Σελίδες

Δευτέρα 12 Νοεμβρίου 2012

Ὁμιλία ἀρχ. Γεωργίου Καψάνη στήν Κύπρο μέ θέμα τήν «Ἑλληνορθόδοξο παράδοση». Μέρος Α'


Ἑλληνορθόδοξος παράδοση

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία Ἄρχ. Γεωργίου ἡγουμένου τῆς Ι. Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγίου Ὅρους στήν Κύπρο τό 1985

 Απομαγνητοφωνημένη ομιλία, εκφωνηθείσα στην Λευκωσία την 3η Μαϊου 1985, κατόπιν προσκλήσεως του Παγκυπρίου συλλόγου «Οι φίλοι του Αγίου Όρους».

Αισθάνομαι μεγάλη χαρά, γιατί είμαι απόψε μαζί σας. Έρχομαι εδώ σαν προσκυνητής, αλλά και για να εκφράσω σεβασμό και τιμή προς την εκκλησία της Κύπρου και προς όλους όσους διά μέσου των αιώνων διετήρησαν με τους αγώνες τους την Κύπρο ελληνική και ορθόδοξο. Αιωνία η μνήμη των αγωνιστών της ΕΟΚΑ, των νέων παιδιών που ήσαν γεμάτα από τον Χριστό, την Ορθοδοξία και την Ελλάδα.

Γι’ αυτό σήμερα είμαι εδώ προσκυνητής και του δικού των αγώνος και της δικής των θυσίας και όλων εκείνων που μαζί τους αγωνίσθηκαν και θυσιάστηκαν για την ελευθερία, ελληνικότητα και ορθοδοξία της Κύπρου. Άρα λοιπόν, μη θεωρείτε ότι είσθε οφειλέται απέναντί μου.
Εγώ εκφράζω μία οφειλή απέναντί σας και απέναντι όλων των προγόνων μας και προγόνων σας Κυπρίων, που κράτησαν, όπως είπαμε, ορθόδοξο και ελληνική την Κύπρο, από την εποχή των αγίων Αποστόλων Παύλου και Βαρνάβα μέχρι σήμερα.
Πριν προχωρήσω στο θέμα μου, πρέπει να εκφράσω και εγώ τις ευχαριστίες μου προς τον Μακαριότατο Αρχιεπίσκοπο Κύπρου κ. Χρυσόστομο, ο οποίος με αγάπη έδωσε την ευλογία του για να είμαι εν μέσω υμών, όπως και τον σύλλογο « Οι φίλοι του Αγίου Όρους », που είναι εκλεκτοί αδελφοί και με τους οποίους συνδέομαι από πολλά χρόνια. Η καλή τους πρόθεσις και οι ωραίοι σκοποί που έχουν τάξει στον σύλλογό τους είναι κάτι το οποίο με ευχαριστεί και με συγκινεί.

Όπως γνωρίζετε, ο ελληνικός λαός της Κύπρου ήταν πάντοτε ένας λαός φιλόθρησκος, ακόμη κι από την εποχή της ειδωλολατρίας. Μάλιστα εδώ, κοντά στους άλλους θεούς που λάτρευαν πριν γνωρίσουν τον αληθινό Θεό, οι Έλληνες της Κύπρου τιμούσαν ιδιαίτερα την Αφροδίτη. Άραγε λατρεύοντας την Αφροδίτη, λάτρευαν μόνο την σαρκική ομορφιά; Νομίζω ότι πέρα από την σαρκική ομορφιά οι άνθρωποι διψούσαν για την πνευματική ομορφιά. Διψούσαν για το ουράνιο κάλλος, αλλά δεν το είχαν γνωρίσει και έμεναν στο σαρκικό και φθαρτό κάλλος. Πίσω όμως από αυτό υπήρχε η νοσταλγία του ουρανίου κάλλους.

Με την έλευσι του Χριστού στον κόσμο αποκαλύφθηκε το ουράνιο κάλλος. Αποκαλύφθηκε ότι υπάρχει ένα, κατά τους αγίους Πατέρες, «υπέρκαλλον κάλλος», μία ομορφιά πνευματική, η οποία είναι υπεράνω κάθε ομορφιάς. Υπάρχει ένα φως υπέρτατον, πάνω από κάθε φως. Και αυτό είναι ο Θεός. Και όταν κανείς γνωρίσει τον Θεό, γνωρίζει πραγματικά την αληθινή ομορφιά, το μόνο αληθινό κάλλος. Αυτό το κάλλος φανερώθηκε στην Παναγία μας ιδιαίτερα. Και γι’ αυτό το νησί της Αφροδίτης έγινε νησί της Παναγίας.

Παντού η Παναγία παρούσα στην Κύπρο μας.Τα περισσότερα μοναστήρια της Κύπρου είναι αφιερωμένα, όπως είδα, στην Παναγία. Και οι Άγιοι της Κύπρου, και αυτοί γεμάτοι απ’ αυτό το ουράνιο κάλλος, γεμάτοι από αυτό το ουράνιο φως, το φως του Χριστού. Έτσι η Κύπρος έγινε η νήσος της πνευματικής ομορφιάς, του ουρανίου κάλλους. Νήσος του Χριστού, της Παναγίας και των Αγίων. Οι κάτοικοι της Κύπρου, που στον Χριστό, στην Παναγία, στους Αγίους και στην Εκκλησία βρήκαν αυτό που νοσταλγούσαν, μετά το βάπτισμά τους δεν είναι μόνο Έλληνες, αλλά είναι Χριστιανοί Ορθόδοξοι Έλληνες.

Ο Ορθόδοξος Χριστιανός Κύπριος εδημιούργησε τον Ορθόδοξο Έλληνικό Κυπριακό Χριστιανικό πολιτισμό. Ο Έλληνας άνθρωπος μπήκε μέσα στην Εκκλησία κι έγινε Χριστιανός Έλληνας άνθρωπος. Και απ’ αυτήν την μεταμόρφωσι του Έλληνα ανθρώπου μέσα στην Εκκλησία βγήκε και ο Ελληνορθόδοξος Χριστιανικός μας πολιτισμός, που εδώ στην Κύπρο έχει επί πλέον και τον κυπριακό του χαρακτήρα.
Αυτόν τον πολιτισμό εκφράζουν τα ορθόδοξα κυπριακά ήθη κι έθιμα, η τέχνη, η κοινοτική και κοινωνική ζωή, η εθνική ζωή, ο γάμος, η οικογένεια. Όλα αυτά μπήκαν μέσα στην Εκκλησία κι ευλογήθηκαν.
Εμείς σήμερα έχουμε το προνόμιο να είμαστε οι κληρονόμοι μιας τέτοιας μεγάλης κληρονομιάς, όπως είναι ο ελληνορθόδοξος πολιτισμός μας, η ελληνορθόδοξη παράδοσίς μας. Θα ήθελα σήμερα στην ομιλία μου αυτήν να αναφέρω μερικά στοιχεία χαρακτηριστικά αυτής της ελληνορθοδόξου παραδόσεώς μας
Α. Εκκλησιαστικότης

Ένα βασικό στοιχείο αυτής της ελληνορθοδόξου πνευματικής κληρονομιάς που εκληρονομήσαμε είναι η εκκλησιαστικότης . Ο ορθόδοξος λαός μας ήθελε όλη η ζωή του να περνά μέσα στην Εκκλησία. Η γέννησις, τα παιδικά χρόνια, ο γάμος, η παιδεία, η εργασία, η κοινωνική και η εθνική ζωή, τα πάντα να είναι εκκλησιαστικά. Γι’ αυτό η Εκκλησία μας με τα μυστήρια και τις ευχές της αγιάζει ολόκληρη την ζωή του ανθρώπου.
Τίποτα δεν μένει –εκτός της αμαρτίας-, που να μη μπορή να μπει μέσα στην Εκκλησία, για να αγιασθή. Θυμάμαι μία φορά, που μου ήρθε ένα κυβερνητικό περιοδικό από τη Κύπρο. Έγραφε πως γινόταν ο γάμος στην Κύπρο. Εκεί έδειχνε ότι η παρουσία της Εκκλησίας σε ένα γάμο δεν περιοριζόταν μόνο την ώρα της ιεροτελεστίας.
Άρχιζε από μερικές ημέρες πριν, που ετοιμαζόταν το νέο σπίτι για τους μελλονύμφους και συνεχιζόταν μετά το γάμο. Ο παπάς ερχόταν στο σπίτι και ευλογούσε τη νέα οικογένεια. Έβλεπε κανείς ότι υπήρχε μια πραγματική συμμετοχή της Εκκλησίας και στην προετοιμασία του γάμου και μετά τον γάμο, με την έναρξι της νέας οικογένειας και του νέου σπιτιού. Ήθελε ο λαός μας, η Παράδοσις του λαού μας, όλα να είναι μέσα στην Εκκλησία.
Όχι γιατί η Εκκλησία θέλει να κατακτήση τον κόσμο¨ δεν υπάρχει τέτοιο πνεύμα στην Ορθοδοξία.
Η Εκκλησία θέλει να προσλάβη και να μεταμορφώση τον κόσμο. Είναι αυτό μια θεολογική συνέπεια της αληθείας που πιστεύουμε στην Εκκλησία μας, ότι ο Χριστός, ο Θεάνθρωπος, ο Λόγος του Θεού, έγινε τέλειος άνθρωπος και προσέλαβε ολόκληρη την ανθρωπίνη φύσι, ώστε όλη την ανθρωπίνη φύσι να θεώση και να αγιάση. Εάν κάτι ανθρώπινο έμενε απρόσληπτο από τον Θεό Λόγο, θα έμενε και αθεράπευτο: «Το γαρ απρόσληπτον και αθεράπευτον». Όλα προσελήφθησαν τα του ανθρώπου, πλην της αμαρτίας. Η αμαρτία δεν ανήκει στη φύσι του ανθρώπου, είναι παρά φύσιν κατάστασις.                       

Όλα λοιπόν τα του ανθρώπου προσελήφθησαν, για να μεταμορφωθούν, να φωτισθούν και να θεωθή ο άνθρωπος. Γι’ αυτό η Εκκλησία επέμενε τόσο πολύ κατά των αιρετικών, οι οποίοι κατά καιρούς εδίδασκαν ότι ο Χριστός δεν προσέλαβε πλήρη την ανθρωπίνη φύσι. Η Εκκλησία επέμενε με Οικουμενικές Συνόδους, ότι ο Χριστός προσέλαβε πλήρη την ανθρώπινη φύσι και επομένως προσλαμβάνει και πλήρως τον άνθρωπο κάθε εποχής.

Όπως είπαμε, όχι για να τον κατακτήση αλλά για να τον ελευθερώση, να τον μεταμορφώση, να τον αγιάση, να τον φωτίση, να τον χαριτώση.

Γι’ αυτό η Εκκλησία θέλει να προσλαμβάνη όλη την ζωή. Θέλει να προσλαμβάνη το γάμο, την παιδεία, την εθνική ζωή. Για μας τους Ορθόδοξους δε νοείται γάμος εκτός της Εκκλησίας. Ούτε νοείται παιδεία εκτός της Εκκλησίας.

Ούτε νοείτε εθνική ζωή εκτός της Εκκλησίας. Διότι, εάν αυτά μείνουν εκτός της Εκκλησίας, μένουν έξω από το φως του Χριστού. «Εν χώρα και σκιά θανάτου».
Και όσα καλά στοιχεία και αν έχουν, είναι άρρωστα, σημαδεμένα με τη φθορά και το θάνατο. Τελικά ούτε αναπαύουν ούτε ολοκληρώνουν τον άνθρωπο. Μόνο ο Χριστός ενίκησε τον θάνατο και μόνο όπου μπει ο Χριστός τα φωτίζει όλα με το φως της Αναστάσεώς του, ξεπερνιέται ο θάνατος, η ματαιότης, η φθορά, που είναι καθολικός νόμος της ζωής μας, όπως το βλέπουμε κάθε μέρα και στην βιολογική μας ύπαρξι.

Μέσα λοιπόν στην Εκκλησία οι Ορθόδοξοι  πρόγονοί μας ήθελαν να περνά όλη τους η ζωή, ώστε όλη τους η ζωή να γίνεται λειτουργία, ευχαριστία. Για μας τους Ορθόδοξους η Λειτουργία δεν τελειώνει με τις δύο ώρες που θα πάμε την Κυριακή στην Εκκλησία.

 Όλη μας η ζωή γίνεται Λειτουργία. Αν πηγαίνουμε δύο ώρες την Κυριακή στην Θ. Λειτουργία και στις εορτές, πηγαίνουμε ώστε από εκεί να πάρουμε το πνεύμα της Θ. Λειτουργίας, και όλη μας η ζωή να γίνη Λειτουργία, προσφορά στον Θεό, αναφορά στον Θεό, ευχαριστία προς τον Θεό. Όλη μας η ζωή να συμμορφωθή προς το θυσιαστικό ήθος του Χριστού.
Διότι μέσα στην Θ. Λειτουργία κυρίως φανερώνεται ότι το ήθος του Χριστού είναι το θυσιαστικό. Ζούμε τη θυσία Του για τον κόσμο και τον άνθρωπο. Και επειδή είναι θυσία η Θ. Λειτουργία, ο Χριστιανός φεύγει από την Εκκλησία μετά τη Θ. Λειτουργία φωτισμένος, χαριτωμένος, ώστε όλα να τα ζή λειτουργικά, ευχαριστιακά, θυσιαστικά. Να προσφέρεται στον Θεό και στον συνάνθρωπό του. Να αγωνίζεται κατά των παθών του, του εγωισμού του, της φιλαυτίας του. Μέσα στην Θ. Λειτουργία προσφέρουμε εν Χριστώ τα πάντα στο Θεό: «Τα σα εκ των σών, σοί προσφέρομεν κατά πάντα και δια πάντα ».

Όταν λέμε « τα σα εκ των σών, σοί προσφέρομεν », εννοούμε πραγματικά τα πάντα. Δεν μπορούμε ν’ αφήσουμε τίποτα από τη ζωή μας που να μη το προσφέρουμε στον Θεό. Διότι τότε σημαίνει ότι προσφέρουμε στον Θεό με όρους και κάποιο τμήμα ή κάποιον τομέα της ζωής μας. Αλλ΄ ο Θεός δεν θέλει ένα μέρος της ζωής μας. Θέλει όλη τη ζωή μας. Θέλει την οικογενειακή μας ζωή, την παιδεία μας, την τέχνη μας, την ιστορία μας, τα πάντα.

Γιατί θέλει τα πάντα; Για να τα φωτίση όλα, να τα χαριτώση όλα, να τα σφραγίση όλα με τη σφραγίδα της Αναστάσεώς Του. Να τα βγάλη απ’ τη φθορά και το θάνατο. Ο Ίδιος, άλλωστε, δεν μας δίνει ένα μέρος του εαυτού Του. Μας δίνει ολόκληρο τον εαυτό Του: « Λάβετε, φάγετε, τούτο εστί το Σώμα μου…πίετε εξ αυτού πάντες, τούτο γάρ εστί το Αίμα μου». Δεν μας δίνει μόνο την διδασκαλία Του ή μόνο το ηθικό Του παράδειγμα. Μας δίνει τον εαυτό Του όλο, την ζωή Του όλη. Το σώμα Του και το Αίμα Του.

Μέσα στη Θ. Λειτουργία και στην ευχαριστιακή ζωή της Εκκλησίας μαθαίνουμε να δεχόμαστε όλα τα πράγματα και όλα τα πρόσωπα ως δώρα του Θεού και όχι ως ιδιοκτησία μας. Μαθαίνουμε να τα εκτιμούμε σωστά. Όταν βλέπω στο κάθε υλικό πράγμα ένα δώρο του Θεού προς εμένα, αλλιώς θα το εκτιμήσω και αλλοιώς θα το χρησιμοποιήσω.

Και όταν στον κάθε άνθρωπο, τον γνωστό ή τον άγνωστο, βλέπω τον στενό συγγενή μου, τον φίλο, την εικόνα του Θεού, το δώρο του Θεού σ΄εμένα, αλλοιώς θα σταθώ απέναντί του. Και αλλοιώς θα ευχαριστήσω τον Θεό για τα πράγματα και τα πρόσωπα. Και αλλοιώς θα προσφέρθω εγώ και στον Θεό και στα άλλα ανθρώπινα πρόσωπα.
Θα αισθανθώ κι εγώ την ανάγκη να προσφέρω τον εαυτό μου σ’ αυτούς σαν δώρο. Αν π.χ. ο σύζυγος βλέπη την σύζυγό του σαν δώρο του Θεού προς αυτόν, παρά τις αδυναμίες που μπορεί να έχη η σύζυγος, ή το αντίθετο, θα αισθανθή και αυτός την ανάγκη να προσφερθή στην σύντροφο της ζωής του ως δώρο.
Και όλη η ζωή να γίνεται με αυτό το πνεύμα και το πρίσμα: ότι είμαστε όλοι δώρα του Θεού ο ένας για τον άλλο. Και ότι πρέπει να ζούμε όλοι μεταξύ μας ανταλλάσσοντες ως δώρο ο ένας για τον άλλο την αγάπη μας. Μέσα στην Εκκλησία μας δίνεται αυτή η χάρις: η σχέσι μας με τον Θεό και η σχέσι μας με τους ανθρώπους να είναι μια ανταλλαγή δώρων.

Κατά την Θ. Λειτουργία προσφέρουμε στο Θεό τον άρτο και τον οίνο. Το πρόσφορο, που κατά την ευλογημένη παράδοσι του λαού μας που προσφέρουμε, έχει μεγάλη θεολογική σημασία. Συνοψίζει, περιλαμβάνει όλη μας την ζωή. Δεν προσφέρουμε μόνο σιτάρι, ούτε μόνο αλεύρι. Προσφέρουμε ψωμί. Το σιτάρι έγινε αλεύρι και το αλεύρι γίνεται ψωμί. Μπαίνει ο κόπος μας, η ζωή μας μέσα. Δεν προσφέρουμε σταφύλι, προσφέρουμε κρασί.

Μπαίνει όλη μας η ζωή στο ψωμί και στο κρασί. Προσφέρουμε δηλαδή τον εαυτό μας στον Θεό. Προσφέρουμε ό,τι είμαστε και ό,τι ζούμε, και παρακαλούμε τον Θεό να τα δεχθή και να μας δώση και Αυτός το δικό Του δώρο. Και πάλι αυτά που προσφέρουμε στον Θεό δεν είναι δικά μας. Από τα δικά Του δώρα είναι. Τι έχουμε δικό μας να Του προσφέρουμε; Παίρνουμε από τα δικά Του και Του τα προσφέρουμε.
Γι’ αυτό λέμε «τα σα εκ των σών». Και ο Θεός  ως καλός πατέρας, δέχεται το δώρο μας και μας δίνει την δική Του ζωή. Εμείς του δίνουμε άρτο και οίνο και Εκείνος μας δίνει Σώμα και Αίμα Χριστού. Αυτή είναι η ανταλλαγή δώρων, που γίνεται στην Θ. Λειτουργία. Και σε κάθε μυστήριο και πράξι της Εκκλησίας αυτό γίνεται. Προσφέρουμε στον Θεό αυτό το φτωχό που έχουμε εμείς από τα δικά Του δώρα, και Εκείνος μας προσφέρει αυτό το πλούσιο που έχει, την δική Του Χάρι. Ώστε να λάβουμε την Χάρι του Χριστού, να μην είμαστε οι θνητοί, οι φθαρτοί και πεπερασμένοι άνθρωποι, αλλά να γίνουμε οι άνθρωποι που μέσα μας ζή ο Θεός, μέτοχοι αιωνίου ζωής.
Γιά νά ἀκούσετε τήν ὁμιλία πατῆστε ἐδῶ

Πηγή στο διαδίκτυο  Αναβάσεις

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου