Σελίδες

Τετάρτη 10 Ιουνίου 2015

«Εἶναι ἀσύλληπτη ἡ εὐφροσύνη στόν οὐρανό καί ἡ δόξα πού περιμένει τούς ἁγίους, γι᾿ αὐτό καί πρέπει νά τήν ποθοῦμε ὁλόψυχα. Τίποτε ἀπό ὅσα ὑπάρχουν ἤ γίνονται ἀπό ἐμᾶς δέν εἶναι ἀντάξιό της» μέρος α΄

Ὑπόθεση στ΄(6)

«ΛΟΓΟΙ ΚΑΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΕΣ
ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ»

Τοῦ ἁγίου Ἐφραίμ

Ἀδελφοί, εἶναι μεγάλη καί ἀσύλληπτη ἡ δόξα πού περιμένει τούς ἁγίους, ἐνῶ ἡ δόξα αὐτῆς τῆς ζωῆς χάνεται σάν τό λουλούδι καί πέφτει γρήγορα σάν τό χορτάρι. Πολλοί ἡγεμόνες καί βασιλιάδες ἐξουσίασαν χῶρες καί πόλεις, ὄχι λίγες, καί μετά ἀπό λίγο ξεχάστηκαν, σάν νά μήν ὑπῆρξαν. Πόσοι βασιλιάδες, πού κυβέρνησαν πολυάριθμα ἔθνη, δέν ἔφτιαξαν γιά τόν ἑαυτό τους ἀγάλματα καί μνημεῖα, νομίζοντας ὅτι μέ αὐτά θά μείνουν ὀνομαστοί μετά τόν θάνατό τους· καί μετά ἀπό αὐτούς ἦρθαν ἄλλοι καί κατέστρεψαν τίς προτομές καί ἔκαναν κομμάτια τά ἀγάλματα! Σέ μερικά μάλιστα ἀπό αὐτά ἀφαίρεσαν τό παλιό πρόσωπο καί στή θέση του κόλλησαν τό δικό τους· ἀλλά καί αὐτῶν τά ἔργα καταστράφηκαν μετά ἀπό ἄλλους.
Ἄλλοι πάλι κατασκεύασαν γιά τόν ἑαυτό τους μεγαλόπρεπους τάφους, νομίζοντας ὅτι μέ αὐτούς θά ἐξασφαλίσουν τήν αἰώνια θύμιση τοῦ ὀνόματός τους· χάραξαν μάλιστα ἐπάνω σέ αὐτούς καί τή μορφή τους.
Ἦρθε ὅμως ἄλλη γενιά, καί θεώρησαν τούς τάφους ἰδιοκτησία τους· θέλοντας λοιπόν αὐτοί, ὅπως ἦταν φυσικό, νά καθαρίσουν τίς σαρκοφάγους, πέταξαν ἀπό ἐκεῖ τά κόκαλλά τους σάν νά ἦταν χαλίκια. Τί τούς ὠφέλησε λοιπόν ἡ πανάκριβη σαρκοφάγος ἤ ὁ πυραμιδωτός τάφος; Ὅλα ἑπομένως τά ἔργα τῆς ματαιότητας καταλήγουν στό μηδέν.
Δέν συμβαίνει ὅμως τό διο μέ αὐτούς πού δοξάζει ὁ Θεός· γιατί ἑτοίμασε γι᾿ αὐτούς ζωή αἰώνια καί δόξα ἀκατάλυτη. Ὅπως δηλαδή τό φῶς τοῦ ἡλίου καί τῆς σελήνης καί τῶν ἄστρων, ἀπό τή δημιουργία τους μέχρι τώρα, δέν μειώθηκε οὔτε ἔδειξε παλιό, ἀλλά διαρκῶς εἶναι τό ἴδιο νέο καί δυνατό καί λαμπερό, ἐπειδή ἀπό τήν ἀρχή ὁ Δημιουργός ὅρισε νά ἐξουσιάζουν αὐτά τήν ἡμέρα καί τή νύχτα1, ἔτσι καί γι᾿ αὐτούς πού τόν ἀγαποῦν ὅρισε νά λάβουν τή βασιλεία τῶν οὐρανῶν καί ἀκατάλυτη χαρά. Καί ὅπως σέ αὐτά τά αἰσθητά ὁ Θεός δέν διαψεύστηκε, ἔτσι ὁπωσδήποτε καί σέ ἐκεῖνα τά νοητά. Καί τά αἰσθητά βέβαια θά πάψουν νά ὑπάρχουν, ὅταν θελήσει ὁ Δημιουργός, ἡ δόξα ὅμως τῶν ἁγίων δέν θά ἔχει τέλος. Ἄς ἀγωνιστοῦμε λοιπόν νά κάνουμε καρπούς ἀξίους τῆς μετανοίας2, γιά νά μήν κλειστοῦμε ἔξω ἀπό ἐκείνη τή χαρά καί ὁδηγηθοῦμε στό αἰώνιο σκοτάδι, ὅπου ἡ ὀδύνη εἶναι ἀνυπόφορη.
Πήγαινε, ἄν θέλεις, στό δωμάτιό σου, κλεῖσε καλά πόρτες καί παράθυρα καί κάθε χαραμάδα πού ἀφήνει φῶς, κάθισε μέσα, καί θά δεῖς τί ὀδύνη ἔχει τό σκοτάδι. Ἄν λοιπόν ἐδῶ, πού κάθεσαι χωρίς πόνο καί χωρίς βάσανα, ὑποφέρεις τόσο στό σκοτάδι, ἄν καί μπορεῖς νά βγεῖς μετά ἀπό λίγο, πόσο ἄραγε μεγάλη τιμωρία νομίζεις ὅτι εἶναι ἐκεῖνο τό ἐξώτερο σκότος, ὅπου τό κλάμα καί τό τρίξιμο τῶν δοντιῶν καί ἡ ἄσβεστη φωτιά βασανίζουν αἰώνια ὅσους ὁδηγήθηκαν ὁριστικά ἐκεῖ;
Ἄς συλλογιστοῦμε ὅμως καί πόση ντροπή θά μᾶς πλημμυρίσει πρίν ἀπό τίς τιμωρίες, ὅταν θά δοῦμε τούς ἁγίους νά ντύνονται τήν ὑπέρλαμπρη καί ἀνέκφραστη ἐκείνη στολή πού ἑτοίμασαν γιά τόν ἑαυτό τους μέ τά καλά ἔργα, ἐνῶ ἀπό τήν ἄλλη θά βλέπουμε τόν ἑαυτό μας ὄχι μόνο γυμνό ἀπό ἐκείνη τήν ὁλόλαμπρη δόξα, ἀλλά καί μαῦρο, κατασκότεινο καί μέσα στή βρώμα, ἔτσι ὅπως τόν ἑτοιμάσαμε ἀπό ἐδῶ μέ τά σκοτεινά ἔργα καί τήν ἀσωτεία καί τίς ἀπολαύσεις. Ἄς κλάψουμε λοιπόν μπροστά στόν Κύριο τόν Θεό μας, γιά νά μᾶς σπλαχνιστεῖ.

Ὁ ἀγώνας μας δέν γίνεται γιά χρήματα, πού ἄν τά χάσει κανείς, μπορεῖ πάλι στή θέση τους νά ἀποκτήσει ἄλλα. Ὁ κίνδυνος εἶναι γιά τήν ψυχή μας, πού ἄν τή χάσουμε, ποτέ πιά δέν θά μπορέσουμε νά τή γλυτώσουμε, ὅπως λέει καί ἡ Γραφή:

«Τί θά ὠφεληθεῖ ὁ ἄνθρωπος, ὅταν κερδίσει ὅλο τόν κόσμο, ἀλλά χάσει τήν ψυχή του;
Ἤ τί μπορεῖ νά δώσει ὁ ἄνθρωπος ὡς ἀντάλλαγμα γιά τήν ψυχή του;»3.

Ἄς συλλογιστοῦμε ὅτι οἱ στρατιῶτες τοῦ κόσμου, ἄν καί παίρνουν ἀπό τόν ἐπίγειο βασιλιά κάποια τιποτένια δῶρα, κινδυνεύουν πρόθυμα γιά χάρη του μέχρι θανάτου. Πόσο περισσότερο λοιπόν ἐμεῖς, πού ἔχουμε τίς τόσο μεγάλες ὑποσχέσεις τοῦ Θεοῦ, ὀφείλουμε νά μή χαλαρώσουμε τήν ἐργασία τῶν ἀρετῶν, ὥστε καί ἀπό τή μέλλουσα κρίση νά σωθοῦμε, καί τά ἀνείπωτα ἀγαθά νά κερδίσουμε;
Ἄς σκεφτοῦμε καί τοῦτο: τόν καυτερό ἥλιο ἤ τόν ὑψηλό πυρετό δέν μποροῦμε νά τόν ὑποφέρουμε· πῶς θά ὑποφέρουμε τό κάψιμο τῆς αἰώνιας φωτιᾶς, πού θά μᾶς καίει πάντοτε χωρίς νά μᾶς κάνει στάχτη; Καί ἄν θέλεις, ἀγαπητέ, κάνε ἀπό ἐδῶ μιά δοκιμή, καί ἀπό τήν τωρινή φωτιά θά καταλάβεις καί ἐκεῖνο τό ἀνυπόφορο βασανιστήριο: ἄναψε ἕνα λυχνάρι καί πλησίασε στή φλόγα τήν ἄκρη τοῦ δαχτύλου τόν ὑποφέρεις. Ἄν ὅμως δέν μπορεῖς νά ὑποφέρεις τούς πόνους ἀπό αὐτό τό μικρό κάψιμο, τί θά κάνουμε ὅταν ὅλο τό σῶμα μαζί μέ τήν ψυχή ριχτεῖ σέ ἐκείνη τή φοβερή καί ἄσβεστη φωτιά;

συνεχίζεται........

Τέλος καί τῇ Τρισηλίῳ Θεότητι
κράτος, αἶνος καί δόξα εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Ἀμήν.

Εὐεργετινός τόμος α΄

Ἐκδόσεις: « ΤΟ ΠΕΡΙΒΟΛΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ »
Εὐχαριστοῦμε θερμά τίς ἐκδόσεις « ΤΟ ΠΕΡΙΒΟΛΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ » γιά τήν ἄδεια δημοσίευσης ἀποσπασμάτων ἀπό τά βιβλία πού ἐκδίδουν.
Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης
http://HristosPanagia3.blogspot.com


1Πρβλ. Ψαλμ. 135 : 8-9.
2Πρβλ. Λουκ. Γ΄ : 8.
3Ματθ. Ιστ΄ : 26.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου