Σελίδες

Πέμπτη 20 Νοεμβρίου 2014

Ἡ συγχωρητικότητα

[Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἀνεξίκακε ἐλέησόν με].
«Εἶπεν ὁ Κύριος ἐάν ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, ἀφήσει καὶ ὑμῖν ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος· ἐὰν δὲ μὴ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, οὐδὲ ὁ πατὴρ ὑμῶν ἀφήσει τὰ παραπτώματα ὑμῶν. Δηλαδή: Εἶπε ὁ Κύριος· ἂν συγχωρήσετε τοὺς ἀνθρώπους γιὰ τὰ παραπτώματά τους, θὰ σᾶς συγχωρήσει κι ἐσᾶς ὁ οὐράνιος Πατέρας σας. ῍Αν ὅμως δὲν συγχωρήσετε στοὺς ἀνθρώπους τὰ παραπτώματά τους, οὔτε κι ὁ Πατέρας σας θὰ συγχωρήσει τὰ δικά σας παραπτώματα»[1].
Μᾶς τό διδάσκει προτρέποντας μας καί ὑποσχόμενος τήν ἀμοιβή: «Συγχωρέστε γιά νά συγχωρηθῆτε».
 Μᾶς τό διδάσκει καί ἀποτρέποντάς μας ἀπό τό ἀντίθετο κακό, τήν μή συγχώρησι, ἐπισείοντάς μας τήν ἀπειλή: «Ἐάν δέν συγχωρέσετε δέν θά συγχωρηθῆτε».
-Μά ... ἐγώ ἐξομολογήθηκα» ἴσως πεῖ κάποιος.

-Ναί, καί πῆρες τήν ἄφεσι διά τῆς συγχωρητικῆς εὐχῆς, ἀλλά μέ τήν προϋπόθεση νά συγχωρήσεις καί ἐσύ τόν σύνδουλο, ἐν Χριστῷ ἀδελφό σου.
Ἄν δέν τόν συγχωρήσεις θά πάθεις ὅ,τι ἔπαθε ἐκεῖνος ὁ κακός δοῦλος τῆς παραβολῆς· ὁ χρεώστης τῶν μυρίων ταλάντων. Αὐτός ἐνῶ ἀρχικά πέτυχε τήν διαγραφή τοῦ χρέους του, ἐπειδή δέν ἄφησε τό μικρότατο χρέος στόν σύνδουλό του, προκάλεσε τήν ὀργή τοῦ Κυρίου του. Πέτυχε ἔτσι τήν ἀκύρωση τῆς διαγραφῆς τοῦ χρέους του.

Ἑπομένως ὅποιος δέν συγχωρεῖ τόν ἀδελφό του πετυχαίνει τήν ἀκύρωση τῆς ἄφεσης πού ἔλαβε μέ τήν ἐνδεχόμενη προηγούμενη ἐξομολόγησή του. Ζημιώνει ἔτσι μέγιστα τόν ἑαυτό του ἐνῶ φαινομενικά κερδίζει τήν «ἀξιοπρέπεια» του ἤ μᾶλλον τρέφει τόν ἐγωισμό-φιλαυτία του. «Ἐκεῖνος, πού ἀπαιτοῦσε ἀπό τό σύνδουλό του τά ἑκατό δηνάρια», παρατηρεῖ ὁ ἱερός Χρυσόστομος, «δέν ἔβλαψε τόσο ἐκεῖνον, ὅσο καίρια πλήγωσε τόν ἴδιο τόν ἑαυτό του. Μέ τήν πρός τόν σύνδουλό του τσιγγουνιά ματαίωσε τή διαγραφή χρέους δέκα χιλιάδων ταλάντων γιά νά κερδίσει ἑκατό δηνάρια. Ἔτσι ἐκεῖνος πού παραβλέπει τίς ἁμαρτίες τοῦ πλησίον κάνει πιό ἐπιεικεῖς γιά τόν ἑαυτό του τίς μελλοντικές εὐθύνες. Καί ὅσο πιό μεγάλα ἁμαρτήματα συγχωρήσει, τόσο μεγαλύτερης συγγνώμης καί δωρεᾶς θά τύχει ἀπό τόν Θεό»[2].
Διαβάζουμε στό Γεροντικό: «Ἕνας ἀπό τούς πατέρες τῆς ἐρήμου ἔκανε αὐτήν τήν παραστατική διδασκαλία στούς νεότερους μοναχούς:
-Ὑπόθεσε ἀδελφέ μου, ὅτι αὐτήν τήν στιγμή παίρνω τό πρόσωπο τοῦ δίκαιου Κριτοῦ καί ἀνεβαίνω στό δικαστικό βῆμα. Σέ ἐρωτῶ λοιπόν: «Τί θέλεις νά σοῦ κάνω;». Ἄν μου πεῖς «ἐλέησε μέ», σοῦ ἀποκρίνομαι: «ἐλέησε καί σύ τόν ἀδελφό σου».
Ἄν πάλι μου πεῖς «συγχώρησέ με», σοῦ ἀπαντῶ: «συγχώρησε καί σύ τά σφάλματα τοῦ πλησίον σου».
-Μήπως εἶναι ἄδικος ὁ κριτής; Μή γένοιτο! Ἀδελφέ,στό χέρι σου εἶναι νά κερδίσεις τήν συμπάθεια τοῦ κριτοῦ, ἀρκεῖ νά ἔχεις μάθει νά συγχωρεῖς»[3].
 

Ὁ Κύριος διδάσκει τήν συγχωρητικότητα καί τήν ἀγάπη στούς ἐχθρούς.

Ὁ Κύριος μᾶς δίδαξε τήν συγχώρηση μέ τήν ἴδια τήν ζωή καί τόν θάνατό Του. Ἐπάνω ἀπό τόν Σταυρό, ὄχι μόνο παρακάλεσε τόν οὐράνιο Πατέρα Του νά συγχωρήσει τούς σταυρωτές του, ἀλλά μέσα στόν ἄφατο πόνο Του προσήγαγε καί ἐπιχείρημα ὑπέρ αὐτῶν: «Δέν ξέρουν τί κάνουν. Πατέρα μου συχώρεσέ τους»[4]. Δέν ὀργίσθηκε, οὔτε τούς καταράσθηκε, οὔτε ζήτησε τήν παραδειγματική τιμωρία τους. Θά μποροῦσε νά τούς ἐξαϋλώσει σέ μία στιγμή, ἀκόμη καί πρίν κἄν Τόν συλλάβουν, κατεβάζοντας λεγεῶνες Ἀγγέλων. Ἀλλά τί εἶπε στόν Πέτρο καί σ’ αὐτούς πού θέλησαν νά Τόν ὑπερασπιστοῦν στόν Κῆπο τῆς Γεθσημανῆ: «’Εᾶτε ἕως τούτου» δηλαδή «Φτάνει, μέχρι ἐδῶ», καί θεράπευσε τό κομμένο αὐτί τοῦ δούλου τοῦ ἀρχιερέα[5]. «Νομίζεις ὅτι δέν μπορῶ νά παρακαλέσω τόν πατέρα μου καί νά μοῦ παραστήσει περισσότερες ἀπό δώδεκα λεγεῶνες ἀγγέλων;»[6]. Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός μᾶς δίδαξε τήν ἀνεξικακία, τήν ἀμνησικακία, τήν συγχωρητικότητα, τήν ἀγάπη πρός τούς ἐχθρούς, τήν προσπάθεια γιά συμφιλίωσι μέ ὅλους ὅσους ἔχουν κάτι ἐναντίον μας. Μᾶς εἶπε νά προσευχόμαστε λέγοντας μεταξύ ἄλλων καί τά ἑξῆς: «Καί ἄφες ἡμῖν τά ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καί ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν»[7]. Μᾶς ὑπενθυμίζει μέ τά λόγια τῆς Κυριακῆς προσευχῆς, πού τόσο συχνά χρησιμοποιοῦμε, τήν ἀναγκαία προϋπόθεση γιά τήν συγχώρηση τῶν ἁμαρτιῶν μας: Τό νά συγχωρήσουμε τά πρός ἐμᾶς ἁμαρτήματα τῶν συνανθρώπων μας. Τότε καί ἐκεῖνος θά συγχωρήσει τά πολύ περισσότερα δικά μας πρός Αὐτόν. Ὅση διαφορά ὑπάρχει μεταξύ ἑκατό δηναρίων καί μυρίων ταλάντων τόση καί μεταξύ τῶν ἁμαρτημάτων τῶν ἄλλων πρός ἐμᾶς καί τῶν δικῶν μας πρός τόν Θεό. Εἶναι παρά πολύ περισσότερα τά δικά μας σφάλματα πρός τόν Θεόν. Συγχωρώντας δίνουμε λίγα καί παίρνουμε πάρα πολλά. Ἄν τό λέμε, ἀλλά δέν τό κάνουμε ὄχι μόνο δέν ὠφελούμεθα, ἀλλά παρακινοῦμε τό Θεό νά μή μᾶς συγχωρήσει ἀφοῦ καί ἐμεῖς δέν τηροῦμε τήν ὑπόσχεσή μας ὅτι θά συγχωρήσουμε τόν ἀδελφό μας. «Διότι, ὅταν πεῖς, «Ἄφες ἡμῖν, ὡς καί ἡμεῖς ἀφίεμεν», ἔπειτα σύ δέν  ἀφήνεις,  γιά τίποτε ἄλλο δέν παρακαλεῖς τόν Θεό, ἐπισημαίνει εὔστοχα ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος «παρά  νά σέ στερήσει ἀπό κάθε ἀπολογία καί συγγνώμη.
Μερικοί τότε λένε, ἀφοῦ δέν μπορῶ, ἄν καί στήν πραγματικότητα δέν θέλουν καί ὄχι δέν μποροῦν, ἄς πῶ μόνο «Χριστέ μου συγχώρησέ με». Αὐτό ὅμως δέν ἔχει νομιμότητα ἐμπρός στόν Θεό. Τό σωστό εἶναι νά λέμε, ὑπογραμμίζει τό χρυσό στόμα τῆς Ἐκκλησίας, ὅλη τήν φράση: «Συχώρεσε τά ὀφειλήματά μου ὅπως καί ἐγώ συγχωρῶ τά ὀφειλήματα τῶν ἄλλων πρός ἐμένα»[8].  Παρακινούμεθα ἔτσι ἀπό τά ἴδια μας τά λόγια, φοβούμενοι τόν Θεό νά συγχωρήσουμε τόν πλησίον μας.

Ἡ περιστερά εἶναι σύμβολο τῆς ἀνεξικακίας.

«Ἡ περιστερά» διδάσκει ὁ ἅγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς, «εἶναι τό σύμβολο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Τό Πνεῦμα τό Ἅγιον ἔκανε ἀκόμα καί ἐμφανίσεις μέ τή μορφή περιστερᾶς. Ἔτσι, ὅταν ὁ Κύριος βαπτίστηκε στόν Ἰορδάνη, εἶδε τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καταβαῖνον ὡσεί περιστεράν καί ἐρχόμενον ἐπ’ αὐτόν (Μτ. 3, 16).
Σημαίνοντας τήν ἀνεξικακία, ἡ περιστερά συμβολίζει τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ ἐπειδή τό περιστέρι εἶναι τό πιό ἀνεξίκακο ζῶο καί μέ τήν ἰδιότητά του αὐτή συμβολίζει τό Θεό-Πνεῦμα στό ὁποῖο δέν ὑπάρχει διόλου κακία»[9].

Ἡ συγχωρητικότητα χαρίζει ὑπομονή, ἐσωτερική εἰρήνη ψυχῆς, χαρά, ἀγάπη, καλωσύνη, παρρησία στό Θεό (ὥστε νά μποροῦμε νά προσευχόμαστε, νά ἀναφερώμαστε σ’ Αὐτόν καί νά κοινωνοῦμε στή Θ. Εὐχαριστία), καλές διαπροσωπικές σχέσεις. Πολύ ὠφελεῖ ὄχι μόνον αὐτόν πού τήν ἔχει, ἀλλά καί τούς πλησίον του. Αὐτά ὅλα φανερώνονται κατ’ ἐξοχήν στήν ζωή τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου.

Ἡ ἀνεξικακία τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου.

Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος, μιμητής τοῦ Χριστοῦ μας «προσεκλίθη ποτέ, ὅτε διηύθυνε τήν Ριζάρειον Σχολήν, ἵνα  λειτουργήση εἰς τόν Ἅγιο Γεώργιο Καρύτση Ἀθηνῶν, ὅτε παρατηρήσας, ὅτι οἱ ἐν τῷ Ναῶ ψάλται, ἀφοῦ ἔψαλλον δύο ἕως τρεῖς στίχους τῆς Δοξολογίας, εὐθύς εὑρέθησαν περί τό τέλος, παραλείψαντες τούς λοιπούς, ὅστις θέλων νά κάμη εἰς αὐτούς τήν δέουσαν παρατήρησιν, ἐπεφυλάχθη διά τό ἀσκανδάλιστο μετά τήν λῆξιν τῆς Θείας Λειτουργίας· ὅτε κατόπιν τούς εἶπε, ὅτι δέν ἔπρεπε νά κάμουν τοιαύτην ἀταξία ὡς Ἱεροψάλται ἐν τῷ καιρῶ τῆς Δοξολογίας- ἐξαφθέντες δέ διά τόν δίκαιον ἔλεγχον τοῦ ἀειμνήστου, διά προσταγῆς τοῦ ἐκμανέντος Ἐπιτρόπου, ὁ Ἱεροδιάκονος ἔσυρε αὐτόν ἀπό τά ράσα καί ἔσπρωξε μετά πολλῆς περιφρονήσεως· καί ὁ Σεβασμιότατος δέν ὡμιλησεν, ἄλλ' ὁ μέν Διάκονος μετ' ὀλίγας ἡμέρας παρεφρόνησεν, ὁ δέ Ἐπίτροπος τῆς Ἐκκλησίας περιέπεσε μετ' οὐ πολύ εἰς δεινάς συμφοράς»[10].

Ἡ Ανεξικακία τοῦ ἁγ. Νεκταρίου προς τον ἀδίκως ἐξορίσαντα αὐτόν,  Πατριάρχη Ἀλε­ξαν­δρείας Σωφρόνιο! (ὁ ὁποῖος ἐκοιμήθη στίς 22-8-1899) φανερώνεται μεταξύ τῶν πολλῶν ἄλλων καί ἀπό μία ἐπιστολή πού πρόσφατα ἦλθε στή δημοσιότητα καί ἀπευθύνεται στόν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν Γερμανό Καλλιγᾶ. Σ’ αὐτήν τόν παρακαλεῖ νά μεσιτεύσει στόν Πατριάρχη Σωφρόνιο ὄχι γιά τήν ἀποκατάστασή του ἀλλά γιά τήν ἄδεια νά μεταβεῖ στήν Βιβλιοθήκη τοῦ Πατριαρχείου καί νά ἐργασθεῖ συγγραφικά πρός ὄφελος τῆς Ἐκκλησίας.

Ἡ ἐπιστολή τοῦ ἁγίου Νεκταρίου, δέν ἀναφέρεται σέ ὑπηρεσιακά θέµατα ἤ ἀκόµη καί στά γνωστά προβλήµατα πού ἀντιµετώπιζε ὁ ἅγιος Νεκτάριος ὡς ἀπο­τέλεσµα τῆς ἀντικανονικῆς καί ἄδικης ἀπολύσεως καί διαγραφῆς του ἀπό τά Δίπτυχα τοῦ Πατριαρχείου Ἀλεξανδρείας. Πρόκειται γιά µιά πολύ σηµαντική ἐπιστολή, πού, ἐµφανίζει µέ ἰδιαίτερο τρόπο τό ἀπαράµιλλο ἐκκλησιαστικό ἦθος τοῦ ἁγίου Νεκταρίου καί τήν ἀνεξικακία, ἀθωώτητα, ἁπλότητά του.
Ἐν Λαμίᾳ τῇ 1ῃ Ὀκτωβρίου 1893
Πρός τήν Αὐτοῦ Σεβασμιότητα
Τόν Μητροπολίτην Ἀθηνῶν
καί Πρόεδρον τῆς Ἱερᾶς Συνόδου κ. Γερμανόν
Εἰς Ἀθήνας.


Σεβασμιώτατε ἐν Χριστῷ ἀδελφέ κ. Γερμανέ,
Τήν Ὑμετέραν Πανίερον Κορυφήν ἥδιστα προσαγορεύω ἀδελφικῶς.
...
Ἐν Λαμίᾳ ἤδη ὡμίλησα δίς, ὁ δέ Πανάγαθος Θεός εὐδόκησε νά ἐμ­βάλῃ λόγον τοῖς χείλεσί μου, καί νά διδάξω τό πολυπληθές ἀκροατήριόν μου οὕτως ὥστε νά μορφωθῆ πεποίθησις πρός τήν διδασκαλίαν μου. Τοῦτο μέ εὐχαριστεῖ καί μέ παρηγορεῖ, ἐλπίζω δέ νά φανῶ ὠφέλιμος.
Ἀλλά Σεβασμιώτατε φρονῶ, ὅτι θά ἐφαινόμην ὠφελιμότερος, ἐάν εἶχον μόνιμον τήν διατριβήν καί εὑρισκόμην παρά τινι Βιβλιοθήκῃ – ἔχω ἤδη τέσσαρα ἔργα ἡμιτελῆ, ὅλως πρωτότυπα καί ὠφελιμώτατα πρός πάντας.
...Διά ταῦτα ἔκρινα νά μεταβῶ εἰς Αἴγυπτον, ἀλλά προσκαλούμενος παρά τοῦ Πατριάρχου, ὅπως μείνω ἐν Καΐρῳ καί ἐκεῖ παρά τῇ Βιβλιοθήκῃ περατώσω τά ἔργα μου. Ἀλλ’ ἵνα προσκληθῶ πρέπει νά ὑποδειχθῇ ἡ ἀνάγκη παρά προσώπου σημαίνοντος παρά τῷ Πατριάρχῃ. Ὡς τοιοῦτον πρόσωπον θεωρῶ κατάλληλον τήν Ὑμετέραν Σεβασμιότητα. Ὅθεν σᾶς πα­ρα­καλῶ, εὐαρεστηθῆτε νά χρησιμεύσητε τό μεσάζον πρόσωπον πρός ἐπιστροφήν μου εἰς Αἴγυπτον ὑπέρ τῆς ἀποπερατώσεως τῶν ἔργων μου ἅτινα θά πληρώσωσι μίαν ἔλλειψιν. Τοῦτο πράττουσα ἡ Ὑ. Σεβασμιότης ἔστω βεβαία ὅτι καί εὐεργετεῖ καί ἀγαθουργεῖ.

Πεποιθώς ἐπί τά ἀδελφικά αἰσθήματά Σας, διατελῶ
ὁλοπρόθυμος καί εὐγνώμων
Ὁ ἐν Ἀρχιερεῦσιν ἐλάχιστος
† Ὁ Πενταπόλεως Νεκτάριος
Τό περιεχόµενο τῆς ἐπι­στο­λῆς καταδεικνύει µέ ἰδιαίτερα ἐµφαντικό τρό­πο τήν ἄκακη ἁγία ψυχή του.
Γράφει
στόν Μη­τρο­πολίτη Ἀθηνῶν Γερµανόν Καλλιγᾶ νά µεσο­λα­βή­ση στόν Πατριάρχη Ἀλε­ξαν­δρείας Σωφρόνιο –δη­λα­δή στόν πνευ­µατικό δήµιό του(!)– νά τόν προσκαλέση στήν Ἀλε­ξάν­δρεια, ὄχι γιά νά ἀποκατασταθῆ στό ἀξίωµα πού εἶχε στό Πα­τρι­αρχεῖο ἀλλά γιά νά βρίσκεται µέσα στήν πλούσια Πατριαρχική Βιβλιοθήκη καί νά ἔχη τήν δυνατότητα νά ὁλοκληρώση τά ψυχωφελῆ συγγράµµατά του!
Δέν ἁγιάζει ὁ ἄνθρωπος µέ τίς ἀδικίες πού ὑφίσταται, ἀλλά ἄν τίς ἀντιμετωπίζει σωστά, μιμούμενος τόν Κύριο»[11].
 

Ὁ σημαντικώτερος λόγος γιά νά συγχωρήσουμε:

Γιά νά συγχωρεθοῦμε ἀπό τόν Θεό γιά τίς δικές μας ἁμαρτίες.
Μέσα ἀπό τή σοφή διδασκαλία τῶν πατέρων τῆς ἐρήμου διαβάζουμε ἕνα περιστατικό στό ὁποῖο φαίνεται τό πῶς οἱ πατέρες τῆς ἐρήμου δίδασκαν τή συγχωρητικότητα. Κάποιος χριστιανός πῆγε νά συμβουλευθεῖ τόν ἀββᾶ Σιλουανό. «Ἔχω ἕνα θανάσιμο ἐχθρό, πάτερ», τοῦ ἐξομολογήθηκε. «Τά κακά πού μου ἔχει προξενήσει αὐτός ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἀναρίθμητα. Πρό καιροῦ κέρδισε μέ ἀπάτη ἕνα μεγάλο κομμάτι ἀπό τό χωράφι μου. Μέ συκοφαντεῖ ὅπου βρέθει, κακολογεῖ κι ἐμένα καί τήν οἰκογένειά μου. Μοῦ ἔχει κάνει τό βίο ἀβίωτο. Τώρα τελευταία μάλιστα ἐπιβουλεύεται καί τήν ζωή μου. Πρίν λίγες ἡμέρες ἔμαθα πώς ἀποπειράθηκε νά μέ δηλητηριάσει. Δέν παίρνει ἄλλο λοιπόν. Εἶμαι ἀποφασισμένος νά τόν παραδώσω στή δικαιοσύνη». «Κάνε ὅπως θέλεις», τοῦ εἶπε μέ ἀδιαφορία ὁ Ἄββας Σιλουανός. «Δέν νομίζεις, πάτερ, πώς ὅταν τιμωρηθεῖ καί μάλιστα αὐστηρά, ὅπως τοῦ πρέπει, θά σωθεῖ ἡ ψυχή του;», ρώτησε ὁ ἄνθρωπος, πού τώρα ἄρχισε νά ἐνδιαφέρεται καί γιά τήν ψυχική ὠφέλεια τοῦ ἐχθροῦ του. «Κάνε ὅ,τι σέ ἀναπαύει», ἐξακολουθοῦσε νά λέγει μέ τό ἴδιο ὕφος ὁ Ὅσιος. «Πηγαίνω, λοιπόν στόν δικαστή κατ’ εὐθείαν», εἶπε ὁ χριστιανός καί σηκώθηκε νά φύγει. «Μή βιάζεσαι τόσο», τοῦ εἶπε μέ ἠρεμία ὁ Ὅσιος. «Ἄς προσευχηθοῦμε πρῶτα νά κατευοδώσει ὁ Θεός τήν πράξη σου». Ἄρχισε μέ τό «Πάτερ ἠμῶν». «Καί μή ἀφίης ἡμῖν τά ὀφειλήματα ἠμῶν, ὡς οὐδέ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν», ἀκούστηκε νά λέγει μεγαλοφώνως ὁ Ὅσιος, σάν ἔφτασε σ’ αὐτό τό στίχο. «Λάθος», Ἀββᾶ, «δέν λέγει ἔτσι ἡ Κυριακή Προσευχή», ἔσπευσε νά διορθώσει ὁ χριστιανός. «Ἔτσι ὅμως εἶναι», ἀποκρίθηκε μ’ ὅλη του τήν ἀπάθεια ὁ Γέρων. «Ἀφοῦ ἀποφάσισες νά παραδώσεις τόν ἀδελφό σου στό δικαστή, ὁ Σιλουανός δέν κάνει ἄλλη προσευχή γιά σένα»[12]. Ἔτσι διορθώθηκε ὁ ἀδελφός. Διαβάζουμε ἐπίσης στό Γεροντικό:
 «Κάποιος σοφός πατήρ λέει: «Ἐκεῖνος πού ἀδικεῖται καί συγχωρεῖ, ὁμοιάζει μέ τόν Ἰησοῦ. Ἐκεῖνος πού δέν ἀδικεῖ μέν, ἀλλ’ οὔτε νά ἀδικεῖται τοῦ ἀρέσει, εἶναι στή θέση τοῦ Ἀδάμ. Ὁ ἄδικος ὅμως, ὁ κακεντρεχής κι ὁ συκοφάντης δέν διαφέρει ἀπό τόν διάβολο»[13].
Ἄλλο παράδειγμα:
Ὁ Ἀββάς Ἰσίδωρος ὁ Πρεσβύτερος τῆς σκήτης στήν Αἴγυπτο εἶχε τόση ἀνεξικακία, ὥστε ἔπαιρνε κοντά του κι διόρθωνε ὅλους τους κακούς ὑποτακτικούς. Ὅταν λόγου χάρι συνέβαινε νά ἔχει κανένας ἀπό τούς Γέροντες ὑποτακτικό ἀντίλογο ἤ ἀνυπότακτο καί ἤθελε νά τόν διώξει, ὁ Ἀββάς Ἰσίδωρος προλάβαινε καί τοῦ ἔλεγε:
-Φέρε τόν σέ μένα, ἀδελφέ.
Τόν κρατοῦσε στό κελί, καί μέ τήν καλωσύνη καί τήν ὑπομονή τοῦ τόν διόρθωνε καί τόν ἔστελνε σωφρονισμένο στό Γέροντά του.
Στήν Ἐκκλησία πάλι τό πιό προσφιλές του κήρυγμα ἦταν τό «ἐάν γάρ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τά παραπτώματα αὐτῶν...»(Μάτθ.6, 14).
-Ἀδελφοί, συγχωρήσατε, συγχωρήσατε τούς ἀδελφούς σας, γιά νά συγχωρηθοῦν αἵ ἁμαρτίαι σας, φώναζε ἀπό τόν ἄμβωνα μέ ὅλη τή δύναμη τῆς ψυχῆς τοῦ ὁ ἅγιος Γέροντας.
  Ἕνας ἀγαθώτατος ἐρημίτης γειτόνευε μέ κάποιον τεμπέλη Μοναχό, πού βαρειόταν νά δουλέψει καί γιά νά ζήσει πήγαινε κρυφά στήν καλύβη τοῦ γείτονά του καί τοῦ ἔκλεβε τά πράγματα. Ὁ Ἐρημίτης τό εἶχε καταλάβει, ἀλλά δέν ἔκανε ποτέ τοῦ λόγο γι’ αὐτό στόν ἔνοχο.
-Γιά νά κάνει τέτοια πράξη, θά ἔχει πολλή ἀνάγκη ὁ Ἀδελφός, ἔλεγε συχνά στόν ἑαυτό τοῦ ὁ ἀγαθός Γέροντας.
Δούλευε ὅμως σκληρά, γιά νά καταφέρει νά ζήσει καί μ’ ὅλο τοῦτο, ὑστερεῖτο, γιατί ὁ κλέπτης παίρνοντας γιά κουταμάρα τή σιωπή τοῦ εἶχε ἐντελῶς ἀποθρασυνθεῖ καί δέν τοῦ ἄφηνε σχεδόν οὔτε ψωμί νά φάγει.
Ἔφθασε ἡ ὥρα νά κοιμηθεῖ ὁ Ἐρημίτης κι οἱ Ἀδελφοί της σκήτης μαζεύτηκαν γύρω του νά πάρουν τήν εὐχή του. Ἀνάμεσά τους ὁ ἑτοιμοθάνατος εἶδε ἐκεῖνον πού τόσα χρόνια τόν εἶχε κάνει νά ὑποφέρει μέ τίς κλεψιές του. Τοῦ ἔγνεψε νά πάει κοντά του, καί , ὅταν ἐκεῖνος πλησίασε, πῆρε τά χέρια τοῦ μέσα στά δικά του κι ἄρχισε νά τά φιλεῖ.
-Εὐχαριστῶ τά χέρια αὐτά, ἔλεγε, πού ἔγιναν ἀφορμή νά βρῶ σήμερα τόν Παράδεισο»[14].
 

Δίνουμε λίγα καί παίρνουμε τά πάντα, τή σωτηρία

Ὑπάρχει τράπεζα πού νά διαγράφει τά χρέη ἐδῶ στή γῆ; Σπάνιο ἕως ἀπίθανο γιά τίς γήινες τράπεζες. Ἡ τράπεζα τοῦ οὐρανοῦ ἤ πιό σωστά ὁ Οὐράνιος Πατέρας μας διαγράφει μέ ἐλάχιστο κόστος ὅλα μας τά χρέη, τά ὁποῖα μάλιστα  εἶναι καί πραγματικά καί αἰώνια.
Διδάσκει ὁ Ἱερός Χρυσόστομος: «6. Ποιά λοιπόν συγνώμη θά ἔχουμε, ὅταν, ἐνῶ πρόκειται νά λάβουμε τόσο μεγάλο μισθό, τή συγχώρηση δηλαδή τῶν ἁμαρτιῶν μας, ἐμεῖς δέν ὑπακοῦμε στόν Νομοθέτη, ἀλλά συνεχῶς Τόν περιφρονοῦμε; Τό ὅτι δέ μία τέτοια συμπεριφορά δείχνει ὅτι καταφρονοῦμε τόν Θεό, φαίνεται ἀπό τό ἑξῆς: Ἄν ἔθετε νόμο ὁ βασιλιάς ποῦ νά λέει «ὅλοι οἱ ἐχθροί νά συμφιλιώνονται μεταξύ τους, διαφορετικά νά ἀποκεφαλίζονται», ἄραγε δέν θά σπεύδαμε ὅλοι νά συμφιλιωθοῦμε μέ τόν πλησίον μας; Ἐγώ νομίζω πώς θά τό κάναμε. Ποιά λοιπόν συγνώμη θά ἔχουμε, ἀφοῦ στόν Δεσπότη μᾶς Χριστό δέν ἀπονέμουμε οὔτε τόση τιμή, ὅση ἀπονέμουμε στούς συνανθρώπους μας, ποῦ εἶναι δοῦλοι τοῦ Θεοῦ σάν κι ἐμᾶς; Γί αὐτό μας ἔδωσε ἐντολή ὁ Κύριος νά λέμε: «Ἁφές ἠμίν τά ὀφειλήματα ἠμῶν, ὡς καί ἠμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἠμῶν» (Μάτθ. 6, 12).
Ὑπάρχει κάτι πιό γαλήνιο ἀπ' αὐτό; Ὑπάρχει τίποτε πιό ἥμερο ἀπ' αὐτό τό πρόσταγμα; Ἐσένα τόν ἴδιο σέ ἔκανε κριτή τῆς συγχωρήσεως τῶν ἁμαρτημάτων σου. Ἄν συγχωρήσεις λίγα, τότε λίγα θά σού συγχωρηθοῦν. Ἄν συγχωρήσεις πολλά, πολλά θά σού συγχωρηθοῦν. Ἄν συγχωρήσεις τόν ἄλλο εἰλικρινά καί ἀπό τήν καρδιά σου, κατά τόν ἴδιο τρόπο θά συγχωρήσει καί ὁ Θεός ἐσένα. Ἄν μετά τή συγχώρηση κάνεις φίλο τόν ἀδελφό, ἔτσι φιλικά θά διάκειται ὁ Θεός καί πρός ἐσένα. Ὥστε, ὅσο πιό πολύ ἁμάρτησε ὁ ἀδελφός πρός ἐμᾶς, μέ τόση μεγαλύτερη προθυμία πρέπει νά σπεύδουμε νά τόν συγχωροῦμε, ἐπειδή, μ' αὐτό τόν τρόπο γίνεται αἴτιος γιά νά μᾶς συγχωρηθοῦν τά μεγάλα μας ἁμαρτήματα.
Θέλεις νά μάθεις ὅτι δέν θά λάβουμε καθόλου συγχώρηση, ἄν μνησικακοῦμε καί ὅτι δέν ὑπάρχει κανείς ποῦ νά μπορεῖ νά μᾶς ἀπαλλάξει ἀπό τά δεινά ποῦ ἐπιφέρει ἡ μνησικακία; Ἀπό τό παρακάτω παράδειγμα θά τό κάνω φανερό.
Σέ τί σέ ἀδίκησε ὁ πλησίον σου; Ἅρπαξε τά πράγματά σου, τά δήμευσε, ἔγινε πλεονέκτης ἀπέναντί σου; Ἐγώ δέν σού λέω ὅτι σου ἔκανε μόνο αὐτά, ἀλλά θά προσθέσω καί περισσότερα, θά ἀπαριθμήσω ὅσα θέλεις. Θέλησε ὁ πλησίον σου νά σού ἀφαιρέσει τή ζωή. Σού προξένησε μύριους κινδύνους. Σού ἔδειξε ὅλη τή μοχθηρία του καί δέν ἄφησε τίποτε ἀπό τήν ἀνθρώπινη κακία πού νά μήν τό κάνει σέ σένα. Καί γιά νά μήν ἀναφέρουμε τό καθένα χωριστά, ὑπόθεσε ὅτι τόσο πολύ σέ ἀδίκησε, ὅσο κανένας ποτέ δέν ἀδίκησε ἄλλον ἄνθρωπο. Καί σ' αὐτή τήν περίπτωση ἄν μνησικακήσεις, δέν θά εἶσαι ἄξιος συγνώμης. Καί θά σού ἐξηγήσω ἐγώ τό λόγο.
Ἄς ὑποθέσουμε ὅτι κάποιος δοῦλος σου σού χρωστάει ἑκατό χρυσά νομίσματα καί σ' αὐτόν χρωστάει κάποιος ἄλλος λίγα ἀργυρᾶ νομίσματα. Καί ἔρχεται ὁ χρεώστης τοῦ δούλου σου καί σέ παρακαλεῖ καί σέ ἱκετεύει νά βοηθήσεις νά τοῦ γίνει κάποια διευκόλυνση. Τότε ἐσύ καλεῖς τόν δοῦλο σου καί τόν διατάζεις νά χαρίσει τό χρέος στόν χρεοφειλέτη του, λέγοντάς του πώς τό ποσό αὐτό θά τό ἀφαιρέσεις ἀπό τό λογαριασμό πού σου ὀφείλει ἐκεῖνος. Ἔπειτα ἄν ὁ δοῦλος σου ἀπό ἀδιαντροπιά καί κακία ἔπνιγε πάλι τόν χρεώστη του, ἄραγε, θά μποροῦσε κανείς νά τόν γλιτώσει ἀπό τά χέρια σου; Ἄραγε, δέν θά τόν τιμωροῦσες πολύ, διότι σέ πρόσβαλε καί σέ ἔβρισε μέ τήν ἔσχατη ὕβρη; Καί πολύ δικαιολογημένα.
Αὐτό θά κάνει καί ὁ Θεός. Διότι θά σοῦ πεῖ τήν Ἡμέρα τῆς Κρίσεως: Πονηρέ καί παγκάκιστε δοῦλε, μήπως ἀπό τά δικά σου χρήματα χάρισες τό ποσό στόν συνάνθρωπό σου; Ἀπό ἐκεῖνα πού μου ὄφειλες σέ διέταξα νά τοῦ δώσεις καί νά ἐξοφλήσεις τό λογαριασμό του. Διότι «ἅφες», συγχώρεσε, λέει, καί ἐγώ «ἀφίημι», σέ συγχωρῶ.
Φυσικά, καί τοῦτο ἄν δέν τό πρόσθετα, τό τελευταῖο, καί πάλι ἔπρεπε νά τόν συγχωρήσεις, ὑπακούοντας στόν Δεσπότη καί Κύριό σου. Τώρα ὅμως δέν σέ διέταξα ὡς δεσπότης, ἀλλά ὡς φίλος σου ζήτησα κάποια χάρη. Καί αὐτή τή χάρη ἀπό τά δικά μου τή ζήτησα. Σού ὑποσχέθηκα μάλιστα ὅτι θά σού δώσω περισσότερα. Ἀλλά οὔτε μ' αὐτή μου τή στάση ἔγινες καλύτερος»[15].

Ἕνα πολύ ἁπλό σύγχρονο ἀντίστοιχο παράδειγμα γιά τό τί ἐπιτυγχάνει ὅποιος συγχωρεῖ.

 Ἔστω γιά παράδειγμα ὅτι χρωστᾶμε 10 ἑκ. εὐρώ. Συγχρόνως κάποιος μᾶς χρωστᾶ 100 εὐρώ. Ἡ συμφωνία πού διαπραγματεύεται μαζί σου ἡ Οὐράνια Τράπεζα εἶναι ἡ ἑξῆς: Ἄν χαρίσουμε στόν χρεωφειλέτη μας τά 100 εὐρώ θά μᾶς διαγραφοῦν τά 10 ἑκατομμύρια.
Ἐρώτηση κρίσεως:  -Μᾶς συμφέρει; -Καί βέβαια μᾶς συμφέρει. Ἄν δέν τό κάνουμε καί πνίξουμε τόν χρεωφειλέτη μας δικαστικά, μέ τήν ὅλη ἀπάνθρωπη συμπεριφορά μας, δέν θά εἴμαστε ἀνόητοι καί δέν θά ἔχει κάθε δίκαιο ὁ Οὐράνιος Πατέρας νά μᾶς ζητήσει ὅλο τό χρέος καί νά μᾶς στερήσει τή Θεία Του Χάρη καί τήν Οὐράνια Βασιλεία Του;
Εἶναι δύσκολο κάποιοι θά ποῦν. Ναί γιατί ὑπάρχει ἐγωισμός καί ὄχι ταπείνωση.
Τό νά ζητήσουμε καί τό νά δώσουμε συγγνώμη ἐνῶ εἶναι πολύ εὔκολο σάν ἕνα μικρό χαλίκι, ὁ διάβολος τό παρουσιάζει σάν βουνό ἀσήκωτο.

Ὁ ἅγιος Νικηφόρος καί ὁ Σαπρίκιος

« Ἄν ἀνοίξετε τά συναξάρια» λέγει ὁ μακαριστός Ἐπίσκοπος Φλωρίνης, π. Αὐγουστῖνος Καντιώτης «θά δεῖτε ὅτι στίς 9 Φεβρουαρίου ἑορτάζει ἕνας ἅγιος ποῦ ὀνομάζεται Νικηφόρος. Ἀκοῦστε πῶς μαρτύρησε. Στήν ἐποχή τοῦ ὁ Νικηφόρος τά εἶχε χαλάσει μέ ἕναν ἱερέα ποῦ τόν ἔλεγαν Σαπρίκιο. Ἦταν μαλωμένοι- καί ἔφταιγε ὁ Σαπρίκιος, ὄχι ὁ Νικηφόρος. Ἔγινε διωγμός, καί τόν πρῶτο ποῦ ἐπίασαν ἦταν ὁ παπάς, ὁ Σαπρίκιος. Τόν δίκασαν καί βγῆκε ἀπόφαση ν' ἀποκεφαλισθεῖ. Τόν πῆραν οἱ στρατιῶτες πρωί - πρωί καί τόν ὁδηγοῦσαν ἔξω ἀπό τήν πόλη νά τόν ἐκτελέσουν. Ὅταν ἔμαθε ὁ Νικηφόρος ὅτι ὁ Σαπρίκιος σέ λίγη ὥρα δέ θά ὑπάρχει στή ζωή, τόν ἔπιασε τό κλάμα. Τρέχει στό δρόμο, προλαβαίνει τή συνοδεία, καί πέφτει στά πόδια του. —Αδελφέ Σαπρίκιε, συχώρεσε μέ. Ἐκεῖνος ὅμως τίποτα. —Δε σέ συγχωρῶ! Μέχρι τήν τελευταία στιγμή τοῦ μαρτυρίου ὁ Νικηφόρος ἔπεφτε καί παρακαλοῦσε τό Σαπρίκιο νά τόν συγχωρήση. Ἀδύνατον. Τότε τί συνέβη· μόλις ὁ στρατιώτης ὕψωσε τό σπαθί νά τοῦ κόψη τό κεφάλι, ὁ Σαπρίκιος λέει—Γιατι μέ σφάζετε; —Γιατί εἶσαι Χριστιανός. —Γι' αὐτό λοιπόν; τότε ἐγώ ἀρνοῦμαι τό Χριστό... Καί ἐνῶ οἱ ἄγγελοι τοῦ ἑτοίμαζαν στεφάνι, ὁ Σαπρίκιος, ποῦ δέ συγχώρησε τό Νικηφόρο, κρίθηκε ἀνάξιος του μαρτυρίου· τόν ἐγκατέλειψε ἤ χάρις τοῦ Θεοῦ καί ἀρνήθηκε τό Χριστό. Ἀντ' αὐτοῦ μαρτύρησε — ποιός; Ὅ Νικηφόρος, ποῦ εἶχε καλή καρδιά καί ἀγάπη. Ὁμολόγησε ὅτι εἶναι Χριστιανός, καί μαρτύρησε. Ἔτσι στίς 9 Φεβρουαρίου, ἀντί Σαπρικίου τοῦ μάρτυρος, τιμοῦμε τή μνήμη Νικηφόρου του μάρτυρος. 
    Τρομερό παράδειγμα αὐτό· δείχνει ὅτι ἀνώτερο κι ἄπ' τό μαρτύριο εἶναι τό νά συγχώρησης, νά δώσεις συγχώρηση μέσα ἀπ' τήν καρδιά σου»[16].
Ἡ ἀπουσία συγχώρησης στερεῖ τελικά τόν ἄνθρωπο τελείως ἀπό τή Χάρη τοῦ Θεοῦ καί ἄν μέχρι τέλους τῆς ζωῆς του δέν μετανοήσει κολάζεται.

Σύγχρονα παραδείγματα

Δυστυχῶς «Δέ συγχωροῦν οἱ ἄνθρωποι. Δέν εἶναι πολύς καιρός» διηγεῖται ὁ μακαριστός Ἐπίσκοπος  Αὐγουστίνος «πού σ' ἕνα χωριό ἕνας πολύ γέρος, 90 χρονῶν, πέθαινε. Πάει ὁ παπάς, καλός παπάς, στό σπίτι. —Γέροντα, τί κάνεις; —Δεν μπορῶ. —Θέλεις νά κοινωνήσεις; —θέλω. —Θα σέ κοινωνήσω, ἄλλα νά φωνάξουμε ἐκεῖνο τόν ἄνθρωπο, ποῦ ἔχεις χρόνια ὁλόκληρα νά τοῦ μιλήσεις. —Ποιόν; ἐκεῖνον; Ἄαα, δέν τό συγχωρῶ. Πές μου, παππούλη, νά κάνω ὅ,τι ἄλλο θέλεις· ν' ἀνάψω λαμπάδες, νά χτίσω ἐκκλησιά, νά κάνω ἐλεημοσύνες, νά νηστέψω· αὐτόν δέν τόν συγχωρῶ. —Βρε τοῦτο - βρέ ἐκεῖνο, τοῦ ἔλεγε ὁ παπάς μέ δάκρυα. Τίποτα. Ξεψυχοῦσε, θά παρέδιδε τήν ψυχή του στό διάβολο, καί ὅμως δέν συγχώρησε.Καί τά ἔθνη μισοῦνται. Αὐτό θά φάει τήν ἀνθρωπότητα. Γερμανοί δέ συγχωροῦν τούς Ρώσους, καί Ρῶσοι δέ συγχωροῦν τούς Γερμανούς. Ὑπάρχει μνησικακία. Ἄν ὑπῆρχε συγχώρηση, ὁ κόσμος θά ἦταν παράδεισος. Ἡ πιό ὡραία λέξη στό Εὐαγγέλιο εἶναι ἡ συγχώρησις.Δέ συγχωρεῖ ὁ ἄνθρωπος. θέλετε ἄλλο ἕνα παράδειγμα; Δέν εἶναι οὔτε δέκα μέρες, πού ἔμαθα ὅτι σ' ἕνα χωριό ἕνα ἀντρόγυνο τρώγονται. Τούς κάλεσα. —Τι ἔχετε; Ἡ γυναίκα, ταπεινή, τή φώτισε ὁ Θεός καί εἶπε· —Ἐγώ φταίω· ἀδικῶ πολλές φορές τόν ἄντρα μου, τόν βρίζω, τόν κακολογῶ· μετανιώνω, τόν παρακαλῶ νά μέ συγχωρέση— καί ἔπεσε καί τοῦ ἔκανε μετάνοια. Σπάνιο πράγμα γυναίκα νά παραδεχτῆ ὅτι σφάλλει. Ἐγώ συγκινήθηκα, ἔκλαψα. Νά βλέπεις μία γυναίκα νέα,.., νά γονατίζει μπροστά σ' ἕναν ἄντρα —ποῦ τήν ἀπατοῦσε— καί νά λέει, Σοῦ ζητῶ νά μέ συγχωρέσης γιά ὅσα σου εἶπα. Καί οἱ ἄγγελοι καί τά ἄστρα συγκινοῦνται. Αὐτός; —Δε σέ συγχωρῶ!... Πόσα τοῦ ἔκανε! δέν τήν συγχώρησε.  Τέτοιος εἶναι ὁ κόσμος. Ὑπάρχουν δυστυχῶς οἰκογένειες ποῦ ἔχουν μεταξύ τους μνησικακία καί τό μίσος διαιωνίζεται ἀπό τους γονεῖς στά παιδιά καί τά ἐγγόνια»[17].
 Ὑπάρχουν ὅμως καί τά ἀντίθετα παραδείγματα πού μᾶς διδάσκουν πολύ.
«Θὰ σᾶς πῶ ἕνα παράδειγμα μίας ψυχῆς» διηγεῖται ὁ π. Ἐφραίμ ἀπό τήν Ἀριζόνα, «ποὺ κι ἐγὼ ὁ ἴδιος ἔμεινα ἔκθαμβος μπροστὰ στὸ μεγαλεῖο της. Ἐδῶ στὸ ἐξωτερικὸ πρὶν μερικὰ χρόνια ἦταν μία ψυχή, τὴν ὁποία ἐγκατέλειψε ὁ ἄνδρας της. Μπῆκε ἕνα ἄλλο πρόσωπο μέσα στὸ σπίτι της, τῆς πῆρε τὸν ἄντρα καὶ ἔφυγε. Αὐτὴ ἡ γυναίκα κάποια μέρα προσῆλθε στὸ χῶρο, ποὺ ἐξομολογοῦσα μὲ πολλὴ ἀγάπη καὶ σεβασμό. Γονάτισε κι ἔκλαιγε. Τῆς λέω:
- Παιδί μου, ποιὰ εἶναι ἡ αἰτία τῶν δακρύων σου; Τί σου συμβαίνει;
- Ξέρετε, Πάτερ, δὲν κλαίω γιὰ κάποιο ἁμάρτημα, ἀλλὰ κλαίω γιὰ νὰ φωτισθῆ ὁ ἄντρας μου, νὰ μετανοήση, γιατί ἔκανε τὸ σφάλμα κι ἔφυγε ἀπὸ τὸ σπίτι μὲ ἄλλη γυναίκα κι ἁμάρτησε στὸν Θεό. Καὶ ἔρχεται στὸ σπίτι μου μὲ τὴ γυναίκα, ποὺ ἔχει τώρα, τοὺς φιλοξενῶ, τοὺς κάνω τραπέζι, κοιμοῦνται καὶ μετὰ φεύγουν. Φιλάω τὸν ἄντρα μου, φιλάω τὴ γυναίκα αὐτή, τοὺς κάνω δῶρα, τοὺς ξεπροβοδίζω, τοὺς δίνω εὐχὲς καὶ πηγαίνουν. Καὶ ξαναέρχονται.
- Καὶ γιατί παιδί μου, τὸ κάνεις αὐτό;
- Μά, δὲν τὸ λέει ὁ Χριστὸς αὐτὸ στὸ Εὐαγγέλιο, νὰ ἀγαπᾶμε τοὺς ἐχθρούς μας; Αὐτὴ ἡ γυναίκα γιὰ μένα εἶναι ὁ μεγαλύτερός μου ἐχθρός, ἀφοῦ μου πῆρε τὸν ἄντρα, ἀλλὰ πρέπει νὰ τὴν ἀγαπῶ. Κι ἀφοῦ ὁ Χριστὸς ζητεῖ νὰ ἀγαπᾶμε τοὺς ἐχθρούς μας καὶ νὰ δίνουμε ὅλο τὸν ἑαυτό μας καὶ τὴν ἀγάπη μας, αὐτὸ κάνω κι ἐγώ. Καὶ κλαίω νὰ τοὺς φώτιση ὁ Θεὸς καὶ νὰ τοὺς δώση μετάνοια. Προσευχηθῆτε κι ἐσεῖς γι’ αὐτό.
Μπορεῖτε νὰ μετρήσετε τὴν ἀρετὴ αὐτῆς τῆς γυναίκας; Μπορεῖ ὁ Θεὸς τώρα αὐτὴν τὴν γυναίκα, ὅ,τι κι ἂν ἔκανε σὰν ἄνθρωπος, νὰ μὴν τὴν ἔχη συγχωρήσει; Καὶ τὰ δάκρυά της δὲν ἦταν γιὰ τίποτε ἄλλο, παρὰ τὸ βραβεῖο, ποὺ τῆς εἶχε δώσει, γιὰ τὴ μεγάλη αὐτὴ νίκη τῆς ἀγάπης. Νά, ἡ ἐφαρμογὴ τοῦ Εὐαγγελίου τί ἀνθρώπους κάνει! Καὶ δὲν εἶναι καθόλου χαζή, εἶναι λογικοτάτη γυναίκα καὶ πάρα πολὺ δυνατὸς ἄνθρωπος. Μία ἀφανὴς ἡρωίδα τοῦ Εὐαγγελίου, χωρὶς κανεὶς νὰ τὸ γνωρίζη αὐτό»[18].
 

 Σωτήρια ἀποτελέσματα τῆς συγχωρητικότητας

Ποιά τά ἀποτελέσματα τῆς συγχωρητικότητας; Ἡ ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν, ἡ σωτηρία μας, ἡ θεοπειθής προσευχή, ἡ σωτηρία καί τῆς ζωῆς μας τῆς βιολογικῆς πολλές φορές.
Διαβάζουμε στό Γεροντικό ὅτι εἶπε ὁ ἀββάς Ζήνων:
«Ἐκεῖνος πού θέλει ν΄ ἀκούσει γρήγορα ὁ Θεός τήν προσευχή του, μόλις σταθεῖ ὄρθιος καί ὑψώσει τά χέρια του γιά νά προσευχηθεῖ πρός τό Θεό, πρίν ἄπ΄ ὅλα καί προτοῦ ἀκόμα εὐχηθεῖ γιά τή δική του ψυχή, ἄς προσευχηθεῖ ἀπό τά κατάβαθά της ψυχῆς του γιά τούς ἐχθρούς του. Καί μ΄ αὐτή τοῦ τήν πράξη, γιά ὅτι κι ἄν παρακαλέσει τό Θεό, θά εἰσακουστεῖ»[19].
Ἐπίσης στό Γεροντικό: «Διηγεῖται ὁ ἀββάς Ζωσιμᾶς:
Εἶχα στή σκήτη ἕναν ἀδελφό ὑποτακτικό, ὁ ὁποῖος προερχόταν ἀπό πλούσιο σπίτι, ἦταν καλομαθημένος καί εἶχε ἀνάγκη ἀπό ἰδιαίτερη φροντίδα καί κατανόηση, γιά νά προχωρήσει στή μοναχική ζωή. Πράγματι, λοιπόν, μέ τή Χάρη τοῦ θεοῦ, τόν κατήρτησα πνευματικά στό πνεῦμα τοῦ μοναχισμοῦ καί ἔφθασε ὡς τό σημεῖο νά λάβει ἀπό μένα τό Μοναχικό, τό Ἀγγελικό, Σχῆμα.
Αὐτός, λοιπόν, μία μέρα μου εἶπε:
-Ἀββᾶ, σέ ἀγαπῶ πολύ.
Ἐγώ τοῦ ἀπάντησα:
- Ἀκόμη δέν βρῆκαν κάποιον πού νά μέ ἀγαπᾶ ὅπως τόν ἀγαπῶ. Τώρα μου λές ὅτι μέ ἀγαπᾶς καί ἐγώ σέ πιστεύω. Ἄν ὅμως συμβεῖ κάτι πού νά μή σού ἀρέσει, δέν θά παραμείνεις ὁ ἴδιος. Ἐγώ, ὅμως, μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ, ὅ,τι καί νά πάθω ἀπό σένα, θά παραμείνω ὁ ἴδιος ἀπέναντί σου καί τίποτε δέν θά μπορέσει νά μέ ἀπομακρύνει ἀπό τήν ἀγάπη σου.
Πέρασε, πραγματικά, λίγος καιρός καί δέν γνωρίζω γιά ποιό λόγο ἤ τί τοῦ συνέβη, διότι δέν συγκατοικούσαμε πιά μαζί καί ὁ ἀδελφός ἄρχισε νά διαδίδει γιά τό πρόσωπό μου πολλά φοβερά, ἀκόμη καί αἰσχρά.
Ἐγώ, μόλις πληροφορήθηκα ὅλα ὅσα ἔλεγε ἐναντίον του, εἶπα στόν ἑαυτό μου:
-Αὐτός ὁ ἄνθρωπος εἶναι «καυτήριο» τοῦ Ἰησοῦ καί στάλθηκε γιά νά θεραπεύσει τήν κενόδοξη ψυχή σου. Αὐτός, πραγματικά, εἶναι εὐεργέτης σου.
Καί ὄντως τόν θεωροῦσα σάν γιατρό καί θεραπευτή μου καί προσευχόμουνα διάπυρα γι’ αὐτόν. Ἐνῶ σ’ αὐτούς πού μου μετέφεραν τά λόγια του, ἀπαντοῦσα:
-Ὁ ἀδελφός γνωρίζει ὅσα ἐλαττώματά μου εἶναι φανερά, καί ὄχι ὅλα, πολύ ἐλάχιστα. Ἀναφέρει, λοιπόν, ὅσα γνωρίζει. Ἔχω ὅμως καί πολλά ἄλλα πού διαφεύγουν τήν προσοχή του.
Μετά, λοιπόν, ἀπό ἀρκετό καιρό ὁ ἀδελφός αὐτός μέ συνάντησε στήν Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας. Καί, κατά τή συνήθειά του, μέ ἀγκάλιασε καί μέ ἀσπάσθηκε ἀδελφικά. Καί ἐγώ ἐπίσης ἔκανα τό ἴδιο, σάν νά μή συνέβαινε τίποτε. Τό ἴδιο πράγμα ἐπαναλήφθηκε πολλές φορές. Ἐνῶ δηλαδή ἔλεγε τέτοια φοβερά λόγια ἐναντίον μου, κάθε φορᾶ πού μέ συναντοῦσε, μέ ἀγκάλιαζε θερμά καί μέ ἀσπαζόταν. Καί ἐγώ τοῦ ἀνταπέδιδα θερμό τόν χαιρετισμό, χωρίς νά τοῦ δίνω καμιά ὑποψία ὅτι ἔχω μάθει ὅσα διαδίδει γιά τό πρόσωπό μου. Οὔτε τοῦ φανέρωνα κάποια λύπη γιά τίς συκοφαντίες του, ἄν καί τίποτε ἀπ’ ὅσα ἔλεγε δέν ξέφευγε ἀπό τά αὐτιά μου. Κάποια μέρα, λοιπόν, ὕστερα ἀπ’ αὐτά, μέ ξανασυνάντησε καί ἔτρεξε, ὡς συνήθως, κοντά μου, ἀλλά αὐτή τή φορά ἔπεσε στά πόδια μου, τά κράτησε σφιχτά, καί μοῦ εἶπε:
- Συγχώρεσε μέ Ἀββᾶ, γιά τήν ἀγάπη τοῦ Κυρίου, γιατί πολλά φοβερά καταλάλησα ἐναντίον σου καί ἐσύ εἶσαι καθαρός καί ἄδολος.
Ἐγώ τότε τόν σήκωσα ἐπάνω, τόν ἀσπάσθηκα καί τοῦ εἶπα χαριεντιζόμενος:
- Θυμᾶσαι, ἀδελφέ, πού κάποτέ μου εἶπες «σέ ἀγαπῶ πολύ» καί ἐγώ σου ἀπάντησαν ὅτι «ἀκόμη δέν βρῆκα κάποιον νά μέ ἀγαπᾶ ὅπως τόν ἀγαπῶ;» Θά θυμᾶσαι ἀσφαλῶς καί τά ὑπόλοιπα πού σου ἔλεγα. Θέλω νά ξέρεις ὅτι τίποτε δέν μοῦ διέφυγε ἀπό ὅσα διέδιδες ἐναντίον μου. Μάθαινα τά πάντα, καί τό μέρος πού τά ἔλεγες καί σέ ποιούς τά ἔλεγες. Οὐδέποτε, βέβαια, τά διέψευσα καί οὔτε εἶπα σέ κανέναν «δέν εἶναι ἔτσι ὅπως τά λέει ὁ ἀδελφός». Οὔτε παρασύρθηκα, μέ τή Χάρη τοῦ Ἁγίου θεοῦ, νά πῶ σέ κάποιον κακό λόγο γιά τό δικό σου πρόσωπο. Ἀλλά ἔλεγα σ’ αὐτούς πού μου μετέφεραν τίς κατηγορίες σου, ὅτι « αὐτά πού λέει ὁ ἀδελφός τά λέει ἀπό ἀγάπη, γιατί θέλει νά εἶμαι σωστός μοναχός». Καί οὐδέποτε ἔπαυσα νά προσεύχομαι γιά σένα. Θά σού πώς κάτι ἀκόμη, ἀδελφέ, γιά νά καταλάβεις ὅτι ἡ ἀγάπη μου παρέμεινε ἀναλλοίωτη πρός τό πρόσωπό σου. Ὅταν κάποτε πόνεσε τό μάτι μου πάρα πολύ καί κινδύνευσα νά τό χάσω, ἀμέσως, σέ θυμήθηκα, ἔκανα τό σημεῖο τό σταυροῦ καί εἶπα:
-Κύριε, Ἰησοῦ, Χριστέ, μέ τίς εὐχές τοῦ ἀδελφοῦ μου (τάδε), κᾶνε μέ καλά.
Καί ἀμέσως θεραπεύθηκα.
Ἀπό τότε, συνέχισε ὁ ἀββάς Ζωσιμᾶς, ὁ ἀδελφός ἐκεῖνος ἀπέκτησε τέλεια ἐμπιστοσύνη σέ μένα, σταμάτησε νά μέ κατηγορεῖ, μέ ὑπερεκτιμοῦσε καί μέ ἀγαποῦσε ἀληθινά.
Στή συνέχεια πρόσθεσε:
Ἐμεῖς δέν γνωρίζουμε πώς νά κερδίσουμε τήν ἀγάπη καί τήν ἐκτίμηση τῶν ἀδελφῶν μας. Διότι, ἄν ταπεινωθεῖ κάποιος καί ἀνεχθεῖ τόν ἀδελφό του, ὁ ἀδελφός του θά συναισθανθεῖ τήν ταπείνωση καί τήν ἀνεξικακία του καί θά ἀνάψει μέσα στήν καρδιά τοῦ ἰσχυρή ἀγάπη καί ἐκτίμηση γιά τό πρόσωπό του, ἀλλά θά κερδίσει ταυτόχρονα καί τήν ψυχή του»[20].
Ἄς παραθέσουμε καί ἕνα πολύ διδακτικό σύγχρονο περιστατικό ἀνεξικακίας καί γνήσιας χριστιανικῆς ἀγάπης πρός τούς ἐχθρούς : «Συνέβη στήν Μόρφο τῆς Κύπρου κατά τίς μάχες πού δόθηκαν μεταξύ Ἑλληνοκυπρίων καί Τούρκων κατά τήν ἀπόβαση τῶν δευτέρων στό νησί, τόν Ἰούλιο τοῦ 1974.
Σέ μία ἀπό τίς μάχες, λόγω μεγάλης ἀριθμητικῆς διαφορᾶς, οἱ Τοῦρκοι κατάφεραν καί αἰχμαλώτισαν δώδεκα Ἑλληνοκυπρίους. Μεταξύ αὐτῶν ἦταν κι ἕνας δάσκαλος τοῦ ὁποίου τό σπίτι βρισκόταν στήν περιοχή τῶν μαχῶν.
Ἐκεῖ τους ὁδήγησαν , τούς ἔστησαν στόν τοῖχο τοῦ σπιτιοῦ καί περίμεναν νά ἔρθει ὁ ἀξιωματικός γιά νά τούς ἐκτελέσουν! Πράγματι, μετά ἀπό λίγο ἦρθε καί μπαίνοντας στήν αὐλή τοῦ σπιτιοῦ πρόσεξε ἀπό πάνω του τήν πλούσια κληματαριά, ἀπό τήν ὁποία κρέμονταν λαχταριστά τσαμπιά σταφυλιῶν. Ἅπλωσε τό χέρι του κι ἔκοψε ἕνα καί, ἐνῶ ἦταν ἕτοιμος νά βάλει τίς πρῶτες ρῶγες στό στόμα του, ἄκουσε τόν δάσκαλο, πού στημένος κι αὐτός στόν τοῖχο περίμενε τήν ἐκτέλεσί του, νά τοῦ φωνάζει:
- Μή! Μή τό φᾶτε! Ἔχει δηλητήριο! Μόλις χθές τό ράντισα!
Ὁ Τοῦρκος ἀξιωματικός ἔμεινε κατάπληκτος μέ τό χέρι μετέωρο. Μετά, πέταξε τό σταφύλι καί κοίταξε συγκινημένος τόν δάσκαλο πού μέ τόση ἀνεξικακία τόν ἐμπόδισε ἀπό τήν θανατηφόρα τροφή, ἐνῶ ἐκεῖνος ἦταν ἕτοιμος νά φωνάξει τό παράγγελμα τῆς ἐκτέλεσής του μαζί μέ τούς ἄλλους. Μέ σπασμένη φωνή ἀπ’ τήν συγκίνηση τόν ρώτησε:
- Γιατί τό ἔκανες αὐτό; Εἶμαι ἐχθρός σου κι ἤμουν ἕτοιμος νά σέ ἐκτελέσω. Γιατί δέν μ’ ἄφησες νά δηλητηριαστῶ;
Ὁ δάσκαλος τότε, μέ ἥσυχη ταπεινή φωνή τοῦ εἶπε:
- Ἄς εἶσαι ἐχθρός μου, δέν θά μποροῦσα νά σέ ἀφήσω νά πεθάνεις. Ὁ Χριστός πού πιστεύω, μᾶς ἔχει δώσει ἐντολή νά ἀγαπᾶμε τούς ἐχθρούς μας. Τώρα ποῦ σέ λίγο θά παρουσιαστῶ μπροστά Του, τί θά τοῦ ἔλεγα ἄν σέ ἄφηνα νά πεθάνεις;
Ὁ Τοῦρκος ἔμεινε ἄφωνος. Ἡ ψυχή τοῦ ἀλλοιώθηκε, μαλάκωσε καί ἐθαύμασε τήν χριστιανική ἀνεξικακία! Τότε γύρισε πρός τούς στρατιῶτες του πού ἤσαν κι ἐκεῖνοι ἐντυπωσιασμένοι κι ἔδωσε τήν σωτήρια ἐντολή:
- Ἀφῆστε τούς ἐλεύθερους ὅλους! Τούς χαρίζω τήν ζωή, γιά χάρη αὐτοῦ του ἀνθρώπου. Ἄν ἔβρισκα ἕναν Τοῦρκο μέ τέτοια μεγαλοψυχία, θά τοῦ φιλοῦσα τά πόδια!»[21]
 

Πῶς ἄραγε πρέπει νά ἀντιμετωπίζουμε τήν ἀδικία;

«Ἄν μάθεις πώς κάποιος σέ μισεῖ καί σέ κακολογεῖ – λέγει ἕνας ἀπό τούς Πατέρες- μή τοῦ κρατᾶς κακία. Ἄν μπορεῖς μάλιστα στεῖλε τοῦ ἕνα δῶρο. Ἔτσι θά ἔχεις τό θάρρος νά πεῖς στόν Χριστό τήν ὥρα τῆς Κρίσης
-Ἄφες μου, Δέσποτα, τά ὀφειλήματά μου, καθώς καί ἐγώ ἀφήκα τά ὀφειλήματα τοῦ πλησίον μου.
Μερικοί εὐλαβεῖς νέοι ἀνέβηκαν στή σκήτη νά ἐπισκεφθοῦν ἕνα πνευματικό Γέροντα. Ἔξω ἀπό τήν καλύβη τοῦ βρῆκαν κάτι τσομπανόπουλα, πού ἔβοσκαν τά κοπάδια τους. Ἔκαναν ὅμως τόση φασαρία μέ τά παιχνίδια καί τίς φωνές τους, πού ἀπόρησαν οἱ ἐπισκέπτες.
-Πῶς ἀνέχεσαι αὐτά τά παλιόπαιδα, Πάτερ, καί δέν τά διώχνεις; Ρώτησαν τόν Γέροντα.
-Εἶναι καιρός τώρα, τέκνα μου, ἀπεκρίθη ὁ ἀγαθός Γέρων, πού ἔχω ἀποφασίσει νά τά μαλώσω καί νά τά διώξω. Κάθε φορᾶ ὅμως ἀναβάλλω, λέγοντας στόν ἑαυτό μου ἄν τόσο μικρή ἐνόχληση δέν ἀνέχεσαι, πῶς θά σηκώσεις ἕνα πιό μεγάλο πειρασμό; Ἔτσι συνηθίζω νά δέχομαι εὐχαρίστως τίς μικροδοκιμασίες, πού μου στέλνει ὁ Κύριός μου.
  Κάποιος ἐρημίτης εἶχε ἕνα νεαρό μαθητή δύστροπο κι ἀνυπότακτο. Μέ κανένα τρόπο δέν ἐννοοῦσε ν’ ἀκούσει τίς συμβουλές τοῦ Γέροντός του καί νά διορθωθεῖ. Ὁ Ὅσιος μακροθυμοῦσε, ἐλπίζοντας πώς μέ τόν καιρό θά φρονίμευε.
Μία μέρα ὁ ὑποτακτικός κλείδωσε τό κελλαρικό πού φύλαγαν τά λίγα τρόφιμά τους καί κατέβηκε στήν πόλη, χωρίς νά πεῖ σέ κανένα τίποτα κι ἔμεινε δύο ἑβδομάδες. Στό διάστημα αὐτό ὁ Γέροντας τοῦ ἔμεινε νηστικός, ἀφοῦ δέν ἔβρισκε τί νά φάει. Κάποτε, τέλος πάντων, τόν πῆρε εἴδηση ἕνας γείτονάς του καί τοῦ πῆγε λίγες μαγειρεμένες φακές.
-Σάν ν’ ἄργησε πολύ ὁ ὑποτακτικός σου, εἶπε ὁ γείτονας.
Καί ὁ ἀγαθώτατος Γέροντας, μ’ ὅλη του τήν ἀνεξικακία
-Ε, ὅταν εὐκαιρήσει ὁ ἀδελφός, θά ἔλθει πάλι, ἀποκρίθηκε.
 
Ἕνας ἀπό τούς Γέροντες δίνει τήν ἀκόλουθη ἀξιοπρόσεκτη συμβουλή:
Ἄν μεταξύ σου καί κάποιου ἄλλου εἰπωθοῦν λόγια δυσάρεστα κι ἐκεῖνος, ὕστερα ἀπό λίγο, ἀρνηθεῖ αὐτά πού εἶπε, σύ μή ἐπιμένεις νά τοῦ λέγεις, ναί τά εἶπες, γιατί σίγουρα θά παρεκτραπεῖ πάλι καί θά σού ἀπαντήσει:
-Ναί, τά εἶπα. Καί μέ τοῦτο τί;
Καί ἔτσι θά μεγαλώσει ἡ φιλονικία. Λησμόνησε λοιπόν τά πικρά λόγια γιά νά ἔλθει μεταξύ σας ὁμόνοια καί εἰρήνη»[22].

Σύγχρονο παράδειγμα ἀνεξικακίας.

Ἄς δοῦμε καί ἕνα σύγχρονο παράδειγμα συγχωρητικότητας ἐξαιρετικά ἐπίκαιρο, πού φανερώνει τή δύναμη τῆς ὀρθόδοξης Παράδοσης πού ἐμπνέει τήν συγχωρητικότητα καί τήν ἀγάπη πρός τούς ἐχθρούς:
«Ὁ μεγάλος Γερμανὸς συγγραφέας Ἔρχαρτ Κέστνερ ἔκανε τὴν ἑξῆς ἐξομολογήση. «Στὰ 1952 πῆγα γιὰ πρώτη φορὰ μετὰ τὸ πόλεμο, στὴν Ἀθήνα. Ἡ γερμανικὴ πρεσβεία, ὅταν ἄκουσε πὼς εἶχα πρόθεση νὰ πάω στὴ Κρήτη, μοῦ συνέστησε, ἐπειδὴ ἦταν πολὺ νωρὶς ἀκόμα καὶ οἱ πληγὲς ἀπὸ τὴ γερμανικὴ κατοχὴ ἀνεπούλωτες, νὰ λεῶ πὼς εἶμαι Ἐλβετός. Ἀλλὰ ἐγὼ τοὺς ἤξερα τοὺς Κρῆτες. Ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμὴ εἴπα πὼς ἤμουν Γερμανὸς καὶ ὄχι μόνο δὲν κακόπαθα, ἀλλὰ ξανάζησα παντοῦ ὅπου πέρασα τὴ θρυλικὴ κρητικὴ φιλοξενία.
Ἕνα σούρουπο, καθὼς ὁ ἥλιος βασίλευε, πλησίασα τὸ γερμανικὸ νεκροταφεῖο, ἔρημο μὲ μόνο σύντροφο τὶς τελευταῖες ἡλιαχτίδες. Ἔκανα ὅμως λάθος. Ὕπηρχε ἐκεῖ καὶ μία ζωντανὴ ψυχή, ἦταν μία μαυροφορεμένη γυναίκα. Μὲ μεγάλη μου ἐκπλήξη τὴν εἶδα ν’ ἀνάβει κεριὰ στοὺς τάφους τῶν Γερμανῶν νεκρῶν του πολέμου καὶ νὰ πηγαίνει μεθοδικὰ ἀπὸ μνῆμα σὲ μνῆμα. Τὴν πλησίασα καὶ τὴ ρώτησα. Εἶστε ἀπὸ ἐδῶ; Μάλιστα. Καὶ τότε γιατί τὸ κάνετε αὐτό; Οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ σκότωσαν τοὺς Κρητικούς». Καὶ γράφει ὁ Κέστνερ: «Ἡ ἀπαντήση, μόνο στὴν Ἑλλάδα θὰ μποροῦσε νὰ δοθεῖ». Ἀπαντᾶ ἡ γυναίκα:
«Παιδί μου, ἀπὸ τὴ προφορά σου φαίνεσαι ξένος καὶ δὲν θὰ γνωρίζεις τί συνέβη ἐδῶ στὰ 41 μὲ 44. Ὁ ἄντρας μου σκοτώθηκε στὴ μάχη τῆς Κρήτης κι ἔμεινα μὲ τὸ μονάκριβο γιό μου. Μοῦ τὸν πῆραν οἱ Γερμανοὶ ὅμηρο στὰ 1943 καὶ πέθανε σὲ στρατόπεδο συγκεντρώσεως, στὸ Σαξενχάουζεν. Δὲν ξέρω ποῦ εἶναι θαμμένο τὸ παιδί μου. Ξέρω ὅμως πὼς ὅλα τοῦτα ἦταν τὰ παιδιὰ μιᾶς κάποιας μάνας, σὰν κι ἐμένα. Καὶ ἀναβῶ στὴ μνήμη τους, ἐπειδὴ οἱ μάνες τους δὲν μποροῦν νὰ ‘ρθοῦν ἐδῶ κάτω. Σίγουρα μία ἄλλη μανὰ θὰ ἀνάβει τὸ καντήλι στὴ μνήμη τοῦ γιοῦ μου»…
Σωστὰ ἔγραψε ὁ Γερμανός, ὅτι «Μόνο στὴν Ἑλλάδα θὰ μποροῦσε νὰ δοθεῖ ἡ ἀπαντήση αὐτή»[23]. Λέμε κι ἐμεῖς: ΜΟΝΟ ΕΝΑΣ ΑΛΗΘΙΝΑ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΧΕΙ ΑΥΤΗΝ ΤΗΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗ ΑΓΑΠΗ ΚΑΙ ΣΥΓΧΩΡΗΤΙΚΟΤΗΤΑ.

Τί πρέπει νά κάνουμε ὅταν ὁ ἄλλος δέν συμφιλιώνεται.

Ἔστω ὅμως ὅτι προσπαθήσαμε, ἀλλά ἐκεῖνος δέν θέλεινά συμφιλιωθεῖ. «Μή μοῦ λές «παρακάλεσα πολύ τόν ἀδελφό, τόν ἱκέτευσα, ἔπεσα στά πόδια του καί δέν πέτυχα νά συμφιλιωθῶ». Μήν ἀπομακρυνθεῖς, ἄν προηγουμένως δέν συμφιλιωθεῖς. Διότι ὁ Κύριος δέν εἶπε «ἄφησε τό δῶρο σου καί πήγαινε νά παρακαλέσεις τόν ἀδελφό σου», ἀλλά «πήγαινε νά συμφιλιωθεῖς». Ὥστε κι ἄν ἀκόμα ἔχεις παρακαλέσει πολύ τόν ἀδελφό, μήν ἀπομακρυνθεῖς, ἄν προηγουμένως δέν τόν πείσεις νά συμφιλιωθεῖ μαζί σου.
Ὁ Θεός μᾶς παρακαλεῖ κάθε μέρα καί ἐμεῖς δέν τόν ἀκοῦμε, καί ὅμως δέν παύει νά μᾶς παρακαλεῖ, καί ἐσύ ἀπαξιεῖς νά παρακαλέσεις τόν σύνδουλό σου; Ἀλλά πῶς ἀλλιῶς θά μπορέσεις νά πετύχεις τή σωτηρία σου;
Ἰσχυρίζεσαι ὅμως ὅτι πολλές φορές τόν παρακάλεσες τόν ἀδελφό νά σέ συγχωρήσει καί αὐτός πάρα πολλές φορές σέ ἐδίωξε! Ἀλλά γι’ αὐτή σου τήν ὑπομονή θά πάρεις περισσότερη Χάρη. Διότι, ὅσο ἐκεῖνος ἐπιμένει στή φιλονικία καί στήν ἔχθρα, καί ἐσύ παραμένεις καί παρακαλεῖς, τόσο περισσότερο αὐξάνεται ἡ ἀμοιβή σου. Μέ ὅση μεγαλύτερη δυσκολία ἐπιτυγχάνεται τό κατόρθωμα καί ὅσο μεγαλύτερο κόπο ἀπαιτεῖ ἡ συμφιλίωση, τόσο μεγαλύτερο θά εἶναι τό κατάκριμα γιά τόν ἐχθρό σου, ἐνῶ γιά σένα θά εἶναι λαμπρότεροι οἱ στέφανοι τῆς ὑπομονῆς καί τῆς καρτερίας.
Ἀλλά, γιά τό θέμα τῆς συμφιλίωσης καί τῆς συγχωρητικότητας, ἄς μήν πλέκουμε μόνο ἐγκώμια μέ λόγια, παρά ἄς κάνουμε τά λόγιά μας πράξη. Καί ἄς μήν ἀποχωρισθοῦμε τόν ἀδελφό μέ τόν ὁποῖο ψυχρανθήκαμε, ἄν προηγουμένως δέν ἐπανέλθουμε στήν προηγούμενη φιλία. Διότι δέν εἶναι ἀρκετό τό νά μή λυποῦμε τόν ἐχθρό μας, καί νά μήν τόν ἀδικοῦμε, οὔτε τό νά μήν αἰσθανόμαστε πρός αὐτόν ἀπέχθεια, ἀλλά πρέπει καί ἐκεῖνον νά τόν κάνουμε νά μᾶς ἀγαπήσει καί νά αἰσθάνεται ὡραία καί ἄνετα μαζί μας»[24].

«Δέν κρατάω κακία· δέν ἔχω τίποτε μαζί του».

Μερικοί λένε: Δέν κρατάω κακία. Τόν συγχώρησα, δέν ἔχω τίποτα μέσα μου ἀλλά δέν θέλω νά τοῦ μιλήσω. Ὀφείλουμε νά ἔχουμε μέσα μας ἀλλά καί νά τό δείχνουμε ἀδελφική ἀγάπη πρός ὅλους. «7. Ἀκούω κάποιους» παρατηρεῖ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, «νά λένε ὅτι ἐγώ δέν πιάνω ἔχθρα μέ τόν ἀδελφό, οὔτε βέβαια τόν πονάω, ἀλλά καί οὔτε ἔχω κάποια σχέση ἤ κάτι κοινό μ' αὐτόν. Ἀλλά δέν ζήτησε ἀπό σένα κάτι τέτοιο ὁ Θεός, τό νά μήν ἔχεις δηλαδή καμιά σχέση καί τίποτε τό κοινό μέ τόν ἀδελφό, ἀλλά νά ἔχεις πολλά κοινά. Διότι γι' αὐτό τό λόγο σου εἶναι ἀδελφός, γι' αὐτό τό λόγο δέν σού εἶπε «ἄφησε στόν ἀδελφό σου ὅσα ἔχεις ἐναντίον του», ἀλλά τί εἶπε; Εἶπε, «πήγαινε πρῶτα νά συμφιλιωθεῖς μαζί του» (Μάτθ. 5, 24). Καί ἄν αὐτός ἔχει κάτι ἐναντίον σου, νά μήν ἀπομακρυνθεῖς, μέχρις ὅτου ἀποκαταστήσεις μέ τό ἀδελφικό σου αὐτό μέλος τήν μεταξύ σας ὁμόνοια καί εἰρήνη»[25].

Θεία Κοινωνία καί συγχώρηση

Εἶναι γνωστό ὅτι δέν μποροῦμε νά κοινωνήσουμε ἄν ὁ ἄλλος ἔχει κάτι ἐναντίον μας ἤ ἐμεῖς κάτι ἐναντίον τοῦ ἀδελφοῦ μας. «5. Λοιπόν, τό λέω ἐκ τῶν προτέρων» διδάσκει τό χρυσοῦν στόμα τῆς Ἐκκλησίας, «καί διαμαρτύρομαι καί φωνάζω μέ δυνατή φωνή: Κανένας ἀπ’ αὐτούς πού ἐξακολουθεῖ νά ἔχει ἐχθρό νά μήν πλησιάσει στήν Ἁγία Τράπεζα καί νά μή δεχθεῖ τή Θεία Κοινωνία. Κανένας νά μήν προσέλθει στή Θεία Κοινωνία, ἄν ἔχει κάνει κάποιον ἐχθρό του. Ἔχεις ἐχθρό; Μήν προσέρχεσαι νά κοινωνήσεις. Θέλεις νά προσέλθεις νά κοινωνήσεις; Συμφιλιώσου, καί τότε νά προσέλθεις νά ἀγγίξεις τά Ἅγια Μυστήρια. Καί δέν τά λέω ἐγώ αὐτά, ἀλλά ὁ Δεσπότης Χριστός πού σταυρώθηκε γιά μας. Ἐκεῖνος, γιά νά σέ συμφιλιώσει πρός τόν Θεό Πατέρα καί νά ἐπαναφέρει τή σχέση σου πρός Αὐτόν στήν προπτωτική κατάσταση, δέν ἀρνήθηκε ἀκόμη καί νά σφαγιασθεῖ καί νά χύσει τό Αἷμα Του. Κι ἐσύ, γιά νά συνδιαλλαγεῖς μέ τόν συνάνθρωπό σου, δέν θέλεις οὔτε λέξη νά βγάλεις ἀπ’ τό στόμα σου, οὔτε νά προστρέξεις πρῶτος; Ἄκουσε τί λέει ὁ Κύριος γι' αὐτούς πού βρίσκονται σέ τέτοια κατάσταση: «Ἄν προσφέρεις τό δῶρο σου στό θυσιαστήριο, καί ἐκεῖ θυμηθεῖς ὅτι ὁ ἀδελφός σου ἔχει κάτι ἐναντίον σου» —δέν εἶπε, περίμενε τόν ἐκεῖνον νά ἔλθει σέ σένα γιά συμφιλίωση, οὔτε εἶπε, μίλησε σέ κάποιον ἄλλο νά μεσολαβήσει, οὔτε παρακάλεσε κάποιον ἄλλο— ἀλλά «ἐσύ ὁ ἴδιος τρέξε πρός τόν ἀδελφό σου». Διότι λέει: «Πήγαινε πρῶτα νά συμφιλιωθεῖς μέ τόν ἀδελφό σου» (Μάτθ. 5, 24).
Ὤ τί ὑπερβολή εἶναι αὐτή! Ὁ Κύριος δέν θεωρεῖ ὅτι εἶναι περιφρόνηση στό πρόσωπό Του τό νά ἐγκαταλείψεις τό δῶρο καί νά φύγεις, κι ἐσύ θεωρεῖς ὅτι εἶναι ὑποτιμητικό νά τρέξεις πρῶτος νά συγχωρεθεῖς μέ τόν συνάνθρωπό σου. Πῶς λοιπόν αὐτές οἱ καταστάσεις θά εἶναι ἄξιες συγνώμης, πές μου;»[26].
Εἴμαστε ὁ ἕνας κομμάτι τοῦ ἄλλου. Θά πρέπει νά φυλάττουμε πάντα τήν ἐν Χριστῷ ἑνότητα μεταξύ μας. « Ἄν δεῖς ἕνα μέλος σου κομμένο» παρατηρεῖ ὁ ἱερός Χρυσόστομος, «δέν κάνεις τά πάντα ὥστε νά τό ἑνώσεις μέ τό σῶμα σου; Αὐτό κᾶνε καί στήν περίπτωση τῶν ἀδελφῶν. Ὅταν τούς δεῖς νά κόβουν τήν ἀδελφική σχέση καί φιλία μαζί σου, γρήγορα σπεῦσε νά τούς ἐπαναφέρεις. Μήν περιμένεις νά ἔλθουν πρῶτα αὐτοί, ἀλλά ἐσύ σπεῦσε νά λάβεις πρῶτος τή χάρη, νά πάρεις τά βραβεῖα»[27].

Δέν πρέπει νά δύει ὁ ἥλιος καί νά ἔχουμε ἔχθρα.

Ὁ μόνος ἐχθρός πού πρέπει νά ἔχουμε εἶναι ὁ πονηρός διάβολος. Ἡ δύση τῆς ἡμέρας πρέπει νά μᾶς βρίσκει ἀγαπημένους μέ ὅλους. «Ἕνα μόνο ἐχθρό μας ἐπέτρεψε ὁ Θεός νά ἔχουμε» διδάσκει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, «τόν διάβολο. Μέ αὐτόν οὐδέποτε νά συμφιλιωθεῖς. Πρός τόν ἀδελφό σου ὅμως ποτέ νά μήν ἔχεις βαριά καρδιά, ἀλλά, ἔστω καί ἄν παρεμβληθεῖ μεταξύ σας κάποια ψυχρότητα, αὐτή νά εἶναι παροδική καί νά μήν ὑπερβαίνει τό διάστημα μίας ἡμέρας. Διότι λέει ὁ Κύριος: «Ὁ ἥλιος νά μή δύει καί νά σᾶς βρίσκει σέ κατάσταση ὀργῆς καί θυμοῦ» (Ἐφεσ. 4, 26-27). Διότι, ἄν συμφιλιωθεῖς μέ τόν ἀδελφό σου πρίν νά βραδιάσει, τότε μπορεῖ νά ἔχεις ἀπό τόν Θεό κάποια συγνώμη. Ἄν ὅμως ἐξακολουθεῖς νά παραμένεις στήν κατάσταση τῆς ἔχθρας καί μετά τή δύση τοῦ ἡλίου, τότε πλέον ἡ ἀπέχθειά σου αὐτή δέν εἶναι ἀποκύημα τοῦ θυμοῦ καί τῆς ὀργῆς, πού καταλαμβάνει αἰφνιδίως τήν ψυχή, ἀλλά προέρχεται ἀπό φθονερή καρδιά καί ἀπό ψυχή ἐμπαθῆ πού ζεῖ στήν πονηρία καί τρέφει τήν κακία.
Καί δέν εἶναι μόνο αὐτό τό κακό, ἀλλά ἡ καθυστέρηση τῆς συνδιαλλαγῆς μέ τόν ἀδελφό, κάνει δυσκολοτερη καί τή συμφιλίωση. Πράγματι, ἄν περάσει μία ἡμέρα, ἡ ντροπή πού αἰσθάνεσαι γίνεται μεγαλύτερη. Καί ἄν προστεθεῖ καί δεύτερη ἡμέρα, αὐτή αὐξάνεται περισσότερο. Κι ἄν φθάσεις στήν τρίτη καί στήν τέταρτη ἡμέρα, σίγουρα θά προσθέσεις καί πέμπτη. Ἔτσι οἱ πέντε γίνονται δέκα, οἱ δέκα εἴκοσι, οἱ εἴκοσι ἑκατό ἡμέρες. Καί τελικά ἡ πληγή στό τέλος μένει ἀθεράπευτη. Πραγματικά, ὅσο περνᾶ ὁ χρόνος, τόσο περισσότερο ἀπομακρυνόμαστε ἀπό τή συμφιλίωση καί τήν ἀγάπη»[28].

Προφάσεις μή συγχώρησης.

Κάποιοι πού δέν θέλουν νά συγχωρήσουν προβάλλουν δικαιολογίες: «Γιά νά μή γίνη χειρότερος, γιά νά μήν τό θεωρήσει ἀδυναμία, γιά νά μή μέ ἐκμεταλλευτεῖ χειρότερα» λέγουν. Νά τί λέει γι’ αὐτά ὁ Ἱερός Χρυσόστομος: : «Δέν θέλω νά συμφιλιωθῶ», λένε, «μέ τόν ἐχθρό μου γιά νά μήν τόν κάνω χειρότερο μέ τήν ὑποχώρησή μου, νά μήν τόν κάνω σκληρότερο, γιά νά μή φθάσει νά μέ περιφρονήσει περισσότερο μετά ἀπό τή στάση μου αὐτή». Πολλές φορές μάλιστα προσθέτουν καί αὐτό ἐδῶ: «Πολλοί θά νομίσουν», λένε, «ὅτι, τό νά ἔρχομαι πρῶτος ἐγώ πρός τόν ἐχθρό μου καί νά τοῦ προσπέφτω γιά συμφιλίωση, τό κάνω ἀπό ἀδυναμία καί μόνο».
Αὐτά ὅλα εἶναι ἀνόητα λόγια. Διότι ὁ ἀκοίμητος ὀφθαλμός γνωρίζει τή διάθεσή σου. Γι' αὐτό δέν πρέπει νά προσέχεις τί θά ποῦν οἱ συνάνθρωποί σου, ἀφοῦ ἐσύ, μέ τήν πνευματική σου κατάσταση, ἔχεις ἤδη πείσει τόν Κριτή σου, Ἐκεῖνον πού πρόκειται νά ἐξετάσει τά ἔργα σου.
Ἄν τώρα φροντίζεις νά μή γίνει χειρότερος ὁ ἐχθρός σου, λόγω τῆς δικῆς σου ὑποχωρητικότητας καί ἐπιείκειας, πρέπει νά ξέρεις καί τοῦτο: Αὐτός δέν γίνεται χειρότερος μέ τήν ἐπιείκειά σου, ἀλλά χειροτερεύει ἀπό τό ὅτι ἐσύ δέν συμφιλιώνεσαι μαζί του. Διότι, ἔστω κι ἄν αὐτός εἶναι ὁ πιό ἀχρεῖος ἀπ' ὅλους, ἔστω κι ἄν δέν παραδέχεται τό λάθος του καί δέν τό διακηρύττει, ὅταν μείνει μέ τόν ἑαυτό του, θά ἀποδεχθεῖ καί θά ἐκτιμήσει τή στάση σου καί θά ντραπεῖ μέσα στήν καρδιά τοῦ ἐξαιτίας τῆς πραότητας πού ἐσύ ἔχεις δείξει. Ἄν δέν τό κάνει αὐτό καί παραμείνει στήν κακία του, ἐνῶ τοῦ φέρεσαι τιμητικά καί τόν περιποιεῖσαι, ε, τότε θά ἔχει τόν Θεό ὡς μέγα παιδαγωγό»[29].
Ὁ Θεός δέν συγχωρεῖ κάποιον, πού ἐμεῖς συγχωροῦμε ὅταν βλέπει ὅτι θά γίνει χειρότερος. Ἔχουμε τό παράδειγμα τοῦ Μωυσῆ καί τῆς ἀδελφῆς του Μαριάμ: «Καί, γιά νά μάθετε» διδάσκει ὁ ἱερός Χρυσόστομος «ὅτι, ἔστω κι ἄν ἐμεῖς παρακαλέσουμε τόν Θεό νά συγχωρήσει τούς ἐχθρούς μας καί ὅσους μᾶς ἔχουν ἀδικήσει, ὁ Θεός δέν τούς συγχωρεῖ, ἄν πρόκειται νά γίνουν χειρότεροι μέ τή δική μας ἀνεξικακία, θά σᾶς διηγηθῶ, μία παλαιά ἱστορία.
Καταλάλησε κάποτε ἡ Μαρία, τόν ἀδελφό της, τόν προφήτη Μωυσῆ. Τί ἔκανε ὅμως ὁ Θεός; Ἐπέτρεψε νά ἔλθει ἐπάνω της λέπρα καί νά γίνει ἀκάθαρτη, ἄν καί ὡς πρός ὅλα τ' ἄλλα ἦταν διακριτική καί μετρημένη. Στή συνέχεια, ἄν καί παρακαλοῦσε ὁ Μωυσῆς, ποῦ καταλαλήθηκε ἀπ' αὐτή, τόν Θεό νά παύσει τήν ὀργή Του, Ἐκεῖνος δέν τό δέχθηκε, ἀλλά τί εἶπε; «Ἄν ὁ πατέρας της τήν ἔφτυνε στό πρόσωπο, δέν θά ντρεπόταν; «Ἄς μείνει», λέει, «ἔξω ἀπό τήν παρεμβολή ἑπτά ἡμέρες» (Ἀριθμ. 12, 14). Μ’ αὐτό εἶναι σάν νά τοῦ ἔλεγε ὁ Θεός: Ἄν εἶχε πατέρα καί τῆς ἔλεγε, φύγε ἀπό μπροστά μου, δέν θά ὑπέφερε τό μάλλωμα αὐτό; Ἐσένα μέν Μωυσῆ, σέ ἐπαινῶ γιά τή φιλάδελφη ἀγάπη σου καί γιά τήν πραότητα καί τήν καλωσύνη σου, ἐγώ ὅμως γνωρίζω πότε πρέπει νά τήν ἀπαλλάξω ἀπό τήν ἐπιτίμηση καί τήν τιμωρία.
Δεῖξε λοιπόν κι ἐσύ καλή διάθεση γιά τόν ἀδελφό σου καί, ὅταν τοῦ συγχωρεῖς τά ἁμαρτήματά του, νά μήν τοῦ τά συγχωρεῖς ἐπειδή μέσα σου καλλιεργεῖς τήν ἐπιθυμία νά τιμωρηθεῖ περισσότερο, ἀλλά νά τόν συγχωρεῖς ἀπό φιλοστοργία καί καλή πνευματική τοποθέτηση ἀπέναντί του. Ἐκεῖνο δέ νά γνωρίζεις σαφῶς, ὅτι ὅσο περισσότερο σέ περιφρονεῖ, ἐνῶ ἐσύ τόν περιποιεῖσαι καί τόν ὑπηρετεῖς, τόσο μεγαλύτερη κόλαση δημιουργεῖ ἐκεῖνος γιά τόν ἑαυτό του. Ἰσχυρίζεσαι λοιπόν ἀκόμη ὅτι ὁ ἀδελφός σου γίνεται χειρότερος ὅταν τόν περιποιεῖσαι; Αὐτό εἶναι γι' αὐτόν μειονέκτημα, καί κατηγορία, ἐνῶ γιά σένα αὐτό εἶναι πλεονέκτημα καί ἐγκώμιο. Διότι, ἄν καί τόν βλέπεις νά εἶναι πράγματι τέτοιος, ἐσύ γιά τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, δέν σταμάτησες νά κρατᾶς θετική στάση ἀπέναντί του. Καί γι' αὐτόν κάτι τέτοιο εἶναι ἔγκλημα, ἀφοῦ δέν τόν ὠφέλησε ἡ δική σου ὑποχωρητικότητα καί δέν ἔγινε καλύτερος.
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέει ὅτι εἶναι προτιμότερο νά κατηγοροῦνται οἱ ἄλλοι γιά τά παραπτώματά τους ἐναντίον μας, παρά ἐμεῖς γιά τά πταίσματά μας πρός αὐτούς. Δέν ἁρμόζει ἐπίσης νά λές τά ἀνόητα καί χωρίς περιεχόμενο ἐκεῖνα λόγια. Νά λές δηλαδή, αὐτό τό «μήπως νομίσει ὁ ἀδελφός ὅτι ἀπό φόβο ἔτρεξα πρῶτος καί τοῦ πρόσπεσα καί ἔτσι μέ περιφρονήσει περισσότερο». Αὐτά εἶναι λόγια πού προέρχονται ἀπό ψυχή ἀνώριμη καί παιδική καί τά κινεῖ ἡ ἀνθρώπινη φιλοδοξία.
Ἄς θεωρήσει ὁ ἀδελφός ὅτι πῆγες νά συμφιλιωθεῖς μαζί του ἀπό φόβο, καί θά σού εἶναι μεγαλύτερος ὁ μισθός. Διότι, ἄν καί γνώριζες ἐκ τῶν προτέρων ὅτι ἔτσι θά ἐκλάβει τήν κίνησή σου αὐτή πρός τό πρόσωπό του, γιά τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ὑπομένεις τά πάντα. Πράγματι, ἐκεῖνος πού ἐπιδιώκει τή δόξα τῶν ἀνθρώπων καί ἀπό ματαιοδοξία συμφιλιώνεται μέ τόν ἀδελφό του, ἐλαττώνει τό κέρδος πού θά δεχθεῖ ὡς ἀμοιβή ἀπό τόν Θεό. Ἐκεῖνος ὅμως πού γνωρίζει ἀκριβῶς ὅτι πολλοί θά τόν κατακρίνουν καί θά γελάσουν εἰς βάρος του, καί παρά ταῦτα δέν ἀποφεύγει τή συμφιλίωση, θά λάβει διπλάσια καί τριπλάσια χάρη. Καί αὐτός εἶναι κυρίως ἐκεῖνος πού ὅ,τι κάνει, τό κάνει γιά τόν Θεό.
Μή μοῦ λές ὅτι ὁ ἀδελφός σ' αὐτό καί σ' ἐκεῖνο σέ ἀδίκησε. Διότι, ἔστω κι ἄν ἀκόμα ὑποθέσουμε, ὅτι αὐτός καί τή χειρότερη μορφή κακίας τήν ἐκτόξευσε πρός ἐσένα, ἀκόμη καί σ' αὐτή τήν περίπτωση, ἔχεις ἐντολή ἀπό τόν Θεό ὅλα νά τοῦ τά συγχωρήσεις»[30].

Πῶς θά συγχωρήσουμε

Γιά νά μπορέσουμε νά συγχωρήσουμε ἤ/καί νά ζητήσουμε συγγνώμη χρειάζεται ταπείνωσι, καί τό νά «δοῦμε» πνευματικά τά πράγματα. Ἄς προσευχόμεθα γιά αὐτούς πού μᾶς ἀδικοῦν: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησέ τον καί ἐλέησε καί ἐμένα μέ τίς εὐχές του». Μᾶς διδάσκει ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής: «Ἐάν μὲν σὺ μνησικακῇς τινι, προσεύχου ὑπὲρ αὐτοῦ, καὶ ἱστᾶς τὸ πάθος τῆς κινήσεως, χωρίζων τὴν λύπην διὰ τῆς προσευχῆς, ἐκ τῆς μνήμης τοῦ κακοῦ, οὗπερ σοι ἐποίησεν· ἀγαπητικὸς δὲ γενόμενος καὶ φιλάνθρωπος, παντελῶς ἐκ τῆς ψυχῆς τὸ πάθος ἐξαφανίσῃς. Ἐὴν δὴ ἄλλος σοι μνησικακῇ, χαριστικὸς γενοῦ πρὸς αὐτὸν καὶ ταπεινὸς καὶ καλῶς συναυλίζου καὶ ἀπαλλάττεις αὐτὸν τοῦ πάθους»[31].
«Παραπονιέσαι» συμβουλεύει ὁ Γέροντας Γερμανός Σταυροβουνιώτης «ὅτι δέν σού συμπεριφέρονται καλά αὐτοί μέ τούς ὁποίους συναναστρέφεσαι. Ἄκου τή συμβουλή μου: Ἐάν κάποιος δέν σού συμπεριφέρεται καλά, ἐσύ νά τοῦ συμπεριφέρεσαι μέ καλωσύνη. Ὅλη ἡ ὑπόθεση θέλει ταπείνωση. Ἄς ποῦμε ἕνα παράδειγμα: Σού λέγει κάποιος πώς ἡ δουλειά σου δέν εἶναι καλή. Νά τοῦ πῆς: “Εὐχαριστῶ, πού μέ συμβουλεύεις. Βοήθησε μέ νά γίνω καλύτερος. Λέγε μου τά λάθη μου, γιά νά τά διορθώσω”. Νά δέχεσαι ἀπ’ ὅλους συμβουλές, ἀπό ταπείνωση ὅμως καί ὄχι ἀπό δειλία. Ἔτσι θά διατηρῆς στήν ψυχή σου τήν οὐράνια χαρά καί τήν εἰρήνη.
Σού εἶπε ὁ ἀδελφός σου ὅτι εἶσαι ὕπουλος! Πάρε τό γιά ἀστεῖο, καί μή σού κακοφανῆ! Ἀλλά, κι ἄν ἀκόμη τό ἐννοοῦσε, σέ ἐρωτῶ: Μήπως στήν πραγματικότητα δέν εἴμαστε ὅλοι ὕπουλοι; Ποιός μπορεῖ νά ἰσχυρισθῆ πώς εἶναι παντοῦ καί πάντοτε εὐθύς καί εἰλικρινής; Πές ὅτι σου τό εἶπε αὐτό ὁ ἀδελφός σου κατά παραχώρηση Θεοῦ, γιά νά ταπεινωθῆς καί νά διορθωθῆς. Καί ἐσύ νά νοιώθης ὄχι ἀντιπάθεια, ἀλλά ἀγάπη καί εὐγνωμοσύνη γιά τόν ἀδελφό σου, πού, ἔστω καί μ’ αὐτό τόν τρόπο, σέ βοηθᾶ νά διορθωθῆς καί νά σωθῆς!
Ὅταν σέ λυποῦν ἤ ὅταν σέ προσβάλλουν, τότε νά ἐνθυμῆσαι τά Πάθη τοῦ Κυρίου μας: Ὅταν τόν ὕβρισαν, αὐτός δέν ὕβριζε ὅταν τόν εἰρωνεύονταν, αὐτός δέν εἰρωνευόταν ὅταν τόν κτυποῦσαν, αὐτός δέν κτυποῦσε ὅταν τόν κακολογοῦσαν, αὐτός δέν κακολογοῦσε ἀλλά σ’ ὅλα αὐτά ἀνταποκρινόταν μέ ἠρεμία: “Εἰ κακῶς ἐλάλησα, μαρτύρησον περί τοῦ κακού” (Ἰω. ἰη’ 23). Καί προσευχόταν γιά τούς σταυρωτές Του. Νά ζοῦμε, ὅπως ἔζησε ὁ Χριστός δηλαδή μέ ταπείνωση, μέ ὑπακοή, μέ ἀνεξικακία. Νά φροντίζουμε νά Τόν μιμούμαστε, ὅσο γίνεται, σέ ὅλα. Μετά χαρᾶς νά βαδίζουμε τή στενή καί τεθλιμμένη ὁδό, καί νά μισοῦμε τόν φαρδύ καί ἀστόχαστο βίο.
Πρόσεξε νά μή σού κακοφαίνεται, ὅταν σου ποῦν λόγο σκληρό. Οἱ λόγοι οἱ σκληροί, οἱ ὑβρισιές, οἱ καταφρονήσεις ἁπαλλάτουν τόν ἄνθρωπο ἀπό τούς κακούς λογισμούς, καί μάλιστα τούς αἰσχρούς. Τόν ἁπαλλάτουν ἀπ’ ὅλα τά πάθη, ἀρκεῖ νά ὑπομένη ὅλα αὐτά ἀγόγγυστα. Ὅταν φθάσης στό σημεῖο νά εὐχαριστεῖσαι, ὅταν σέ καταφρονοῦν, σέ ὑβρίζουν καί σέ συκοφαντοῦν, τότε νά ξέρης σίγουρα ὅτι θά ἀπολαύσης στέφανον ἀμάραντον στούς οὐρανούς.
Ἄν σέ κοροϊδεύουν, ἐσύ κᾶνε καλούς λογισμούς, παῖρνε τό π.χ. γιά ἀστεῖο, καί ἔτσι φεύγει εὔκολα ἡ παρεξήγηση καί τό σκάνδαλο. Νά σᾶς πῶ ἕνα παράδειγμα: Στό διακόνημα τῆς γεωργίας, εἶχα δύο λαϊκούς βοηθούς, μισθωτούς της Μονῆς. Ὁ ἕνας ἦταν ἔμπειρος στή γεωργία, ἐνῶ ὁ ἄλλος ἐργαζόταν προηγουμένως ὡς κουρέας, καί μόνο πρόσφατα εἶχε ἀρχίσει νά ἐπιδίδεται καί αὐτός στή γεωργία. Ὁ ἔμπειρος ἦταν μικρότερος στήν ἡλικία ἀπό τόν ἄλλο. Κι ὅμως τόν πείραζε, ἀποκαλώντας τόν “ψωμά”, ὑπονοώντας ὅτι δέν ἦταν ἄξιος στή δουλειά του, ἀλλά μόνο γιά νά τρώη ψωμί ἦταν ἱκανός. Ὅμως ὁ ἄλλος ἦταν πράος καί ἀνεξίκακος, ἄν καί ἦταν μεγαλύτερος καί εἶχε καί δέκα παιδιά. Ἔλεγε μέ τόν λογισμό του: “γιατί νά μοῦ κακοφανῆ, ἄν μέ ἀποκάλεσε “ψωμά”; Ἄς τόν νά λέη. Δέν πειράζει!” Δηλαδή ταπεινώθηκε ἑκούσια, ἐξέλαβε τήν προσβολή γιά ἀστεῖο, δέν στενοχωρήθηκε, καί ἔτσι κέρδισε ὅ,τι πιό πολύτιμο: Τή Χάρη τοῦ Θεοῦ!»[32]
 
Θαυμαστά περιστατικά συγχωρητικότητας μέ τόν Γέροντα Ἐπιφάνιο Θεοδωρόπουλο
 «Ὑπῆρχε κάποιος κληρικός, ὁ ὁποῖος, γιά κάποιους λόγους, δέν χαιρετοῦσε τόν Γέροντα ὅταν τόν συναντοῦσε, καίτοι γνωρίζονταν. Καί ἐνῶ ὁ π. Ἐπιφάνιος πάντοτε τόν χαιρετοῦσε, ἐκεῖνος ἄλλοτε ἄλλαζε δρόμο καί ἄλλοτε ἔστρεφε τό κεφάλι τοῦ ἀλλοῦ. Κάποια φορᾶ συναντήθηκαν πάνω σέ μία μικρή γέφυρα. Ὁ π. Ἐπιφάνιος καί πάλι τόν χαιρέτησε. Τότε ἐκεῖνος ξέσπασε σέ φωνές:
-Ὑποκριτή! Φαρισαῖε! Μέ χαιρετᾶς κι ἀπό πάνω!
Ὁ π. Ἐπιφάνιος συνέχισε ἤρεμα:
-Εὐλογεῖτε. Τήν εὐχή σας, καί προχώρησε στό δρόμο του.
Μετά ἀπό λίγες μέρες ὁ Γέροντας ἐπιδιώκει νά συναντηθεῖ μέ κοινό τους γνωστό.
-Πές στόν πατέρα Χ ὅτι ἐγώ δέν θά παύσω νά τόν ἀγαπῶ καί θά τόν χαιρετῶ, ὅταν τόν βλέπω. Ἐάν συνεχίσει αὐτή τήν τακτική, θά πάει στήν Κόλαση. Ἄς προσέξει!
Ὕστερα ἀπό λίγο καιρό, βλέποντας ὁ Κληρικός αὐτός τήν καλή ἐπιμονή τοῦ Γέροντα, «ἔσπασε» καί ἄρχισε κι αὐτός νά τόν χαιρετᾶ.
  Γιά τόν Γέροντα ἦταν τό φυσικότερο πράγμα, παρά τό ὅτι εἶχε ἰσχυρότατη μνήμη, νά ξεχνᾶ τίς προσβολές καί τούς ἐξευτελισμούς τῶν ἄλλων ἤ τίς ἀνυπακοές τῶν ὑποτακτικῶν του πρός αὐτόν.
Κάποτε ἕνας ὑποτακτικός του ἀντιμίλησε ἔντονα σχετικά μέ κάποιο διακόνημα. Ὁ Γέροντας ἔδειξε ἐξωτερικά ὅτι ταράχθηκε. Τό βράδυ, ὅπως ἦταν φυσικό, πῆγε ὁ ὑποτακτικός νά τοῦ βάλει μετάνοια. Τήν ὥρα αὐτή εἶχε πάει ὁ Γέροντας νά ἐπισκεφθεῖ κάποιον ἀσθενοῦντα ἀδελφό, στό κελλί τοῦ ὁποίου εὐρίσκοντο καί ἄλλοι τέσσερις-πέντε πατέρες. Ὁ ἀδελφός ἔβαλε μετάνοια, ὁ Γέροντας ὅμως δέν θυμόταν τίποτε ἀπό τό ἀπογευματινό συμβάν.
-Τί ἔγινε, παιδί μου; Γιά θύμισέ μου!
-Μά, Γέροντα, δέν θυμάσθε τήν ἀπογευματινή ἀντιλογία μου καί τήν ἀπείθειά μου στό τάδε θέμα;
Ὅποτε ὁ Γέροντας λέει χαμογελώντας ἐλαφρά:
-Εἰλικρινά σου λέω, δέν θυμόμουν τίποτε! Τώρα μου θύμισες τό περιστατικό!
  Μία φορά, θυμᾶται κάποιος, πηγαίνοντας σ’ ἕνα νοσοκομεῖο μέ αὐτοκίνητο πνευματικοῦ του τέκνου περάσαμε ἀπό τήν Ὁμόνοια. Σταματήσαμε σ’ ἕνα φανάρι ὅποτε κάποιος ἀπ’ ἔξω βλέποντας τόν Γέροντα ἔκανε ἕνα σχῆμα φτυσίματος κοροϊδεύοντας ταυτόχρονα χυδαῖα τόν Ἱερέα τοῦ Θεοῦ.
Ἐμεῖς νευριάσαμε καί θέλαμε νά τοῦ ζητήσουμε τό λόγο, ἀλλά μᾶς πρόλαβε ὁ Γέροντας:
-Ἄς εἶσαι καλά! Εἰρήνη σοί! Καί τόν εὐλόγησε.
  Ὅταν βρισκόταν στήν ἐπιθανάτια κλίνη, ἦρθε στό διαμέρισμά του μέ σκοπό νά τόν δεῖ κάποια κυρία, ἡ ὁποία παλαιότερα τόν εἶχε στεναχωρήσει. Ἐν ἀγνοία τοῦ Γέροντα ὅμως κάποιος ἀπό ἐκείνους οἱ ὁποῖοι τόν ἐξυπηρετοῦσαν, ἔκρινε καλό νά μήν τῆς ἐπιτρέψει τήν εἴσοδο λόγω τῆς στάσεώς της, προβάλλοντας ὡς ἐπιχείρημα τό ὅτι δέν μποροῦσε τότε ὁ ἀσθενής.
Ὅταν τό ἔμαθε ὁ Γέροντας πικράθηκε πολύ, μάλωσε τό πνευματικοπαίδι του καί τοῦ ἐπέστησε τήν προσοχή, ὅταν θά ξαναρχόταν ἡ κυρία νά τῆς ἔλεγε νά περάσει νά τόν δεῖ.
Πράγματι σέ μία νέα ἐπίσκεψή της τή δέχθηκε ὁ Γέροντας μέ πολλή ἀγάπη καί ἀνεξικακία
Κάποιος ἀξιωματοῦχος τῆς Ἐκκλησίας μέ Ἐγκύκλιό του τόν διέσυρε κάποτε ἀπαιτώντας τήν καθαίρεσή του, διότι ὁ γέροντας ἀγωνιζόταν κατά τοῦ μεταθετοῦ τῶν Ἐπισκόπων. Μετά ἀπό κάμποσο καιρό ὅμως ὁ ἀξιωματοῦχος αὐτός περιῆλθε σέ δεινή θέση λόγω μηνύσεως ἐναντίον του.
Τήν ὑπόθεση μάλιστα τή χειριζόταν Ἐπίσκοπος, ὁ ὁποῖος ἀγαποῦσε καί ἐκτιμοῦσε τόν Γέροντα. Πίστεψε λοιπόν, ὁ καημένος ὁ κατηγορούμενος ὅτι παρουσιάσθηκε ἡ χρυσή εὐκαιρία στόν π. Ἐπιφάνιο νά πάρει τήν ἐκδίκησή του.
Τί νά κάνει; «Τήν ἀνάγκη φιλοτιμίαν ποιούμενος», ἦλθε σέ ἐπαφή μαζί του καί τόν παρεκάλεσε νά μεσολαβήσει γιά νά μήν ἔχει ἄσχημες συνέπειες γι’ αὐτόν ἡ ὅλη ὑπόθεση.
Ὅλοι τότε προέτρεπαν τόν Γέροντα νά μή μεσολαβήσει, ὥστε ἐκεῖνος νά τιμωρηθεῖ.
Ὁ π. Ἐπιφάνιος ὅμως, ἐραστής τῆς ἀγάπης πρός τούς ἐχθρούς, ἐδήλωσε ὅτι θά ἐνεργήσει κατά τήν ἐντολή τῆς ἀγάπης. Πράγματι παρενέβη καί ἔσωσε αὐτόν ὁ ὁποῖος τόν εἶχε ἀδικήσει. Ἡ χαρά καί ἡ ἀγαλλίασή του ἦταν μεγάλη, ὅταν ἀνεκοίνωσε στά πνευματικοπαίδια τοῦ τό ἀποτέλεσμα τῆς μεσολαβήσεώς του:
- Σήμερα πῆρα τήν «ἐκδίκησή» μου!
  Κάποιος Ἱερεύς, προϊστάμενος ἱεροῦ ναοῦ, ἐμπόδισε ἀνεξηγήτως τό πλῆθος τῶν κληρικῶν καί ἱεροψαλτῶν, προσκεκλημένων στό γάμο τοῦ ἀδελφοῦ του π. Ἐπιφανίου, νά λάβουν μέρος σ’ αὐτόν. Ὁ Γέροντας πρότεινε σέ ὅλους νά συμμορφωθοῦν μέ τήν παράλογη ὁπωσδήποτε ἐπιθυμία τοῦ Ἱερέως αὐτοῦ, ὅπως καί ἔγινε.
Μετά τό πέρας τοῦ Μυστηρίου, θυμᾶται πνευματικό του τέκνο, καί ἐνῶ εἴχαμε ἀπομακρυνθεῖ μέ τό αὐτοκίνητό μας, ὁ Γέροντας παρεκάλεσε τόν ὁδηγό νά ἐπιστρέψει στό ναό χωρίς νά μᾶς δώσει ἐξηγήσεις γιά τόν σκοπό τῆς ἐπανόδου. Ὅταν ἐπανῆλθε, ἦταν ὅλος χαρά καί μᾶς ἀνακοίνωσε:
-Πῆγα καί ζήτησα συγγνώμη ἀπό τόν προϊστάμενο Ἱερέα, διότι μέ τήν παρουσία μᾶς ἐγίναμε ἀφορμή νά λυπηθεῖ.
Στή συνέχεια μᾶς ἀπεκάλυψε, ὅτι ὁ Ἱερεύς συναισθάνθηκε τό σφάλμα του καί ζήτησε συγγνώμη δηλώνοντας πώς μία ἀνεξήγητη καί μόνο ἐμπάθεια τόν ὁδήγησε στήν παράφορη ἐκείνη ἐνέργειά του.
  Ἕνα πρώην πνευματικό του τέκνο, ἄστοχα φερόμενο καί παρά τήν ἀντίθετη γνώμη τοῦ Γέροντα, χειροτονήθηκε. Ὁ π. Ἐπιφάνιος ἐθλίβη βαθύτατα καί τοῦ τό διεμήνυσε. Ἡ θλίψη βέβαια παρερμηνεύθηκε ἀπό τόν νέο ἐκεῖνο. Ἔτσι μία μέρα ἦλθε στό σπίτι του καί ἔμπλεως θυμοῦ, χωρίς νά ἐλέγχει τόν ἑαυτό του, ἀρχίζει νά ἐπιτιμᾶ τόν π. Ἐπιφάνιο καί νά τόν ἀποκαλεῖ ἐμπαθῆ, πικρόχολο, φθονερό, ἐγωιστή κ.λπ.. Ὁ Γέροντας τόν ἄκουε σκυφτός καί ἀμίλητος. Κι ἐκεῖ πού περιμέναμε ἀπό στιγμή σέ στιγμή νά τόν ἀνακόψει ὡς χείμαρρος καί νά τόν συνεφέρει ἀπό τήν ἐκτροπή του, αὐτός σήκωσε τά μάτια του καί δακρυσμένος τοῦ εἶπε:
-Σ’ εὐχαριστῶ, παιδί μου, γιά ὅσα λές. Ἄν ἀνοίξεις μάλιστα τήν καρδιά μου, θά δεῖς ὅτι εἶμαι χειρότερος ἀπ’ ὅ,τι μέ ὀνομάζεις.
  Κάποιος νόμιζε ὅτι ὁ Γέροντας τόν εἶχε ἀδικήσει. Δέν ἤθελε δέ νά δεχθεῖ μέ κανένα τρόπο τίς ἐξηγήσεις του. Πῆγε καί τόν βρῆκε γεμάτος θυμό καί τόν περιέλουσε μ’ ἕνα καταιγισμό κατηγοριῶν καί ὕβρεων. Ὁ Γέροντας τόν ἄκουσε σιωπηλός μέχρι τέλους καθαρίζοντας ἕνα μῆλο.
Μόλις τελείωσε τό ὑβρεολόγιο, τοῦ προσφέρει ἕνα κομμάτι λέγοντάς του:
-Μήπως θέλεις, παιδί μου, λίγο μῆλο;
Δεύτερο ὑβρεολόγιο:
-Ὄχι ἀπό σένα, ὑποκριτή!..., καί σηκώνεται ἀπότομα νά φύγει. Τόν σταματάει ὁ Γέροντας καί τοῦ λέει:
-Μόνο ἕνα λόγο θά σού πῶ: Ἡ ζωή ἔχει πολλά γυρίσματα. Ἄν ποτέ βρεθεῖς σέ ἀνάγκη καί νομίζεις ὅτι μπορῶ νά σέ βοηθήσω, μή διστάσεις νά μοῦ χτυπήσεις τήν πόρτα, φοβούμενος ὅτι ἐγώ θά θυμᾶμαι αὐτά τά ὁποία μου εἶπες σήμερα. Ἤδη τά ἔχω ξεχάσει. Στήν εὐχή τοῦ Θεοῦ νά πᾶς παιδί μου!
Πράγματι μετά ἀπό μερικά χρόνια, τοῦ χτύπησε τήν πόρτα σκέτο ναυάγιο τῆς ζωῆς. Ὄχι μόνο βοηθήθηκε τότε καί στηρίχθηκε, ἀλλά καί ἔγινε τακτικός ἐπισκέπτης τοῦ ἐξομολογητηρίου τοῦ Γέροντα, ταπεινός καί συντετριμμένος.
Κάποιος πού εἶχε πικράνει πάρα πολύ τόν Γέροντα ἐπέστρεψε μετά ἀπό χρόνια κοντά τοῦ ἀπογοητευμένος ἀπό τή μετέπειτα ζωή του. Ἐξ ἀφορμῆς αὐτοῦ ἔλεγε ὁ π. Ἐπιφάνιος:
-Ὅσο κι ἄν μᾶς πικράνει κάποιος, ἄς μήν τοῦ ἀνταποδίδουμε τήν πικρία τήν ὁποία μᾶς προξένησε, γιά νά μένει ὁ δρόμος ἀνοιχτός νά ἐπιστρέψει, ὅταν βρεθεῖ σέ ἀνάγκη»[33].

Ἐπίλογος

     «Ἄνθρωπος πού δέ συγχωρεῖ» παρατηρεῖ ὁ σεβ. Αὐγουστῖνος, «δέν εἶναι Χριστιανός. Εἶναι ζῶο, θηρίο. Λένε ὅτι, ἄν κάποιο παιδί πειράξει τήν καμήλα, αὐτή δέν τό ξεχνάει. Μπορεῖ νά περάσουν χρόνια, ἄλλ' ἅμα τό πετύχει στό δρόμο, θά τό τσάκιση- δέ συγχωρεῖ. Γι' αὐτό λέμε «αὐτός ὁ ἄνθρωπος μοιάζει μέ καμήλα, δέ συγχωρεῖ-κρατάει βαθειά μέσα του τήν ἐκδίκηση». Ἀντιθέτως αὐτός πού συγχωρεῖ ἀπό τήν καρδιά του, μοιάζει - μέ ποιόν; Μέ τόν Θεό. Ὁ Θεός συγχωρεῖ, διαρκῶς συγχωρεῖ. Εἶναι μακρόθυμος, πολυέλεος καί πολυεύσπλαχνος. 'Ἐμᾶς μᾶς φταίει ὁ γείτονάς μας, γιατί μᾶς πείραξε, γιατί τό ζῶο του μπῆκε στό χωράφι μας..., γιά μικρά καί ἀσήμαντα πράγματα. Ἀλλ' ἐκεῖνα πού φταῖμε ἐμεῖς στό Θεό εἶναι πολύ μεγάλα. Φταῖμε, ἁμαρτάνουμε συνεχῶς. Ἁμαρτάνουμε μέ τά μάτια μας, μέ τ' αὐτιά μας, μέ τά χέρια μας, μέ τό κορμί μᾶς- ἁμαρτάνουμε τήν ἡμέρα, τή νύχτα, στό καφενεῖο, στό δρόμο, στά χωράφια, ἁμαρτάνουμε ἀκόμα καί μέσ' στήν ἐκκλησία. Ποιός μπορεῖ νά μετρήση τίς ἁμαρτίες τοῦ ἄνθρωπου; Ἄβυσσος, «μύρια τάλαντα» ποῦ λέει τό εὐαγγέλιο (Μάτθ. 18,24), ἀμέτρητα τ' ἁμαρτήματά μας, ἀστρονομικός ἀριθμός. «Ἁμαρτιῶν μου τά πλήθη καί κριμάτων σου ἀβύσσους, τίς ἐξιχνιάσει, ψυχοσῶστα Σωτήρ μου;» (τροπ. Κασσιανῆς, δοξ. Αἶν. Μ. Τετάρτης).Καί τί κάνει ὁ Θεός; μᾶς συνερίζεται; 'Ἄν μᾶς συνεριζόταν, ἄν γιά κάθε ἁμαρτία ποῦ κάνουμε, γιά κάθε βλαστήμια ποῦ ἀκούγεται, ἔπεφτε ἕνα ἀστροπελέκι, θά εἴχαμε καεῖ ὅλοι. Μᾶς συγχωρεῖ, συνεχῶς συγχωρεῖ τ' ἁμαρτήματά μας. Γι' αὐτό κ' ἐμεῖς νά εἴμεθα συγγνωμικοί. Αὐτό ζητᾶ ἀπό μας. Ὅπως ἐκεῖνος συγχωρεῖ τ' ἁμαρτήματά μας, τά μεγάλα καί ἀμέτρητα, ἔτσι κ' ἐμεῖς νά συγχωροῦμε τούς ἄλλους- οἱ νύφες τίς πεθερές, οἱ πεθερές τίς νύφες, ὁ ἄντρας τή γυναίκα του, ὁ πατέρας τό παιδί του, οἱ χωριανοί τούς συγχωριανούς τους. Δῶστε μου, δῶστε μου ἕνα χωριό ὅπου ὑπάρχει συγγνώμη, ἔλεος, ἀγάπη- παράδεισος εἶναι. Δῶστε μου ἕνα ἄλλο χωριό, ὅπου δέν ὑπάρχει συγχώρησις καί ἔλεος- κόλασις εἶναι. Κόλασις ἔγινε ἤ γῆ, γιατί σβήσαμε τά λόγια του Χριστοῦ μας, τά ἀπέριττα καί αἰώνια λόγια «Ἀγαπᾶτε ἀλλήλους» (Ἰωάν. 13,34)»[34]
Ἡ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας ἀναφέρει ὅτι ὁ ἀπόστολος Ἰάκωβος, ὁ ἀδελφός τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου, τήν ὥρα πού ὁδηγεῖτο στό μαρτύριο, συνάντησε στό δρόμο ἐκεῖνον πού τόν εἶχε καταδώσει. Τόν σταμάτησε καί τόν φίλησε λέγοντας:
-Εἰρήνευε, ἀδελφέ.
Βλέποντας ἐκεῖνος τήν τόση ἀνεξικακία, ἐθαύμασε κι ἐφώναξε μέ ἐνθουσιασμό:
-Χριστιανός εἶμαι ἀπό σήμερα κι ἐγῶ.
Ὕστερα ἀπ’ αὐτή τήν ὁμολογία, τόν ἀποκεφάλισαν μαζί μέ τόν Ἀπόστολο.
   Ἀγαπητοί μου, ἄς ξεριζώσει ὁ Θεός ἄπ' τήν καρδιά μας τό ἀγκάθι ποῦ λέγεται μνησικακία, καί ἄς φυτέψει τό οὐράνιο λουλούδι, τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ μας. Ἔτσι θά εἴμαστε μιμηταί ἐκείνου, ποῦ πάνω ἄπ' τό σταυρό συγχώρησε τούς σταυρωτάς του. Ἔτσι θά μποροῦμε νά προσευχώμεθα καί νά λέμε τόν τρομερό ἐκεῖνο λόγο- «Καί ἄφες ἡμῖν τά ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καί ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν» (Μάτθ. 6,12). Διαφορετικά, εἴμεθα ψεῦτες καί θεομπαῖχτες ὅλοι, κλῆρος καί λαός. Αὐτή ἡ ὑπόσχεση εἶναι ὅρος συγχωρήσεως. Συγχωρεῖς; θά συγχωρηθεῖς· δέ συγχωρεῖς; χίλιοι παπάδες νά σού κάνουν μνημόσυνα, χίλιοι δεσποτάδες καί πατριαρχάδες νά πᾶνε στόν τάφο σου, δέν θά συγχωρηθεῖς. Συγχώρησε λοιπόν, γιά νά συγχωρηθεῖς».  

Τῼ ΔΕ ΘΕῼ ΔΟΞΑ ΠΑΝΤΟΤΕ ΝΥΝ ΚΑΙ ΑΕΙ ΚΑΙ ΕΙΣ ΤΟΥΣ ΑΙΩΝΑΣ ΤΩΝ ΑΙΩΝΩΝ ΑΜΗΝ!


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ ΚΑΙ ΔΙΔΑΧΕΣ ΠΕΡΙ ΑΝΕΞΙΚΑΚΙΑΣ
1)Θέλησε κάποτε νά δοκιμάσει δύο νεοφερμένους ἀδελφούς στή σκήτη ἕνας ἀπό τούς μεγάλους Γέροντες. Μπῆκε στό μικρό τους κῆπο κι' ἄρχισε νά καταστρέφει μέ τό ραβδί τοῦ ἕνα-ἕνα ὅλα τά λαχανικά. Οἱ ἀδελφοί τόν ἔβλεπαν ἀπό τήν μισάνοικτη πόρτα τοῦ κελιοῦ τους, ἀλλά δέν φανερώθηκαν ἕως ὅτου τά κατέστρεψε σχεδόν ὅλα. Ὅταν εἶχε μείνει πιά μία ρίζα μόνο κι' ἦταν ἕτοιμος νά τήν χαλάσει κι' αὐτή βγῆκε ἔξω ὁ νεώτερος καί τοῦ εἶπε μέ πολύ σεβασμό.
Ἄν εὐλογεῖ ἡ ἁγιοσύνη σου, Ἀββᾶ, ἄφησε τοῦτο νά τό μαγειρεύσω γιά νά σέ φιλοξενήσω.
Ἱκανοποιημένος ὁ Γέρων ἀπό τήν ἀνωτερότητα τοῦ ἀδελφοῦ τόν ἐφίλησε καί τοῦ εἶπε:
Βλέπω τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ νά ἀναπαύεται σέ σένα ἀδελφέ, γιά τήν πολλή σου ἀνεξικακία.
http://stratisandriotis.blogspot.gr/2010/07/blog-post_9918.html
 
2)Μία φορά μπῆκαν ληστές στήν καλύβα τοῦ Ἀββᾶ Εὐπρεπίου καί τοῦ πῆραν τά φτωχικά του πράγματα. Ὁ Γέρων ἦταν ἐκεῖ καί λέγουν μάλιστα πώς τούς βοήθησε νά τά φορτώσουν στίς καμῆλες τους. Ὅταν ἐκεῖνοι ἔφυγαν πιά, βρῆκε ὁ Ὅσιος ἕνα ραβδί, πού κάποιος φαίνεται πώς τό ξέχασε στή βιασύνη του. Τό πῆρε κι ἔτρεχε ἀπό πίσω τους, γιά νά τούς τό ἐπιστρέψει.
 Σ' ἕνα Κοινόβιο στό Ἅγιον Ὅρος κάποιος δόκιμος μίλησε μία φορά ἄσχημα στόν τυπικάρη ( ὁ ὑπεύθυνος μοναχός γιά τήν τήρηση τῶν διατάξεων πού ἀφοροῦν στίς Ἱερές Ἀκολουθίες τοῦ ἡμερονυκτίου καί γενικά γιά τήν ἐκκλησιαστική εὐταξία ), πού ἦταν καί ἱερομόναχος, γιατί τήν ὥρα πού διάβαζε στήν ἀκολουθία τοῦ ἔδειξε ποιό κοντάκιο νά πεῖ πρῶτα. Ἐνῶ πῆγε νά τόν βοηθήσει, ἐκεῖνος ἔγινε ἔξω φρενῶν. Μετά τήν ἀκολουθία ὁ δόκιμος κλείστηκε θυμωμένος στό κελλί του. Ὁ τυπικάρης γύρισε στόν ἑαυτό του, πῆρε τό βάρος ἐπάνω του καί στενοχωρέθηκε, γιατί σκέφθηκε ὅτι αὐτός ἔγινε ἡ αἰτία νά ἀνιτδράσει ἔτσι ὁ ἀδελφός. Τόν πείραζε ἀληθινά ἡ συνείδηση. Καί ἐνῶ ὡς τυπικάρης εἶχε εὐθύνη γιά τήν ἀκολουθία, δέν ἔλαβε ὑπ' ὄψιν τοῦ τήν εὐθύνη, ἀλλά εἶπε: "Ἐγώ φταίω πού νευρίασε ὁ ἀδελφός". Πῆγε λοιπόν στό κελλί τοῦ δόκιμου νά τοῦ βάλλει μετάνοια. Ἐκεῖνος ὅμως εἶχε κλειδώσει καί δέν ἄνοιγε. Τότε κάθησε ἔξω ἀπό τήν πόρτα του καί περίμενε ἀπό τό πρωί ὡς τίς τρεῖς τό ἀπόγευμα πού σήμανε γιά ἑσπερινό, ὅποτε ὁ δόκιμος ἀναγκάστηκε νά βγεῖ. Πέφτει κάτω ὁ τυπικάρης, τοῦ βάζει μετάνοια καί τοῦ λέει: " νά μέ συγχωρέσεις, ἀδελφέ, ἔφταιξα"! Ἔτσι ἔρχεται ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ. ( Γέροντος Παϊσίου, Λόγοι ΄Γ )
http://dromostoutheou-gr.webnode.gr/products/%CE%B1%CE%BD%CE%B5%CE%BE%CE%B9%CE%BA%CE%B1%CE%BA%CE%AF%CE%B1/
 
3)Ἄκουσα μερικούς, λέγει ὁ Ἅγιος Διάδοχος Φωτικής, εὐλαβεῖς νά λένε ὅτι δέν πρέπει νά ἐπιτρέπουμε στούς τυχόντες ν’ ἁρπάζουν ἐκεῖνα ποῦ ἔχουμε γιά τόν ἑαυτό μας ἤ γιά ἀνακούφιση τῶν φτωχῶν, γιά νά μήν γινόμαστε –μέ τήν ἀνεξικακία μας– ἀφορμή ἁμαρτίας σ’ ἐκείνους ποῦ μᾶς ἀδικοῦν, καί μάλιστα ἄν εἶναι χριστιανοί. Αὐτό ὅμως δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά τό νά θέλουμε τά πράγματά μας γιά τόν ἑαυτό μας καί μάλιστα μέ παράλογη πρόφαση.
Γιατί, ἐάν ἐγκαταλείψω τήν προσευχή καί τήν προσοχή τῆς καρδιᾶς μου καί ἀρχίσω νά φιλονεικῶ μ’ ἐκείνους ποῦ μέ ἀδικοῦν, σέ λίγο θ’ ἀρχίσω νά συχνάζω στά προαύλια τῶν δικαστηρίων, καί ἔτσι γίνεται φανερό ὅτι ἐκεῖνα ποῦ διεκδικῶ τά θεωρῶ ἀνώτερα ἀπό τήν σωτηρία μου (γιά νά μήν πῶ) καί ἀπό αὐτήν τήν σωτήρια ἐντολή τοῦ Κυρίου. Γιατί πῶς θά ἀκολουθήσω τήν εὐαγγελική προσταγή, ποῦ διατάζει νά μήν ζητῶ τά πράγματά μου ἀπό ἐκεῖνον ποῦ μου τά ἀφαιρεῖ(Λούκ.6,30), ἄν δέν ὑπομείνω μέ χαρά, κατά τόν Ἀπόστολο, τήν διαρπαγή τῶν ὑπαρχόντων μου(Ἑβρ.10,34);
Ἀκόμη καί ἄν πάρει κανείς πίσω μέ δίκη ὅσα τοῦ ἅρπαξαν, δέν ἐλευθερώνει τόν πλεονέκτη ἀπό τήν ἁμαρτία, ἐπειδή τά φθαρτά δικαστήρια δέν περιορίζουν τό ἄφθαρτο δικαστήριο τοῦ Θεοῦ. Γιατί ὁ αἴτιος κάποιου κακοῦ πρέπει νά ἱκανοποιήσει τούς νόμους μέ τούς ὁποίους δικάζεται καί ἀπολογεῖται. Ὥστε εἶναι καλό νά ὑπομένουμε τήν βία ἐκείνων ποῦ μᾶς ἀδικοῦν καί νά προσευχόμαστε γι’ αὐτούς, ὥστε μέ τήν μετάνοια –καί ὄχι μέ τήν ἀνταπόδοση ὅσων μᾶς ἐπραξαν– ν’ ἀπαλλαγοῦν ἀπό τήν κατηγορία τῆς πλεονεξίας. Γιατί αὐτό θέλει ἡ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ, τόν πλεονέκτη καί ὄχι αὐτό ποῦ ἅρπαξε νά ἐλευθερώσουμε ἀπό τήν ἁμαρτία μέ τήν μετάνοια.
Ἀπό τήν Φιλοκαλία – Ἅγιος Διάδοχος Φωτικής (Τά 100 πρακτικά κεφάλαια Κέφ. 64.)
http://www.orthodoxos.com.gr/phpBB3/viewtopic.php?f=22&t=1426
 
4) Ὁ ἀββάς Κασσιανός ἔλεγε, ὅτι κοντά στόν μεγάλο ἅγιο Ἰσίδωρο, τόν πρεσβύτερό της Σκήτης, ἦταν κάποιος διάκονος Παφνούτιος, πού γιά τήν ἀρετή τοῦ τή μεγάλη ὁ Γέροντάς του θέλησε νά τόν κάνη ἱερέα, γιά νά μπορεῖ μετά τό θάνατό του νά τόν ἔχει καί διάδοχό του. Ἐκεῖνος, ὅμως, ἀπό εὐλάβεια δέν πλησίασε τή χειροτονία κ’ ἔμεινε διάκονος. Αὐτόν, λοιπόν, τό διάκονο, τόν τόσο ἐνάρετο, ἐφθόνησε κάποιος ἀπό τούς Γέροντες, πού ἔγινε ὄργανο τοῦ δαίμονος καί, ὅταν ὅλοι βρισκόταν γιά τήν ἀκολουθία στήν ἐκκλησία, , βγαίνει ὁ φθονερός καί βάζει ἕνα δικό του βιβλίο στό κελλί τοῦ ἀββᾶ Παφνουτίου. Μετά, πάει στόν ἀββᾶ Ἰσίδωρο καί τοῦ λέει:
- Κάποιος ἀπό τούς ἀδελφούς μου ἔκλεψε τό τάδε βιβλίο καί δέν τό βρίσκω.
Ἀπόρησε ὁ ἀββάς Ἰσίδωρος:
- Τί λές, ἀδελφέ. Ποτέ δέν ἔγινε τέτοιο πράγμα στή Σκήτη!
Κι ὁ μοναχός πού εἶχε βάλει κρυφά τό βιβλίο λέει στόν Γέροντα:
- Στεῖλε μαζί μου ἄλλους δύο πατέρες, νά κάνουμε μία ἔρευνα στά κελλιά.
Ἔφυγαν , λοιπόν, οἱ τρεῖς πατέρες γιά τήν ἔρευνα. Ὁ φθονερός μοναχός τους ὁδήγησε πρῶτα στά κελλιά τῶν ἄλλων μοναχῶν, καί στό τέλος τούς πῆγε καί στό κελλί τοῦ ἀββᾶ Παφνουτίου. Ἐκεῖ βρίσκουν τό βιβλίο καί τό πηγαίνει ἐπιδεικτικά στόν ἡγούμενο, πού βρισκόταν ἀκόμη στήν ἐκκλησία. Τότε βάζει μετάνοια ὁ ἀββάς Παφνούτιος, μπροστά σέ ὅλο τό ἐκκλησίασμα , στόν ἀββᾶ Ἰσίδωρο τόν πρεσβύτερο λέγοντας:
- Ἁμάρτησα, Γέροντα! Βάλε μου ἐπιτίμιο.
Κι ὁ Γέροντας τοῦ ἔβαλε ἐπιτίμιο νά μήν κοινωνήσει ἐπί τρεῖς ἑβδομάδες. Ἀλλά κάθε φορᾶ πού εἶχαν σύναξη μπρός στήν ἐκκλησία οἱ πατέρες, ἔβαζε μπρός σέ ὅλους μετάνοια, λέγοντας:
- Συγχωρῆστε μέ γιά τό ἁμάρτημα πού ἔκαμα.
Ὕστερ’ ἀπό τίς τρεῖς ἑβδομάδες τοῦ ἐπιτιμίου, τόν δέχτηκαν στήν κοινωνία. Ἀλλά, εὐθύς,  ἀμέσως, ὁ μοναχός πού τόν εἶχε συκοφαντήσει δαιμονίστηκε κι ἄρχισε νά ἐξομολογεῖται δημόσια:
- Ἐγώ ἐσυκοφάντησα τό δοῦλο τοῦ Θεοῦ!
Τότε προσευχήθηκαν στήν ἐκκλησία γι’ αὐτόν ὅλοι οἱ πατέρες, μά ἐκεῖνος δέν θεραπεύονταν. Τότε ὁ μέγας Ἰσίδωρος λέει, μπροστά σέ ὅλους, στόν ἀββᾶ Παφνούτιο:
- Προσευχήσου ἐσύ, σέ παρακαλῶ, ἀββᾶ Παφνούτιε, γιατί ἐσένα συκοφάντησε. Κι ἄν θεραπευτεῖ, τοῦτο θά γίνει μόνο μέ τή δική σου προσευχή.
Καί μόλις ὁ ἀββάς Παφνούτιος προσευχήθηκε, ἀμέσως ἔγινε καλά ὁ δαιμονισμένος γέροντας.
 
Ἀπό τό βιβλίο: «Π.Β. ΠΑΣΧΟΥ
ΤΟ ΕΑΡ ΤΗΣ ΕΡΗΜΟΥ
ΜΙΚΡΟ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ Α΄»
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΚΡΊΤΑΣ
ΣΤ΄ΕΚΔΟΣΗ
http://eisdoxantheou-gk.blogspot.com/2011/10/blog-post_5329.html
 
5)Λέει ὁ Ἅγιος Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ. Ὅταν κάποιος σέ προσβάλει μέ ὁποιοδήποτε τρόπο, δέν πρέπει νά τόν ἐκδικηθεῖς, ἀλλ’ ἀντιθέτως νά τόν συγχωρήσεις ἀπό τήν καρδιά σου. Κι ἄν ἡ καρδιά σου ἀντιστέκεται, νά τήν κάμψεις ἔχοντας πίστη στό λόγο τοῦ Κυρίου: «Ἐάν μή ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τά παραπτώματα αὐτῶν, οὐδέ ὁ πατήρ ὑμῶν ἀφήσει τά παραπτώματα ὑμῶν».
Δέν πρέπει νά διατηροῦμε στή καρδιά μᾶς κακία ἤ μίσος γιά τόν ἄλλο, ἔστω κι ἄν μᾶς ἐχθρεύεται. Ὀφείλουμε νά τόν ἀγαπᾶμε, κι ὅσο μποροῦμε νά τόν εὐεργετοῦμε σύμφωνα μέ τή διδασκαλία τοῦ Κυρίου: «Ἀγαπᾶτε τούς ἐχθρούς ὑμῶν». Ἄν ἀγωνισθοῦμε κατά τή δύναμή μας νά ἐκπληρώσουμε τήν ἐντολή αὐτή, τότε μποροῦμε νά ἐλπίζουμε ὅτι θά λάμψει στή καρδιά μας τό θεῖο φῶς, πού θά μᾶς φωτίζει τόν δρόμο πρός τήν ἄνω Ἱερουσαλήμ,
Ἄς θελήσουμε νά μοιάσουμε στά ἀγαπημένα παιδιά τοῦ Θεοῦ. Ἄς ζηλέψουμε τήν πραότητα τοῦ Δαβίδ, γιά τόν ὁποῖο εἶπε ὁ ὑπεράγαθος καί φιλάγαθος Κύριος ὅτι βρῆκε ἄνθρωπο πού Τόν εὐαρεστεῖ καί τηρεῖ ὅλες τίς ἐντολές Του.
Ἔτσι ἐκφράζεται γιά τόν Δαβίδ, τόν ἀμνησίκακο καί ἀγαθό πρός τούς ἐχθρούς του. Γι’ αὐτό κι ἐμεῖς δέν πρέπει μέ κανένα τρόπο νά ἐκδικηθοῦμε τόν ἀδελφό μας, ἄν θέλουμε, κατά τόν ὅσιο Ἀντίοχο, νά μή συναντήσουμε ἐμπόδιο τήν ὥρα τῆς προσευχῆς.
Ὁ νόμος προστάζει νά μεριμνοῦμε γιά τό ὑποζύγιο τοῦ ἐχθροῦ. Γιά τόν Ἰώβ ἔδωσε μαρτυρία ὁ ἴδιος ὁ Θεός ὅτι ἦταν ἄνθρωπος ἄκακος. Ὁ Ἰωσήφ δέν ἐκδικήθηκε τούς ἀδελφούς του, πού ἐπιχείρησαν νά τόν σκοτώσουν. Ὁ Ἄβελ πῆγε στόν ἀδελφό του Κάϊν μέ ἁπλότητα καί χωρίς ὑποψίες.
Ὅπως μαρτυρεῖ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, ὅλοι οἱ ἅγιοι ἔζησαν μέ ἀκακία. Ὁ Θεός μᾶς ἔδωσε ἐντολή νά ἔχουμε ἔχθρα μόνο ἐναντίον τοῦ «ὄφεως», ὁ ὅποιος ἀπάτησε ἐξ ἀρχῆς τόν ἄνθρωπο καί τόν ἐδίωξε ἀπό τόν Παράδεισο, δηλαδή ἐναντίον τοῦ ἀνθρωποκτόνου διαβόλου. Ἔδωσε ἐπίσης ὁ Κύριος ἐντολή νά ἔχουμε ἔχθρα ἐναντίον τῶν Μαδιανιτῶν, δηλαδή τῶν ἀκαθάρτων πνευμάτων τῆς ἀσωτίας καί ὑψηλοφροσύνης, πού σπείρουν στήν καρδιά τούς αἰσχρούς λογισμούς.
Τό ὅριο τῆς ἀρετῆς καί τῆς σοφίας εἶναι νά ἐνεργοῦμε πάντοτε μέ διάκριση καί ἀνεξικακία, χωρίς πονηρία καί ὑστεροβουλία.
 (Ἀρχιμ. Τιμοθέου, Καθηγουμένου Ι. Μ. Παρακλήτου. «Ὅσιος Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ» – σύντομες διδασκαλίες. Ἔκδ. Ι.Μ.Παρακλήτου, Ὠρωπός Ἀττικῆς 1988) http://www.diakonima.gr/2010/01/02/%CE%B4%CE%B9%CE%B4%CE%B1%CF%87%CE%AD%CF%82-%CE%B1%CE%B3%CE%AF%CE%BF%CF%85-%CF%83%CE%B5%CF%81%CE%B1%CF%86%CE%B5%CE%AF%CE%BC-%CF%84%CE%BF%CF%85-%CF%83%CE%AC%CF%81%CF%89%CF%86-2-%CE%B9%CE%B1%CE%BD%CE%BF/
 

6)Ἡ Ανεξικακία αγ. Νεκταρίου προς τον ἀδίκως ἐξορίσαντα αὐτόν,  Πατριάρχη Ἀλε­ξαν­δρείας Σωφρόνιο! (ὁ ὁποῖος ἐκοιμήθη στίς 22-8-1899) φανερώνεται μεταξύ τῶν πολλῶν ἄλλων καί ἀπό μία ἐπιστολή πού πρόσφατα ἦλθε στή δημοσιότητα καί ἀπευθύνεται στόν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν Γερμανό Καλλιγᾶ. Σ’ αὐτήν τόν παρακαλεῖ νά μεσιτεύσει στόν Πατριάρχη Σωφρόνιο ὄχι γιά τήν ἀποκατάστασή του ἀλλά γιά τήν ἄδεια νά μεταβεῖ στήν Βιβλιοθήκη τοῦ Πατριαρχείου καί νά ἐργασθεῖ συγγραφικά πρός ὄφελος τῆς Ἐκκλησίας.

Ἡ ἐπιστολή τοῦ ἁγίου Νεκταρίου, δέν ἀναφέρεται σέ ὑπηρεσιακά θέµατα ἤ ἀκόµη καί στά γνωστά προβλήµατα πού ἀντιµετώπιζε ὁ ἅγιος Νεκτάριος ὡς ἀπο­τέλεσµα τῆς ἀντικανονικῆς καί ἄδικης ἀπολύσεως καί διαγραφῆς του ἀπό τά Δίπτυχα τοῦ Πατριαρχείου Ἀλεξανδρείας. Πρόκειται γιά µιά πολύ σηµαντική ἐπιστολή, πού, ἐµφανίζει µέ ἰδιαίτερο τρόπο τό ἀπαράµιλλο ἐκκλησιαστικό ἦθος τοῦ ἁγίου Νεκταρίου καί τήν ἀνεξικακία, ἀθωώτητα, ἁπλότητά του.
Ἐν Λαμίᾳ τῇ 1ῃ Ὀκτωβρίου 1893
Πρός τήν Αὐτοῦ Σεβασμιότητα
Τόν Μητροπολίτην Ἀθηνῶν
καί Πρόεδρον τῆς Ἱερᾶς Συνόδου κ. Γερμανόν
Εἰς Ἀθήνας.


Σεβασμιώτατε ἐν Χριστῷ ἀδελφέ κ. Γερμανέ,
Τήν Ὑμετέραν Πανίερον Κορυφήν ἥδιστα προσαγορεύω ἀδελφικῶς.

Αἱ πρός τήν Ἐπισκοπικήν Ἐπιτροπήν συστάσεις τῆς Ὑμετέρας φίλης Σεβασμιότητος μοί ἐπιβάλλουσι τό καθῆκον νά Σᾶς εὐχαριστήσω διά τήν εὐγέ­νειάν Σας καί τά πρός ἐμέ ἀγαθά Σας αἰσθήματα καί νά διαβεβαιώσω τήν Ὑ. Σεβασμιότητα ὅτι ἔσομαι αὐτῇ εὐγνώμων καί πρόθυμος εἰς ὅ,τι τό τῆς Ἐκκλησίας συμφέρον ἤθελεν ὑπαγορεύσῃ.
Ἐν Λαμίᾳ ἤδη ὡμίλησα δίς, ὁ δέ Πανάγαθος Θεός εὐδόκησε νά ἐμ­βάλῃ λόγον τοῖς χείλεσί μου, καί νά διδάξω τό πολυπληθές ἀκροατήριόν μου οὕτως ὥστε νά μορφωθῆ πεποίθησις πρός τήν διδασκαλίαν μου. Τοῦτο μέ εὐχαριστεῖ καί μέ παρηγορεῖ, ἐλπίζω δέ νά φανῶ ὠφέλιμος.
Ἀλλά Σεβασμιώτατε φρονῶ, ὅτι θά ἐφαινόμην ὠφελιμότερος, ἐάν εἶχον μόνιμον τήν διατριβήν καί εὑρισκόμην παρά τινι Βιβλιοθήκῃ – ἔχω ἤδη τέσσαρα ἔργα ἡμιτελῆ, ὅλως πρωτότυπα καί ὠφελιμώτατα πρός πάντας.

Τό ἕν ἤρχησα ἀπό τῆς φοιτήσεώς μου ἐν τῷ Πανεπιστημίῳ, εἰργάσθην εἰς τήν Ἐθνικήν Βιβλιοθήκην καί μετά ταῦτα εἰς τήν Βιβλιοθήκην τοῦ Πατριαρχείου ἐν Καΐρῳ· τό πλεῖστον μέρος αὐτοῦ ἐδημοσίευσα ὡς πραγ­μα­τείας εἰς τόν «Τηλέγραφον» τῆς Ἀλεξανδρείας καί ἤρεσεν εἰς πάντας καί εἰς αὐτόν τόν Πατριάρχην. Εἶναι μία χριστιανική Ἑορτολογία καί Ἀρχαιολογία διδακτικωτάτη. Τό δεύτερον εἶναι μία Λειτουργική.
Ἐν Καΐρῳ εὑρίσκεται χει­ρόγραφος ἡ Λειτουργία τοῦ Ἀποστόλου καί Εὐαγγελιστοῦ Μάρκου. Τό χειρό­γραφον τῆς Λειτουργίας ταύτης εἶναι σπανιώτατον, ὡς ἐφρόντισα νά μάθω. Πρότινων δέ μόνον ἐτῶν ἐδη­μο­σιεύθη ὑπό Ἄγγλου τινός θεολό­γου ἐξ ἑνός χειρογράφου τῆς Βιβλι­ο­θήκης τῶν Παρισίων. Τήν ἔκδοσιν ταύτην ἔλαβον καί παρέβαλον πρός τό χειρόγραφον τῆς Βιβλιοθήκης τοῦ Πατριαρχείου, ἐκ δέ τῆς ἀντιπαραβολῆς φαίνεται ὅτι τό χειρόγραφον τῆς Βιβλιοθήκης τοῦ Πατριαρχείου καί τε­­λει­­ώτερον εἶναι καί ἀκριβέστερον. Ὅθεν ἀπεφάσισα νά ἐκδώσω τό χει­ρό­γραφον μέ προλεγόμενα. Ἐπειδή δέ εὑρίσκονται καί διάφορα ἀντίγραφα τῆς Λειτουργίας τοῦ Ἀδελφοθέου ἀντέγραψα καί ταῦτα ὅπως ποιήσω μίαν ἔκδοσιν, τήν τελειωτέραν, εἰς ἥν θά προτάξω καί τινά περί τῆς ἱστορίας τῶν Λειτουργιῶν. Καί τήν ἐργασίαν ταύτην ἔχω ἡμιτελῆ.
Ἕτερον ἔργον πολύ σπουδαῖον, τό ὁποῖον ὀνομάζω Ἠθικά κεφάλαια καί οὗτινος ἤδη ἔγραψα τό 90ον Κεφάλαιον, μένει καί αὐτό δι’ ἔλλειψιν βοηθημάτων ἀτελές.
Τελευταῖον ἔχω περί τούς 50 Λόγους Ἐκκλησιαστικούς ἑτοίμους μέν, ἀλλά θέλουν ἐπεξεργασίαν τινά παρά Βιβλιοθήκῃ. Ὥστε οὐδέν δύνα­ται νά ἔλθη εἰς πέρας ἄνευ μονίμου διατριβῆς εἰς Βιβλιοθήκας.
Διά ταῦτα ἔκρινα νά μεταβῶ εἰς Αἴγυπτον, ἀλλά προσκαλούμενος παρά τοῦ Πατριάρχου, ὅπως μείνω ἐν Καΐρῳ καί ἐκεῖ παρά τῇ Βιβλιοθήκῃ περατώσω τά ἔργα μου. Ἀλλ’ ἵνα προσκληθῶ πρέπει νά ὑποδειχθῇ ἡ ἀνάγκη παρά προσώπου σημαίνοντος παρά τῷ Πατριάρχῃ. Ὡς τοιοῦτον πρόσωπον θεωρῶ κατάλληλον τήν Ὑμετέραν Σεβασμιότητα. Ὅθεν σᾶς πα­ρα­καλῶ, εὐαρεστηθῆτε νά χρησιμεύσητε τό μεσάζον πρόσωπον πρός ἐπιστροφήν μου εἰς Αἴγυπτον ὑπέρ τῆς ἀποπερατώσεως τῶν ἔργων μου ἅτινα θά πληρώσωσι μίαν ἔλλειψιν. Τοῦτο πράττουσα ἡ Ὑ. Σεβασμιότης ἔστω βεβαία ὅτι καί εὐεργετεῖ καί ἀγαθουργεῖ.

Πεποιθώς ἐπί τά ἀδελφικά αἰσθήματά Σας, διατελῶ
ὁλοπρόθυμος καί εὐγνώμων
Ὁ ἐν Ἀρχιερεῦσιν ἐλάχιστος
Ὁ Πενταπόλεως Νεκτάριος
Τό περιεχόµενο τῆς ἐπι­στο­λῆς καταδεικνύει µέ ἰδιαίτερα ἐµφαντικό τρό­πο τήν ἄκακη ἁγία ψυχή του.Γράφει στόν Μη­τρο­πολίτη Ἀθηνῶν Γερµανόν Καλλιγᾶ νά µεσο­λα­βή­ση στόν Πατριάρχη Ἀλε­ξαν­δρείας Σωφρόνιο –δη­λα­δή στόν πνευ­µατικό δήµιό του(!)– νά τόν προσκαλέση στήν Ἀλε­ξάν­δρεια, ὄχι γιά νά ἀποκατασταθῆ στό ἀξίωµα πού εἶχε στό Πα­τρι­αρχεῖο ἀλλά γιά νά βρίσκεται µέσα στήν πλούσια Πατριαρχική Βιβλιοθήκη καί νά ἔχη τήν δυνατότητα νά ὁλοκληρώση τά ψυχωφελῆ συγγράµµατά του!Δέν ἁγιάζει ὁ ἄνθρωπος µέ τίς ἀδικίες πού ὑφίσταται, ἀλλά ἄν τίς ἀντιμετωπίζει σωστά, μιμούμενος τόν Κύριο»[35].
 
7)Νίκα τό κακό μέ τό καλό
Στή ζωή σου δέν συναντᾶς μόνο φίλους ἀλλά καί ἐχθρούς. Κι ἔχεις ὑποχρέωση τούς ἐχθρούς σου νά τούς κάνεις φίλους, γιά νά ‘χεῖς πάντα ἤρεμη τή συνείδησή σου. Τό δίκαιο καί τό σωστό πρέπει νά τό ὑπερασπιζόμαστε καί νά μισοῦμε τήν ἀδικία καί τήν κακία. Τόν συνάνθρωπό μας ὅμως δέν μισοῦμε ποτέ, ὅ,τι κι ἄν μᾶς κάνει. Δέν τόν κατηγοροῦμε , οὔτε τόν προσβάλλομε, εἴτε ἔχομε, εἴτε δέν ἔχομε δίκιο.
Οἱ παρεξηγήσεις καί οἱ διαφωνίες εἶναι μέσα στό πρόγραμμα τῆς ζωῆς. Τό νά τίς μεγαλώνεις ὅμως καί νά φθάνεις στά δικαστήρια ἤ στό ἔγκλημα, αὐτό εἶναι ἀντιχριστιανικό. Ἀνθρώπινο εἶναι νά τίς μικραίνεις ἤ καλύτερα νά τίς σβήνεις , ὥστε πάντα νά ἔχεις εἰρήνη μέσα σου.
Ὁ Βαγγέλης, βοσκός, ἀκαλλιέργητος, βλάστημος. Σ’ Ἐκκλησία δέν πατοῦσε, παρά μόνο τίς χρονιάρες μέρες ἤ σέ κανένα μνημόσυνο. Πάντα ὁπλοφορεῖ, βάζει τά πρόβατά του παντοῦ κι ἀπειλεῖ τούς πάντες. Ἔφτασε ἀκόμα καί στήν κλεψιά, ὅπως τόν συμβούλευσε ὁ διάβολος. Ἔτυχε ὅμως σέ μία κλεψιά νά τοῦ πέσει ἕνα χαρτί , πού τό βρῆκε ὁ Νικολής γυρεύοντας τά κλεμμένα του. Στήν ἀρχή ὁ Νικολής σκέφτηκε νά πάει στή Χωροφυλακή, μετά ὅμως, σάν ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ πού ἦταν, πῆγε καί συμβουλεύτηκε τό γερό-παπά τοῦ χωριοῦ. Ὁ παπάς τόν συμβούλεψε νά μήν καταγγείλει τόν Βαγγέλη, ἀλλά νά βάλει τούς φίλους του καί τούς συντέκνους του νά τόν πιάσουν, γιά νά πληρώσει τά κλεμμένα. Ἄν δέν δεχτεῖ νά τόν ἀφήσουν στά χέρια τοῦ Θεοῦ, γιά νά μή φτάσουν στά φονικά, ὅπως συμβαίνει πολλές φορές στήν Κρήτη γιά ἀσήμαντες ἀφορμές.
Στήν ἀρχή ὁ Βαγγέλης ἀρνιόταν νά πληρώσει κι ἀπειλοῦσε θεούς καί δαίμονες. Σιγά-σιγά ὅμως οἱ σύντεκνοί του τόν κατάφεραν , γιατί ὑπῆρχε τό ἀποδεικτικό της κλοπῆς καί τά ἔφτιαξαν μέ τον Νικολή. Τελικά πλήρωσε ὅλα τα κλεμμένα. Ὁ Νικολής ὅμως δέν ἔμεινε ἐκεῖ. Τήν ἡμέρα τοῦ Εὐαγγελισμοῦ ἔστειλε ἕνα δίσκο γλυκά στό σπίτι τοῦ Βαγγέλη καί τό βράδυ πῆγε μέ τήν γυναίκα του καί τοῦ εὐχήθηκαν τά χρόνια πολλά ! Ἔτσι ἀγαπήθηκαν οἱ οἰκογένειές τους κι ἔγιναν καλοί φίλοι.
Ἀργότερα ὁ Νικολής κατάφερε τόν Βαγγέλη νά πάει νά ἐξομολογηθεῖ , νά σταματήσει τίς κλοπές καί νά γίνει ἕνας ἄλλος ἄνθρωπος, καλός καί χρήσιμος στούς συγχωριανούς του.
Βλέπετε τί κάνει ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ, βλέπετε τί καταφέρνει ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ;
Νίκα λοιπόν στή ζωή σου τό κακό, ὄχι μέ ἀντεκδίκηση, ἀλλά μέ τό καλό καί θά βγαίνεις πάντα κερδισμένος.
Πηγή: ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
ΤΡΕΙΣ ΟΜΙΛΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ
ΑΝΕΞΙΚΑΚΙΑ ΤΟΥ ΔΑΒΙΔ
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΒΓΟΝΤΖΑΣ
ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΦΟΡΑ ΩΦΕΛΙΜΑ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΕΞΙΚΑΚΙΑ
ΤΕΥΧΟΣ 13ΟΝ
Ἀθήνα
http://www.diakonima.gr/2014/07/30/%CE%BD%CE%AF%CE%BA%CE%B1-%CF%84%CE%BF-%CE%BA%CE%B1%CE%BA%CF%8C-%CE%BC%CE%B5-%CF%84%CE%BF-%CE%BA%CE%B1%CE%BB%CF%8C/
 
 8)Εἶναι μεγάλο ὅπλο στούς πειρασμούς ἡ ἀνεξικακία
 «Νά ἐπιδιώκετε τήν εἰρήνη μέ ὅλους καί τόν ἁγιασμό, χωρίς τόν ὁποῖο κανείς δέν θά δή τόν Κύριο».Διότι τίποτε δέν μᾶς κάνει τόσο εὐάλωτους στούς πειρασμούς καί δέν συμβάλλει τόσο στήν ἥττα μας, ὅσο ἡ διάσπασις. Καί πρόσεχε πῶς.
Διάσπασε τή φάλαγγα στόν πόλεμο καί οἱ ἐχθροί δέν θά χρειασθοῦν κόπο νά τούς νικήσουν, ἀλλά θά τούς αἰχμαλωτίσουν, ἐπειδή τούς βρῆκαν μόνους καί ἀσθενέστερους ἐξ αἰτίας τῆς διασπάσεως. «Νά ἐπιδιώκετε τήν εἰρήνη μέ ὅλους», λέγει· ἄρα καί μ’ αὐτούς πού μᾶς κάνουν κακό. Αὐτό καί ἀλλοῦ τό ἀναφέρει· «ἐάν εἶναι δυνατόν, ὅσο ἐξαρτᾶται ἀπό ἐσᾶς, νά ἔχετε εἰρηνικές σχέσεις μέ ὅλους τους ἀνθρώπους».
Ὅσο ἐξαρτᾶται ἀπό σένα, λέγει, νά ζῆς εἰρηνικά, χωρίς νά προσβάλλης τήν εὐσέβεια, ἀλλά καί ὅταν κακοποιῆσαι, νά τό ὑπομένης μέ γενναιότητα· διότι εἶναι μεγάλο ὅπλο στούς πειρασμούς ἡ ἀνεξικακία. Ἔτσι καί ὁ Χριστός ἐνδυνάμωνε τούς μαθητές τοῦ μ’ αὐτά τά λόγια· «Νά, σᾶς στέλνω σάν πρόβατα μέσα στούς λύκους· νά εἶσθε φρόνιμοι σάν τά φίδια καί ἄκακοι σάν τά περιστέρια».
Τί λές; βρισκόμαστε ἀνάμεσα σέ λύκους, καί μᾶς προτρέπεις νά εἴμαστε σάν τά πρόβατα καί σάν τά περιστέρια; Ναί, λέγει· διότι τίποτε δέν γελοιοποιεῖ τόσο τόν κακοποιό, ὅσο τό νά ὑπομένετε μέ γενναιότητα αὐτά πού σᾶς κάνουν, καί νά μήν ἀμύνεσθε οὔτε μέ λόγια, οὔτε μέ ἔργα. Αὐτό καί ἐμᾶς μᾶς κάνει περισσότερο ἐνάρετους καί μᾶς ἑτοιμάζει μεγαλύτερο μισθό, καί ἐκείνους τούς ὠφελεῖ. Ἀλλά σέ ὕβρισε ὁ τάδε; ἐσύ εὐλόγησε τόν.
Πρόσεχε πόσα ἀπό αὐτό κερδίζεις· ἔσβησες τό κακό, ἑτοίμασες μισθό γιά σένα, ἐκεῖνον τόν καταντροπίασες, καί ἐσύ δέν ἔπαθες κανένα κακό.
Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος
http://www.diakonima.gr/2014/03/09/%CE%B5%CE%AF%CE%BD%CE%B1%CE%B9-%CE%BC%CE%B5%CE%B3%CE%AC%CE%BB%CE%BF-%CF%8C%CF%80%CE%BB%CE%BF-%CF%83%CF%84%CE%BF%CF%85%CF%82-%CF%80%CE%B5%CE%B9%CF%81%CE%B1%CF%83%CE%BC%CE%BF%CF%8D%CF%82-%CE%B7-%CE%B1/
 
 9)Παράδειγμα ἀνεξικακίας ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος.
 
Εἶναι γνωστό πώς ὁ πατέρας τοῦ Ἱεροῦ Χρυσοστόμου ἦταν στρατηγός. Θεωροῦνταν μάλιστα ἀπό τούς πιό ἱκανούς της αὐτοκρατορίας. Αὐτό ὅμως κίνησε τό φθόνο ἑνός ἄλλου στρατηγοῦ ποῦ πῆγε καί τόν διέβαλε στόν αὐτοκράτορα. Σάν τό ἔμαθε αὐτό ὁ πατέρας τοῦ Χρυσοστόμου ἔστειλε στό διαβολέα τοῦ τήν παρακάτω ἐπιστολή:
«Γνωρίζω ὅτι πρόδωσες τή φιλία μας καί μέ διέβαλες στόν αὐτοκράτορα. Δέ θυμᾶσαι ὅμως πῶς κάποτέ μου εἶχες στείλει μία ἐπιστολή, στήν ὁποία ἔγραφες ἄσχημα λόγια γι’ αὐτόν. Σού τή στέλνω πίσω λοιπόν, γιά νά μή νικηθῶ ἀπό τόν πειρασμό καί σού κάνω κι ἐγώ κακό».
http://www.diakonima.gr/2010/03/02/%CF%80%CE%B1%CF%81%CE%AC%CE%B4%CE%B5%CE%B9%CE%B3%CE%BC%CE%B1-%CE%B1%CE%BD%CE%B5%CE%BE%CE%B9%CE%BA%CE%B1%CE%BA%CE%AF%CE%B1%CF%82/
 
10)Ὁ Χριστιανός δέν πρέπει νά ἀντιμάχεται ὅσους τόν ἀδικοῦν, ἀλλά νά ὑπομένει μέ μακροθυμία τήν ἀδικία καί νά τούς συνετίζει μέ τήν ἀνεξικακία του
Ὁ Ἀπό τό βίο τοῦ ἁγίου Μαρκιανοῦ
Ὀ ΜΕΓΑΣ Μαρκιανός, γύρω στά μεσάνυχτα, ὅταν νόμιζε ὅτι κανείς δέν θά τόν ἔβλεπε, συνήθιζε νά πηγαίνει σ’ ἕναν γνωστό του τραπεζίτη, ν’ ἀλλάζει χρυσά νομίσματα μέ πολλά χάλκινα, γιά νά ἔχει νά μοιράζει στούς φτωχούς, Καί νά γυρίζει ἀμέσως (στό σπίτι του).
Ὅ τραπεζίτης λοιπόν, παίρνοντας σάν πρόφαση γιά (μεγαλύτερο) κέρδος τό ὅτι ἤ συναλλαγή γινόταν τή νύχτα, σέ ἀκατάλληλη ὥρα, ζύγιζε τό χρυσάφι μέ λειψά ζύγια. Καί ὁ ἅγιος, χωρίς νά διαμαρτυρηθεῖ ποτέ οὔτε νά κάνει κανέναν ἔλεγχο, ἔδειχνε ὅτι τ’ ἄφηνε ὅλα στή συνείδηση τοῦ ζυγιστῆ.
Ἐπειδή ὅμως αὐτό ἔγινε πολλές φορές Καί ὁ Μαρκιανός δέν ἔκανε καμιά παρατήρηση στόν τραπεζίτη, ὁ τελευταῖος ἦταν ὅλο ἔκπληξη. Καί (μία νύχτα), ἐνῶ παρακολουθοῦσε τήν ὥρα καί εἶδε νά φτάνουν τά μεσάνυχτα, κόντευαν πιά νά βγοῦν οἱ ὑποψίες τοῦ ἀληθινές καί ἀντάξιες του βίου τοῦ Μαρκιανοῦ. Τότε λοιπόν, ἀφοῦ καλοσκέφτηκε, τί ἔκανε; Πρόσταξε ἕναν ἀπό τούς δούλους του νά πάρει ἀπό πίσω τόν ἅγιο, μόλις θά ἔφευγε, γιά νά μάθει πού πηγαίνουν ἐκεῖνα τά χρήματα.
Πραγματικά, ὁ δοῦλος τόν ἀκολούθησε. Καί ὅταν ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ βρῆκε νεκρό, πάνω σ’ ἕνα κρεβάτι, κάποιον φτωχό, πῆρε ἀπό ἕνα καπηλειό (κρασί), ὅπως συνήθιζε, τόν ἔπλυνε καί τόν ἕντυσε. Στή συνέχεια, ἀφοῦ ἐκεῖνος ἀναστήθηκε γιά μία στιγμή, τόν ἀσπάσθηκε, καί μετά τόν ξάπλωσε πάλι (νεκρό) κι ἔφυγε, (γιά νά ἑτοιμάσει ὅτι χρειαζόταν γιά τήν ταφή του)*.
Ἔφριξε ὁ δοῦλος μ’ αὐτά ποῦ εἶδε. “Όσο πιό γρήγορα μποροῦσε, γύρισε πίσω καί τά διηγήθηκε ὅλα, μέ κάθε λεπτομέρεια, σ’ ἐκεῖνον ποῦ τόν εἶχε στείλει. Αὐτός τότε μετανόησε γιά ὅσα εἶχε κάνει καί ἔκλαιγε, ἐπειδή εἶχε ἀδικήσει τόσο τόν ἅγιο. Ἤ συνείδηση τοῦ τόν τιμωροῦσε (μέ τίς τύψεις). Γι’ αὐτό καί, ὅταν ὁ ἅγιος τόν ἐπισκέφθηκε πάλι γιά ν’ ἀνταλλάξει τά χρυσά νομίσματα, ἔπεσε στά πόδια τοῦ ὁ τραπεζίτης, ὁμολόγησε τά κακά ποῦ εἶχε κάνει καί τοῦ ἐπέστρεψε ὅσα τοῦ εἶχε πάρει ἐπιπλέον.
Ἔτσι μία καλή πράξη, ποῦ γίνεται σιωπηρά, μπορεῖ νά ὠφελήσει περισσότερο ἀπό λόγια πολλά καί ὅσους δέν ὠφέλησαν σέ τίποτα ἔλεγχοι καί συμβουλές, αὐτούς τούς διόρθωσε μία ἀξιέπαινη πράξη, ποῦ ἔγινε κρυφά καί ἀνεπίδεκτα, γιατί ἄγγιξε τή συνείδησή τους καί τούς ἔκανε νά μάθουν μόνοι τους τό καλό.
Ὅ Μαρκιανός ὅμως, ἀφοῦ εἶπε (στόν τραπεζίτη) ὅτι δέν εἶχε ἀδικηθεῖ καθόλου, ἄφησε ἐκεῖ καί (τά χρήματα) ἐκεῖνα ποῦ τοῦ ἔδινε, ἀλλά καί τόν ἴδιο, καί δέν ξαναφάνηκε ποτέ πια• ὄχι, βέβαια, γιά νά διακόψει τίς σχέσεις τοῦ μ’ ἕναν πονηρό ἄνθρωπο – γιατί ὄχι μόνο τόν συγχώρεσε, ἀλλά καί τόν βεβαίωσε ὅτι τόν ἀγαποῦσε ἰδιαίτερα – μά γιά ν’ ἀποφύγει τήν (ψυχική) βλάβη ἀπό τή μάταιη δόξα, καί ἐπειδή δέν ἤθελε νά φανερωθοῦν οἱ πράξεις του σέ κανέναν ἄνθρωπο, παρά μόνο στό Θεό νά εἶναι γνωστές.
Ἰδιαίτερα χαρακτηριστική ἦταν ἤ φιλάνθρωπη συνήθεια τοῦ ἁγίου Μαρκιανοῦ νά περιμαζεύει ἐγκαταλειμμένους νεκρούς, νά πλένει τά σώματά τους καί νά τά ἑτοιμάζει γιά ταφῆ. “Όταν τελείωνε, ἔλεγε στό νεκρό σάν σέ ζωντανό: “Σήκω, ἀδελφέ, ν’ ἀλλάξουμε τόν τελευταῖο ἀσπασμό, σύμφωνα μέ τή συνήθεια”, καί ἀμέσως ὁ νεκρός ἀνασταινόταν γιά λίγο, ἀποχαιρετιόταν μέ τόν ἅγιο, κι ἔπειτα ξαναπέθαινε!
 
11)Εὐαγγελικό "σχόλιο" τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου στήν Κυριακή ΙΑ' Ματθαίου
Δύο πράγματα ζητεῖ ἀπό μᾶς ὁ Χριστός ἀναφέροντας τή σημερινή παραβολή. Πρῶτα νά παραδεχώμαστε τά σφάλματά μας καί στή συνέχεια νά συγχωροῦμε τούς ἄλλους. Τό δεύτερο προϋποθέτει τό πρῶτο γιά νά γίνεται σωστότερα (ὅποιος παραδέχεται βαθειά μέσα τοῦ τά ἁμαρτήματά του, γίνεται πιό σπλαχνικός στόν συναμαρτωλό του). Καί ἄς μή συγχωροῦμε μόνο στά λόγια, ἀλλά ἀπό καρδιᾶς. Μή σφάζουμε τόν ἑαυτό μας μέ τό νά κρατοῦμε μέσα μᾶς κακία. Γιατί ποιός νομίζεις πώς μπορεῖ νά σέ λυπήση τόσο θανάσιμα, ὅσο καταφέρνεις σύ ὁ ἴδιος, μέ τό νά ἔχης μέσα σου μνήμη τῆς ὀργῆς καί ἔτσι νά φέρνης καταπάνω σου τήν καταδίκη του Θεοῦ στήν μέλλουσα κρίσι;... Μή δικαιολογῆσαι ὅτι σέ ἔβρισε κάποιος, ἤ σέ συκοφάντησε, ἤ σου ἔκαμε πολλά κακά. Ὅσα περισσότερα κακά ἀναφέρης ὅτι σου προξένησε, τόσο περισσότερο εὐεργέτης τελικά σου γίνεται. Γιατί σου ἔδωσε ἀφορμή νά ξεπλύνης τά δικά σου ἁμαρτήματα μέ τήν ὑπομονή καί τήν ἀνεξικακία.
http://www.impantokratoros.gr/aneksikakia.el.aspx
(Ἄγ. Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος)
 
12)Ἡ ἀληθινή ἀνεξικακία
Εἶναι πράγματι ψυχικός ἄθλος, ὅταν ἕνας ἄνθρωπος, ἐνῶ βρίσκεται στήν γεροντική ἡλικία καί ἔχοντας μεγαλώσει παιδιά, καταλήξει σέ γηροκομεῖο, νά καταφέρει ν’ ἀποβάλλει ἀπό τήν ψυχή τοῦ τήν πικρία τῆς ἐγκατάλειψης. Καί ὄχι μόνον αὐτό, ἀλλά νά δικαιολογεῖ τά παιδιά του πῶς δέν ἤθελαν νά τόν πάνε στό Γηροκομεῖο, ἀλλά τούς ἀνάγκασαν οἱ περιστάσεις!
Μεγάλη ἀρετή ἀνεξικακίας, καρτερίας, χριστιανικῆς μεγαλοψυχίας! Λίγοι ἀριστεύουν στό ψυχικό αὐτό ἄθλημα. Κι ὅμως, θά ἦταν τόσο ὠφέλιμο γιά τήν ψυχή τους νά τό ἐπιτύχουν ὅλοι! Ἀνεξάρτητα ἄν τά παιδιά πρέπει νά κάνουν τό πᾶν γιά ν’ ἀποφύγουν αὐτή τή λύση, πού συνήθως πικραίνει πολύ τους γονεῖς, στούς ὁποίους ὀφείλεται τιμή, στοργή καί κατανόηση. Τό γῆρας εἶναι γεγονός πῶς ἔχει ἀνάγκη στοργικῶν Κυρηναίων καί ὄχι ἀδιάφορων καί μερικές φορές κι ἄσπλαχνων ἐπαγγελματιῶν...
Πάντως , ὁ παππούς αὐτῆς τῆς ἀληθινῆς ἱστορίας ἦταν ἕνας ἀπ’ αὐτούς τούς ἁγιασμένους γέροντες, πού εἶναι γεμάτοι στοργή, καρτερία, ἀνεξικακία! Ἕνας ἀπό αὐτούς τούς ὡραίους ἀνθρώπους, πού τό γῆρας τονίζει τήν ψυχική τους ὀμορφιά καί τούς κάνει ἀγαπητούς στόν Θεό καί στούς ἀνθρώπους.
Μπῆκε λοιπόν ὁ παππούς στόν οἶκο εὐγηρίας , ἕνα περιποιημένο κτίριο μέ μεγάλη αὐλή, ὅμως κλειστή μέ κάγκελα. Κατά εὐτυχῆ συγκυρία, τά ἐγγονάκια τοῦ τά ἔστειλαν σ’ ἕνα δημοτικό σχολεῖο πού ἦταν λίγο πιό πέρα ἀπό τό Γηροκομεῖο. Ἔτσι ὁ παππούς ἔστηνε καρτέρι στά κάγκελα, πότε νά περάσουν νά τά δεῖ!
Τά φώναζε κι ἐκεῖνα πλησίαζαν τά κάγκελα τῆς μεγάλης αὐλῆς τοῦ Γηροκομείου, τόν χαιρετοῦσαν καί μέ τό παιδικό τους γέλιο τοῦ ἔφερναν τήν ἄνοιξη στήν πονεμένη τοῦ ψυχή. Περνοῦσε τό τρεμάμενο χέρι τοῦ ἀνάμεσα ἀπ’ τά κάγκελα καί χάιδευε τά κεφαλάκια τους. Μετά ἐρχόταν ἡ σειρά τῶν ἐγγονῶν νά περάσουν τά παιδικά χεράκια τους ἀπό τά κάγκελα, νά ἀνοίξουν τίς φουχτίτσες τους γιά νά πάρουν τίς καραμέλλες πού κάθε πρωί τούς κερνοῦσε ὁ παππούς. Ποῦ ἐξοικονομοῦσε τό καραμελλοσυσίτιο κάθε πρωί ὁ παππούς; Ἀκόμη αὐτή ἡ ἀπορία παραμένει στά ἐγγόνια του πού τώρα πιά κοντεύουν κι ἐκεῖνα νά γίνουν παπποῦδες.
Κι ὁ Θεός αὐτή τήν ἁγιωσύνη τοῦ παπποῦ τήν ἄμειψε. Τόν ἔβγαλε ἀπ’ τά κάγκελα! Ἕνας ἀπό τούς γαμπρούς του, πονόψυχος ἄνθρωπος καθώς ἦταν, δέν ἀνέχτηκε ἄλλο αὐτή τήν κατάσταση. Ἔπειτα ἔβλεπε καί τόν σιωπηλό πόνο τῆς γυναίκας του.
Καί μία εὐλογημένη ἡμέρα πῆγε καί πῆρε ἀπό τό Γηροκομεῖο τόν παππού καί τόν ἔφερε σπίτι. Ἄς ἦταν μικρό τό σπιτάκι του, ἡ ἀγάπη σέ ὅλα δίνει λύσεις. Ἔτσι τά κάγκελα ἔφυγαν ἀπ’ τήν μέση καί τά ἐγγονάκια θρονιάζονταν ἄνετα στά γόνατα καί στήν ἀγκαλιά τοῦ παπποῦ!
Ὅταν ἦρθε ἡ ὥρα νά φύγει γιά τόν οὐρανό ὁ ἀγαθός αὐτός ἄνθρωπος , ἔδωσε ὁλόψυχα τήν εὐχή του σέ μικρούς καί μεγάλους. Κι ἀπ’ ὅ,τι φάνηκε , ἡ εὐχή τοῦ ἐπίασε!...
Ἀπό τό βιβλίο: «ΕΚΦΡΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΥ ΚΟΣΜΟΥ
Οὐράνια μηνύματα
Θαυμαστά γεγονότα»
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΒΑΡΝΑΚΟΒΑΣ
ΔΩΡΙΔΑ 2009
http://hellas-orthodoxy.blogspot.gr/2014/01/blog-post_3462.html
 
13).Ἡ ἀνεξικακία ἤ ἀλλιῶς ἀκακία ἦταν ἕνα μικρό κυλινδρικό πορφυρό σακούλι πού κρατοῦσε στό ἕνα του χέρι ὁ αὐτοκράτορας τοῦ Βυζαντίου, στίς ἐπίσημες τελετές. Περιεῖχε χῶμα καί συμβόλιζε τά φθαρτά καί πρόσκαιρα χαρακτηριστικά της ἐπίγειας ἐξουσίας.
Ἀνήκει στά βυζαντινά αὐτοκρατορικά διάσημα (insignia), δηλαδή στά σύμβολα, τά ἐξωτερικά διακριτικά γνωρίσματα πού ἔφερε ὁ αὐτοκράτορας, ὡς δηλωτικά της ἐξουσίας του.
http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%91%CE%BD%CE%B5%CE%BE%CE%B9%CE%BA%CE%B1%CE%BA%CE%AF%CE%B1
14) Γεροντικό:
Μερικοί εὐλαβεῖς νέοι ἀνέβηκαν στή σκήτη νά ἐπισκεφθοῦν ἕνα πνευματικό Γέροντα. Ἔξω ἀπό τήν καλύβη τοῦ βρῆκαν κάτι τσομπανόπουλα, πού ἔβοσκαν τά κοπάδια τους. Ἔκαναν ὅμως τόση φασαρία μέ τά παιχνίδια καί τίς φωνές τους, πού ἀπόρησαν οἱ ἐπισκέπτες.
-Πῶς ἀνέχεσαι αὐτά τά παλιόπαιδα, Πάτερ, καί δέν τά διώχνεις; Ρώτησαν τόν Γέροντα.
-Εἶναι καιρός τώρα, τέκνα μου, ἀπεκρίθη ὁ ἀγαθός Γέρων, πού ἔχω ἀποφασίσει νά τά μαλώσω καί νά τά διώξω. Κάθε φορᾶ ὅμως ἀναβάλλω, λέγοντας στόν ἑαυτό μου ἄν τόσο μικρή ἐνόχληση δέν ἀνέχεσαι, πῶς θά σηκώσεις ἕνα πιό μεγάλο πειρασμό; Ἔτσι συνηθίζω νά δέχομαι εὐχαρίστως τίς μικροδοκιμασίες, πού μου στέλνει ὁ Κύριός μου.
 
http://agiosmgefiras.blogspot.gr/2014/05/blog-post_3395.html
15)Ἕνας Γέροντας λέει ὅτι ἡ ἀνεξικακία εἶναι ἀναγκαία, ἀλλά δύσκολη στήν ἀπόκτησή της. Σημειώνει μάλιστα ἕνα πολύ ὡραῖο παράδειγμα, τό ὁποῖο θά ἀποδειχθεῖ ὠφέλιμο, ἄν τό θυμούμαστε συχνά: <<Ἤθελα νά εἶχα τήν ἀνεξικακία τῆς γῆς. Νά μέ πατοῦν καί νά τούς κρατῶ στά πόδια τους. Νά σκάβουν μέχρι τά σωθικά μου καί νά τούς δίνω ὅτι ζητοῦν ἐκεῖ. Νά τούς χαρίζω τή ζωή τρέφοντάς τους, καί ὅταν πεθαίνουν νά τούς κλείνω στοργικά στήν ἀγκαλιά μου. Δυστυχῶς δέ τῆς μοιάζω παρά μόνο σέ ἕνα: πώς κι ἀπό τή γῆ ξεπηδοῦν ἡφαίστεια>>.
Μακάρι ὁ καθένας μας νά μποροῦσε νά περιορίσει τή δράση τοῦ δικοῦ του ἡφαιστείου. Τότε ὁ κόσμος θά ἦταν πολύ καλύτερος.
http://www.agiooros.net/forum/viewtopic.php?f=18&t=640
 
Ιερομόναχος Σάββας Αγιορείτης
http://HristosPanagia3.blogspot.com
 
Τῼ ΔΕ ΘΕῼ ΔΟΞΑ ΠΑΝΤΟΤΕ ΝΥΝ ΚΑΙ ΑΕΙ ΚΑΙ ΕΙΣ ΤΟΥΣ ΑΙΩΝΑΣ ΤΩΝ ΑΙΩΝΩΝ ΑΜΗΝ!


[2] Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, Ἐπιστολή ΡΙΖ΄  Θεωδώρᾳ, ΕΠΕ38, 212.

[4] Λκ. 23,34: «Πάτερ, ἄφες αὐτοῖς· οὐ γάρ οἴδασι τί ποιοῦσι».
[5] Λκ. 22, 51
[6] Μτ. 26, 23: «Δοκεῖς ὅτι οὐ δύναμαι ἄρτι παρακαλέσαι τόν πατέρα μου, καί παραστήσει μοι πλείους ἤ δώδεκα λεγεῶνας ἀγγέλων;».
[7] Ματθ. 6, 12
[8] Πρβλ. ἁγ. Ἰω. Χρυσοστόμου, «Εἰς ἀνδριάντας», 20η ὁμιλία, Ε.Π.Ε. τομ. 32, σσ. 621-633.
[9] ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ. ΤΑ ΖΩΑ ΩΣ ΣΥΜΒΟΛΑ, http://www.agioiapostoloigiannoulis.gr/nea/ta-z-a-s-sumbola-giou-nikolaou-belimirobits/
[10] Ἀπό τήν πρώτη Βιογραφία Μητροπολίτου Πενταπόλεως ἐν μακαρία τήν λήξει Σεβασμιωτάτου Νεκταρίου, συντεθεῖσα παρά τοῦ ἐλαχίστου Μοναχοῦ Ἄβιμελέχ του Κρητός του καί ἔκδοτου, ἐν Βάλω 1921, ὅπως ἀνατυπώνεται ἀτό ἔργο Οἱ πρῶτες Βιογραφίες τοῦ Ἅγιου Νεκταρίου, ἐπιμέλεια: Μιχαήλ Χατζηγεωργίου, Ἱστορικά Τετράδια 5, 1998, σέλ. 24-26
[11] Ολόκληρη ἡ δημοσίευση στὴν διεύθυνση:

[12] Θεοδώρας Χαμπάκη, Γεροντικό.
[15] Ἁγ. Ἰω. Χρυσοστόμου, Ὁμιλία 20η, ΕΠΕ τόμος 32, σελ. 643-647.
[16] Ἐπίσκοπος Αὐγουστίνος Καντιώτης (ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στόν ἱ. ναό Γενεσίου τῆς Θεοτόκου Κ. Κλεινῶν-Φλωρίνης τήν 14-8-1977).

[17] Ἐπίσκοπος Αὐγουστίνος Καντιώτης (ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στόν ἱ. ναό Γενεσίου τῆς Θεοτόκου Κ. Κλεινῶν-Φλωρίνης τήν 14-8-1977).
[18] Γέρων Ἐφραίμ Φιλοθείτης, Ἐάν συγχωρήσουμε θά συγχωρηθοῦμε, Πνευματικές Ὁμιλίες, ἐκδόσεις Ὀρθοδόξος Κυψέλη,
http://www.diakonima.gr/2010/12/11/%CE%B3%CE%AD%CF%81%CE%BF%CE%BD%CF%84%CE%B1%CF%82-%CE%B5%CF%86%CF%81%CE%B1%CE%AF%CE%BC-%CE%BF-%CF%86%CE%B9%CE%BB%CE%BF%CE%B8%CE%B5%CE%90%CF%84%CE%B7%CF%82-%CE%B5%CE%AC%CE%BD-%CF%83%CF%85%CE%B3%CF%87/
[21] Πηγή: «ΕΚΦΡΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΥ ΚΟΣΜΟΥ - Οὐράνια μηνύματα - Θαυμαστά γεγονότα»
[23] ΣΩΚΡΑΤΗΣ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΟΥΣ, Σωτηρὰ Ἀμμοχώστου, πηγή: ἡ σημερινὴ, VatopaidiFriend 
[24] Ἁγ. Ἰω. Χρυσοστόμου, Ὁμιλία 20η, ΕΠΕ τόμος 32, σελ. 648.
[25] Ἁγ. Ἰω. Χρυσοστόμου, Ὁμιλία 20η, ΕΠΕ τόμος 32, σελ. 648-650.
[26] Ἁγ. Ἰω. Χρυσοστόμου, Ὁμιλία 20η, ΕΠΕ τόμος 32, σελ. 636-638.
[27] Ἁγ. Ἰω. Χρυσοστόμου, Ὁμιλία 20η, ΕΠΕ τόμος 32, σελ. 638.
[28] Ἁγ. Ἰω. Χρυσοστόμου, Ὁμιλία 20η, ΕΠΕ τόμος 32, σελ. 638.
[29] Ἁγ. Ἰω. Χρυσοστόμου, Ὁμιλία 20η, ΕΠΕ τόμος 32, σελ. 632.
[30] Ἁγ. Ἰω. Χρυσοστόμου, Ὁμιλία 20η, ΕΠΕ τόμος 32, σελ. 632-636.
[31] Ἁγ. Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, Γ΄ἑκατοντάς περί ἀγάπης 90, PG 90.
[32] Περί πραότητος καί ἀνεξικακίας γ. Γερμανοῦ Σταυροβουνιώτη,
http://orthodoxanswers.gr/peri-praotitas-kai-aneksikakias-gerontos-germanou-stayrovounioti/
[33] Ἀποσπάσματα ἀπό τό βιβλίο «ΥΠΟΘΗΚΕΣ ΖΩΗΣ ἀπό τή διδασκαλία τοῦ πατρός Ἐπιφανίου» - Ἔκδοσις Ἱεροῦ Ἡσυχαστηρίου Κεχαριτωμένης Θεοτόκου Τροιζήνας, Ἀναβάσεις, http://anavaseis.blogspot.gr/2013/10/h_14.html, http://anavaseis.blogspot.gr/2013/10/h_8.html#more

[34] Ἐπίσκοπος Αὐγουστίνος Καντιώτης (ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στόν ἱ. ναό Γενεσίου τῆς Θεοτόκου Κ. Κλεινῶν-Φλωρίνης τήν 14-8-1977).
[35] Ολόκληρη ἡ δημοσίευση στὴν διεύθυνση:


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου