Σελίδες

Τετάρτη 7 Φεβρουαρίου 2024

Ἠταν ἕνα γεροντάκι ποὺ μόλις ἄκουγε τ’ ὄνομα τῆς Παναγίας ἔκλαιγε σὰν μικρὸ παιδί.

ΠΑΝΑΓΙΑ ΑΘΩΝΙΤΙΣΣΑ

Ἦταν ἕνα γεροντάκι ποὺ μόλις ἄκουγε τ’ ὄνομα τῆς Παναγίας ἔκλαιγε σὰν μικρὸ παιδί. Ἦταν ἕνας Καυσοκαλυβίτης ποὺ ὅποτε γύριζε πλευρὸ τὴ νύχτα ἔψελνε τό «Ἀξιὸν ἐστι». Ἦταν ἕνας Γρηγοριάτης ἡγούμενος ποῦ ’χὲ «φάει» τὴν εἰκόνα Της ἀπὸ τοὺς πολλοὺς ἀσπασμούς. Ἦταν ἕνας Νεοσκητιώτης ποὺ παρακαλοῦσε ὅποιον ἔβλεπε νὰ μιλήσει, νὰ γράψει, νὰ ἐκδώσει ὅ,τι ὑπῆρχε γιὰ τὴν Παναγία. Ἦταν ἕνας μακαρίτης Ἰβηρίτης ποὺ ἔπασχε ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὴν Πορταΐτισσα. Ἕνας Φιλοθεΐτης ἔλεγε: «Ἔχομεν βεβαίας τὰς ἐλπίδας εἰς τὴν Γλυκοφιλοῦσσαν» Παναγία· ἡ μάνα τῶν Ἁγιορειτῶν. 
Ἡ Παναγία. Πάνω ἀπ’ ὅλες τὶς ἀγίες. Μητέρα τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν ἀνθρώπων. Ἡ καλύτερη παραμυθία. Ἡ πιὸ σίγουρη πρέσβειρα τῶν πιστῶν. Ἡ πιὸ ταπεινή, ἡ πιὸ καλή, ἡ πιὸ σεμνή, ἡ πιὸ ὑπάκουη, ἡ πιὸ ὑπομονετική, ἡ σιωπηλή, ἡ γενναία, ἡ πρώτη, ἡ βασίλισσα, ἡ Κυρία, ἡ Ἔφορος, ἡ Οἰκονόμισσα, ἡ φωτοφόρος νεφέλη καὶ μανναδόχος στάμνα. 
Χαρὰ νὰ τὴν ἀντικρύσεις. Εὐχαρίστηση νὰ τὴν ἐπικαλεῖσαι. Εὐλογία νὰ σ’ ἐπισκέπτεται. Ἐλπίδα βέβαιη νὰ τὴν παρακαλᾶς. Βοήθεια μεγάλη ἡ σκέπη της. Ποῦ νὰ βρεῖς τὰ ὡραῖα λόγια νὰ τὴν ἐγκωμιάσεις; Πόσο φτωχὴ εἶναι ἡ γλῶσσα γιὰ τὰ μεγάλα ὀνόματα; Πόσο ἔχει φθαρεῖ ἡ γλῶσσα ἀπὸ τὴν κατάχρηση. Ἔτσι σιωπᾶς καὶ τὰ λὲς ὅλα. Ὅπως σιωπηλὴ ἀκολουθοῦσε παντοῦ τὸν ἀγαπητὸ Υἱό Της. Μέχρι σταυροῦ. 
Ἀθωνίτισσα Θεοτόκε, τὸ ἀκοίμητο κανδήλι, τὸ ἁγνὸ κερί, οἱ Χαιρετισμοί, ἡ Παράκληση, τὸ Θεοτοκάριο, τὰ Θεοτοκία δὲν σοῦ ἀρκοῦν. Μήτε γονυκλισίες καὶ τάματα καὶ προσφορὲς καὶ κομποσχοίνια. Τὴν καθαρότητα τῆς καρδιᾶς ζητᾶς γιὰ νά ’λθεὶ ὁ Υἱὸς Σοῦ καὶ νὰ φέρει θεοτόκες καὶ θεοφόρες ὧρες ἁγίας θεοψίας καὶ φωτοχυσίας... 
Μητέρα τοῦ Θεοῦ, μητέρα τῶν ἀνθρώπων, μητέρα τῶν πονεμένων, μητέρα τῶν ἀγωνιώντων, μητέρα τῶν θλιβομένων, σύντροφε τῶν μονομάχων τοῦ Θεοῦ, τῶν καλογέρων. Ὅπως καὶ νὰ τὸ κάνουμε εἶναι ἀνώτερες ψυχὲς οἱ Ἁγιορεῖτες, ἀφοῦ ἐπέλεξαν ν’ ἀφοσιωθοῦν μόνιμα στὴν Ἀθωνίτισσα Θεοτόκο. 
«Ὑπεραγία Θεοτόκε, σῶσον ἡμᾶς»· τοῦ «Ἄξιὸν ἐστι» τοῦ πανσέπτου ναοῦ τοῦ Πρωτάτου τῆς πρωτεύουσας τῶν Καρυῶν· τῆς «Κουκουζέλισσας» τῆς Μεγίστης Λαύρας· τῆς Βατοπεδινῆς «Ἐσφαγμένης»· τῆς «Πορταΐτισσας» τῶν Ἰβήρων· τῆς «Τριχερούσης» τοῦ Χιλιανδαρίου· τοῦ «Ἀκαθίστου» τῆς Διονυσίου· τῆς «Φοβερᾶς Προστασίας» τοῦ Κουτλουμουσίου· τῆς «Γερόντισσας» τοῦ Παντοκράτορος· τῆς «Γοργοϋπηκόου» τῆς Δοχειαρίου· τῆς «Μυροβλύτισσας» τοῦ Ἁγίου Παύλου· τῆς «ὁδηγήτριας» τοῦ Ξενοφῶντος καί, τόσες ἄλλες, σ’ ἐκκλησίες καὶ παρεκκλήσια, κελλιὰ καὶ καλύβια... 
Χαρὰ τοῦ κόσμου κι ἐλπίδα τῶν ἀπελπισμένων ἡ Παναγία. Γιὰ νὰ χαίρεσαι καὶ νὰ ἐλπίζεις καὶ νὰ μὴν εἶσαι στὴν ὀρφάνια τῆς μοναξιᾶς θέλει ἀγῶνα, θυσία καὶ γνώση. Γιὰ νὰ ξεσυννεφιάσει ἡ καρδιὰ θέλει νά ’λθεὶ ὁ ἥλιος τῆς ταπεινοφροσύνης καί, πρὶν ἀπ’ αὐτόν, ἡ αὐγὴ τῆς ἁπλότητας καὶ τῆς πραότητας. 
Ἡ Παναγία εἶχε κυρίως τὴν ταπείνωση, τὴν ἁπλότητα καὶ τὴν πραότητα. Αὐτὰ ἦταν αἰτία χαρᾶς καὶ δωρεὰ χαρᾶς σ’ ἕνα κόσμο ποὺ τὰ ἔχει μεγάλη ἀνάγκη. Τὰ παιδιὰ τῆς Παναγίας πρέπει νά ’χοῦν αὐτὲς τὶς ἀρετές, γιὰ νὰ δώσουν κάτι στὸν ἀναμένοντα καὶ πάσχοντα κόσμο. Ἡ λύπη τοῦ κόσμου εἶναι ἡ ἔλλειψη τῆς χαρᾶς. 
Ἡ Παναγία εἶναι ἡ χαρὰ τῆς χαρᾶς μας, ποὺ ἀπομακρύνει τὸν φόβο καὶ τὴν λύπη. 
Πότε θὰ κατέβουμε πάλι στὸ θρανίο; «Ὑπεραγία Θεοτόκε, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν»!... 
Ἔδωσα κι ἐγὼ σὰν παιδὶ καὶ νέος τὶς ἐλπίδες μου, ἐδῶ κι ἐκεῖ: σὲ λογοτέχνες, ποὺ βρίσκουν τόσα λόγια· σὲ ποιητές, πὼς μποροῦσαν νὰ ἐμπνευσθοῦν τέτοιους στίχους· σὲ μεγάλους τοῦ κόσμου, μὰ στὸ τέλος δὲν λυτρώθηκα. 
Μέχρι ποὺ λησμονήθηκα καὶ λιμενίσθηκα στὸ λιμάνι Της καὶ δὲν βάσταξα μιὰ ἐλπίδα δική μου, γιὰ μένα. Ἤξερα θὰ χάσω. Μὲ ἀπογοήτευσαν τὰ βιβλία, οἱ φίλοι, οἱ γιατροὶ κι ἄλλοι ποὺ θὰ περίμενες ἀκόμη περισσότερο. 
Πολλοὶ θέλουν νὰ μάθουν ποιός εἶμαι, τὶς σπουδές μου, τὴν καταγωγή μου, τὶς μελέτες μου, τὶς σκέψεις μου, τὰ προγράμματά μου. Ἀλήθεια, μέσα μου γελάω δυνατὰ· γιατί αὐτὰ τὰ ρωτοῦν στοὺς μεγάλους. Εἶναι πάντως ἀλήθεια πὼς νέος εἶχα γράψει μιὰ αὐτοβιογραφία μὲ πολλὲς λεπτομέρειες, ποὺ ἴσως κάποιοι θὰ τὴν βρίσκανε χρήσιμη, τὴν ἔσκισα ὅμως σύντομα. Δὲν προσδοκῶ ἀναγνώριση καὶ τιμή. «Τὴν κάθε ἐλπίδα μοῦ σ’ Ἐσένα ἀναθέτω, Παναγία μου»! Παράλαβέ με. Γιάνε μου τὰ πάθη. Αὐτὸ μόνο ζητῶ. Καὶ δὲν ταπεινολογῶ. Πάρτε συνεντεύξεις ἀπὸ ἄλλους... 
Μωϋσησ ΜΟΝΑΧΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ 
(1952–2014) 

[Μωϋσέως Μοναχοῦ Ἁγιορείτου (†): 
«Ἀθωνικὸ Ἀπόδειπνο», 
κέφ. 8ο, σέλ. 45–48, 
κέφ. 15ο, σέλ. 72, 
κέφ. 16ο, σέλ. 76–78, 
ἐκδόσεις «Ἁρμός», 
Ἀθήνα, Φεβρουάριος 1994.] 



https://wra9.blogspot.com/2024/01/blog-post_29.html

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου