Σελίδες

Πέμπτη 30 Ιουνίου 2011

Ὁ Κύριος καί οἱ Ἅγιοι Ἁπόστολοι: Τό πρῶτο ὀρθόδοξο Μοναστῆρι στή γῆ



Tό μοναστηριακό κοινόβιο

ὡς αὐθεντική συνέχεια τῆς πρωτοχριστιανικῆς Ἐνορίας

Ὁ Κύριος καί οἱ Ἀπόστολοι ἦταν τό πρῶτο ὀρθόδοξο μοναστήρι στήν γῆ. Ὁ Κύριος, ὡς Παναγιώτατος Γέρων-Ἡγούμενος τοῦ Ἀποστολικοῦ Κοινοβίου, καθοδηγεῖ καί τελειοποιεῖ πνευματικά τούς ὑποτακτικούς Του, τούς Ἁγίους Ἀποστόλους, ὁδηγώντας τους «εἰς πᾶσαν τήν ἀλήθειαν».

Ὁ Κύριος γι’ αυτό ἦλθε στήν γῆ· γιά νά τήν κάνει ἕνα μεγάλο μοναστήρι. Λέγει χαρακτηριστικά ὁ Μ. Βασίλειος, γράφοντας πρός τούς Μοναχούς (Πρὸς τοὺς ἐν κοινοβίῳ κανονικούς): «Τοιούτους (τέτοιους, δηλ. ὅπως εἶναι οἱ μοναχοί) ἡμᾶς ἐξ ἀρχῆς ὁ Θεὸς εἶναι βεβούληται͵ καὶ ἐπὶ τούτοις ἐδημιούργησεν».

Καί συνεχίζει (σέ ἐλεύθερη μετάφραση): «Ὁ Θεός θέλει καί ἤθελε ἐξαρχῆς νά ζοῦμε (ὅλοι οἱ ἄνθρωποι κοσμικοί καί μοναχοί) ὅπως ζοῦν οἱ κοινοβιάτες μοναχοί. Αὐτοί ἐπανέρχονται στό ἀρχαῖον κάλλος, καλύπτοντας καί ξεπερνώντας τήν ἁμαρτία τοῦ προπάτορα καί ἀρχηγοῦ τοῦ γένους τῶν ἀνθρώπων Ἀδάμ... Αὐτοί, δηλ. οἱ μοναχοί εἶναι οἱ ἀκριβεῖς μιμητές τῆς ἐπίγειας ζωῆς τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Σωτῆρος Χριστοῦ.

Ὅπως ἀκριβῶς Ἐκεῖνος, ἀφοῦ σύστησε μία ὁμάδα μαθητῶν, ὥρισε νά ἔχουν κοινά τά πάντα καί παρεῖχε κοινό καί προσιτό τόν Ἑαυτό Του σέ ὅλους τούς Ἀποστόλους· ἔτσι καί οἱ μοναχοί, κάνοντας ὑπακοή στόν καθηγούμενο καί φυλάσσοντας μέ ἀκρίβεια τόν χριστιανικό τρόπο ζωῆς, μιμοῦνται μέ ἀπόλυτη ἀκρίβεια τόν τρόπο ζωῆς τῶν Ἀποστόλων καί τοῦ Κυρίου[1].

Αὐτοί εἶναι, πού ζήλεψαν τήν ἀγγελική ζωή, φυλάσσοντας τήν ἀληθινή κοινωνικότητα μέ ἀκρίβεια. Δέν ὑπάρχει στούς ἀγγέλους φιλονικία, ζήλεια, ἀμφισβήτηση· καθένας ἔχει τά ἀγαθά ὅλων καί ὅλοι ὅλα τά καλά τά ἔχουν δικά τους. Δέν εἶναι ὁ πλοῦτος τῶν ἀγγέλων (καί αὐτῶν πού τούς μιμοῦνται, δηλ. τῶν μοναχῶν) ὑλικό ἀγαθό περιχαρακωμένο καί φυλαγμένο, πού νά χρειάζεται τομή ὅταν πρέπει νά μοιραστεῖ σέ πολλούς. Ἀλλά ἡ κτήση (δηλ. ἡ περιουσία τους) δέν ἔχει σχέση μέ τήν ὕλη καί ὁ πλοῦτος τοῦ καθενός εἶναι αὐτός πού εἶναι ἀποθησαυρισμένος στήν διάνοια του»[2].

Ὅλα αὐτά τά ἀναφέρει ὁ Μ. Βασίλειος στούς κοινοβιάτες μοναχούς. Τοιούτους θέλει καί ἤθελε ἐξ ἀρχῆς ὁ Κύριος ὅλους τούς ἀνθρώπους. Αὐτή εἶναι ἡ τέλεια πολιτεία καί ἡ τέλεια κοινωνία. Αὐτήν ἔζησε ὁ Κύριος μέ τούς Ἁγίους Ἀποστόλους. Αὐτήν ἔζησαν καί οἱ πρῶτοι Χριστιανοί τῶν Ἱεροσολύμων. Αὐτήν διέσωσαν οἱ πρῶτες χριστιανικές ἐνορίες μέχρι τόν 2ο αἰῶνα. Αὐτήν συνεχίζουν νά ζοῦν ἀνά τούς αἰῶνες οἱ μοναχοί στά ὀρθόδοξα μοναστήρια μας ἀνά τόν κόσμο.

Ὁ Μ. Βασίλειος περιγράφοντας καί ἐγκωμιάζοντας αὐτήν τήν ζωή, μᾶς δίνει μιά ἰδέα γιά τό πῶς ζοῦσαν οἱ πρῶτοι Χριστιανοί, οἱ πρῶτοι αὐτοί, μετά τούς Ἀποστόλους, κοινοβιάτες. Γράφει ὁ οὐρανοφάντωρ Μ. Βασίλειος (σέ ἐλεύθερη μετάφραση):

«Πρῶτα-πρῶτα, οἱ ὑποτασσόμενοι σέ Γέροντα (αὐτοί πού μιμοῦνται δηλ. τούς Ἁγίους Ἀποστόλους, οἱ ὁποῖοι ὑποτάσσονταν στόν Κύριο καί τά εἶχαν ὅλα κοινά καί τήν δίαιτα καί τήν περιουσία) ἐπανέρχονται στό κατά φύσιν καλό, ἀφοῦ ἀσπάζονται (ἀποδέχονται ἑκούσια καί μέ χαρά) τήν κοινή ζωή καί τήν κοινή δίαιτα (τράπεζα), πού πηγάζει ἀλλά καί καλλιεργεῖ τήν ἀληθινή ἀγάπη καί τήν ἀληθινή κοινωνία.

Ἀληθινή τέλεια κοινωνία εἶναι ἐκείνη στήν ὁποία δέν ὑπάρχει ἰδιοκτησία. Ἐπίσης δέν ὑπάρχει ἀντιλογία καί ἐναντίωση τοῦ ἑνός στόν ἄλλον. Ἀκόμη, ἔχει διωχθεῖ μακρυά κάθε ταραχή καί φιλονικία καί διαμάχες· ὅλα δέ εἶναι κοινά: οἱ ψυχές, οἱ γνῶμες, οἱ θελήσεις, τά σώματα (μακρυά βέβαια ἀπό κάθε ἔννοια ἁμαρτίας) καθώς καί ἐκεῖνα μέ τά ὁποῖα τρέφονται τά σώματα καί θεραπεύονται. Κοινός ὁ Θεός, κοινό τό ἐμπόρευμα τῆς εὐσέβειας, κοινή ἡ σωτηρία, κοινά τά ἀγωνίσματα, κοινοί οἱ πόνοι, κοινά τά στεφάνια· ἕνας εἶναι οἱ πολλοί καί ὁ ἕνας δέν εἶναι μόνος του ἀλλά μέσα σέ περισσότερους.

Τί ὑπάρχει ἴσο μ' αὐτήν τήν ζωή; τί πιό μακάριο; τί πιό ἀκριβές ἀπ' αὐτήν τήν συνάφεια καί τήν ἕνωση; Τί πιό χαρούμενο ἀπό αὐτήν τήν σύγκραση τῶν ψυχῶν καί τῶν ἠθῶν. Ἄνθρωποι ἀπό διάφορα γένη καί χῶρες προερχόμενοι, ἀφοῦ κινήθηκαν, συναρμόσθηκαν μέ τόση ἀκρίβεια καί ταυτίστηκαν, ὥστε νά θεωροῦνται μία ψυχή σέ πολλά σώματα· καί τά πολλά σώματα πάλι, τόσο ἐνώθηκαν, ὥστε νά φανερώνονταισαν ἐκτελεστικά ὄργανα μιᾶς καί μόνης θέλησης.

Ὁ ἀδύναμος στό σῶμα ἔχει πολλούς πού, μέ τήν ψυχική τους διάθεση, συγκακοπαθοῦν μαζί του· ὁ ἄρρωστος καί μέ πεσμένη κάτω τήν ψυχή του ἔχει πολλούς, πού τόν θεραπεύουν καί τόν συνανιστοῦν. Οἱ ἄνθρωποι αὐτοί (οἱ κοινοβιάτες μοναχοί), εἶναι ἐξ ἴσου δοῦλοι ὁ ἕνας στόν ἄλλον· εἶναι ὁ ἕνας κύριος τοῦ ἄλλου καί μέσα στήν ἐλευθερία τους, πού εἶναι ἀπολέμητη (ἀκέραια καί ἀκαταμάχητη), ἐπιδεικνύουν ὁ ἕνας στόν ἄλλον μιά ἀκριβέστατη δουλεία καί ὑπακοή. Αὐτήν τήν ὑπακοή καί φαινομενική ὑποδούλωση, δέν τήν προκάλεσε κάποια ἀνάγκη ἤ περιστατική βία, ἡ ὁποία ἔχει σάν ἀποτέλεσμα τήν βαρυά ἀθυμία σ' αὐτούς πού ἐμπίπτει, ἀλλά τήν δημιούργησε καί ὁδήγησε σ' αὐτήν ἡ αὐτεξούσια θέληση (πού ὑπάρχει στόν ὑποτασσόμενο), μέ πολλή χαρά. Ἡ ἀγάπη εἶναι ἐκείνη ἡ ὁποία ὑποτάσσει τούς ἀληθινά ἐλευθέρους τόν ἕνα στόν ἄλλον καί αὐτή εἶναι πού διαφυλάττει μέ τό «αὐτοπροαίρετον» τό «ἐλεύθερον»» [3].

Φανερώνεται ἐδῶ δηλ. ὅτι ἑκούσια καί ἐντελῶς αὐτοπροαίρετα ὑποδουλώνονται οἱ μοναχοί, διά τῆς ἀγάπης ὁ ἕνας στόν ἄλλον, σύμφωνα καί μέ τό ἀποστολικό: «διὰ τῆς ἀγάπης δουλεύετε ἀλλήλοις»[4].

Αὐτά τά ὑπέροχα λόγια-ἐγκώμια ἁρμόζουν στήν ζωή τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων ἀλλά καί τῶν πρώτων Χριστιανῶν. Ἡ πρώτη χριστιανική κοινωνία-Ἐνορία τῶν Ἱεροσολύμων (οἱ τρισχίλιοι), ἦταν τό πρῶτο χριστιανικό κοινόβιο μετά τόν θάνατο καί τήν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου. Αὐτό πρέπει νά εἶναι τό πρότυπο καί γιά τίς σύγχρονες χριστιανικές κοινότητες, τίς σημερινές ὀρθόδοξες ἐνορίες.

Λέγει Μ. Βασίλειος: « Ἄς ἀφήσουμε τούς ἔξω, δηλ. τούς εἰδωλολάτρες καί ἄς προσέξουμε στό ὑπόδειγμα τῶν τρισχιλίων (δηλ. τῶν πρώτων τριῶν χιλιάδων πού πίστεψαν τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς). Ἄς ζηλέψουμε τό πρῶτο χριστιανικό σύνταγμα (δηλ. τόν τρόπο ὀργάνωσης τῆς ζωῆς τῶν πρώτων χριστιανῶν), ὅπου ὅλα ἦταν κοινά, ἡ ζωή, ἡ ψυχή, ἡ συμφωνία. Ἡ τράπεζα ἦταν κοινή· κοινή καί ἀδιαίρετη ἡ ἀδελφότητα, ἡ ἀγάπη ἀνυπόκριτη, τά πολλά σώματα τά ἔκανε ἕνα, τίς διάφορες ψυχές τίς συνάρμοζε καί τίς ὁδηγοῦσε σέ ὁμόνοια»[5].

Παρατηροῦμε λοιπόν ἐδῶ, ὅτι ὁ Μ. Βασίλειος προτρέπει τούς χριστιανούς τοῦ 4ου αἰ. νά μιμηθοῦν τήν κοινοβιακή ζωή, τήν κοινοκτημοσύνη, τήν ὁμόνοια καί τήν ἀγάπη τῶν πρώτων χριστιανῶν. Αὐτό σημαίνει ὅτι καί ἐμεῖς, οἱ σημερινοί χριστιανοί, πρέπει (καί ἄν θέλουμε, μποροῦμε) νά ἐφαρμόσουμε αὐτό τό μοντέλο ζωῆς τῶν πρώτων χριστιανῶν. Πρέπει ὅμως νά τούς «ζηλώσωμεν» (νά τούς ζηλέψουμε μέ τήν ἅγια ζήλεια, πού ὁδηγεῖ στήν μίμησή τους).

Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης

http://Hristospanagia3.blogspot.com

Πηγή εἰκόνας: Ἱ. Ἡσ. Ἀνάστασις Χριστοῦ-Ἐμμαούς, Ἅγ. Βασίλειος Λαγκαδᾶ.


[1] Δηλαδἠ, ὅπως γράψαμε καί προηγουμένως, ὁ Κύριος εἶναι ὁ πρῶτος Παναγιώτατος Γέρων καί Καθηγούμενος τοῦ πρώτου ὀρθόδοξου μοναχικοῦ κοινοβίου στήν γῆ. Σ’ αὐτό ὅλα ἦσαν κοινά καί ὁ Κύριος ἐκδαπανεῖτο στήν διακονία καί ὑπηρεσία τῶν ὑποτακτικῶν Του παρέχοντα τόν Ἑαυτό Του κοινό πρότυπο ἐναρέτου ζωῆς καί πολιτείας σέ ὅλους.

[2] Μ. Βασιλείου, TLG, Work #074 31.1384.15 to Work #074 31.1384.17 στό: Work #074 31.1381.16n to Work #074 31.1381.17t ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΗ. Πρὸς τοὺς ἐν κοινοβίῳ κανονικούς. «Οὗτοι τὸ ἀρχαῖον ἀνακαλοῦνται καλὸν͵ τοῦ ἀρχιπάτορος Ἀδὰμ τὴν ἁμαρτίαν ἐπικαλύπτοντες. Διαίρεσις γὰρ͵ καὶ διάστασις͵ καὶ πόλεμος οὐκ ἂν ἦν ἐν ἀνθρώποις͵ μὴ τῆς ἁμαρτίας διατεμούσης τὴν φύσιν. Οὗτοι ἀκριβεῖς μιμηταὶ τοῦ Σωτῆρος καὶ τῆς κατ΄ αὐτὸν ἐν σαρκὶ πολιτείας ὑπάρχουσιν. Ὥσπερ γὰρ ἐκεῖνος͵ χορὸν μαθητῶν συστησάμενος͵ κοινὰ τὰ πάντα͵ καὶ κοινὸν ἑαυτὸν τοῖς ἀποστόλοις παρέσχηκεν· οὕτω καὶ οὗτοι τῷ καθηγουμένῳ πειθόμενοι͵ οἵγε καλῶς τὸν κανόνα τοῦ βίου διαφυλάσσοντες͵ τὴν τῶν ἀποστόλων καὶ τοῦ Κυρίου πολιτείαν μετ΄ ἀκριβείας μεμίμηνται. Οὗτοι τὴν τῶν ἀγγέλων ζωὴν ἐζηλώκασι͵ τὸ κοινωνικὸν͵ ὥσπερ ἐκεῖνοι͵ δι΄ ἀκριβείας φυλάξαντες. Οὐκ ἔστιν ἐν ἀγγέλοις ἔρις͵ οὐ φιλονεικία͵ οὐκ ἀμφισβήτησις ἕκαστος τὰ πάντων ἔχει͵ καὶ πάντες ὁλόκληρα παρ΄ ἑαυτοῖς τὰ καλὰ ταμιεύονται. Οὐ γάρ ἐστιν ὕλη ἐμπερίγραπτος ὁ τῶν ἀγγέλων πλοῦτος͵ δεομένη τομῆς͵ ἡνίκα ἂν αὐτὴν πλείοσιν ἐπινέμεσθαι δέῃ· ἀλλ΄ ἄϋλος ἡ κτῆσις͵ καὶ διανοίας ὁ πλοῦτος».

[3] TLG, Work #074 31.1381.33 to Work #074 31.1384.16: «Πρῶτον μὲν οὖν ἐπὶ τὸ κατὰ φύσιν καλὸν ἐπανέρχονται͵ τὴν κοινωνίαν καὶ τὴν συνδιαίτησιν ἀσπαζόμενοι. Κοινωνίαν γὰρ βίου τελεωτάτην ἐγὼ καλῶ͵ ἐν ᾗ κτήσεως μὲν ἰδιότης ἐξώρισται͵ γνώμης δὲ ἐναντίωσις ἀπελήλαται͵ ταραχὴ δὲ πᾶσα͵ καὶ φιλονεικία͵ καὶ ἔριδες ἐκ ποδῶν ἑστήκασι· κοινὰ δὲ τὰ σύμπαντα͵ ψυχαὶ͵ γνῶμαι͵ σώματα͵ καὶ ὅσοις τὰ σώματα τρέφεται καὶ θεραπεύεται· κοινὸν τὸ τῆς εὐσεβείας ἐμπόρευμα͵ κοινὴ ἡ σωτηρία͵ κοινὰ τὰ ἀγωνίσματα͵ κοινοὶ οἱ πόνοι͵ κοινοὶ οἱ στέφανοι͵ εἷς οἱ πολλοὶ͵ καὶ ὁ εἷς οὐ μόνος͵ ἀλλ΄ ἐν πλείοσι. Τί ταύτης τῆς πολιτείας ἴσον; τί δὲ μακαριώτερον; τί τῆς συναφείας καὶ τῆς ἑνώσεως ἀκριβέστερον; τί τῆς τῶν ἠθῶν καὶ τῶν ψυχῶν συγκράσεως χαριέστερον; ῎ανθρωποι ἐκ διαφόρων 31.1384 γενῶν καὶ χωρῶν κινηθέντες εἰς τοσαύτην ἀκρίβειαν ταυτότητος συνηρμόσθησαν͵ ὥστε μίαν ψυχὴν ἐν πολλοῖς σώμασι θεωρεῖσθαι͵ καὶ τὰ πολλὰ σώματα μιᾶς γνώμης ὄργανα δείκνυσθαι. Ὁ ἀσθενῶν τὸ σῶμα πολλοὺς ἔχει τῇ διαθέσει συγκάμνοντας· ὁ νοσῶν καὶ καταπίπτων τῇ ψυχῇ πολλοὺς ἔχει τοὺς ἰωμένους καὶ συνδιανιστῶντας αὐτόν. Ἀλλήλων ἰσόδουλοι͵ ἀλλήλων κύριοι͵ καὶ ἐν τῇ ἀμάχῳ ἐλευθερίᾳ τὴν ἀκριβεστέραν δουλείαν ἀλλήλοις ἀντεπιδείκνυνται͵ ἣν οὐκ ἀνάγκη περιστάσεως πρὸς βίαν ἐπήγαγε͵ πολλὴν φέρουσα τοῖς ἁλοῦσι τὴν ἀθυμίαν͵ ἀλλὰ γνώμης τὸ αὐθαίρετον μετ΄ εὐφροσύνης ἐδη μιούργησεν· ἀγάπης τοὺς ἐλευθέρους ὑποτασσούσης ἀλλήλοις͵ καὶ τῷ αὐθαιρέτῳ τὸ ἐλεύθερον φυλαττούσης. Τοιούτους ἡμᾶς ἐξ ἀρχῆς ὁ Θεὸς εἶναι βεβούληται͵ καὶ ἐπὶ τούτοις ἐδημιούργησεν».

[4] TLG, Γαλ. 5.13

[5] TLG, Work #024 31.325.13 to Work #024 31.325.17 TLG, Work #024 31.325.13 to Work #024 31.325.17 «Καταλείψωμεν τοὺς ἔξωθεν, καὶ ἐπέλθωμεν τὸ τῶν τρισχιλίων ὑπόδειγμα· τὸ πρῶτον τῶν Χριστιανῶν ζηλώσωμεν σύνταγμα· ὅπως ἦν αὐτοῖς ἅπαντα κοινὰ,
ὁ βίος, ἡ ψυχὴ, ἡ συμφωνία, ἡ τράπεζα κοινὴ,
ἀδιαίρετος ἀδελφότης, ἀγάπη ἀνυπόκριτος, τὰ πολ-
λὰ σώματα ἓν ἐργαζομένη· τὰς διαφόρους ψυχὰς εἰς
μίαν ὁμόνοιαν ἁρμόζουσα».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου