Σελίδες

Τὸ πνεῦμα τῶν παλαιῶν Ἁγιορειτῶν. Ἀπὸ τὴν Ἀσκητικὴ καὶ Ἡσυχαστικὴ Ἁγιορείτικη Παράδοση

Εἶ­πε Γέρων: «Στοῦ Γρη­γο­ρί­ου οἱ πα­λαι­οί πα­τέ­ρες εἶ­χαν πο­λλή ἀ­γά­πη γιά τήν Μο­νή καί τά τῆς Μο­νῆς, νά μή ζη­μι­ω­θῆ ἐξ αἰ­τί­ας τους ἡ Μο­νή καί ὁ Ἅ­γι­ός μας. Εἶ­χαν πο­λλή φι­λο­πο­νί­α. Ἀ­σκοῦν­ταν στή νη­στε­ί­α. Εἶ­χαν πο­λλή προ­θυ­μί­α γιά τήν ἀ­κο­λου­θί­α. Ἀ­πό τήν ἀρχή ἦ­ταν στήν Ἐκ­κλη­σί­α. Ἡ ἀ­κο­λου­θί­α ἦ­ταν ἡ ζωή τους καί πα­ρα­κο­λου­θοῦ­σαν μέ πο­λλή προ­σο­χή. Ὅ­λοι τους, ἀ­κό­μη καί μέ­χρι τά βα­θειά γη­ρά­μα­τά τους, πού ἔ­σερ­ναν τά πό­δια τους, δέν στα­μα­τοῦ­σαν νά δου­λε­ύ­ουν καί νά ἔρ­χων­ται στήν ἀ­κο­λου­θί­α. Ὅ­λοι οἱ πα­λαι­οί ξυ­πνοῦ­σαν δύ­ο ὧ­ρες πρίν ἀ­πό τήν ἀ­κο­λου­θί­α, γιά νά κά­νουν τόν κα­νό­να τους. Ἔ­νι­ω­θαν πο­λύ ἔν­το­νη τήν ἀ­νάγ­κη νά ἐ­ξο­μο­λο­γοῦν­ται. Ἤ­θε­λαν νά εἶ­ναι ἀ­νά πᾶ­σα στιγμή ἕ­τοι­μοι γιά τήν ἄλ­λη ζωή. Γιά τό πα­ρα­μι­κρό, μό­λις εὕ­ρι­σκαν τόν Πνευ­μα­τι­κό, τοῦ ἐ­ξω­μο­λο­γοῦν­το καί τά πα­ρα­μι­κρά καί ἐ­που­σι­ώ­δη.

»Τίς ἀ­να­γνώ­σεις τίς πα­ρα­κο­λου­θοῦ­σαν μέ πολλή προ­σο­χή. Ὑ­πῆρ­χαν καί δύο τρεῖς πού δέν ἤ­ξε­ραν νά δι­α­βά­ζουν, ἀλ­λά ὅ­λοι τους ἔ­δι­ναν πο­λλή προ­σο­χή στίς ἀ­να­γνώ­σεις. Μάλιστα ὑ­πῆρ­χε καί στό ναό ἀ­νά­γνω­ση πα­τε­ρι­κοῦ ἀ­πό τόν Σε­πτέμ­βριο μέ­χρι τῶν Βα­ΐ­ων, ἐ­νῶ στήν τρά­πε­ζα συ­νή­θως δι­ά­βα­ζαν Συ­να­ξά­ρια.

Μ. Βασίλειος: Διὰ προσευχῆς ἀνοίγει τὶς θύρες τοῦ Ναοῦ καὶ τὸν παραδίδει στοὺς Ὀρθοδόξους.

Αρχιμ. Δανιήλ Γούβαλης (+)

Μ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ:
ΔΙΑ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ ΑΝΟΙΓΕΙ ΤΙΣ ΘΥΡΕΣ ΤΟΥ ΝΑΟΥ
ΚΑΙ ΤΟΝ ΠΑΡΑΔΙΔΕΙ ΣΤΟΥΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥΣ
ΘΑΥΜΑΣΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΣΤΗΝ ΖΩΗ ΤΟΥ Μ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

Ο Χριστός κάποτε, καθισμένος σ’ ένα πλοίο εδίδασκε τους Γαλιλαίους που κάθονταν στην ακρογιαλιά. Τους μίλησε για την επιτυχία ή αποτυχία της σποράς. Αν ο σπόρος πέση σε καλό χώμα, αποδίδει καρπόν στο τριάντα ή στο εξήντα ή στο εκατό. «Και άλλο έπεσεν εις την γην την καλήν και εδίδου καρπόν αναβαίνοντα και αυξάνοντα, και έφερεν εν τριάκοντα και εν εξήκοντα και εν εκατόν».

Στην περίπτωσι του Μ. Βασιλείου, η καρπο­φορία έφθασε στο εκατό. Όταν συμβή κάτι τέ­τοιο, τότε ο άνθρωπος γίνεται δοχείον της θείας χάριτος, τότε γεύεται ανέκφραστα ουράνια δώρα, τότε αξιώνεται να ατενίση την θεία δόξα, όπως οι προ­φήτες και οι απόστολοι.

Σ’ αυτές τις πανύψηλες πνευματικές κορυφές είχε ανέλθει και ο Μ. Βασίλειος. Ο Θεός γνωρίζει πόσες φορές, στην ιερή απομόνωσι της προσευχής, ατένισε την θαβώρια δόξα. Κάποια φορά όμως επέτρεψε ο Θεός να γνωσθή και σε άλλους ότι είχε φθάσει στο ύψος των θείων ελλάμψεων.

Ήταν νύχτα και ο αδελφός του Γρηγόριος Νύσσης χρειάσθηκε να τον επισκεφθή. Αλλά τε­λικά η επίσκεψις δεν ολοκληρώθηκε. Γιατί; Διότι κάτι αντίκρυσε ο αδελφός του στο δωμάτιο και έκρινε καλό να επιστρέψη. Αυτό που είδαν τα μά­τια του, δεν μπορούσε ποτέ να το λησμονήση.

Νεοταξικὴ νανουριστικὴ θεολογία καὶ πρακτική.

(Αριστείδης Π. Δασκαλάκης, 1/03/24)

Ο σιωπών συναινεί
(Αρχαιοελληνική παροιμία)

Συνεχίζει να προκαλεί η στάση πολλών ιεραρχών απέναντι στο κοινό λαϊκό αίσθημα περί δικαίου. Δικαιοσύνη, στην πίστη, στην πολιτική, στην εργασία και σε κάθε έκφανση της καθημερινής ζωής του Έλληνα.

Ενός πολίτη που συμπιέζεται οικονομικά και συνειδησιακά, εδώ και χρόνια, με πολυποίκιλα μέσα των εντεταλμένων υπαλλήλων της Νέας Τάξης Πραγμάτων, που θέλουν να αποκαλούνται κυβερνήτες.

Εμβολιασμός υποχρεωτικός, καραντίνες, φίμωτρα φυσικά αλλά και αλληγορικά με τον περιορισμό ελευθερίας της έκφρασης, απαγόρευση λήψης Σώματος και Αίματος Χριστού, απαγόρευση εξομολόγησης και άλλα πολλά. Το μενού τεράστιο.

Κι εκεί που ο Έλληνας, ψάχνει να βρει ένα αποκούμπι, ένα «ηγέτη» να στηριχτεί, να πει τον πόνο του, να βρει παρηγοριά κι ελπίδα, να σπρωχθεί σε ξεσηκωμό και πνευματική αντίσταση σε αυτά που βιώνει και σ’ αυτά που έρχονται, εκεί που αποτείνεται στον Ποιμένα βρίσκει «πόρτα κλειστή». Ξύλινος, άγευστος λόγος, νανουριστικές προτροπές, απειλές και επιτίμια, διωγμοί κληρικών που δίνουν την καλή μαρτυρία, από ποιμένες άλλης πλέον «κοπής». Επίσκοποι αενάως νηστεύοντες την πνευματική τροφή και απέχοντας συνειδητά απ’ την καλή μαρτυρία.

Καθεύδουν υπό μανδραγόραν για εθνικά θέματα, για κλείσιμο Ιερών Ναών, για υποχρεωτικούς εμβολιασμούς και επιβολή και νομιμοποίησης του κιναιδισμού, αλλά όταν χρειαστεί ή απαιτηθεί απ’ τον Καίσαρα δίνουν την καλή μαρτυρία και του προσφέρουν τη δούλεψή τους. Εκεί που περιμένεις δηλώσεις, αντιδράσεις, ξεσηκωμό, βρίσκεις αδιαφορία και ακινησία. Κι εκεί που δεν τους πέφτει λόγος, τους βλέπεις βασιλικότερους του βασιλέως.

Διυλίζουν τον κώνωπα και καταπίνουν την κάμηλο.

«Πῶς γινόμαστε παγκόσμιοι ἄνθρωποι» Ἅγιος Σιλουανός ὁ Ἀθωνίτης, π. Σωφρονίου, 19ο Μέρος. Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης





«Καταπέμψας αὐτοῖς τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, καί δι' αὐτῶν τήν οἰκουμένην σαγηνεύσας»[1]. Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός ἔστειλε τό Πανάγιο Πνεῦμα, τήν Θεία Χάρη Του, τήν κοινή ἐνέργεια τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἰς τούς Ἁγίους Ἀποστόλους καί δι’ αὐτῶν ἐσαγήνευσε ὅλη τήν οἰκουμένη! Καί ἀπό αὐτό μποροῦμε νά βγάλουμε ἕνα σπουδαῖο δίδαγμα, ἀμέσως-ἀμέσως θά λέγαμε, πώς ὁ ἄνθρωπος πού μετέχει τοῦ Ἁγίου Πνεύματος γίνεται μία σαγήνη, ἕνα δίχτυ δηλαδή, γιατί σαγήνη αὐτό εἶναι, ἕνα δίχτυ, τό ὁποῖο πιάνει μέσα του ὅλη τήν οἰκουμένη∙ αὐτούς βεβαίως πού θέλουν νά πιαστοῦν καί ἔχουν καλή διάθεση.

Καί τό ἐρώτημα εἶναι: Σήμερα, γιατί ἐμεῖς οἱ Χριστιανοί γινόμαστε ὅλο καί λιγότεροι; Γιατί δέν σαγηνεύουμε ὅλη τήν οἰκουμένη; Ἀφοῦ ἔχουμε τό Ἅγιο Πνεῦμα, ὑποτίθεται βέβαια.. Ὄχι ὑποτίθεται, τό ἔχουμε πάρει στήν ἁγία μας Ἐκκλησία μέ τό ἅγιο Χρίσμα, ἀλλά δυστυχῶς τό ἔχουμε ἐν πολλοῖς ἀπενεργοποιημένο. Δέν ὑπάρχει αὐτό πού λέμε «προσωπική μέθεξη» στήν Πεντηκοστή. Γιατί ἡ Ἐκκλησία εἶναι μία διαρκής Πεντηκοστή καί τό κάθε ἱερό μυστήριο, ἡ κάθε Θεία Λειτουργία εἶναι μία Πεντηκοστή. Ὁ κάθε γάμος, ἡ κάθε βάφτιση, τό κάθε ἱερό μυστήριο εἶναι μία Θεοφάνεια καί εἶναι μία ἔκχυσις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Γιατί ὅμως ἐμεῖς νά μήν σαγηνεύουμε μετά καί τούς γύρω μας, ἀλλά μᾶλλον νά κινδυνεύουμε νά σαγηνευτοῦμε ἀπό τούς κοσμικούς ἀνθρώπους; Καί νά παλεύουμε καί νά χαροπαλεύουμε πολλές φορές μεταξύ πνευματικῆς ζωῆς καί κοσμικῆς ζωῆς;.. Ἡ ἀπάντηση εἶναι βέβαια ὅτι δέν ἔχουμε ἀρκετά καλλιεργήσει τίς ἀρετές. Γιατί λένε οἱ Ἅγιοι Πατέρες, στό μέτρο πού καλλιεργοῦμε τίς ἀρετές, ἐνεργοποιοῦμε αὐτή τή Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Ὁ βίος τοῦ Ἁγίου Ἰωνᾶ τοῦ Λέρου

Από το «ΒΡΑΒΕΙΟΝ» της Ιεράς και Βασιλικής Μονής του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου της Πάτμου, διαπιστώνομε ότι πολλοί Λέριοι τους πέντε προηγούμενους αιώνες, άφησαν την Λέρο και πήγαν στη Μονή της Πάτμου, δια να μονάσουν.

Ένας από αυτούς ήταν και ο μοναχός ΙΩΝΑΣ, δια τον οποίον αναφέρονται τα εξής: «αφξα (1561) Φεβρουαρίου κη (28) εφονεύθη εις τόν Λειψόν ο δούλος του Θ(εο)ύ Ιωνάς μοναχός ο Λέριος».

Ο οσιομάρτυς Ιωνάς, μαζί με άλλους ασκητές – αναχωρητές, έφυγαν από το μοναστήρι της Πάτμου και έφθασαν στη νήσο Λειψώ στα 1550 μ.Χ. Επέλεξαν τον ορμίσκο «Κοίμηση» και αποβιβάσθηκαν.

Πρώτο τους μέλημα να χτισθεί ο Ναός του Ησυχαστηρίου, ψηλά από την θάλασσα σε δύσβατο σημείο, για τον φόβο των πειρατών. Εκεί πάλεψαν με τους βράχους, για να φτιάξουν μονοπάτια, πάλεψαν με την έλλειψη του νερού και της τροφής. Μα τι και αν δεν είχαν τίποτα απ’αυτά; Είχαν και τους αρκούσε η Χάρη του Αγίου Θεού.

7 Μαρτίου. Τῶν ἐν Χερσῶνι ἐπισκοπευσάντων ἱερομαρτύρων (δ΄ αἰ.). Λαυρεντίου ὁσίου τοῦ Μεγαρέως. Ἁγιογραφικό ανάγνωσμα.

ποστολικό ἀνάγνωσμα. Ἡμέρας, Πέμπτης λε΄ ἑβδ. ἐπιστολῶν (Α΄ Ἰω. δ΄ 20 - ε΄ 20).

Α Ιω. 4,20          ἐάν τις εἴπῃ ὅτι ἀγαπῶ τὸν Θεόν, καὶ τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ μισῇ, ψεύστης ἐστίν· ὁ γὰρ μὴ ἀγαπῶν τὸν ἀδελφὸν ὃν ἐώρακε, τὸν Θεόν ὃν οὐχ ἑώρακε πῶς δύναται ἀγαπᾶν;

Α Ιω. 4,20                Εάν όμως κανείς πη ότι αγαπώ τον Θεόν και συγχρόνως μισή τον αδελφόν του, είναι ψεύστης. Διότι εκείνος που δεν αγαπά τον αδελφόν του, τον οποίον είδε και βλέπει κάθε ημέραν, πως είναι δυνατόν να αγαπά τον Θεόν, τον οποίον ποτέ δεν έχει ίδει·

Α Ιω. 4,21          καὶ ταύτην τὴν ἐντολὴν ἔχομεν ἀπ᾿ αὐτοῦ, ἵνα ὁ ἀγαπῶν τὸν Θεὸν ἀγαπᾷ καὶ τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ.

Α Ιω. 4,21                 Και αυτήν την εντολήν έχομεν πάρει από αυτόν· εκείνος που αγαπά τον Θεόν να αγαπά και τον αδελφόν του.

Κυριακή τοῦ Ἀσώτου - Τύποι ἀσώτων (+Μητροπολίτου Φλωρίνης Αὐγουστίνου Καντιώτου)

 

Τύποι ἀσώτων
Ὅποιος, ἀγαπητοί μου, ὅποιος μελετᾷ ἢ ἀκούει τὴν ὡραιότατη παραβολὴ τοῦ Ἀσώτου, τὴν παρακολουθεῖ μὲ ἐνδιαφέρον καὶ τὴ δέχεται εὐχαρίστως· νιώθει ὅ τι ἐκφράζει ἄριστα μία μεγάλη ἀλήθεια.