Σελίδες

Πέμπτη 10 Ιανουαρίου 2019

«Προϋποθέσεις γιά τήν Θεία Κοινωνία» Β΄ μέρος (Εὐεργετινός), Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης


Ἀκούστε τήν ὁμιλία ἐδῶ:«Προϋποθέσεις γιά τήν Θεία Κοινωνία»
           
            Εἴχαμε ἀρχίσει τήν προηγούμενη φορά νά λέμε, μέ τή  βοήθεια τοῦ Θεοῦ, τό τελευταῖο κεφάλαιο τοῦ μικροῦ Εὐεργετινοῦ πού ἀναφέρεται στή Θεία Εὐχαριστία: «Πῶς, πότε καί μέ ποιά συνείδηση πρέπει νά προσερχόμαστε στή μετάληψη τῶν Τιμίων Δώρων; Ἡ συχνή Θεία Κοινωνία εἶναι πολύ ὠφέλιμη»[1]. Αὐτός εἶναι ὁ τίτλος. Εἴχαμε πεῖ τήν προηγούμενη φορά, ὅτι ὁ Χριστός μας εἶναι Αὐτός πού πολεμᾶ μαζί μας, ὅταν κοινωνοῦμε. Ἐνῶ τά ἄλλα τέσσερα ὅπλα, τά ὁποῖα μᾶς συνιστᾶ ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὡς ἀπαραίτητα γιά τόν πνευματικό πόλεμο, τόν πνευματικό ἀγῶνα, εἶναι αὐτά πού χρησιμοποιοῦμε ἐμεῖς καί τά εἴχαμε ἀπαριθμήσει. Εἶναι ἡ ἀπελπισία ὡς πρός τόν ἑαυτό μας, ὡς πρός τίς δυνάμεις μας καί τίς ἱκανότητές μας. Ἡ τελεία ἀπελπισία ἀπό τόν ἑαυτό μας, ὅτι δέν μποροῦμε ἀπό μόνοι μας δηλαδή νά κάνουμε τίποτα, τό πρῶτο ὅπλο, ἀπαραίτητο. Τό δεύτερο ὅπλο εἶναι ἡ τέλεια ἐλπίδα στόν Θεό, ὅτι ὅλα μποροῦμε νά τά κάνουμε μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ, μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ. Τό τρίτο ὅπλο εἶναι τό νά ἀγωνιζόμαστε συνεχῶς, πάντοτε, νά κόβουμε τό κακό, τήν ἁμαρτία, νά σταματᾶμε ὅ,τι γνωρίζουμε ὅτι δέν πρέπει νά κάνουμε καί νά κάνουμε τό ἀντίθετο καλό. Αὐτό εἶναι τό τρίτο ὅπλο, ὁ ἀγώνας ὁ πνευματικός. Καί τό τέταρτο ὅπλο εἶναι νά προσευχόμαστε ἀδιαλείπτως.
            Κοντά σ’ αὐτά τά ὅπλα μᾶς δίνει ὁ Ἅγιος Θεός τό πέμπτο ὅπλο καί τό μεγαλύτερο ἀπ’ ὅλα, τό ὁποῖο εἶναι αὐτός ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός, μέσω τῆς Θείας Κοινωνίας. Γι’ αὐτό εἶναι καί τό μεγαλύτερο ὅπλο καί θά πρέπει ὁ χριστιανός νά τό χρησιμοποιεῖ συχνά, συχνά νά κοινωνεῖ, εἰ δυνατόν ὅπως κοινωνοῦσαν καί οἱ πρῶτοι χριστιανοί, καί κάθε μέρα ἄν μπορεῖ μέ τήν ἄδεια τοῦ πνευματικοῦ του βέβαια πάντοτε.
            Ἄς δοῦμε λοιπόν αὐτά πού δέν εἴχαμε ἀναλύσει τήν προηγούμενη φορά, τά ὁποῖα ἔχει ἀποθησαυρίσει ὁ ἅγιος συλλέκτης τῆς Μονῆς Εὐεργέτιδος, ἐξ οὗ καί τό βιβλίο «Εὐεργετινός». Ἡ Μονή τῆς Παναγίας τῆς Εὐεργέτιδος ἦταν στήν Κωνσταντινούπολη καί ὁ μοναχός Παῦλος ἦταν αὐτός ὁ ὁποῖος συγκέντρωσε ὅλα αὐτά τά ὡραῖα πράγματα πού ἀναλύσαμε καί ἀναλύουμε ἐδῶ καί δύο χρόνια - ἄν δέν κάνω λάθος.
            Τό θέμα μας λοιπόν εἶναι: Πῶς, πότε καί μέ ποιά συνείδηση πρέπει νά προσερχόμαστε στή μετάληψη τῶν Τιμίων Δώρων; Ἡ συχνή Θεία Κοινωνία εἶναι πολύ ὠφέλιμη, ὅταν γίνεται μέ τίς σωστές προϋποθέσεις. Γιατί, δυστυχῶς, πολλοί κοινωνοῦν ἀλλά ἀπροετοίμαστοι. Κοινωνοῦνε ἀπροϋπόθετα ἤ μέ μιά στοιχειώδη νηστεία ἀπό τροφές, ἡ ὁποία νομίζουν ὅτι τούς ἐξασφαλίζει καί τό δικαίωμα νά κοινωνήσουν. Καί τό βλέπουμε στήν ἐξομολόγηση, πού ἔρχονται καί μᾶς λένε πολλές φορές οἱ ἄνθρωποι, ἀπό ἄγνοια βέβαια, «ἔκανα νηστεία πάτερ, πότε νά κοινωνήσω;». Γιατί νομίζουν ὅτι μόνο αὐτό εἶναι ἡ προϋπόθεση γιά νά κοινωνήσουνε. Ὑπάρχουν κι ἄλλοι πού κἄν δέν πᾶνε στόν Πνευματικό καί κοινωνᾶνε ἀνεξομολόγητοι κι αὐτό βέβαια εἶναι ἀκόμα πιό μεγάλο λάθος.

            Ἡ Θεία Κοινωνία λοιπόν, γιά νά μᾶς ὠφελήσει, θέλει νά ἔχουμε κάποιες προϋποθέσεις καί αὐτές θά δοῦμε στή συνέχεια ποιές εἶναι. Ὑπάρχουν, ἄς ποῦμε, κάποιες ἁμαρτίες πού δέν σοῦ ἐπιτρέπουν νά κοινωνήσεις. Τέτοιου εἴδους ἁμαρτίες εἶναι οἱ σαρκικές ἁμαρτίες. Ὅταν κανείς δέν μετανοεῖ γι’ αὐτές, δέν ἐπιτρέπεται νά κοινωνήσει, ὅταν δέν διορθώνεται. Ἤ μιά ἄλλη ἁμαρτία, πού δέν μᾶς ἐπιτρέπει νά κοινωνήσουμε, εἶναι τό μίσος, ἡ ἀντιπάθεια καί ἡ ἔλλειψη συγχωρητικότητας. Ὅταν ἔχεις κρατημένο δηλαδή μέσα σου ἕνα ἀρνητικό συναίσθημα καί δέν συγχωρεῖς τόν ἀδελφό σου, τόν ὁποιοδήποτε, καί τόν ἐχθρό σου δηλαδή. Ὄχι μόνο αὐτόν δηλαδή πού σοῦ ζητάει συγγνώμη, ἀλλά κι αὐτόν πού δέ σοῦ ζητάει. Κι αὐτό εἶναι πάλι ἕνα ἐμπόδιο στή Θεία Κοινωνία. Καί ἐπίσης ἕνα ἄλλο ἐμπόδιο στή Θεία Κοινωνία εἶναι ἡ αἵρεση. Ὅταν πηγαίνεις σέ αἱρετικούς καί μετέχεις στίς τελετές τους, στίς ἀκολουθίες τους, στίς προσευχές τους κ.λ.π. δέν μπορεῖς νά κοινωνήσεις. Εἶναι ἐμπόδιο αὐτό, ἄν δέν μετανοήσεις καί δέν κάνεις χρίσμα. Γιατί, κατά κανόνα, χρειάζεται χρίσμα, ὅταν μπλέξει κανείς μέ αἱρετικούς καί ἔχει συμμετοχή στίς τελετές τους. Χρειάζεται δηλαδή μία ἀνανέωση τῆς ἁγιοπνευματικῆς χάρης, γιά νά μπορέσει νά κοινωνήσει. Ἀφήνω πού νά πᾶς μέ αἱρετικούς σημαίνει ἄρνηση Χριστοῦ καί οἱ Κανόνες λένε ὅτι δέν ἐπιτρέπεται νά κοινωνήσεις παρά μόνο τήν τελευταία στιγμή τῆς ζωῆς σου. Αὐτά τά παιδιά πού πᾶνε στίς Ἰνδίες καί μπλέκουνε μέ τούς γιόγκι καί μετέχουν στίς τελετές αὐτές τίς σατανικές, ἐπιστερέφουν καί ὅταν ἐπιστρέφουν τούς κάνουμε χρίσμα. Κανονικά δέν πρέπει νά κοινωνήσουνε, ἀλλά γίνεται οἰκονομία καί τούς ἐπιτρέπουν οἱ Πνευματικοί μετά ἀπό κάποιο χρόνο, ἐφόσον ὑπάρχει αὐτή ἡ σταθερή μετάνοια.
            «Ἀπό τόν βίο τοῦ Ἁγίου Εὐθυμίου. Στόν Ἅγιο Εὐθύμιο ἐκτός ἀπό τά ἄλλα ἱερά χαρίσματα ὁ Θεός εἶχε δώσει καί τοῦτο: ἀπό τήν ἐξωτερική ὄψη τῶν ἀνθρώπων καταλάβαινε ποιές ἦταν οἱ ἐσωτερικές κινήσεις τῆς ψυχῆς τους βλέποντάς τες σάν σέ καθρέφτη». Εἶναι τό λεγόμενο διορατικό χάρισμα. «Γνώριζε ἀκριβῶς μέ τί λογισμούς παλεύει ὁ καθένας καί ἀπό αὐτούς ποιούς νικάει κι ἀπό ποιούς νικιέται μέ τή συνέργεια τοῦ πονηροῦ». Μιά πνευματική ἀκτινογραφία. «Κάποτε μάλιστα ἐμπιστεύτηκε σέ μερικούς ἀδελφούς, πού τόν βρῆκαν μόνο, ὅτι πολλές φορές εἶδε φανερά ἀγγέλους νά συλλειτουργοῦν μαζί του καί νά ἀγγίζουν τά Τίμια Δῶρα»[2]. Εἶχε τόση καθαρότητα ἡ ψυχή του πού ἔβλεπε καί τά πνεύματα, τούς ἀγγέλους, οἱ ὁποῖοι πάντοτε -ξέρετε- συμμετέχουν στή Θεία Λειτουργία καί βοηθοῦν καί ὑπηρετοῦν καί διακονοῦν καί στέκονται μέ φόβο καί τρόμο μπροστά στά ἅγια αὐτά μυστήρια, τά ὁποῖα ἐμεῖς πολλές φορές τά βλέπουμε μέ ἀφοβία, γιά νά μήν πῶ καί μέ ἀναίδεια. 
            «Στήν ὥρα τῆς Μεταλήψεως τοῦ Δεσποτικοῦ Σώματος, ἔβλεπε -ὁ Ἅγιος Εὐθύμιος, ὁ ὁποῖος ἦταν μεγάλος Γέροντας στά χρόνια τοῦ 4ου- 5ου αἰῶνα στήν Παλαιστίνη καί ἦταν καί ὁ πνευματικός τοῦ Ἁγίου Σάββα καί πολλῶν ἄλλων σπουδαίων ἀνθρώπων τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, ἁγίων- ἔβλεπε τήν ὥρα τῆς Μεταλήψεως «ἄλλους ἀπό τούς προσερχομένους νά φωτίζονται καί ἄλλους -ὅσους δηλαδή δέν ἦταν ἄξιοι τοῦ φωτός καί τῆς λαμπρότητας τῆς Θείας Κοινωνίας νά μαυρίζουν»[3]. Βλέπετε; Τό Φῶς τοῦ Θεοῦ ἔχει δύο ἰδιότητες, ἔχει καί φῶς, φωτίζει, ἀλλά ἔχει καί φωτιά, τό ὁποῖο καίει. Καί ἡ φωτιά πού καίει μαυρίζει μετά. Αὐτό πού καίγεται, μαυρίζει. Γι’ αὐτό γινόντουσαν μαῦροι καί αὐτοί, διότι δέν εἴχανε τίς προϋποθέσεις νά δοῦνε τό Φῶς ὡς φῶς, ἀλλά νά τό αἰσθανθοῦν σάν φωτιά.
            «Γι’ αὐτό, φέρνοντας καί τή σχετική μαρτυρία τοῦ Ἀποστόλου, συμβούλευε τούς ἀδελφούς, ὅτι πρέπει ὁ καθένας μας νά προσέχει πάρα πολύ, νά ἐξετάζει προσεκτικά τόν ἑαυτό του, καί τότε νά μεταλαμβάνει μέ φρίκη ἀπό τόν Ἄρτο καί τό Ποτήριο»[4]. Ὅπως λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, πρέπει νά διακρίνει, νά ἀνακρίνει κανείς τόν ἑαυτό του πρίν πάει νά κοινωνήσει, ἄν ὄντως μπορεῖ νά κοινωνήσει, ἄν εἶναι ἄξιος. Θά μοῦ πεῖτε, δέν εἶναι κανένας ἄξιος. Ναί, ἀλλά τέλος πάντων, ἔχει κάνει αὐτές τίς προσπάθειες πού χρειάζονται κι αὐτές τίς ἐνέργειες πού χρειάζονται, ὥστε νά εἶναι ὅσο τό δυνατό λιγότερο ἀνάξιος.
            «Γιατί ὅποιος κοινωνεῖ ἀνάξια, πρέπει νά ξέρει καλά, ὅτι «κρῖμα ἑαυτῷ ἐσθίει καί πίνει»[5], ὅπως λέει ὁ Ἀπόστολος στήν πρώτη πρός Κορινθίους. Γι’ αὐτό καί πολλοί στήν Κόρινθο ἀρρώσταιναν καί πέθαιναν, διότι κοινωνοῦσαν ἀνάξια. Βλέπετε, δηλαδή, πώς ἡ Θεία Κοινωνία μπορεῖ καί νά βλάψει. Γι’ αὐτό εἶναι καί φιλανθρωπία, ὅταν ὁ Πνευματικός σου σοῦ λέει, μή κοινωνήσεις ἀκόμα. Γιατί βλέπει ὅτι δέν εἶσαι ἕτοιμος, δέν ἔχεις τίς προϋποθέσεις καί θά λειτουργήσει ὡς φωτιά καί ὄχι ὡς Φῶς ἱλαρό, ἀλλά ὡς φωτιά κολαστική. Καί πολλές φορές τό ἔχω δεῖ, ἄνθρωποι πού κοινώνησαν ἀνάξια καί ἀμέσως μετά εἶχαν φοβερές πτώσεις, φοβερούς πειρασμούς. Φοβερές πτώσεις! Γιατί δέν ἦταν ἕτοιμοι καί βιάστηκαν, ἔκαναν τοῦ κεφαλιοῦ τους, ἔκαναν παρακοή κ.λ.π. Εἶναι φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ καί τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας. Εἶναι ὅπως ὁ γιατρός πού πᾶς καί σοῦ λέει, παιδί μου, ἐπειδή ἔχεις πάθει γαστρορραγία, δέν κάνει νά φᾶς κρέας. Δέν σέ τιμωρεῖ ἐκείνη τήν ὥρα ὁ γιατρός. Ἴσα-ἴσα σέ εὐεργετεῖ, σοῦ λέει νά μήν κάνεις κάτι πού μπορεῖ νά σοῦ κοστίσει καί τή ζωή ἀκόμα. Ἀφοῦ τό στομάχι σου εἶναι ἀδύνατο, αἱμορραγεῖ, δέν μπορεῖ νά χωνέψει κρέας. Θέλει σουπίτσες, πολύ ἐλαφρά πράγματα. Ἔτσι καί ἡ ψυχή μας, θέλει κάποιο χρόνο γιά νά συνέλθει ἀπό -ἐπιτρέψτε μου τήν ἔκφραση- τά τρακαρίσματα πού τῆς ἔχουμε κάνει, τίς ἁμαρτίες τίς βαριές μέ τίς ὁποῖες τήν ἔχουμε πληγώσει. Πῶς νά τό κάνουμε; Κι αὐτή θέλει χρόνο, ὅπως καί τό σῶμα μας. Δέν μπορεῖ ἕνας πού ἔχει μπεῖ στήν ἐντατική, νά τόν σηκώσεις τήν ἄλλη μέρα νά τρέξει κατοστάρι. Δέ γίνεται.. ὅσες ὁρμόνες κι ἄν τοῦ κάνεις, κορτιζόνη.. δέ μπορεῖ. Θά πεθάνει, ἄν τόν ζορίσεις.
            «Νά γιατί καί ὁ ἱερέας προσφέροντας αὐτή τήν ὑπέρτατη θυσία -τή Θεία Εὐχαριστία- πρῶτα ἀσφαλίζει κατά κάποιο τρόπο δηλαδή τό ἐκκλησίασμα ἀπευθύνοντάς τους τήν ἐκφώνηση «ἄνω σχῶμεν τάς καρδίας»[6]. Προσέξτε, τούς λέει, νά ἔχετε τίς καρδιές σας ἄνω, ἐπάνω στόν Θεό. Ὁ νοῦς σας νά εἶναι στόν Χριστό. Ἡ καρδιά σας, ὅλη σας ἡ ἐπιθυμία ἐκεῖ πρέπει νά ’ναι. Πουθενά ἀλλοῦ. Γιατί, ξέρετε, μέσω τοῦ νοῦ μολυνόμαστε. Δέν εἶναι ὅτι τό σῶμα μᾶς μολύνει. Εἶναι κακό τό σῶμα… ὄχι! Πίσω ἀπό τό σῶμα καί τίς ἁμαρτίες τοῦ σώματος εἶναι ὁ ἀκάθαρτος νοῦς, ἡ ἀκάθαρτη καρδιά. Γι’ αὐτό καί ὁ Χριστός μας δέν εἶπε ἀπό τό σῶμα βγαίνουν οἱ κακοί λογισμοί, ἀλλά ἀπό ποῦ; Ἀπό τήν καρδιά βγαίνουν οἱ κακοί λογισμοί[7], ἀπό τήν ἀκάθαρτη καρδιά, καί οἱ πορνεῖες καί οἱ μοιχεῖες.
-           Μά πῶς... τό σῶμα δέν τίς κάνει τίς πορνεῖες;
            Ὄχι, σοῦ λέει, ἡ καρδιά εἶναι ἀπό πίσω. Εἶναι ὁ νοῦς, εἶναι τό πνευματικό εἶναι τοῦ ἀνθρώπου. Γι’ αὐτό καί ὁ ἱερέας λέει, πρόσεξε, τό εἶναι σου τό πνευματικό νά εἶναι ἄνω. Πᾶς νά κοινωνήσεις. Γιατί ἡ Θεία Λειτουργία αὐτό ἔχει σάν σκοπό, ξέρετε, νά κοινωνήσουμε. Ἄλλο πού σήμερα τά ’χουμε ξεχάσει, τά ’χουμε διαστρέψει. Εἴμαστε σέ φοβερή ἄγνοια.. καί πᾶνε πολλοί καί τό θεωροῦνε σάν ἕνα ἀκρόαμα καί σάν ἕνα θέαμα τή Θεία Λειτουργία καί ὅποτε θέλουν νά σηκωθοῦν νά φύγουνε, φεύγουνε... ἤ βγαίνουν ἔξω καί ξαναμπαίνουνε, γιατί δέν ξέρουμε τί μᾶς γίνεται. Εἴμαστε ἀκατήχητοι. Φοβερά ἀκατήχητοι εἴμαστε. Ἐνῶ οἱ πρῶτοι χριστιανοί, εἶχαν πολύ καλή κατήχηση. Ἔχω κατά νοῦ, μέ τήν εὐλογία τοῦ γέροντα, νά κάνουμε μία τέτοια προσπάθεια νά κατηχηθοῦμε.. τό ἑπόμενο πού θά ἀρχίσουμε τήν ἄλλη φορά θά εἶναι οἱ Κατηχήσεις τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου, πρῶτα ὁ Θεός, νά δοῦμε πῶς κατηχοῦντο οἱ πρῶτοι χριστιανοί. Νά δεῖτε τί πρέπει νά ξέρουμε, τά στοιχειώδη πού πρέπει νά ξέρουμε ὡς ὀρθόδοξοι χριστιανοί. Αὐτά τά ξέρανε πολύ καλά οἱ πρῶτοι χριστιανοί κι ἄν δέν τά ξέρανε δέν τούς βάφτιζαν. Ὁ ἐπίσκοπος τούς ρωτοῦσε, τούς ἔκανε ἐξετάσεις πρίν τούς βαφτίσει. Ἐπειδή ἦταν λοιπόν πολύ γνῶστες, πολύ εὔκολα ὑπάκουαν ὅταν τούς ἔλεγε ὁ ἱερέας, βγεῖτε ἔξω, «ὅσοι κατηχούμενοι, προέλθετε»[8].
-           Εἶσαι κατηχούμενος; Δηλαδή ἀβάφτιστος;
            Ἔξω! Σήμερα ὅποιος θέλει μπαίνει, ὅποιος θέλει βγαίνει. Καί ἀβάφτιστοι καί αἱρετικοί καί ἀλλόδοξοι, οἱ πάντες.
-           Ἔχεις ἐπιτίμιο; Δηλαδή δέν θά κοινωνήσεις;
            Ἔξω! Ἀπό ἕνα σημεῖο καί μετά τούς βγάζανε ἔξω καί δέν ἔλεγε κανείς «εἶναι ρατσιστής ὁ παπάς», ὅπως θά ποῦνε σήμερα. Ἄν τό κάνει κανένας παπάς σήμερα, αὐτό θά τοῦ ποῦνε, ὅτι εἶσαι μουτζαχεντίν, εἶσαι ταλιμπάν... ὅ,τι θέλεις θά ἀκούσεις.. γιατί δέν ξέρουνε. Κάνεις ἀφορισμό.. κάνεις κοινωνικό ἀποκλεισμό.. καί ποιός εἶσαι ἐσύ πού θά μοῦ πεῖς νά βγῶ ἔξω;.. Γιατί δέν ἔχουμε στοιχειώδη γνώση τί θά πεῖ Θεία Λειτουργία, τί θά πεῖ μυστήριο, τί θά πεῖ Θεία Εὐχαριστία.
            Καί βγαίνανε ἔξω καί ξέρανε πολύ καλά τί κάνανε. Καί περιμένανε ὅταν θά ἔρθει καί γι’ αὐτούς ἄς ποῦμε ἡ ἄδεια νά μποῦνε καί νά παρακολουθήσουν τή Θεία Λειτουργία μέχρι τό τέλος. Δέν βγαίνανε ἀπ’ τήν ἀρχή ἔξω. Βγαίνανε ἀπό τή στιγμή πού τέλειωνε τό κήρυγμα καί ἡ προσευχή γιά τούς Κατηχουμένους, πού σήμερα δέν ἀκούγεται. Τό λένε μυστικά οἱ ἱερεῖς, πάλι λόγω συντομίας κ.λ.π. γιατί ὁ ἄλλος βιάζεται νά πιεῖ καφέ.. δέν ξέρω.. Σᾶς εἶπα, εἶναι γενική ἔκπτωση... καί αὐτό παίρνει μπάλα καί τούς ἱερεῖς μας. Στό Ἅγιο Ὄρος πού τά λέμε ὅλα, θά δεῖτε ὅσοι πᾶτε στό Ἅγιο Ὄρος, ὅτι μετά τό Εὐαγγέλιο λέμε τά Κατηχούμενα. Εἶναι οἱ προσευχές γιά αὐτούς πού δέν ἔχουν βαφτιστεῖ. Καί ἀκουγόντουσαν στήν πρώτη Ἐκκλησία παντοῦ. Μόλις τέλειωναν αὐτές οἱ προσευχές βγαίνανε ἔξω ὅλοι καί μένανε μόνο οἱ πιστοί, δηλαδή μόνο οἱ βαφτισμένοι, οἱ ὁποῖοι θά κοινωνοῦσαν. Καί στό τέλος κοινωνοῦσαν ὅλοι, κι ἄν κάποιος δέν κοινωνοῦσε, ἔπρεπε νά δώσει λόγο, γιατί δέν κοινώνησε.
            Ὁ ἱερέας λοιπόν γιά νά προχωρήσει, ἀφοῦ φύγουν οἱ Κατηχούμενοι καί ὅσοι εἶχαν ἐπιτίμιο, ἔλεγε αὐτή τή φράση καί τή λέει καί σήμερα «ἄνω σχῶμεν τάς καρδίας»[9]. Προσέξτε: Εἶναι ἡ καρδία σας ἐπάνω; Καί ὅταν ἀκούσει ἀπό τούς πιστούς τή διαβεβαίωση «ἔχομεν πρός τόν Κύριον»[10], ναί παπά, ἡ καρδιά μας εἶναι ἐπάνω, τήν ἔχουμε στόν Θεό, μετά προχωράει, παίρνει θάρρος γιά νά προσφέρει τή θυσία στόν Θεό. Ἀρχίζει μετά δηλαδή ἡ εὐχή τῆς Ἀναφορᾶς, πού εἴπαμε εἶναι ἡ κεντρική εὐχή τῆς Θείας Λειτουργίας. Ἄν δέν διαβαστεῖ αὐτή ἡ εὐχή, δέν ὑπάρχει Θεία Λειτουργία. Ἡ Ἁναφορά εἶναι ἡ κεντρική εὐχή τοῦ μυστηρίου. Κάθε μυστήριο, θά πρέπει νά ξέρετε, ἔχει μία ἡ κεντρική εὐχή. Τό μυστήριο τοῦ γάμου, τό μυστήριο τοῦ βαπτίσματος.. Ἔτσι καί τό μυστήριο τῆς Θείας Κοινωνίας ἔχει μία κεντρική εὐχή πού εἶναι ἀπαραίτητη νά διαβαστεῖ. Κάποιες ἄλλες μπορεῖ καί κάπως νά παραληφτοῦν ἤ νά συντομευτοῦν ἤ νά εἰπωθοῦν μυστικά, ἀλλά ἡ κεντρική εὐχή πρέπει πάντα νά διαβαστεῖ γιά νά γίνει τό μυστήριο. Σ’ αὐτή τήν εὐχή λοιπόν γίνεται ἡ μεταβολή τοῦ ἄρτου καί τοῦ οἴνου σέ Σῶμα καί Αἷμα Χριστοῦ καί σ’ αὐτή τήν εὐχή δέν προχωράει ὁ ἱερέας, ἄν προηγουμένως δέν βεβαιωθεῖ ὅτι τό ἐκκλησίασμα, ὅλος ὁ λαός δηλαδή, ἔχει τόν νοῦ του στόν Θεό.
            «Ὅταν πάλι συντελεσθεῖ ἡ θυσία», ὅταν ὁλοκληρωθεῖ ἡ εὐχή τῆς Ἀναφορᾶς, γίνει ἡ μεταβολή τῶν Τιμίων Δώρων σέ Σῶμα καί Αἷμα Χριστοῦ, καί πιστεύω ξέρετε πότε γίνεται αὐτό.. ὅταν γονατίζουμε καί λέμε «τά σά ἐκ τῶν σῶν» καί ὁ ἱερέας ἐπικαλεῖται τό Ἅγιο Πνεῦμα καί λέει «ποίησον τόν Ἄρτον τοῦτον, τίμιον Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τό δέ Ποτήριο τούτῳ, τίμιον Αἷμα»[11]. Τότε γίνεται ἡ μεταβολή. Ἀφοῦ γίνει ἡ θυσία, «ὁ λειτουργός ὑψώνει τά χέρια στόν οὐρανό καί δείχνοντας θά λέγαμε στούς πιστούς τό Μυστήριο πού οἰκονομήθηκε γιά τή σωτηρία μας, ἀναφωνεῖ μέ ἐπισημότητα, «τά Ἅγια τοῖς ἁγίοις»[12]»[13]. Βλέπετε, πῶς καί ἡ Θεία Λειτουργία μέσα της ἔχει τή διδαχή, τή διδασκαλία τῆς προσοχῆς καί τῆς φρίκης καί τοῦ σεβασμοῦ, πού πρέπει νά ἔχει ὁ πιστός πού πρόκειται νά κοινωνήσει. «Τά Ἅγια», ἡ Θεία Κοινωνία δηλαδή «τοῖς ἁγίοις», στούς Ἅγιους.
-           Εἶσαι Ἅγιος;
            Τότε νά προσέλθεις νά πάρεις τά Ἅγια. Βλέπετε, πῶς μᾶς προειδοποιεῖ ὁ Θεός.
            «Εἶναι σάν νά λέει, ἐπειδή ἀκριβῶς ἐγώ εἶμαι ἄνθρωπος σάν κι ἐσᾶς καί δέν γνωρίζω τί ἔχει πράξει καθένας στή ζωή του», δέν ἔχουν ὅλοι διορατικό καί προορατικό, «γι’ αύτό, πρίν μεταλάβετε, σᾶς φανερώνω ξεκάθαρα καί τοποθετῶ μπροστά στή συνείδησή σας τό γενικό αὐτό κριτήριο τῆς ἀξιότητας ἤ ἀναξιότητάς σας. Ἄν λοιπόν κανείς ἔχει νικηθεῖ -προσέξτε- ἀπό μνησικακία ἤ μίσος», θυμάστε πού εἴπαμε εἶναι ἁμάρτημα πού δέν ἐπιτρέπει νά κοινωνήσεις. Ἅμα ἔχεις νικηθεῖ, ὄχι ἁπλῶς ἄν ἔχεις λογισμό. Νά ἔχεις λογισμό καί νά τόν νίκησες, παίρνεις καί βραβεῖο, παίρνεις καί παράσημο.. ἀλλά ἄν νικήθηκες, ἄν τό ἀποδέχτηκες καί τό κρατᾶς μέσα σου, εἶσαι μνησίκακος, ἤ συντηρεῖς μίσος, δηλαδή δέ θέλεις νά δεῖς τόν ἀδελφό σου. «Ἄν ἄλλος ἔχει κυριευτεῖ ἀπό φθόνο ἤ ὀργή». Προσέξτε, ἔχει κυριευτεῖ, ὄχι ἁπλῶς ἔχει λογισμό. Σᾶς εἶπα, λογισμούς καί ὁ Κύριός μας εἶχε. Κατά παραχώρηση ὁ διάβολος τοῦ ἔβαλε λογισμούς διάφορους, φιληδονίας, φιλαργυρίας, τούς συγκεκριμένους λογισμούς πού γράφει μέσα τό εὐαγγέλιο, ἀλλά δέν τούς δέχτηκε. Τούς νίκησε καί δοξάστηκε γι’ αὐτό. Ἔτσι κι ἐμεῖς, ὅταν νικᾶμε τούς λογισμούς, δοξαζόμαστε ἀπό τόν Θεό. Γι’ αὐτό τούς παραχωρεῖ ὁ Θεός τούς λογισμούς, γιά νά δοξαστοῦμε, ὄχι γιά νά νικηθοῦμε. Γι’ αὐτό δέν πρέπει νά στενοχωριόμαστε μέ τούς λογισμούς ἐφόσον τούς νικᾶμε, καί νά μή δειλιάζουμε. Εἶναι πόλεμος, ὁ ὁποῖος γίνεται βεβαίως ἀπό τόν ἐχθρό, ἀπό τόν διάβολο, ἀλλά κατά παραχώρηση Θεοῦ πάντα. Καί ὁ Θεός ὅ,τι μᾶς παραχωρεῖ γιά τό καλό μας τό παραχωρεῖ, γιατί βλέπει ὅτι τό χρειαζόμαστε γιά νά δοξαστοῦμε, γιά νά μάθουμε νά πολεμᾶμε, γιά νά ταπεινωθοῦμε καί τελικῶς, ὅπως σᾶς εἶπα, γιά νά μοιάσουμε σ’ Αὐτόν, γιατί ὅσο νικᾶς τόν πονηρό τόσο ἑδραιώνεσαι στήν ἀγάπη, στόν Θεό.
-           Ἄλλωστε πῶς θά δείξεις ὅτι ἀγαπᾶς τόν Θεό;
            Θά τό δείξεις στόν πειρασμό πάνω, στή δυσκολία. Ὅταν εἶναι ὅλα ρόδινα καί καλά καί κανένα πρόβλημα, ἐντάξει.. εὔκολα εἶναι τότε. Τό δύσκολο εἶναι ὅταν ἔχεις πειρασμούς νά ἀρνηθεῖς τόν Χριστό, νά ἀρνηθεῖς τήν πίστη, τότε τί κάνεις. Τότε φανερώνεις, ἄν εἶσαι ὄντως τοῦ Χριστοῦ ἤ ὄχι.
            «Ἄν λοιπόν κανείς σας ἔχει νικηθεῖ ἀπό μνησικακία ἤ μίσος, ἔχει κυριευτεῖ ἀπό φθόνο ἤ ὀργή ἤ ὑπερηφάνεια. Ἄν ἕνας τρίτος ἔχει πέσει σέ χλευασμό ἤ αἰσχρολογία ἤ κακή ἐπιθυμία ἤ κάποιο ἄλλο πάθος» καί δέν ἔχει μετανοήσει ἐννοεῖται, «αὐτός ἄς μή πλησιάσει στά Τίμια Δῶρα, ἄν δέν καθαρίσει πρῶτα τή ψυχή του ἀπό τό μίασμα μέ τή μετάνοια»[14]. Πόσο λάθος εἶναι λοιπόν νά πεῖς, τώρα Χριστούγεννα εἶναι γιά τό καλό νά κοινωνήσεις... καί στέλνει ἡ μάνα τόν γιό, ἄς ποῦμε, νά κοινωνήσει ἀνεξομολόγητος... Ἐδῶ βλέπετε τί λέει, νά μήν τολμήσεις νά πλησιάσεις!
            «Γιατί τά «Ἅγια», αὐτό θέλει νά πεῖ ὁ ἱερέας, δέν εἶναι γιά τούς βέβηλους, ἀλλά μόνο γιά τούς Ἁγίους. Ὅσοι λοιπόν παίρνετε θάρρος ἀπό τή συνείδησή σας, «προσέλθετε πρός αὐτόν καί φωτίσθητε, καί τά πρόσωπα ὑμῶν οὐ μή καταισχυνθῆ»[15]»[16]. Ἐντάξει, βλέπεις ὅτι ἡ συνείδησή σου δέν σέ ἐλέγχει γιά κάτι ἔτσι σοβαρό... ἐκεῖ πρόσεξε καί θά φωτιστεῖς καί δέ θά ντροπιαστεῖ τό πρόσωπό σου, ὅπως λέει στόν 33ο Ψαλμό.
            Αὐτά ἦταν ἀπό τόν βίο τοῦ Ἁγίου Εὐθυμίου. Ἄς δοῦμε καί τόν Ἅγιο Ἐφραίμ.
            «Ἄς ἀναλογιστοῦμε ἀδελφοί αὐτούς πού στέκονται μπροστά σέ ἐπίγειο βασιλιά καί ὑπηρετοῦν θρόνο φθαρτό μέ πόση προσοχή καί πόσο δέος στέκονται μπροστά στόν βασιλιά τους. Ἄν λοιπόν κάνουνε ἐκεῖνοι ἔτσι, δέν ὀφείλουμε πολύ περισσότερο ἐμεῖς νά σταθοῦμε μπροστά στόν οὐράνιο βασιλιά μέ φόβο καί τρόμο καί μεγάλο σεβασμό; Ἄς προσέχουμε λοιπόν καί ἄς μή περιεργαζόμαστε μέ ἀδιάντροπα βλέμματα τά προκείμενα μυστήρια τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματος τοῦ Κυρίου.
            Γιατί, ἄν ὁ Μωΰσῆς, ὅταν τοῦ παρουσιάστηκε ὁ Κύριος «ἔντρομος γενόμενος οὐκ ἐτόλμα κατανοῆσαι»[17]», δέν τολμοῦσε ἔτσι νά περιεργαστεῖ τό μυστήριο, τόν Θεό, «πόσο περισσότερο ἐμεῖς ὀφείλουμε νά στεκόμαστε μέ συστολή καί δέος μπροστά στό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ; Γιατί εἶναι γραμμένο «τούς δοξάζοντάς με, δοξάσω καί ὁ ἐξουθενῶν με ἀτιμασθήσεται»[18]»[19]. Αὐτός πού ἐξουδενώνει τόν Θεό, Τόν περιφρονεῖ, Τόν κατεβάζει, δέν Τόν ἀντιμετωπίζει μέ τόν δέοντα σεβασμό, στέκεται μπροστά στόν Θεό μέ ἀνευλάβεια, μέ ἀναίδεια, αὐτός, λέει, ἀτιμασθήσεται. Θά ἀτιμαστεῖ.
            «Ἐσύ βέβαια σάν ἄνθρωπος περιεργάζεσαι, κι Αὐτός ὅμως σάν Θεός γνωρίζει τά βάθη τῆς καρδιᾶς σου καί τίς σκέψεις σου, γιατί «οὐκ ἔστι κτίσις ἀφανής ἐνώπιον αὐτοῦ»[20]»[21]. Δέν ὑπάρχει τίποτα πού νά μή γνωρίζει ὁ Θεός, πού νά μήν εἶναι φανερό μπροστά στόν Θεό.
            «Τοῦ Ἀββᾶ Ἡσαΐα. Τήν ὥρα πού προσφέρεται ἡ ἀναίμακτη θυσία νά ἀντιστέκεσαι στούς λογισμούς σου καί νά συγκρατεῖς τίς αἰσθήσεις σου μέ τόν φόβο τοῦ Θεοῦ γιά νά μεταλάβεις ἄξια τά Μυστήρια καί νά σέ θεραπεύσει ὁ Κύριος. Ἄν ὅμως δέν ἀποδιώξεις κάθε λογισμό, μήν πλησιάσεις στό ἅγιο Ποτήριο, γιά νά μή σοῦ προξενήσει ἡ μετάληψη τήν καταδίκη. Γιατί τή Θεία Κοινωνία τήν ὀνομάζουν ἕνωση μέ τόν Θεό. Ὅσο, λοιπόν, μᾶς νικοῦν τά πάθη -εἴτε θυμός εἴτε φθόνος εἴτε ἀνθρωπαρέσκεια εἴτε κενοδοξία εἴτε μίσος εἴτε κάποιο ἄλλο πάθος- εἴμαστε μακριά ἀπό τόν Θεό. Πῶς, τότε, θά πραγματοποιηθεῖ ἡ ἕνωσή μας μ’ Ἐκεῖνον;»[22]. Βλέπετε, ἡ ἁμαρτία εἶναι ἐμπόδιο. Αὐτό εἶναι τό ἐμπόδιο. Δέν εἶναι ὅτι ὁ Θεός δέν θέλει νά ’ρθεῖ. Ὁ Θεός, ἀντίθετα, θέλει νά ’ρθεῖ καί μᾶς τό λέει πολύ καθαρά στήν Ἀποκάλυψη ὅτι στέκομαι στήν πόρτα καί χτυπάω. Τό πρόβλημα εἴμαστε ἐμεῖς πού δέν ἀνοίγουμε τήν πόρτα, δηλαδή δέν ἀπομακρύνουμε τήν ἁμαρτία πού εἶναι τό μεσότοιχο, πού μᾶς χωρίζει ἀπό τόν Θεό.
            «Ἀλίμονό μου! Ἀλίμονό μου! Ὅσο κοινωνῶ μέ τούς ἐχθρούς τοῦ Θεοῦ, ποιά εἶναι ἡ κοινωνία πού ἔχω μαζί Του;»[23]. Δέν μπορεῖς καί μέ τούς ἐχθρούς τοῦ Θεοῦ καί μέ τόν Θεό νά εἶσαι. Σήμερα βέβαια ἔχουμε φτάσει καί σ’ αὐτό τό ἐξωφρενικό, νά σοῦ λένε, γιατί ὄχι; Νά κάνεις καί τά δαιμονικά, νά κάνεις καί τά τοῦ Θεοῦ μαζί. Ἐκεῖ ἔχουμε φτάσει σήμερα καί εἶναι τελεία σχιζοφρένεια αὐτό τό πράγμα. Καί βλέπεις μιά διπλή ζωή, ἀκόμα καί σέ ἀνθρώπους τῆς Ἐκκλησίας. Δέν ντρέπομαι νά τό πῶ οὔτε δειλιάζω.. ὑπάρχει δυστυχῶς. Ὑπάρχει διγλωσσία καί ὑπάρχει καί διπλή ζωή.
            «Στή Θεία Λειτουργία λέμε τή φράση: «Τά Ἅγια τοῖς ἁγίοις». Δηλαδή τά Ἅγια νά μή δοθοῦν στούς βέβηλους, ἀλλά στούς ἁγίους. Ἄν λοιπόν εἶμαι ἅγιος, τότε ποιοί εἶναι αὐτοί πού ἐργάζονται μέσα μου; Ἀλίμονό μου! Ἀλίμονό μου! Ἔχω τό ὄνομά Σου, Κύριε, καί εἶμαι δοῦλος τῶν ἐχθρῶν Σου»[24]. Εἶναι φοβερό ἔ! Γιατί ὅταν κάνεις ἁμαρτίες, εἶσαι δοῦλος τῶν ἐχθρῶν τοῦ Θεοῦ, τῶν δαιμόνων δηλαδή. «Ὄνομα ἔχεις ὅτι ζῇς, καί νεκρός εἶ»[25], θυμάστε πού εἶπε στήν Ἀποκάλυψη ὁ Θεός σέ κάποιον ἐπίσκοπο. Θεωρητικά, στόν κόσμο ἔχεις ὄνομα ὅτι ζεῖς, ὅτι εἶσαι ζωντανός, εἶσαι ἐπίσκοπος, ὅτι εἶσαι ὑποτίθεται θεωμένος, γιατί αὐτός εἶναι ὁ ἐπίσκοπος, ἔχει φτάσει στή θέωση, κι ὅμως εἶσαι νεκρός. Γιατί ὁ Θεός δέν βλέπει τό ἐξωτερικό, βλέπει τήν καρδία. Καί τό ἄλλο τό φοβερό πού εἶπε ὁ Χριστός, ὅτι θά ’ρθεῖτε μπροστά Μου καί θά Μοῦ πεῖτε, δέν φάγαμε Κύριε μπροστά Σου;.. δέν βγάλαμε δαιμόνια στό ὄνομά Σου;.. δέν κάναμε σημεῖα;.. Καί θά μᾶς πεῖ «οὐκ οἶδα ὑμᾶς»[26], δέν σᾶς ξέρω! Τό «φάγαμε μπροστά Σου» σημαίνει κοινωνήσαμε. Σκέψου νά κοινωνεῖς καί νά μήν ἔχεις σχέση μέ τόν Χριστό καί ν’ ἀκούσεις «δέν σέ ξέρω» ἀπό τόν Χριστό, γιατί ἀκριβῶς δέν ἔχεις ἁγιότητα, εἶσαι βέβηλος.
            «Τοῦ Ἁγίου Βασιλείου τοῦ Μεγάλου. Τό νά κοινωνεῖ λοιπόν κανείς κάθε μέρα καί νά μεταλαμβάνει τό ἅγιο Σῶμα κι Αἷμα τοῦ Χριστοῦ εἶναι καλό κι ὠφέλιμο, ἀφοῦ ὁ Ἴδιος λέει καθαρά: «ὁ τρώγων μου τήν σάρκα καί πίνων μου τό αἷμα ἔχει ζωήν αἰώνιον»[27]»[28]. Καί ἐδῶ βέβαια πάρα πολλά μποροῦμε νά ποῦμε γιά τή διαστροφή πού ζούσαμε, καί σήμερα ζοῦμε σέ λιγότερο βαθμό. Ἀλλά πάλι τή ζοῦμε κάπως.
-           Ποιά εἶναι ἡ διαστροφή;
            «Τί τήν πέρασες τή Θεία Κοινωνία;», λέει, «σούπα τήν πέρασες;.. κάθε μέρα θά κοινωνᾶς;». Καί δυστυχῶς τό ἀκοῦς ὄχι ἀπό τούς ἄσχετους, τούς ἀνθρώπους τοῦ πεζοδρομίου δηλαδή, τούς βέβηλους, ἀλλά ἀπό τούς ἀνθρώπους ὑποτίθεται τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖοι ἐμποδίζουνε αὐτούς πού θέλουν νά κοινωνήσουν. Καί πάρα πολλοί ἄνθρωποι μοῦ τό λένε σάν παράπονο «πάω νά κοινωνήσω καί ὅλοι μέ κοιτᾶνε σάν νά εἶμαι... τί νά πῶ;... σάν νά εἶμαι ἐγώ ὁ βέβηλος πού πάω νά βεβηλώσω τά μυστήρια»! Ὁρισμένοι ἀλλάζουν καί ἐκκλησίες ἀκόμα... τί νά κάνουν; Πᾶνε τή μία Κυριακή στή μία ἐκκλησία, τήν ἄλλη σέ ἄλλη, γιά νά μήν ἔχουν αὐτά τά βλέμματα, αὐτά τά λόγια καί αὐτές τίς συμπεριφορές.
            Καί ὅλο αὐτό εἶναι τό ἀποτέλεσμα τῆς διαστροφῆς μας. Οἱ πρῶτοι χριστιανοί, τό ξαναλέω, κοινωνοῦσαν κάθε μέρα. Ὁ Μέγας Βασίλειος, 370 μ.Χ. τέσσερις φορές τήν ἑβδομάδα, λέει, κάνουμε λειτουργία ἐμεῖς. Δέν μποροῦσε νά κάνει κάθε μέρα, γιατί εἶχε πολλές ὑποθέσεις ὡς ἐπίσκοπος, φιλανθρωπικές κ.λ.π. Πού σημαίνει, κοινωνοῦσαν τέσσερις φορές τήν ἑβδομάδα τουλάχιστον οἱ πιστοί. Καί σήμερα καταντήσαμε νά λέμε -τό λέγανε, τώρα νομίζω δέν τό λένε τόσο- τρεῖς φορές τόν χρόνο! Μερικοί τό κρατᾶνε μέχρι σήμερα.. καί λένε, ναί, κοινωνάω Χριστούγεννα, Πάσχα καί τῆς Παναγίας καί θεωροῦν ὅτι εἶναι πολύ ἐντάξει. Κι ὅμως αὐτό εἶναι τελείως λάθος.
            «Γιατί ποιός ἀμφιβάλλει», κοιτάξτε τί ὡραῖα πού τό λέει ὁ Ἅγιος, «πώς τό νά μετέχει κανείς ἀδιάκοπα στή ζωή, δέν εἶναι ἄλλο παρά νά ζεῖ πολύτροπα καί πλούσια;»[29]. Ἡ ζωή εἶναι ὁ Χριστός. Γιά νά ζήσουμε, τόν Χριστό θέλουμε. Οὔτε χρήματα θέλουμε οὔτε τίποτα. Τό εἶπε «ἐγώ εἶμαι ἡ ζωή»[30]. Μή ψάχνετε ἀλλοῦ τή ζωή. Σήμερα, οἱ κοσμικοί ἄνθρωποι σοῦ λένε, πρέπει νά δουλέψεις γιά νά ζήσεις. Ὄχι, δέν πρέπει νά δουλέψεις, νά γίνεις δοῦλος δηλαδή. Πρέπει νά γίνεις δοῦλος Ἰησοῦ Χριστοῦ γιά νά ζήσεις, νά παίρνεις τή Θεία Κοινωνία. Καί τί πιό καλύτερο ἀπ’ τό νά τήν παίρνεις πολλές φορές; Ὥστε νά μετέχεις τῆς ζωῆς πολλαχῶς.
            Στή μετάφραση δέν μποροῦμε νά τά ἀποδώσουμε, γι’ αὐτό πρέπει νά τά κάνουμε καί λίγο στά ἀρχαῖα τά κείμενα. Καί αὐτό ἔχω σκοπό, στίς Κατηχήσεις νά διαβάζουμε καί τό πρωτότυπο, τό ὁποῖο εἶναι ἄφθαστο. Τό ἀρχαῖο, τό πρωτότυπο κείμενο, σέ ὅλα τά κείμενα τῶν Πατέρων μας εἶναι ἀξεπέραστο. Τά διαβάζουμε ἀπ’ τίς μεταφράσεις ἀλλά χάνει πάρα πολύ. Καί αὐτά πού λέει ἐδῶ ὁ Μέγας Βασίλειος, ἄν τά διαβάζαμε στό πρωτότυπο, εἶναι ὑπέροχα! Καί τά καταλαβαίνουμε μιά χαρά, ξέρετε. Γιατί εἶναι μέσα στό αἷμα μας, εἴμαστε ζυμωμένοι... ἡ γλώσσα μας εἴμαστε ἐμεῖς οἱ ἴδιοι.
            Ποιός ἀμφιβάλλει, πώς τό νά μετέχεις συνεχῶς στή ζωή, δέν εἶναι ἄλλο παρά νά ζεῖς πολυτρόπως καί πλουσίως! «Ἐμεῖς, βέβαια, τέσσερις φορές κάθε ἑβδομάδα κοινωνοῦμε, τήν Κυριακή», τήν ἡμέρα Κυρίου, πού εἶναι Ἀνάσταση, τό εἴχαμε πεῖ λίγο τήν ἄλλη φορά αὐτό, «τήν Τετάρτη, τήν Παρασκευή καί τό Σάββατο, ἀλλά καί τίς ἄλλες μέρες, ἄν εἶναι ἡ μνήμη κάποιου ἁγίου»[31]. Αὐτά λέει ὁ Μέγας Βασίλειος καί αὐτή εἶναι ἡ σωστή γραμμή τῆς Ἐκκλησίας. Ὁπότε μήν ἀκοῦτε κανέναν. Θά πηγαίνετε, θά κοινωνᾶτε, ἐφόσον φυσικά ἔχετε τήν εὐλογία τοῦ Πνευματικοῦ σας, γιατί πρέπει νά ἀλλάξει αὐτή ἡ ἀντίληψη. Ἀλλά δυστυχῶς ἐδῶ φταῖμε κι ἐμεῖς, οἱ παπάδες καί οἱ δεσποτάδες, πού δέν κατηχοῦμε τόν λαό. Τό λέω.. δέν ντρέπομαι νά τό πῶ. Λείπει ἡ κατήχηση. Δέν τά λέμε στόν λαό, ἐνῶ τά ξέρουμε... βέβαια τά ξέρουμε. Καί ὑπάρχει αὐτός ὁ πνευματικός πλοῦτος, ὁ ὁποῖος πρέπει νά μοιραστεῖ. Ὅπως καί ὁ ὑλικός πλοῦτος πρέπει νά μοιράζεται, νά μήν τά καταχωνιάζεις, καί τά βάζεις στίς τράπεζες τά λεφτά σου... πρέπει νά κυκλοφορεῖ τό χρῆμα. Τώρα τά μαζεύουν τά χρήματα.. Διακόσιοι ἄνθρωποι σ΄ ὅλο τόν κόσμο ἔχουν μαζέψει τόν παγκόσμιο πλοῦτο καί ὅλοι ἔχουμε γίνει πάμφτωχοι... καί δανεισμένοι ὅλοι... Ὅλος ὁ κόσμος χρωστάει. Ὅλα τά κράτη χρωστᾶνε, ὅλοι εἴμαστε χρεωμένοι. Γιατί γίνεται αὐτό; Γιατί δέν κυκλοφορεῖ τό χρῆμα, τό καταχωνιάζουμε. Δέν θέλουμε νά τό μοιραστοῦμε. Τό ἴδιο πρέπει νά γίνεται καί μέ τά πνευματικά ἀγαθά, πρέπει νά τά μοιραστοῦμε. Κι ὅταν τά μοιράζεσαι, τότε εἶναι πού τά ἔχεις. Ὅταν τά καταχωνιάζεις, τότε τά χάνεις κι ἐσύ. Καί αὐτά πού σᾶς λέω, πρέπει νά τά λέτε κι ἐσεῖς στούς ἄλλους. Νά λειτουργήσουμε σάν ζύμη μέσα στήν κοινωνία. Ἀλλιῶς ἔτσι ὅπως πᾶμε, θά χαθεῖ ἡ πίστη, νά ξέρετε. Ἄλλωστε τό εἶπε καί ὁ Χριστός μας, δέν τό εἶπε;
-           «Ἄραγε, ὅταν θά ’ρθεῖ ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου θά βρεῖ τήν πίστη;»[32]. Θά βρεῖ χριστιανούς;
            Αὐτό εἶναι. Γιατί οἱ πρῶτοι χριστιανοί δούλεψαν ὡς ζύμη καί ἔκαναν ὅλο τόν κόσμο χριστιανικό, ὅλη τήν οἰκουμένη. Σήμερα ὅλη ἡ οἰκουμένη τείνει νά γίνει ἄθεη, ἀποχριστιανοποιημένη. Οἱ Ἄγγλοι φτιάχνουνε αὐτά τά πιστοποιητικά ἀθεΐας καί ἀποβάπτισης. Δηλαδή ἀρνοῦνται τό βάπτισμά τους. Καλά δέν ἔχουν βάπτισμα.. ἀλλά θέλω νά πῶ.. φαίνεται ἡ τάση. Βάπτισμα μόνο οἱ ὀρθόδοξοι ἔχουνε. Ἐκεῖνοι ἔχουνε ἄλλα πράγματα... πού δέν εἶναι φυσικά τίποτα. Ἀλλά δείχνει τήν τάση πού ὑπάρχει στόν κόσμο, νά ἀρνηθῶ ὁτιδήποτε ἔχει μείνει λείψανο πού νά θυμίζει Χριστό. Ἀκόμα καί τή λέξη Χριστούγεννα δέν θέλουν νά τή λένε. Δέν λένε πλέον merry christmas, δέν τούς ἀρέσει... ἄλλα λένε... καλές γιορτές.. δέν ξέρω τί λένε. Καί σιγά-σιγά θά γιορτάζουμε τίς γιορτές τίς μαγικές. Ἤδη τό κάνουνε οἱ Ἀμερικάνοι, κάτι Halloween.. πού εἶναι γιορτές μαγισσῶν. Δηλαδή ἀντικαθίσταται ἡ λατρεία τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ μέ τή λατρεία τοῦ δαίμονα. Καί αὐτό γιατί; Γιατί ἐμεῖς οἱ χριστιανοί δέ λειτουργοῦμε σάν ζύμη, πού νά ζυμώσουμε πρῶτα τόν ἑαυτό μας, νά γίνουμε ὅλοι φωτιά καί μετά νά ζυμώσουμε ὁ καθένας τό περιβάλλον του. Γιατί ὁ καθένας ἔχει ἕνα περιβάλλον. Ἔχει ἕναν φίλο, δυό φίλους, δυό συνεργάτες... λοιπόν, αὐτοί ποῦ εἶναι;
-           Δέν θά ἐνδιαφερθεῖς γι’ αὐτούς νά πᾶνε κι αὐτοί μαζί σου στόν Παράδεισο;
            Ποῦ εἶναι;.. Ἀλλά ἄν δέν Τόν ζοῦμε πρῶτα ἐμεῖς ὡς Φῶς τόν Χριστό, μετά τί νά δώσεις στόν ἄλλον; Τό ξεπάγιασμά σου;
            Αὐτά ἤθελα νά σᾶς πῶ σήμερα. Δέν ξέρω ἄν θέλετε νά ρωτήσετε... εἶναι τό κορυφαῖο θέμα βέβαια.
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ:
Ἐρ.: ........................
Ἀπ.: Τρώγανε καί πράγματα μή νηστίσιμα, ἀλλά εἶχαν αὐτή τή διαρκή νηστεία, δηλαδή τήν ἐγκράτεια. Ἄν διαβάσετε τή ζωή ὅπως ἀποτυπώνεται στίς Πράξεις, θά τό δεῖτε ἐκεῖ. Βέβαια δέν τό λένε ξεκάθαρα, ἀλλά οἱ Πατέρες τό ἑρμηνεύουνε. Τό λένε συσκιασμένα οἱ Πράξεις, ὅτι ζοῦσαν μέ πολλή ἐγκράτεια, μέ πολλή λιτότητα. Τό φαγητό τους ἦταν πολύ λιτό. Ἦταν ὅλοι ἀσκητές. Ὄχι μόνο οἱ μοναχοί καί οἱ ἱερομόναχοι καί οἱ ἐπίσκοποι καί οἱ ἀπόστολοι, ἀλλά καί οἱ ἔγγαμοι. Ὅλοι. Κι αὐτό συνεχίστηκε στήν Ἐκκλησία γιά ἀρκετό χρονικό διάστημα, γιά ἀρκετούς αἰῶνες ἄν θέλετε. Βέβαια ἡ κατάπτωση ἄρχισε ἀπό τή στιγμή πού ἔγινε ἐπίσημη θρησκεία καί μετά. Ἀλλά πάλι ὑπῆρχαν ἐκεῖ ζωντανοί χριστιανοί μέσα στόν κόσμο. Λέει ὁ Ἅγιος Ἐφραίμ, ὅτι περισσότερη ἄσκηση γίνεται στίς πόλεις στά χρόνια μου παρά στίς ἐρήμους. Ὁ Ἅγιος Ἐφραίμ ἦταν μαζί μέ τόν Μέγα Βασίλειο, 4ος αἰῶνας.
            Ἀλλά σιγά-σιγά ξεφτίσαμε, ξεθωριάσαμε, μπῆκε καί ἡ αἵρεση καί ἀλλοτριωθήκαμε πάρα πολύ. Ἀλλά στό χέρι μας εἶναι νά τά ξαναβροῦμε αὐτά, γιατί εὐτυχῶς ὑπάρχουν κατατεθειμένα ὡς Ἱερά Παράδοσις καί στά κείμενα τῶν Ἁγίων Πατέρων καί στή ζωή τῶν συγχρόνων Ἁγίων, οἱ ὁποῖοι ὑπάρχουν καί σήμερα. Ἀλλά, ἐπειδή ἐμεῖς εἴμαστε ἀνάξιοι, ὁ Θεός δέν τούς φανερώνει. Πάντα ὑπάρχουν Ἅγιοι. Ἀλλά, ἐπειδή κανένας δέν ἀκούει κανέναν, ὅπως ἔλεγε ὁ Γέροντας Πορφύριος... Στήν ἐποχή μας κανένας δέν ἀκούει κανέναν, ὁ καθένας κάνει τό δικό του. Ἔ, καί ὁ Θεός γι’ αὐτό ἴσως δέν φανερώνει ἁγίους ἀνθρώπους πού νά λειτουργήσουν ὡς πρότυπα. Γιατί καί νά μᾶς μιλήσουν δέν θά τούς ἀκούσουμε, πολύ ἁπλά δηλαδή! Καθένας κάνει τόν λογισμό του σήμερα.
            Ὁπότε ἔκαναν καί νηστεία, ἀλλά φυσικά καί ἔτρωγαν. Ἀλλά εἶχαν τέτοια ζωή, ἁγία ζωή, πού ἦταν ἄξιοι. Ἦταν ὅλοι ἅγιοι τότε. Καί ἀκριβῶς Ἐκκλησία αὐτό σημαίνει. Σημαίνει κοινωνία Ἁγίων. Μή νομίζετε ὅτι Ἅγιοι εἶναι μόνο οἱ ἐπώνυμοι, αὐτοί πού ξέρουμε. Μόνο οἱ μάρτυρες εἶναι ἑκατομμύρια καί δέν τούς ξέρουμε, οὔτε τά ὀνόματά τους δέν ξέρουμε. Ὑπολόγισαν ὅτι κάθε μέρα ἔχουμε γύρω στούς 30.000 μάρτυρες. Καταλάβατε; Βάλτε ἐπί 360 ἡμέρες... πόσοι εἶναι οἱ μάρτυρες! Ἑκατομμύρια..
Ἐρ.: ........................
Ἀπ.: Νά τό βρεῖς νά μᾶς τό πεῖς ἀκριβῶς. Νά μή λέμε ἔτσι στόν ἀέρα. Ὅταν λέτε κάτι, καλό εἶναι νά τό ἔχετε γραμμένο νά τό συζητᾶμε ἀκριβῶς. Νά μή λέμε, λέει ὁ τάδε... νομίζω λέει... Δέν σέ μαλώνω τώρα. Ἁπλῶς νά τό ξέρουμε. Γιατί γίνονται πολλές φορές παρανοήσεις ἀπό αὐτό. Ἤ κάποιοι ἀπομονώνουνε μιά φράση, ὅπως προηγουμένως λέγαμε μέ τούς νέους στή σύναξη ἐκεῖ.. πᾶς νά ἀπομονώσεις μία φράση ἀπό τόν Γέροντα Πορφύριο, ἀπό τόν Γέροντα Παΐσιο -ξέρω ’γώ- καί νά βγάλεις ἀντίθετο νόημα. Αὐτή εἶναι ἡ τέχνη τοῦ διαβόλου καί ὅσων διαστρέφουν τήν ἀλήθεια καί τῶν Μέσων Μαζικῆς Ἐξαπάτησης. Ἀπομονώνουν μία φράση καί σοῦ λέει, εἶπε αὐτό. Ναί, ἀλλά δέ σοῦ λέει καί τί εἶπε προηγουμένως ἤ τί εἶπε μετά. Καί σέ πάει ἀλλοῦ, σέ πάει ἐκεῖ πού θέλει αὐτός.
            «Εἶπεν ἄφρων ὅτι οὐκ ἔστι Θεός»[33]. Ἀπομονώνεις τό οὐκ ἔστι Θεός καί.. Βλέπεις; Λέει ἡ Ἁγία Γραφή ὅτι δέν ὑπάρχει Θεός!.. Ὅ,τι θέλεις μπορεῖς νά κάνεις ἔτσι..
Ἐρ.: Σχετικά μέ τήν νηστεία πρίν τή Θεία Μετάληψη..
Ἀπ.: Δέν ὑπάρχει κανόνας, γιατί ὁ κάθε ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά κάνει τήν ἴδια νηστεία μέ κάθε ἄλλον ἄνθρωπο. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού εἶναι σιδερένιοι καί ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού εἶναι ἀχυρένιοι. Ἀχυρένια σώματα καί σιδερένια σώματα. Ἐκεῖνος πού ἔχει σιδερένιο, θά κάνει περισσότερη.
            Ἐπίσης ἐξαρτᾶται καί ἀπό τή συχνότητα πού κοινωνεῖ. Ἕνας πού ἔχει νά κοινωνήσει ἄς ποῦμε τρία χρόνια, ἀπό ἀδιαφορία, ἀπό ἀμέλεια, ἐκεῖνος θά κάνει νηστεία καί μιά βδομάδα καί δυό βδομάδες. Ἕνας πού κοινωνάει κάθε Κυριακή, θά κάνει λιγότερη νηστεία. Ἕνας πού κοινωνάει τρεῖς φορές τήν ἑβδομάδα, θά κάνει λιγότερη. Εἶναι στή διάκριση τοῦ Πνευματικοῦ. Δέν τό κανονίζουμε μόνοι μας. Καί γενικά ὅλα δέν πρέπει νά τά κανονίζουμε μόνοι μας, ἀλλά εἶναι στή διάκριση τοῦ Πνευματικοῦ. Βλέπετε, εἶναι αὐτό πού σᾶς εἶπα προηγουμένως, ὁ καθένας θέλει νά αὐτονομηθεῖ. Δέν σᾶς μαλώνω τώρα.. ἀλλά θέλω νά πῶ ἡ τάση τῆς ἐποχῆς μας, νά τό κάνουμε μόνοι μας. Νά ἀποφασίσουμε μόνοι μας πότε θά κοινωνήσω ἤ πότε δέν θά κοινωνήσω. Γιατί κι αὐτό εἶναι λάθος, ἔτσι; Σοῦ λέει ὁ Πνευματικός, θά κοινωνᾶς μιά φορά στίς εἴκοσι μέρες, καί ἐσύ λές, δέν νιώθω ἕτοιμος, ἐγώ δέν θά κοινωνήσω. Γιατί τό λές; Ρώτησες τόν Πνευματικό σου; Δέν ξέρει δηλαδή ὁ Πνευματικός σου; Πῶς ἀποφασίζεις μόνος σου ἄν θά κοινωνήσεις ἤ δέν θά κοινωνήσεις; Γιατί ἡ Θεία Κοινωνία δέν εἶναι βραβεῖο. Εἶναι φάρμακο. Δέν τό παίρνεις γιά νά σοῦ ποῦνε ‘μπράβο’. Μᾶς πιάνει κι αὐτό, τί θά πεῖ ὁ κόσμος τώρα ἄν μέ δεῖ ἐμένα νά μήν κοινωνάω.. ξέρω ’γώ.. Ὄχι, εἶναι φάρμακο, καί ἐφόσον σοῦ εἶχε πεῖ ὁ Πνευματικός σου, θά τό παίρνεις τό φάρμακο τότε. Δέν μπορεῖς νά πεῖς ἐσύ, ἐγώ δέν νιώθω καλά σήμερα, δέν θά τό πάρω τό φάρμακο. Οὔτε πάλι θά πεῖς, σήμερα ἔχω πολλή ἐπιθυμία καί θά πάρω τό φάρμακο, ἄν δέν σοῦ τό ἔχει πεῖ ὁ Πνευματικός σου. Μπορεῖ νά σοῦ τό ἔχει πεῖ, ἄν πᾶς σέ κάποια ἀγρυπνία, μπορεῖ νά μήν ἔχεις νηστέψει τό μεσημέρι, ἀλλά ἐφόσον ἔτσι σοῦ δημιουργηθεῖ αὐτή ἡ ἐπιθυμία, νά κοινωνήσεις. Ἄν ἔχεις τέτοια εὐλογία, τό κάνεις τότε. Ἀλλά ξέρει ὁ Πνευματικός σέ ποιόν θά τό πεῖ αὐτό. Δέν τό λέει σέ ὅλους. Γι’ αὐτό, δέν ἔχουμε ἕναν κανόνα γιά ὅλους. Γι’ αὐτό ὑπάρχει καί ὁ Πνευματικός. Ἀλλιῶς θά εἴχαμε ὅλοι ἀπό ἕνα Πηδάλιο στό χέρι καί θά ἀποφασίζαμε κατά τό δοκοῦν, πότε νά κοινωνήσουμε καί πότε ὄχι.
Ἐρ.: «Νηστεύσαντες καί μή νηστεύσαντες» ἡ φράση…
Ἀπ.: Ἐκεῖ θεωροῦν ὅτι τό Πάσχα μποροῦν νά κοινωνήσουν ὅλοι. «Νηστεύσαντες καί μή νηστεύσαντες τρυφήσαντες πάντες». Ἡ τρυφή εἶναι πνευματική. Ὁ μόσχος πολύς ἐννοεῖ τή Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Αὐτός εἶναι ὁ μόσχος ὁ σιτευτός. Καί σ’ αὐτό λέει νά κοινωνήσετε ὅλοι. Δέν σημαίνει ὅτι ὅλοι μποροῦν νά κοινωνήσουν τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, γιατί εἴπαμε αὐτό δέν εἶναι ἀπροϋπόθετο. Λειτουργεῖ ὡς Φῶς, ἀλλά λειτουργεῖ καί ὡς φωτιά, ὡς κόλαση δηλαδή, ὅταν δέν ἔχεις τίς κατάλληλες προϋποθέσεις, τήν κατάλληλη προετοιμασία. Ἐκεῖνο πού ἐννοεῖ ὁ Κατηχητικός λόγος τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου εἶναι αὐτό, νά χαρεῖς τή Χάρη τῆς Ἀνάστασης, ὅτι μπορεῖς κι ἐσύ νά μήν πεθάνεις ποτέ, νά ζήσεις αἰωνίως μέ τόν Χριστό. Τώρα, τό πῶς θά τό κάνεις, θά στό πεῖ ἡ Ἐκκλησία. Μπορεῖ μέχρι ἐκείνη τήν ὥρα νά μήν τό ’χεις ξεκινήσει κἄν. Ἔ, πῶς θά πᾶς νά κοινωνήσεις; Ξεκίνα καί μετά θά κοινωνήσεις. Θά ’ρθει ἡ ὥρα πού θά κοινωνήσεις κιόλας.
Ἐρ.: ………………………
Ἀπ.: Μάλιστα. Ὁ κ. Παναγόπουλος εἶναι πολύ καλός. Καί ὁμιλίες του ὑπάρχουνε καί κείμενά του καί βιβλία του.
Ἐρ.: ………………………
Ἀπ.: Εἶναι κατά περίπτωση. Ἐσένα μπορεῖ νά σοῦ δώσει εὐλογία ὁ Πνευματικός σου νά τό κάνεις. Σέ ἄλλον μπορεῖ νά τοῦ ὁρίσει ἀκριβῶς. Εἶναι στή διάκριση τοῦ Πνευματικοῦ καί αὐτό, ἄν θά σοῦ δώσει μιά σχετική ἐλευθερία ἤ ἀπόλυτη ἐλευθερία ἤ θά σοῦ ὁρίσει ἀκριβῶς. Ἐξαρτᾶται ἀπό σένα δηλαδή. Γι’ αὐτό τά φάρμακα εἶναι προσωπικά. Δέν μπορεῖ νά πεῖς στόν ἄλλον, ξέρεις, ἐμένα μοῦ εἶπε τότε… ἀφοῦ σοῦ εἶπε ἐσένα, νά τό κάνω κι ἐγώ.. Ὄχι, δέν εἶναι τό ἴδιο. Ὅπως καί στό σῶμα, ἡ κ. Κατίνα πῆρε αὐτό τό φάρμακο, νά τό δώσει καί στή γειτόνισσα. Δέν εἶναι σωστό. Γιά τόν ἕναν μπορεῖ νά εἶναι θεραπευτικό καί γιά τόν ἄλλον νά εἶναι καταστρεπτικό, ἐπικίνδυνο. 

Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης


[1] Μικρός Εὐεργετινός, Παῦλος μοναχός Εὐεργετινός, Ἱ.Μ. Παρακλήτου, 2012 (στό ἑξῆς: Εὐεργετινός).
[2] Εὐεργετινός.
[3] Ὅ.π.
[4] Ὅ.π.
[5] Α΄Κορ. 11, 29.
[6] Εὐεργετινός.
[7] Πρβλ. Ματθ. 15, 19.
[8] Ἀκολουθία τῆς Θείας Λειτουργίας.
[9] Ἀκολουθία τῆς Θείας Λειτουργίας.
[10] Ὅ.π.
[11] Ὅ.π.
[12] Ὅ.π.
[13] Εὐεργετινός.
[14] Ὅ.π.
[15] Ψαλμ. 33, 6.
[16] Εὐεργετινός.
[17] Πράξ. 7, 32.
[18] Α΄Βασ. 2, 30.
[19] Εὐεργετινός.
[20] Ἑβρ. 4, 13.
[21] Εὐεργετινός.
[22] Ὅ.π.
[23] Ὅ.π.
[24] Ὅ.π.
[25] Ἀποκ. 3, 1.
[26] Λουκ. 13, 27.
[27] Ἰω. 6, 54.
[28] Εὐεργετινός.
[29] Ὅ.π.
[30] Ἰω. 11, 25.
[31] Εὐεργετινός.
[32] Λουκ. 18, 8.
[33] Ψαλμ. 52, 2.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου