Σελίδες

Δευτέρα 24 Φεβρουαρίου 2014

Εὐλογίες καί δοκιμασίες (μέρος δ΄)

Ὁσίου Ἀμβροσίου
jubpls
«πᾶς ὁ ἐρχόμενος πρός με καί
ἀκούων μου τῶν λόγων καί ποιῶν αὐτούς,
ὑποδείξω ὑμῖν τίνι ἐστίν ὅμοιος·
ὅμοιος ἐστιν ἀνθρώπῳ οἰκοδομοῦντι οἰκίαν,
ὅς καί ἐσκαψε καί ἐβάθυνε καί ἔθηκε θεμέλιον ἐπί τήν πέτραν·
πλημμύρας δέ γενομένης προσέρρηξεν ὁ ποταμός
τῇ οἰκίᾳ ἐκείνῃ, καί οὐκ ἴσχυσε σαλεῦσαι αὐτήν·
τεθεμελίωτο γάρ ἐπί τήν πέτραν.»
Λουκ. Στ΄: 47 - 48
Ἐδῶ ὁ π. Ἀμβρόσιος θά δεχόταν τήν χάρι τοῦ δευτέρου βαθμοῦ τῆς Ἱερωσύνης, ἔλαβε συγχρόνως καί τά προοίμια τῶν θλίψεων του. Στίς 7 Δεκεμβρίου τοῦ 1845, ἡμέρα ξεχωριστή γι᾿ αὐτόν, ἀφοῦ εἶχε τήν ὀνομαστική του ἑορτή, πρωτοαντίκρυσε τόν σταυρό τῆς δοκιμασίας.
Πρωΐ -πρωΐ μαζί μέ κάποιον ἄλλο Διάκονο, τόν π. Γαβριήλ, ξεκίνησαν γιά τήν Καλούγα, ὅπου τούς ἀνέμενε ἡ χειροτονία τους σέ Ἱερέα. Τό ταξείδι μακρυνό, τό κρύο δριμύ – Δεκέμβριος μήνας στήν Ρωσία!
Ὁ ὀργανισμός ἐξηντλημένος ἀπό τήν νηστεία, ὅλα μαζί... ἔπληξαν βαρειά τήν ὑγεία τοῦ π. Ἀμβροσίου. Τέτοιο κρυολόγημα καί τέτοιους πόνους στό στομάχι πρώτη φορά δοκίμασε. Ἀπό τήν ἡμερομηνία αὐτή συγχρόνως ἔγινε καί ἡ ἀρχή στίς ὀδυνηρές ἀρρώστιες πού σ᾿ ὅλη τήν ὑπόλοιπη ζωή του ἀποτελοῦσαν τόν «σκόλοπα τῇ σαρκί».

«καί τῇ ὑπερβολῇ τῶν ἀποκαλύψεων ἵνα μή ὑπεραίρωμαι,
ἐδόθη μοι σκόλοψ τῇ σαρκί, ἄγγελος σατᾶν,
ἵνα με κολαφίζῃ ἵνα μή ὑπεραίρωμαι.»
Β΄ Κορ. ιβ΄: 7
Ὡς Ἱερομόναχος ἔπαψε νά εἶναι διακονητής στό κελλί τοῦ στάρετς Μακαρίου. Μέ τήν σειρά του ἀνελάμβανε ἐφημερία ὄχι μόνο στήν Σκήτη, ἀλλά καί στήν Ἐκκλησία τῆς Μονῆς. Στό λειτούργημα αὐτό περνοῦσε δύσκολες ὧρες, ὅταν παρουσιάζονταν πολλοί γιά νά κοινωνήσουν. Μέ τόν κλονισμό τῆς ὑγείας του αἰσθανόταν τέτοια ἀδυναμία, πού χρειαζόταν καί τά δυό του χέρια γιά νά κρατῆ τό Ἁγιο Ποτήριο. Τό ἕνα χέρι, σέ περιπτώσεις Θείας Κοινωνίας, ἄρχιζε νά τρέμη ἀπό ἀδυναμία. Ὧρες δύσκολες! Ἀναγκαζόταν πολλές φορές νά ἐπιστρέφη καί νά ἀποθέτη τό Ἁγιο Ποτήριο στήν Ἁγία Τράπεζα γιά νά ξεκουρασθῆ λίγο καί μετά νά συνεχίση τήν μετάδοσι. Σέ μία τέτοια περίπτωσι, κάποια Χριστιανή μή γνωρίζοντας τόν λόγο αὐτό, νόμισε πώς θά τήν ἄφινε ἀκοινώνητη, καί εἶπε πικραμένη:
  • Δηλαδή εἶμαι ἁμαρτωλή! Εἶμαι ἀνάξια!
  • Ὤ! Θεέ μου! Ἀνεφώνησε μέσα του ὁ π. Ἀμβρόσιος. Ἀπό παντοῦ πίεσις!
Ὅσο ἐξηρτᾶτο ἀπό τόν ἴδιο φρόντιζε γιά τήν βελτίωσι τῆς ὑγείας του. Ἀλλά τά πράγματα τοῦ πήγαιναν ἀντίθετα. Ὁ π. Ἡρωδίων, ρασοφόρος μοναχός στό διπλανό κελλί, ὁμοιοπαθής στήν ὑγεία του συνέστησε στόν π. Ἀμβρόσιο νά χρησιμοποιήσουν κάποιο περίφημο φάρμακο. Μ᾿ αὐτό θά εὕρισκαν γρήγορα τήν θεραπεία τους. Νά λοιπόν πού ἡ ἰατρική πρόσφερε στούς χτυπημένους ἀπό τά κύματα τῶν ἀσθενειῶν κάποιο λιμάνι παρηγορίας. Τό ὀνομαστό ἀντιβιοτικό μέ τήν γαλλική ἐτικέττα «λέ ρουά» (= ὁ βασιλεύς) ἦταν αὐτό πού θά ἀνώρθωνε τό ἐρειπωμένο οἰκοδόμημα τῆς ὑγείας.
Ὁ π. Ἡρωδίων, ὅπως τό ἔδειξε ἡ πορεία τῆς καταστάσεώς του, μποροῦσε νά εὐγνωμονῆ τούς γιατρούς πού κατεσκεύασαν τέτοιο ἐξαίρετο φάρμακο. Στόν π. Ἀμβρόσιο ὅμως ἀντί νά ἔρθη ἡ ἀνακούφισις αὐξήθηκαν οἱ ταλαιπωρίες του. Συνέπεσε τίς ἡμέρες ἐκεῖνες νά ἐκτελῆ τήν ἐφημερία του, πρᾶγμα πού τόν ὑποχρέωνε νά ἐγκρατεύεται ἀρκετά στήν τροφή. Δέν μποροῦσε νά ἀπολαμβάνη τό ψάρι ἤ τίς ψαρόσουπες ἤ τίς ἄλλες δυνατές τροφές, ὅπως ὁ π. Ἡρωδίων. Νά παίρνης ὅμως ἰσχυρά ἀντιβιοτικά καί νά νηστεύης συγρόνως, ὄχι μόνο δέν ὠφελεῖς, ἀλλά δηλητηριάζεις τόν ὀργανισμό σου. Δυστυχῶς γιά τόν π. Ἀμβρόσιο ἡ χρῆσις τοῦ «λέ ρουά» ἔδωσε ἕνα πρόσθοτο κτύπημα στήν κλονισμένη ὑγεία του.
Στούς ἄλλους Ἱερομονάχους τῆς Ὄπτινα ἡ περίοδος τῆς ἐφημερίας παρουσιαζόταν σάν εὐκαιρία πνευματικῆς ἀγαλλιάσεως. Γιά τόν π. Ἀμβρόσιο ὅμως τό πρᾶγμα ἔπαιρνε ἄλλη ὄψι.
  • Θεέ μου! Ἔλεγε, ὅταν πλησίαζε ἡ σειρά του. Θά μπορέσω ἆραγε νά ἐκπληρώσω ὁμαλά τό καθῆκον μου;
  • Οἱ ἐξασθενημένες δυνάμεις μου μήπως δημιουργήσουν ἀνωμαλίες καί παραφωνίες στό ὑψηλό λειτούργημά μου; Ὦ Κύριε, ἡ ἰσχύς τῶν ἀσθενούντων, μή μοῦ στερήσης τήν ἐνίσχυσί Σου. Μή παραβλέψης τό ἀδύνατο ὀστράκινο σκεῦος.
«τίς ἔγνω νοῦν Κυρίου; ἤ τίς σύμβουλος αὐτοῦ ἐγένετο;
ἤ τίς προέδωκεν αὐτῷ, καί ἀνταποδοθήσεται αὐτῷ;
ὅτι ἐξ αὐτοῦ καί δι᾿ αὐτοῦ καί εἰς αὐτόν τά πάντα.
Αὐτῷ δόξα εἰς τούς αἰῶνας· ἀμήν.»
Ρωμ. Ια΄: 34 -36
Ἄλλά, «τίς ἔγνω νοῦν Κυρίου;» 1. Τοῦ ζητοῦμε πολλές φορές τήν αὔρα καί Ἐκεῖνος μᾶς στέλνει τήν καταιγίδα. Τόν περιμένουμε σάν καθαρό οὐρανό καί Ἐκεῖνος μᾶς ἐπισκέπτεται «διά λαίλαπος καί νεφῶν»2. Κάτι παρόμοιο συνέβη καί μέ τόν ταλαιπωρημένο ἀπό τίς ἀσθένειες Ἱερομόναχο. Τόν Σεπτέμβριο τοῦ 1846 ἔπεσε βαρειά στό κρεββάτι. Καθώς περνοῦσαν οἱ ἑβδομάδες ἔμοιαζε μέ κερί πού ἔλυωνε, μέ φυτό πού ἔχανε καί τήν τελευταία του ἰκμάδα. Πρός τό τέλος τοῦ Ὀκτωβρίου, τά πράγματα ἔλαβαν τραγική ὄψι. θάνατος ἐμφανιζόταν πιά σάν ἀναπόφευκτος ἐπιδρομεύς. Στίς 26 τοῦ μηνός πρωΐ -πρωΐ ἔσπευσαν νά τόν κοινωνήσουν μέ τά Ἄχραντα Μυστήρια, νά τόν ὁπλίσουν μέ τό τελευταῖο ἐφόδιο. Τελικά ὅμως ξέφυγε ἀπό τά δίχτυα τοῦ θανάτου. Δέν ἦταν ἀκόμη καιρός γιά νά ἀποχαιρετίση τήν ζωή. Ὡστόσο τόν ἀπεχαιρέτισε γιά πάντα ὑγεία, πού ἀπό τήν περίοδο αὐτή κυριολεκτικά εἶχε θραυσθῆ.
Οὔτε λόγος μποροῦσε νά γίνη στό ἑξῆς γιά ἐφημερίες καί ἄλλα διακονήματα. Μήπως ὅμως εἶχε τήν δυνατότητα νά παρακολουθῆ τίς Ἀκολουθίες καί τίς ἄλλες ἐκδηλώσεις τῆς κοινῆς ζωῆς; Τίποτε ἀπ᾿ αὐτά. Ἦταν στρατιώτης πού οὔτε στήν μάχη θά ἔπαιρνε μέρος, ἀλλά οὔτε καί στούς «βοηθητικούς» θά τόν κατέτασσαν.
Ἕνας χρόνος πού πέρασε ἀπέδειξε πώς καμμία ἰατρική βοήθεια δέν μποροῦσε νά τροποποιήση τήν δυσάρεστη κατάστασι. Τώρα ὁ π. Ἀμβρόσιος, προκειμένου νά ἀπαλλαγῆ καί τυπικά ἀπό τίς ὑποχρεώσεις τοῦ ἀσκητικοῦ προγράμματος, ὤφειλε νά ὑποβάλη στήν Μονή σχετική αἴτησι στήν ὁποία μεταξύ ἄλλων ἀνέφερε καί τά ἑπόμενα:
«... Ἡ μακροχρόνιος ἀσθένειά μου, αἱ στομαχικαί καί αἱ ἄλλαι ὀργανικαί διαταραχαί, ἡ χαλάρωσις τοῦ νευρικοῦ συστήματος, πάντα ταῦτα, καί ἐπί πλέον ἡ ἐπιδείνωσις ἀπό συμπώματα ἐσωτερικῶν αἱμορραγιῶν, αἱ ὁποῖαι παρουσιάσθησαν τό φθινόπωρον τοῦ 1846, ἔχουν ἐπιφέρει εἰς ἐμέ ὁλοσχερῆ σωματικήν ἐξασθένησιν. Ἡ ἐπί ἕν ἔτος ἰατρική βοήθεια δέν ἔφερεν ἀποτέλεσμα, καί ἐλπίδες περί βελτιώσεως τῆς καταστάσεως δέν ὑπάρχουν. Οὕτως ἐχόντων τῶν πραγμάτων ἀδυνατῶ πλέον νά ἐκπληρώσω τά ἐφημεριακά μου καθήκοντα καί τάς λοιπάς ὑποχρεώσεις μου...».
Ἡ Μονή ἔθεσε τήν αἴτησι ὑπ᾿ ὄψιν καί τοῦ Ἀρχιεπισκόπου τῆς Καλούγας. Χρειαζόταν ὅμως κάτι ἀκόμη γιά τήν ὁλοκλήρωσι τῆς τυπικῆς διαδικασίας: ἡ ἰατρική βεβαίωσις. Ὁ ἀσθενής ἀδυνατοῦσε νά ταξειδεύση ὥς τήν γειτονική πόλι Κεζέλσκ, ὅπου θά εὕρισκε γιατρό. Τελικά κάποιος θεράπων τῆς ἰατρικῆς ἐπιστήμης, ὀνόματι Γ. Σουμπότιν, ἐπί παρουσίᾳ ἑνός ἀρχιερατικοῦ ἐκπροσώπου ἐξέτασε στήν Ὄπτινα τόν ἄρρωστο καί συνέταξε τήν ἰατρική του ἔκθεσι:
«Ὁ Ἱερομόναχος Ἀμβρόσιος ἐμφανίζει ὠχρόν πρόσωπον, ἀτονίαν ὀφθαλμῶν, σωματικήν χώραν ἀπό ξηρόν βῆχα, ὁ ὁποῖος δημιουργεῖ πόνους εἰς ὅλον τό στῆθος, εἰς τάς πλευράς, καί μάλιστα εἰς τήν δεξιάν. Ἔχει προσέτι πολύ πιεστικούς πόνους εἰς τόν στόμαχον, ὁλοκληρωτικήν ἀνωμαλίας, συχνούς ἐμετούς... ἀϋπνίας, καί τέλος παροδικά ρίγη κατά τό ἑσπέρας μέ ἐναλλαγάς ἐλαφροῦ πυρετοῦ. Ἐξ αὐτῶν τῶν συμπτωμάτων συμπεραίνεται ὅτι πάσχει ἀπό χρόνιαν πυρετικήν κατάστασιν ὀφειλομένην εἰς κοιλιακάς καί εἰδικώτερον στομαχικάς ἀνωμαλίας».
Ἡ ἰατρική διάγνωσις ἐστάλη στήν Ἀρχιεπισκοπη τῆς Καλούγας. Ἡ ἀπόφασις πού ἐκδόθηκε ἀπήλλασσε τόν ἀσθενῆ ἀπό κάθε ὑποχρέωσι τῆς προγραμματισμένης κοινῆς ζωῆς. Μποροῦσε πλέον νά ἀποσυρθῆ καί νά ζῆ «ἰδιωτικῶς» ὑπό τήν παρακολούθησι καί τήν φροντίδα τῆς Μονῆς.
«...εἰς τό δοκιμάζειν ὑμᾶς τί τό θέλημα τοῦ Θεοῦ,
τό ἀγαθόν καί εὐάρεστο καί τέλειον,...
Ρωμ. Ιβ΄: 2
τῇ ἐλπίδι χαίροντες, τῇ θλίψει ὑπομένοντες,
τῇ προσευχῇ προσκαρτεροῦντες»
Ρωμ. Ιβ΄: 12
Δηλαδή μέ ἄλλα λόγια ὁ π. Ἀμβρόσιος ἐτίθετο ἐκτός μάχης. Ἀνάπηρος, ἀνίκανος, ἄχρηστος, ἀπό τά τριανταέξι του χρόνια! Ἐπάνω πού ἄνοιγαν οἱ ὁρίζοντες τῆς δράσεως, τῆς δημιουργίας, τῆς προσφορᾶς...
βρέθηκε ἀντιμέτωπος μέ τήν σκληρή καταδικαστική ἀπόφασι. Τό ἔβλεπαν ὅλοι, τό ἔνιωθε καί ὁ ἴδιος, τό ὑπέγραψε ὁ ἰατρός, τό ἐπεκύρωσε καί ὁ Ἀρχιεπίσκοπος· τό πουλί δέν εἶχε πιά φτερά γιά νά πετάξη. Καί δέν ἦταν μόνο ἡ ἀδυναμία του γιά κάποια δημιουργική προσφορά. Σ᾿ αὐτή τήν ὀδύνη προσετίθετο καί ἡ χειρότερη, ἡ συναίσθησις δηλαδή ὅτι γίνεσαι βάρος, ὅτι καταντᾶς, φορτίο, ὅτι ἐπιβαρύνεις μέ τήν κατάστασί σου καί τούς ἄλλους. Αὐτός ὁ σταυρός βέβαια – κανείς δέν τό ἀρνεῖται – κάθε ἄλλο παρά ἐλαφρός μπορεῖ νά θεωρηθῆ.
Μέσα ἀπό τόσο σκληρό μονοπάτι, ἀπό τέτοια «στενήν καί τεθλιμμένην ὁδόν», μέσα ἀπό τέτοιο «λάκκον ταλαιπωρίας» θά ὡδηγοῦσε ὁ Οὐράνιος Πατήρ τόν δοῦλο Του στίς εὐρύχωρες περιοχές τοῦ φωτισμοῦ, τοῦ ἁγιασμοῦ, τῆς πνευματικῆς δόξης καί λαμπρότητος.
«καί εἴρηκέ μοι· ἀρκεῖ σοι ἡ χάρις μου·
ἡ γάρ δύναμίς μου ἐν ἀσθενείᾳ τελειοῦται.»
Β΄ Κορ. ιβ΄: 9
Τό καλοκαίρι τοῦ 1848, πρός γενική ἔκπληξι ὅλων, ὁ κατάκοιτος π. Ἀμβρόσιος ἄρχισε νά σηκώνεται καί νά ἀποτολμᾶ μέ τήν βοήθεια ἑνός ραβδιοῦ μικρούς περιπάτους στά δρομάκια τῆς Σκήτης. Ἦταν ἡ ἀρχή κάποιας βελτιώσεως. Μερικές ἀκτῖνες ἄρχισαν νά λάμπουν στόν θολό οὐρανό. Καθώς κυλοῦσαν οἱ ἡμέρες καί οἱ ἑβδομάδες, ἡ καλυτέρευσις παρουσιαζόταν πιό αἰσθητή.
  • Ὁ Θεός, σκεπτόταν ὁ π. Ἀμβρόσιος, «ἀνορθοῖ κατερραγμένους». Ὁ Κύριος «κατάγει εἰς ᾅδην καί ἀνάγει». Δόξα στήν εὐσπλαγχνία Του!
Μποροῦσε στό ἑξῆς νά ἀναπτύσση κάποια δραστηριότητα μέσα σέ ὡρισμένα πλαίσια. Βέβαια κανείς δέν μποροῦσε νά τόν κατατάξη στούς ὑγιεῖς καί δυνατούς σωματικά ἀνθρώπους. Ὁ σεισμός εἶχε ἀφήσει ρωγμές στό σπίτι. Κάθε καινούργια δόνησις, κάθε προσβολή ἀπό κούρασι, ἀπό κρύωμα, ἀπό τίς ἀλλαγές τοῦ καιροῦ, ἀπό κακή δίαιτα... τόν ἔρριχναν στό κρεββάτι, τόν ἔκαναν σωστό ἐρείπιο.

Τί νά πῆ κανείς καί γιά τήν καθημερινή του διατροφή; Τό στομάχι του καί ὅλο τό πεπτικό του σύστημα τοῦ ἔθεταν περιορισμούς. Τροφές βαρειές, φαγητά δύσπεπτα, ὅ,τι ἦταν τηγανητό ἤ κοκκινιστό ἤ ἁλμυρό ἔπρεπε νά ἀποφεύγωνται. Καί ἐπί πλέον συνέβη νά χάση τά δόντια τῆς ἄνω σιαγόνος, πού ἐσήμαινε ὅτι καί οἱ σκληρές τροφές εἶχαν διαγραφῆ ἀπό τό πρόγραμμα. Πολλές φορές, ἐνῶ οἱ ἄλλοι ἀδελφοί ἔτρωγαν στήν τράπεζα, αὐτός μέ τήν εὐλογία τοῦ στάρετς Μακαρίου παρέμενε σ᾿ ἕνα διπλανό μικρό δωμάτιο ὅπου φυλάσσονταν τά μαγειρικά σκεύη, καί ἐκεῖ ἀγωνιζόταν νά περάση ἀπό τό «τρυπητό» κάποια σκληρή τροφή, τά φασόλια λ.χ. Γιά νά τά πολτοποιήση. Ἡ πατατόσουπα, τό τσάϊ καί ἄλλα ρευστά εἴδη εἶχαν καθιερωθῆ κατ᾿ ἀνάγκην ὡς προσφιλεῖς του τροφές.

Σέ μία ἐπιστολή πού τήν ἔγραψε στά ἑξῆντα του χρόνια σημειώνει καί τά ἑξῆς: Αἰσθάνομαι σπασμούς σ᾿ ὅλο μου τό σῶμα πού προέρχονται ἀπό τό κρύο καί ἀπό τίς δυσκολίες τῆς διατροφῆς. Ὑπάρχουν βέβαια τροφές, ἀλλά πρέπει νά τίς ἀποφεύγω. Οἱ στομαχικές ἐνοχλήσεις καί οἱ ἀθεράπευτες παθήσεις τῶν ἐντέρων δέν μοῦ ἐπιτρέπουν νά τίς δοκιμάζω. Μερικές φορές ἀναγκάζομαι καί τρώγω, ἀλλά κατόπιν ταλαιπωροῦμαι πολύ ἀπό πονοκεφάλους καί τάσεις πρός ἔμετο».

Ἄν κάποιος, χωρίς νά ξέρη τίποτε, ἔμπαινε στό κελλί τοῦ π. Ἀμβροσίου, ἀμέσως θά καταλάβαινε πώς ὁ ἔνοικός του ὑποφέρει πολλά. Θά τοῦ μιλοῦσαν γι᾿ αὐτό τά τόσα φάρμακα – κουτάκια, φιαλίδια, σιρόπια, σκόνες, χαπάκια κλπ. – πού θά ἀντίκρυζε ἐπάνω στό τραπέζι. «Τοῦτον τόν μοναχό», θά μονολογοῦσε, «πολλά βάσανα τόν ἔχουν βρεῖ».
Οἱ ταραγμένες θάλασσες ἔχουν καιρούς πού γίνονται περισσότερο ταραγμένες. Ἀγριεύουν οἱ ἄνεμοι καί φέρνουν φοβερή θαλασσοταραχή. Καί στήν περίπτωσι τοῦ π. Ἀμβροσίου ἔρχονταν δύσκολες ὧρες, ὧρες σκληρές, ὅπου ἀποκορυφωνόταν ἡ ὀδύνη καί ἡ τρικυμία. Ἐρεθιζόταν τό χαλασμένο του πεπτικό σύστημα ἀπό τήν μία ἤ τήν ἄλλη αἰτία καί ξεσποῦσε τό κακό. Ἐσωτερικές αἱμορραγίες συνεκλόνιζαν τόν ὀργανισμό του καί τόν καθήλωναν στό κρεββάτι σάν νεκρό. Αὐτές τίς στιγμές ὁ νοῦς του πέταγε στό μαρτύριο τοῦ Γολγοθᾶ. Αὐτό ἀποτελοῦσε τήν μοναδική του παρηγορία. Ὅπως ὁ Δεσπότης ἔτσι καί ὁ δοῦλος ὤφειλε ὑπομονητικά νά πιῆ τό πικρό ποτήριο.
«Ἡ ὁδός τοῦ Θεοῦ σταυρός καθημερινός ἐστιν.
Οὐδείς γάρ ἐν τῷ οὐρρανῷ ἀνῆλθε μετά ἀνέσεως»
(Ἀββᾶς Ἰσαάκ ὁ Σύρος)
Τῷ Θεῷ δόξα!
Ἀμήν!

jubpls

Συνεχίζεται...

Ἀπό τό βιβλίο:Ο ΟΣΙΟΣ ΑΜΒΡΟΣΙΟΣ ΤΗΣ ΟΠΤΙΝΑ
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗ.
1Ρωμ. Ια΄: 34
2Ἰώβ, λη΄: 1



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου