Σελίδες

Κυριακή 5 Φεβρουαρίου 2017

Ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ καί οἱ φοβίες τῶν ἀνθρώπων (Ἀποστολικό ἀνάγνωσμα Κυριακῆς ΙΖ’ Ἐπιστολῶν)

(Β΄ Κορ. στ,16 – ζ,1)
Ἀδελφοί, ὑμεῖς ἐστε ναὸς Θεοῦ ζῶντος, καθὼς εἶπεν ὁ Θεὸς ὅτι ἐνοικήσω ἐν αὐτοῖς καὶ ἐμπεριπατήσω, καὶ ἔσομαι αὐτῶν Θεός, καὶ αὐτοὶ ἔσονταί μοι λαός. 
Διὸ ἐξέλθετε ἐκ μέσου αὐτῶν καὶ ἀφορίσθητε, λέγει Κύριος, καὶ ἀκαθάρτου μὴ ἅπτεσθε, κἀγὼ εἰσδέξομαι ὑμᾶς, καὶ ἔσομαι ὑμῖν εἰς πατέρα, καὶ ὑμεῖς ἔσεσθέ μοι εἰς υἱοὺς καὶ θυγατέρας, λέγει Κύριος παντοκράτωρ. Ταύτας οὖν ἔχοντες τὰς ἐπαγγελίας, ἀγαπητοί, καθαρίσωμεν ἑαυτοὺς ἀπὸ παντὸς μολυσμοῦ σαρκὸς καὶ πνεύματος, ἐπιτελοῦντες ἁγιωσύνην ἐν φόβῳ Θεοῦ.
Ερμηνεία
Οι διάφορες φοβίες των ανθρώπων αποτελούν ένα σημαντικό ψυχικό νόσημα της εποχής μας. Πάρα πολλοί άνθρωποι καταφεύγουν στους ιερείς με την παράκληση να τους διαβάσουν μια ευχή για τον φόβο. Δεν εμπιστεύονται τον εαυτό τους σε κανέναν. Με τον παραμικρό κρότο τρομάζουν. Ασθενούν από ελαφρές αρρώστιες και φαντάζονται πως έχουν προσβληθεί από τις πιο θανατηφόρες ασθένειες. Τρομοκρατούνται στην εικόνα μιας κηδείας, ενός τραυματία, μιας δύσκολης περίπτωσης του καθημερινού βίου. Νομίζουν πως ακούνε φωνές που τους επιβουλεύονται, τους ειρωνεύονται και τους απειλούν. Όλες οι ώρες της ημέρας και προπαντός της νύκτας είναι μαρτυρικές. Αποφεύγουν την πολυκοσμία και τον θόρυβο. Όταν πηγαίνουν στην Εκκλησία, θέλουν να μη βρίσκονται πολλά πρόσωπα στην ακολουθία, υποψιάζονται τους δικούς τους και είναι καχύποπτοι προς τους ξένους. Όλα αυτά τους κάνουν νευρικούς, επιρρεπείς προς τους θρήνους, έτοιμους να καταθέσουν τα όπλα και στον πιο μικρό αγώνα τους. Η ψυχή τους, γράφει ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος, έχει περιέλθει σε τέτοια κατάσταση, ώστε φοβούνται «κτύπους κτισμάτων καὶ σκιάς».

Ο απόστολος Παύλος στο σημερινό ανάγνωσμα προτρέπει τους Κορινθίους εφ’ όσον είναι ναοί του Θεού που φιλοξενούν μέσα τους τον Χριστό και έχουν καταστεί υιοί του Θεού «κατά χάριν», να καθαρίσουν τον εαυτό τους από τους μολυσμούς της σάρκας, δηλ. της πορνείας, αλλά και από τα αμαρτήματα της ψυχής που είναι οι λογισμοί, οι μνησικακίες, οι λοιδορίες κ.ά. Δεν αρκεί βέβαια η επιτέλεση των αγαθών πράξεων, γιατί όλα αυτά δεν πρέπει να γίνονται από ανθρωπαρέσκεια ή κενοδοξία, αλλ’ «ἐν φόβῳ Θεοῦ» (Β' Κορ. 7,1). Ας δούμε όμως ποια είναι η διδασκαλία της Αγίας Γραφής και των Πατέρων για τον φόβο.

Η διδασκαλία περί φόβου

Εάν ανοίξει κάποιος την Αγία Γραφή, Παλαιά και Καινή, θα βρει σε πολλά σημεία τον λόγο του Θεού να ομιλεί για τον φόβο. Ας αναφέρουμε μερικά παραδείγματα: «Μακάριος ἀνὴρ ὁ φοβούμενος τὸν Κύριον» (Ψαλμ. 111,1), «φοβήθητε τὸν μετὰ τὸ ἀποκτεῖναι ἔχοντα ἐξουσίαν ἐμβαλεῖν εἰς τὴν γέενναν» (Λουκ. 12,5), «ἔξωθεν μάχαι καὶ ἔσωθεν φόβοι» (Β' Κορ. 7,5). Εάν προσπαθήσουμε να δώσουμε κάποιο ορισμό του τι είναι φόβος, θα δυσκολευθούμε πολύ. Οι Πατέρες περισσότερο περιγράφουν τον φόβο και λιγότερο τον ορίζουν. Ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος λέγει σχετικά˙ «ο φόβος είναι κίνδυνος που προμελετάται. Ή διαφορετικά, ο φόβος είναι μια έντρομη καρδιακή αίσθηση που συγκλονίζεται και αγωνιά από αναμονή απρόβλεπτων γεγονότων. Ο φόβος είναι μια στέρηση της εσωτερικής πληροφορίας...». Ένας άνθρωπος που περιμένει τιμωρία, θάνατο, ή ένα απρόβλεπτο γεγονός, καταλαμβάνεται από μεγάλο φόβο. Μπορούμε να αναφέρουμε ως παράδειγμα τους Πρωτοπλάστους ή τον Κάιν. Μετά τη διάπραξη της αμαρτίας τους, φοβήθηκαν∙ «τῆς φωνῆς σου ἤκουσα περιπατοῦντος ἐν τῷ Παραδείσῳ καὶ ἐφοβήθην...» (Γεν. 3,10), απάντησε ο Αδάμ στην πρόσκληση του Θεού.

Ο θάνατος είναι η ρίζα όλων των κακών στον άνθρωπο, ο οποίος κάνει τα πάντα για να μην πεθάνει. Αυτός ο φόβος γεννά το μίσος, τον εγωισμό, τη ζηλοτυπία, την αυτοπροβολή και τα όμοια. Ένα από τα αδιάβλητα πάθη που έχει ο άνθρωπος μετά την πτώση είναι ο φόβος του θανάτου. Δεν πλασθήκαμε να είμαστε θνητοί, αλλά να γίνουμε «κατά χάριν» αθάνατοι. Ο θάνατος είναι αποτέλεσμα της αμαρτίας και προκαλεί φόβο στον άνθρωπο. Ο φόβος για τον θάνατο είναι φυσιολογικός, αλλά η υπερβολική φοβία του θανάτου, που έχει τις ρίζες της στη φιλαυτία και στην προσωπική μας ιδιοτέλεια, είναι γεγονός αμαρτωλό. Γεννιέται ο άνθρωπος με τον φόβο του θανάτου. Τον φόβο αυτό κατά το ανθρώπινο είχε και ο Κύριος.

Ο απ. Παύλος λέγει για τον Χριστό ότι «ἐν ταῖς ἡμέραις τῆς σαρκὸς αὐτοῦ, δεήσεις τε καὶ ἱκετηρίας πρὸς τὸν δυνάμενον σώζειν αὐτὸν ἐκ θανάτου μετὰ κραυγῆς ἰσχυρᾶς καὶ δακρύων προσενέγκας» (Ἑβρ. 5,7), για να παρέλθει το πικρό ποτήρι των παθών (Λουκ. 22,42). Αντίθετα, τον άλλο φόβο τον αρρωστημένο, δηλαδή να φοβάται κάποιος τους κρότους, ή με την παραμικρή αιτία, δεν τον είχε ο Χριστός. Το συμπέρασμα είναι πως ο φόβος είναι αποτέλεσμα της πτώσης του ανθρώπου και διακρίνεται σε αδιάβλητο πάθος και σε αμαρτωλή κατάσταση.

Η ενέργειά του φόβου στη ζωή μας

Ο Χριστός ήλθε να ελευθερώσει «ὅσους φόβῳ θανάτου διὰ παντὸς τοῦ ζῆν ἔνοχοι ἦσαν δουλείας» (Ἑβρ. 2,15). Δεν μας έφερε πνεύμα δειλίας, αλλά πνεύμα υιοθεσίας (Ῥωμ. 8,15). Όποιος πιστεύει στον Χριστό ελευθερώνεται και οδηγείται στην αγάπη, η οποία «ἔξω βάλλει τὸν φόβον» (Α' Ἰω. 4,18). Για να φτάσουμε όμως στην αγάπη, χρειάζεται αγώνας και άσκηση και δεν είναι εύκολο εγχείρημα. Στα πρώτα βήματά του προς την τελείωση ο άνθρωπος πρέπει να έχει φόβο για ορισμένα πράγματα, όπως π.χ. για την κόλαση, την αιώνια καταδίκη, να φοβάται δηλ. μήπως οι αμαρτίες τον χωρίσουν από τον Θεό. Αυτός ο φόβος γεννά αρετή. «Ἀρχὴ τῆς πνευματικῆς καὶ ἀληθινῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου, ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ», γράφει ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος. Στη ζωή μας προηγείται ο φόβος του Θεού και μετά ακολουθεί η εφαρμογή των εντολών του. Η ρίζα της ευλάβειάς μας προς τον Θεό είναι ο φόβος. Αυτός ξυπνά τη συνείδηση, διεγείρει την ανθρώπινη φύση για αγώνες, μας κάνει προσεκτικούς στην αμαρτία, μας απαλλάσσει από την κενοδοξία.

Αντίθετα ο αμαρτωλός φόβος μας τρομοκρατεί με τον θάνατο, μας βάζει λογισμούς μήπως χάσουμε την περιουσία μας, αναπτύσσει την καχυποψία και τον φθόνο για τους συνανθρώπους μας, μας κάνει να νιώθουμε ανασφάλεια. Η ενέργεια του διαβόλου προκαλεί τον αμαρτωλό φόβο στον άνθρωπο, ενώ η χάρη του Θεού χαρά και ειρήνη. Γι’ αυτό και οι άθεοι τρέμουν τον θάνατο.

Η θεραπεία του φόβου

«Παντὸς γὰρ φόβου ἀφαίρεσις ἡ τοῦ Σωτῆρος ἐπιδημία», λέγει ένας θεολόγος της Εκκλησίας μας. Δηλαδή η παρουσία του Θεού στη ζωή μας αφαιρει τον φόβο. Υπάρχουν και κληρονομικές καταβολές ή χαρακτηρολογικά στοιχεία που συντελούν στη δημιουργία του φόβου, γι’ αυτό και χρειαζόμαστε την ιατρική βοήθεια, ή ανθρώπινα στηρίγματα. Ο άνθρωπος που πάσχει από φοβίες χρειάζεται έναν πνευματικό, για να τον χειραγωγήσει σωστά και να τον βοηθήσει να ξαναβρεί τον εαυτό του και την πίστη του, να του θεραπεύσει τους λογισμούς που προκαλούν τις φοβίες, μέσα από την εξομολόγηση και τον συνεχή πνευματικό αγώνα. Εάν σωματικά αίτια προκαλούν τις φοβίες, ας καταφύγει σε κάποιο γιατρό για να του φύγουν οι αμφιβολίες.

Αγαπητοί αδελφοί, το κυριότερο όπλο είναι η εκκλησιαστική ζωή και μάλιστα η συμμετοχή στο μυστήριο της ζωής, τη Θεία Ευχαριστία. Ο φοβούμενος τον Κύριο δεν φοβάται τις απειλές των δαιμόνων ή τις ορμές των ανθρώπων, τονίζει ο άγιος Συμεών. Αντίθετα ο αθεόφοβος γεμίζει από φοβίες που τον ταλαιπωρούν. Ο Κύριος «θέλημα τῶν φοβουμένων αὐτὸν ποιήσει καὶ τῆς δεήσεως αὐτῶν εἰσακούσεται καὶ σώσει αὐτοὺς» (Ψαλμ. 144,19). Αμήν.
 
https://paraklisi.blogspot.gr/2017/01/blog-post_737.html#more

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου