Σελίδες

Πέμπτη 20 Νοεμβρίου 2025

20 Νοεμβρίου. Προεόρτια τῶν εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου· Γρηγορίου Δεκαπολίτου (†816) ὁσίου, Πρόκλου Κωνσταντινουπόλεως (†447). Ἁγιογραφικό ἀνάγνωσμα.

Ἀποστολικό ἀνάγνωσμα. Ἡμέρας, Πέμπτης κδ´ ἑβδ. ἐπιστολῶν (Α´ Θεσ. δ´ 18 - ε´ 10).

Α Θεσ. 4,18        Ὥστε παρακαλεῖτε ἀλλήλους ἐν τοῖς λόγοις τούτοις.

Α Θεσ. 4,18               Ωστε, λοιπόν, παρηγορείτε και ενισχύετε ο ένας τον άλλον με τα λόγια αυτά, που σας γράφω και τα οποία είναι λόγοι του Κυρίου.

Α Θεσ. 5,1         Περὶ δὲ τῶν χρόνων καὶ τῶν καιρῶν, ἀδελφοί, οὐ χρείαν ἔχετε ὑμῖν γράφεσθαι·

Α Θεσ. 5,1                 Ως προς δε τους χρόνους και τους καιρούς της Δευτέρας Παρουσίας του Κυρίου δεν έχετε ανάγκην, αδελφοί, να σας γράψωμεν ημείς,

Α Θεσ. 5,2         αὐτοὶ γὰρ ἀκριβῶς οἴδατε ὅτι ἡ ἡμέρα Κυρίου ὡς κλέπτης ἐν νυκτὶ οὕτως ἔρχεται.

Α Θεσ. 5,2                 διότι σεις ξέρετε πολύ καλά, σύμφωνα με εκείνα, που προφορικώς σας έχομεν διδάξει, ότι δηλαδή η ημέρα της Παρουσίας του Κυρίου θα έλθη έξαφνα εις ώραν, που δεν περιμένομεν, όπως ακριβώς έρχεται ο κλέπτης κατά την νύκτα. (Κατά τον ίδιον τρόπον έξαφνα έρχεται και η ημέρα της εκδημίας μας από τον κόσμον αυτόν).

Α Θεσ. 5,3         ὅταν γὰρ λέγωσιν, εἰρήνη καὶ ἀσφάλεια, τότε αἰφνίδιος αὐτοῖς ἐφίσταται ὄλεθρος, ὥσπερ ἡ ὠδὶν τῇ ἐν γαστρὶ ἐχούσῃ, καὶ οὐ μὴ ἐκφύγωσιν.

Α Θεσ. 5,3                 Διότι, όταν οι άνθρωποι λέγουν, “τώρα υπάρχει ειρήνη και ασφάλεια”. τότε έρχεται ξαφνικός εις αυτούς ο όλεθρος, όπως έξαφνα έρχεται και η ωδίνη του τοκετού εις την έγκυον. Ετσι και οι άνθρωποι αυτοί δεν θα αποφύγουν την καταστροφήν.

Α Θεσ. 5,4         ὑμεῖς δέ, ἀδελφοί, οὐκ ἐστὲ ἐν σκότει, ἵνα ἡ ἡμέρα ὑμᾶς ὡς κλέπτης καταλάβῃ·

Α Θεσ. 5,4                 Σεις όμως, αδελφοί, δεν ευρίσκεσθε στο σκότος της αγνοίας και της πλάνης, δια να σας καταλάβη σαν κλέπτης απροετοιμάστους και αμετανοήτους η ημέρα του Κυρίου.

Α Θεσ. 5,5         πάντες ὑμεῖς υἱοὶ φωτός ἐστε καὶ υἱοὶ ἡμέρας. οὐκ ἐσμὲν νυκτὸς οὐδὲ σκότους.

Α Θεσ. 5,5                 Ολοι σεις είσθε τέκνα του φωτός, παιδιά της ημέρας του Θεού. Δεν είμεθα άνθρωποι της νύκτας και του σκότους (ώστε να μη ξέρωμεν που βαδίζομεν η να κοιμώμεθα τον βαρύν ύπνον της αμεριμνησίας).

Α Θεσ. 5,6         Ἄρα οὖν μὴ καθεύδωμεν ὡς καὶ οἱ λοιποί, ἀλλὰ γρηγορῶμεν καὶ νήφωμεν.

Α Θεσ. 5,6                 Αρα, λοιπόν, ας μη κοιμώμεθα τον ύπνον της ραθυμίας και απροσεξίας, όπως οι άλλοι άνθρωποι, που ζουν μακράν από τον Χριστόν, αλλ' ας είμεθα άγρυπνοι, προσεκτικοί και εγκρατείς.

Α Θεσ. 5,7         οἱ γὰρ καθεύδοντες νυκτὸς καθεύδουσι, καὶ οἱ μεθυσκόμενοι νυκτὸς μεθύουσιν·

Α Θεσ. 5,7                 Διότι εκείνοι που κοιμώνται, κοιμώνται κατά το διάστημα της νυκτός, και εκείνοι που μεθούν, μεθούν κατά την νύκτα. (Οι πνευματικώς κοιμισμένοι και απρόσεκτοι άνθρωποι ευρίσκονται στο σκοτάδι της αμαρτίας και έξαφνα θα αντικρύσουν την ημέραν του Κυρίου).

Α Θεσ. 5,8         ἡμεῖς δὲ ἡμέρας ὄντες νήφωμεν, ἐνδυσάμενοι θώρακα πίστεως καὶ ἀγάπης καὶ περικεφαλαίαν ἐλπίδα σωτηρίας·

Α Θεσ. 5,8                 Ημείς όμως οι Χριστιανοί, αφού είμεθα τέκνα της ημέρας, ας ζώμεν με προσοχήν και εγκράτειαν αγωνιζόμενοι συνεχώς εναντίον της αμαρτίας. Ας ενδυθώμεν ως άλλον πνευματικόν θώρακα, που θα ασφαλίζη την ψυχήν μας από τα βέλη της αμαρτίας, την πίστιν και την αγάπην· και ας φορέσωμεν σαν περικεφαλαίαν, που θα περιφρουρή τον νου μας από την πλάνην, την ελπίδα της σωτηρίας.

Α Θεσ. 5,9         ὅτι οὐκ ἔθετο ἡμᾶς ὁ Θεὸς εἰς ὀργήν, ἀλλ᾿ εἰς περιποίησιν σωτηρίας διὰ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.

Α Θεσ. 5,9                 Αυτή δε η ελπίς θα μας πληροφορή πάντοτε, ότι ο Θεός δεν μας έχει τάξει δι' οργήν και καταδίκην, αλλά μας έχει προορίσει να αποκτήσωμεν ως αναφαίρετον θησαυρόν μας την σωτηρίαν δια μέσου του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού,

Α Θεσ. 5,10        τοῦ ἀποθανόντος ὑπὲρ ἡμῶν, ἵνα εἴτε γρηγορῶμεν εἴτε καθεύδωμεν ἅμα σὺν αὐτῷ ζήσωμεν.

Α Θεσ. 5,10               ο οποίος απέθανε προς χάριν ημών, δια να ζήσωμεν όλοι οι πιστοί μαζή με αυτόν εις την αιωνιότητα, είτε μας εύρη η Δευτέρα Παρουσία του ζώντας ακόμη εις την γην είτε μας εύρη κοιμηθέντας εν Κυρίω.

 

Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα. Ἡμέρας, Πέμπτης θ´ ἑβδ. Λουκᾶ (Λκ. ις´ 1-9).

Λουκ. 16,1         Ἔλεγε δὲ καὶ πρὸς τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ· ἄνθρωπός τις ἦν πλούσιος, ὃς εἶχεν οἰκονόμον, καὶ οὗτος διεβλήθη αὐτῷ ὡς διασκορπίζων τὰ ὑπάρχοντα αὐτοῦ

Λουκ. 16,1                 Ελεγε δε προς τους μαθητάς του και άλλην παραβολήν, δια να καταδικάση την φιλαργυρίαν, από την οποία εκυριαρχούντο οι Φαρισαίοι· “ένας άνθρωπος, είπε, ήτο πλούσιος και είχε διαχειριστήν εις την περιουσίαν του. Και αυτός ο διαχειριστής κατηγορήθηκε στον κύριον, ότι του διασκορπίζει και σπαταλά την περιουσίαν του.

Λουκ. 16,2         καὶ φωνήσας αὐτὸν εἶπεν αὐτῷ· τί τοῦτο ἀκούω περὶ σοῦ; ἀπόδος τὸν λόγον τῆς οἰκονομίας σου· οὐ γὰρ δύνῃ ἔτι οἰκονομεῖν.

Λουκ. 16,2                Και ο κύριος τον εφώναξε και του είπε· Τι είναι αυτό που ακούω εναντίον σου; Δος μου λογαριασμόν της διαχειρίσεώς σου, διότι δεν ημπορείς πλέον να είσαι διαχειριστής μου.

Λουκ. 16,3         εἶπε δὲ ἐν ἑαυτῷ ὁ οἰκονόμος· τί ποιήσω, ὅτι ὁ κύριός μου ἀφαιρεῖται τὴν οἰκονομίαν ἀπ᾿ ἐμοῦ; σκάπτειν οὐκ ἰσχύω, ἐπαιτεῖν αἰσχύνομαι·

Λουκ. 16,3                 Είπε δε από μέσα του ο οικονόμος· Τι να κάμω τώρα, που μου αφαιρεί ο κύριός μου την διαχείρισιν; Να σκάπτω δεν ημπορώ, να ζητιανεύω εντρέπομαι.

Λουκ. 16,4         ἔγνων τί ποιήσω, ἵνα, ὅταν μετασταθῶ ἐκ τῆς οἰκονομίας, δέξωνταί με εἰς τοὺς οἴκους ἑαυτῶν.

Λουκ. 16,4                Ευρήκα τι θα κάμω, ώστε όταν θα με διώξουν από την διαχείρισιν και από το σπίτι του κυρίου μου, να με δεχθούν άλλοι γνωστοί μου άνθρωποι εις τα σπίτια των.

Λουκ. 16,5         καὶ προσκαλεσάμενος ἕνα ἕκαστον τῶν χρεωφειλετῶν τοῦ κυρίου ἔλεγε τῷ πρώτῳ· πόσον ὀφείλεις σὺ τῷ κυρίῳ μου;

Λουκ. 16,5                 Και αφού επροσκάλεσε καθένα από τους χρεωφειλέτας του κυρίου του χωριστά, είπε στον πρώτον· Ποσα χρεωστάς συ στον κύριόν μου;

Λουκ. 16,6         ὁ δὲ εἶπεν· ἑκατὸν βάτους ἐλαίου. καὶ εἶπεν αὐτῷ· δέξαι σου τὸ γράμμα καὶ καθίσας ταχέως γράψον πεντήκοντα.

Λουκ. 16,6                Εκείνος δε απήντησεν· Τρισήμισυ περίπου χιλιάδες κιλά λάδι. Και του είπε ο διαχειριστής· Παρε το γραμμάτιόν σου, κάθισε και γράψε γρήγορα ότι χρεωστάς τα μισά.

Λουκ. 16,7         ἔπειτα ἑτέρῳ εἶπε· σὺ δὲ πόσον ὀφείλεις; ὁ δὲ εἶπεν· ἑκατὸν κόρους σίτου. καὶ λέγει αὐτῷ· δέξαι σου τὸ γράμμα καὶ γράψον ὀγδοήκοντα.

Λουκ. 16,7                 Επειτα δε είπε εις άλλον· Συ πόσα χρεωστάς; Εκείνος δε απήντησε· τεσσερεσήμισυ και πλέον χιλιάδες κιλά σιτάρι. Και ο διαχειριστής του είπε· Παρε το γραμμάτιόν σου και γράψε ότι χρεωστάς τρισήμισυ χιλιάδες κιλά.

Λουκ. 16,8         καὶ ἐπῄνεσεν ὁ κύριος τὸν οἰκονόμον τῆς ἀδικίας, ὅτι φρονίμως ἐποίησεν· ὅτι οἱ υἱοὶ τοῦ αἰῶνος τούτου φρονιμότεροι ὑπὲρ τοὺς υἱοὺς τοῦ φωτὸς εἰς τὴν γενεὰν τὴν ἑαυτῶν εἰσι.

Λουκ. 16,8                Και ο κύριος επήνεσε τον άδικον και αναξιόπιστον αυτόν διαχειριστήν, διότι εις την περίστασιν αυτήν ενήργησε άδικα μεν, αλλά δια τον εαυτόν του συνετά”. Και επρόσθεσεν ο Κυριος· “οι αμαρτωλοί άνθρωποι του κόσμου τούτου, προκειμένου να εξασφαλίσουν τα συμφέροντά των, αποδεικνύονται εις την γενεάν των συνετώτεροι και προνοητικώτεροι από τα τέκνα του φωτός, από εκείνους που έχουν φωτισθή από την αλήθειαν του Θεού.

Λουκ. 16,9         κἀγὼ ὑμῖν λέγω· ποιήσατε ἑαυτοῖς φίλους ἐκ τοῦ μαμωνᾶ τῆς ἀδικίας, ἵνα, ὅταν ἐκλίπητε, δέξωνται ὑμᾶς εἰς τὰς αἰωνίους σκηνάς.

Λουκ. 16,9                Και εγώ σας λέγω τούτο· μιμηθήτε στον τρόπον της ενεργείας τον άδικον οικονόμον. Οσοι έχετε μεγάλας περιουσίας, αι οποίαι κατά κανόνα αποκτώνται με αδικίας, αφού μετανοήσετε, κάμετε έργα καλά με τα χρήματα αυτά της αδικίας, αποκτήσατε φίλους με τας αγαθοεργίας σας, ώστε οι φίλοι σας αυτοί να σας υποδεχθούν εις την αιωνίαν ζωήν, όταν φύγετε από τον κόσμον αυτόν.

http://www.imgap.gr/file1/AG-Pateres/AG%20KeimenoMetafrasi/KD/03.%20Louk.htm

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου