Σελίδες
▼
O “ΘΕΟΣ” TOY KAZANTZAKH KAI TOY NIΤΣΕ-2 («Ὁ Νέος Τραγικὸς Πολιτισμὸς θὰ ἀναπηδήσει ἀπὸ τὴν Γερμανία»)
Ὁ «Θεὸς» τοῦ Καζαντζάκη καὶ τοῦ Νίτσε [Β´]
Ἡ Συμβολή του στὴν Ἑδραίωση τῆς Παγκοσμιοποίησης
καὶ γιατί ὁ «Νέος Τραγικὸς Πολιτισμὸς θὰ ἀναπηδήσει ἀπὸ τὴν Γερμανία»
Δάφνη Βαρβιτσιώτη, Ἱστορικὸς
. Ὁ «Τροχὸς τοῦ Καιροῦ»:
Ἀκολούθησε τὸ νιτσεϊκὸ «ὅραμα τοῦ αἰωνίου Γυρισμοῦ» τοῦ ἀνθρώπου στὴν
ζωή, τὸ ὁποῖο εἶναι μία παραλλαγὴ τῆς μετενσάρκωσης, ὑπὸ τὴν ἔννοιαν
ὅτι, κατ’ αὐτήν, ὁ ἴδιος ἄνθρωπος ἐπανέρχεται στὶς ἴδιες ἐπακριβῶς
συνθῆκες ζωῆς, ἀναρίθμητες φορές, καί, ἑπομένως: «Καμμιὰ λοιπὸν ἐλπίδα
τὸ μελλούμενο νά ᾽ναι καλύτερο, καμμιὰ σωτηρία, πάντα οἱ ἴδιοι,
ἀπαράλλαχτοι, θὰ στρουφογυρίζουμε στὸν τροχὸ τοῦ καιροῦ». Παρακάτω, θὰ
δοῦμε ποιὰ ἀλλαγὴ ἐπέφερε ὁ Καζαντζάκης στὸ «ὅραμα» αὐτό.
. «Ἀνάξιες Παρηγοριὲς γιὰ Δειλούς»:
Καταρρακωμένος, ὅμως, μετὰ ἀπὸ μία μεγάλη ἐρωτικὴ ἀπογοήτευση, ὁ Νίτσε
δειλιάζει μπροστὰ στὸ «ὅραμα» τοῦ δικοῦ του «αἰώνιου Γυρισμοῦ» στὶς
ἴδιες συνθῆκες: «Ὄχι, ποτὲ ποτὲ νὰ μὴν ξαναζήσω τὶς ὧρες τοῦτες! Πρέπει
ν’ ἀνοίξω μία θύρα σωτηρίας στὸν κλειστὸ κύκλο τοῦ αἰώνιου Γυρισμοῦ!»,
τὸν φαντάζεται νὰ ἀναφωνεῖ ὁ Καζαντζάκης, ποὺ συνεχίζει: «Γράφει τὸν
Ζαρατούστρα, καινούργια ἐλπίδα ἄστραψε στὸ νοῦ του, ὁ νέος σπόρος, ὁ
Ὑπεράνθρωπος»· διευκρινίζει δὲ ὅτι, ὁ Νίτσε ἐπινόησε τὸν Ὑπεράνθρωπο,
ἐπειδὴ «Ὁ αἰώνιος Γυρισμὸς εἶναι χωρὶς ἐλπίδα. Ὁ Ὑπεράνθρωπος εἶναι μιὰ
μεγάλη ἐλπίδα».
. Ὁ Ὑπεράνθρωπος ὡς «Λυτρωτής»:
Ὁ Καζαντζάκης περιγράφει τὸ πῶς ὁ Νίτσε νοεῖ τὸν Ὑπεράνθρωπο ὡς ἐλπίδα:
«Αὐτὸς εἶναι ὁ σκοπὸς τῆς γῆς, αὐτὸς κρατάει τὴ λύτρωση. Αὐτὸς εἶναι ἡ
ἀπόκριση στὸ παλιό του ἐρώτημα: Μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ ἐξευγενιστεῖ; Ναὶ
μπορεῖ! Κι ὄχι ἀπὸ τὸν Χριστό (…) παρὰ ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο τὸν ἴδιο, ἀπὸ τὶς
ἀρετὲς καὶ τοὺς ἀγῶνες μίας καινούργιας ἀριστοκρατίας. Ὁ ἄνθρωπος
μπορεῖ νὰ γεννήσει τὸν Ὑπεράνθρωπο. Αὐτὸς εἶναι ὁ σκοπὸς τῆς ζωῆς, ἡ
πηγὴ τῆς ἐνέργειας, ὁ Λυτρωτής (…) ἡ νέα χίμαιρα ποὺ θὰ ξορκίσει τὴ
φρίκη τῆς ζωῆς». Γιατί, ὅμως, ὁ Καζαντζάκης χαρακτηρίζει τὸν νιτσεϊκὸ
Ὑπεράνθρωπο ὡς χίμαιρα, ἀφοῦ ἔτσι τὸν ἀκυρώνει ὡς Λυτρωτή; Στὸ ἐρώτημα
αὐτὸ θὰ ἀπαντήσουμε πιὸ κάτω.
. Μεταφυσικὴ Ἀριστοκρατία:
Ὡς Ὑπεράνθρωπο-Λυτρωτή, ὁ Νίτσε ἐννοεῖ ἕναν συγκεκριμένο τύπο
ἀνθρώπου, ἀπόλυτα σύμφωνου πρὸς τὶς δικές του ψυχοπνευματικὲς ἀνάγκες,
τὸν ὁποῖον καὶ ἐξιδανικεύει. Δηλαδή, χρίζει ὡς Λυτρωτὲς τῆς ἀνθρωπότητας
τοὺς ὀλίγους καὶ «ἐκλεχτούς», ποὺ –ἀρνούμενοι, ἢ ἀγνοοῦντες, τοὺς
περιορισμοὺς ποὺ θέτουν στὸν ἄνθρωπο οἱ δυτικογενεῖς ἠθικο-θρησκευτικὲς
«ἀφηρημένες ἔννοιες»– διακατέχονται ἀπὸ τὴν «λαχτάρα ν’ ἁπλωθοῦν καὶ νὰ
κυριαρχήσουν» καὶ ἀπὸ τὴν πεποίθηση «πὼς μονάχα ἡ δύναμη εἶναι ἄξια νά
᾽χει δικαιώματα». Στὴν οὐσία, ὁ Νίτσε χρίζει ὡς διαχρονικοὺς «Λυτρωτὲς»
τῆς ἀνθρωπότητας τοὺς ἀδίστακτους δυναμολάγνους ἐξουσιαστές. Ἀλλά, μὲ τὸ
νὰ τοὺς χρίζει καὶ ὡς τοὺς μόνους ἄξιους νὰ ἔχουν δικαιώματα στὴν ζωή, ὁ
Νίτσε θεμελιώνει καὶ μεταφυσικὰ τὴν ἐπικράτηση μίας νέας κυρίαρχης
τάξης “εὐγενῶν”, διὰ τῆς ὁποίας διαχωρίζει τὴν ἀνθρωπότητα στοὺς
“δυνατούς” –καὶ ὀλίγους– καὶ στοὺς πολλοὺς καὶ “ἀδύναμους”· στοιχεῖο τὸ
ὁποῖο ὁ Καζαντζάκης μεγιστοποιεῖ στὰ ἔργα του.
. Διόνυσος καὶ Ὑπεράνθρωπος:
Γιὰ νὰ περιγράψει τὴν βούληση γιὰ κυριαρχία τῶν Ὑπερανθρώπων-Λυτρωτῶν
του, ὁ Νίτσε ἀνατρέχει στὴν ἐποχὴ ποὺ «στὰ στήθη τῆς Ἑλλάδας βογκοῦσε τὸ
χάος, ἡ μεγάλη πίκρα, ἡ ἀντικεια βουλή», ἐπειδὴ σ’ αὐτὰ κυριαρχοῦσε
«Ἕνας ἀχαλίνωτος θεός, ὁ Διόνυσος», καὶ τοὺς ταυτοποιεῖ ὡς τοὺς φορεῖς
τοῦ «διονυσιακοῦ πνέματος», τῆς «διονυσιακῆς μέθης» καὶ τῶν «ἀκράτητων
διονυσιακῶν δυνάμεων».
. Ὁ Διόνυσος, Λυτρωτὴς τῆς Εὐρώπης:
Ἀπὸ τὸν Διόνυσο καὶ τοὺς φορεῖς τῆς μέθης του –δηλαδή, τοὺς φορεῖς τῆς
βούλησης γιὰ κυριαρχία– προσμένει ὁ Νίτσε τὴν «λύτρωση» τῆς Εὐρώπης,
διότι, κατ’ αὐτόν: «Ἡ Εὐρώπη χάνεται καὶ πρέπει νὰ ὑποβληθεῖ στὴν
αὐστηρὴ δίαιτα τῶν ἀρχηγῶν. Ἡ ἠθικὴ ποὺ σήμερα κυριαρχεῖ εἶναι ἔργο
σκλάβων εἶναι συνωμοσία ποὺ ὀργάνωσαν οἱ ἀδύνατοι καὶ τὸ κοπάδι ἐνάντια
στὸν δυνατὸ καὶ τὸν τσοπάνη. Οἱ σκλάβοι ἀναποδογύρισαν μὲ συφεροντολόγα
πονηριὰ τὶς ἀξίες: κακὸς εἶναι, κήρυξαν, ὁ δυνατός, ὁ δημιουργός· καλὸς
εἶναι ὁ ἄρρωστος κι ὁ ἠλίθιος· δὲν ἀντέχουν τὸ πόνο· κατάντησαν
φιλάνθρωποι χριστιανοὶ καὶ σοσιαλιστές. Μονάχα ὁ Ὑπεράνθρωπος, σκληρὸς
μὲ τὸν ἑαυτό του, μπορεῖ νὰ χαράξει καινούριες ἐντολὲς καὶ νὰ δώσει στὶς
μάζες σκοποὺς καινούριους». Μὲ ἄλλα λόγια, Νίτσε καὶ Καζαντζάκης νοοῦν ὡς «λύτρωση» –τῆς Εὐρώπης, ἀλλὰ καὶ ὡς δική τους– τὴν ἀποδέσμευση ἀπὸ τοὺς ἠθικοὺς φραγμοὺς καὶ ἀπὸ τοὺς νόμους καὶ θεσμοὺς ποὺ ἀπορρέουν ἐξ αὐτῶν,
τοὺς ὁποίους θέτουν στοὺς ἀδίστακτους καὶ δυναμολάγνους ἐξουσιαστές, ὁ
ἀρχαιοελληνικὸς ἀνθρωπισμὸς καὶ ὁ χριστιανικὸς θεανθρωπισμός.
. Γερμανία καὶ «Τραγικὸς Πολιτισμός»:
τὴν ἐπαναφορὰ τοῦ «διονυσιακοῦ πνέματος» καὶ τῶν «ἀκράτητων διονυσιακῶν
δυνάμεων» στὴν Γερμανία ὁ Νίτσε ἀνίχνευε στὴν ὁλοένα πιὸ ἔντονη βούληση
γιὰ κυριαρχία ποὺ ἐξέπεμπε ἡ γερμανικὴ μουσική: «Ἡ γερμανικὴ μουσική,
ἀπὸ τὸν Μπὰχ ἴσαμε τὸν Βάγκνερ, διαλαλεῖ τὸν ἐρχομό του» (σ.σ. τοῦ
Διονύσου, δηλαδή, τῆς βούλησης γιὰ κυριαρχία). Καὶ ἤξερε ὅτι, ὅταν ὁ
«ἀχαλίνωτος» αὐτὸς θεὸς καὶ οἱ ἀνεξέλεγκτες δυνάμεις τοῦ ἐπικρατήσουν
στὴν Γερμανία, θὰ γεννήσουν ἕναν «Νέο “τραγικὸ πολιτισμό”». Ὁ Νίτσε,
δηλαδή, ἤξερε ὅτι, ὅπου κυριαρχεῖ ἡ ἄλογη καὶ τυφλὴ βούληση γιὰ δύναμη
καὶ κυριαρχία, αὐτὴ «συντρίβει τὴν ἀτομικότητα», «ἄνθρωποι καὶ θεριὰ
ἀδελφώνονται, ὁ θάνατος εἶναι κι αὐτὸς ἕνα ἀπὸ τὰ προσωπεῖα τῆς ζωῆς καὶ
τὸ παρδαλὸ μαγνάδι τῆς πλάνης ξεσκίζεται κι’ ἀγγίζουμε στῆθος μὲ στῆθος
τὴν ἀλήθεια: Ὅλοι εἴμαστε ἕνα. Ὅλοι εἴμαστε Θεός». Μὲ ἄλλα λόγια, ὁ
Νίτσε ἤξερε τί τραγωδία μέλλει νὰ προκαλέσει ἡ «διονυσιακὴ μέθη»
δυναμολαγνείας –ποὺ διέβλεπε ὅτι (ξανα)κυρίευε τὸν νοῦ καὶ στὴν ψυχὴ τῶν
Γερμανῶν, ἀπὸ τὰ τέλη ἤδη τοῦ 19ου αἰώνα: ὁ ἄνθρωπος θὰ μεταβληθεῖ σὲ
ἁπλὸ ζωικὸ ὂν (ὁ δὲ δυνατός, σὲ θηρίο)· ὁ θάνατος τῶν ἀδυνάμων δὲν θὰ
ἔχει σημασία, ἀφοῦ καὶ ἡ ζωή τους δὲν θὰ ἔχει πιὰ ἀξία· τὸ πλέγμα τῶν
ἠθικο-θρησκευτικῶν ὁρίων καὶ ἀξιῶν θὰ διαρρηχθεῖ· ὅλοι (ἰδίως οἱ
δυνατοὶ) θὰ θεωροῦν ὅτι ὅλα τοὺς ἐπιτρέπονται· καὶ θὰ ἐπικρατήσει τὸ
χάος, ὁ ἀλληλοσπαραγμὸς καὶ ἡ ἀπόγνωση.
. Προφήτης, ἢ Τροχιοδείκτης Τυραννίας;
Τὸ 1940, ὁ Καζαντζάκης ἀποκαλεῖ τὸν Νίτσε «προφήτη», ἀκριβῶς διότι
ἐκεῖνος εἶχε προβλέψει –σχεδὸν τριάντα χρόνια πρὶν ἀκόμα καὶ ἀπὸ τὸν Α΄
παγκόσμιο πόλεμο– ὅτι: «Ὁ νέος τραγικὸς πολιτισμὸς θ’ ἀναπηδήσει ἀπὸ τὴ
Γερμανία».
. Τὸ γεγονὸς ὅτι, σήμερα, ὁ Νίτσε ἐπαληθεύεται γιὰ τρίτη
φορὰ –ἀφοῦ πολλοὶ ἀναλυτὲς ἀναφέρονται πλέον σὲ μία «γερμανικὴ Εὐρώπη»
καὶ σὲ ἕνα οἰκονομικὸ Δ΄ Ράιχ– ἀποδεικνύει ἁπλῶς τὰ ἑξῆς: α) ὅτι, οἱ
ἐξουσιαστὲς γνωρίζουν ὅτι, αὐτὸ ποὺ προστατεύει τὴν ἐλευθερία τῶν πολλῶν
ἀπὸ τὴν τυραννία τῶν ὀλίγων εἶναι τὸ σύνολο τῶν ἠθικο-θρησκευτικῶν
ἀξιῶν τοῦ εὐρωπαϊκοῦ πολιτισμοῦ (ἐξ οὗ καὶ ἡ ἀπέχθειά τους πρὸς τὸν
ἀρχαιοελληνικὸ ἀνθρωπισμὸ καὶ τὸ μένος τους κατὰ τοῦ χριστιανικοῦ
θεανθρωπισμοῦ)· καὶ β) ὅτι, μελετώντας προσεκτικὰ τὸν Νίτσε (καί,
ἀργότερα τὸ πνευματικοπαίδι του, τὸν Καζαντζάκη), οἱ ἐξουσιαστὲς
ἀναγνώρισαν στὴν ἀναδυόμενη γερμανικὴ βούληση γιὰ κυριαρχία, τὴν
ψυχοπνευματικὴ ἀχίλλειο πτέρνα τῆς Εὐρώπης. Καὶ ἔδρασαν ἀναλόγως.
. Ἡ Ἐκδίκηση τῆς Λογικῆς:
Ὁ Νίτσε –πού, ἐκτὸς ἀπὸ τὸν χριστιανισμό, ἀπέρριπτε καὶ τὴν Λογικὴ (καὶ
πέθανε διεγνωσμένα παράφρων)– οὐδέποτε ἀποτελείωσε τὸ «Τάδε Ἔφη
Ζαρατούστρας», διότι τὰ ἴδια τοῦ τὰ «ὁράματα» τὸν ἔθεταν ἐνώπιον τῶν
ἑξῆς λογικῶν ἀδιεξόδων: «Ὁ αἰώνιος Γυρισμὸς εἶναι χωρὶς ἐλπίδα· ὁ
Ὑπεράνθρωπος εἶναι μία μεγάλη ἐλπίδα· πῶς μποροῦν τὰ δύο αὐτὰ
ἀντικρουόμενα ὁράματα ν’ ἁρμονιστοῦν;». Ἀφοῦ, δηλαδή, ἡ ἀνθρωπότητα
εἶναι δεσμευμένη στὸν τροχὸ τοῦ «αἰώνιου Γυρισμοῦ» της πρὸς τὶς ἴδιες
ἐπακριβῶς συνθῆκες ζωῆς καὶ πρὸς τὴν ἴδια ἐπακριβῶς «φρίκη» της, πῶς καὶ
ἀπὸ τί μέλλει νὰ τὴν «λυτρώσει» ἡ κάστα τῶν Ὑπερανθρώπων-Λυτρωτῶν;
. «Ἡ ψυχὴ τοῦ Νίτσε ἀπὸ τότε πιὰ φτεροκοπάει στὸν γκρεμὸ
τῆς παραφροσύνης», γράφει ὁ Καζαντζάκης· χωρὶς παρ’ ὅλα ταῦτα νὰ πάψει
νὰ θαυμάζει τὸν μὲν Νίτσε ὡς «προφήτη» καὶ «Μεγαλομάρτυρα», τὸν δὲ
Ὑπεράνθρωπο ὡς κάστα ἀδίστακτων ἐξουσιαστῶν· ἀλλὰ καὶ χωρὶς ὁ ἴδιος νὰ
ἐπιλύει τὸ πρόβλημα τῆς λύτρωσης τῆς ἀνθρωπότητας ἀπὸ τὴν «φρίκη τῆς
ζωῆς».
. Καζαντζάκης καὶ «Δύναμη»:
Καί, δὲν ἐπιλύει τὸ πρόβλημα αὐτό, διότι, ἁπλά, δὲν τὸ θεωρεῖ πρόβλημα.
Ὡς πιὸ “δυνατός” ἀπὸ τὸν Νίτσε, ὁ Καζαντζάκης ἀφαιρεῖ τὸ προσωπεῖο τοῦ
Διονύσου, γιὰ νὰ μᾶς ἀποκαλύψει μία ἀόρατη μέν, ἀλλὰ ἀπόλυτα ὑπαρκτὴ
ὀντότητα, τὴν ὁποίαν ἀρχικὰ ἀποκαλεῖ «μεγάλη μυστικὴ Δύναμη».
Παραλλήλως, ἐγκαταλείπει καὶ τὰ ἀλληγορικὰ-μυθολογικὰ περὶ τοῦ
Ὑπερανθρώπου ὡς φορέα τῶν διονυσιακῶν δυνάμεων, γιὰ νὰ τὸν ταυτοποιήσει
πλέον ὡς φορέα τῆς βούλησης γιὰ κυριαρχία τῆς ἀόρατης αὐτῆς ὀντότητας,
στὴν ὁποίαν ἀποδίδει τὶς ἀκόλουθες ἰδιότητες: «Ὑπάρχει, φαίνεται, μία
Δύναμη ἔξω καὶ μέσα στὸν ἄνθρωπο, ποὺ θαρρεῖς ἕνα καὶ μόνο σκοπὸ ἔχει:
ν’ ἀνέβει». Ποῦ; σὲ ποιόν ἀνήφορο; Κανένας δὲν ξέρει· κάπου κάπου μονάχα
μποροῦμε, ἀφουκραζόμενοι τὸ αἷμα μας, νὰ μαντέψουμε τὸ ρυθμό της. Κι
ὅταν μία πράξη, ἕνας ἄνθρωπος, ἕνας στοχασμός, πεταχθοῦν στὸ δρόμο της,
ἐμποδίζοντας τὸ ἀνέβασμά της, τὴν κυριεύει θυμός. Ὄχι θυμός· λύσσα.
Χιμάει, χτυπάει τυφλά, ξεκάνει σωρὸ καλοὺς καὶ κακούς, ξεσκίζει ἡ ἴδια
τὶς σάρκες της, σὰ νά ᾽ταν καὶ τὸ κακὸ τοῦτο, καὶ τὸ ἐμπόδιο τοῦτο, ποὺ
μπῆκε στὸ ἀνηφόρισμά της, σάρκα ἀπὸ τὴ σάρκα της· ρυθμὸς καὶ παράβαση
ρυθμοῦ, σὰ νά ᾽ταν καὶ τὰ δύο μέσα στὴ φύση της. Γι᾽ αὐτὸ ἡ φοβερὴ αὐτὴ
Δύναμη δὲν μπορεῖ νὰ σκοτώσει τὴν ἀτιμία, τὸ ἔγκλημα, τὸ πάθος, τὴν
προστυχιά, χωρὶς νὰ πληγώσει βαριὰ τὸν ἑαυτό της». (…) «Πότε χιμάει
μανιασμένη νὰ πνίξει τὸ κακό, σὰ νά ᾽ταν ὁ μεγαλύτερός της ὀχτρός, πότε
χαίρεται νὰ συντρίβει ὅ,τι καλύτερο ἔχει ὁ κόσμος τοῦτος. Ἂν ἦταν χωρὶς
ἠθικὲς λαχτάρες, γιατί τότε νὰ πολεμάει μὲ τόση λύσσα τὴν ἀδυναμία, τὴν
ἀτιμία, τὴν ψευτιά; Κι ἂν εἶχε ἠθικὲς λαχτάρες, γιατί νὰ σκοτώνει μὲ
τόση σιγουράδα καὶ κακεντρέχεια τὶς μεγάλες ψυχές;»
. Περιγράφοντας τὴν «Δύναμη» αὐτὴ ὡς διφυῆ, ὁ
Καζαντζάκης προσεγγίζει τὸ ἀντιθετικὸ ζεῦγος δυνάμεων τοῦ Γὶν-Γιάνγκ.
Χαρακτηρίζοντάς την, ὅμως, ὡς φοβερή, λυσσαλέα, ἄλογη, ἀμείλικτη,
αὐθαίρετη, κακόβουλη, καταστροφικὴ καὶ ἀνθρωποκτόνο –καὶ σὲ ἄλλο σημεῖο,
ὡς «ἀχόρταγη, πονηρὴ καὶ ἀνήλεη»–, τὴν ταυτοποιεῖ σαφῶς ὡς τὸ Ἀπόλυτο
Κακό, ἀποδεικνύοντας –ἂν ὄχι σὲ τί «θύει» τὰ ἔθνη– σὲ τί «θύει» ὁ ἴδιος.
https://christianvivliografia.wordpress.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου