Σελίδες

Δευτέρα 10 Αυγούστου 2015

Ἑρμηνεία Παλαιᾶς Διαθήκης –Προφήτης Ἡσαΐας (16ον) – (Μητροπολίτου Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως Ἰερεμία)


          IEΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΓΟΡΤΥΝΟΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΕΩΣ
Δημητσάνα, Παρασκευή 24 Ἰουλίου 2015
 
ΣΥΝΤΟΜΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ
ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΑΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ ΣΕ ΣΥΝΕΧΕΙΕΣ

(Ἡ ἑρμηνεία παρά τήν συντομία της καί τήν ἁπλότητά της εἶναι ἐπιστημονική)
Ἡ ἐργασία αὐτή προσφέρεται στούς ἀναγνῶστες σέ συνέχειες ἑκάστη Δευτέρα καί Παρασκευή διά ἐξεύρεση λαθῶν ἐκ μέρους τους καί ἐνημέρωσή μας πρός διόρθωση, πρίν ἀπό τήν τελική δημοσίευση τοῦ ἔργου.
Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΗΣΑΪΑΣ
Κατά τῆς Ἱερουσαλήμ (22,1-25)
Στίς κατά τῶν ἐθνῶν προφητεῖες τῶν κεφ. 13-23 ἔχουμε στό κεφ. 22 καί προφητεία κατά τῆς Ἱερουσαλήμ, τῆς «Κοιλάδος τῆς Ὁράσεως» (στίχ. 1-14), ὅπως τήν λέγει τό Ἑβραϊκό κείμενο, διότι ἐκεῖ ὁ προφήτης ἔβλεπε τίς θεῖες ἀποκαλύψεις του. Καί ἡ Ἱερουσαλήμ λοιπόν εἶναι ὑπό τήν κρίση τοῦ Θεοῦ καί θά ἀντιμετωπίσει καί αὐτή τήν ἀσσυριακή ἀπειλή. Σ᾽ αὐτήν τήν προφητεία συνάπτεται καί μία ἄλλη σχετική προφητεία κατά τοῦ θησαυροφύλακος Σομνᾶ, ἀνθρώπου τοῦ βασιλείου τοῦ Ἰούδα (στίχ. 14-25). Ὅτι στό τμῆμα μας ἐδῶ πρόκειται περί τῆς Ἱερουσαλήμ φαίνεται καθαρά ἀπό τήν ἑνότητα τῶν στίχ. 9-10. 
(α) Κατά τς χαρς στήν ερουσαλήμ (22,1-14)
(Προλογικό σημείωμα τῆς περικοπῆς)
Ἡ ἐδῶ περικοπή μας ὁμιλεῖ γιά κάποια ἀσσυριακή ἐπιδρομή, ἀλλά δέν ξέρουμε γιά ποιά. Ἴσως πρόκειται γιά τήν ἐπιδρομή τοῦ Σενναχηρίβ, ὁ ὁποῖος ἐπολιόρκησε τήν Ἱερουσαλήμ τό 701 π.Χ. (βλ. κεφ. 36-37), ἀλλά ἐλύθη ἀργότερα ἡ πολιορκία, μέ τήν ὑποταγή τοῦ βασιλέως Ἐζεκίου. Καί τό λέγουμε αὐτό γιατί ταυτίζονται οἱ ἀναφερόμενες στήν περικοπή μας πληροφορίες μέ τά ὅσα γνωρίζουμε ἀπό τήν ἱστορία. Βλ. στίχ. 9-11 καί Β´ Παραλ. κεφ. 32. Τό σχέδιο τοῦ Θεοῦ ἀπό τήν ἐπιδρομή αὐτή ἦταν ἡ μετάνοια τοῦ λαοῦ του, νά ἀποστραφοῦν δηλαδή οἱ Ἰουδαῖοι τήν ἁμαρτία τους καί νά στραφοῦν σ᾽ Αὐτόν (στίχ. 11β. 12). Δυστυχῶς ὅμως ὁ λαός, καί τότε ἀκόμη πού ἔβλεπε τήν πόλη του κυκλουμένη ἀπό τόν ἐχθρό, δέν εἶχε συναίσθηση τῆς πραγματικότητος καί ἐπεδίδετο σέ διασκεδάσεις (στίχ. 13) καί εὐωχίες, στηρίζοντας τήν ἐλπίδα του ὄχι στόν Θεό, ἀλλά στήν στρατιωτική του δύναμη (στίχ. 8β σαφέστερα στό Ἑβρ.) καί στήν ἀσφάλεια τῆς πόλης του (στίχ. 9-11). –Συχνά ἡ Ἱερουσαλήμ παριστάνεται ὡς ὄρος (π.χ. «ὄρος Σιών»), ἀλλά ἐδῶ καλεῖται «κοιλάδα» (στίχ. 1). Ἀλλά καί αὐτό ταιριάζει γιά τήν Ἱερουσαλήμ,  γιατί ἀμέσως ἀνατολικά τῆς πόλεως ὑπῆρχε μιά κοιλάδα, ἡ κοιλάδα τῶν Κέδρων. Ἐκεῖ πιθανόν ἀπεκαλύπτετο ὁ Θεός στόν Ἡσαΐα, γι᾽ αὐτό ἡ κοιλάδα αὐτή, καί ἀπό αὐτήν ὅλη ἡ πόλη, λέγεται «Κοιλάδα τῆς ὁράσεως». Ἡ Ἱερουσαλήμ γέμισε ἀπό λαό, ὁ ὁποῖος εἶχε περιέλθει σέ ταραχή καί σύγχηση (στίχ. 5). Ὁ λαός αὐτός δέν ἦταν μόνο οἱ κάτοικοι τῆς πόλης, ἀλλά ἦταν λαός καί ἀπό ἄλλες περιοχές, γιατί ἔχουμε γραπτή πληροφορία ἀπό τόν ἴδιο τόν Σενναχειρίβ ὅτι ὑπέταξε 46 πόλεις καί χωρία τῆς Ἰουδαίας. Οἱ ἄρχοντες δραπεύτευσαν, ἀλλά συνελήφθησαν (στίχ. 3) ἀπό τούς Ἀσσυρίους. Ἐκτός ἀπό αὐτό, στήν Ἱερουσαλήμ εἶχαν καταφθάσει καί στρατιῶτες ἀπό τήν Ἐλάμ (ἀνατολικά τῆς Ἀσσυρίας) καί ἀπό τήν Κίρ (ἴσως μία ἀσσυριακή ἐπαρχία, Δ´ Βασ. 16,9. Ἀμ. 1,5. 9-7), γιά νά ἑνωθοῦν μέ τίς Ἀσσυριακές δυνάμεις. Ὅλες οἱ κοιλάδες γέμισαν ἀπό ἅρματα καί οἱ ἱππεῖς ἦταν παρατεταγμένοι πρό τῶν πυλῶν τῆς πόλεως (στίχ. 7). Ὁ ἐχθρός ζητοῦσε τήν εὐκαιρία νά εἰσβάλει στήν πόλη, γιά νά τήν λεηλατήσει καί ἔπειτα νά τήν κατακαύσει (στίχ. 5). Ὁ Ἰούδας ἦταν ἀνυπεράσπιστος. Γι᾽ αὐτό τό κακό, τῆς ἐπικειμένης δηλαδή καταστοφῆς τῆς ἱερῆς πόλεως (στίχ. 4β), λόγῳ τῆς ἐπιθέσεως τῶν Ἀσσυρίων ἐναντίον της, ὁ προφήτης Ἡσαΐας κλαίει καί θρηνεῖ (στίχ. 4α). Βλ. καί 15,5-7. 21,3-4.
Ὁ λαός πρέπει νά ἐννόησε ὅτι ἡ ἐπίθεση τοῦ ἐχθροῦ δέν ἦταν τυχαία, ἀλλά ἦταν μία ἡμέρα κρίσεως ἐκ μέρους τοῦ Κυρίου Σαβαώθ (στίχ. 12α). Δέν ἔφτανε ὅμως μόνο αὐτό, ἀλλά ἔπρεπε νά ἐκδηλώσει ἀληθῆ μετάνοια μέ κλαυθμό καί πένθος, μέ ξύριση τῆς κεφαλῆς καί περίζωση μέ σάκκο (στίχ. 12β. Βλ. Β´ Ἔσδρ. 9,3. Νεεμ. 13,25. Ἡσ. 3,24). Δέν τό ἔπραξε ὅμως αὐτό ὁ λαός, γιατί  πίστευε ὅτι ἡ σωτηρία του θά ἔλθει ἀπό τήν δική του δύναμη (στίχ. 8β-11α). Ἔτσι προσπαθοῦσε νά ἀποκτήσει πολεμικά ὅπλα ἀπό «τήν οἰκία τοῦ δάσους» (στίχ. 8β), τήν ὁποία εἶχε κτίσει ὁ Σολομών (Γ´ Βασ. 7,2· βλ. Γ´ Βασ. 10,17.21). Καί ἀκόμη περισσότερο, ἀντί γιά κλαυθμό καί πένθος μετανοίας, οἱ Ἱεροσολυμῖτες ζοῦσαν εὐωχούμενοι καί ἀλαλάζοντες ἀπό χαρά (στίχ. 2α [κατά τό Ἑβρ.]), μέ τήν σκέψη μάλιστα τοῦ συντόμου θανάτου τους (στίχ. 13)! Ἀπέρριψαν ἐντελῶς τόν Θεό ἀπό τήν ζωή τους. Ἡ ἁμαρτία τους εἶναι πολύ μεγάλη. Γι᾽ αὐτό καί τούς λέγει τελικά ὁ προφήτης Ἡσαΐας: «Οὐκ ἀφεθήσεται ὑμῖν αὕτη ἡ ἁμαρτία» (στίχ. 14)! 
(Μετάφραση τοῦ κειμένου τῆς περικοπῆς,
τό ὁποῖο παραλείπουμε ἐδῶ πρός ἐξοικονόμηση χώρου)
22,1 Ὁ λόγος κατά τῆς κοιλάδος τῆς Σιών.
Τί σᾶς συνέβηκε λοιπόν τώρα
καί ἀνεβήκατε ὅλοι στά ἀνώγεια,
τά ὁποῖα δέν φέρουν καμμιά βοήθεια;
2 Γέμισε ἡ πόλη ἀπό ἀλαλάζοντες, α
οἱ τραυματίες σου δέν εἶναι τραυματίες μαχαίρας
οὔτε οἱ νεκροί σου νεκροί πολέμου.  
3 Ὅλοι οἱ ἄρχοντές σου ἔφυγαν
καί ὅσοι συνελήφθηκαν δέθηκαν σκληρά
καί οἱ ἰσχυροί σου ἔχουν φύγει μακρυά.
4 Γι᾽ αὐτό εἶπα: «Ἀφῆστε με νά κλαύσω πικρά·
μή προσπαθεῖτε νά μέ παρηγορήσετε,
γιά τήν συντριβή τῆς θυγατρός τοῦ γένους μου.
5 (Θά κλαύσω) γιατί (θά ἔλθει) ἡμέρα ταραχῆς καί καταστροφῆς
καί καταπατήσεως καί συγχύσεως ἀπό τόν Κύριο τῶν Δυνάμεων
στήν κοιλάδα τῆς Σιών.
(ὅλοι τους) ἀπό τόν μικρό μέχρι τόν μεγάλο
πλανῶνται (κυνηγημένοι) στά ὄρη. β
6 Οἱ δέ Ἐλαμῖτες ἔλαβαν τίς φαρέτρες (τους),
εἶναι δέ αὐτοί ἄνθρωποι ἔφιπποι
καί (πεζοί) συγκροτημένοι σέ παράταξη. γ
7 (Πρός τήν Ἱερουσαλήμ:) Θά συμβεῖ, οἱ ἐκλεκτές σου κοιλάδες
νά γεμίσουν ἀπό ἅρματα,
καί οἱ ἱππεῖς θά φράξουν τίς πύλες
8α καί θά κατακτήσουν τίς πύλες τοῦ Ἰούδα. δ
8β Ἐκείνη τήν ἡμέρα (οἱ Ἰουδαῖοι) θά στραφοῦν μέ ἐλπίδα στούς ἐκλεκτούς οἴκους τῆς πόλεως 9καί θά ἀνακαλύψουν τά μυστικά μέρη τῶν οἴκων τῆς ἀκρόπολης τοῦ Δαβίδ. Καί εἶδαν ὅτι αὐτά εἶναι πολλά καί ὅτι κάποιος διοχέτευσε τό ὕδωρ τῆς παλαιᾶς κολυμβήθρας στήν πόλη. 10 Καί ἀκόμη (εἶδαν) ὅτι ἐγκρέμισαν τούς οἴκους τῆς Ἱερουσαλήμ, γιά νά ὀχυρώσουν τό τεῖχος τῆς πόλης. 11 Καί προμηθεύσατε γιά τούς ἑαυτούς σας νερό μεταξύ τῶν δύο τειχῶν, πιό μέσα ἀπό τήν παλαιά δεξαμενή καί δέν στραφήκατε σ᾽ Ἐκεῖνον, πού ἀπό τήν ἀρχή ἐποίησε αὐτήν (τήν πόλη) καί δέν εἴδατε Αὐτόν, πού ἔκτισε αὐτήν. ε
12 Ὁ Κύριος, ὁ Κύριος τῶν Δυνάμεων
ἐκάλεσε κατά τήν ἡμέρα ἐκείνη
γιά κλαυθμό καί κοπετό
καί γιά ξύριση (τῆς κεφαλῆς)
καί γιά ζώσιμο μέ σάκκο.
13 Ἀντίθετα ὅμως αὐτοί ἔκαναν διασκεδάσεις καί εὐφροσύνη,
ἔσφαζαν μοσχάρια καί θυσίαζαν πρόβατα,
γιά νά φᾶνε κρέατα καί νά πιοῦν κρασί, λέγοντας:
«Ἄς φᾶμε καί ἄς πιοῦμε,
γιατί αὔριο θά πεθάνουμε».
14 Ἀλλά αὐτά ἀποκαλύφθηκαν στά ὦτα τοῦ Κυρίου τῶν Δυνάμεων, ζ 
(ὁ Ὁποῖος ἀπεφάσισε) ὅτι «δέν θά συγχωρηθεῖ σέ σᾶς ἡ ἁμαρτία αὐτή
μέχρι νά πεθάνετε». 
α. «Πόλη ταραχώδη, πόλη ἐνθουσιώδη», προσθέτει τό Ἑβρ.
β. «Παταγώδη πτώση τῶν τειχῶν καί κραυγή στά ὄρη», ἔχει τό τέλος τοῦ στίχ. στό Ἑβρ.
γ. Ὁ στίχ. στό Ἑβρ.: «Ὁ Ἐλάμ ἀνέλαβε τήν φαρέτρα, ὁ Ἀράμ ἦλθε καθήμενος σέ ἵππους καί ὁ Κίρ ἀπεκάλυψε τήν ἀσπίδα».
δ. «Καί τά ὀχυρά τοῦ Ἰούδα ἀπογυμνώθηκαν», ἔχει τό ἡμιστίχ. αὐτό στό Ἑβρ.
ε. Ἡ ἑνότητα αὐτή στό Ἑβρ. ἔχει: «8β Κατά τήν ἡμέρα ἐκείνη ἐπέβλεψες στά πολεμικά ὅπλα στήν οἰκία τοῦ δάσους 9 καί πρόσεξες τά πολλά ρήγματα τῆς πόλεως τοῦ Δαβίδ καί συνήθροισες τά ὕδατα τοῦ κάτω ὑδραγωγείου. 10 Ἀπαρίθμησες ἐπίσης τίς οἰκίες τῆς Ἱερουσαλήμ καί κατεδάφισες πολλές ἀπό αὐτές, γιά νά ἐνισχύσεις τά τείχη. 11 Καί ἔκανες μεταξύ τῶν δύο τειχῶν δεξαμενή γιά τά ὕδατα τοῦ παλαιοῦ ὑδραγωγείου, ἀλλά δέν ἀπέβλεψες σέ Ἐκεῖνον, ὁ Ὁποῖος ἐσχεδίασε αὐτό πρό πολλοῦ».
ζ. «Ἀλλά ὁ Κύριος τῶν Δυνάμεων ἀποκάλυψε τόν Ἑαυτόν Του στά ὦτα μου», λέγει τό Ἑβρ.
(Σύντομα ἑρμηνευτικά σχόλια τῆς περικοπῆς)
22,1-14. Προειδοποίηση στήν Ἱερουσαλήμ γιά τήν ἐγγίζουσα καταστροφή. 22,1. ἑξ. Αὐτή ἡ προφητεία τοποθετεῖται μετά τήν ἀπελευθέρωση  τῆς Ἱερουσαλήμ τό 701, ἡ ὁποία ἔθεσε τέρμα στήν νικηφόρα μέχρι τότε ἐκστρατεία τοῦ Σενναχειρίβ, βλ. Δ´ Βασ. 18,13 σχόλ. 19,9 σχόλ. Ἡσ. 36,1 ἑξ. 37,8 ἑξ. Ὁ Ἡσαΐας, ὁ ὁποῖος εἶχε ἀναγγείλλει αὐτήν τήν ἀπελευθέρωση, διαμαρτύρεται γιά τήν ὑπερβολική χαρά πού προκάλεσε αὐτή ἡ ἀπελευθέρωση καί ἀναγγέλλει ὅτι ἡ ἀπειλή κατά τῆς Ἱερουσαλήμ παραμένει. Κατ᾽ ἄλλους (βλ. An Ecumenical Studu Bible), ἡ εὐκαιρία τῆς παρούσης προφητείας εἶναι ἡ ἐκστρατεία τοῦ Σαργών τό 711 π.Χ. (20,1), ἡ ὁποία παρέβλεψε τόν Ἰούδα, ἤ εἶναι ἡ περίοδος τῆς πολιτικῆς διαμάχης στήν Ἀσσυρία, ἡ ὁποία ἀκολούθησε μέ τόν θάνατο τοῦ Σαργών (705 π.Χ.). 22,1. Τό ρῆμα τῆς φάραγγος Σιών. «Προφητεία περί τῆς κοιλάδος τοῦ ὁράματος», λέγει τό Ἑβρ. Τίτλος δανεισθείς ἀπό τόν στίχ. 5, σύγκρ. μέ 21,11. Δέν γνωρίζουμε καμμία κοιλάδα μέ τό ὄνομα αὐτό στά περίχωρα τῆς Ἱερουσαλήμ. Προετάθη ἡ διόρθωση εἰς «κοιλάδα Hinnom» (ἡ «γέεννα» τῆς Καινῆς Διαθήκης), γιατί ἴσως ἡ ἀναφορά γίνεται στήν κοιλάδα αὐτή (βλ. Ἱερ. 7,30-34.39,35), ἀλλά αὐτή ἡ διόρθωση δέν εὐοδοῦται ἀπό τό κείμενο. 22,2. Ἐνεπλήσθη ἡ γῆ βοώντων. ᾽Αλάλαζαν ἀπό χαρά γιά τήν ἀναχώρηση τῶν ἀσσυριακῶν στρατευμάτων. 22,4. Θυγατρός τοῦ γένους μου. Εἶναι ἡ Ἱερουσαλήμ. 22,5. Ἡμέρα. Ἡ «Ἡμέρα τοῦ Κυρίου» εἰς τήν ὁποία ὁ Θεός θά κρίνει τούς ἐχθρούς Του καί θά φανερώσει τήν δόξα Του (βλ. 13,6.9. Ἰεζ. 13,5. Ἰωήλ 1,15. 2,11.31. 3,14. Ἀμ. 5,18-20. Ὀβδ. 15. Σοφ. 1,7.14. Μαλ. 4,5). Ἡ Ἡμέρα αὐτή περιγράφεται ἐδῶ ὡς μία ἡμέρα εἰσβολῆς (2,11. 13,6). – Ἐν φάραγγι Σιών πλανῶνται... Ὁ Ἡσαΐας, πάνω ἀπό τόν θόρυβο τῶν ἀλαλαζόντων ἀπό χαρά (στίχ. 2), δύναται νά ἀκούσει τίς κραυγές τῶν ζητούντων βοήθεια φυγάδων στά ὄρη τῆς Ἰουδαίας. 22,6. Ἐλαμῖται καί Ἀραμαῖοι ἀναφέρονται ὡς σύμμαχοι καί μισθοφόροι τοῦ Σενναχηρίβ. 22,7. Φάραγγές μου. «Κοιλάδες» μου, λέγει τό Ἑβρ. Ὅπως ἡ κοιλάδα Ραφαείμ καί ἡ κοιλάδα τοῦ βασιλέως (17,5. Β´ Βασ. 18,18). 22,8β-11. Οἱ πολεμικές προετοιμασίες δέν ἀντικαθιστοῦν τήν πίστη στόν Θεό. 22,8β. Ἐκλεκτοί οἶκοι τῆς πόλεως. «Στήν οἰκία τοῦ δάσους», λέγει τό Ἑβρ. Καλεῖται ἔτσι λόγω τῶν κέδρινων κολώνων πού ὑποστήριζαν τήν ὀροφή. Ἐκτίσθη ἀπό τόν Σολομῶντα γιά ἐξοπλισμό (βλ. Γ´ Βασ. 7,2 σχόλ. 10,17. Βλ. καί Ἱερ. 22,13-14). 22,9. Τῶν οἴκων τῆς ἄκρας Δαυΐδ. «Τῆς πόλεως Δαυΐδ», λέγει τό Ἑβρ. Ἦταν τό παλαιότερο τμῆμα τῆς Ἱερουσαλήμ (Β´ Βασ. 5,7). – Tό ὕδωρ τῆς ἀρχαίας κολυμβήθρας... Πρόκειται γιά τό σκάψιμο τῆς σήραγγας τοῦ Σιλωάμ, ἡ ὁποία ἔφερε νερό στήν πόλη (Δ´ Βασ. 20,20. Β´ Παραλ. 32,3-5. Σοφ. Σειρ. 48,17). Μία ἐπιγραφή στά τείχη αὐτῆς τῆς σήραγγας ἀναφέρει τήν ἱκανοποίηση γιά τήν ἐπιτυχία αὐτοῦ τοῦ κατορθώματος. Οἱ ἐργάτες ἄρχισαν ἀπό τά δύο ἄκρα καί συναντήθηκαν στό μέσον. 22,11. Ἐργασίες τοῦ Ἐζεκία προβλέποντας τήν ἐπίθεση τοῦ Σενναχηρίβ. 22,12-14. Οἱ λόγοι τῶν γλεντοκόπων στρέφονται ἐναντίον τους (5,11-12).  (
(β) Περί το Σομν καί το λιακείμ (22,15-25)
(Προλογικό σημείωμα τῆς περικοπῆς)
Ὁ Σομνᾶ ἦταν ἕνα ὑψηλό πρόσωπο τῆς αὐλῆς (στίχ. 15) καί εἶχε ἐμπλακεῖ στίς διαπραγματεύσεις μέ τόν Σενναχηρίβ, ὅταν αὐτός πολιορκοῦσε τήν Ἱερουσαλήμ (Δ´ Βασ. 18,18.26.37. 19,2. Ἠσ. 36,3.11.22. 37,2), ἐκπροσωπώντας μᾶλλον τήν φιλο-αἰγυπτιακή μερίδα (τό νά συμμαχήσουν δηλαδή οἱ Ἰουδαῖοι μέ τούς Αἰγυπτίους γιά τήν ἀπόκρουση τῶν Ἀσσυρίων). Στήν περικοπή μας λέγεται ὅτι θά ἐκτοπισθεῖ ὁ Σομνᾶ ἀπό τήν θέση του, ἀλλά δέν λέγεται γιατί. Πιθανόν διότι ἐναντιώθηκε στό κήρυγμα τοῦ Ἡσαΐου περί ἐρχομένης κρίσεως. Συμφωνοῦσε μέ τίς ἀσεβεῖς θέσεις τῶν Ἱεροσολυμιτῶν, τίς ὁποῖες ἐξέθεσε ὁ προφήτης στήν προηγούμενη παράγραφο (βλ. στίχ. 2.11-13). Στήν περικοπή μας ὁ προφήτης Ἡσαΐας ὁμιλεῖ γιά τήν ὑπερηφάνεια τοῦ Σομνᾶ νά κάνει φημισμένο τό ὄνομά του μέ τό νά ταφεῖ σέ λαμπρό τάφο (στίχ. 16), ὅπως ἔκαναν οἱ ἄρχοντες τῶν γειτόνων λαῶν. Ἀλλά προφητεύει ὁ Ἡσαΐας γι᾽ αὐτόν ὅτι θά πεθάνει σέ ξένη εὐρύχωρη χώρα (στίχ. 18), ἐννοώντας τήν Ἀσσυρία. Δέν ἔχουμε ὅμως πληροφορία τί συνέβηκε μέ αὐτόν.
Τήν θέση τοῦ ἐκτοπιζομένου Σομνᾶ θά τήν καταλάβει ὁ Ἐλιακείμ (στίχ. 22), ὁ ὁποῖος ἦταν καί αὐτός ἕνα ὑψηλό πρόσωπο, ἀλλά μέ εὐσέβεια καί ἀρετή (στίχ. 20-21). Ὁ Ἐλιακείμ ἐνεπλάκη καί αὐτός ἐπίσης στίς διαπραγματεύσεις μέ τόν Σενναχηρίβ (Δ´ Βασ. 18,18.26.37. Ἡσ. 36,3.11.22.37,2). Ἀντίθετα μέ τόν Σομνᾶ, ὁ Ἐλιακείμ θά εἶναι σεβαστός καί ἀγαπητός ἀρχηγός (ὡς πατέρας γιά τούς Ἰουδαίους, στίχ. 21) καί συνετός ἄρχοντας, ὁ ὁποῖος θά λαμβάνει σοφές ἀποφάσεις (στίχ. 22). Ἀντίθετα πάλι μέ τόν Σομνᾶ, ὁ ὁποῖος ἐπρόκειτο νά ἐκδιωχθεῖ, ὁ Ἐλιακείμ θά εἶναι ὡς πάσσαλος ἐπί στερεοῦ ἐδάφους (στίχ. 23α), ἕνα στερεό, δηλαδή, θεμέλιο τοῦ ἔθνους. Θά εἶναι τετιμημένο πρόσωπο, θά δοξάσει ὅλη τήν οἰκογένειά του, τούς γόνους καί τούς ἀπογόνους του (στίχ. 24), καί τά ταπεινά πρόσωπα (τά καλούμενα «μικρά σκεύη» στό Ἑβρ.) καί τά ἐπίσημα (τά καλούμενα «κύπελλα», ὁμοίως στό Ἑβρ., στίχ. 24α). Ὅμως ὁ Ἡσαΐας προειδοποιεῖ ὅτι καί αὐτός ὁ «πάσσαλος» θά πέσει (στίχ. 25), ὑπονοώντας μέ αὐτό ὅτι τελικά τό βασίλειο τοῦ Ἰούδα θά ὁδηγηθεῖ στήν αἰχμαλωσία.  
(Μετάφραση τοῦ κειμένου τῆς περικοπῆς,
τό ὁποῖο παραλείπουμε ἐδῶ πρός ἐξοικονόμηση χώρου)
22,15 Τά ἑξῆς λέγει ὁ Κύριος τῶν Δυνάμεων:
«Πήγαινε στό παστοφόριο (μικρό δωμάτιο), στόν Σομνᾶ τόν ταμία, α
καί λέγε σ᾽ αὐτόν:
16 “Γιατί ἐσύ εἶσαι ἐδῶ καί τί ἔχεις νά κάνεις ἐδῶ; β 
Γιατί σκάλισες γιά τόν ἑαυτό σου ἐδῶ μνημεῖο
καί σέ (ἄλλο) ὑψηλό τόπο ἔκανες γιά τόν ἑαυτό σου μνημεῖο
καί στήν πέτρα χάραξες γιά τόν ἑαυτό σου σκηνή;”.
17 Ἰδού τώρα ὁ Κύριος τῶν Δυνάμεων θά ἐκβάλει
καί θά ἀφανίσει ἐσένα τόν ἄνδρα
καί θά ἀφαιρέσει τήν στολή σου
καί τόν ἔνδοξο στέφανό σου.
18 Καί θά σέ ρίψει ὁ Κύριος σέ χώρα μεγάλη καί ἀπέραντη
καί θά πεθάνεις ἐκεῖ.
Καί τό λαμπρό σου ἅρμα θά τό καταστήσει ἄτιμο
καί τό σπίτι τοῦ ἄρχοντά σου θά καταπατηθεῖ. γ
19 Θά σοῦ ἀφαιρεθεῖ τό ἀξίωμά σου καί ἡ θέση σου.
20 Καί κατ᾽ ἐκείνη τήν ἡμέρα θά καλέσω τόν δοῦλο μου Ἐλιακείμ,
τόν υἱό τοῦ Χελκίου.
21 Καί θά τόν ἐνδύσω μέ τήν στολή σου
καί θά τοῦ δώσω τόν στέφανό σου
καί τήν ἐξουσία σου καί τό ἀξίωμά σου θά τοῦ δώσω στά χέρια του
καί θά εἶναι σάν πατέρας στούς κατοίκους τῆς Ἱερουσαλήμ
καί τούς κατοίκους τοῦ Ἰούδα.
22 Καί θά δώσω σ᾽ αὐτόν τήν δόξα τοῦ Δαβίδ
καί θά γίνει ἄρχοντας
καί δέν θά ὑπάρχει κανείς πού νά τοῦ ἀντιστέκεται.
καί θά βάλω στόν ὦμο του τήν κλεῖδα τοῦ οἴκου Δαβίδ
καί θά ἀνοίγει καί κανείς δέν θά κλείνει
καί θά κλείνει καί κανείς δέν θά ἀνοίγει.
23 Καί θά τόν στερεώσω ὡς ἄρχοντα
σέ τόπο ἀμετακίνητο δ
καί θά γίνει τόπος τιμῆς στόν οἶκο τοῦ πατέρα του.
24 Καί θά στηρίζεται σ᾽ αὐτόν κάθε ἔνδοξος στό σπίτι τοῦ πατέρα του,
ἀπό τόν μικρό μέχρι τόν μεγάλο (ὅλοι) θά ἐξαρτῶνται ἀπ᾽ αὐτόν.
25 Ἐκείνη τήν ἡμέρα, λέγει ὁ Κύριος τῶν δυνάμεων, θά μετακινηθεῖ ὁ ἄνθρωπος ὁ στηριγμένος σέ τόπο στερεό ε καί θά ἀφαιρεθεῖ· καί θά πέσει καί θά ἐξολοθρευθεῖ ἡ δόξα πού ἦταν πάνω του, γιατί ὁ Κύριος (τό) εἶπε.
α. «Τόν ἐπιστάτη τῶν ἀνακτόρων», λέγει τό Ἑβρ.
β. «Τί ἔχεις ἐδῶ καί ποῖον ἔχεις ἐδῶ;», λέγει τό Ἑβρ.
γ. Ὁ στίχ. κατά τό Ἑβρ.: «Θά σέ στριφογυρίσει καί θά σέ ἐκσφενδονίσει σάν λιθάρι σέ τόπο ἀνοικτό. Ἐκεῖ μακρυά θά πεθάνεις. Ἐκεῖ θά καταλήξουν καί τά λαμπρά ἁμάξια σου· εἶσαι ἡ ἐντροπή στό σπιτικό τοῦ ἄρχοντά σου»
δ. «Θά στηρίξω αὐτόν ὡς πάσσαλο σέ στερεό ἔδαφος» (Ἑβρ.).
ε. «Θά μετακινηθεῖ ὁ πάσσαλος ὁ στηριγμένος σέ στερεό ἔδαφος», λέγει τό Ἑβραϊκό κείμενο.
(Σύντομα ἑρμηνευτικά σχόλια τῆς περικοπῆς)

22,15-25. Κατά τοῦ Σομνᾶ (βλ. Ἱερ. 20,1-6). Ἐδῶ ἔχουμε τήν μόνη προφητεία τοῦ Ἡσαΐου, ἡ ὁποία ἐνδιαφέρει ἕνα ἰδιώτη. Ὁ Σομνᾶ ἦταν ἕνα ἐξέχων πρόσωπο, ἴσως ἕνας ξένος, ὁ ὁποῖος εἶχε ἀνέλθει στήν πιό ὑψηλή βαθμίδα, τοῦ κυρίου τοῦ παλατίου τοῦ Ἐζεκία. Ὑπῆρξε πιθανόν ὁ ὑποκινητής τῆς ἀντι-Ἀσσυριακῆς συνωμοσίας, ἡ ὁποία προηγήθηκε τό 711 π.Χ. (βλ. σχόλ. εἰς 18,1-7). Ὁ Ἡσαΐας εἶναι ὁ μόνος πού ἀναφέρει τόν ὑψηλό του τίτλο καί τήν ἀντικατάστασή του ἀπό τόν Ἐλιακείμ, ἀλλά τό βιβλίο Δ´ Βασ. ἀναφέρει τήν ἔκβαση αὐτῆς τῆς ἐνέργειας: Ὁ Ἐλιακείμ ἔγινε ὁ κύριος τοῦ παλατίου καί ὁ Σομνᾶ ἦταν μόνο γραμματεύς, βλ. Β´ Βασ. 18,26. 37. 19,2 (= Ἡσ. 36,3.11.22. 37,2). Εἶναι πιθανόν ὅτι ὁ τάφος του βρέθηκε σέ μία ἀπό τίς νεκροπόλεις τῆς Ἱερουσαλήμ στήν Σηλωά. 22,22. Τό ἄνοιγμα καί τό κλείσιμο τῶν πυλῶν τοῦ οἴκου τοῦ βασιλέως εἶναι ἕνα ὑψηλό λειτούργημα τοῦ κυρίου τοῦ παλατίου. Αὐτή ἡ λειτουργία θά δοθεῖ στούς Ἀποστόλους στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ (βλ. Ματθ. 16,19). Ἡ ἔκφραση θά λεχθεῖ καί γιά τόν Μεσσία στήν Ἀποκάλυψη (3,7). 22,25. Αὐτή ἡ προσθήκη σέ πεζό λόγο λέγει ὅτι ὁ Ἐλιακείμ (36,3) ἀπέτυχε νά ἐκπληρώσει τίς προσδοκίες τῆς ἀναδείξεώς του, ἔπεσε καί παρέσυρε στήν πτώση του ὅλη τήν οἰκογένειά του, ἡ ὁποία εἶχε ἐπωφεληθεῖ ἀπό τήν ἀνύψωσή του. 
http://aktines.blogspot.gr/2015/07/16.html

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου