ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΤΩΝ ΕΡΓΩΝ:
ΟΡΟΣ ΤΗΣ ΣΙΩΠΗΣ, ΤΑ ΔΩΡΑ ΤΗΣ ΕΡΗΜΟΥ, ΤΑΞΙΔΙ ΜΕ ΤΟΝ ΛΕΟΝΤΑ
Δεῖτε ἐδῶ:δ' μέρος
ΤΑΞΙΔΙ ΜΕ ΤΟΝ ΛΕΟΝΤΑ
Το τρίτο στή σειρά ἐκδόσεως βιβλίο ἀλλά τό πρῶτο χρονολογικά. Τό βιβλίο αὐτό δέν ἀντέχει εὔκολα σέ κριτική γιά τό ἄν εἶναι ἤ δέν εἶναι ὀρθόδοξο καί ὠφέλιμο διότι ἁπλούστατα εἶναι καθαρῶς ἀποκρυφιστικό. Καμιά ἀπολύτως σχέση καί ἀναφορά δέν ἔχει στό Χριστιανισμό. Στίς 420 σελίδες τοῦ βιβλίου βλέπει κανείς ὅλη τή Νέα Ἐποχή, τίς ἀνατολικές θρησκεῖες, τόν μυστικισμό, τόν πνευματισμό, τόν ἀποκρυφισμό. Τίτλος τοῦ βιβλίου εἶναι “Ταξίδι μέ τό Λέοντα” καί ὑπότιτλος “ἀναζητώντας τόν μυστικιστικό χριστιανισμό” γεγονός πού προϊδεάζει γιά τό σκοπό τοῦ συγγραφέα πού εἶναι ἀφ’ ἑνός μέν νά μᾶς εἰσάγει γιά τά καλά στό πνεῦμα τῆς Νέας Ἐποχῆς, καί ἀφ’ ἑτέρου νά μᾶς ἀποδείξει ὅτι τό ἴδιο μυστικιστικό πνεῦμα ἐπικρατεῖ καί στόν Χριστιανισμό. Ὁ συγγραφέας στό σημείωμά του διευκρινίζει ὅτι τό βιβλίο χρονολογικά προηγεῖται, προφανῶς γιά νά πείσει ὅτι ὅταν γράφτηκε δέν εἶχε γνωρίσει τόν χριστιανισμό, ὁπότε δέν μπορεῖ νά κατηγορηθεῖ ὅτι μυεῖ στόν πνευματισμό. Ὅμως τίθεται εὔλογο τό ἐρώτημα: ἄν εἶχε βρεῖ τήν Ἀλήθεια πού ὑπάρχει μόνο στήν Ἐκκλησία, γιατί δέν αἰσθάνθηκε τήν ἀνάγκη νά μιλήσει γιά τήν Ἀλήθεια αὐτή ἀλλά ἐξέδωσε το ἀποκρυφιστικό αὐτό βιβλίο; Θά δοῦμε καί ἀπό αὐτό τό βιβλίο μερικά σημεῖα ὄχι γιά νά πείσουμε ὅτι εἶναι ἀποκρυφιστικό. Αὐτό εἶναι αὐταπόδεικτο. Ἀλλά γιά νά καταλάβουν οἱ ἀναγνῶστες τό γεγονός ὅτι ὁ συγγραφέας ὄντως καί στά προηγούμενα βιβλία ἑρμηνεύει τά πάντα μέ γκουρουιστικό πνεῦμα. Τό τρίτο αὐτό βιβλίο εἶναι αὐτό πού μᾶς βοηθᾶ νά ἀντιληφθοῦμε τό πραγματικό νόημα τῶν δύο προηγουμένων, τό πραγματικό πνεῦμα τοῦ συγγραφέα.
Τό βιβλιο ἀρχίζει μέ ἕναν πνευματιστικό στήν πραγματικότητα κύκλο, στόν ὁποῖο ὁ συγγραφέας ἔχει ἡγετικό ρόλο. Στό σεμινάριο αὐτό μετέχουν μιά θεραπεύτρια τοῦ συστήματος γιούνγκ πού ἀσχολεῖται μέ πνευματικές διδασκαλίες, μία φωτογράφος πού ἀσχολεῖται μέ τήν ἴαση καί θέλει νά φωτογραφίσει “σκεπτομορφές”, ἐπίτευγμα πολύ σημαντικό γιά τόν Μαρκίδη, ἔνας μαθηματικός πού ἔχει γνωρίσει πολλούς δασκάλους στίς Ἰνδίες καί ἔψαχνε κάτι δυτικό, ἕνας πάστορας, ἕνας ἐπαγγελματίας ἀστρολόγος καί ἀριθμολόγος, μιά μοναχή, μιά μασαζοθεραπεύτρια, ἀρκετοί ψυχοθεραπευτές καί ἄλλοι πολλοί. Ὅλο τό βιβλιο λοιπόν συνεχίζει μέ τό ἴδιο πνεῦμα.
Στο πρῶτο κεφάλαιο μέ τίτλο “Μυστική Γνώση” γίνεται λόγος γιά τή μεγάλη ἀξία τοῦ ὑπερβατικοῦ διαλογισμοῦ καί τόν “ἔρωτα”τοῦ συγγραφέα μέ τή “σκέψη τῆς Ἀνατολῆς” (σελ. 28-29), γιά ἕλληνες θεραπευτές, μύστες, ἐνδιαμέσους –κοινῶς μέντιουμ- καί σαμάνους στίς συναντήσεις τῶν ὁποίων, ἀκόμα καί τίς πιό κλειστές, μετέχει ὁ συγγραφέας (31), γιά ἐξωσωματικές ἐμπειρίες τῶν μυστῶν αὐτῶν (34), γιά τήν “κρυφή γνώση” (39), ἡ ὁποία εἶναι βαθιά θαμμένη στήν ψυχή κάθε ἀνθρώπου καί “περιμένει τήν ἀνακάλυψή της ἀπό τούς μύστες καί πνευματικούς ἀναζητητές, σέ ὅλες τίς κουλτοῦρες καί τίς ἱστορικές περιόδους”(40) ἐνῶ ἐπανειλημμένως οἱ ἅγιοι ταυτίζονται καί “βαπτίζονται” καί αὐτοί μύστες μιᾶς διαφορετικῆς ἁπλῶς κουλτούρας. Αὐτό εἶναι καί τό κεντρικό μήνυμα πού θέλει ὁ συγγραφέας νά περάσει, ὅπως στις δύο τελευταῖες σελίδες τοῦ κεφαλαίου.
Στό κεφάλαιο “Αἰώνια Ἐρωτήματα” τίθεται τό ἐρώτημα τῆς αὐθεντικότητος τῶν διδασκάλων. Τό ζήτημα βέβαια βρἰσκει τήν ἀπάντησή του σέ μερικές θεμελιώδεις ἀρχές:
· Α) Οἱ διδασκαλίες μιᾶς ὁμάδας δέν πρέπει νά ἔχουν ὡς στόχο τήν ἐγκατάλειψη τῆς λογικῆς ἀλλά τήν ὑπέρβασή της πρός ὑψηλότερα “ἐπίπεδα συνειδητότητας” (44).
· Β) Ἕνα σύνολο διδασκαλιῶν θά εἶναι λιγότερο προβληματικό, ἄν στηρίζεται σέ μιά μακροχρόνια θεμιτή παράδοση. Αὐτός εἶναι καί ὁ λόγος πού ὁ συγγραφέας δέχεται, ὑπό τήν ἄποψη πάντα μιᾶς ἄλλης κουλτούρας, τόν Χριστιανισμό (45).
· Γ) Οἱ μυστικιστικές ὁμάδες πού ἀπαιτοῦν ὑπακοή σέ κάποιον γκουροῦ εἶναι ὕποπτες (45).
· Δ) Μια ὁμάδα δέν πρέπει νά ἔχει ὡς στόχο νά σώσει τό κόσμο οὔτε νά διεκδικεῖ τήν ἀποκλειστικότητα στήν ἀλήθεια. Ἀποδεκτός λοιπόν ὁ χριστιανισμός ἀπαλλαγμένος ὅμως ἀπό τόν “φανατισμό” νά πιστεύει ὅτι εἶναι ἡ μόνη ἀλήθεια.
· Ε) Ὁ καλύτερος δάσκαλος εἶναι τελικά ὁ ἐσωτερικός μας ἑαυτός, πού εἶναι ὁ Θεός μέσα μας καί τόν ὁποῖο ἀνακαλύπτουμε μέ τήν αὐτοπαρατήρηση, τήν περισυλλογή καί τήν κυριαρχία στή σκέψη καί τά αἰσθήματα, ἤ πιό ἁπλά μέ τόν διαλογισμό (46). Τέλος στό ἴδιο κεφάλαιο ἀναπτύσσεται τό θέμα τῶν “στοιχειακῶν” καί τῶν “σκεπτομορφῶν” πού δέν εἶναι παρά οἱ μεγάλες ἀνέκφραστες καί ἀνεκπλήρωτες ἐπιθυμίες μας καί οἱ ὁποῖες ἔχουν σχῆμα, μορφή καί ἐνέργεια. Παραμένουν στό χῶρο γιά καιρό καί ἔχουν μεγάλες ποσότητες ἐνέργειας. Νά σημειώσουμε δέ ὅτι καί οἱ θεοί τοῦ Ὀλύμπου ὑπῆρχαν ὡς στοιχειακά, ὅσο οἱ ἄνθρωποι πίστευαν σέ αὐτούς καί θά ξαναϋπάρξουν ἄν ξαναρχίσουν νά πιστεύουν. Μάλιστα οἱ θεραπευτικές δυνάμεις τίς ὁποῖες ἀσυζητητί ἔχουν τά στοιχεικά αὐτά προέρχοναται ἀπό τό Ἅγιο Πνμεῦμα (59). Μέσα ἀπό τόν κόσμο τῶν στοιχειακῶν ἄλλωστε συνδεόμαστε καί ἐπικοινωνοῦμε ὅλοι τηλεπαθητικά (62).
Στό κεφάλαιο “Μυστήρια” ὁ συγγραφέας ἀφηγεῖται λεπτομερῶς περίεργα φαινόμενα φαντασμάτων σέ παπικό ναό τῆς Ἰταλίας καί ἀντίστοιχες κατάρες πού τιμωροῦν ὅποιον δέν τά σέβεται. Βέβαια τά περιστατικά δίνονται μέ τόση μαεστρία πού θά ζήλευε καί ὁ Χιτσκοκ.
Στό ἑπόμενο κεφάλαιο γίνεται προσπάθεια νά ἑρμηνευτοῦν τά φαινόμενα πάντα ὑπό τήν ἄποψη τοῦ ἀποκρυφισμοῦ καί μέ τήν βοήθεια τῶν “στοιχειακῶν”, ἐνῶ ἐξαίρεται καί ἡ συνδρομή τῶν Φρόιντ καί Γιούνγκ στήν ἐπιστροφή προς τήν πνευματικότητα. Λίγο ἀργότερα γίνεται λόγος γιά ἕναν “μπάμπα”, ὁ ὁποῖος κάνει ἀόρατα τά σώματα (104), μπαινοβαγαίνει εὔκολα στό χῶρο καί τό χρόνο (104) καί βοηθᾶ τούς ἀνθρώπους νά γίνονται καλά (105). Νά σημειωθεῖ ὅτι ὁ συγγραφέας ἔχει τήν ἴδια ἀκριβῶς συμπεριφορά πού ἔχει καί ἀπέναντι στόν π. Μάξιμο ἀφοῦ θεωρεῖ τιμή τό νά κάθεται δίπλα του, τόν βομβαρδίζει μέ ἐρωτήσεις καί καταγράφονται οἱ ἀπαντήσεις του σέ κασσετοφωνάκι. Νά σημειωθεῖ ἐπίσης ὅτι ὁ ἴδιος ὁ συγγραφέας ἀφηγεῖται την μυστικιστική ἐμπειρία του ἀπό τόν “μπάμπα”, καί μάλιστα μέ λεπτομέρειες, ἡ ὁποία τόν ὁδήγησε νά δεῖ περίεργα φῶτα δαιμονικά, καί νά αἰσθάνεται ὅτι ζεῖ τόν παράδεισο. Γίνεται προσπάθεια νά παρουσιαστεῖ ἡ ἐμπειρία αὐτή ὡς θέα τοῦ ἀκτίστου φωτός. Εὐθέως μάλιστα ὀνομάζεται ἡ ἀποκρυφιστική αὐτή ἐμπειρία “φώτιση”στή σελ.110. Τέλος νά ποῦμε ὅτι ὁ μπάμπα διαβάζει τή σκέψη, βρίσκεται ταυτόχρονα σέ δυο μέρη, μεταφέρει τηλεπαθητικά ἀνθρώπους ἀπό τή μια ἄκρη τῆς πόλης στήν ἄλλη καί ὅλα αὐτά μόνο μέ τή δύναμη τῆς θέλησης (115).
Τό κεφάλαιο “Σκεπτικιστές ἐρευνητές” μπορεῖ κάλλιστα νά μετονομασθεῖ σέ “ἀπολογητικό ὑπόμνημα ὑπέρ τῆς Νέας Ἐποχῆς”. Ἡ Νέα Ἐποχή παρουσιάζεται ὡς πνευματική ἐπανάσταση ἀπέναντι στόν ὑλισμό καί μεθοδικά ὁ ἀναγνώστης, ὁ ὀρθόδοξος ἀναγνώστης, καλεῖται να συνταχθεῖ εἴτε μέ τούς σκεπτικιστές πού δέν παραδέχονται τίποτα μή ὑλικό, εἴτε μέ τή Νέα Ἐποχή. Ὁ τρόπος πού συντάσσεται τό “ὑπόμνημα” δέν δίνει δυνατότητα ἄλλης ἐπιλογῆς: ἤ ἄθεος σκεπτικιστής ἤ νεοεποχίτης.
Στή σύνέχεια στό κεφάλαιο “πρωτοπόροι” ἐνισχύεται τό “ἀπολογητικό ὑπόμνημα” μέ ζωντανά παραδείγματα πού ἐπαληθεύουν”, γιά τόν Μαρκίδη, τήν ἀληθεια τῆς Νέας Ἐποιχῆς. Συγκεκριμένα ὁ συγγραφέας προσπαθεῖ μέ κάθε τρόπο νά ἀποδείξει τήν ἐγκυρότητα καί γνησιότητα τοῦ θεραπευτικοῦ χαρίσματος ἑνός μάγου τῆς Βραζιλίας. Ὁ Ἀρίγκο λοιπόν, ἑνας ἁπλός χωρικός, ἔγινε “ὄχημα”, γιά τά πνεύματα μερικῶν γιατρῶν πού εἶχαν πεθάνει καί δέν κατάφεραν νά ὁλοκληρώσουν τό ἔργο τους. Ὁ Ἀριγκο “ἔφθασε στό σημεῖο νά θεραπεύει, κατά μέσο ὅρο καί χωρίς ὑπερβολή, τριακόσια ἄτομα τη μέρα” (148) κάνοντας ἀκόμα καί ἐπί τόπου χειρουργικές ἐπεμβάσεις χωρίς ἀναισθησία καί μέ ἕνα μόνο μαχαίρι (149). Πού γίνονταν ὅλα αὐτά ὅμως; Κάτω ἀπό τήν ἐπιγραφή “ΣΚΕΨΟΥ ΤΟΝ ΙΗΣΟΥ”(149). Νά λοιπόν τί θέλει να μᾶς πεῖ μέ τίς πλανημένες διδασκαλίες του ὁ Μαρκίδης. Θέλει νά μᾶς πεῖ ὅτι καί ὁ Ἀρίγκο θεράπευε μέ τή βοήθεια τοῦ Ἰησοῦ. Ἀκόμα στό ἴδιο κεφάλαιο μᾶς δίνει κάποια ἀντικειμενικά, ὅπως ὁ ἴδιος τά χαρακτηρίζει, γεγονότα τῆς ζωῆς πού θά μᾶς βοηθήσουν νά καταλάβουμε τό φαινόμενο Ἀρίγκο : α) ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἐνσαρκωμένη ψυχή β) ἡ ψυχή προϋπάρχει τῆς συλλήψεως γ) ὁ ἄνθρωπος ζεῖ πολλές ζωές δ) ἐπαφές ἀνάμεσα σε ἐνσαρκωμένα καί ἀπενσαρκωμένα πνεύματα ὑπῆρχαν πάντα ε) τά μέντιουμ εἶναι πλασμένα ἀπό τή φύση γιά νά ἔχουν τίς ἐπαφές αὐτές καί στ) ὅλοι οἱ πρωτόγονοι λαοί γνωρίζουν τίς ἀλήθειες αὐτές. Γιά τόν Μαρκίδη λοιπόν, πού κάποιοι ψευτοκουλτουριάρηδες καλοῦν στίς ἐκπομπές τους στούς ἐκκλησιαστικούς σταθμούς ὡς σούπερ ὀρθόδοξο γιά νά μᾶς διδάξει, ἡ μετενσάρκωση εἶναι ἀντικειμενικό γεγονός, ἀδιαπραγμάτευτη ἀλήθεια. Ἀπορεῖ μάλιστα ὁ συγγραφέας μέ τον σκοταδισμό ἐκείνων πού δέν θά δέχονταν νά πάνε σέ ἕναν ψυχικό χειρουργό (154) καί σαφέστατα ἀποκαλεῖ δειλό καί ἀδαή, ὅποιον δέν παραδέχεται τίς “ἀντικειμενικές”του ἀξιες. Τέλος στό ἴδιο κεφάλαιο μᾶς μιλᾶ καί πάλι γιά τό “μάτι τῆς ἐνατένισης” καί παραπέμπει στόν Στάινερ γιά νά βοηθηθοῦμε.
Γιά νά μήν μακρυγοροῦμε ὅμως συνεχίζοντας τήν κατά κεφάλαιο ἐξέταση καλό θά εἶναι νά ἀναφέρουμε ἀκόμα χαρακτηριστικά καί δειγματοληπτικά τά ἑξῆς:
Στήν σελ.190 χρησιμοποιεῖ τόν Προφήτη Ἠλία γιά νά στηρίξει τή θέση ὅτι ὅλοι οἱ γκουροῦ, ἀκόμα καί οἱ μή αὐθεντικοί κάνουν καλό καί χρειάζονται.
Στήν 198 ἑρμηνεύει τήν Δευτέρα Παρουσία ὡς “ἀτομική πνευματική κατάσταση πού θά ἀναδυθεῖ ἀπό μόνη της σέ ἕνα ὁρισμένο σημεῖο κατά τήν ἐξελικτική ἄνοδο κάθε ψυχῆς. Εἶναι ἡ ἀνάσταση, ἄν θέλετε, μέσα σέ κάθε ἄνθρωπο, τῆς δικῆς του συνειδητότητας τοῦ Χριστοῦ”. Πάει λοιπόν καί ἡ Δευτέρα Παρουσία!
Στις σελ. 210-211 μιλᾶ γιά τά τσάκρας καί τήν κουνταλίνι καί τά συνδέει μέ τήν “ἐν πυρί” βάπτιση γιά τήν ὁποία μιλᾶ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος ἀλλά καί μέ τήν φλόγα τῆς Πεντηκοστῆς.
Στήν219 γίνεται λόγος γιά τήν διδασκαλία πού πηγάζει ἀπό τό “Συμπαντικό Ὑποσεινήδητο”καί φιλτράρεται ἁπλῶς ἀπό τίς διάφορες κουλτοῦρες.
Στήν 234 καί πάλι ἡ Δευτέρα Παρουσία ἑρμηνεύται ὡς “ψυχοπνευματική κατάσταση”καί στηρίζεται στό λόγο τοῦ Χριστοῦ ὅτι η Βασιλεία τοῦ Θεοῦ βρίσκεται”ἐντός ἡμῶν”, στήν ἴδια σελίδα δέ , ἀλλά καί στήν ἑπόμενη, ὁ Χριστός ταυτίζεται μέ τούς μύστες πού ἁπλῶς ἐξέφρασαν τή “συμπαντική γνωση”, πού εἴδαμε προηγουμένως, στή γλῶσσα τῆς ἐποχῆς.
Στήν 244 ὁ ἅγιος Μάμας ἑρμηνεύεται καί αὐτός ἀποκρυφιστικά καί ἐπιστρατεύεται στήν προσπάθεια ἀποκρυφιστικοποιήσεως τῆς Ἐκκλησίας.
Στήν 249 ὁ π. Παίσιος θεωρεῖται ὡς “δάσκαλος τῶν δασκάλων” καί ταυτίζεται ἡ Ἁγίότητα μέ τήν ἐπίτευξη θαυμάτων, ἐνῶ στίς δύο ἑπόμενες γίνεται ἐπίθεση στό ἄβατο τοῦ ἁγίου Ὄρους καί καταδικάζεται ἡ ὁπισθοδρομικότητα τῆς ἑλληνικῆς κοινωνίας.
Στίς σελ. 252-253 ταυτίζονται καί πάλι τά θαύματα καί οἱ ἐμπειρίες τῶν αγίων, καί μάλιστα τῶν ἁγιορειτῶν, μέ τούς σαμάνους καί τό Θιβέτ.
Στή 261 διαφημίζεται ὁ Ἔντγκαρ Κέισι.
Στή 317 τό τσάνελιγκ βαπτίζεται μέρος τῆς παράδοσης τῆς Ἐκκλησίας καί ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ὡς μέντιουμ τοῦ ἀποστόλου Παύλου.
Στήν 343 καί 344 χρησιμοποιεῖ καί πάλι τόν π. Παίσιο γιά νά στηρίξει τήν ἀγαπημένη του θεωρία τῆς ἀποκατάστασης τῶν πάντων, ἐνῶ στήν 349 τόν γέροντα Ἰωσήφ γιά νά στηρίξει τήν ἄποψη ὅτι οἱ τηλεμεταφορές, οἱ προγνώσεις καί τά ἐξωσωματικά ταξίδια ὑπάρχουν μέ διαφορετική ὀνομασία καί στήν Ὀρθοδοξία.
Στήν 396 ταυτίζεται ἡ θέωση μέ τήν ἐπίτευξη σταδίων συνειδητότητας καί τό ἄκτιστόν Φῶς μέ τό φῶς τοῦ “Ἀπολύτου Πνεύματος”.
Στις 408-409 συγκρίνεται ἡ παρουσία τῶν ἁγίων καί ἡ ἐμφανισή τους στούς Ἕλληνες Ὀρθοδόξους μέ τήν ἐμφάνιση UFO στούς ἀμερικανούς καί θεωροῦνται ἀμφότερα ὡς μηνύματα τοῦ Θεοῦ στήν γλῶσσα πού ὁ καθένας κατανοεῖ.
Στήν 411 ἑρμηνεύεται ἡ παραβολή τοῦ Ἀσώτου ὡς ἐπιστροφή στό γίν καί τό γιάνγκ.
Στήν 414 κατηγορεῖται ὁ χριστιανισμός ὅτι κατήντησε σύστημα ἠθικῶν κανόνων, ἐνῶ στήν πραγματικότητα ὁ Ναζωραῖος εἶναι “ἐνσάρκωση τοῦ παν-Συμπαντικοῦ Λόγου”. Στήν ἑπόμενη σελίδα οἱ θέσεις τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ γιά τόν φωτισμο καί τήν θέωση ταυτίζονται μέ αὐτές τῶν ἀνατολικῶν θρησκειῶν.
Τέλος ὁ συγγραφέας τελειώνει τό βιβλίο μέ τήν ἐπανάληψη τῆς κύριας θέσης του ὅτι ἡ ἀλήθεια βρίσκεται παντοῦ καί ὅτι ἁπλῶς ὁ καθένας ὁδηγεῖ τήν θρησκεία πού τοῦ ταιριαζει στό κοινονικοπολιτιστικό ὑπόβαθρο καί τήν καταγωγή του.
Στό τελευταῖο αὐτό βιβλίο λοιπόν του Μαρκίδη γράφεται ὅ,τι καί στά προηγούμενα, ἁπλῶς μέ ἕναν πιό ξεκάθαρο τρόπο. Σκοπός τοῦ βιβλίου δέν εἶναι ἁπλῶς νά μᾶς μυήσει στή Νέα Ἐποχή, τόν πνευματισμό, τόν συγκρητισμό κλπ, ἀλλά νά μᾶς καταφέρει νά ἑρμηνεύσουμε τήν Ἐκκλησία ὡς διεπόμενη ἀπό τέτοιο πνεῦμα. Δέν θέλει ὁ Ἀντίχριστος, τοῦ ὁποίου τούς σκοπούς ἐξυπηρετεῖ ὁ συγγραφέας, εἴτε ἐκουσίως εἴτε ἀκουσίως, ὁ Θεός οἶδε, νά φύγουμε ἀπό τήν Ἐκκλησία ἀλλά ἐκεῖνο πού ἀποτελεῖ τήν μεγάλη του ἐπιτυχία εἶναι νά παραμείνουμε σέ αὐτήν καί στήν οὐσία νά λατρεύουμε τόν διάβολο καί ὄχι τόν Θεό. Θέλει νά κάτσει στόν ἴδιο θρόνο καί νά προσκυνηθεῖ ἀπό τούς ἴδιους ἀνθρώπους. Θέλει νά μεταβάλει τήν ἀγάπη καί τήν πίστη πρός τόν Θεό σέ ἀγάπη καί πίστη πρός αὐτόν. Θέλει νά κηλιδώσει καί ἀπο ϊεροποιήσει ὅ,τι τό Ἱερό καί Ἅγιο.
Θά κλείσουμε τήν σύντομη αὐτή κριτική μέ τήν διαπίστωση ὅτι δυστυχῶς στίς μέρες μας λείπει τό κριτικό πνεῦμα ἀπό τούς πιστούς καί γι’ αὐτό εὔκολα έπικρατεῖ ἡ πλάνη. Βέβαια τό γεγονός αὐτό δεν μπορεῖ νά ἑρμηνευθεῖ τόσο ἁπλοικά ἀλλά ὀφείλεται σέ μια σειρά παραγόντων, ὅπως ἡ ἀπομάκρυνση ἀπό τά μυστήρια πού καθαίρουν καί φωτίζουν τό νοῦ, ἡ ὑπερηφάνειά μας, πού μᾶς ὁδηγεῖ σέ ἄλλα ἀναγνώσματα πιό ὑψηλά, ὅπως πιστεύουμε, ἀπό τήν Γραφή καί τούς Πατέρες, ἡ ἀνάγκη πού μᾶς ὁδηγεῖ ὁ ἐγωισμός για πρωτοτυπία κλπ. Γεγονός πάντως εἶναι ὅτι ὁ Ἀντίχριστος δουλεύει καλά καί ἐμεῖς συνεχῶς τοῦ δίνουμε χῶρο.
Τέλος ὀφείλουμε, με πολύ σεβασμό γιά μιά ἀκόμη φορά νά ζητήσουμε τήν γνώμη τοῦ Μητροπολίτου Λεμεσοῦ γιά τα τρία αὐτά βιβλία καθώς ἡ ἀγάπη καί οἱ ἐμπιστοσύνη που τρέφουν οἱ πιστοί στήν Ἑλλάδα ἀλλά καί σέ ὅλο τόν κόσμο πρός τό πρόσωπό του εἶναι μεγάλη καί αὐτό ὁδηγεῖ πρός τό παρόν αὐτούς πού τόν ἀγαποῦν νά πέφτουν θύματα τοῦ Μαρκίδη. Πρέπει ὁ Σεβασμιώτατος νά κατανοήσει ὅτι ἡ γνώμη του βαραίνει εἴτε ὑπέρ, ὅσο δέν διατυπώνεται ἀντίθεση, εἴτε κατά τῶν πλανῶν τοῦ συγγραφέα καί προκαλεῖ ἐρωτηματικά τό πῶς θά ἦταν δυνατόν ἔνας τόσο ἔξυπνος, παραδοσιακός καί διακριτικός γέροντας νά δίνει, ὅπως ὁ συγγραφέας ὑποστηρίζει, τόσο εὔκολα τήν ἄδεια σέ ἕναν τόσο μπερδεμένο περί τήν πίστη, σέ ἕναν ἄνθρωπο μέ ἀποκρυφιστικές ἰδέες νά κοινωνήσει τῶν ἀχράντων μυστηρίων (σελ. 303 τοῦ τρίτου βιβλίου). Γεννᾶ πολλά ἐρωτηματικά ἡ εὔνοια που ὑποτίθεται ὅτι ὁ Σεβασμιώτατος ἔδειξε στόν συγγραφέα. Ζητοῦμε λοιπόν τή γνώμη του Σεβασμιωτάτου, τό ὄνομα τοῦ ὁποίου ἐκμεταλλεύεται ὁ συγγραφέας γιά νά γκουρουοποιήσει τήν Ἐκκλησία καί τήν πίστη. Ἡ ὕπαρξη καί ἡ ἀποδοχή πού ἔχει το βιβλίο ἀνάμεσα στούς πιστούς ὁδηγεῖ στήν ἐκπλήρωση τῆς προφητείας τοῦ π. Ἀντωνίου Ἀλεβιζοπούλου ὅτι θά ἔρθει καιρός πού ναί μέν οἱ ἐκκλησίες θά γεμίζουν ἀλλά ἀπό ἀνθρώπους οἱ ὁποίοι ἀντί νά προσεύχονται θά διαλογίζονται. ΣΤΩΜΕΝ ΚΑΛΩΣ!
Δεῖτε ὁλόκληρο τό κείμενο: ἐδῶ
http://www.alopsis.gr/alopsis/Markidhs.htm
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου