Ἡ Ἐκκλησία, ἔλεγε ὁ Γέροντας, ἔχει ρίζες: α) τήν σοφή Θεία Πρόνοια καί β) τήν Θεία Ἀγάπη[1]. «Ἡ Ἐκκλησία ὡς οἰκονομία τῆς Χάρης τοῦ Χριστοῦ», σημειώνει ὁ π. Ἀθανάσιος Γιέβτιτς, «καθορίστηκε ἀπ’ ἀρχῆς στήν προαιώνια «Μεγάλη Βουλή» τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, τῆς ὁποίας ὁ Ἀγγελιοφόρος εἶναι ὁ Κύριος καί Θεός καί Σωτήρας μας Ἰησοῦς Χριστός»[2]. Σκοπός Της εἶναι νά σωθοῦν δι’ Αὐτῆς ὅλοι οἱ ἄνθρωποι[3]. Ὅ,τι κάνει ὁ Θεός τό κάνει ἀπό Ἀγάπη καί διότι «θέλει πάντας ἀνθρώπους σωθῆναι καί εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν»[4]. ««Ἡ ὑπεράπειρος καί ἀπειράκις ἀπείρως προϋπάρχουσα τῶν αἰώνων μεγάλη τοῦ Θεοῦ Βουλή»[5] ἀποφάσισε», παρατηρεῖ πάλι ὁ π. Ἀθανάσιος, «γιατί ἔτσι τό θέλησε ἡ ἄπειρη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, νά μετάσχουν στήν μακαριότητα τῆς Θείας ζωῆς τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, τοῦ Θεοῦ τῆς ἀγάπης, καί στήν ἕνωση μαζί Του καί ἄλλα ὄντα καί δημιουργήματα, τά ὁποῖα γι’ αὐτό ἀκριβῶς καί δημιούργησε σέ κάποια στιγμή τοῦ χρόνου»[6]. Καί συνεχίζει: «Ἀλλ΄ ὁ Θεός, ὡς Παντογνώστης, γνώριζε πρίν ἀπ’ ὅλους τούς αἰῶνες καί πρόβλεψε ἀπ’ ἀρχῆς ὁλόκληρη τήν πορεία τῆς ἱστορίας καί τῆς ζωῆς τῶν ἐλεύθερων δημιουργημάτων. Πρόβλεψε ἄρα ὅτι ὁ ἄνθρωπος, κάνοντας κακή χρήση τῆς ἐλευθερίας, πού τοῦ ἔδωσε ὁ Θεός, θά ἔπεφτε στήν ἁμαρτία. Ἀλλ΄ ὁ Θεός, ἐπειδή εἶναι ἀνυπολόγιστα ἀγαθός καί φιλάνθρωπος[7] «πλούσιος ἐν ἐλέει», καί περισσότερο ἀπό πλούσιος «ἐν ἀγάπῃ»[8], καί ἐπειδή ἔχει προαιώνια εὐαρέσκεια ἐν τῷ ἠγαπημένῳ» γιά Χάρη τοῦ πιό ἀγαπημένου δημιουργήματός Του -τοῦ ἀνθρώπου-, μαζί μέ τήν ἀπόφαση γιά τή δημιουργία του, ὅρισε ταυτόχρονα (ἀπό τότε) στήν προαιώνια θέλησή Του καί τήν Θεανδρική Οἰκονομία τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου διά τοῦ Μονογενοῦς Υἱοῦ Του»[9].
Πρό πάντων τῶν αἰώνων ὁ Πανάγιος, Ἄναρχος, καί Ἀΐδιος Τριαδικός Θεός, συνέλαβε τό σχέδιο τῆς σωτηρίας ὅλων μας, διά τῆς Ἐκκλησίας.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
[1] Ὅ.π. σελ. 193.
[2] Ἐκκλησιολογία Ἀποστόλου Παύλου, σελ. 214.
[3] Βίος καί Λόγοι, Ζ΄, σελ. 193.
[4] Α΄ Τιμ. 2, 4.
[5] Ἁγ. Μαξίμου Ὁμολογητοῦ, Πρός Θαλάσσιον, 60. PG 90, 621.
[6] Ἡ Ἐκκλησιολογία τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, σελ. 38-39.
[7] Τίτ. 3, 4.
[8] Ἐφ. 2. 4, 7·1, 18-19. Α΄ Ἰω. 4.8, 16.
[9] Ἡ Ἐκκλησιολογία τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, σελ. 38-39.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου