Σελίδες

Πέμπτη 26 Σεπτεμβρίου 2013

Ἡ εἰκών τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ

Εφόδιον Ορθοδοξίας
Βασική Δογματική Διδασκαλία 
Τού Πρωτοπρ. Αντωνίου Γ. Αλεβιζόπουλου Δρ. Θεολογίας Δρ. Φιλοσοφίας

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6ο. Η εικών του Τριαδικού Θεού
 
1. Εικών και πρωτότυπον
«Και είπεν ο Θεός* ας δημιουργήσωμεν τον άνθρωπον σύμφωνος προς την ιδικήν μας εικόνα και να έχη την δυνατότητα να ομοιάση με ημάς. Και ας είναι (ο άνδρας και η γυναίκα) άρχοντες και κύριοι… Όλης της γης. Και εδημιούργησεν ο Θεός τον άνθρωπον, τον εδημιούργησε κατ' εικόνα Θεού, άνδρα και γυναίκα, τον εδημιούργησεν απ’ αρχής» (Γεν. 1,26-27. Παράβαλλε Γεν. 5,1. 9,6. Σοφ. Σολ. 2,23).
Ο άνθρωπος, λοιπόν, επλάσθη συμφώνως προς την εικόνα του Τριαδικού Θεού (κατ' εικόνα). Αυτό σημαίνει ότι δια να γνωρίσωμεν πραγματικώς τι είναι ο άνθρωπος εις την ιδίαν την φύσιν του, πρέπει να γνωρίσωμεν τον ίδιον τον Θεόν, ο οποίος είναι το πρωτότυπον του ανθρώπου. Σημαίνει, δηλαδή, ότι ο άνθρωπος δεν είναι το πρωτότυπον, αλλά η εικών του πρωτοτύπου.
Όσον περισσότερον εμβαθύνει ο άνθρωπος εις την ζωήν του Τριαδικού Θεού, όσον καλύτερον ανταποκρίνεται με την ζωήν του εις την ζωήν της Αγίας Τριάδος, τόσον περισσότερον γίνεται άνθρωπος, τόσον καλύτερον ανταποκρίνεται εις την ανθρωπίνην φύσιν του, η οποία είναι εικών του Θεού.
Αντιθέτως, μακράν του Θεού, δεν ζώμεν συμφώνως προς την φύσιν μας, αλλά παρά φύσιν. Αυτό είναι η πτώσις του ανθρώπου, η φθορά της εικόνος του Θεού, ο θάνατος του ανθρώπου.

«Αλλά και εάν μου είπης, δείξε μου τον Θεόν σου, θα σου είπω και εγώ:
 Δείξε μου τον άνθρωπόν σου και εγώ θα σου δείξω τον Θεόν μου», λέγει ο άγιος Θεόφιλος προς τον ειδωλολάτρην Αυτόλυκον. Και εις Αββάς του Γεροντικού προσθέτει: «είδες τον αδελφόν σου, είδες τον Θεόν σου».
 
2. Εικών του Πανσόφου και Παντοδυνάμου Θεού
Ο άνθρωπος είναι εικών του Τριαδικού Θεού. Αυτό σημαίνει ότι εις τα βάθη του είναι του, μέσα εις την εικόνα του Θεού, αισθάνεται και διακρίνει την παρουσίαν του ιδίου του Θεού. Τοιουτοτρόπως ο άνθρωπος κρύβει μέσα του τεραστίας δυνατότητας και η θέσις του μέσα εις την δημιουργίαν είναι μοναδική.
Η διήγησις της Παλαιάς Διαθήκης υπογραμμίζει την αλήθειαν αυτήν. Παρουσιάζει τον Θεόν να καλή τον άνθρωπόν να γίνη το κέντρον της δημιουργίας ολοκλήρου, κυρίαρχος της φύσεως, των φυτών, των ζώων, του σύμπαντος (Γεν. 1,28-30).
«Και ευλόγησεν αυτούς ο Θεός λέγων αυξάνεσθε και πληθύνεσθε και γεμίσατε όλην την γην και γίνετε κύριοι αυτής (και κατακυριεύσατε αυτής)» (Γεν. 1,28. 9,1-2). «Και έδωσεν εις αυτούς εξουσίαν εφ’ όλων των όντων της γης· τον καθένα ενέδυσεν με δύναμιν και τους εδημιούργησε σύμφωνος προς την ιδικήν Του εικόνα· και έθεσεν τον φόβον του ανθρώπου εις πάσαν σάρκα δια να εξουσιάζη εις τα θηρία και τα πετεινά» (Σοφ. Σειράχ 17,2-4. Παράβαλλε Σοφ. Σολ. 10,2).
Η κυριαρχία αυτή του ανθρώπου δεν αναφέρεται απλώς εις την χρήσιν των δημιουργημάτων δια την αντιμετώπισιν των αναγκών του, αλλά και εις επίπεδον περισσότερον πνευματικόν. Ο άνθρωπος λαμβάνει την εντολήν από τον Θεόν να δώση εις το κάθε ζώον, εις τα δημιουργήματα, δηλαδή, του Θεού, το κατάλληλον όνομα:
«Και ωδήγησεν ο Θεός ενώπιον του Αδάμ όλα τα θηρία του αγρού και όλα τα πτηνά του ουρανού δια να ίδη ποιον όνομα να τους δώση. Και το όνομα το οποίον θα έδιδεν ο Αδάμ εις το καθένα από αυτά, τούτο το όνομα και θα έμενεν εις αυτό. Και ο Αδάμ έδωσεν ονόματα εις όλα τα κτήνη και εις όλα τα πτηνά του ουρανού και εις όλα τα θηρία της υπαίθρου» (Γεν. 2,19-20).
Η πράξις αυτή δεν αποτελεί απλούν και ασήμαντον επεισόδιον. Το να δώση κανείς το όνομα εις κάποιο ζώον η πράγμα, εσήμαινε δια τους Εβραίους τον προσδιορισμόν του σκοπού τον οποίον καλείται να εκπλήρωση αυτό μέσα εις την αρμονίαν του κόσμου. Με την εντολήν, λοιπόν, αυτήν καλεί ο Θεός τον άνθρωπον να προσδιορίση τον ιδιαίτερον σκοπόν του κάθε ζώου, δίδοντας του το κατάλληλον όνομα.
Με άλλα λόγια, ο άνθρωπος καταξιούται να γίνη θείος συνεργός. Εκλήθη δηλαδή να συνέχιση το έργον της δημιουργίας του Θεού. Να γίνη συνδημιουργός εις ένα κόσμον ο οποίος ήτο «καλός λίαν», δηλαδή γεμάτος ωραιότητα και αρμονίαν.
 
3. Και Αυτός έδωκεν ανθρώποις επιστήμην
Πάντα τα ανωτέρω φανερώνουν ότι ο άνθρωπος, ως εικών του πανσόφου και παντοδυνάμου Θεού, έλαβε τεραστίας δυνατότητας δια να ανάπτυξη τον πολιτισμόν και την επιστήμην εις όλους τους τομείς.
Δια να δώση π.χ. ο άνθρωπος το κατάλληλον όνομα το οποίον θα ανταπεκρίνετο προς τα ιδιαίτερα γνωρίσματα έκαστου ζώου, έπρεπε προηγουμένως να ανάπτυξη όλας εκείνας τας ικανότητας, τας οποίας έδωσεν εις αυτόν ο Θεός δια να απόκτηση την αληθή γνώσιν των ζώων. Αυτή άλλωστε ήτο και η εντολή του Θεού, ο οποίος ωδήγησε τα ζώα ενώπιον του Αδάμ «ιδείν τι καλέσει αυτά» (Γένεση 2,19).
Την βαθειάν γνώσιν των θαυμάσιων της δημιουργίας του Θεού, προϋποθέτει επίσης και η άλλη εντολή του Θεού προς τον άνθρωπον: «Και κατακυριεύσατε αυτής» (Γένεση 1,28. Παράβαλλε Και Σοφ. Σειρ. 17,2-4. Σοφ. Σολ. 10,2).
Η εξουσία αυτή του ανθρώπου και η κυριαρχική θέσις έναντι της λοιπής δημιουργίας, ετοποθετείτο εντός της όλης ωραιότητος και της αρμονίας του κόσμου (Γένεση 1,31), όχι εκτός αυτής. Έπρεπε δηλαδή να ασκήται όχι μόνον σύμφωνος προς τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά εκάστου δημιουργήματος, αλλά και εν αρμονία προς το θέλημα του Θεού (παράβαλλε Γένεση 3,3). Είναι δε φανερόν, ότι η εκπλήρωσις της εντολής αυτής του Θεού προϋποθέτει επιστημονικήν έρευναν και βαθειάν γνώσιν των δημιουργημάτων.
Η γνώσις, λοιπόν, και η επιστήμη ανταποκρίνεται πλήρως προς το δημιουργικόν σχέδιον του Θεού. Εκείνος είναι «ο διδάσκων άνθρωπον γνώσιν» (Ψαλμοί 93,10). «Και αυτός έδωκεν ανθρώποις επιστήμην ενδοξάζεσθαι εν τοις θαυμασίοις αυτού» (Σοφ. Σειρ. 38,6).
Δια τον λόγον αυτόν «μακάριος» είναι ο άνθρωπος, «ος εύρε σοφίαν και θνητός ος είδε φρόνησιν» (Παροιμίες 3,13). «Άκουσον μου, τέκνον», λέγει ο Σοφός Σειράχ, «και μάθε επιστήμην και επί των λόγων μου πρόσεχε τη καρδία σου. Εκφανώ εν σταθμώ παιδείαν και ακρίβεια απαγγελώ επιστήμην» (Σοφ. Σειρ. 16,24-25).
Η πίστις, λοιπόν, όχι μόνον δεν είναι αντίθετος προς την επιστημονικήν πρόοδον, αλλά θέτει θεολογικάς και ανθρωπολογικός προϋποθέσεις δια απεριόριστον ανθρωπίνην έρευναν και ανθρωπίνην επιστήμην.
Ο άνθρωπος οφείλει να χρησιμοποίηση όλας του τας δυνατότητας δια να βελτίωση τας συνθήκας της ζωής του.
Πράγματι, εις την πορείαν της ανθρώπινης ιστορίας, τον βλέπομεν να ανακαλύπτη εργαλεία, με τα οποία να επεξεργάζεται το ξύλον, την πέτραν, τον σίδηρον, τα μέταλλα. Να υποτάσση τον ατμόν, τον ηλεκτρισμόν, την ατομικήν ενέργειαν, να κατασκευάζη εργοστάσια, να εκμηδενίζη τας Αποστάσεις.
Αυτό είναι αλήθεια, την οποίαν ημείς σήμερον δυνάμεθα να κατανοήσωμεν περισσότερον από τας προηγουμένας γενεάς, διότι ζώμεν εις τον αιώνα της ανθρώπινης επιστήμης και τεχνικής.
Πολλοί διερωτώνται εις τας ημέρας μας κατά πόσον η άφιξις του ανθρώπου εις την σελήνην κλονίζει την πίστιν εις την Αγίαν Γραφήν. Την απάντησιν εις το ερώτημα αυτό ευρίσκομεν εις τον Ψαλμόν του Δαυίδ:
«Κύριε ο Κύριος ημών, πόσον θαυμαστόν είναι το όνομα σου εις όλην την γην! … Βλέπω τους ουρανούς, τα έργα των χειρών σου, την σελήνην και τους αστέρας, που συ εθεμελίωσες. Τι είναι ο άνθρωπος δια να τον ενθυμήσαι, η ο Υιός του ανθρώπου δια να τον φροντίζης; Τον εδημιούργησες ολίγον κατώτερον από τους αγγέλους, τον εστεφάνωσες με δόξαν και τιμήν. Κυρίαρχον τον έκανες των έργων των χειρών σου. Όλα τα υπέταξες κάτω από τους πόδας του… Κύριε ο Κύριος ημών, πόσον θαυμαστόν είναι το όνομα Σου εις όλην την γην!»  (Ψαλμοί 8,1-10).
Ο ίδιος, λοιπόν, ο Δημιουργός εστεφάνωσε τον άνθρωπον με «δόξαν και τιμήν» και τον προώρισε να γίνη «κυρίαρχος» των «έργων των χειρών Του», να υποτάξη «κάτω από τους πόδας του» όχι μόνον την γην, αλλά και ολόκληρον την δημιουργίαν, «τους ουρανούς, την σελήνην και τους αστέρας».
 
4. Εικών του Θεού της αγάπης
Η εξουσία του ανθρώπου εις τας δυνατότητας και τας δυνάμεις του κόσμου δεν ήτο αυθαίρετος. Συνεπώς, ο άνθρωπος δεν ήτο δυνατόν να ασκή την εξουσίαν αυτήν με τρόπον εγωιστικόν. Ήτο εξουσία ευθύνης δι’ ολόκληρον την δημιουργίαν του Θεού.
«Και εφύτευσεν ο Θεός παράδεισον εις την περιοχήν της Εδέμ προς ανατολάς και εκεί ετοποθέτησε τον άνθρωπον, τον οποίον έπλασε… Και έθεσεν αυτόν εις τον Παράδεισον της χαράς και της τέρψεως (τρυφής) δια να εργάζεται εις αυτόν και να τον φυλάσση» (Γένεση 2,8-15).
Ο ρόλος του ανθρώπου μέσα εις τον Παράδεισον ήτο δημιουργικός και όχι αυθαίρετος και καταστρεπτικός. Ώφειλε να είναι πιστός και στοργικός φύλαξ και προστάτης ολοκλήρου της δημιουργίας του Θεού.
Επίσης, η χρήσις του κόσμου από μέρους του ανθρώπου δεν εγένετο κατά τρόπον εγωιστικόν, αλλά πάντοτε συμφώνως προς την θέλησιν του Δημιουργού. Τούτο φανερώνει σαφώς η εντολή του Θεού:
«Από όλα τα καρποφόρα δένδρα τα οποία υπάρχουν εις τον Παράδεισον θα τρώγετε. Από το δένδρον, όμως, της γνώσεως του καλού και του κακούδεν πρέπει να φάγετε. Κατά την ημέραν δε κατά την οποίαν θα φάγετε από τον καρπόν του, θα αποθάνετε» (Γένεση 2,16-17. Παράβαλλε Ρωμαίους 6,23).
Εις τον Παράδεισον δεν υπήρχαν διαφοραί εις τας σκέψεις και τας αποφάσεις, εις τα διανοήματα και τας πράξεις του ανθρώπου και εις το θέλημα του Θεού. Ο άνθρωπος, χωρίς κανέναν εξαναγκασμόν, ελευθέρως, εταύτιζε το θέλημά του με το θέλημα του Θεού και άφηνε τον Θεόν να είναι κέντρον της ζωής του. Τούτο ήτο κάτι πολύ φυσικόν εις τον άνθρωπον μέσα εις τον Παράδεισον, διότι επλάσθη συμφώνως προς την εικόνα του Τριαδικού Θεού και έζη ζωήν σύμφωνον προς το πρωτότυπον του, σύμφωνον, δηλαδή, προς την ζωήν της Αγίας Τριάδος: Ζωή εσωτερικής ενότητος, αγάπης και αρμονίας με τον ίδιον τον εαυτόν του, με τους συνανθρώπους του, με ολόκληρον την υπόλοιπον δημιουργίαν.
Το κέντρον αυτής της ενότητος ήτο πάντοτε ο Θεός, εις τον οποίον ο άνθρωπος προσέφερε θεληματικώς τον εαυτόν του, τα επιτεύγματα του και ολόκληρον την δημιουργίαν. Ούτω, τα πάντα ήσαν ηνωμένα αρμονικώς, τα πάντα ήσαν «καλά λίαν».
 http://www.oodegr.com/oode/biblia/alavizop_dogma_1/6.htm

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου