Σελίδες

Σάββατο 29 Μαρτίου 2014

Τά λόγια τῆς Χάριτος, μέρος β΄ (τελευταῖο)

Κεφ. 11ο: μέρος β΄ (τελευταῖο)
Ἀναρίθμητοι μοναχοί πλησίαζαν τόν στάρετς καί ζητοῦσαν τίς συμβουλές του καί τίς διδασκαλίες του γιά τήν μοναχική ζωή. Ἄς τόν παρακολουθήσουμε κι᾿ ἐμεῖς στίς σοφές του ἀσκητικές παραινέσεις, ἀρχίζοντας ἀπό ἐκεῖνες πού ἀπηύθυνε στήν  Ἡγουμένη τοῦ Σαμορντίνου Εὐφροσύνη.
«Πρίν πέσης νά κοιμηθῆς σταύρωσε τό κελλί σου καί τό κρεββάτι σου λέγοντας, «Ἀναστήτω ὁ Θεός καί διασκορπισθήτωσαν οἱ ἐχθροί αὐτοῦ...».
-- Μόλις ξυπνήσης τό πρωΐ ν᾿ ἀναφωνῆς, «Δόξα σοι ὁ Θεός!». Ἔτσι ἔκανε καί ὁ στάρετς Μακάριος. Καί νά μή φέρνης στόν νοῦ σου τά ὄνειρα πού εἶδες,
-- Τήν ὥρα πού ἐργάζεται ὁ μοναχός πρέπει νά προσεύχεται.
-- Νά μήν ἀφήνετε τόν κανόνα ἤ τίς Ἀκολουθίες χάριν τῆς ἐργασίας. Προσοχή στό σημεῖο αὐτό, γιά νά μή σᾶς τιμωρήση ὁ Θεός.


-- Νά διαβάζης τό πρωΐ, πρίν ἀπό τήν ἐργασία, κάτι πνευματικό, καί κατά τήν διάρκεια τῆς ἡμέρας νά τό ἀναμασᾶς. Νά κάνης δηλαδή ὅπως τά πρόβατα. Τήν ἡμέρα πού κοινωνεῖς νά διαβάζης περισσότερο καί μάλιστα ἀπό τήν Καινή Διαθήκη. Ἰδιαίτερα σοῦ συνιστῶ τήν πρός Ἐφεσίους Ἐπιστολή καί τήν Ἀποκάλυψι.
-- Ὅταν πέφτης σέ κατάκρισι, νά λές στόν ἑαυτό σου: «Ὑποκριτά, ἔκβαλε πρῶτον τήν δοκόν ἐκ τοῦ ὀφθαλμοῦ σου».
-- Τρεῖς εἶναι οἱ βαθμοί τῆς ταπεινοφροσύνης.

  • Ὁ πρῶτος, νά ὑποτάσσεσαι στούς μεγαλυτέρους καί νά μήν ὑπερυψώνεσαι στούς ἴσους.
  • Ὁ δεύτερος, νά ὑποτάσσεσαι στούς ἴσους καί νά μήν ὑπερυψώνεσαι στούς μικροτέρους.
  • Καί ὁ τρίτος, νά ὑποτάσσεσαι στούς μικροτέρους καί νά θεωρῆς τόν ἑαυτό σου ἴσο μέ τά ζῶα καί ἀνάξιο νά συναναστρέφεται μέ ἀνθρώπους.
-- Νά μήν ἐπιτρέπης νά σέ ἐπαινοῦν. Ἀπό τούς ἐπαίνους δέν προκύπτει κανένα ὄφελος. Οἱ πολλοί ἔπαινοι καί οἱ πολλές τιμές καί ὑποκλίσεις μπορεῖ νά ἔχουν ἄσχημες συνέπειες. Στό βιβλίο τοῦ Ἀββᾶ Βαρσανουφίου ἀναφέρεται ὅτι τό σῶμα τοῦ Ἀββᾶ Σερίδου στήν ἐκταφή βγῆκε τυμπανιαῖο. Γιατί; Διότι ἦταν σπουδαῖος καί ξακουστός Γέροντας καί τιμήθηκε πολύ στήν ζωή του.
-- Στήν ὁμιλία σου νά μή χρησιμοποιῆς τό «ἐγώ». Ὁ  Ἡγούμενος Μωϋσῆς ποτέ δέν τό μεταχειριζόταν. Πάντοτε ἔλεγε «ἐμεῖς» ἤ «αὐτό εἶναι ἐκ πείρας ἀποδεδειγμένο».
-- Τά μάτια σου νά κοιτάζουν κάτω. Νά θυμᾶσαι ὅτι «γῆ εἶ καί εἰς γῆν ἀπελεύσῃ».
-- Νά διαβάζης τούς λόγους «Περί ταπεινοφροσύνης», «Περί συνειδήσεως» καί «Περί θείου φόβου» τοῦ Ἀββᾶ Δωροθέου».
Συνομιλῶντας ὁ στάρετς μέ κάποιον ἀδελφό -- ὁ λόγος ἦταν γιά τήν εὐχή τοῦ Ἰησοῦ καί γιά τούς ἀπρεπεῖς λογισμούς -- τοῦ διηγήθηκε τήν ἑξῆς ἐντυπωσιακή περίπτωσι:
-- Ἐρώτησε ἕνας ἀδελφός τόν ἄλλον· «Ποιός σοῦ ἔμαθε τήν εὐχή τοῦ Ἰησοῦ;» κι᾿ ἐκεῖνος τοῦ ἀπήντησε· «Οἱ δαίμονες». «Μά εἶναι δυνατόν;» «Βεβαίως. Αὐτοί μέ πολεμοῦσαν μέ αἰσχρούς λογισμούς, ἐγώ ἀμυνόμουν λέγοντας τήν εὐχή κι᾿ ἔτσι τήν ἔμαθα καλά».
-- Μπάτουσκα,
ἐρώτησε κάποιος μοναχός τόν π. Ἀμβρόσιο, τί νά κάνω; Τήν ὥρα τοῦ κανόνος γεμίζει τό μυαλό μου μέ χίλιους δυό λογισμούς. Ἡ ἀπάντησις τοῦ σταρετς ἦταν μία χαριτωμένη διήγησις:
-- Ἄκου, ἀδελφέ μου. Ἕνας ἀρχοντοχωριάτης καθισμένος στό ἄλογό του βρέθηκε ἐμπρός σ᾿ ἕνα παζάρι. Ἔπρεπε νά τό διασχίση ἀπό τήν μία ἄκρη ὥς τήν ἄλλη. Κόσμος, φωνές, φασαρία, κακό!  Ἐκεῖνος ὅμως δέν ἐνδιαφερόταν τί γίνεται γύρω του. Οἱ ἄλλοι τήν δουλειά τους κι᾿ αὐτός τήν δική του. Τό μόνο πού ἔκανε ἦταν νά σπρώχνη τό ἄλογο, φωνάζοντας συνεχῶς ντέ - ντέ , ντέ - ντέ. Ἔτσι σιγά - σιγά πέρασε τήν ἀγορά. Παρόμοια νά κάνης καί σύ. Νά κοιτᾶς στήν προσευχή σου καί νά μή δίνης καμμία σημασία στούς λογισμούς. Συχνά, ὅταν ἦταν ἡ συζήτησις γιά τήν προσευχή, ἐτόνιζε τήν ἀξία τῆς εὐχῆς τοῦ Ἰησοῦ.
-- Νά ἐπιμείνης πολύ, ἔλεγε σ᾿ ἕνα πνευματικό του τέκνο, στήν εὐχή τοῦ Ἰησοῦ. Αὐτή θά καθησυχάση τήν ψυχή σου περισσότερο καί ἀπό ἕναν μεγάλο κανόνα προσευχῶν. Αὐτή θά σοῦ φέρη καί ταπεινό φρόνημα. Ἀναφερόμενος στίς βασικές ἀρετές τοῦ μοναχοῦ ἔλεγε:
-- Γιά νά γίνη κανείς μοναχός, πρέπει νά εἶναι φτιαγμένος ἤ ἀπό σίδερο ἤ ἀπό χρυσάφι. Τό σίδερο σημαίνει τήν μεγάλη ὑπομονή καί τό χρυσάφι τήν μεγάλη ταπείνωσι. Κάποια φορά ἐρωτήθηκε:
-- Γιατί, πάτερ, στόν Ἡγούμενο δόθηκε ἡ ἐξουσία νά μεταχειρίζεται τούς μοναχούς σάν δουλοπαροίκους;
-- Κάτι περισσότερο ἀπό δουλοπαροίκους, ἀπάντησε. Γιατί οἱ δουλοπάροικοι ὑβρίζουν ἀπό πίσω τά ἀφεντικά του, ἐνῶ οἱ μοναχοί οὔτε αὐτό μποροῦν νά τό κάνουν.
Ὁ π. Γενάδιος, μοναχός τῆς Μονῆς, διηγεῖτο κάτι πολύ ἐνδιαφέρον:
-- Δέκα χρόνια μετά τόν ἐρχομό μου στήν Ὄπτινα ἀνέλαβα βοηθός κηπουροῦ. Ἐπειδή ὑπῆρχε πολλή ἐργασία στούς κήπους, μᾶς βοηθοῦσαν καί διάφοροι κοσμικοί, γυναῖκες κυρίως, οἱ ὁποῖοι φυσικά πληρώνονταν ἀπό τήν Μονή. Εἶχα δέκα χρόνια νά ἔρθω σέ ἐπαφή μέ κοσμικούς. Ἡ συνεργασία μαζί τους μέ ἐνωχλοῦσε στούς λογισμούς. Μία ἡμέρα μαζί μέ ἄλλους ἀδελφούς πῆγα στό κελλί τοῦ στάρετς, στήν Σκήτη. Ὅταν βγῆκε ἀπό τό δωμάτιό του, μᾶς εἶδε ὅλους καί μᾶς ἔδωσε τήν κοινή εὐλογία. Ἐν συνεχείᾳ μοῦ ἔρριξε ἕνα προσεκτικό βλέμμα. Λές καί διάβασε τήν ἐσωτερική μου κατάστασι· σήκωσε τό χέρι του καί μέ τόν ἀγκῶνα του σκέπασε πολλές φορές τά μάτια του. Δέν ἄργησα νά ἑρμηνεύσω τήν ἐνέργειά του. Ἦταν σάν νά μοῦ ἔλεγε: «Ἄν θέλης νά ἡσυχάσουν οἱ λογισμοί, νά προσέχης τήν ὅρασι, νά προφυλάττης τά μάτια σου». Αὐτά καί ἄλλα πολλα ἐδίδασκε ὁ στάρετς καί διέτρεφε ἔτσι τά πρόβατα τοῦ Χριστοῦ μέ τήν πιό ἐκλεκτή χλόη. Οἱ διδασκαλίες του σάν ζωογόνες ἡλιαχτίδες δυνάμωναν, ἐθέρμαιναν κι᾿ ἐφώτιζαν τίς ψυχές. Ἀπολαύσαμε κι᾿ ἐμεῖς λίγο στό κεφάλαιο αὐτό τά λόγια τῆς Χάριτος πού ἔβγαιναν ἀπό τό ἁγιασμένο στόμα του. Εἴθε νά βροῦν γόνιμο ἔδαφος στίς ψυχές μας καί νά καρποφορήσουν.

Σ’Αὐτόν, τὸν Κύριον, ἀνήκουν ἡ Δόξα καὶ τὸ Κράτος εἰς τοὺς αἰῶνας.
Ἀμήν.
Συνεχίζεται...

Ἀπό τό βιβλίο:Ο ΟΣΙΟΣ ΑΜΒΡΟΣΙΟΣ ΤΗΣ ΟΠΤΙΝΑ
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου