει από την πείνα, παρά να Τον τρέφετε με τέτοια. Εκείνο είναι γνώρισμα ενός απάνθρωπου, αυτό όμως και απάνθρωπου και υβριστή.

Είναι καλύτερο να μην δώσετε παρά να δίδετε των άλλων στους άλλους. Διότι μου πες μου ˙εάν δεις δύο οποιουσδήποτε, τον έναν γυμνό, τον άλλο να έχει ένδυμα και έπειτα, αφού γδύσεις εκείνον που έχει το ένδυμα, να ντύσεις τον γυμνό, άραγε δεν έκανες αδικία; Τούτο είναι στον καθένα φανερό. Εάν πάλι, δίνοντας στον άλλο εκείνο το οποίο έλαβες, δεν τον ελεείς, αλλά τον αδικείς, όταν δεν δίνεις ούτε το πολλοστημόριο από εκείνα που αρπάζεις, και ονομάζεις ετούτο ελεημοσύνη, ποιας τιμωρίας θα είσαι άξιος; Διότι εάν κατηγορούνται άνθρωποι οι οποίοι προσέφεραν χωλά άλογα, εσύ ο οποίος κάνεις χειρότερα ποιας συγνώμης θα τύχεις; Διότι εάν ο κλέφτης, επιστρέφοντας αυτά που έκλεψε στον ίδιο τον Κύριο, πάλι Τον αδικεί, και Τον αδικεί τόσο, ώστε μόλις να απαλλάσσεται από το έγκλημα, προσθέτοντας τετραπλάσια[Λουκά 19,8: «σταθεὶς δὲ Ζακχαῖος εἶπε πρὸς τὸν Κύριον· ἰδοὺ τὰ ἡμίση τῶν ὑπαρχόντων μου, Κύριε, δίδωμι τοῖς πτωχοῖς, καὶ εἴ τινός τι ἐσυκοφάντησα, ἀποδίδωμι τετραπλοῦν(:Ο Ζακχαίος όμως στάθηκε μπροστά στον Κύριο και του είπε: “Ιδού, Κύριε, τα μισά από τα υπάρχοντά μου τα δίνω ελεημοσύνη στους φτωχούς, κι αν τυχόν ως τελώνης μεταχειρίστηκα συκοφαντίες, ψεύτικες καταγγελίες και αναφορές για να αδικήσω κάποιον σε κάτι, του το γυρίζω πίσω τετραπλάσιο”)»], και αυτά στην Παλαιά Διαθήκη, εκείνος ο οποίος δεν κλέβει, αλλά μετέρχεται βία και ούτε καν δίνει αυτά που αρπάζει σε εκείνον από τον οποίο τα αφαίρεσε, αλλά σε άλλο και δεν δίνει τετραπλάσια, αλλά ούτε τα μισά, και αυτός δεν ζει στην εποχή της Παλαιάς Διαθήκης αλλά της Καινής, κατανόησε πόση φωτιά συγκεντρώνει επάνω στο κεφάλι του.

Εάν δεν έχει ακόμα τιμωρηθεί γι’ αυτό ακριβώς θρήνησέ τον, διότι συσσωρεύει περισσότερη οργή εναντίον του, εάν δεν μετανοήσει. Διότι λέει ο Κύριος: «ἢ ἐκεῖνοι οἱ δέκα καὶ ὀκτώ, ἐφ᾿ οὓς ἔπεσεν ὁ πύργος ἐν τῷ Σιλωὰμ καὶ ἀπέκτεινεν αὐτούς, δοκεῖτε ὅτι οὗτοι ὀφειλέται ἐγένοντο παρὰ πάντας τοὺς ἀνθρώπους τοὺς κατοικοῦντας ἐν Ἱερουσαλήμ; οὐχί, λέγω ὑμῖν, ἀλλ᾿ ἐὰν μὴ μετανοήσητε, πάντες ὁμοίως ἀπολεῖσθε(:ή μήπως νομίζετε ότι εκείνοι οι δεκαοκτώ, που έπεσε πάνω τους ο πύργος που ήταν κτισμένος στο Σιλωάμ και τους σκότωσε, ήταν πιο αμαρτωλοί και χρεώστες ενώπιον του Θεού απ’ όλους τους ανθρώπους που κατοικούν στην Ιερουσαλήμ; Όχι, σας διαβεβαιώνω. Δεν ήταν αυτοί οι χειρότεροι. Αλλά έπαθαν εκείνοι για να σωφρονιστείτε εσείς. Αν όμως δεν μετανοήσετε, θα χαθείτε όλοι με τον ίδιο τρόπο, θαμμένοι κάτω από τα ερείπια της πρωτεύουσάς σας)» [Λουκά 13, 4-5].

Ας μετανοήσουμε λοιπόν και ας δώσουμε ελεημοσύνη καθαρή από πλεονεξία και με πολλή αφθονία. Θυμηθείτε ότι οι Ιουδαίοι συντηρούσαν οκτώ χιλιάδες Λευίτες και μαζί με τους Λευίτες και χήρες και ορφανά και πολλά άλλα προσέφεραν και μαζί με αυτό στρατεύονταν˙ ενώ τώρα υπάρχουν στην εκκλησία και αγροί και οικίες και μισθώματα οικημάτων και οχήματα και ημιονηγοί και ημίονοι και πλήθος πολύ από παρόμοια πράγματα εξαιτίας σας και εξαιτίας της απανθρωπιάς σας. Ενώ θα έπρεπε τον θησαυρό αυτό της εκκλησίας να τον έχετε εσείς και έσοδο αυτής να αποτελεί η δική σας προθυμία˙ τώρα όμως δύο άτοπα γίνονται· και εσείς μένετε ανωφελείς, και οι ιερείς του θεού δεν χρησιμοποιούν αυτά που πρέπει. Μήπως τάχα δεν ήταν δυνατόν κατά την εποχή των αποστόλων να κρατούν τις οικίες και τους αγρούς; Γιατί λοιπόν τα πουλούσαν και τα έδιναν; Γιατί αυτό ήταν το καλύτερο.

ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,

επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος



ΠΗΓΕΣ:


· Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, ομιλία ΠΕ΄(κατ’ επιλογήν), πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1979, τόμος 12, σελίδες 276-289.

· Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 69, ομιλία ΠΕ΄(κατ΄επιλογήν), σελ. 129-135.

· Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.

· Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.

· Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.

· Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016



· http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm


5. Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ

ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΚΗ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΠΙΛΑΤΟΥ

«῾Ο δὲ ᾿Ιησοῦς ἔστη ἔμπροσθεν τοῦ ἡγεμόνος· καὶ ἐπηρώτησεν αὐτὸν ὁ ἡγεμὼν λέγων· σὺ εἶ ὁ βασιλεὺς τῶν ᾿Ιουδαίων; ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς ἔφη αὐτῷ· σὺ λέγεις. καὶ ἐν τῷ κατηγορεῖσθαι αὐτὸν ὑπὸ τῶν ἀρχιερέων καὶ τῶν πρεσβυτέρων οὐδὲν ἀπεκρίνατο(:Ο Ιησούς λοιπόν στάθηκε μπροστά στον ηγεμόνα. Και ο ηγεμόνας Τον ρώτησε: “Εσύ είσαι ο βασιλιάς των Ιουδαίων;” Ο Ιησούς τότε του αποκρίθηκε: “Εσύ λες ότι είμαι βασιλιάς των Ιουδαίων, χωρίς όμως να κατανοείς και τον πνευματικό χαρακτήρα της βασιλείας μου”. Και ενώ Τον κατηγορούσαν οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι, δεν έδωσε καμία απάντηση)»[Ματθ.27,11-12].

Βλέπεις τι εξετάζεται πρώτα; Εκείνο γύρω από το οποίο συνεχώς περιστρέφονταν· διότι όταν είδαν ότι ο Πιλάτος δεν κάνει λόγο για τις νομικές παραβάσεις, στρέφουν την κατηγορία στα δημόσια εγκλήματα. Έτσι έκαναν και για τους αποστόλους προβάλλοντας πάντοτε αυτά και λέγοντας ότι περιφέρονται κηρύσσοντας ως βασιλέα κάποιον Ιησού, μιλώντας για αυτόν σαν να επρόκειτο για κάποιο απλό άνθρωπο, προσάπτοντας σε αυτούς και κάποια υποψία εξέγερσης κατά της εξουσίας. Από αυτό είναι φανερό, ότι και το ότι ξέσκισε τον χιτώνα του και το ότι εξεπλάγησαν ήταν πρόσχημα. Και όλα τα ανακάτευαν και τα διέστρεφαν έτσι, ώστε να τον οδηγήσουν στον θάνατο.

Αυτό λοιπόν ρώτησε τότε και ο Πιλάτος: «Σὺ εἶ ὁ βασιλεὺς τῶν ᾿Ιουδαίων;(: εσύ είσαι ο βασιλιάς των Ιουδαίων;)». Και τι απάντησε ο Χριστός; «Σὺ λέγεις(:εσύ λες ότι είμαι βασιλιάς των Ιουδαίων, χωρίς όμως να κατανοείς και τον πνευματικό χαρακτήρα της βασιλείας μου”)». Ομολόγησε ότι είναι βασιλιάς, αλλά βασιλιάς ουράνιος˙ αυτό το οποίο και αλλού το έλεγε με περισσότερη σαφήνεια, όταν απαντούσε στον Πιλάτο ότι «ἡ βασιλεία ἡ ἐμὴ οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ κόσμου τούτου· εἰ ἐκ τοῦ κόσμου τούτου ἦν ἡ βασιλεία ἡ ἐμή, οἱ ὑπηρέται ἂν οἱ ἐμοὶ ἠγωνίζοντο, ἵνα μὴ παραδοθῶ τοῖς Ἰουδαίοις· νῦν δὲ ἡ βασιλεία ἡ ἐμὴ οὐκ ἔστιν ἐντεῦθεν(:η δική μου βασιλεία δεν προέρχεται από τον κόσμο αυτόν, ούτε στηρίζεται πάνω σε κάποια ανθρώπινη θέληση ή κοσμική δύναμη. Εάν ήταν από τον κόσμο αυτόν η βασιλεία μου, οι υπηρέτες μου θα έκαναν αγώνα για να μην παραδοθώ στους Ιουδαίους. Τώρα όμως βλέπεις κι εσύ ότι η βασιλεία μου δεν προέρχεται από εδώ, όπως οι άλλες βασιλείες του κόσμου αυτού, αλλά από τον ουρανό. Και γι’ αυτό ούτε επιβάλλεται με επανάσταση και πόλεμο, ούτε χρησιμοποιεί τη δύναμη της βίας και των υλικών όπλων)»[Ιω. 18,36], για να μην έχουν δικαιολογία ούτε αυτός, ούτε αυτοί που του απέδιδαν αυτές τις κατηγορίες. Διατυπώνει μάλιστα και συλλογισμό αναντίρρητο λέγοντας ακριβώς τα παραπάνω λόγια. Ακριβώς μάλιστα γι’ αυτόν τον λόγο, για να αποκρούσει αυτήν την υπόνοια ότι ήταν επίγειος βασιλιάς, κατέβαλε και φόρο, και τους άλλους προέτρεπε να καταβάλλουν, και όποτε ήθελαν να τον ανακηρύξουν βασιλέα, έφευγε.

«Γιατί λοιπόν δεν τα ανέφερε όλα αυτά», αναρωτιέται ίσως κάποιος, «τότε που κατηγορούνταν ότι επιβουλεύονταν την εξουσία;». Διότι αν και είχε μύριες αποδείξεις της δύναμης και της πραότητας και της ηπιότητάς Του, εν γνώσει τους τυφλώνονταν και κακουργούσαν, και το δικαστήριο ήταν διεφθαρμένο. Γι΄ αυτά ακριβώς δεν απαντά σε τίποτε, αλλά σιωπά ή αποκρίνεται σε λίγα, για να μην θεωρηθεί αυθάδης από τη συνεχή σιωπή, όπως όταν Τον όρκισε ο αρχιερέας και Τον ρώτησε ο ηγεμόνας· προς τις κατηγορίες όμως αυτών τίποτε πλέον δεν λέει· διότι δεν επρόκειτο να τους πείσει. Όπως και ο προφήτης εκφράζοντας αυτό άνωθεν, έλεγε: «ἐν τῇ ταπεινώσει ἡ κρίσις αὐτοῦ ἤρθη· τὴν δὲ γενεὰν αὐτοῦ τίς διηγήσεται; ὅτι αἴρεται ἀπὸ τῆς γῆς ἡ ζωὴ αὐτοῦ, ἀπὸ τῶν ἀνομιῶν τοῦ λαοῦ μου ἤχθη εἰς θάνατον (:μέσα στην ταπείνωση και τον εξευτελισμό, όπου βυθίστηκε, παραγνωρίστηκε και καταπατήθηκε το δίκαιό Του εν τη κρίσει. Ύστερα λοιπόν από τα παθήματά Του και τον άδικο θάνατο Του, ποιος θα υπάρξει και ποιος θα τολμήσει να διηγηθεί την γενεά Αυτού; Διότι αφαιρέθηκε βίαια και άδικα από τη γη η ζωή Αυτού. Αλλά οδηγήθηκε σε θάνατο εξαιτίας των αμαρτιών του λαού μου)»[Ησ. 53,8].

Για όλα αυτά ο ηγεμόνας απορούσε· διότι πράγματι ήταν άξιο θαυμασμού να βλέπει να επιδεικνύει τόση ηπιότητα και να σιωπά, Αυτός που έχει να πει άπειρα. Άλλωστε ούτε εκείνοι Τον κατηγορούσαν επειδή γνώριζαν κάτι πονηρό σε βάρος Του, παρά μόνο από κακολογία και φθόνο. Όταν λοιπόν βρήκαν ψευδομάρτυρες, διότι όταν δεν είχαν να πουν τίποτα, επέμεναν ακόμη, και γιατί, αφού είδαν ότι ο Ιούδας απέπνευσε, δεν συγκινήθηκαν, καθώς και όταν ο Πιλάτος ένιψε τα χέρια του; Διότι πολλά είχε κάνει ο Κύριος κατά τον προηγούμενο καιρό για να ανανήψουν και να συνέλθουν, αλλά με κανένα από αυτά δεν έγιναν καλύτεροι.

Τι λέγει λοιπόν ο Πιλάτος; «Οὐκ ἀκούεις πόσα σου καταμαρτυροῦσι; (:Δεν ακούς πόσα μαρτυρούν εναντίον σου;)»[Ματθ.27,13]· διότι ήθελε να απαλλαγεί αφού απολογηθεί, για αυτό τα είπε αυτά. Επειδή όμως ο Ιησούς δεν απάντησε, επινόησε και κάτι άλλο. Ποιο λοιπόν είναι αυτό; Υπήρχε συνήθεια σε αυτούς να απελευθερώνουν έναν από τους καταδίκους, και με αυτήν επιχείρησε να Τον γλυτώσει. «Διότι εάν δεν θέλετε», λέει, «να τον αφήσετε ελεύθερο ως αθώο, έστω και ως κατάδικο χαρίστε του τη ζωή λόγω της εορτής».

Βλέπεις πώς αναστράφηκε η κατάσταση; Διότι η μεν αίτηση υπέρ των καταδίκων ήταν συνήθεια να γίνεται από τον λαό, ενώ η απόλυση από τον άρχοντα · ενώ τώρα έγινε το αντίθετο και ο άρχοντας κάνει αίτηση στον λαό, και ούτε έτσι γίνονται ήμεροι, αλλά εξαγριώνονται περισσότερο και Τον φονεύουν από το πάθος βακχικής μανίας· διότι δεν είχαν με τι να Τον κατηγορήσουν, παρά το γεγονός ότι Εκείνος σιωπούσε, αλλά ελέγχονταν και με τη σιωπή από την κατάχρηση των δικαιωμάτων τους, και ενώ σιωπούσε, νικούσε αυτούς οι οποίοι έλεγαν μύρια και εμαίνοντο.

«Καθημένου δὲ αὐτοῦ ἐπὶ τοῦ βήματος ἀπέστειλε πρὸς αὐτὸν ἡ γυνὴ αὐτοῦ λέγουσα· μηδὲν σοὶ καὶ τῷ δικαίῳ ἐκείνῳ· πολλὰ γὰρ ἔπαθον σήμερον κατ᾿ ὄναρ δι᾿ αὐτόν(:και ενώ καθόταν στη δικαστική του έδρα, η γυναίκα του τού έστειλε αυτό το μήνυμα: “Μην αναλάβεις ευθύνες για τον δίκαιο αυτόν άνθρωπο και μην κάνεις τίποτε εναντίον αυτού του αθώου· διότι εξαιτίας του πολλές ανησυχίες και φόβους είχα σήμερα στο όνειρό μου”)»[Ματθ.27,19]. Κοίταξε τι συνέβη πάλι ικανό να τους επαναφέρει όλους· διότι μετά από την εκ των πραγμάτων απόδειξη, και το όνειρο δεν ήταν μικρής σημασίας. Και για ποιο λόγο δεν βλέπει το όνειρο ο ίδιος ο Πιλάτος αλλά η γυναίκα του; Ή διότι εκείνη ήταν περισσότερο άξια, ή διότι εάν το έβλεπε αυτός, δεν θα γινόταν πιστευτός όπως εκείνη ή δεν θα το αποκάλυπτε. Γι΄ αυτό οικονομείται να το δει η γυναίκα, για να γίνει γνωστό σε όλους. Και όχι μόνο βλέπει το όνειρο, αλλά και υποφέρει πολλά, ώστε και από την συμπάθειά του προς την γυναίκα να γίνει πιο διστακτικός ο άντρας της σχετικά με τον φόνο του δικαίου.

Αλλά και ο καιρός δεν συνέβαλε λίγο· διότι το είδε κατά τη διάρκεια της νυκτός. «Αλλά δεν ήταν γι’ αυτόν ακίνδυνο», θα ισχυριζόταν ίσως κάποιος, «να Τον αφήσει ελεύθερο, επειδή είπαν ότι ο Ιησούς ανακήρυττε τον εαυτό του βασιλέα». Έπρεπε λοιπόν να ζητήσει να βρει από τη δράση του Ιησού αποδείξεις και επιχειρήματα και όσα άλλα αποτελούν τεκμήρια της επίγειας εξουσίας· εάν συνάθροιζε στρατιώτες, εάν συγκέντρωνε χρήματα, εάν κατασκεύαζε όπλα, εάν επιχειρούσε τίποτε άλλο σχετικό· ενώ αυτός απλά αποσύρεται. Γι’ αυτό ούτε αυτόν θεωρεί ο Χριστός απαλλαγμένο της ευθύνης, λέγοντας: «ὁ παραδιδούς μέ σοι μείζονα ἁμαρτίαν ἔχει (:ο Καϊάφας και το συνέδριο των Ιουδαίων έχουν μεγαλύτερη αμαρτία από σένα· διότι αυτοί με παρέδωσαν σε σένα από φθόνο κα μίσος και σε πιέζουν να με καταδικάσεις. Κι εσύ τώρα, επειδή τους φοβάσαι, κάνεις κατάχρηση της εξουσίας σου)»[Ιω. 19,11]. Ώστε η συγχώρηση και η μετά από τη μαστίγωση παράδοση στους Ιουδαίους ήταν ενέργειες αδυναμίας.

Ο Πιλάτος μεν λοιπόν αποδείχθηκε άνανδρος και ασθενικού χαρακτήρα, ενώ οι αρχιερείς πονηροί και κακούργοι· διότι όταν επινόησε κάποια δικαιολογία, τον νόμο της εορτής, ο οποίος όριζε να ελευθερώνουν έναν κατάδικο, τι μηχανεύονται; «Οἱ δὲ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ πρεσβύτεροι ἔπεισαν τοὺς ὄχλους ἵνα αἰτήσωνται τὸν Βαραββᾶν, τὸν δὲ ᾿Ιησοῦν ἀπολέσωσιν(:οι αρχιερείς όμως και οι πρεσβύτεροι έπεισαν στο μεταξύ τα πλήθη του λαού να ζητήσουν να ελευθερωθεί ο Βαραββάς, ενώ ο Ιησούς να θανατωθεί)»[Ματθ.27,20].

Βλέπεις πόση φροντίδα λαμβάνει Εκείνος για να τους απαλλάξει από το έγκλημα, και πόση προσπάθεια καταβάλλουν αυτοί, ώστε να μην αφήσουν ούτε ίχνος δικαιολογίας για τους εαυτούς τους; Διότι τι έπρεπε να γίνει; Να αφεθεί ελεύθερος ο αποδεδειγμένος ληστής ή ο αμφισβητούμενος; Διότι εάν έπρεπε να αφήνονται ελεύθεροι οι κατηγορούμενοι για αποδεδειγμένα εγκλήματα, πολύ περισσότερο έπρεπε να αφήνονται όσοι κατηγορούνται με αμφιβολία· διότι βέβαια δεν εθεωρείτο ότι Αυτός ήταν χειρότερος από τους αποδεδειγμένους δολοφόνους. Γι’ αυτό άλλωστε δεν είπε απλώς «είχαν κάποιον ληστή», αλλά «δέσμιον ἐπίσημον(: έναν φυλακισμένο ξακουστό για τα εγκλήματά του)», δηλαδή περιβόητο σε κακία, ο οποίος είχε κάνει άπειρους φόνους.

Αλλά όμως και εκείνον τον προτίμησαν να τον απελευθερώσουν παρά τον Σωτήρα της οικουμένης και ούτε την περίοδο του Πάσχα σεβάστηκαν η οποία ήταν άγια, ούτε τους νόμους της φιλανθρωπίας, ούτε τίποτε άλλο από αυτά · αλλά τους αποτύφλωσε τελείως ο φθόνος. Και μαζί με τη δική τους κακία διαφθείρουν και τον λαό, για να υποστούν την εσχάτη των ποινών, εξαιτίας της απάτης εκείνων.

Όταν λοιπόν ζήτησαν τον Βαραββά να απελευθερώσει, ο Πιλάτος τότε λέει: «τί οὖν ποιήσω ᾿Ιησοῦν τὸν λεγόμενον Χριστόν; (:Τι λοιπόν να τον κάνω τον Ιησού, που λέγεται Χριστός;)»[Ματθ.27,22]. Και με αυτό ήθελε πάλι να τους κάνει να αλλάξουν γνώμη, με το να τους κάνει υπεύθυνους της προτίμησής τους, με τρόπο ώστε έστω και από ντροπή να ζητήσουν την απελευθέρωση του Χριστού και το παν να γίνει από τη φιλοτιμία τους· διότι με το «δεν αμάρτησε», που είπε, τους έκανε περισσότερο να πεισμώσουν· ενώ η αξίωσή του να σωθεί ο Χριστός από φιλανθρωπία, προδίκαζε αναντιρρήτως την πειθώ και την αίτηση για απελευθέρωση.

Αυτοί όμως και πάλι όλοι έλεγαν: «Σταυρωθήτω (:Να σταυρωθεί)». ὁ δὲ ἡγεμὼν ἔφη· τί γὰρ κακὸν ἐποίησεν; οἱ δὲ περισσῶς ἔκραζον λέγοντες· σταυρωθήτω(:Ο ηγεμόνας όμως ρώτησε: “Μα γιατί; Ποιο κακό έκανε;” Αυτοί όμως περισσότερο κραύγαζαν κι έλεγαν: “Να σταυρωθεί”). ἰδὼν δὲ ὁ Πιλᾶτος ὅτι οὐδὲν ὠφελεῖ, ἀλλὰ μᾶλλον θόρυβος γίνεται, λαβὼν ὕδωρ ἀπενίψατο τὰς χεῖρας ἀπέναντι τοῦ ὄχλου λέγων· ἀθῷός εἰμι ἀπὸ τοῦ αἵματος τοῦ δικαίου τούτου· ὑμεῖς ὄψεσθε (:Σαν είδε λοιπόν ο Πιλάτος ότι δεν πετύχαινε τίποτε, αλλά αντίθετα γινόταν μεγαλύτερη αναστάτωση, πήρε νερό κι ένιψε καλά τα χέρια του μπροστά στο πλήθος και είπε: “Είμαι αθώος απ’ το αίμα αυτού του δικαίου ανθρώπου. Σε σας θα πέσει η ευθύνη κι εσείς θα φροντίσετε να απαλλαγείτε απ’ την ενοχή για το άδικο αυτό”)»[Ματθ.27,23-24].

Γιατί λοιπόν Τον παραδίδεις, Πιλάτε; Γιατί δεν Τον άρπαξες όπως ο εκατόνταρχος τον Παύλο; [ βλ. Πράξ. 23,10: «Πολλῆς δὲ γενομένης στάσεως εὐλαβηθεὶς ὁ χιλίαρχος μὴ διασπασθῇ ὁ Παῦλος ὑπ᾿ αὐτῶν, ἐκέλευσε τὸ στράτευμα καταβῆναι καὶ ἁρπάσαι αὐτὸν ἐκ μέσου αὐτῶν ἄγειν τε εἰς τὴν παρεμβολήν(:Και επειδή δημιουργήθηκε μεγάλη αναστάτωση, ο χιλίαρχος φοβήθηκε μήπως τον κομματιάσουν τον Παύλο. Γι’ αυτό διέταξε τους στρατιώτες του να κατεβούν και να τον αρπάξουν από ανάμεσά τους και να τον οδηγήσουν στο στρατόπεδο)»[Πράξ. 23,10]· διότι και εκείνος γνώριζε να χαρίζεται στους Ιουδαίους, και έγινε στάση και θόρυβος γι’ αυτόν, αλλά όμως αντιστάθηκε προς όλα αυτά. Αυτός όμως όχι, αλλά αποδείχθηκε άνανδρος και πολύ ασθενικού χαρακτήρα, και καταστρέφονταν όλοι μαζί· διότι ούτε αυτός αντέδρασε προς το πλήθος, ούτε το πλήθος προς τους Ιουδαίους · και από παντού η δικαιολογία τους ανατράπηκε, διότι «περισσῶς ἔκραζον(:περισσότερο κραύγαζαν)», δηλαδή φώναζαν περισσότερο και πιο επίμονα «να σταυρωθεί»· διότι δεν ήθελαν μόνο να Τον φονεύσουν, αλλά και με πονηρή δικαιολογία και, επειδή ο δικάζων είχε αντίρρηση, επέμεναν φωνάζοντας τα ίδια.

Είδες πόσα έκανε ο Χριστός για να τους κερδίσει και πάλι; Διότι όπως αναχαίτιζε τον Ιούδα πολλές φορές, έτσι και αυτούς τους ανέκοπτε, και με ολόκληρο το Ευαγγέλιο και κατά την περίοδο της δίκης· διότι όταν είδαν τον άρχοντα και δικαστή να νίπτει τα χέρια και να λέγει «ἀθῷός εἰμι ἀπὸ τοῦ αἵματος τοῦ δικαίου τούτου (:είμαι αθώος απ’ το αίμα αυτού του δικαίου ανθρώπου)», έπρεπε να συγκινηθούν και από τα λόγια και από την πράξη· και όταν είδαν τον Ιούδα που απαγχονίστηκε, και όταν ο Πιλάτος παρακαλούσε να πάρουν άλλον αντί αυτού· διότι όταν ο κατήγορος και προδότης καταδικάζει τον εαυτό του, και ο δικαστής απεκδύεται την ευθύνη του εγκλήματος, και εμφανίζεται τέτοιο όνειρο κατά την ίδια νύχτα, και ζητεί την απαλλαγή Του ως καταδίκου, ποια δικαιολογία θα έχουν; Διότι εάν δεν ήθελαν να είναι αθώος, δεν έπρεπε όμως να προτιμήσουν αντί Αυτού έναν ληστή, αυτόν που ήταν αποδεδειγμένος και πολύ διαβόητος για τα εγκλήματά του.

Τι κάνουν λοιπόν εκείνοι; Όταν είδαν τον δικαστή να νίπτει τα χέρια και να λέει « είμαι αθώος από το αίμα του δικαίου αυτού ανθρώπου», φώναζαν «τὸ αἷμα αὐτοῦ ἐφ᾿ ἡμᾶς καὶ ἐπὶ τὰ τέκνα ἡμῶν(:η ενοχή και η ευθύνη για το χύσιμο του αίματός του ας πέσει πάνω μας και πάνω στα παιδιά μας)»[Ματθ.27,25]. Τότε ακριβώς λοιπόν, όταν εξέδωσαν εναντίον τους δικαστική απόφαση, επέτρεψε να γίνουν όλα αυτά. Και κοίταξε και εδώ την μεγάλη παραφροσύνη· διότι τέτοια είναι η βία και η πονηρή επιθυμία · δεν αφήνει να δουν τίποτα από όσα πρέπει· διότι έστω· καταταράσσετε τους εαυτούς σας · γιατί επεκτείνετε την κατάρα και στα παιδιά σας;

Αλλά όμως ο φιλάνθρωπος Θεός, αν και χρησιμοποίησαν τόση μανία και εναντίον των εαυτών τους και εναντίον των παιδιών τους, δεν επικύρωσε την απόφασή τους όχι μόνο σε βάρος των παιδιών, αλλά και σε βάρος αυτών, αλλά αντιθέτως και από αυτούς και από εκείνα δέχθηκε όσους μετανόησαν και τους αξίωσε απείρων αγαθών· διότι και ο Παύλος από αυτούς ήταν και οι μυριάδες εκείνων που πίστευαν στα Ιεροσόλυμα(διότι λέει: «οἱ δὲ ἀκούσαντες ἐδόξαζον τὸν Κύριον, εἶπόν τε αὐτῷ· θεωρεῖς, ἀδελφέ, πόσαι μυριάδες εἰσὶν Ἰουδαίων τῶν πεπιστευκότων, καὶ πάντες ζηλωταὶ τοῦ νόμου ὑπάρχουσι(:αυτοί, όταν τα άκουσαν, δόξαζαν τον Κύριο για τα όσα είχαν επιτευχθεί, και του είπαν: “Βλέπεις, αδελφέ, πόσο μεγάλος είναι ο αριθμός των Ιουδαίων που έχουν πιστέψει στον Κύριο κι έγιναν Χριστιανοί. Κι όλοι αυτοί με ζήλο υπερασπίζονται το κύρος του νόμου”)»[Πράξ. 21,20]) από αυτούς ήταν. Εάν λοιπόν απέμεναν μερικοί, ας αναλογιστούν την τιμωρία για τους εαυτούς τους.

«Τότε ἀπέλυσεν αὐτοῖς τὸν Βαραββᾶν, τὸν δὲ ᾿Ιησοῦν φραγελλώσας παρέδωκεν ἵνα σταυρωθῇ (:τότε τους απελευθέρωσε τον Βαραββά, ενώ τον Ιησού, αφού διέταξε και τον μαστίγωσαν, τον παρέδωσε για να σταυρωθεί)»[Ματθ.27,26].Και γιατί Τον μαστίγωσε; Ή ως κατάδικο, ή επειδή ήθελε να προσδώσει στη δίκη κάποια επίφαση, ή για να χαριστεί σε εκείνους. Αν και βεβαίως έπρεπε να αντιδράσει· διότι και πριν από αυτό είπε: «λάβετε αὐτὸν ὑμεῖς καὶ κατὰ τὸν νόμον ὑμῶν κρίνατε αὐτόν(:αφού λοιπόν έχετε την αξίωση να είστε μόνοι σας δικαστές στην υπόθεση αυτή, πάρτε τον εσείς και σύμφωνα με το νόμο σας δικάστε τον)» [Ιω. 18,31]. Και πολλά ήταν εκείνα τα οποία μπορούσαν και αυτόν και εκείνους να αναχαιτίσουν, και τα προμηνύματα και τα θαύματα και η μεγάλη ανεξικακία Εκείνου ο οποίος έπασχε όλα αυτά και προπαντός η απερίγραπτη σιωπή Του· διότι αφού έδειξε την ανθρώπινη φύση Του με όσα απολογήθηκε και με όσα προσευχήθηκε, επιδεικνύει πάλι την ανωτερότητα και την ευγένεια των αισθημάτων Του με τη σιωπή και την περιφρόνηση όσων λέγονταν, ωθώντας αυτούς με όλα αυτά προς το δικό Του θαύμα· αλλά με τίποτε από αυτά δεν θέλησαν να υποχωρήσουν.

ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,

επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος



ΠΗΓΕΣ:


· Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, ομιλία ΠΣΤ΄(κατ’ επιλογήν), πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1979, τόμος 12, σελίδες 290-307.

· Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 69, ομιλία ΠΣΤ΄(κατ΄επιλογήν), σελ. 135-146.

· Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.

· Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.

· Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.

· Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016





· http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm





















Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου