Σελίδες

Κυριακή 23 Δεκεμβρίου 2012

Σταῦλος τῶν ζώων γιά κατοικία τῶν μοναζουσῶν. Οἱ μοναχές ἐργάτριες σέ ὑφαντουργεῖο. Ἐπιστροφή στό μοναστήρι-ἀνασυγκρότησις. Ἀρχιμανδρίτης Δομέτιος Μανωλάκε


Σταῦλος τῶν ζώων γιά κατοικία τῶν μοναζουσῶν

Ἀρχιμανδρίτης Δομέτιος Μανωλάκε Ἱερά Μονή Ριμέτς (1924-1975)

Ἁγιασμένες μορφές τῆς Ὀρθοδόξου Ρουμάνικης Ἐκκλησίας

Μέρος Δ'
ὑπό Ἡγουμένης Ἱεροσολύμας


Μᾶς ἀπήντησαν  ὅτι δέν ὑπάρχει θέσις γιά ἐμᾶς τίς μοναχές, παρά μόνο ἕνας σταῦλος στό Οὔρσου! Ἤθελαν νά μᾶς ἐξευτελίσουν. Τήν πρότασι αὐτή ἔκανε ὁ γραμματεύς τοῦ κόμματος τῆς περιοχῆς, ὁ ὁποῖος μπροστά μας ἔπαθε ἕνα μεγάλο κακό. Τρελλάθηκε.... Ὁ πατήρ Δομέτιος μᾶς εἶπε νά δεχθοῦμε νά πᾶμε στόν σταῦλο.
Ἐπήγαμε. Ἐσκουπίσαμε τόν σταῦλο, ξεσκονίσαμε, κατεβάσαμε τίς ἀράχνες, διαρυθμίσαμε τόν χῶρο, ὅσο καλλίτερα ἠμπορούσαμε. Τακτοποιήσαμε ἕνα δωμάτιο γιά ἐργαστήριο κατασκευῆς χαλιῶν, ἕνα δωμάτιο γιά ὕπνο καί ἕνα γιά κουζίνα. Ἐφέραμε ἠλεκτρικό ρεῦμα, ἐβάλαμε στό δάπεδο ψημμένα τοῦβλα καί ἐδώσαμε μιά ἄλλη ὄψι στόν πρώην σταῦλο. Ἡ ἀστυνομία ἐρχόταν τήν νύκτα, μᾶς ἔκανε ἔλεγχο.


Ἔψαχναν κάτω ἀπό τά κρεββάτια μας καί πολλές φορές ζητοῦσαν τά τσουκάλια τοῦ φαγητοῦ, τά ὁποῖα εἴχαμε στήν σόμπα. Δέν ἐγνωρίζαμε τί λογισμούς εἶχαν μέ ἐμᾶς. Μᾶς ἦτο ἀρκετό, διότι βῆμα πρός βῆμα εἴχαμε ἀρχίσει τήν ὑποτυπώδη μυστικά μοναχική μας ζωή.
Σ᾿ αὐτούς τούς ἕξι μῆνες, ἀφ᾿ ὅτου ἐγκατασταθήκαμε σ᾿ αὐτό τόν σταῦλο, ὁ καημένος ὁ Γέροντάς μας ἐρχόταν τήν νύκτα, μέ τό δισσάκι στήν πλάτη του, γιά νά μή τόν ἰδῆ κάποιος καί τόν καταγγείλη στήν ἀστυνομία. Μᾶς ἐσυμβούλευε, μᾶς εὐλογοῦσε καί μᾶς ἔφερε καί φαγητό. Μᾶς ἔφερε κόλυββα, γάλα, μυτζῆθρα, αὐγά. Αὐτός δέν ἔπαιρνε χρήματα ἀπό τούς ἀνθρώπους γιά Ἀκολουθίες, οὔτε μισθό, ἀλλά, ἐάν οἱ ἄνθρωποι τοῦ ἔδιναν τρόφιμα, τά ἔπαιρνε καί τά ἔφερε σ᾿ ἐμᾶς.
Σχεδόν μία φορά τήν ἑβδομάδα ἔπαιρνε τόν δρόμο κάτω ἀπό τό μοναστήρι μας ὁ Πατήρ κι ἔβλεπε ἀπό μακριά τόν σταυρό καί ἄκουγε μόνο τά κοκκόρια νά εἶναι ξύπνια καί νά λαλοῦν.
Ἐρχόταν μέσῳ τῆς κοίτης τοῦ ποταμοῦ, σκεπασμένος στό κεφάλι μέ μία μαντήλα γιά νά μή φαίνεται ἡ γενειάδα του, μέ ἕνα ζωστικό ἄλλου χρώματος καί παρόμοιο μέ τίς λευκές καμίσες τῶν χωρικῶν, ἐνῶ εἶχε ζώσει τήν μέση του μέ ἕνα λουρί, γιά νά μή γνωρίζεται ὅτι εἶναι μοναχός.
 Μέσα ἀπό τούς κήπους τῆς Μονῆς κατηφόριζε καί ἐρχόταν σ᾿ ἐμᾶς, στήν κοινούργια μας κατοικία, τοῦ σταύλου. Οὔτε καί ἐδῶ ἠμπορέσαμε νά μείνουμε, παρά μόνο μέχρι τίς 13 Μαρτίου τοῦ 1962. Μᾶς διέταξαν νά ἐγκαταλείψουμε τό Τέϊους, γιά νά μή ἠμποροῦμε νά συγκεντρωνόμεθα καί θελήσουμε μελλοντικά νά κάνουμε μοναστήρι.


Οἱ μοναχές ἐργάτριες σέ ὑφαντουργεῖο

Μᾶς διέταξαν νά πᾶμε στό Ἀϊούντ, ὅπου εὑρίσκεται ἡ ἕδρα τοῦ ἐργοστασίου τῶν χαλιῶν. Ὁ π. Δομέτιος μᾶς συνεβούλευσε ὅτι κάποτε μαζί μας θά φέρουμε καί τίς ἄλλες ἀδελφές, οἱ ὁποῖες εἶχαν ζήσει μαζί μας στό μοναστήρι, πρίν τό ἐγκαταλείψουμε. Ὁ Πατήρ μᾶς ἔδωσε χρήματα γιά τόν δρόμο καί ἀναχωρήσαμε μέσα ἀπό τά βουνά τοῦ Σέμπες, ἀνάμεσα ἀπό χωριά, ὅπου εὑρίσκοντο διασκορπισμένες οἱ μοναχές μας.
Ὅλες ἤρχοντο μαζί μας. Ἐφθάσαμε στό τμῆμα ὑφαντουργίας χαλιῶν καί ἀναλάβαμε τήν ἀναδιοργάνωσι τοῦ τμήματος πού μᾶς παρέδωσαν νά δουλέψουμε. Τά ὄργανα τῆς τοπικῆς αὐτοδιοικήσεως ἦσαν μαζί μας κἄπως εὐχαριστημένοι. Δέν τούς προκαλούσαμε μέ τήν παραμικρή ἐνόχλησι καί στενοχώρια.
Ἐκάναμε τό καθῆκον μας, παραδίναμε τήν ποσότητα παραγωγῆς γιά κάθε μῆνα. Δέν ἠξέραμε ἄλλο τίποτε, παρά μόνο νά δουλεύουμε καί μυστικά νά προσευχώμεθα. Ἐπί 9 χρόνια πού εἴμασταν στό Ἀϊούντ, ὁ π. Δομέτιος ἦτο ἱερεύς σέ τέσσερα ὀρεινά χωριά. Αὐτός μᾶς ἀγόραζε ροῦχα καί μᾶς βοηθοῦσε μέ κάθε τρόπο.
Ὅταν, κάθε ἑβδομάδα, ἐρχόταν σ᾿ ἐμᾶς, στό σπίτι πού εἴχαμε ἀγοράσει καί ἐμέναμε ὅλες οἱ ἀδελφές μαζί, προσευχόμασταν μαζί, ἐτρώγαμε, ἀκούαμε τίς συμβουλές του καί, πρίν φύγη, ὅ,τι εἶχε ἡ τσέπη του, μᾶς τό ἄφηνε καί ἔφευγε. Στήν ἀναχώρησί μας γιά τό Μοναστήρι ὁ Πατήρ μᾶς ἔλεγε. "Ἀδελφές, κάνετε οἰκονομίες καί κρατεῖστε 5 λέϊ καί γιά τόν δρόμο". Αὐτή ἦτο ἡ ζωή του, ἡ θυσία του, γι᾿αὐτό δέν ἠμποροῦμε νά τόν ξεχάσουμε ποτέ. "Νά προσεύχεσθε ἀκατάπαυστα", μᾶς ἔλεγε ὁ Πατήρ.
Ἐάν ἔχετε τόν Χριστό μέ τήν προσευχή σας, τότε φυγαδεύεται ὁ διάβολος. Διότι μόνο ἔτσι ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐγκαθίσταται μέσα μας, ὅπως μᾶς διδάσκει ὁ ἅγιος Κασσιανός ὁ Ρωμαῖος". Διά τῆς προσευχῆς, αἰσθανόμεθα ὅτι τά μάτια μας ὑψώνονται πρός τό θεῖο φῶς. Εἴμεθα σέ περιπλάνησι, εἴμεθα σέ κατάστασι διαλύσεως, ἀλλά διά τῆς προσευχῆς εἴμεθα ὅλοι μαζί. Δέν σταματήσαμε νά προσευχώμεθα γιά τήν ἐπιστροφή μας στό μοναστήρι μας. Ὁ Πατήρ μᾶς ἔκανε νά κατανοήσουμε καί νά ζήσουμε τήν ἔννοια τῶν λόγων τοῦ Εὐαγγελιστοῦ. "Σύ δέ ὅταν προσεύχῃ, εἴσελθε εἰς τό ταμιεῖον σου, καί κλείσας τήν θύραν σου πρόσευξαι τῶ πατρί σου τῶ ἐν τῶ κρυπτῶ, καί ὁ πατήρ σου ὁ βλέπων ἐν τῶ κρυπτῶ ἀποδώσει σοι ἐν τῶ φανερῶ"(Ματθ.6,6).


Ἐπιστροφή στό μοναστήρι-ἀνασυγκρότησις

Ἐμείναμε στό Ἀϊούντ ἀπό τίς 13 Μαρτίου 1962 μέχρι τήν ἄνοιξι τοῦ 1969, ὁπότε μᾶς ἐπέτρεψαν νά ἐπανέλθουμε στό μοναστήρι μας, μέ ἐνδυμασία ὅμως πολιτική, προκειμένου νά διοργανώσουμε ἐκεί, σύμφωνα μέ τήν ἐντολή τους, ἕνα καινούργιο τμῆμα κατασκευῆς χαλιῶν, στό ὁποῖο νά δουλεύουν καί ντόπιες γυναῖκες, γιά νά ἔχουν καί αὐτές κάποιο μισθό νά ζήσουν.
Ὁ καλός Θεός μᾶς εἶχε ἤδη ἐκπληρώσει τό αἴτημα τῆς προσευχῆς μας. Ἐπιστρέψαμε στό σπίτι μας-τό μοναστήρι μας-μετά ἀπό πολλές περιπλανήσεις, ψυχικά βάσανα καί ἀγωνίες. Βέβαια οἱ δυσκολίες μας ἦσαν ἀκόμη περισσότερες, πού δέν εἶναι εὔκολο νά γραφθοῦν ἐδῶ.
Στήν περίοδο ἐγκαταλείψεως τοῦ μοναστηριοῦ μας, αὐτό ἁρπάχθηκε ἀπό τό κράτος διά τῆς βίας καί στήν αὐλή εἶχε ἐγκατασταθῆ ἕνα καταφύγιο ὀρειβατῶν καί ἕνα μαγαζί-μπουφές.  Ἐπήγαμε ἐκεῖ  καί εἴμασταν σάν τούς ἔνοικους καί στεκόμασταν σέ ἕνα μέρος μαζί μέ τούς τουρίστες. Δέν ἠμπορούσαμε νά ἀνεχθοῦμε αὐτό τό εἶδος τῆς κολάσεως, μέσα στήν αὐλή τοῦ μοναστηριοῦ μας. Ὁ π. Δομέτιος καί ἐμεῖς δέν εἴχαμε ὕπνο καί τούς συμπεριφερθήκαμε εὐγενικά γιά κάθε θέμα μας, διότι ἔτσι πιστεύαμε ὅτι ἦτο τό καλλίτερο.
Ἐπανελθόντες στό μοναστήρι, ἀρχίσαμε πάλι ἀπό τήν ἀρχή τό ἔργο. Ἔπρεπε νά ἐπανορθώσουμε τήν παλαιά ἐκκλησία. Δουλέψαμε ἕνα χρόνο γιά νά ἠμπορέσουμε νά χρησιμοποιήσουμε τήν μικρή ἐκκλησία. Γιά πρώτη φορά, μετά τήν ἐρήμωσί της, ὁ Πατήρ ἐτέλεσε τήν θεία Λειτουργία στήν ἐκκλησία αὐτή, ἀφοῦ προηγήθηκε Ἁγιασμός. Κάποια ἡμέρα τῆς Τεσσαρακοστῆς τοῦ Πάσχα ξαφνιασθήκαμε μέ τήν ἐπίσκεψι τοῦ γραμματέως τοῦ νομοῦ, πού ἦλθε μαζί μέ ἄλλα μέλη τοῦ Λαϊκοῦ Συμβουλίου τῆς πόλεως Ἄλμπα. Ἦλθαν νά ἰδοῦν πῶς εἴχαμε τακτοποιηθῆ. Μπῆκαν στόν διάδρομο καί τούς ἀνοίξαμε τήν πόρτα τοῦ παλαιοῦ παρεκκλησίου. Ὅταν τό εἶδαν στολισμένο μέ τά ἄμφια, τίς ποδιές καί τά καλύμματά του, μᾶς ἐρώτησαν ἀπότομα.
 -Τί ἐκάνατε ἐδῶ; Τί ὑποσχεθήκατε, ὅταν σᾶς δόθηκε ἄδεια νά ἔλθετε ἐδῶ; Ἐμεῖς μέ δυνατή πίστι στόν Θεό, ἐπήραμε τό θάρρος καί τούς εἴπαμε.
-Δέν ἐκάναμε τίποτε ἄλλο, παρά μόνο αὐτό τό ὁποῖο ἔπρεπε νά κάνουμε, διότι αὐτή ἡ ἐκκλησία δέν ἐπιτρέπεται νά εἶναι σπήλαιο ληστῶν καί οἶκος ἀκολασίας, ὅπως τήν εἶχαν καταντήσει, ἀλλά πρέπει νά γίνει οἶκος προσευχῆς. -Μᾶς ἀπήντησαν.
- Ἐσεῖς θέλετε νά γίνετε μάρτυρες, ἀλλά ἐμεῖς δέν θέλουμε νά γίνουμε, διότι ἔχουμε γυναῖκες καί παιδιά.
 Μπῆκαν καί στήν ἐκκλησία. Ὁ Πατήρ ἦτο μέ τά ἄμφια. Ἀντικρύζοντας αὐτό τό φαινόμενο, βουβάθηκαν. Τούς ὑποσχεθήκαμε ὅτι δέν θά δημοσιεύσουμε αὐτό τό γεγονός (τήν τέλεσι Θείας Λειτουργίας) ἔξω ἀπό τό μοναστήρι καί δέν θά τούς προκαλέσουμε νά τούς συμβοῦν περιπέτειες ἀπό τούς ἀνωτέρους τους ἐξ αἰτίας μας.
Αὐτοί ἀνεχώρησαν, ἐνῶ ἐμεῖς ἐμείναμε ἀποφασισμένοι νά συνεχίσουμε αὐτό πού μέ τήν θέλησι τοῦ Θεοῦ εἴχαμε ἀρχίσει. Ἱδρύσαμε ἕνα ἐργαστήριο κατασκευῆς χαλιῶν. Ἐπιτύχαμε νά τούς πείσουμε ὅτι αὐτό τό καταφύγιο ὀρειβατῶν, δέν ἐκπληρώνει τόν σκοπό του, μέ τό νά εὑρίσκεται μέσα στό μοναστήρι. Κατωρθώσαμε μέ τά χέρια μας νά κτίσουμε ἕνα ἄλλο καταφύγιο, ἔξω ἀπό τό μοναστήρι. Τό ἐτελειώσαμε τό 1973.
Ἱδρύσαμε καί σχολεῖο μέ μία μόνο τάξι, ἐπάνω ἀπό τό ἐργαστήριο χαλιῶν γιά τά παιδιά τοῦ χωριοῦ, πού εἶναι στήν κοιλάδα τοῦ μοναστηριοῦ. Ἱδρύθηκε τό σχολεῖο μέσα σ᾿ ἕνα μῆνα, τόν 'Οκτώβριο τοῦ 1972, ὅταν ὁ Πατήρ ἐπῆρε ἕνα μπολντοζιέρη ἀπό τήν κοιλάδα, μέ τόν ὁποῖον ἐγκρέμισε τήν μία πλευρά τοῦ λόφου καί ἔγινε τό σχολεῖο, πού ὑπάρχει μέχρι σήμερα. Εἶχε μεγάλη ἐπιθυμία ὁ Πατήρ νά ἱδρύση αὐτό τό σχολεῖο. Αὐτό ὑπῆρχε πρίν ἀπό πολλούς αἰῶνες. Ὅταν τό μοναστήρι εὑρισκόταν στήν κατοχή τῆς Αὐστρουγγαρίας, κατά τό 18ον αἰῶνα, τά παιδιά τῶν γειτονικῶν χωριῶν παρέμεναν ἀγράμματα. Τότε οἱ κάτοικοι τῶν χωριῶν Ριμέτς καί Πονόρ, παρεκάλεσαν θερμά τήν Ἐξουσία γιά νά ληφθῆ μέτρο γιά τήν θλιβερή κατάστασι τῶν παιδιῶν τους, πού μένουν ἀγράμματα.
Μετά ἀπό τά δύσκολα αὐτά χρόνια, μόλις τόν Ἰανουάριο τοῦ 1972, μέσῳ ἐκλεκτῶν ἀνθρώπων, πού ἔδωσαν θετικές ὑποσχέσεις, ἄρχισε ἡ κανονική ζωή τοῦ μοναστηριοῦ. Ἀπό τότε ἡ μικρή συνοδεία μας μέ τόν γέροντα π. Δομέτιο ἐπισκευάσαμε τό παρεκκλήσιο, ἀνοικοδομήσαμε τό ἀρχονταρίκι (αὐτό μᾶς τό ζητοῦσαν νά κτισθῆ πολλοί χριστιανοί), τό ἡγουμενεῖο, τήν τράπεζα, προστέθηκαν κι ἄλλα κελλιά, τοποθετήθηκαν σέ μία αἴθουσα ἡ συλλογή μουσειακῶν ἀντικειμένων, τά παλαιά χειρόγραμα τῆς Μονῆς, τά παλαιά ἐκκλησιαστικά βιβλία, οἱ ξύλινες εἰκόνες, οἱ εἰκόνες ἀπό τζάμι καί ἀντικείμενα μέ ἐθνογραφικό χαρακτῆρα.
Ἱδρύθηκε ἕνα νέο καμπαναριό, μία γέφυρα στήν κοιλάδα τοῦ ποταμοῦ, μπῆκε τό ἠλεκτρικό ρεῦμα, κεντρική θέρμανσις καί πολλά ἄλλα ἔργα γιά τήν καλή λειτουργία τοῦ μοναστηριοῦ. Εἴχαμε μεγάλο ἐνθουσιασμό καί ἁγία ἐπιμέλεια σέ κάθε ἔργο πού ἐκάναμε. Ἠθέλαμε νά φτιάξουμε,  ὅσα ἔργα δέν ἠμπορέσαμε τόσα χρόνια νά κάνουμε, διότι διωχθήκαμε μέ τήν βία. Ὅλα ἔγιναν μέ τήν προσευχή μας, μέ τόν παλμό τῆς καρδιᾶς μας, μέ τό αἷμα μας.
Ἐνθυμοῦμαι τόν π. Δομέτιο πῶς μέ τά χέρια του, γεμᾶτα αἷμα, ἔχοντας σηκωμένα καί τά κάτω ἄκρα τοῦ παντελονιοῦ του, τραβοῦσε μέ τά χέρια του καί μέ τούς ἐργάτες ἕνα βαγόνι φορτωμένο κεραμίδια ἀπό τό Τέϊους. Ὁ π. Δομέτιος καί ὁ π. Βαρσανούφιος κυλοῦσαν μεγάλες πέτρες, ἐνῶ οἱ ἀδελφές τίς  κουβαλοῦσαν μέ καρότσια καί μετά χέρι μέ χέρι τίς ἀνέβαζαν στίς οἰκοδομές. Ὁ Πατήρ εἶχε ἐπάνω του τήν εὐθύνη γιά τίς πιό σκληρές ἐργασίες.
Μοχθοῦσε ἀδιάκοπα κάθε ἡμέρα, χωρίς νά ἀφήνη καί τίς ἐκκλησιαστικές ἀκολουθίες. Αὐτός μᾶς ἐδίδασκε νά ἐμπιστευώμεθα στίς δυνάμεις μας, ἀλλά νά μή ξεχνᾶμε ὅτι ὁ Οὐράνιος Πατέρας μας εἶναι μαζί μας καί μᾶς βοηθεῖ. Ἔλεγε ὁ ἴδιος στούς πιστούς. " Ἐσεῖς εἶσθε αὐτοί πού ὀργώνετε, σπέρνετε καί καλλιεργεῖτε τό χωράφι, ἀλλά τόν καρπό του θά σᾶς τόν χαρίση ὁ Θεός, μέσῳ τῆς θείας Προνοίας καί πατρικῆς φροντίδος Του".


Μετάφρασις ἀπό μοναχό Δαμασκηνό Γρηγοριάτη.

Τό κείμενο προέρχεται ἀπό τά ἀρχεῖα τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου, τόν ὁποῖον καί εὐχαριστοῦμε θερμά γιά τήν παραχώρηση τῶν ἀρχείων, ὅπως ἐπίσης εὐχαριστοῦμε καί τόν γέροντα τῆς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου πατέρα Γεώργιο Καψάνη γιά τήν εὐλογία καί τήν ἄδεια δημοσίευσης.


Ἐπιμέλεια κειμένου και πηγή στο Διαδίκτυο  Ἀναβάσεις

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου