Σελίδες

Τετάρτη 15 Οκτωβρίου 2014

Δόλος, κεφ.Ε' μέρος γ' (τελευταῖο)

ΕΝΑ ΑΣΤΕΡΙ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΣ ΠΑΥΛΟΣ
ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ

Ὕστερα ἀπό μερικές ἡμέρες ταξιδιοῦ μέ δύο διανυκτερεύσεις σέ ἀπόμερα πανδοχεῖα τῆς περιοχῆς ἔφθασαν δειλινό στήν πολυάνθρωπη πόλη τῆς Θεσσαλονίκης.
Ἡ Θεσσαλονίκη ἦταν μία πόλη οἰκεία καί ἀγαπητή στόν Παῦλο. Ἐκεῖ εἶχε τίς ρίζες της ἡ οἰκογένειά του. Μέ πόσο διαφορετικές συνθῆκες ὅμως τήν ἐπισκεπτόταν τώρα! Χωρίς νά τό θέλη, ἔνοιωσε ἕνα σφίξιμο στήν καρδιά. Γρήγορα ἡ μνήμη ὅμως ἔφερε κάποιες εὐτυχισμένες ἡμέρες τοῦ παρελθόντος, πού ἔζησε ἐδῶ, καί ἀνεπαίσθητα γλύκανε ὁ ψυχικός του πόνος.
Ἐκεῖ τόν ὁδήγησαν στό Ἐπαρχεῖο, ὅπου καί τόν παρέδωσαν στόν Ἐπαρχο, μεταβιβάζοντας ἐγγράφως τήν ἐντολή “νά ἀφεθῆ ἐλεύθερος νά πάη ὅπου θέλει, ἀλλά νά ἐμποδισθῆ, ἄν θελήση νά ταξιδεύση ἀνατολικά πρός τή Βασιλεύουσα. Ἀκόμη δέν ἐπιτρεπόταν οὔτε καί νά πλησιάση πρός τό θέμα τῆς Θράκης. Ἦτανἐλεύθερος γιά τή Δύση καί ἐξόριστος γιά τήν Ἀνατολή.
Στή Θεσσαλονίκη δέν πρέπει νά παρέμεινε πολύ ὁ θεῖος Πατήρ. Ἐκεῖ ἦρθε σέ ἐπαφή μέ τή μερίδα τῶν “καθαρόαιμων” Ὀρθοδόξων τῆς Θεσσαλονίκης, οἱ ὁποῖοι τόν ἀναγνώριζαν ὡς τόν ὑπευθυνότερο ἡγέτη τῆς Ὀρθοδοξίας μαζί μέ τόν Ἀθανάσιο τῆς Ἀλεξανδρείας.
Στή Θεσσαλονίκη πρέπει νά βρισκόταν ἀκόμη, ὅταν ἔφθασαν οἱ τραγικές εἰδήσεις!
Ἡ δόλια ἐκτόπιση τοῦ θείου Παύλου προκάλεσε στή Βασιλεύουσα σάλο καί ἀγανάκτηση μεγάλύτερη καί ἀπό τίς δύο ἄλλες ἐξορίες του! Θυελλώδεις συζητήσεις καί μεγάλος ἀναβρασμός ἐπικρατοῦσε παντοῦ. Οἱ ἀλλεπάλληλες ἐξορίες τοῦ Πατριάρχη εἶχαν ἐρεθίσει ἀφάνταστα τόν εὐσεβῆ λαό.
Οἱ Βυζαντινοί θυμήθηκαν ἰδιαίτερα ἐκεῖνες τίς θλιβερές ἡμέρες τό φιλόχριστο Βασιλιά Κωνσταντῖνο κοιτώντας τήν πανύψηλη ἀναθεματική στήλη στό ὁμώνυμο Φόρουμ, πού εἶχε κατασκευάσει εὐσέβειά του καί ὀποία στή βάσι της ἔγραφε:
ΣΟΙ, ΧΡΙΣΤΕ, ΚΟΣΜΟΥ
ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΚΑΙ ΔΕΣΠΟΤΗΣ,
ΣΟΙ ΠΡΟΣΤΙΘΗΜΙ ΤΗΝΔΕ ΤΗΝ
ΔΟΥΛΗΝ ΠΟΛΙΝ ΚΑΙ ΣΚΗΠΤΡΑ
ΤΗΣΔΕ ΚΑΙ ΤΟ ΠΑΝ ΡΩΜΗΣ
ΚΡΑΤΟΣ. ΦΥΛΑΤΤΕ ΤΑΥΤΗΝ,
ΣΩΖΕ Δ΄ΕΚ ΠΑΣΗΣ ΒΛΑΒΗΣ.
Κι ἐκεῖνοι μυστικά καί φανερά πρόσθεταν ἐν εἴδει προσευχῆςδιότι ἀπό τότε Μέγας ἦταν καθιερωμένος στή συνείδηση τοῦ λαοῦ ὡς ἅγιος:Ὦ, φιλόχριστε ἄναξ, εὔχου εἰς τόν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν εἰς Ὅν ἀνέθηκας τήν σήν πόλιν, ἵνα σώσῃ ταύτην ἐκ τῆς κακόφρονος ἀσεβείας τοῦ υἱοῦ σου!
Ἄλλοι, οἱ πλέον αὐσεβεῖς, πήγαιναν στό Ναό τῶν ἁγίων Ἀποστόλων καί ζητοῦσαν τίς μεσιτεῖες τῶν Μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ, γιά νά παύση ἡ κακοδοξία καί νά σταματήση τό κακό.
Τό ποτῆρι ὅμως τῶν δοκιμασιῶν δέν εἶχε τελειώσει ἀκόμη. Ὑπολείπετο τό πλέον πικρό.
Ὁ Ἔπαρχος Φίλιππος ἔλαβε δεύτερη ἐντολή ἀπό τόν αὐτοκράτορα: Νά ἐνθρονίση στό θρόνο τοῦ ἁγιωτάτου Παύλου τόν αἱρεσιάρχη Μακεδόνιο!
Ἐδῶ τό ποτῆρι ξεχείλισε! Ἔφριξε ὁ εὐσεβῆς λαός, ὁ ὁποῖος ἤδη ἐγνώριζε τήν κακότητα καί τήν κακοδοξία του. Εἶχε θαυμάσει πῶς σέ μιά γηραιά κεφαλή, σέ μία καί μόνη ἀνθρώπινη διάνοια συγκεντρώθηκαν τόσες πλάνες μαζί!
Οἱ Ὀρθόδοξοι Βυζαντινοί θεωροῦσαν ἱεροσυλία τήν παράστασή του ἐνώπιον τοῦ ἁγίου Θυσιαστηρίου μέ τό ὑπέρτατο ἀξίωμα τοῦ Πατριάρχη. Ἦταν τόσο βαθειά ἡ ἀπόφαση νά ὑπερασπιστοῦν τά ἱερά καί ὅσια, ὥστε οἱ περισσότεροι ἔχασαν τή συμβατική ψυχολογία τοῦ ἥσυχου πολίτη καί ἀπέκτησαν τήν ἀγωνιστική ψυχολογία τῶν Ὁμολογητῶν τῆς Πίστεως.
Τά μάτια γέμισαν δάκρυα, ἀλλά οἱ ψυχές ἀτσαλώθηκαν. Ὄχι! Ὁ Ὀρθόδοξος λαός τῆς νέας Ρώμης δέν θά ἐπρεπε νά ἐφαρμοστῆ τόσο εὔκολα τό σχέδιο τῆς ἀρειανοποιήσεώς του. Γιά τό Χριστό, τόν ἐκ Θεοῦ Θεόν Λόγον, ἦταν ἕτοιμος νά δώση καί τή ζωή του! Δέν θά ἐπέτρεπε στό Μακεδόνιο νά δώση πατριαχική εὐλογία.
Ἐν ὀνόματι ποίου θά ἔδινε εὐλογία; διερωτῶντο. Μήπως ἐν ὀνόματι τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ; Μά Ἐκείνου ἀμφισβητοῦσε τή Θεότητα! Πλήν τούτου προσέβαλλε καί ὑποτιμοῦσε καί αὐτό τό Πανάγιον Πνεῦμα.
Τό μεγάλο κακό ἔγινε τήν ἡμέρα τῆς ἐνθρονίσεως. Ὁ Φίλιππος μάζεψε καί μερικούς ἄλλους Ἐπισκόπους, ὁμόφρονες τοῦ Μακεδονίου καί εἶχε τήν ἄτυχή ἔμπνευση νά δώση πανηγυρικό τόνο στήν ἐνθρόνιση!
Ἐνῶ στήν ἀρχή ἡ Μεγάλη Ἐκκλησία ἦταν ἄδεια καί ἑτοιμαζόταν ν᾿ ἀρχίση ἡ τελετή, ξαφνικά οἱ γραμμές τῆς στρατιωτικῆς φρουρᾶς ἔξω ἔσπασαν ἀπό τό πλῆθος, πού σάν ἕνας ἄνθρωπος κινήθηκε καί μπῆκε μές στήν Ἐκκλησία, γιά νά βγάλη ἔξω ἀπό τό Ναό τούς ἀσεβεῖς μαζί μέ τόν ψευδοπατριάρχη τους.
Μπροστά στήν ἀγανακτισμένη λαοθάλασσα, πού κατέκλυσε τήν Ἐκκλησία, ὁ γερο – Μακεδόνιος μαζί μέ τούς θλιβερούς ὁμοϊδεάτες του, Ἐπισκόπους καί λαϊκούς, “ἐτράπησαν εἰς φυγήν πανικόβλητοι”! Ποῦ τάχα νά τήν ἔβρισκαν οἱ δυστυχεῖς τή γενναιότητα; Ἀπό ποῦ νά τήν ἀντλήσουν; Ἀπό τό ψεῦδος, πού ὑποστήριζαν, ἤ ἀπό τή φιλαυτία τους;
Ἀπό τίς μικρές πόρτες τοῦ ἱεροῦ ἐξαφανίστηκαν ἀφήνωντας πίσω τους ὡς λάφυρα τῆς “εὐψυχίας” τους ἀρχιερατικές μῆτρες, βακτηρίες καί πολυτελῆ ἄμφια, τά ὁποῖα εἶχαν ἐπιμελῶς ἑτοιμάσει γιά τήν περίσταση.
Στό μεταξύ ὅμως ἡ Ἐκκλησία κυκλώθηκε ἀπό πάνοπλους στρατιῶτες τοῦ Ἐπάρχου Φιλίππου, ὁ ὁποῖος ἔχασε τελείως τήν ψυχραιμία του καί ἄρχισε πραγματικό μακελειό εἰς βάρος τοῦ ἄοπλου λαοῦ.
Γυναῖκες ἐσύροντο ἀπό τά μαλλιά ἔξω ἀπό τήν Ἐκκλησία αἱμόφυρτες, ἄνδρες ἐκτυπῶντο ἀδίστακτα καί ἐφονεύοντο. Ἡ πάλη γινόταν σῶμα πρός σῶμα! Σέ λίγο ἡ συμπλοκή ἐπεκτάθηκε καί στούς δρόμους τῆς Βασιλεύουσας, διότι ὁ διαμαρτυρόμενος λαός εἶχε συγκεντρωθῆ καί στά Φόρουμ τῆς πόλεως ἔξω ἀπό τόν Ἱππόδρομο καί γύρω ἀπό τό Μέγα Παλάτιον.
Φοβερή εἰκόνα παρουσίαζε ἡ πόλη. Γέμισαν οἱ δρόμοι τραυματίες καί νεκρούς! Τά ξίφη δούλευαν ἀδίστακτα λές καί χτυποῦσαν ἐχθρούς, λές καί ἀναχαίτιζαν πάνοπλους κακοποιούς.
Φοβοῦνται οἱ ἀσεβεῖς τό λαό τοῦ Θεοῦ. Τόν ἔτρεμαν ἀκόμη καί ἄοπλο! Τούς ἀναστάτωνε καί τούς πανικόβαλλε ἡ ἀόρατη Θεϊκή δύναμη, πού εἶχε μαζί του.
Μαρτυρκικό αἷμα ἔβαψε τήν Πρωτεύουσα τῆς Ὀρθοδοξίας. Μέ τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ στά χείλη ἄφησαν τήν τελευταία πνοή τους ἐκείνη τήν ἡμέρα τρεῖς χιλιάδες πενῆντα χριστιανοί! Ἡ Βασιλίς τῶν πόλεων, τό Ὀρθόδοξο κέντρο τοῦ Βυζαντίου τήν ἄνοιξη τοῦ 343 μ. Χ. Ἔστειλε στόν οὐρανό 3.050 μάρτυρες ὁμολογητές!
Ἐνῶ συνέβαιναν αὐτά τά δραματικά γεγονότα καί “ὑπό τάς ἀράς τοῦ λαοῦ”, μέ τίς κατάρες δηλαδή τοῦ λαοῦ, μέ τήν ὑποστήριξη τοῦ Ἐπάρχου ἐνθρονίστηκε τελικά ὁ Μακεδόνιος.
Ὅταν μαθεύτηκαν στόν τότε γνωστό κόσμο τά γεγονότα, συγκλονίστηκαν ὅλοι γιά τό ἔγκλημα. Ὁ θεῖος Παῦλος ἦταν ἀκόμη στή Θεσσαλονίκη. Ἐκεῖ τόν βρῆκαν οἱ ἀπεσταλμένοι τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως καί ταραγμένοι ἀκόμη ἀπό αὐτά πού ἔζησαν, τοῦ περιέγραψαν τά γεγονότα.
Ὁ μαρτυρικός Πατριάρχης ἀπό τή μεγάλη λύπη, σάν ἄκουσε τίς θλιβερές αὐτές εἰδήσεις, πληγώθηκε βαθειά. Δέν μπόρεσε νά συγκρατήση τόν ποταμό τῶν δακρύων του. Λαχτάρησε ἡ ψυχή του νά βρεθῆ κοντά στό πληγωμένο του ποίμνιο, νά τό στηρίξη καί νά τό παρηγορήση. Ὅμως οἱ πύλες τῆς Βασιλεύουσας ἦσαν γι᾿ αὐτόν κλειστές! Τώρα στόν Πατριαρχικό θρόνο καθόταν “λύκος”.
Ἔπεσε στά γόνατα ἐπί ὥρες. Ὅλος ὁ πόνος τῆς ψυχῆς του ἔγινε προσευχή. Ὁ Παντοδύναμος Χριστός θά βοηθοῦσε. Γιά Ἐκεῖνον καμμιά πύλη δέν ἦταν δυνατόν νά παρεμείνη κλειστή...
Ὕστερα ἀπό αὐτά τά γεγονότα ὁ ἱερός Παῦλος ἀποφάσισε νά ζητήση τή βοήθεια τοῦ Βασιλιά τῆς Δύσεως Κωνστάντιου, ἦταν τό μόνο πρόσωπο, πού θά μποροῦσε ν᾿ ἀναχαιτίση τήν ἐξοντωτική πολεμική τοῦ αὐτοκράτορα τῆς Ἀνατολῆς κατά τῶν Ὀρθοδόξων. Ὁ Κωνστάντιος κατά βάθος τόν φοβόταν καί ὡς ἕναν βαθμό τόν ἄκουγε.
  • Πρέπει νά συναντήσω τό γρηγορώτερο τόν αὐτοκράτορα Κώνστα καί νά τόν ἐνημερώσω γιά τά ὅσα διέπραξε ὁ ἀδελφός του εἰς βάρος τοῦ Ὀρθοδόξου λαοῦ καί ἐμοῦ. Ἐπίσης θά εἶναι ὠφέλιμη μία ἀκόμη συνάντησι μέ τόν ἁγιώτατο Ἐπίσκοπο Ρώμης, τόν Ἰούλιο. Ἴσως ἐκεῖ βρίσκεται καί ὁ Ἀθανάσιος τῆς Ἀλεξανδρείας. Πρέπει νά συντονίσουμε τίς ἐνέργειές μας, γιά νά περιοριστῆ αὐτή ἡ πυρκαγιά τῶν αἱρέσεων, εἶπε ὁ Πατριάρχης ἀποφασιστικά.
  • Τό ταξίδι εἶναι μακρύ καί κουραστικό κι ἐσεῖς πολύ ἐξασθενημένος, παρατήρησε κάποιος πιστός διάκονος ἀφοσιωμένος σ᾿ ἐκεῖνον.
  • Τίποτε δέν εἶναι κουραστικό, παιδί μου, ὅταν γίνεται γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καί γιά τήν ὠφέλεια τοῦ ποιμνίου, ἀπάντησε ἐκεῖνος καί ἔδωσε ὀδηγίες γιά τήν ἑτοιμασία τοῦ μεγάλου ταξιδιοῦ στή Δύση...
συνεχίζεται....

Τέλος καί τῇ Τρισηλίῳ Θεότητι
κράτος, αἶνος καί δόξα εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Ἀμήν.


Ἀπό τό βιβλίο:ΕΝΑ ΑΣΤΕΡΙ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

Διατίθεται εἰς τήν Ἱεράν Μονήν
Παναγίας Βαρνάκοβας Ἱερᾶς Μητροπόλεως Φωκίδος
Εὐπάλιον – Δωρίδος


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου