Σελίδες

Παρασκευή 25 Οκτωβρίου 2024

Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ. Στόν ἀνάμεσα στούς ἁγίους Μεγαλομάρτυρα καί Μυροβλήτη Δημήτριο

 

ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ

ΣΤΟΝ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΟΥΣ ΑΓΙΟΥΣ

ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΡΑ ΚΑΙ ΜΥΡΟΒΛΗΤΗ ΔΗΜΗΤΡΙΟ

«Ἐμοὶ δὲ λίαν ἐτιμήθησαν οἱ φίλοι σου, ὁ Θεός, λίαν ἐκραταιώθησαν αἱ ἀρχαὶ αὐτῶν(:Από εμένα με μεγαλοπρέπεια τιμήθηκαν οι φίλοι Σου, Θεέ μου, και οι αρχές της καταβολής και της ύπαρξής τους και εν γένει η δύναμη και επιρροή τους κάτω από το προστατευτικό Σου χέρι υπήρξαν εξόχως ισχυρές και αδιάσειστες)»[Ψαλμ.138,14], λέγει εκείνος ο Δαβίδ, ο πιο θεόπνευστος από τους ψαλμωδούς που υπήρξαν ποτέ. Αρχές του χορού των Αποστόλων είναι οι κορυφαίοι, του καταλόγου των προφητών όσοι κατονομάστηκαν ότι είχαν αξιωθεί την θεοπτία, των δε ιερών διδασκάλων και όλης της ομηγύρεως των οσίων όσοι ονομάστηκαν μεγάλοι σύμφωνα με την υπόσχεση του κοινού Σωτήρος όλων μας[ βλ. Ματθ.5,19: «Ὃς ἐὰν οὖν λύσῃ μίαν τῶν ἐντολῶν τούτων τῶν ἐλαχίστων καὶ διδάξῃ οὕτω τοὺς ἀνθρώπους, ἐλάχιστος κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν· ὃς δ᾿ ἂν ποιήσῃ καὶ διδάξῃ, οὗτος μέγας κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν(: Αφού λοιπόν οι εντολές έχουν κύρος και ισχύ ακατάλυτη, οποιοσδήποτε παραβεί μία κι από εκείνες ακόμη τις εντολές μου που φαίνονται πολύ μικρές και διδάξει έτσι τους ανθρώπους, να τις θεωρούν δηλαδή μικρές κι ασήμαντες, θα κηρυχθεί ελάχιστος και τελευταίος στην Βασιλεία των ουρανών. Εκείνος όμως που θα εφαρμόσει όλες ανεξαιρέτως τις εντολές και θα διδάξει και τους άλλους να τις τηρούν, αυτός θα ανακηρυχθεί μεγάλος στην Βασιλεία των ουρανών. Κι αυτές λοιπόν τις εντολές που οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι παραμερίζουν με τις ανθρώπινες παραδόσεις τους, πρέπει να τις προσέχετε και να τις εφαρμόζετε)»], όπως και των μαρτύρων του Χριστού οπωσδήποτε οι μεγαλομάρτυρες.

Ανάμεσα σ’ αυτούς τους τελευταίους διαπρέπει λαμπρώς εξέχοντας από τους περισσότερους ο άγιος που υμνείται και τιμάται εξαιρέτως από εμάς, ο εντόπιος και συμπολίτης μας πολιούχος, το μέγα θαύμα της οικουμένης, το μέγα ωράισμα της Εκκλησίας, ο σε όλα σπουδαίος και θαυματουργός και μυροβλύτης Δημήτριος. Αλλά τάχα ανάμεσα μεν στους μάρτυρες αυτούς είναι σαν ανάμεσα στα άστρα μέγας φωστήρας έχοντας την θέση της αΐδιας ζωής[Φιλιπ.2,16: «Λόγον ζωῆς ἐπέχοντες, εἰς καύχημα ἐμοὶ εἰς ἡμέραν Χριστοῦ, ὅτι οὐκ εἰς κενὸν ἔδραμον οὐδὲ εἰς κενὸν ἐκοπίασα(:Και κρατάτε σταθερά και εφαρμόζετε τον λόγο του Ευαγγελίου, που έχει ζωτικότητα και μεταδίδει ζωή. Και θέλω να γίνετε άμεμπτοι και να κρατάτε τον λόγο του Ευαγγελίου, για να είστε την ημέρα της δευτέρας παρουσίας του Χριστού καύχημά μου, που θα μαρτυρεί και θα αποδεικνύει ότι δεν έτρεξα ανώφελα, ούτε κουράστηκα μάταια, αλλά η διδασκαλία μου και οι κόποι μου έφεραν πλούσιους καρπούς)»] και περιλαμπόμενος λαμπρώς με τις θεαυγείς ακτίνες και υπερβάλλοντας σε λάμψη τους περισσότερους, προφητική όμως χάρη δεν απέκτησε; Ή, ενώ καταγλαΐσθηκε με προφητική δύναμη, απαξιώθηκε αποστολικής και διδασκαλικής διακονίας και προεδρίας; Ή, ενώ ήταν εμπράκτως στολισμένος με αυτές, υστέρησε σε άσκηση οσίων και της κατά το παράδειγμα τούτων λαμπρότητας δια βίου; Όχι βέβαια. Αλλά άλλους ακολουθώντας, με άλλους εξισούμενος, άλλων προϊστάμενος, και μερικούς υπερβάλλοντας κατά πολύ, παραμένει σε όλα μοναδικός ή μαζί με ολίγους· μόνος του κρατεί μέσα του μαζεμένα όλων τα χαρίσματα, όπως συν Θεώ θα αποδείξει ο λόγος στην συνέχεια και μόνος του δικαιούται να καρπώνεται όλες μαζί τις ευφημίες που οφείλονται σε όλους.

Εμείς λοιπόν που δεν επαρκούμε ούτε για ένα, δεν λέγω σύνολο ή έναν κατάλογο, αλλά ούτε για ένα πρόσωπο του καταλόγου, τι θα πούμε, και μάλιστα με τέτοια μορφή λόγου, προς αυτόν που συνάρμοσε θείως τα χαρίσματα όλων σε θειότητα ενός βίου και είναι σε όλα απρόσιτος στην ουσία; Ο πόθος όμως πιέζει να μιλήσουμε κατά δύναμη και ο καιρός ζητεί τον επίκαιρο λόγο και το χρέος επιβάλλει να θαυμάζομε με τον λόγο το υπέρλογο μεγαλείο του μάρτυρα. Διότι φιλοτιμήθηκε να επιδείξει από την αρχή έως το τέλος στις υπέρ λόγο υπεσχημένες από τον Θεό αμοιβές και διαγωγή κατάλληλη, όσο επέτρεπε η φύση.

Και ήταν σχεδόν όλα μαζί από την παιδική ηλικία, στήλη στερεά και ακαθαίρετη κάθε καλού, άγαλμα ζωντανό και αυτοκινούμενο κάθε αρετής, εστία και συστοιχία θείων και ανθρωπίνων χαρίτων, βίβλος ζωντανή και λαλούσα προς δόξα και διδασκαλία του ανωτέρου· χαρούμενο και παράξενο κράμα όλων των καλών, κοινή και κοινωφελεστάτη φιλοτιμία κάθε αγαθού· και για να πω τα της Γραφής, και φοίνικας που ανθεί σαν εκείνος ως δίκαιος[Ψαλμ.91,13: «Δίκαιος ὡς φοῖνιξ ἀνθήσει, ὡσεὶ ἡ κέδρος ἡ ἐν τῷ Λιβάνῳ πληθυνθήσεται(:Ο δίκαιος θα ανθήσει όπως ο αειθαλής και μηδέποτε μαραινόμενος φοίνικας, όπως η υπερύψηλος και πολύρριζος κέδρος στον Λίβανο θα αυξηθεί, έτσι θαλερός και ευτυχής θα παραμένει ο ευσεβής και δίκαιος)»] και «ελαία καρπερή στον οίκο του Θεού» [Ψαλμ.51,10: «Ἐγὼ δὲ ὡσεὶ ἐλαία κατάκαρπος ἐν τῷ οἴκῳ τοῦ Θεοῦ· ἤλπισα ἐπὶ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ εἰς τὸν αἰῶνα καὶ εἰς τὸν αἰῶνα τοῦ αἰῶνος(:Αντίθετα εγώ, σαν ελαία αειθαλής και γεμάτη καρπό, βρίσκω ασφαλές καταφύγιο στον οίκο του Κυρίου, και παραμένω αχώριστος από την επικοινωνία μαζί Του και την ενίσχυσή Του. Στήριξα την ελπίδα μου όχι στον πλούτο και στην ανθρώπινη επιρροή, αλλά στο έλεος του Θεός διαπαντός και στους ατελεύτητους αιώνες)»] και «δένδρο φυτευμένο κοντά στα ρεύματα των υδάτων του Πνεύματος» [Ψαλμ.1,3: «Καὶ ἔσται ὡς τὸ ξύλον τὸ πεφυτευμένον παρὰ τὰς διεξόδους τῶν ὑδάτων, ὃ τὸν καρπὸν αὐτοῦ δώσει ἐν καιρῷ αὐτοῦ, καὶ τὸ φύλλον αὐτοῦ οὐκ ἀποῤῥυήσεται· καὶ πάντα, ὅσα ἂν ποιῇ, κατευοδωθήσεται(:Και θα είναι ο άνθρωπος αυτός σαν το δέντρο, που έχει φυτευτεί εκεί που τρέχουν και χύνονται άφθονα νερά, και το οποίο θα δώσει τον καρπό του στον κατάλληλο καιρό και τα φύλλα του δεν θα πέσουν, αλλά θα είναι αειθαλές και πάντοτε καταπράσινο, διότι και αυτός τρεφόμενος και ποτιζόμενος από τα νάματα της θείας διδασκαλίας και θείας χάριτος θα καρποφορεί πάντοτε πλούσια έργα αρετής χωρίς να μαραίνεται ποτέ· αλλά και καθετί που θα κάνει, επειδή θα ευλογείται από τον Θεό, θα έχει αίσιο πέρας και θα στέφεται από επιτυχία)»]· μόνο που το μεν ψαλμικό δέντρο «δίδει τον καρπό στον καιρό του», αυτός όμως είχε και έχει κάθε εποχή καιρό ανθοφορίας και καρποφορίας μαζί· και όπως εκείνου του δέντρου το φύλλο δεν θα πέσει ποτέ σύμφωνα με το γεγραμμένο, έτσι και τούτου μαζί τα φύλλα δεν θα πέσουν ούτε το άνθος ούτε ο καρπός, μεταδιδόμενα σε όσους προσέρχονται με πίστη χωρίς να εκλείπουν.

Και ως προς μεν το ότι έφερε τα πάντα μαζί και κατά τον σολομώνειο λόγο σε λίγο χρόνο γέμισε μακρά έτη[Σοφ. Σολ. 4,13: «Τελειωθεὶς ἐν ὀλίγῳ ἐπλήρωσε χρόνους μακρούς(:Εκείνος που ανερπάγη πρόωρα από την επίγεια ζωή, με το να γίνει τέλειος σε μικρό χρονικό διάστημα, είναι σαν να γέμισε με την αρετή και αγιότητά του πολλά χρόνια ζωής)»], ο Δημήτριος είναι εκείνη η ράβδος του Ααρών, βλαστός θαλερός της ευσεβείας, πολυαγάπητο άνθος, καρπός θαυμάσιος και θεοειδής, μάλλον δε ράβδος και θείο σκήπτρο του αιωνίου αρχιερέως Χριστού, εάν μάλιστα θέλεις ο Δημήτριος είναι και βακτηρία αειθαλής και θεοειδής του Χριστού, του Οποίου τύπος ήταν ο Ααρών. Και αυτός μεν ήταν τύπος του Χριστού, του δε Δημητρίου που διατελεί σε όλα καλό σκήπτρο του Χριστού τύπος ήταν η ράβδος εκείνη, που συγχρόνως βλάστησε και άνθησε και τους καρπούς παρήγαγε και μέστωσε με θείο τρόπο. Διαφέρει δε ο Δημήτριος από εκείνη την ράβδο, όσο είναι εύλογο να διαφέρει από ένα τύπο πολύ προς το καλύτερο όποιος καθιστά ύστερα δικό του καθετί που είναι καλό, κατά την γενναιότητα και τη μεγαλοπρέπεια των ηθών και των έργων και των θαυμάτων. Ως προς δε το ότι παρέχει αμείωτα και ατελείωτα στους προσερχομένους το πλήθος, θα λέγαμε, των χαρίτων, μοιάζει με φωτοφόρο δέντρο, αφού μεταδίδει ασταμάτητα τους καρπούς σαν ακτίνες και παρέχει κατά κόρο στους προσερχομένους τα κάλλιστα και θειότατα, ενώ ο ίδιος είναι πάντοτε γεμάτος από τέτοια αγαθά, σαν ήλιος παντοειδούς ευεργεσίας ή αστείρευτη πηγή χαρίτων ή πέλαγος θαυμάτων ανεξάντλητο ή άβυσσος ανεκδιήγητος ορατών και αοράτων αγαθών.

Το να επιχειρεί κανείς να εγκωμιάζει τον τόσο μεγάλο από τα εξωτερικά προσόντα και να λέγει γι’ αυτήν την γενέτειρά του ότι είναι ένα είδος κορυφής όλης της Θεσσαλίας[Υπό το όνομα ‘’Θεσσαλία’’ εννοείται η βυζαντινή διοίκηση που περιλάμβανε την περιοχή της Θεσσαλονίκης, την Δυτική Μακεδονία και την ΒΑ. Θεσσαλία] και από τα ίδια τα πράγματα φερωνύμως επώνυμη της δυνάμεως[Θεσσαλονίκη, νίκη επί των Θεσσαλών], επίσης δε να αναφέρει την λαμπρότητα των προγόνων και την δόξα των γονέων, έστω και αν από αυτά φανερώνεται αξιοθαύμαστος με το παραπάνω, είναι πάντως περιττό. Διότι μάλλον αυτός είναι γι’ αυτούς το μέγα καύχημα· στον Δημήτριο δε πώς θα μπορούσε να προσφερθεί από αυτούς κόσμημα, σε αυτόν που επεκόσμησε όλη την οικουμένη, ακόμη και τον άνω κόσμο; Σ’ αυτόν δε ποιος είναι κόσμος (:στολίδι); Η ακαθαίρετη πίστη, η απειρόδωρη χάρη, ο θείος και αναφαίρετος πλούτος των θεοειδών αρετών, που τώρα είναι θησαυρισμένος στους ουρανούς, αφού έγινε στα εκεί ταμεία προσθήκη των καλλίστων αγαθών· μάλλον δε φθάνει από τη γη στον ουρανό, ακόμη και όταν βρίσκεται στη ζωή, ακόμη και μολονότι γεννήθηκε από ανθρώπους, είναι μεγάλη προσθήκη στα αΐδια καλά ο Δημήτριος και καλλονή παγκόσμια μαζί και υπερκόσμια.

Αυτόν προβλέποντας ο Δαβίδ, μακάρισε και ανύμνησε λέγοντας: «Μακάριος ἀνήρ, ὃς οὐκ ἐπορεύθη ἐν βουλῇ ἀσεβῶν καὶ ἐν ὁδῷ ἁμαρτωλῶν οὐκ ἔστη καὶ ἐπὶ καθέδρᾳ λοιμῶν οὐκ ἐκάθισεν(:Μακάριος και πανευτυχής είναι ο άνθρωπος που δεν πήγε ποτέ σε συνέδριο και σύσκεψη ασεβών, όπου θα επηρεαζόταν από τις ιδέες τους και τα φρονήματά τους, και δεν στάθηκε σε δρόμο αμαρτωλών, όπου θα παρασυρόταν από τις κακές πράξεις και συνήθειές τους, και δεν κάθισε εκεί, όπου επιμένουν αμετανόητα να κάθονται διεφθαρμένοι και φθοροποιοί άνθρωποι και όπου θα μεταδιδόταν σε αυτόν το ψυχοφθόρο και ολέθριο μόλυσμά τους)» [Ψαλμ.1,1]. Πραγματικά δεν καταδέχτηκε ποτέ κάτι μη θεοσεβές στον νου του, ούτε βάδισε σε πράξη μη θεάρεστη, αλλά αφού φύλαξε αμίαντη την από το βάπτισμα κατά Χριστόν θεία χάρη, είχε το θέλημα που αρμόζει στον νόμο του Κυρίου, σαν βίβλος του Θεού και σαν πυκτίδα και πλάκα θεοχάρακτη ή σαν πινακίδα γραμμένη με το δάκτυλο του Θεού και τοποθετημένη μπροστά σε όλους σε κοινό όφελος. Διότι κατά τον Ησαΐα: «πριν γνωρίσει το κακό, εξέλεξε το αγαθό» [Ησ. 7,15: «πρὶν ἢ γνῶναι αὐτὸν ἢ προελέσθαι πονηρά, ἐκλέξεται τὸ ἀγαθόν»] και κατά το άνθος της νεότητας αποδέχτηκε την ωραιότητα της παρθενίας. Και ολόκληρος αφιερώθηκε σε αυτό το απόκτημα, πράττοντας τα πάντα, ώστε να είναι παρθένος και στο σώμα και στην ψυχή και να έχει με τον τρόπο αυτόν την πολιτεία στους ουρανούς και να βαδίζει εφάμιλλα προς τους ασωμάτους βρισκόμενος στο σώμα. Είχε σ’ αυτό σύμμαχες όλες τις άλλες αρετές και πριν από όλες τη σπουδή της σοφίας, ώστε αφού τελειοποιήθηκε με τη σύνεση και την καθαρότητα σε λίγο χρόνο να φέρει κατά την νεότητά του την επαινουμένη «πολιά»[:το λευκό χρώμα των μαλλιών των γηραιών ανθρώπων] · διότι κατά τον Σολομώντα: «Πολιὰ δέ ἐστι φρόνησις ἀνθρώποις καὶ ἡλικία γήρως βίος ἀκηλίδωτος(:Άσπρα μαλλιά είναι στους ανθρώπους η σύνεση και γεροντική ηλικία ο ακηλίδωτος βίος)» [Σοφ. Σολ. 4,9].

Ήταν, λοιπόν, απαλός νεανίας, πολύ ωραίος στην όψη, όχι μόνο κατά τον εξωτερικό και αισθητό άνθρωπο, αλλά πολύ περισσότερο κατά τον εσωτερικό και μη βλεπόμενο. Όταν τον είδε ο Θεός που βλέπει στην καρδιά, τόσο πολύ εξετίμησε το νοερό και αθέατο κάλλος, ώστε να ευδοκήσει να ενσκηνώσει σε αυτόν και να διαμορφώσει μαζί με αυτόν ένα πνεύμα και από εκείνο να τον καταστήσει καθ’ όλα θείο. Πραγματικά βρήκε τον μεν Δαβίδ άνδρα[Ψαλμ.88,20-21: «Ἐθέμην βοήθειαν ἐπὶ δυνατόν, ὕψωσα ἐκλεκτὸν ἐκ τοῦ λαοῦ μου·εὗρον Δαυΐδ τὸν δοῦλόν μου, ὁ ἐν ἐλαίῳ ἁγίῳ μου ἔχρισα αὐτόν(:Τότε, όταν ήλθε ο ορισμένος και κατάλληλος χρόνος, λάλησες δια θείου οράματος στους υιούς σου τους προφήτες και είπες: ‘’ Έθεσα και παρείχα την βοήθειά μου σε άνθρωπο, τον οποίο δι’ αυτής κατέστησα δυνατό επί προστασία του λαού μου· ύψωσα αυτόν που εξέλεξα από τον λαό μου και κατέστησα αυτόν βασιλέα. Βρήκα τον Δαβίδ τον δούλο μου και δια του αγίου μου ελαίου τον έχρισα βασιλέα’’)»], τον δε Δημήτριο, χωρίς να έχει καταγραφεί ακόμη σε ηλικία ανδρών, αλλά πολύ νέο ακόμη, τον βρήκε ανεπαίσχυντο εργάτη Του κατά την καρδιά, εκπληρωτή των εντολών Του· τον βρήκε σκεύος εκλογής όπως τον Παύλο, να βαστάσει το όνομά Του ενώπιον εθνών και βασιλέων[Πράξ.9,15: «Εἶπε δὲ πρὸς αὐτὸν ὁ Κύριος· πορεύου, ὅτι σκεῦος ἐκλογῆς μοί ἐστιν οὗτος τοῦ βαστάσαι τὸ ὄνομά μου ἐνώπιον ἐθνῶν καὶ βασιλέων υἱῶν τε Ἰσραήλ(:Του είπε τότε ο Κύριος: ‘’Πήγαινε χωρίς κανέναν φόβο ή δισταγμό, διότι αυτός είναι όργανό μου εκλεκτό. Τον διάλεξα εγώ για να βαστάσει και να διαδώσει το κήρυγμα για το όνομά μου και το ευαγγέλιό μου, και να το μεταφέρει με τις περιοδείες του ενώπιον εθνικών και βασιλέων και των σημερινών απογόνων του Ισραήλ’’)»]· τον βρήκε «καθρέπτη ακηλίδωτο» [Σοφ. Σολ. 7,28: «Οὐθὲν γὰρ ἀγαπᾷ ὁ Θεὸς εἰ μὴ τὸν σοφίᾳ συνοικοῦντα. Ἒστι γὰρ αὕτη εὐπρεπεστέρα ἡλίου καὶ ὑπὲρ πᾶσαν ἄστρων θέσιν, φωτὶ συγκρινομένη, εὑρίσκεται προτέρα(:Φέρει το αποτέλεσμα αυτό η ενέργεια αυτή της Σοφίας, διότι κανένα άλλο δεν αγαπά ο Θεός παρά εκείνον, που συνοικεί με την Σοφία και δεν χωρίζεται ποτέ από αυτήν· και αυτό συμβαίνει διότι η Σοφία είναι ωραιότερη από τον ήλιο και από όλους τους αστερισμούς· συγκρινόμενη δε προς το φως, βρίσκεται ανώτερη και μπροστά από αυτό)»], δεκτικό και δεικτικό της υπερβατικής και απόρρητης καλλονής.

Εγώ ακούω να μεταφέρθηκε σε αυτόν μυστικά και η φωνή εκείνη: «Ἰακὼβ ὁ παῖς μου, ἀντιλήψομαι αὐτοῦ· Ἰσραὴλ ὁ ἐκλεκτός μου, προσεδέξατο αὐτὸν ἡ ψυχή μου· ἔδωκα τὸ πνεῦμά μου ἐπ᾿ αὐτόν, κρίσιν τοῖς ἔθνεσιν ἐξοίσει(:Ο δούλος μου, ο Μεσσίας, ο κατά σάρκα εκ του Ιακώβ καταγόμενος, είναι αυτός τον οποίο Εγώ θα βοηθήσω και θα ενισχύσω· ο εκ του Ισραήλ καταγόμενος εκλεκτός μου· τον δέχτηκε με πολλή ευαρέσκεια η ψυχή μου· έδωσα το Πνεύμα μου σ’ αυτόν και θα φέρει αυτός στα έθνη την αληθινή θρησκεία και γνώση)» [Ησ.42,1]· και άλλους μεν θα μετασκευάσει και από αναξίους θα καταστήσει αξίους, για να είναι αυτός «σαν στόμα μου» [πρβ. Ιερ. 15,19: «Διὰ τοῦτο τάδε λέγει Κύριος· ἐὰν ἐπιστρέψῃς, καὶ ἀποκαταστήσω σε, καὶ πρὸ προσώπου μου στήσῃ· καὶ ἐὰν ἐξαγάγῃς τίμιον ἀπὸ ἀναξίου, ὡς τὸ στόμα μου ἔσῃ· καὶ ἀναστρέψουσιν αὐτοὶ πρὸς σέ, καὶ σὺ οὐκ ἀναστρέψεις πρός αὐτούς(:Για τον λόγο αυτόν αυτά λέγει ο Κύριος προς τον Ιερεμία: ‘’Εάν επιστρέψεις σε Εμένα με απόλυτη εμπιστοσύνη και σταματήσεις από το να υπολογίζεις την ανθρώπινη κρίση και εκτίμηση, θα σε αποκαταστήσω στην προηγούμενή σου θέση, οπότε θα μπορείς να στέκεσαι ενώπιόν μου με παρρησία και θάρρος, όπως και προηγουμένως. Και εάν διακρίνεις μεταξύ του πολύτιμου, αληθινού και ειλικρινούς λόγου μου και του ευτελούς και ψευδούς λόγου των ανθρώπων, τότε θα γίνεις όπως το δικό μου αληθινό και αψευδές στόμα. Και τότε θα επιστρέψουν σε εσένα οι άλλοι, θα σε έχουν ανάγκη και θα σε παρακαλούν, ενώ εσύ δεν θα επιστρέψεις προς αυτούς’’)»], άλλους όμως θα ελέγξει και θα καταισχύνει, και θα αποδείξει ότι είναι καταρτισμένοι για απώλεια [Ρωμ.9,22: «Εἰ δὲ θέλων ὁ Θεὸς ἐνδείξασθαι τὴν ὀργὴν καὶ γνωρίσαι τὸ δυνατὸν αὐτοῦ ἤνεγκεν ἐν πολλῇ μακροθυμίᾳ σκεύη ὀργῆς κατηρτισμένα εἰς ἀπώλειαν(:Εάν λοιπόν, θέλοντας ο Θεός να δείξει την οργή Του και να καταστήσει γνωστό τι μπορεί να κάνει, ανέχθηκε με πολλή μακροθυμία αγγεία και σκεύη άξια να επισύρουν την οργή Του, τα οποία μόνα τους κατάρτισαν τον εαυτό τους για την απώλεια, τι μπορείς να πεις εσύ που τολμάς να αντιμιλάς στον Θεό;)»]. Αν και αυτά έχουν γραφεί για τον Χριστό, όμως εννοείται ότι θα χαριστούν δι’ Εκείνου σε όσους ζουν ακριβώς κατά το παράδειγμα Εκείνου.

Ήταν λοιπόν και διδάσκαλος και απόστολος από εδώ ο Δημήτριος, ο σοφός και παρθένος και όσιος και θα μπορούσαμε να πούμε πάγκαλος και παναμώμητος, λαμπρυνόμενος δια της φύσεως και σπουδής και χάριτος. Στον Δημήτριο τότε, κατά το ειρημένο για τον Αυσίτη Ιώβ, «δεν υπήρχε όμοιος επάνω στη γη»[Ιώβ 2,3: «Εἶπε δὲ ὁ Κύριος πρὸς τὸν διάβολον· προσέσχες οὖν τῷ θέραποντί μου Ἰώβ, ὅτι οὐκ ἔστι κατ᾿ αὐτὸν τῶν ἐπὶ τῆς γῆς ἄνθρωπος ὅμοιος αὐτῷ, ἄκακος, ἀληθινός, ἄμεμπτος, θεοσεβής, ἀπεχόμενος ἀπὸ παντὸς κακοῦ; ἔτι δὲ ἔχεται ἀκακίας· σὺ δὲ εἶπας τὰ ὑπάρχοντα αὐτοῦ διακενῆς ἀπολέσαι(:Και είπε ο Κύριος προς τον διάβολο: ‘’Πρόσεξες λοιπόν τον πιστό δούλο μου Ιώβ και πείστηκες ύστερα από όλες τις δοκιμασίες, στις οποίες τον υπέβαλες, ότι δεν υπάρχει άλλος σαν αυτόν από τους ανθρώπους πάνω στη γη, όμοιος προς αυτόν, άκακος, ειλικρινής, χωρίς ψεγάδι, θεοφοβούμενος, που να φεύγει μακριά από κάθε κακό; Ακόμη δε και τώρα, ύστερα από τα τόσα που έπαθε, κρατεί στερεά την τελειότητα και την ακακία του. Αλλά εσύ είπες όλα όσα είχε και υπήρχαν σε αυτόν να τα καταστρέψεις, χωρίς αιτία και χωρίς να είναι άξιος τιμωρίας ο άνθρωπος αυτός)»]· μάλλον δε με αυτόν τον κατά τα πάντα θείο ούτε ο ίδιος ο Ιώβ δεν ήταν όμοιος, με τον οποίο κάποτε κατά την Γραφή «δεν υπήρχε μεταξύ των ανθρώπων».

Πραγματικά και ο Ιώβ ήταν άμεμπτος, δίκαιος, θεοσεβής προηγουμένως, όπως εμφανίστηκε ύστερα και ο Δημήτριος. Αλλά εκείνος δεν είχε τον έπαινο από την παρθενία· από την παρθενία, η οποία ανέδειξε τον Δημήτριο στεφανωμένο νικητή από την νεότητά του, και της φύσεως ανώτερο και με τους γύρω από τον Θεό αγγέλους εφάμιλλο. Έπειτα εκείνος χτυπήθηκε στο σώμα με βαριά πληγή παλαίοντας προς την αντίθετη κακία[ Ιώβ 2,13: «Παρεκάθισαν αὐτῷ ἑπτὰ ἡμέρας καὶ ἑπτὰ νύκτας, καὶ οὐδεὶς αὐτῶν ἐλάλησεν· ἑώρων γὰρ τὴν πληγὴν δεινὴν οὖσαν καὶ μεγάλην σφόδρα(:Κάθισαν κοντά του επτά μέρες και επτά νύχτες και κανένας από αυτούς δεν μίλησε· διότι έβλεπαν εμβρόντητοι ότι η πληγή του ήταν πάρα πολύ οδυνηρή και μεγάλη)»], αυτός δε αντιπαρατάχθηκε έως το τέλος και μέχρι αίματος αγωνιζόμενος προς την κακία.

Αλλά ούτε για την παιδεία των λόγων έχει μαρτυρία ο Ιώβ, την οποία αυτός, ανάμικτη με την χάρη του Πνεύματος, είχε όπλο και αμυντήριο ακαταμάχητο, οικοδομικό εργαλείο και γεωργική σκαπάνη και άροτρο, αν μάλιστα θέλεις και γραφική πένα και αλιευτικό δίκτυ και ό,τι άλλο παρόμοιο, καλλιεργώντας τον αμπελώνα του Κυρίου και παραχώνοντας στη γη τα ουράνια σπέρματα ή γράφοντας τα λόγια της αθάνατης ζωής «όχι σε λίθινες πλάκες, αλλά σε σάρκινες πλάκες καρδιάς»[Β΄Κορ. 3,3: «Φανερούμενοι ὅτι ἐστὲ ἐπιστολὴ Χριστοῦ διακονηθεῖσα ὑφ᾿ ἡμῶν, ἐγγεγραμμένη οὐ μέλανι, ἀλλὰ Πνεύματι Θεοῦ ζῶντος, οὐκ ἐν πλαξὶ λιθίναις, ἀλλὰ ἐν πλαξὶ καρδίαις σαρκίναις(:Και γίνεστε σε όλους φανεροί ότι είστε επιστολή που την έγραψε ο Χριστός με διακόνους Του εμάς. Και η επιστολή αυτή έχει γραφεί όχι με μελάνι, αλλά με την χάρη του Πνεύματος του ζώντος Θεού. Και γράφηκε όχι σε λίθινες πλάκες, όπως κάποτε ο μωσαϊκός νόμος, αλλά σε άλλου είδους πλάκες, δηλαδή σε καρδιές σάρκινες, οι οποίες αισθάνονται και κατανοούν και εγκολπώνονται αυτά που γράφει σ’ αυτές το Άγιο Πνεύμα)»], φυσικά όσες είναι άξιες για τέτοια καταγραφή, ή με την σαγήνη του λόγου πιάνοντας την Θεσσαλονίκη, την Αττική, την Αχαΐα, μάλλον δε όση περιβάλλει τώρα και όση φθάνει με τα μύρα και τα θαύματα και με την σε όλα αφθονία της χάριτος. Διότι ο Δημήτριος ήταν και τότε θαύμα για την οικουμένη στα θεία λόγια, ως ευωδία Χριστού κατά τον Παύλο, τόσο για τους σωζομένους όσο και για τους αφανιζομένους, στους τελευταίους οσμή θανάτου για θάνατο, στους πρώτους οσμή ζωής για ζωή [Β΄Κορ.2,15: «Ὃτι Χριστοῦ εὐωδία ἐσμὲν τῷ Θεῷ ἐν τοῖς σῳζομένοις καὶ ἐν τοῖς ἀπολλυμένοις(:Διότι πραγματικά εμείς οι Απόστολοι και κήρυκες του Ευαγγελίου είμαστε ευωδία Χριστού, ευχάριστη στον Θεό. Ευωδία γι’ αυτούς που σώζονται, όπως και για εκείνους που καταδικάζονται σε αιώνια απώλεια)»].

Αυτής της ευωδίας αμοιβή κατάλληλη δεν μπορώ να πω τα δοσμένα από τον Θεό μύρα και θαύματα στο λείψανο του Μεγαλομάρτυρος. Διότι τι είναι τα παρόντα, ακόμη και αν είναι μεγάλα και θαυμαστά, συγκρινόμενα με τα διδόμενα σ’ αυτόν από τον Θεό στους ουρανούς, καθώς και τα αποκείμενα; Και με την υπερβολική δόξα δεν δοξάζεται το δοξασμένο[Β΄Κορ.3,10: «Καὶ γὰρ οὐδὲ δεδόξασται τὸ δεδοξασμένον ἐν τούτῳ τῷ μέρει ἕνεκεν τῆς ὑπερβαλλούσης δόξης(:Και πραγματικά έχει υπέρμετρη δόξα· διότι εάν συγκριθεί η δόξα του παλαιού μωσαϊκού νόμου με την δόξα της Καινής Διαθήκης, δεν είναι καν δόξα, εξαιτίας της υπερβολικής δόξας που έχει η Διαθήκη αυτή)»]· αλλά πάντως αυτά είναι σε όλους περιφανέστατο δείγμα, πώς εκείνος ευρισκόμενος στον παρόντα βίο ακόμη ήταν ευωδία Χριστού και οσμή ζωής στους προθύμους να υπακούουν.

Τώρα μεν λοιπόν, καλλιεργώντας με αυτόν τον τρόπο τις ψυχές των ανθρώπων ή συλλαμβάνοντάς τους με πνευματικά δίχτυα σύμφωνα με την υπόσχεση του Χριστού προς τον Πέτρο[Λουκά 5,10: «Ὁμοίως δὲ καὶ Ἰάκωβον καὶ Ἰωάννην, υἱοὺς Ζεβεδαίου, οἳ ἦσαν κοινωνοὶ τῷ Σίμωνι. καὶ εἶπε πρὸς τὸν Σίμωνα ὁ Ἰησοῦς· μὴ φοβοῦ· ἀπὸ τοῦ νῦν ἀνθρώπους ἔσῃ ζωγρῶν(:Παρόμοια μάλιστα κυριεύτηκαν από έκπληξη και ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης, οι γιοι του Ζεβεδαίου, οι οποίοι ήταν συνέταιροι του Σίμωνος. Τότε ο Ιησούς είπε στο Σίμωνα: ‘’Μη φοβάσαι. Από τώρα που σε καλώ να γίνεις απόστολός μου και στο εξής, θα συνεχίσεις να ψαρεύεις, αλλά δεν θα πιάνεις ψάρια αλλά ανθρώπους ζωντανούς, που με το κήρυγμά σου θα τους οδηγείς στη σωτηρία’’)»], είχε τον λόγο όργανο για σωτήρια καλλιέργεια και θήρα.

Άλλοτε πάλι κτίζοντας για τον Θεό ναό με λίθους ζωντανούς και πραγματικά πολύτιμους [Α΄Πέτρ.2,6: «Διότι περιέχει ἐν τῇ γραφῇ· ἰδοὺ τίθημι ἐν Σιὼν λίθον ἀκρογωνιαῖον, ἐκλεκτόν, ἔντιμον, καὶ ὁ πιστεύων ἐπ᾿ αὐτῷ οὐ μὴ καταισχυνθῇ(:Προσέξτε να εκτιμήσετε τον λίθο αυτόν και να επωφεληθείτε από την παρουσία του, για να μην αποβεί αυτός αιτία της καταδίκης σας. Διότι περιέχεται στην Αγία Γραφή ο εξής λόγος: ‘’Ιδού, τοποθετώ στη Σιών έναν ακρογωνιαίο λίθο που βαστάζει όλο το πνευματικό οικοδόμημα και συσφίγγει σε ένα τους δύο λαούς, τους Ιουδαίους και τους εθνικούς, που με την πίστη γίνονται ο ένας ενωμένος λαός του Κυρίου. Και ο λίθος αυτός είναι διαλεκτός, πολύτιμος. Όποιος στηρίζει την πεποίθησή του πάνω σ’ Αυτόν δεν θα ντροπιαστεί’’)» και Α΄Πέτρ.3,12: «Ὃτι ὀφθαλμοὶ Κυρίου ἐπὶ δικαίους καὶ ὦτα αὐτοῦ εἰς δέησιν αὐτῶν, πρόσωπον δὲ Κυρίου ἐπὶ ποιοῦντας κακά(:Διότι τα μάτια του Κυρίου είναι στραμμένα γεμάτα στοργή προς τους δικαίους και τα αυτιά Του είναι ανοιχτά για να ακούσουν την δέησή τους. Αντίθετα, το πρόσωπο του Κυρίου στρέφεται απειλητικά πάνω σ’ εκείνους που κάνουν το κακό)»], είχε τον λόγο ως κατάλληλο εργαλείο.

Και όταν συγκροτούσε τον πόλεμο προς τους αντιθέτους στον Χριστό, και μάλιστα προς τους ορατούς πολεμίους του Θεού που ενεργούνται δια των αοράτων, τα πάντα ήταν γι’ αυτόν ο λόγος, από το θείο Πνεύμα χορηγούμενος και κινούμενος και ενισχυόμενος, ρυθμιζόμενος και μετασκευαζόμενος προς το χρήσιμο. Κι έτσι, κατά το γεγραμμένο περί του πρωταγωνιστού των μαρτύρων, κανείς δεν μπορούσε να αντισταθεί στου Δημητρίου «στην σοφία και το πνεύμα, με το οποίο μιλούσε» [Πράξ.6,10: «Καὶ οὐκ ἴσχυον ἀντιστῆναι τῇ σοφίᾳ καὶ τῷ πνεύματι ᾧ ἐλάλει(:Δεν μπορούσαν όμως να αντισταθούν στη σοφία και στο πνευματικό χάρισμα με το φωτισμό του Οποίου μιλούσε ο Στέφανος)»].

Εγώ και την στρατιωτική στολή και το δακτυλίδι στο χέρι και το υπατικό επώμιο, το οποίο φορούσε ο μάρτυρας αφού έλαβε τον βαθμό από τον τότε βασιλέα [Εννοείται ο Γαλέριος, του οποίου το τριπλό όνομα είναι Γαλέριος Βαλέριος Μαξιμιανός. Παρακάτω ονομάζεται απλώς Μαξιμιανός], θεωρώ ότι υπήρξαν σύμβολα του από τον αληθινό Βασιλέα μυστικώς δοσμένου διδασκαλικού και καθοδηγητικού αξιώματος. Γι’ αυτό και η θεία χάρη του Θεού ύστερα θαυματούργησε δι’ αυτού αφθόνως. Έπρεπε δε πάντως ο από την αρχή απατεώνας να απατηθεί σοφώς, για να μην προετοιμάσει πρόωρα τον θάνατο του μάρτυρα και για να μην τρυγηθεί έως το τέλος πριν ακόμη πεμφθεί ο καρπός της αιώνιας αποθήκης, ώστε, αφού πέσει στη γη δια του σώματος, να μη φέρει πολύ καρπό εξαιτίας της άκαιρης πτώσεως. Αλλά μόλις είδε το αποτέλεσμα των συμβόλων εκείνων ο ολοφάνερος φθόνος, μην μπορώντας να υποφέρει, ερεθίζει τους υπηρέτες της πλάνης εναντίον του αντιπάλου της πλάνης· και αυτοί, αφού συνέλαβαν τον διώκτη της απάτης τον προσάγουν στον βασιλέα της απάτης, τον Μαξιμιανό δηλαδή, κι έτσι ο Δημήτριος κατέρχεται προς το στάδιο του μαρτυρίου, ο από παιδί γεμάτος άρρητα χαρίσματα, ο σε όλα σοφός και δίκαιος, όσιος και απόστολος, παρθένος και πάναγνος, και δεν είναι υπερβολή, αγαπημένος από τον Χριστό μαθητής ή παιδί ή φίλος άκρος και οικειότατος, μάλλον δε όλα μαζί, αφού έφτασε όλα όσα είναι αγαπητά στον Θεό, λογισμούς και λόγους και πράξεις.

Γνωρίζω καλά, ποθείτε όλοι να μάθετε και τον τρόπο της κρατήσεως, καθώς και πού και πώς αναζητούμενος από τους δημίους συνελήφθη. Υπάρχει μια στοά, υπόγεια στον ναό της Αειπαρθένου και Θεομήτορος, που ονομάζεται Καταφυγή. Σύμφωνα με παλαιό έθιμο σε αυτό το σημείο ξεκινούν κάθε χρόνο την πανήγυρη του μεγαλόμαρτυρος και από εκεί ανερχόμενοι δια της λεωφόρου με ύμνους προς αυτόν αναβαίνουν σε αυτό το σημείο και ολοκληρώνουν την εορτή. Όταν λοιπόν επικρατούσε η ασέβεια, επειδή η λατρεία της ευσεβείας δεν μπορούσε να ασκείται ελεύθερα, ο μάρτυς διείσδυε σε εκείνα τα υπόγεια, μετέδιδε στους φοιτητές την ουράνια διδασκαλία και παρουσίαζε την θρησκεία των Χριστιανών και τελούσε άφοβα την λατρεία της για τους από την ασέβεια, σαν πολυκύμαντη ταραχή, καταφεύγοντες σε αυτόν ως γαλήνιο λιμένα της ευσέβειας· κι έτσι ο θειότατος μάρτυς ήταν τότε καταφυγή όλων όσοι επιθυμούσαν να ευσεβούν· από αυτό δε και ο τόπος ονομάστηκε Καταφυγή.

Καθώς έμαθαν τούτο οι διορισμένοι από τον Μαξιμιανό τον Ερκούλιο[Αυτοκράτορας στη Θεσσαλονίκη ήταν ο Γαλέριος Βαλέριος Μαξιμιανός, όχι ο Ερκούλιος] να αναζητούν τους συνηγόρους της ευσεβείας, και γνώρισαν ότι ο μάρτυρας εκεί δίδασκε τον λαό, εξεμάνησαν πολύ περισσότερο, επειδή είδαν το συγκεντρωμένο πλήθος να προσέχει στους λόγους του Δημητρίου σαν φωνές του Θεού, ορμούν εναντίον του ως διδασκάλου, αφού διεσκόρπισαν το πλήθος. Αφού δε τον συνέλαβαν, τον οδήγησαν διαμέσου αυτής της λεωφόρου και τον παρουσιάζουν στον Μαξιμιανό που κάπου εδώ διέμενε και παρακολουθούσε με πολλή ηδονή τις ανθρωποκτονίες του Λυαίου. Εκείνος, αφοσιωμένος στην τέρψη του, προστάσσει να κρατηθεί εδώ κατάκλειστος ο άγιος, όπου και υπέστη το μαρτύριο. Αυτά αναπαριστάνοντας εμείς φυσικά κάθε χρόνο, εκεί μεν κάνομε την αρχή της πανηγύρεως, εδώ δε την ολοκλήρωση[Η πομπή ξεκινούσε από την Καταφυγή, ανέβαινε από τη λεωφόρο, δηλαδή την Εγνατία, επερνούσε από την Αχειροποίητο, όπου άλλοτε ετελείτο ο Εσπερινός, και κατέληγε στον ναό του αγίου Δημήτριου. Η Καταφυγή λοιπόν ίσως ήταν στον χώρο γύρω από την Παναγία Χαλκέων]. Διότι και ο μάρτυρας με αυτή την πορεία είχε συρθεί τότε σε σφαγή για τον Χριστό, προσκαλούμενος σε μεγάλη εορτή και διασκέδαση.

Η φροντίδα του αρχέκακου διαβόλου ήταν να φύγει το ταχύτερο τότε από τους ανθρώπους ο Δημήτριος· διότι δεν υπέφερε να είναι αυτός ακόμη επάνω στη γη και να φαίνεται και να ομιλεί σε ανθρώπους και γενικώς να ακούεται. Ο δε Θεός ήθελε να τον παραστήσει και ως προφήτη, αυτόν που έπειτα από λίγο επρόκειτο να γίνει και μεγαλομάρτυράς του πέρα από όλους τους άλλους, που όχι μόνο είχε ένοικο την μαρτυρική χάρη, αλλά μπορούσε να την παράσχει και στους άλλους με την προς αυτόν άκρα υπερφυή συνάφειά της, σαν να είχε γίνει πηγή υπερφυής της χάριτος. Και τι χρειάζεται να λέγω, ενώ ο καιρός δεν επιτρέπει να μακρηγορώ; Γνωρίζετε την αναβολή που διέταξε ο τύραννος και την κάθειρξη του Δημητρίου και τον Νέστορα έπειτα από αυτά και την προς αυτόν προφητεία του μεγαλομάρτυρος και την σύμφωνα με αυτήν νίκη εκείνου κατά του Λυαίου, και το μαρτύριο.

Αλλά μόλις είδε ο αρχέκακος όφις να παρατείνεται η αναβολή του τυράννου, ενώ αυτός δεν υπέφερε να βλέπει ζωντανό ακόμη επί της γης τον και πριν από την τελείωση του μαρτυρίου μέγα Δημήτριο, υποδυόμενος τον σκορπιό προσβάλλει τον μάρτυρα, όχι για να τον απατήσει ή να τον θέλξει, όπως κάποτε δια του όφεως την μεν μια από το πρώτο εκείνο ζευγάρι των προπατόρων εξαπάτησε, τον δε άλλον έθελξε διαμέσου εκείνης· διότι από πείρα γνώριζε ότι ο Δημήτριος ήταν ανεξαπάτητος και γενναιότατος και γυμνασμένος στη διάκριση του καλύτερου· τον προσβάλλει λοιπόν με σκορπιό όχι για να τον απατήσει, αλλά για να τον πλήξει καιρίως και να τον θανατώσει το ταχύτερο, και να απαλλάξει τον εαυτό του από ένα τόσο μεγάλο στην αρετή και την δύναμη. Αλλά την ταχύτητα και την σπουδή εκείνου την προφθάνει η ενοικούσα στον Δημήτριο χάρη αυτή και δύναμη. Με την επίκληση και την θεία σφραγίδα ο μάρτυρας χρησιμοποιώντας το χέρι του, νεκρώνει το όργανο της νεκρώσεως και καταισχύνει τον υποδυόμενο καταργώντας την ενέργειά του και δείχνει με αυτό ότι, αν δεν υφίστατο αυτός εκουσίως το πάθος, δεν θα πάθαινε καθόλου, φρουρούμενος και δυναμούμενος από τη χάρη και δύναμη του Χριστού. Με την θέλησή του λοιπόν παραδίδεται και φυλακίζεται και κρατείται στα χέρια των δημίων και υποφέρει από τους κακούργους τους βασανισμούς των κακούργων, μιμούμενος τον Παθόντα υπέρ ημών.

Γι'αυτό και όταν επανήλθαν οι αιμοχαρείς λογχοφόροι με εντολή του τυράννου, τους δέχεται με ανοικτές αγκάλες για να χτυπηθεί σε αυτές το τελικό χτύπημα, μάλλον δε τα χτυπήματα που διαπερνούσαν τα πάντα, σπλάχνα και οστά και σάρκες, ώστε και οι δύο πλευρές, η μία απέξω και η άλλη από μέσα, να δεχτούν τις διατρήσεις από τις αιχμές. Κι έτσι διπλασιάζει, μάλλον δε πολλαπλασιάζει το πάθος της πλευράς του Σωτήρος, αναπληρώνοντας, κατά τον Παύλο, τα υστερήματα του Χριστού[Κολοσ.1,24: «Νῦν χαίρω ἐν τοῖς παθήμασί μου ὑπὲρ ὑμῶν καὶ ἀνταναπληρῶ τὰ ὑστερήματα τῶν θλίψεων τοῦ Χριστοῦ ἐν τῇ σαρκί μου ὑπὲρ τοῦ σώματος αὐτοῦ, ὅ ἐστιν ἡ ἐκκλησία(:Η αποστολική μου δράση βέβαια εμποδίστηκε προς το παρόν, διότι είμαι φυλακισμένος. Αλλά τώρα, παρά την φυλάκισή μου αυτή, χαίρομαι για τα παθήματα που υποφέρω για την σωτηρία σας. Με τα παθήματά μου αυτά αναπληρώνω τα υστερήματα των θλίψεων του Χριστού, και πάσχω εγώ στο σώμα μου τα όσα δεν πρόφθασε να πάθει ο Χριστός. Και τα υποφέρω για χάρη του σώματος του Χριστού, το οποίο είναι η Εκκλησία)»] και τόσο ερωτεύεται την σφαγή και τόσο αγαπά το χύσιμο του αίματός του υπέρ της δόξας του Χριστού, παρά πολλές φορές και διηνεκώς αν ήταν δυνατό, ώστε και από τον Γνωρίζοντα την περίσσεια και υπερβολή του έρωτά του να λάβει στο σώμα του πηγή μύρων. Έτσι, όταν εκλείψει το αίμα, αυτή και σε όλο τον μελλοντικό χρόνο να χύνεται από το σώμα αντί του αίματος σε δόξα Χριστού· τον Οποίο αυτός και δια της ζωής και δια του θανάτου και μετά τον θάνατο, όχι μόνο δόξασε, αλλά και δοξάζει διηνεκώς παρά του Οποίου και στην γη και στον ουρανό αντιδοξάστηκε και δοξάζεται και θα δοξαστεί θείως.

Μου έρχεται δε τώρα να πω γι’ αυτόν ό,τι λέγει ο θεόπνευστος Παύλος για τον Χριστό· διότι συγκροτεί την αγάπη σε εμάς και ο μέγας Δημήτριος, αφού όταν ακόμη ήμασταν ασεβείς, αυτός πέθανε στον κατάλληλο καιρό υπέρ ασεβών[Ρωμ.5,6: «Ἒτι γὰρ Χριστὸς ὄντων ἡμῶν ἀσθενῶν κατὰ καιρὸν ὑπὲρ ἀσεβῶν ἀπέθανε(:Και είναι πραγματικά αξιοθαύμαστη και μοναδική η αγάπη που μας έδειξε ο Θεός. Διότι όταν εμείς ήμασταν ακόμη ασθενείς πνευματικά και δεν μπορούσαμε να εργαστούμε το καλό και να απαλλαγούμε μόνοι μας από την οργή, ο Χριστός στον κατάλληλο χρόνο που είχε ορίσει ο Θεός, πέθανε για να σώσει ανθρώπους ασεβείς)»], κατά χάρη βέβαια και μίμηση του Δεσπότου. Και όλη αυτή η πόλη συμφιλιωθήκαμε με τον Θεό δια του θανάτου Του. Διότι πού είναι εκείνο το πλήρωμα της ασεβείας, όπου δεν είναι απίθανο να βρίσκονται και πολλοί από τους προγόνους μας; Πού είναι οι γι’ αυτόν αγαπητές αποκρύψεις; Πού είναι εκείνοι που ξεπέρασαν την αγριότητα των θηρίων με την μανία τους κατά των ευσεβών;

Όλα τα δεινά έχουν λυθεί, όλα τα χρηστά έχουν πραγματοποιηθεί, αφού υπερασπίστηκε ο Δημήτριος την ευσέβεια. Ναοί μεγαλοπρεπείς και περικαλλείς, που με μόνη την θέα τους ελκύουν την προσοχή όλων είναι ανεγερμένοι στον τόπο εκείνο των αποκρύψεων, βασιλείς, που κοσμούνται μάλλον με την ευσέβεια παρά με την βασιλεία, συμπαρίστανται με εμάς και συνεπικροτούν επευφημώντας τις νίκες του μάρτυρα και όλη η πόλη παρουσιάζουμε την ευσέβεια καυχώμενοι για το μαρτύριο του μεγάλου Δημητρίου. Διότι έχυσε την αγάπη του όχι μόνο στις καρδιές μας αλλά και στα σώματα δια των μύρων, τα οποία παράγει από το σώμα του χάριν της ευρωστίας μας. Αυτών των μύρων η ευωδία απομάκρυνε την ασέβεια από όλα τα μέρη της πόλεως και την ανέδειξε πόλη Θεού ή άλλο παράδεισο, αν όχι και κάτι παραπάνω, αρδευομένη και ευφραινομένη από ποταμό μύρων αλλά όχι υδάτων· και μάλιστα μύρων, στα οποία και από τα οποία πάντως υπάρχει δια του Πνεύματος η χάρις των ιαμάτων, τα ενεργήματα των δυνάμεων· ώστε να μπορούμε να πούμε προς τον μέγα Δημήτριο, ό,τι έχει γραφεί στο Άσμα Ασμάτων περί της ψυχής που νυμφεύτηκε σε αφθαρσία με τον Θεό, ότι «η οσμή των ιματίων σου ξεπερνά όλα τα αρώματα» [Άσμα Ασμ. 4,10: «Ὀσμὴ ἱματίων σου ὑπὲρ πάντα τὰ ἀρώματα»]!

Ως ιμάτιο δε της μαρτυρικής ψυχής πρέπει να εννοήσεις το σώμα, του οποίου οι «σταγόνες», σύμφωνα με εκείνο το Άσμα πάλι «είναι σαν φιάλες μύρων» και τα δάκτυλα «σαν κρίνα που στάζουν» [Άσμα Ασμ.5,13: «Σιαγόνες αὐτοῦ ὡς φιάλαι τοῦ ἀρώματος φύουσαι μυρεψικά· χείλη αὐτοῦ κρίνα στάζοντα σμύρναν πλήρη»]· πολύ περισσότερο η πλευρά που λογχίστηκε, η οποία σαν να τρυπήθηκε με τις λόγχες δεν κρατεί πλέον κοντά της τα μύρα ούτε αφήνει σταλαγμούς ευώδεις σαν τα κρίνα, αλλά αναδίδει αέναη πηγή και αστείρευτη· ώστε να μην μπορούμε να πούμε κατά το ψαλμικό, ότι «ο ποταμός του Θεού γέμισε ύδατα»[Ψαλμ.64,10: «Ὁ ποταμὸς τοῦ Θεοῦ ἐπληρώθη ὑδάτων»], αλλά ότι η κρήνη του Θεού, που είναι το μαρτυρικό σώμα, είναι γεμάτο μύρα και θαύματα και ιάματα, και το θαυμαστότερο από αυτά είναι ότι, αν και τρέχει σαν βρύση, μένει γεμάτη. Και, όπως φαίνεται, η μαρτυρική και θεία ψυχή, αναβαίνοντας από το σώμα προς τον Θεό, είπε εκείνους τους λόγους, που λέγει και η νυμφευθείσα με τον Θεό σε εκείνα τα Άσματα. Ποιους δηλαδή; «Ἐξεγέρθητι, βοῤῥᾶ, καὶ ἔρχου, νότε, διάπνευσον κῆπόν μου, καὶ ῥευσάτωσαν ἀρώματά μου(:Σήκω, βορρά, και έλα, νότε, και φύσηξε στον κήπο μου και ας ρεύσουν τα αρώματά μου)» [Άσμα Ασμ.4,16].Κι έτσι τον μεν χειμώνα της ασεβείας που από την πνοή του νοητού βορρά κατέτρυχε τότε την πόλη τον απήλασε και τον διέλυσε, επανέφερε δε σε εμάς την νοητή ζεστασιά της ευσεβείας, την οποία δίδει η εύπνοια εκείνου του νότου, ο οποίος εισβάλλει σαν στην πρύμνα των αποφασισμένων να πλέουν προς την ανατολή του ηλίου της δικαιοσύνης.

Και στον κήπο των αρετών και των χαρίτων, που είναι το μαρτυρικό σώμα, έδωσε να πηγάζουν μύρα και ιάματα, αναδεικνύοντας τόσες βρύσες, όσα τρυπήματα έγιναν στο σώμα από τους λογχιστές· διότι τα στόματα των λύκων ανάμεσα στους οποίους κατά το ευαγγέλιο έστειλε ο Κύριος τον μαθητή Του Δημήτριο[Ματθ.10,16: «Ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω ὑμᾶς ὡς πρόβατα ἐν μέσῳ λύκων· γίνεσθε οὖν φρόνιμοι ὡς οἱ ὄφεις καὶ ἀκέραιοι ὡς αἱ περιστεραί(:Να λοιπόν, Εγώ ο Κύριός σας σάς αποστέλλω για να είστε σαν πρόβατα ήμερα ανάμεσα σε αιμοβόρους λύκους, με τους οποίους μοιάζουν οι εχθροί του ευαγγελίου, οι οποίοι είναι κυριευμένοι από τα άγρια πάθη της σάρκας. Αφού λοιπόν τόσο δεινή θα είναι η θέση σας, φροντίστε να είστε φρόνιμοι σαν τα φίδια, ώστε να μην εκθέτετε τον εαυτό σας σε ανωφελείς και ανόητους κινδύνους, και άκακοι και απλοί σαν τα περιστέρια)»· Λουκά 10,3: «Ὑπάγετε· ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω ὑμᾶς ὡς ἄρνας ἐν μέσῳ λύκων(:Πηγαίνετε κι εσείς τώρα για την επιτέλεση του θείου αυτού έργου και επιτελέστε το με θάρρος και καρτερία. Ιδού εγώ σας αποστέλλω σαν αρνιά ήμερα ανάμεσα σε αιμοβόρους λύκους. Διότι μ’ αυτούς μοιάζουν οι εχθροί του Ευαγγελίου, που είναι κυριευμένοι από τα άγρια πάθη της κακίας)»], με τα δαγκώματα άνοιξαν πηγές, οι οποίες στο μεν ποίμνιο του Χριστού προκαλούν μεγάλη ευχαρίστηση και πολλές ευεργεσίες, πολλούς δε από τους λύκους και βαθμιαίως όλους μετασχηματίζουν σε αρνιά. Και έτσι οι πύλες του άδη -που είναι τα στόματα εκείνων των τυράννων τα οποία εκφέρουν τις θανατηφόρες αποφάσεις- όχι μόνο δεν κατανικούν την Εκκλησία του Χριστού, αν και προσφέρεται σε δαγκώματα[Ματθ.16,18: «Κἀγὼ δέ σοι λέγω ὅτι σὺ εἶ Πέτρος, καὶ ἐπὶ ταύτῃ τῇ πέτρᾳ οἰκοδομήσω μου τὴν ἐκκλησίαν, καὶ πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς(:Κι εγώ λοιπόν σου λέω ότι εσύ είσαι Πέτρος, και επάνω στον βράχο της αληθινής πίστεως που ομολόγησες, κι έγινες με την ομολογία σου αυτή ο πρώτος λίθος της πνευματικής μου οικοδομής, θα οικοδομήσω την Εκκλησία μου. Κι ο θάνατος και οι οργανωμένες δυνάμεις του κακού δεν θα υπερισχύσουν και δεν θα νικήσουν την Εκκλησία, η οποία θα είναι αιώνια και αθάνατη)»], αλλά πλην της ουράνιας και αΐδιας δόξας προξενούν στους πάσχοντες και την επίγεια δόξα.

Θέλετε να μάθετε κι εκείνο, τι εννοεί δηλαδή η παραγγελία που αναγνώστηκε σήμερα στο ευαγγέλιο του Κυρίου προς τους στελλομένους ανάμεσα στους λύκους: «Ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω ὑμᾶς ὡς πρόβατα ἐν μέσῳ λύκων· γίνεσθε οὖν φρόνιμοι ὡς οἱ ὄφεις καὶ ἀκέραιοι ὡς αἱ περιστεραί(:Να λοιπόν, Εγώ ο Κύριός σας σάς αποστέλλω για να είστε σαν πρόβατα ήμερα ανάμεσα σε αιμοβόρους λύκους, με τους οποίους μοιάζουν οι εχθροί του ευαγγελίου, οι οποίοι είναι κυριευμένοι από τα άγρια πάθη της σάρκας. Αφού λοιπόν τόσο δεινή θα είναι η θέση σας, φροντίστε να είστε φρόνιμοι σαν τα φίδια, ώστε να μην εκθέτετε τον εαυτό σας σε ανωφελείς και ανόητους κινδύνους, και άκακοι και απλοί σαν τα περιστέρια)»[Ματθ.10,16]; Ο όφις είναι φυλακτικός για τον εαυτό του αλλά και καταστροφικός γι’ άλλους, έχοντας ορμή και δύναμη επιθετική και κακοποιό, η δε περιστερά είναι άκακη και απροφύλακτη. Παραγγέλλει λοιπόν στους δικούς Του ο Κύριος να μην είναι ούτε κακοποιοί σαν τους όφεις ούτε απροφύλακτοι σαν τις περιστερές, αλλά συνάπτοντας με σύνεση το φυλακτικό προς το φρονίμως άκακο να είναι έτοιμοι για φύλαξη της ευσέβειας και αρετής τους, προς τους προσβάλλοντες δε να φέρονται τόσο άκακα, ώστε και να προσεύχονται γι’ αυτούς. Έτσι θα κατασκευαστεί φάρμακο προς ζωή και γι’ αυτούς που θανατώθηκαν από τον νοητό όφι. Όπως δηλαδή οι γιατροί, παίρνοντας τη σάρκα του όφεως, καθαρίζοντάς την από το δηλητηριώδες και αναμιγνύοντάς την με μερικά εδέσματα, θεραπεύουν με αυτήν όσους δαγκώθηκαν από φίδι, έτσι και όποιος ανακατέψει στον καιρό πειρασμών την φρονιμάδα και προφυλακτικότητα του όφεως με το άκακο της περιστεράς, όχι μόνο τον εαυτό του καθιστά ανώτερο της βλάβης από τον όφι, δηλαδή της από τον διάβολο απάτης, αλλά και αυτήν όσους δαγκώθηκαν από φίδι, δηλαδή τους πλανεμένους, θεραπεύει καταργώντας την κακία του όφεως που είναι η αμαρτία και η ασέβεια.

Και ο μάρτυρας είναι εγγύς· ο μεγάλος αυτός μάρτυρας Δημήτριος. Αφού τελείωσε τον δρόμο και τήρησε την πίστη και αντιστάθηκε μέχρι αίματος προς φύλαξη της ευσεβείας, τόσο απέφυγε να εναντιωθεί προς τους πειραστές, ώστε, αφού ευχήθηκε και υπέρ αυτών προς τον Κύριο, άλλων μεν σταμάτησε την κακία, άλλων δε την μεταποίησε, ώστε να μην υπάρχει σε αυτήν την πόλη ούτε λείψανο της δυσεβείας εκείνης· αλλά να συντηρείται και να διαμένει η πόλη στην οποία και από την οποία υπέστη ο θείος μάρτυρας τον βίαιο θάνατο, με τις πολύτροπες κηδεμονίες και τις πολυειδείς προστασίες και αδιάκοπες πρεσβείες του προς τον Θεό.

Τούτο ενδεικνύοντας και εμείς μάλλον παρά ανταποδίδοντας -διότι ποια ικανότητα έχομε εμείς σε αντίδοση;- του επαυξάνομε την πανήγυρη, ζητώντας δια της ικεσίας του προς τον Θεό να αξιωθούμε και της αΐδιας πανηγύρεως, των πολιτών του ουρανού. Αυτήν είθε να επιτύχουμε όλοι εμείς με την χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον Οποίο πρέπει δόξα, κράτος, τιμή και προσκύνηση μαζί με τον άναρχο Πατέρα Του και το Πανάγιο Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Γένοιτο.

ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,

επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος

ΠΗΓΕΣ:

· Γρηγορίου του Παλαμά, Άπαντα τα έργα, Ομιλίες ΜΓ΄- ΞΓ΄, ομιλία ΜΘ’, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1986, τόμος 11, σελίδες 161-194.

· Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.

· Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.

· Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.

· Η Παλαιά Διαθήκη μετά Συντόμου Ερμηνείας, Παναγιώτης Τρεμπέλας, Αδελφότης Θεολόγων «Ο Σωτήρ», Αθήνα, 1985.



· Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016.



· http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm







Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου