Σελίδες

Δευτέρα 19 Οκτωβρίου 2020

«Περί φόβου» . Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης

Ἀκούστε τήν ὁμιλία ἐδῶ:




«Καί οὐδενί οὐδέν εἶπον· ἐφοβοῦντο γάρ»[1], καταλήγει τό σημερινό εὐαγγέλιο τῶν Μυροφόρων, ἀγαπητοί ἀδελφοί. Δηλαδή, οἱ ἅγιες Μυροφόρες οἱ τόσο θαρραλέες, πού ὑπέδειξαν τόσο ἀνδρεία συμπεριφορά καί, ἐνῶ οἱ ἄνδρες ἤτανε κλειδωμένοι, αὐτές τριγύριζαν ἐκεῖ γύρω ἀπό τόν τάφο, ὅταν εἶδαν τόν ἄγγελο καί δέχτηκαν τήν ἀποκάλυψη, τήν φανέρωση τοῦ συγκλονιστικοῦ γεγονότος, τοῦ συγκλονιστικοῦ θαύματος τῆς Ἀνάστασης τοῦ Χριστοῦ μας, μετά ἔμειναν σιωπηλές καί δέν μποροῦσαν νά ποῦν τίποτα, σέ μιά κατάσταση δέους, σέ μιά κατάσταση ἔκπληξης θά λέγαμε, σέ μιά κατάσταση κατάπληξης μπροστά στόν Θεό, μπροστά στό θεϊκό αὐτό γεγονός, στό μεγάλο αὐτό θαῦμα. Καί αὐτή εἶναι ἡ ἔννοια τοῦ φόβου ἐδῶ. Δέν εἶναι ἕνας φόβος πού ἔχει μέσα του μία δειλία. Ἤτανε ἀνδρεῖες γυναῖκες, ἀλλά μπροστά σ’ αὐτό τό συγκλονιστικό, μπροστά σ’ αὐτή τήν θεϊκή ἀποκάλυψη, στό μεγαλύτερο γεγονός ὅλων τῶν αἰώνων, μπροστά στήν Ἀνάσταση μένουν σιωπηλές καί ἔχουνε αὐτό τόν φόβο, αὐτό τό δέος, αὐτή τήν κατάπληξη. Καί ἀξιώνονται ἀπό τόν Χριστό μας νά εἶναι οἱ πρῶτες εὐαγγελίστριες, οἱ πρῶτοι μάρτυρες τῆς Ἀνάστασης καί οἱ ὁποῖες, κατ’ ἐντολή τοῦ Κυρίου, φέρνουν αὐτό τό μήνυμα καί στούς Ἀποστόλους. 

Σήμερα λοιπόν σκέφτηκα, μέ ἀφορμή αὐτό πού λέει τό ἱερό Εὐαγγέλιο, νά ποῦμε, μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, γιά τό τί εἶναι ὁ φόβος. Γιατί πολλές φορές μᾶς ταλαιπωρεῖ αὐτό τό αἴσθημα -νά τό ποῦμε- αὐτή ἡ κατάσταση, καί φοβούμαστε. Καί νά δοῦμε τί λένε οἱ ἅγιοι Πατέρες πάνω σ’ αὐτό τό θέμα. Καί φυσικά τί λέει, πρῶτα ἀπ’ ὅλα, ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. 

Οἱ Πατέρες, λοιπόν, τόν φόβο τόν συμπεριλαμβάνουν στά πάθη, καί μαζί μέ τόν φόβο καί τίς συγγενεῖς καταστάσεις, ὅπως εἶναι ὁ τρόμος, τό δέος, τό ἄγχος, ἡ ἀγωνία, ἡ ἀδημονία. Γενικά ὁ φόβος προκαλεῖται ἀπό τόν κίνδυνο νά στερηθοῦμε κάτι ἤ νά πονέσουμε ἤ νά δοκιμαστοῦμε, ἤ ἐπειδή ἔχουμε αὐτή τήν ἰδέα ἤ τό αἴσθημα ὅτι θά χάσουμε κάτι, κάτι πού ἐπιθυμοῦμε νά ἔχουμε καί κάτι στό ὁποῖο εἴμαστε προσκολλημένοι. 

Ὡστόσο, ὁ φόβος δέν εἶναι πάντοτε πάθος. Ὑπάρχει καί καλός φόβος. Λέει ἕνας Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας, ὁ Κλήμης ὁ Ἀλεξανδρέας, ἄν καί εἶναι πάθος ὁ φόβος, ὅμως δέν εἶναι κάθε φόβος πάθος, δηλαδή κακός, ἁμαρτωλός. 

Ἔτσι λοιπόν θά δοῦμε, θά διακρίνουμε δύο εἴδη φόβου. Τό πρῶτο εἶδος φόβου εἶναι αὐτό πού ἔβαλε ὁ Θεός στόν ἄνθρωπο, ὅταν τόν ἔπλασε. Γιατί ὄντως ὁ φόβος εἶναι, θά μπορούσαμε νά ποῦμε, ἕνα δῶρο τοῦ Θεοῦ, εἶναι μιά ἐκδήλωση τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο. Μᾶς τόν ἔδωσε ὁ Θεός τόν φόβο καί γι’ αὐτό εἶναι καλό. Ἀλλά, δυστυχῶς, ἐμεῖς αὐτό τό δῶρο τοῦ Θεοῦ τό χρησιμοποιοῦμε σέ λάθος κατεύθυνση, καί ἀντί νά φοβούμαστε τόν Θεό, πού εἶναι ὁ καλός φόβος, ἀντί νά φοβούμαστε μήν χάσουμε τήν ἕνωσή μας μέ τόν Θεό, ἀντί νά φοβούμαστε μήν χάσουμε αὐτά πού μᾶς ἔχει δώσει ὁ Θεός, τήν ὕπαρξη, τήν κατά Θεόν ὕπαρξη ὅμως... ὄχι τήν ἐμπαθή καί ἀλλοτριωμένη ἀπό τόν Θεό ὕπαρξή μας, ἀλλά τήν ὕπαρξη πού ἔδωσε ὁ Θεός στόν ἄνθρωπο πρίν ἁμαρτήσει ὁ ἄνθρωπος, πού ἤτανε ὅλος χαριτωμένος, μέ μιά τέλεια ψυχή καί μιά πολύ ὡραία ψυχή, λίαν καλή, καί μέ ἕνα λίαν καλό σῶμα. 

Τό πρῶτο εἶδος φόβου λοιπόν, πού τό ἔβαλε ὁ Θεός στόν ἄνθρωπο, εἶναι καλό καί ἔχει δύο μορφές. Ἡ πρώτη μορφή εἶναι τό νά φροντίζει ὁ ἄνθρωπος νά φυλάξει τήν ὕπαρξή του καί νά προσπαθεῖ νά μήν τήν χάσει, τό σῶμα του καί τήν ψυχή του. Ἀλλά, ξαναλέω, αὐτά τά ἀδιάφθορα, τά καθαρά, ἔτσι ὅπως μᾶς τά ἔχει δώσει ὁ Θεός. Ὄχι τό σῶμα καί τήν ψυχή πού εἶναι συνδεδεμένα μέ τά πάθη. Κι αὐτό εἶναι καλό. 

Καί ἡ δεύτερη μορφή τοῦ καλοῦ φόβου εἶναι ὅταν ὁ ἄνθρωπος φοβᾶται τήν θεία τιμωρία σέ πρώτη φάση, καί γενικότερα ἔχει αὐτό πού λέμε τόν φόβο τοῦ Θεοῦ. Γιά τόν ὁποῖο φόβο τοῦ Θεοῦ λέει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ὅτι εἶναι ἡ ἀρχή τῆς σοφίας. «Ἀρχή σοφίας φόβος Κυρίου»[2]. Καί ἐννοεῖ ἀκριβῶς αὐτόν τόν σεβασμό πού πρέπει νά ἔχουμε πρός τόν Θεό καί ἀφετέρου νά τρέμουμε μήπως ἀποσυνδεθοῦμε, μήπως χάσουμε τήν ἕνωσή μας μαζί Του. Καί αὐτά τά δύο εἴδη τοῦ φόβου, τοῦ καλοῦ φόβου, ὅπως καταλαβαίνετε, συνδέονται μεταξύ τους. Ἄν κανείς δηλαδή φοβᾶται τόν Θεό, τότε θά φροντίσει σωστά καί γιά τήν ψυχή του καί γιά τό σῶμα του. Ἕνας ἄνθρωπος πού δέν φοβᾶται τόν Θεό, δέν τηρεῖ τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ καί δέν φροντίζει γιά τήν ψυχή του καί γιά τό σῶμα του, γιά τήν σωτηρία του... Ἡ σωτηρία τί εἶναι ἀκριβῶς; Εἶναι νά διασώσουμε αὐτή τήν ὕπαρξή μας στόν αἰῶνα, γιά πάντα, στήν αἰωνιότητα. Καί πῶς θά τήν διασώσουμε; Ἄν τήν ἑνώσουμε μέ τό αἰώνιο πού εἶναι ὁ Θεός. Τότε σώζεσαι πραγματικά. 

Ἔτσι καί αὐτό πού λέμε ἔνστικτο τῆς αὐτοσυντήρησης, θά λέγαμε εἶναι κάτι καλό. Ὁ Θεός τό ἔβαλε στόν ἄνθρωπο, ν’ ἀγαπάει τή ζωή, νά θέλει νά ζήσει. Καί εἶναι ἀρρωστημένο πράγμα ὁ ἄνθρωπος νά θέλει νά πεθάνει καί νά θέλει ν’ αὐτοκτονήσει. Εἶναι ἀποτέλεσμα, ὅπως θά δοῦμε, τῶν παθῶν καί τῆς ἁμαρτίας. 

Ὑπάρχει ὅμως, ὅπως εἴπαμε, καί ὁ κακός φόβος καί εἶναι ὁ φόβος πού συνδέεται μέ τό προπατορικό ἁμάρτημα. Εἶναι συνέπεια τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος. Καί ὁ ἄνθρωπος φοβᾶται πλέον ὄχι νά μή χάσει τήν ἕνωσή του μέ τόν Θεό, ἀλλά φοβᾶται νά μή χάσει τίς ἀπολαύσεις τῶν αἰσθήσεων, φοβᾶται νά μή χάσει τήν καλοπέραση, φοβᾶται νά μή χάσει ὅλα αὐτά πού τά λέμε πάθη καί ὅ,τι συνδέεται μέ αὐτά, ὅλες τίς ἀπολαύσεις καί τίς εὐχαριστήσεις, οἱ ὁποῖες συνδέονται μέ τήν ἱκανοποίηση τῶν παθῶν. Καί ἀμέσως μετά ἔρχεται ὁ φόβος τοῦ θανάτου. Ποιοῦ θανάτου ὅμως; Τοῦ σωματικοῦ θανάτου, γιατί ἄν κανείς χάσει τό σῶμα, μετά δέν θά μπορεῖ νά ἔχει τίς ἀπολαύσεις. Καί τρέμει λοιπόν νά μήν ἀρρωστήσει καί νά μήν πεθάνει! Καί εἶναι αὐτός ὁ κακός ὁ φόβος. 

Ὅταν ὁ ἄνθρωπος φοβᾶται τόν Θεό, φοβᾶται τήν ἁμαρτία, φοβᾶται αὐτό πού ὑπάρχει ἐνδεχόμενο νά τόν ἀποσυνδέσει, νά τόν ἀπομακρύνει ἀπό τόν Θεό. Κι αὐτό πού ἀπομακρύνει τόν ἄνθρωπο ἀπό τόν Θεό εἶναι ὁ πονηρός (ὁ διάβολος), ἡ ἁμαρτία, τά πάθη. Ὅλα αὐτά φοβᾶται ὁ ἄνθρωπος. Καί ὅταν ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ φοβᾶται αὐτά τά πράγματα -προσέξτε- δέν φοβᾶται τόν θάνατο. Δέν φοβᾶται τόν θάνατο, ἐξαφανίζεται ὁ φόβος τοῦ θανάτου καί ἐκεῖνο πού φοβᾶται εἶναι τόν θάνατο τῆς ψυχῆς, πού εἶναι ὁ χωρισμός τῆς ψυχῆς -καί τοῦ σώματος βεβαίως- ἀπό τήν Θεία Χάρη. Καί αὐτός εἶναι ὁ κυρίως θάνατος, ὁ ἀθάνατος θάνατος, δηλαδή ὁ θάνατος πού δέν τελειώνει, τό νά χωριστεῖς ἀπό τόν Θεό, νά χωριστεῖς ἀπό τήν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, πού τή λέμε Θεία Χάρη. Αὐτό φοβᾶται ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ. Καί βλέπετε, πῶς ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ διώχνει τόν φόβο τοῦ θανάτου. Κι ἄν δεῖς ἄνθρωπο πού φοβᾶται τόν θάνατο, αὐτό σημαίνει ὅτι ἔχει μιά προβληματική σχέση μέ τόν Θεό. Ἔλεγε ὁ μακαριστός ὁ π. Πορφύριος καί τό φώναζε καί τό τόνιζε: εἶμαι ἀθάνατος!.. γιά τόν Χριστιανό δέν ὑπάρχει θάνατος οὔτε κόλαση οὔτε διάβολος.. Μά, πῶς Γέροντα, δέν ὑπάρχει οὔτε θάνατος οὔτε κόλαση οὔτε διάβολος; Ἀφοῦ ὑπάρχουνε.. Ὑπάρχουνε, ἀλλά γιά τόν Χριστιανό εἶναι σάν νά μήν ὑπάρχουνε. Ἔχουνε νικηθεῖ, ἔχουνε καταπατηθεῖ καί τά τρία αὐτά ἀπό τόν Χριστό μας! Καί ὁ Χριστιανός πού εἶναι ἑνωμένος μέ τόν Χριστό, τά ἔχει καταπατήσει κι αὐτός. 

Ὁ προορισμός τοῦ Ἀδάμ ἤτανε νά γίνει κατά χάρη ἀθάνατος∙ ἀλλά μποροῦσε καί νά πεθάνει. Εἶχε ἐλεύθερη βούληση. Ἐάν ἐρχότανε σέ ἄμεση ἀντίθεση μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, μποροῦσε καί νά πεθάνει. Καί δυστυχῶς διάλεξε αὐτό, διάλεξε νά πεθάνει. Ἐνῶ εἶχε προειδοποιηθεῖ ἀπό τόν Θεό, ὅτι ἀπό τή στιγμή πού θά κάνεις παρακοή, θά πεθάνεις. Ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ ἄν τόν συγκρατοῦσε, δέν θά πέθαινε. 

Τό κακό εἶδος φόβου, τό δεύτερο εἶδος φόβου, ὅπου ὁ ἄνθρωπος φοβᾶται νά μήν χάσει τίς ἀπολαύσεις, νά μήν χάσει τό ἀλλοτριωμένο εἶναι του, τόν κακό ἑαυτό του, εἶναι ἀποτέλεσμα αὐτῆς τῆς πρώτης ἁμαρτίας τοῦ Ἀδάμ καί τῆς Εὔας, τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος. Καί εἶναι αὐτός ὁ κακός ὁ φόβος. Ὁ κακός προσανατολισμός αὐτοῦ τοῦ δώρου πού μᾶς ἔχει κάνει ὁ Θεός. Γιατί εἴπαμε, ὁ φόβος πού ἔδωσε ὁ Θεός στόν Ἀδάμ καί τήν Εὔα ἦταν ἕνα δῶρο τοῦ Θεοῦ, ἦταν κάτι καλό. Τοῦ ἔβαλε μέσα τήν φροντίδα νά φυλάξει τόν ἑαυτό του καί νά φυλάξει καί τήν σχέση του μέ τόν Θεό. Ὁ ἄνθρωπος τώρα αὐτόν τόν φόβο τόν κατηύθυνε στό νά φυλάξει τόν κακό ἑαυτό του. Ἔδωσε μιά κακή κατεύθυνση σ’ αὐτό τό δῶρο τοῦ Θεοῦ. Καί γίνεται πλέον ὁ ἄνθρωπος λάτρης τῶν παθῶν του καί τρέμει μήπως τά χάσει. 

Καί σάν ἀποτέλεσμα αὐτῆς τῆς ὑποδούλωσης στά πάθη, πού εἶναι ὑποδούλωση στήν φιλαυτία, εἶναι ὁ ἄνθρωπος συνεχῶς νά γεύεται τήν ὀδύνη, τόν πόνο τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος. Γιατί λένε οἱ Πατέρες, ὅτι μετά ἀπό κάθε ἡδονή ἔρχεται ἡ ὀδύνη καί ὁ πόνος. Καί ὁ ἄνθρωπος φοβᾶται μήπως χάσει κάποιο συγκεκριμένο αἰσθητό ἀντικείμενο ἤ τέλος πάντων κάποια κατάσταση, ἡ ὁποία τοῦ παρέχει κάποια συγκεκριμένη ἀπόλαυση. Γιατί ἔχει κάνει τό σχετικό ἀπόλυτο. Δηλαδή αὐτές τίς γήινες χαρές καί ἀπολαύσεις τίς ἔχει ἀπολυτοποιήσει, τίς ἔχει κάνει τό πᾶν. Νομίζει ὅτι αὐτό εἶναι τό πᾶν στή ζωή του, καί εἶναι αὐτό πού λέμε πλέον ὁ ἄνθρωπος ἀλλοτριωμένος, σαρκολάτρης, γήινος, ὑλιστής καί ὑποδουλωμένος σ’ ὅλα τά πάθη. 

Καί ἄλλοτε αὐτός ὁ φόβος συμβαίνει στήν ψυχή καί ἀπό τήν ψυχή μεταδίδεται καί στό σῶμα, καί ἄλλοτε συμβαίνει τό ἀντίθετο, λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος. Σ’ ὅλες τίς περιπτώσεις πάντως, αὐτός ὁ κακός φόβος, ὅταν ὑπάρχει στόν ἄνθρωπο, ἀποκαλύπτει τό δέσιμο καί τήν ἀγάπη πού ἔχει αὐτός ὁ ἄνθρωπος μέ τόν κόσμο, μέ τά κοσμικά, μέ τά ὑλιστικά ἀγαθά, μέ τίς ἡδονές τους, μέ τόν συγκεκριμένο ὑλιστικό καί ἀθεϊστικό τρόπο ζωῆς καί θεωρεῖ τή ζωή του σάν ἕνα ἐργαλεῖο γιά ἀπόλαυση. Γι’ αὐτό καί εἶναι χαρακτηριστική ἡ ἔκφραση, ὅταν κανείς πεθάνει νέος, λέει, δέν χάρηκε! Κρίμα τό παιδί… Γιατί; Θεωροῦμε τή ζωή μας σάν ἕνα μέσο ἡδονῆς, καί ὅσο πιό πολλά χρόνια ζεῖς, ἄρα πέτυχες τόν σκοπό σου.. εἶσαι μακάριος! Μά, αὐτή εἶναι ἡ χαρά μας; Αὐτή εἶναι ἡ μακαριότητά μας; 

Ὁ Ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σύρος γράφει: «Ὅτε ἄνθρωπος ἐν τῇ γνώσει καί τῇ πολιτείᾳ τοῦ σώματος ἵσταται, ἐκ τοῦ θανάτου πτοεῖται». Στήν ἁπλή γλώσσα, ὅταν ὁ ἄνθρωπος στέκεται - ζεῖ τήν ζωή τή σωματική, τῶν αἰσθήσεων τήν ζωή, τότε φοβᾶται τόν θάνατο. Ἕνας ἄνθρωπος πού εἶναι κολλημένος στό σῶμα καί τίς ἀπολαύσεις τίς σωματικές, τρέμει τόν θάνατο. 

Ρωτήθηκε ἕνας Γέροντας: «Γιατί φοβᾶμαι, ὅταν περιπατῶ στήν ἔρημο; Καί ἀπάντησε: Γιατί ἐξακολουθεῖς νά ζεῖς!». Ἐνῶ θά ἔπρεπε νά ἔχεις πεθάνει. Ὡς πρός τί; Ὡς πρός τό σῶμα, ὡς πρός τήν ζωή αὐτή, ὡς πρός τήν προσκόλληση σ’ αὐτή τήν ζωή καί στίς ἀπολαύσεις αὐτῆς τῆς ζωῆς. 

Καί ἄλλο ἕνα ἀπόφθεγμα: «Ἀδελφός ρώτησε ἕναν Γέροντα: Γιατί μέ καταλαμβάνει φόβος, ὅταν μοῦ τυχαίνει νά βγαίνω μόνος τήν νύκτα; Καί ὁ Γέροντας ἀπαντάει: Γιατί ἡ ζωή τοῦ κόσμου ἐξακολουθεῖ νά ἔχει ἀξία γιά σένα». Τό θεωρεῖς πολύ σπουδαῖο νά ζεῖς σ’ αὐτόν τόν κόσμο καί νά ζεῖς πολλά χρόνια. Καί ἀνεπιγνώστως τό ἐπιβεβαιώνουμε. Θέλουμε νά ζήσουμε πολλά χρόνια! Βέβαια σ’ ἕναν βαθμό δικαιολογεῖται, γιατί ὁ Θεός ἔχει βάλει μέσα στόν ἄνθρωπο τόν πόθο γιά τήν ζωή καί γιά νά φυλάξει τήν ὕπαρξή του. Ἀλλά τί μᾶς εἶπε ὁ Χριστός μας; «Μήν φοβᾶστε ἀπό τῶν ἀποκτενόντων τό σῶμα, τήν δέ ψυχήν μή δυναμένων ἀποκτεῖναι∙ νά φοβηθεῖτε Αὐτόν πού ἔχει τήν ἐξουσία νά σᾶς βάλει στήν γέεννα τοῦ πυρός»[3]. Κι αὐτός εἶναι ὁ Θεός! Ἑπομένως, μᾶς καλεῖ σέ μία ἀπάρνηση, σέ μία ἐλευθερία ἀπό τήν προσκόλληση σ’ αὐτή τή ζωή. Γι’ αὐτό καί εἶπε, ὅποιος θέλει νά Μέ ἀκολουθήσει, πρέπει νά ἀρνηθεῖ ἀκόμα καί τήν ψυχή του[4]! Καί ἡ ψυχή ἔχει τήν ἔννοια τῆς ζωῆς. Δηλαδή ἄν χρειαστεῖ, γιά νά φυλάξεις τήν ἕνωσή σου μέ τόν Χριστό, νά χάσεις τήν βιολογική ζωή σου, νά τό ἐπιλέξεις∙ νά τήν χάσεις, προκειμένου νά μήν χάσεις τήν ἕνωσή σου μέ τήν Ζωή, πού εἶναι ὁ Χριστός. 

Ἐνῶ τό πρῶτο εἶδος φόβου, πού εἴπαμε εἶναι ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ, εἶναι τό κατά φύσιν, τό δεύτερο εἶδος φόβου, πού φοβᾶται ὁ ἄνθρωπος νά μή χάσει τίς ἀπολαύσεις τίς γήινες καί τά πάθη μέ τά ὁποῖα αὐτές εἶναι συνδεδεμένες, εἶναι παρά φύσιν, εἶναι παράλογο. Εἶναι ἕνα κακό πάθος καί ὀφείλεται στό γεγονός ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἀπομάκρυνε τόν διπλό σκοπό τοῦ φόβου, πού εἴπαμε ὅτι ἤτανε ἀφενός μέν νά συντηρήσει τήν ὕπαρξή του, νά τήν σώσει, ψυχή καί σῶμα, καί ἀφετέρου νά σώσει τήν ἕνωσή του μέ τόν Χριστό, νά διαφυλάξει τήν κοινωνία του, τήν κοινωνία μέ τόν Χριστό. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀπομακρύνει αὐτόν τόν σκοπό ἀπ’ τή ζωή του, τότε πέφτει στόν ἄλλο φόβο, τόν κακό φόβο, καί φοβᾶται μή χωριστεῖ ἀπ’ αὐτόν τόν προσωρινό κόσμο καί φοβᾶται μή χάσει τήν ἐμπαθῆ ζωή καί τήν ἡδονή πού συνδέεται μ’ αὐτή. 

Ἀντί νά φοβᾶται ὅ,τι ἀπειλεῖ τήν ὕπαρξή του καί ἰδιαίτερα τήν πνευματική του ὕπαρξη, ὁ ἄνθρωπος ἀρχίζει νά φοβᾶται ὅ,τι θέτει σέ κίνδυνο τό αἰσθητό εἶναι του, ἤ θά λέγαμε ἴσως, καί τό αἰσθησιακό εἶναι του, ὅ,τι συνδέεται μέ τίς αἰσθήσεις καί μέ τίς ἀπολαύσεις. 

Καί στό σημεῖο αὐτό φαίνεται, ὅτι ὁ κατά Θεόν φόβος -πού εἴπαμε εἶναι καλό- καί ὁ «κοσμικός» φόβος δέν εἶναι τίποτα ἄλλο παρά δύο διαφορετικές στάσεις, δύο διαφορετικοί προσανατολισμοί πού δίνουμε σ’ αὐτή τήν δύναμη, τήν δυνατότητα πού ἔχει ὁ ἄνθρωπος νά φοβᾶται. Καί πρέπει νά φοβᾶται ὁ ἄνθρωπος, ἀλλά τόν Θεό. Καί δέν πρέπει νά φοβᾶται ὁ ἄνθρωπος νά χάσει αὐτή τή ζωή καί τίς ἀπολαύσεις αὐτῆς τῆς ζωῆς. Ἄν φοβόμαστε κάποιο πράγμα αὐτοῦ τοῦ κόσμου, αὐτό συμβαίνει γιατί δέν φοβόμαστε τόν Θεό· καί ἀντίστροφα, ὅποιος φοβᾶται τόν Θεό, δέν ἔχει νά φοβηθεῖ τίποτα ἄλλο. «Ὁ δοῦλος Κυρίου γενόμενος τόν οἰκεῖον Δεσπότην καί μόνον φοβηθήσεται»[5], λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος. Μόνο τόν Κύριό του θά φοβηθεῖ, αὐτός πού ἔγινε δοῦλος τοῦ Κυρίου. Καί ἐμεῖς αὐτό λέμε, «μεταλαμβάνει ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ, ἡ δούλη τοῦ Θεοῦ τάδε..». Τό λέμε, ἀλλά τό πιστεύουμε; Ἄν εἶσαι δοῦλος Κυρίου, δέν πρέπει νά φοβᾶσαι κανέναν ἄλλον. Ἔχεις Κύριο. Αὐτόν θά φοβᾶσαι! Ἕνας πού φοβᾶται καί ἄλλα καί ἄλλους, σημαίνει ὅτι ἔχει καί ἄλλους κυρίους, καί δέν εἶναι δοῦλος τοῦ Κυρίου, ἀλλά εἶναι δοῦλος ἀνθρώπων. 

«Ὁ δέ τοῦτον οὔπω φοβούμενος», ὅποιος δέν φοβᾶται τόν Δεσπότη, τόν Κύριο, τόν Χριστό μας, «τήν ἑαυτοῦ σκιάν πολλάκις πεφόβηται»[6]. Φοβᾶται καί τήν σκιά του, λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος. Γιά αὐτόν τόν λόγο, ὁ φόβος-πάθος, ὁ κακός φόβος, εὐνοεῖται ἀπό τήν ἀκαρπία τῆς ψυχῆς. Διότι δέν ὑπάρχει θεία παρουσία σ᾽ αὐτήν τήν ψυχή πού εἶναι ἄκαρπη, πού δέν ἔχει ἀρετές, πού δέν ἔχει πνευματική προσπάθεια καί πνευματικό ἀγώνα. Καί στό μέτρο πού εἶσαι χωρίς καρπούς πνευματικούς, στό μέτρο αὐτό εἶσαι γεμάτος φόβους, γεμάτος φοβίες, γεμάτος ἀνασφάλειες, γεμάτος ἀγωνία, γεμάτος ἄγχος. Βλέπετε σήμερα πόσο ὁ ἄνθρωπος, ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος εἶναι γεμάτος ἀπ’ ὅλα αὐτά. Καί ἡ ἐξήγηση, βλέπετε, εἶναι πολύ ἁπλή! Μᾶς τήν λένε οἱ Πατέρες ἐδῶ καί 2000 χρόνια. Εἶναι ἡ ἀκαρπία τῆς ψυχῆς, τό ὅτι ἡ ψυχή δέν ἔχει μέσα της Χάρη Θεοῦ, δέν ἔχει Θεία Χάρη. Καί πῶς νά τήν ἔχεις βέβαια τήν Θεία Χάρη, ἅμα δέν πᾶς νά τήν πάρεις ἀπό κεῖ πού πουλιέται; Καί ἡ Θεία Χάρη δέν πουλιέται οὔτε στά σουπερμάρκετ οὔτε στά πολυκαταστήματα οὔτε στίς ἀπολαύσεις τίς γήινες, ἀλλά δίνεται δωρεάν, χωρίς νά κάνεις τίποτα, χωρίς νά πληρώσεις τίποτα. Ἁπλῶς πρέπει νά πᾶς νά τήν πάρεις. Δίνεται δωρεάν στό ταμεῖο τοῦ Θεοῦ πού εἶναι ἡ Ἐκκλησία, καί τήν παίρνεις μέσα ἀπό τά μυστήρια. Ἄν λοιπόν δέν ἐργαστεῖς, δέν κάνεις αὐτή τήν ἁπλή κίνηση νά σηκωθεῖς ἀπό τό κρεβάτι τῆς ραθυμίας καί τῆς τεμπελιᾶς καί νά πᾶς στήν ἐκκλησία νά λειτουργηθεῖς, νά ἐξομολογηθεῖς καί νά πᾶς νά κοινωνήσεις, ἔ μετά, πῶς δέν θά ἔχεις φοβίες; Πῶς δέν θά ἔχεις φόβους καί ἀγωνίες; Θά τά ἔχεις ὅλα αὐτά. 

Αὐτό συνέβη καί μέ τόν Ἀδάμ. Τί λέει; «Ἐφοβήθην». Γιατί κρύφτηκες, τοῦ λέει ὁ Θεός. «Ἐφοβήθην», φοβήθηκα, «ὅτι γυμνός εἰμί»[7], γιατί εἶμαι γυμνός. Τί γυμνός; Πρῶτα δέν ἦταν; Εἶναι γυμνός ἀπό τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ. Γυμνώθηκε ἀπό τή Χάρη, ἔχασε τήν Χάρη καί γι’ αὐτό φοβήθηκε. Βλέπετε; Ἀμέσως μόλις ὁ ἄνθρωπος χάσει τήν Χάρη, χάσει τήν ἕνωση, χάσει τήν κοινωνία μέ τόν Χριστό, ἀμέσως ἔρχεται ὁ φόβος, ἕνας ἀδιόρατος, ἔτσι πού δέν μποροῦμε νά τόν καταλάβουμε κιόλας.. Σοῦ λέει, ναί, φοβᾶμαι.. δέν ξέρω τί φοβᾶμαι.. Τό λέμε οἱ ἄνθρωποι, δέν τό λέμε; Πολλές φορές. Ἔ, πρέπει νά δεῖς μέσα στήν ψυχή σου, ποῦ ἔχεις σφάλλει, ποῦ ἔχεις ἁμαρτήσει. Γιατί ἔχασες αὐτή τήν παρρησία πρός τόν Θεό, αὐτό τό θάρρος πού εἶχες πρός τόν Θεό; Γιατί κάπου ἔσφαλλες! Καί λένε οἱ Πατέρες, ὅτι στό μέτρο πού δέν συνειδητοποιεῖς τά λάθη σου, φοβᾶσαι. Γιατί ὑπάρχουνε καί λάθη πού δέν τά ἔχουμε συνειδητοποιήσει. Γιατί δέν τά ἔχουμε συνειδητοποιήσει; Γιατί εἴμαστε ἀμελεῖς, δέν ψάχνουμε. Δέν παρακολουθοῦμε τόν ἑαυτό μας καί ἐνῶ ἁμαρτάνουμε καί πολλές φορές ἀσύστολα καί βαριά, σοῦ λέει «τί ἔκανα;.. δέν ἔκανα τίποτα»! Καί μετά τρέμει τά πάντα, τρέμει καί τόν ἴσκιο του. Καί δέν μπορεῖ νά τό ἐξηγήσει.. Καί νά ἡ ἐξήγηση, πολύ ἁπλή! 

Βλέπεις σήμερα ἄς ποῦμε φτάσαμε στό σημεῖο νά κάνουμε τήν πορνεία κανόνα μέ τίς προγαμιαῖες σχέσεις, νά κάνουμε γάμο καί βάφτιση μαζί, νά εὐλογοῦμε δηλαδή τόν παράνομο καρπό τῆς παράνομης σχέσης.. καί δέν μᾶς ἐλέγχει καθόλου ἡ συνείδηση. Λέει, τί κάνουμε;.. ὅλοι ἔτσι κάνουνε σήμερα.. καί νά δίνουμε εὐλογία καί στά παιδιά μας καί στά ἐγγόνια μας.. ἔ, σοῦ λέει, ἀφοῦ ὅλοι τό κάνουνε, ἄς τό κάνει καί τό δικό μου παιδί.. Ἔ, μετά πῶς δέν θα γεμίσεις ἀπό φοβίες καί ἀπό ἀνασφάλειες; 

Ὅπως ὅλα τά ὑπόλοιπα πάθη, ἔτσι καί ὁ φόβος παρουσιάζεται ἀπό τούς Πατέρες σάν νόσος, σάν ἀρρώστια. Πρῶτα ἀπ’ ὅλα ὁ φόβος φανερώνει μιά παθολογική σχέση πού ἔχει ὁ ἄνθρωπος μέ τόν Θεό. Ὁ ἄνθρωπος ἀποστρέφεται τόν Θεό, πού εἶναι ἡ πηγή τῆς ζωῆς του, πού εἶναι ἡ ἀρχή καί τό τέλος τοῦ εἶναι του, πού εἶναι τό νόημα τῆς ὕπαρξής του καὶ τοποθετεῖ στό κέντρο τῶν μερίμνων του, στό κέντρο τῆς ζωῆς του, στό κέντρο τῆς φροντίδας του τήν αἰσθητή πραγματικότητα, αὐτά πού βλέπει καί ἀκούει καί πιάνει καί τρώει καί γεύεται καί ὀσφραίνεται, καί κάνει κέντρο τῆς ζωῆς του. Τά κάνει Ἀπόλυτο. Τό σχετικό τό κάνει Ἀπόλυτο. Τό βάζει δηλαδή στή θέση τοῦ Θεοῦ, αὐτό σημαίνει τό κάνει ἀπόλυτο. 

Φοβούμενος τήν ἀπώλεια κάποιου ἀγαθοῦ τοῦ κόσμου καί κάποιας αἰσθητῆς ἡδονῆς, ἀντί νά φοβᾶται τήν ἀπώλεια τοῦ Θεοῦ καί συνεπῶς τοῦ ἴδιου τοῦ ἑαυτοῦ του, ἀπομακρύνεται τελικά ἀπό τόν Θεό. Γιατί ἄν χάσεις τόν Θεό, ἔχασες τόν ἑαυτό σου. Καί εἶναι πολύ πλανεμένο αὐτό τό σλόγκαν πού λέμε «πάρε τή ζωή σου στά χέρια σου» καί τό λέμε καί στά παιδιά. Μά ἀκριβῶς τότε θά τή χάσεις τή ζωή σου, ὅταν τήν πάρεις στά χέρια σου. Θά τήν κερδίσεις, ὅταν τήν δώσεις στόν Θεό, ὅταν τήν ἀφήσεις στόν Θεό, ὅπως τό λέει συνέχεια ἡ Ἐκκλησία, «ἑαυτούς καί ἀλλήλους καί πᾶσαν τήν ζωήν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα». 

Ὅλη ἡ διαδικασία τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος ἐντοπίζεται πάλι, σέ κάθε ἄνθρωπο. Αὐτό τό ἴδιο ἔκανε καί ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα. Ἔκαναν τό σχετικό ἀπόλυτο. Εἶδαν τόν καρπό πόσο ὡραῖος εἶναι, τόν γεύτηκαν, πολύ ὡραία γεύση, τόν ἔδωσε ἡ Εὔα καί στόν Ἀδάμ καί ἔχασαν τήν ἕνωσή τους μέ τόν Θεό. Καί ἔβαλαν στή θέση τοῦ Θεοῦ τόν ἑαυτό τους, «ἐγώ θά γίνω θεός ἀπό μόνος μου!». Αὐτή ἦταν ἡ συμβουλή τοῦ φιδιοῦ.. δέν χρειάζεσαι τόν Θεό.. θά σοῦ πῶ ἐγώ μιά συνταγή.. Ὅπως λένε καί σήμερα οἱ μάγοι, δέν χρειάζεσαι τήν Ἐκκλησία.. θά σοῦ πῶ ἐγώ τί θά κάνεις.. θά διαβάσεις ἕνα ξόρκι.. θά πᾶς ἑφτά φορές ἀπ’ τή βρύση καί θά πάρεις νερό.. τέτοιες ἀνοησίες! Καί πᾶνε οἱ ἄνθρωποι καί τά κάνουν.. γιά νά πετύχουνε τί; Νά πετύχουν τελικά τήν ἀποσύνδεσή τους ἀπό τόν Θεό. Ὁ Χριστός εἶναι τό Α καί τό Ω, ἡ ἀρχή καί τό τέλος τῶν πάντων! Ἀλλά προσέξτε, συγχρόνως εἶναι καί τό νόημα τῆς ζωῆς μας. Σήμερα λένε οἱ φιλόσοφοι ὅτι τό βασικό πρόβλημα πού ἔχει ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὅτι δέν βρίσκει νόημα στή ζωή του. Δέν βρίσκει νόημα, δέν ξέρει γιά ποιό λόγο νά ζεῖ! Γιατί νά ζεῖ! Καί ἀκριβῶς αὐτό εἶναι, γιατί ἔχει ἀπομακρύνει τόν Χριστό. Γιατί μόνο μέ τόν Χριστό ἔχει νόημα ἡ ζωή. 

Ὁ ἔμφοβος, αὐτός πού φοβᾶται δηλαδή, δέν ἔχει λησμονήσει τόν Θεό ὡς ἀρχή καί τέλος, ἀλλά καί ὡς νόημα τῆς ζωῆς του. Τόν ἔχει ἀπαρνηθεῖ, Τόν ἔχει ἀγνοήσει. Δηλαδή δέν Τόν σκέφτεται, δέν θέλει νά Τόν ξέρει. Καί τοῦ λές τοῦ ἄλλου.. ἄσε με, σοῦ λέει, τώρα γιά τόν Θεό, νά ποῦμε κάτι ἄλλο.. θέλει νά μένει στήν ἄγνοια. Γι’ αὐτό εἶναι ἔνοχη ἡ ἄγνοια. Καί ἔχει ἀρνηθεῖ κοντά στά ἄλλα καί τήν Πρόνοια καί τήν προστασία τοῦ Θεοῦ, μέ τήν ὁποία περιβάλλει κάθε ὕπαρξη. Καί ἐνῶ ὁ Χριστός μας τό λέει τόσο τρυφερά, τόσο στοργικά, «ἔχω μετρήσει καί τίς τρίχες τῆς κεφαλῆς σου»[8], Ἐγώ νοιάζομαι γιά σένα καί γι’ αὐτά πού ἐσύ δέν νοιάζεσαι… πού δέν δίνεις σημασία! Ποιός δίνει σημασία νά μετρήσει τίς τρίχες του, ἄς ποῦμε; Ποιός τίς ἔχει μετρήσει; Ἀκόμα κι αὐτοί πού κάνουνε τά καλλυντικά καί τίς καλλυντικές ἐπεμβάσεις, δέν φτάνουνε σ’ αὐτό τό σημεῖο. Κι ὅμως ὁ Θεός σοῦ λέει, τίς ἔχω μετρήσει! Δηλαδή τί σημαίνει αὐτό; Ὅτι νοιάζομαι καί γι’ αὐτά τά τιποτένια καί εἶναι ὅλα στήν Πρόνοιά Μου! Καί τί ἔχεις νά φοβᾶσαι μετά; Τίποτα. Κι ὅμως, εἴμαστε περίφοβοι, γιατί ἀκριβῶς ἔχουμε ἀπορρίψει τήν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ καί ἔχουμε ἀναθέσει τόν ἑαυτό μας στή δική μας πρόνοια.. καί λέω, ἐγώ θά φροντίσω, ἐγώ θά δουλέψω, ἐγώ θά ζήσω τόν ἑαυτό μου καί τήν οἰκογένειά μου. Ἔ, ἀφοῦ τό θέλεις, κάντο! Καί γεμίζεις μετά μέ ἄγχος, γιατί βλέπεις ὅτι δέν μπορεῖς νά κάνεις τίποτα. Ἀργά ἤ γρήγορα αὐτό καταλαβαίνεις. 

«Ρώτησαν ἕναν Γέροντα: Γιατί φοβᾶμαι διασχίζοντας τήν ἔρημο; Καί αὐτός ἀπάντησε: Γιατί νομίζεις ὅτι εἶσαι μόνος καί δέν βλέπεις τόν Θεό δίπλα σου». Αὐτό ἔχει πάθει ὁ ἄνθρωπος πού ἔχει ἀποσυνδεθεῖ ἀπό τόν Θεό. Δέν βλέπει τόν Θεό, ἐνῶ ὁ Θεός εἶναι δίπλα του! Εἶναι δίπλα σέ ὅλους μας, καί σ’ αὐτούς πού Τόν ἔχουν ἀρνηθεῖ. Δίπλα του εἶναι! Ἀλλά ἀκριβῶς, ἐπειδή Τόν ἔχουν ἀρνηθεῖ, δέν ἔχουν μάτια νά Τόν δοῦνε καί εἶναι δυστυχισμένοι, βασανισμένοι. 

Καί ζεῖ ὁ ἄνθρωπος αὐτός μέ μιά παραίσθηση, μέ μιά ψευδαίσθηση. Ποιά εἶναι ἡ παραίσθηση καί ψευδαίσθηση; Ὅτι εἶναι μόνος. Αὐτή εἶναι ἡ πιό μεγάλη ψευδαίσθηση τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι ποτέ μόνος. Ἔχει πάντα δίπλα του τόν Χριστό. Καί ἀλλοίμονο στόν ἄνθρωπο, καί μάλιστα στόν Χριστιανό πού λέει, εἶμαι μόνος, δέν ἔχω κανέναν! Αὐτό σημαίνει ὅτι δέν ἐμπιστεύεται τά λόγια τοῦ Χριστοῦ μας, δέν ἐμπιστεύεται τήν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Δέν εἶναι ὁ Χριστός τό Α καί τό Ω καί τό νόημα τῆς ζωῆς του. 

Ὁ φόβος ἀκόμα εἶναι τεκμήριο τῆς ἀπώλειας τῆς πίστης στή Θεία Πρόνοια: «Τί δειλοί ἐστε; Πῶς οὐκ ἔχετε πίστιν;»[9] λέγει ὁ Χριστός στούς κατατρομαγμένους ἀπό τήν θύελλα μαθητές. Ἀκόμα, εἶναι ἀπώλεια τῆς πίστης καί στά πνευματικά ἀγαθά. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἔχει κέντρο τῆς ζωῆς του τά ὑλικά ἀγαθά καί τίς ὑλικές ἀπολαύσεις, αὐτό τί σημαίνει; Ὅτι δέν πιστεύει ὅτι ὑπάρχουν πνευματικά ἀγαθά, ὅτι ὑπάρχουν οὐράνια ἀγαθά, αἰώνια ἀγαθά πού κανένας δέν μπορεῖ νά τά κλέψει, κανένας δέν μπορεῖ νά τά ἁρπάξει καί οὔτε χρειάζονται τράπεζες γιά νά τά ἀσφαλίσεις. Κανείς δέν μπορεῖ νά σοῦ τά πάρει. Ἀλλά τότε γιατί δέν τά ἐπιδιώκεις; Γιατί δέν τό πιστεύεις. 

«Μίαν ὀδύνην εἰδώς, τήν τούτων [θείων] ἀποτυχίαν». Ὁ ἄνθρωπος πού πιστεύει στά πνευματικά ἀγαθά, μία λύπη μόνο γνωρίζει, μή τυχόν καί χάσει αὐτά τά ἀγαθά. Νά τοῦ πάρουν τά ὑλικά ἀγαθά; Κανένα πρόβλημα. Νά τά πάρουν ὅλα! Δέν ἔχει καμιά στενοχώρια. Ἐκεῖνο πού φοβᾶται, κι αὐτό εἶναι καλός φόβος, πρέπει νά τόν ἔχουμε, νά μή χάσουμε αὐτά τά αἰώνια, «πού ἔχει ἑτοιμάσει ὁ Θεός τοῖς ἀγαπῶσι Αὐτόν»[10]. Τά θεῖα ἀγαθά εἶναι πραγματικά τά μόνα, τά ὁποῖα ἔχουν γιά τόν ἄνθρωπο ἀπόλυτη ἀξία καί ζωτική σημασία. Ὁ ἄνθρωπος, πού ἔχει ἐμπιστοσύνη στόν Θεό καί ἔχει πραγματικά γίνει μέτοχος τῆς Ἀνάστασης, τί σημαίνει ἔχει γίνει μέτοχος τῆς Ἀνάστασης; Σημαίνει ὅτι αἰσθάνεται τόν ἀναστημένο Χριστό μέσα του. Καί τί σημαίνει αὐτό; Σημαίνει ὅτι αἰσθάνεται τήν Χάρη τοῦ ἀναστημένου Νικητή. Καί τί σημαίνει αὐτό; Σημαίνει ὅτι ἔχει τόν καρπό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἔχει «ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότητα, ἀγαθωσύνη, πίστη, πραότητα, ἐγκράτεια»[11]. Τά ἔχεις αὐτά; Ἔ, τότε εἶσαι μέτοχος τῆς Ἀνάστασης, εἶσαι ἀναστημένος, ἔχεις ἀγαθές ἐλπίδες νά δεῖς τόν Χριστό στήν ἄλλη ζωή καθαρότερα, τελείως καθαρά. Τώρα Τόν βλέπεις σκιωδῶς, «ὡς ἐν ἐσόπτρῳ καί αἰνίγματι»[12]. Ἀλλά ἐφόσον ἔχεις αὐτά, ἔχεις τόν καρπό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἔχεις σοβαρές καί βέβαιες ἐλπίδες ὅτι θά Τόν δεῖς καθαρά καί στήν ἄλλη ζωή. Ἄν δέν τά ἔχεις αὐτά, πρέπει νά τά ἀναζητήσεις, νά δεῖς γιατί δέν τά ἔχεις. Νά διορθωθεῖς, γιά νά τά ἀποκτήσεις. 

Ὁ ἄνθρωπος λοιπόν πού εἶναι μέτοχος τῆς Ἀνάστασης καί αἰσθάνεται τή Χάρη τοῦ Θεοῦ μέσα του μέ τόν τρόπο πού εἴπαμε, αὐτός δέν φοβᾶται πλέον καμιά ἐπίθεση εἴτε κατά τῆς ψυχῆς εἴτε κατά τοῦ σώματός του, οὔτε ἀκόμα τήν ἐπίθεση τοῦ θανάτου πού σκοτώνει προσωρινά τό σῶμα, ἀλλά δέν μπορεῖ νά κάνει τίποτε περισσότερο. Ὅποιος ἑνώνεται μέ τόν Θεό, βρίσκει σ᾽ Αὐτόν τήν πληρότητα τῶν ἀγαθῶν καί δέν φοβᾶται μήπως στερηθεῖ κάποιου αἰσθητοῦ ἀγαθοῦ. Βλέπετε μέ πόση ἄνεση οἱ ἅγιοι Πατέρες καί οἱ ἀσκητές καί οἱ ἐρημίτες ἄδειαζαν τό κελί τους καί τό δίνανε στόν ὁποιοδήποτε κλέφτη! Καί τοῦ λέγανε, κοίταξε, νά αὐτά ἔχω, πάρτα.. ἄν ξεχνοῦσε καί τίποτε, τόν κυνηγοῦσαν ἀπό πίσω.. ξέχασες αὐτό.. πάρτο κι αὐτό! Δέν εἶχαν κανένα πρόβλημα, γιατί ἦταν προσανατολισμένοι στά οὐράνια ἀγαθά καί ἐκεῖνα φοβόντουσαν νά μή χάσουν. 

Ὁ φόβος δέν ἀφορᾶ μόνο στήν ἔλλειψη πίστης στά πνευματικά ἀγαθά, ἀλλά ὁ ἴδιος ἀποδίδει μάταιη πίστη στά αἰσθητά ἀγαθά. Τούς δίνει μιά ὑπεραξία πού δέν ἔχουν. Κολλάει σ’ αὐτά, στά χρήματα, στά χρυσαφικά, στίς περιουσίες, στά κληρονομικά καί τούς δίνει μιά ἀξία πού δέν ἔχουν. Ἐνῶ εἶναι ἄνθος καί χλόη, πού σύντομα μαραίνεται καί πέφτει, ὁ ἄνθρωπος αὐτός τά ἔχει κάνει θεούς. Τά ἔχει βάλει στή θέση τοῦ Θεοῦ, τούς δίνει μιά ἀξία θησαυροῦ, ὁ ὁποῖος τάχατες θά καταξιώσει τήν ζωή τους καί τήν ὕπαρξή τους, καί ἀργά ἤ γρήγορα τά χάνει ἐξαιτίας τοῦ πρόσκαιρου καί παροδικοῦ χαρακτήρα τους ἤ ἐξαιτίας τοῦ θανάτου του. Πεθαίνεις, τά ἀφήνεις ὅλα. Καί μαζί μ' αὐτά χάνεται καί ἡ ἡδονή πού συνδέεται μ' αὐτά, πού δέν εἶναι τίποτα μπροστά στήν ἡδονή τῶν ἀγαθῶν τῶν οὐρανίων, τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Γι αὐτό ὁ ἄνθρωπος ὁ πεσμένος, ὁ ἁμαρτωλός καί ἀμετανόητος, πού ἔχει κολλήσει σ’ αὐτά τά ἀγαθά, σφάλλει ὡς πρός τήν ἀληθινή οὐσία τῶν πραγμάτων καί τῶν ἡδονῶν στίς ὁποῖες προσκολλᾶται. Κάνει δηλαδή ἕνα βασικό λάθος, ριζικό λάθος. Ἔχει μιά ριζικά λανθασμένη ἐκτίμηση γιά τά ἀγαθά τοῦ κόσμου. Ἄν γνώριζε πραγματικά τή φύση τῶν ἀγαθῶν, ὅτι ὅλα εἶναι γῆ καί σποδός, ὅτι εἶναι χῶμα καί λάσπη, ὅτι εἶναι προσωρινά καί μάταια, τότε θά προσανατολιζότανε σωστά. Ἀγνοοῦμε τή φύση τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν, ὅτι δέν ἔχει ἀξία, καί γι’ αὐτό κολλᾶμε σ’ αὐτά. 

Ὁ φόβος εἶναι ἀνωφελής καί γι’ αὐτό εἶναι καί παράλογος. Κάποιος πού φοβᾶται, δέν ἔχει ὠφέλεια ἀπ’ αὐτό τό συναίσθημα -ἄς τό ποῦμε ἔτσι- πού νιώθει. Τί θά πάθεις δηλαδή; Τί θά γίνει καλύτερο ἄν φοβᾶσαι, ἄν μπεῖς στήν ἀγωνία καί στό ἄγχος; Τίποτα δέν γίνεται. 

Δέν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος μέ τόν φόβο νά ἐμποδίσει ὁτιδήποτε τοῦ συμβαίνει ἤ ἀναπόφευκτα ἤ ἐνδεχόμενα ἔρχεται καί θά τοῦ συμβεῖ. Οὔτε ν’ ἀποφύγει τόν κίνδυνο ἤ τήν στέρηση πού φοβᾶται, ἄν ὑποθέσουμε ὅτι πράγματι θά γίνουν. Λέγει ὁ Κύριος: «Τίς ἐξ ὑμῶν», ποιός ἀπό σᾶς, «μεριμνῶν», μπαίνοντας στήν διαδικασία τῆς ἀγωνιώδους φροντίδας, «δύναται προσθεῖναι ἐπί τήν ἡλικίαν αὐτοῦ πῆχυν ἕνα;»[13], μπορεῖ νά προσθέσει ἕναν πῆχυ στό ὕψος του; Νά ψηλώσει ἄς ποῦμε δύο ἑκατοστά, πέντε ἑκατοστά; Ὅσο καί ν’ ἀγωνιστεῖς καί νά τεντωθεῖς, δέν θά τό καταφέρεις. Γιατί λοιπόν ἀγωνιᾶς; Γιατί φοβᾶσαι; 

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός σ’ αὐτόν τόν φόβο πού δέν ἔχει κανένα ἀποτέλεσμα καί σ’ αὐτήν τήν ἀγωνία πού δέν φέρνει καμιά ὠφέλεια, ἀντιπαραθέτει, μᾶς δίνει σάν φάρμακο δηλαδή, τήν ἐνεργή ἀμεριμνησία. Ἡ ἀμεριμνησία, τό νά μήν φροντίζεις δηλαδή, δέν εἶναι μιά κατάσταση ὕπνου, μιά παθητική κατάσταση. Εἶναι μιά ἐνεργητική κατάσταση. Ὅπως καί ὁ ἡσυχασμός εἶναι ἡ πιό ἐνεργητική ζωή. Ἡ πιό δραστήρια ζωή εἶναι ὁ ἡσυχασμός. Γιατί ἀκριβῶς ἐνεργοποιεῖς ὅλο σου τό εἶναι καί τό κατευθύνεις πρός τόν Θεό. Ὅταν λοιπόν ἀφήνεις τά πάντα στόν Θεό, δέν εἶσαι τεμπέλης, οὔτε ράθυμος, οὔτε ἕνας παθητικός ἄνθρωπος, ἀλλά εἶσαι πολύ ἐνεργητικός. Κι αὐτή ἡ ἐνεργή ἀμεριμνησία εἶναι πού σέ γλιτώνει ἀπό τόν ἀναποτελεσματικό φόβο, ἀπό τόν φόβο πού δέν ἔχει καμιά ὠφέλεια. Ἄφησέ τα λοιπόν ὅλα στήν θεία Πρόνοια καί ἔχεις τό ἀντίδοτο τοῦ φόβου. Ἄν σήμερα οἱ ἄνθρωποι πάσχουνε ἀπό ἀγωνίες καί ἄγχη καί στρές καί πᾶνε καί παίρνουνε ἀντικαταθλιπτικά καί ἠρεμιστικά, ἤ τό ρίχνουνε στό ἀλκοόλ, ἤ στά ναρκωτικά, ἤ καί σέ ἄλλα ναρκωτικά-ψυχοναρκωτικά, στόν τζόγο, στό διαδίκτυο, τώρα εἶναι κι αὐτό ναρκωτικό καινούριο πού ἔχουμε.. ὅλα αὐτά δέν εἶναι τίποτα ἄλλο παρά ὑπεκφυγές. Δέν θέλεις νά δεῖς τήν ἀλήθεια, δέν θέλεις νά γνωρίσεις τήν ἀλήθεια πού εἶναι πολύ ἁπλή, «ἑαυτούς καί ἀλλήλους Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα» καί ἔφυγε τό ἄγχος! Δηλαδή δέν ἔχεις λόγο νά ἀγχωθεῖς, ἀφοῦ ξέρεις ὅτι ἔχεις ἕναν Πατέρα πού σ’ ἔχει στήν ἀγκαλιά Του καί φροντίζει καί γιά τίς τρίχες σου ἀκόμα! Τίς ἔχει ἤδη μετρήσει! 

Ἡ παθολογία τοῦ φόβου συνδέεται ἐπίσης καί μέ τήν φαντασία. Ὁ ἄνθρωπος πού φοβᾶται, φαντάζεται, καί ἡ φαντασία, πού εἶναι μιά ἀπό τίς δυνάμεις τῆς ψυχῆς, καλύπτει ὅλες τίς ἄλλες δυνάμεις καί ὁ ἄνθρωπος ἀλλοιώνει τήν πραγματικότητα καί ζεῖ ἀνύπαρκτες καταστάσεις μέσω τῆς φαντασίας. Καί εἶναι βέβαιος γι’ αὐτές. Καί εἶναι πράγματι ἀξιοδάκρυτος αὐτός ὁ ἄνθρωπος! 

Λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος, «Φόβος ἐστί προμελετώμενος κίνδυνος», ἕνας κίνδυνος πού τόν σκέφτεσαι ἀπό πρίν∙ «σύντρομος αἴσθησις καρδίας», μιά καρδιά τρομαγμένη, «περί ἀδήλων συμφορῶν κλονουμένη»[14], πού συγκλονίζεται ἀπό συμφορές ἄδηλες, πού δέν ἔχουνε ἀκόμα φανεῖ, δέν ἔχουν φανερωθεῖ. Καί ἀσχολεῖται μ’ αὐτά. 

Καί ἐπιπλέον ὁ φόβος θέτει ἐρωτηματικά γιά τά πλέον βέβαια πράγματα καί ὁ ρόλος πού ἀναλαμβάνει ἡ φαντασία σ’ αὐτό εἶναι πάρα πολύ σημαντικός. Καί βλέπει κανείς πράγματι ἀνθρώπους νά βασανίζονται μέ ἀστεῖα πράγματα.. Κι ὅμως νά εἶναι δοῦλοι σ’ αὐτά καί νά σοῦ λένε, μήπως γίνει αὐτό;… Μά πῶς νά γίνει αὐτό, βρέ παιδί μου;.. Δέν πρόκειται νά γίνει ποτέ αὐτό πού σκέφτεσαι, εἶναι τελείως ἐξωπραγματικό. Ὄχι, θά γίνει.. μπορεῖ νά γίνει.. Καί τρέμει γιά ἕνα ἀνούσιο, γιά ἕνα ἀστεῖο πράγμα. Κι ὅμως εἶναι δοῦλος σ’ αὐτό. Κι αὐτό ὅλο, ξέρετε, ξεκινάει ἀπ’ αὐτό πού εἴπαμε στήν ἀρχή: ἔφυγες ἀπό τόν Θεό, ἔφυγες ἀπό τή Χάρη τοῦ Θεοῦ. Μετά εἶσαι ἀνοιχτός σέ ὅλες τίς δαιμονικές ἐπιρροές, σέ ὅλες τίς ἀλλοτριώσεις τῶν δυνάμεων τῆς ψυχῆς. Καί ἔρχεται ἡ φαντασία λοιπόν καί καλύπτει ὅλες τίς ἄλλες δυνάμεις, καλύπτει τήν λογική. Καί ὁ ἄλλος τρέμει νά βγεῖ ἀπ’ τήν πόρτα του, γιατί σοῦ λέει, μπορεῖ νά πέσει τό μάρμαρο ἀπό τήν πολυκατοικία καί νά μέ σκοτώσει! Ναί, μή γελᾶτε.. Εἶναι τραγικό! Ὑπάρχουν τέτοιοι ἄνθρωποι.. Ναί.. μέ πράγματα παράλογα. Βλέπετε, ποῦ ρίχνει ὁ διάβολος τόν ἄνθρωπο, ὅταν ὁ ἄνθρωπος φύγει ἀπ΄ τόν φόβο τοῦ Θεοῦ καί κρεμαστεῖ στόν ἑαυτό του. Γιατί ἀπό κεῖ ξεκινάει ὅλη ἡ ἀλλοτρίωσή μας. Ὅταν γίνει φίλαυτος ὁ ἄνθρωπος, ἀντί φιλόθεος, ἔ τότε μετά εἶναι τραγικός ἄνθρωπος καί γελοῖος. Καί τότε ἔχουμε παραμόρφωση τῆς πραγματικότητας καί ἀντίληψη ἀνύπαρκτης πραγματικότητας. Δέν καταλαβαίνουμε τί μᾶς γίνεται καί δέν μποροῦμε νά καταλάβουμε καί νά ἐξηγήσουμε τίποτα. 

Ἰδιαίτερα τό ἄγχος καί ἡ ἀγωνία, χαρακτηρίζονται ἀπό τήν ἀπουσία ἀντικειμενικῶν λόγων θεμελίωσης. Δέν θεμελιώνονται πουθενά. Καί σοῦ λένε οἱ ἄνθρωποι, ἔχω ἄγχος, ἀγωνία καί δέν ξέρω γιατί.. Δέν ξέρω.. ἔχω ἄγχος ὅμως… Καί τόν βλέπεις, εἶναι τεντωμένος. Γιατί τό ἄγχος βγαίνει καί στό σῶμα σιγά-σιγά, σωματοποιεῖται. 

Στό ἄτομο πού εἶναι ὑποχείριο τοῦ φόβου, σημαντικό ρόλο ἀσκεῖ ἡ ἐπιρροή τοῦ παραλόγου. Πράγματι, ὁ ἄνθρωπος πού φοβᾶται, παραλογίζεται. Λέει στή Σοφία Σολομῶντος: «οὐθέν γάρ ἐστι φόβος εἰ μή προδοσία τῶν ἀπό λογισμοῦ βοηθημάτων»[15]. Προδίδεις τήν λογική, ὅταν φοβᾶσαι. 

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος μᾶς λέει πόσο συνδέεται ὁ φόβος μέ τά πάθη τά ὁποῖα ὑποκινοῦν τόν φόβο. Καί τό κατεξοχήν πάθος εἶναι, ὅπως ὅλοι ξέρουμε, ἡ ὑπερηφάνεια. Λέει λοιπόν ὁ Ἅγιος Ἰωάννης: «Ὑπερήφανος ψυχή, δειλίας δούλη»[16]. Μέ τέσσερις λέξεις μᾶς λέει τά πάντα! 

- Ἔχεις δειλία; 

Εἶσαι ὑπερήφανος, γι’ αὐτό τήν ἔχεις. «Ἐφ’ ἑαυτῇ πεποιθυΐα», ἐπειδή πιστεύεις στόν ἑαυτό σου ὑπερήφανη ψυχή, «καί κτύπους κτισμάτων καί σκιᾶς δεδοικυΐα», γι’ αὐτό τρέμεις καί φοβᾶσαι καί τά χτυπήματα καί τίς σκιές. Τρέμεις τά πάντα μετά. 

- Γιατί νομίζετε τά μικρά παιδάκια τρέμουνε καί φοβοῦνται; 

Ἐπειδή θέλουν ψυχίατρο καί ψυχολόγο; Καλά, παλιότερα γιατί δέν ἤθελαν; Τώρα ὅλα τά παιδιά θέλουν ψυχίατρο καί ψυχολόγο καί λογοθεραπεία καί δέν ξέρω… χίλια δυό τέτοια. Δυσλεξία ἔχουνε… Τά κάναμε ὅλα τά παιδιά ἄρρωστα. Γιατί;.. Ἤ μήπως δέν τούς δώσαμε τόν φόβο τοῦ Θεοῦ; Τό βασικό φάρμακο. Ἐγώ θυμᾶμαι, μικρός πού ἤμουνα καί ἡ μητέρα μου ἀπ’ τά πρῶτα πού μοῦ εἶπε ἦταν αὐτό, «κοίταξε, παιδί μου, στόν τροῦλο εἶναι ὁ Παντοκράτωρας.. μᾶς βλέπει.. μπορεῖ ἀπό μένα νά κρυφτεῖς.. ἀπό τόν Θεό δέν μπορεῖς νά κρυφτεῖς». Τό λέμε αὐτό στά παιδιά; Τούς ἐμπνέουμε αὐτόν τόν φόβο, τόν ἅγιο φόβο τοῦ Θεοῦ; Νά μήν ἁμαρτήσουνε, νά μήν τά χαλάσουνε μέ τόν Θεό. Ἐάν δέν τό λέμε, μετά θά πηγαίνουμε νά θεραπεύσουμε ὅλες τίς φοβίες.. οἱ ὁποῖες δέν θεραπεύονται, ἀλλά γίνονται χειρότερες μέ τούς ψυχίατρους καί τούς ψυχολόγους. 

Ὁ Ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος πάλι μᾶς λέει, ὅτι ὁ φόβος συνδέεται προφανέστατα καί μέ τό πάθος τῆς δειλίας. 

Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος πάλι λέει, ὅτι ἡ ἁμαρτία γεννάει τόν φόβο. Λέει στήν πρός Ρωμαίους: «Θλῖψις καί στενοχωρία ἐπί πᾶσαν ψυχὴν ἀνθρώπου τοῦ κατεργαζομένου τό κακόν»[17]. 

- Ἔκανες τό κακό; 

Σίγουρα ἀμέσως θά ἔχεις φόβο, θά ἔχεις θλίψη, θά ἔχεις ταλαιπωρία, θά ἔχεις ἀγωνία. Θυμηθεῖτε τόν Κάιν, μόλις ἔκανε τό φονικό, ἔτρεμε, δέν ἔβρισκε ἡσυχία πουθενά. Εἶναι τό ἀποτέλεσμα τῆς φοβίας. Μήπως ἐκεῖ πρέπει νά ἀναζητήσουμε τίς πολλές φοβίες πού ἔχει ὁ σημερινός ἄνθρωπος; Στίς πολλές ἁμαρτίες; Καί σίγουρα αὐτή εἶναι ἡ ἀπάντηση. 

Λέει καί ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος: «Οἱ ἐν ἁμαρτίαις ὄντες», αὐτοί πού εἶναι μέσα στήν ἁμαρτία, «φόβῳ συζῶσι διηνεκεῖ», συζοῦν συνεχῶς μέ τόν φόβο. Διῶξε τήν ἁμαρτία καί φεύγει ὁ φόβος. «Καί καθάπερ οἱ διά νυκτός ἀσελήνου βαδίζοντες τρέμουσι», ὅπως τρέμουν αὐτοί πού περπατᾶνε μέσα στό σκοτάδι σέ μιά νύχτα χωρίς φεγγάρι, ἀκόμα κι ἄν δέν ὑπάρχει κανένας κοντά τους, κανένας νά μήν εἶναι παρών, ἔτσι κι αὐτοί πού ἐργάζονται τήν ἁμαρτία· δέν ἔχουν θάρρος, ἀκόμα κι ἄν δέν ὑπάρχει κανένας νά τούς ἐλέγξει. Ὅπως τόν Κάιν. Ἔτρεμε ἐνῶ δέν τόν ἤλεγχε κανένας. Ὅλα τά φοβοῦνται, ὅλα τά ὑποπτεύονται, γιατί πληγώνονται ἀπό τό συνειδός, ἀπό τήν συνείδηση. Τούς κεντρίζει ἡ συνείδηση καί ὅλα εἶναι γεμάτα δέος καί ἀγωνία καί ὅλο γυρνᾶνε τά μάτια τους γύρω-γύρω καί ὅλα τά φοβοῦνται. 

Αὐτό εἶναι ὁ ἁμαρτωλός ἄνθρωπος, πού ὅλα τόν καταδιώκουν, ἐνῶ δέν ὑπάρχει κανένας γιά νά τόν καταδιώξει. Ἀλλά ὁ μεγαλύτερος διωγμός εἶναι ὁ διωγμός τῆς συνείδησης, τῆς ἀνειρήνευτης συνείδησης. Καί ἡ συνείδηση δέν εἰρηνεύει παρά μόνο ὅταν ὁ ἄνθρωπος μετανοήσει καί ἐξομολογηθεῖ καί καταθέσει τό βάρος τῆς ψυχῆς του στόν Θεό. 

Ἡ ἁμαρτία ὁδηγεῖ στόν φόβο ὄχι μόνο τούς ἀνθρώπους πού εἶναι μέσα στήν Ἐκκλησία, προσέξτε το αὐτό, γιατί ὑπάρχει κι αὐτή ἡ πλάνη. Τοῦ διαβόλου εἶναι κι αὐτή. Πού σοῦ λέει, φταίει ἡ χριστιανική ἀνατροφή καί γέμισε ὁ ἄνθρωπος μέ φόβους.. Ἐνῶ ἄν δέν ὑπῆρχε ἡ χριστιανική ἀνατροφή, ἄν ἡ μάνα μου δέν μ’ ἔπρηζε νά πηγαίνω στήν ἐκκλησία κι ἄν δέν μοῦ ἔκανε συνέχεια κατήχηση, θά ἤμουνα ἀπελευθερωμένος τώρα καί δέν θά εἶχα μιά περίφοβη συνείδηση.. καί δέν θά εἶχα φόβους.. Λάθος! Μεγάλο λάθος! Ρωτῆστε ὅλους αὐτούς τούς ἀνθρώπους πού εἶναι μακριά ἀπό τόν Θεό, πού δέν ἔχουνε σχέση καθόλου, δέν ἔχουν ἀκούσει ἀπό τήν παιδική τους ἡλικία γιά Θεό, νά δεῖτε πῶς τρέμουν τόν θάνατο, πῶς φοβοῦνται τά πάντα! Ὁ φόβος πιάνει ὅλους, καί τούς Χριστιανούς καί τούς μή Χριστιανούς. 

Καί ὅσο περισσότερο ὁ ἄνθρωπος δέν ἔχει συνειδητοποιήσει τά λάθη του, τίς ἁμαρτίες του, λέει ὁ Ἅγιος Διάδοχος ὁ Φωτικῆς, κι ἄν δέν ἔχει ἐξομολογηθεῖ πρεπόντως γι’ αὐτά τά ἀδιόρατα, τά ἀνεπίγνωστα ἁμαρτήματα, τότε ἔχει φόβο, ἔχει δειλία ἄδειλο. Δέν μπορεῖ νά τήν ἐντοπίσει, νά βρεῖ τήν αἰτία γιατί φοβᾶται, γιατί δειλιάζει. Στό βάθος ὑπάρχουν ἀνεξομολόγητες ἁμαρτίες. Αὐτό μᾶς λένε οἱ Πατέρες. 

Φανταστεῖτε τώρα ἕνας ἄνθρωπος πού εἶναι τελείως μακριά ἀπό τήν Ἐκκλησία καί ἀπό τόν Θεό πόσο ὑποκείμενος εἶναι στόν φόβο! 

Καί τέλος, καί νά κλείσουμε μ’ αὐτό, ὁ φόβος συνδέεται σαφῶς μέ τούς δαίμονες, μέ τήν δαιμονική ἐνέργεια. Οἱ δαίμονες συμβάλλουν στήν ἐμφάνισή του, καί ἐπωφελοῦνται πολύ ἀπό τήν παρουσία του. Ἕνας ἄνθρωπος πού φοβᾶται, πολύ εὔκολα πέφτει στήν ἁμαρτία καί στίς παγίδες τίς δαιμονικές καί εἶναι πολύ εὐνοϊκό ἔδαφος γιά δράση. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος φοβᾶται, πολύ διευκολύνει τούς δαίμονες νά τόν ἐπηρεάσουν. Βρίσκουν στόν φόβο τόν σύμμαχό τους, λέει ὁ Ἅγιος Διάδοχος, γιά νά μᾶς δώσει νά καταλάβουμε πόσο συνδέεται ὁ φόβος μέ τήν ἁμαρτία. 

Καί ξαναλέω καί ἀνακεφαλαιώνω, γιατί μᾶς πιάνει αὐτός ὁ φόβος; Γιατί τραβᾶμε καί τούς δαίμονες μ’ αὐτόν τόν φόβο; Μήν τά ρίχνουμε ὅλα στούς δαίμονες.. Δέν φταῖνε οἱ δαίμονες γιά ὅλα. Ἐμεῖς φταῖμε, γιατί δέν υἱοθετήσαμε τόν ἀρχικό φόβο, πού εἶναι δῶρο Θεοῦ, ὅπως εἴπαμε, τόν φόβο τοῦ Θεοῦ, τόν φόβο νά μήν χάσουμε τήν ζωή, τήν ἀληθινή ζωή, τήν ὄντως Ζωή, πού εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, τόν φόβο τῆς ἁμαρτίας. Καί γιατί νά ἀκούσουμε αὐτά τά κηρύγματα τά τάχατες μοντέρνα καί ἐκσυχρονιστικά πού λένε ὅτι «ἄστα αὐτά τά πράγματα.. δέν ὑπάρχει ἁμαρτία.. αὐτά εἶναι τῶν παπάδων, ξέρω ’γω.. εἶναι ὄχι τοῦ 21ου αἰῶνα.. εἶναι ἀρχαιοτέρων ἐποχῶν, δέν ἰσχύουν σήμερα αὐτά..»; Γιατί νά τά υἱοθετήσουμε αὐτά τά κηρύγματα; Μετά βέβαια θά ἔρθουν οἱ καρποί. Καί οἱ καρποί εἶναι ὁ φόβος καί ἡ ἀγωνία καί τό ἄγχος καί ἡ κατάθλιψη καί τά ψυχολογικά καί γίνεται κυριολεκτικά ἁλώνι τῶν δαιμόνων ἡ ψυχή μας. 

Ὁ Θεός νά δώσει, ἀγαπητοί ἀδελφοί, ν’ ἀγαπήσουμε τόν φόβο τοῦ Θεοῦ. Νά φοβηθοῦμε ἀληθινά τόν Θεό. Ὄχι μέ τήν ἔννοια ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἕνας ἄτεγκτος δικαστής ἤ ἕνας ἐκδικητικός Θεός, ἕνα ἐκδικητικό πρόσωπο, ἀλλά μέ τήν ἔννοια ὅτι ἄν χάσουμε τόν Θεό, χάσαμε τά πάντα, χάσαμε τό Α καί τό Ω τῆς ὕπαρξής μας, χάσαμε τό νόημα τῆς ὕπαρξής μας, χάσαμε τήν ρίζα μας. Γιατί εἴτε τό θέλουμε εἴτε δέν τό θέλουμε, ὁ Θεός εἶναι ἡ ρίζα μας. Δέν φτιάξαμε μόνοι μας τόν ἑαυτό μας οὔτε ὑπάρχουμε ἀπό μόνοι μας οὔτε μποροῦμε νά ὑπάρξουμε γιά ἕνα δευτερόλεπτο ἀπό μόνοι μας. Κι ἄν σήμερα κάνουμε τόν ἐξυπνάκια καί πολλές φορές βεβηλώνουμε καί τόν Θεό καί τίς ἐκκλησίες καί τίς εἰκόνες, ὅπως κάνανε κάποιοι προχθές ἐδῶ στήν Ἐγνατία.. λοιπόν, καί πάλι ὁ Θεός μᾶς κάνει ὑπομονή καί μᾶς συγχωράει καί μᾶς περιμένει καί λυπᾶται γιά τήν κατάντια μας. Ἀλλά σέβεται καί τήν ἐλευθερία μας καί μᾶς λέει: «δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καί πεφορτισμένοι, κἀγώ ἀναπαύσω ὑμᾶς»[18]. Τό πολύ ἁπλό πράγμα: 

- Θές ἀνάπαυση, θές εἰρήνη, θές γαλήνη, θές νά μή φοβᾶσαι; 

Ἔ, πήγαινε κοντά Του! Καί δέν θά ἔχεις κανένα φόβο καί καμιά ἀνασφάλεια. Ὁ Θεός λοιπόν νά τό δώσει γιά ὅλους μας. Νά παρακαλέσουμε καί τούς ἅγιους Μυροφόρους, τόν Ἅγιο Νικόδημο, καί τόν Ἅγιο Ἰωσήφ, καί τίς ἅγιες Μυροφόρες γυναῖκες, καί πρώτη τήν Παναγία μας, νά μᾶς δίνουν αὐτή τήν ἀφοβία, αὐτή τήν ἀνδρεία, πού εἶναι καρπός τοῦ φόβου τοῦ Θεοῦ. 

Ἄν θέλετε κάτι νά ρωτήσετε, νά συζητήσουμε, μποροῦμε. 

Δέν πιστεύω νά φοβάστε! 

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ 

Ἐρ. : ………………………. 

Ἀπ. : Ὅταν σκέφτεσαι νά μή χάσεις τή δουλειά σου, εἶναι νά μή σοῦ δημιουργηθεῖ φοβία; Νά ξεκινήσω ἀπό τό τελευταῖο ἐρώτημα. Μᾶς λέει ὁ κ. Βασίλης, ὅταν ὁ φόβος, ἄς ποῦμε, ἔρχεται ἀπ’ ἔξω. Καί ἔρχεται… Καί νά ξέρετε ὅτι σήμερα καλλιεργεῖται συστηματικά ὁ φόβος μέσω τῆς τηλεόρασης, μέσω τῶν ΜΜΕ. Καί σκόπιμα καλλιεργεῖται. Γιατί; Σᾶς τό εἶπα. Γιατί εἶναι τό καλύτερο ἔδαφος γιά νά δράσει ὁ διάβολος. Σ’ ἕναν ἄνθρωπο πού φοβᾶται, πολύ εὔκολα δρᾶ ὁ διάβολος, ἐπεμβαίνει στήν ψυχή του. Γι’ αὐτό συστηματικά καλλιεργοῦνε τόν φόβο. Γι’ αὐτό σᾶς λέω, μήν ἀνοίγετε τηλεόραση. Πετάξτε τήν.. ἀκόμα καλύτερα. Γιατί μᾶς λένε ψέματα! Οἰκολογικές καταστροφές.. σέ πενήντα χρόνια.. Ἀπό τότε πού γεννήθηκα αὐτό ἀκούω, ὅτι σέ πενήντα χρόνια θά πνιγοῦμε! Ἀκόμα, δόξα τῷ Θεῷ, δέν πνιγήκαμε. Οὔτε θά πνιγοῦμε. Γιατί θ’ ἀνέβει ἡ στάθμη τῆς θάλασσας, θά λιώσουν οἱ παγετῶνες… Ψέματα! 

Ξέρετε ὅτι πρόσφατα πού κάνανε αὐτή τήν Σύνοδο στήν Κοπεγχάγη, τάχατες γιά τό κλίμα, καί ἔχουνε σκοπό νά μᾶς βάλουνε καί παγκόσμια φορολογία γι’ αὐτό τό θέμα.. κάποιοι ἐπιστήμονες -κυκλοφόρησε αὐτό στό διαδίκτυο- εἴπανε τά ἐντελῶς ἀντίθετα πράγματα, ὅτι ὅλη αὐτή ἡ φιλοσοφία, ἡ καμπάνια γιά τό τάχατες φαινόμενο τοῦ θερμοκηπίου καί ὅτι ζεσταίνεται ἡ γῆ, εἶναι ἕνα ψέμα! Ἕνα ἐπιστημονικό ψέμα! Ἐπιστημονική ἀπάτη δηλαδή. Ὅτι, ἀντίθετα, ἡ γῆ ὄχι μόνο δέν ζεσταίνεται, ἀλλά κρυώνει κιόλας. Λοιπόν… ὁπότε μή φοβάστε ἀπ’ αὐτά! 

Ἀλλά πῶς θά γίνει νά μή φοβόμαστε; Γιατί, σᾶς εἶπα, ὅλα αὐτά ἔντεχνα μᾶς τά δίνουνε, γιατί εἶναι ὑποχείρια τοῦ διαβόλου κι αὐτοί οἱ καημένοι, τά ΜΜΕ. Ἔντεκα πολυεθνικές ἑταιρεῖες κυβερνᾶνε ὅλα τά ΜΜΕ τοῦ κόσμου! Δέν ξέρω, ἄν τό ξέρετε… Καί ὅλα αὐτά εἶναι στά χέρια τοῦ Ἀντιχρίστου, δέν εἶναι στά χέρια τῶν Χριστιανῶν. Ἑπομένως θά περάσουν αὐτά τά μηνύματα πού διευκολύνουν τόν διάβολο. 

Λοιπόν, πῶς δέν θά φοβόμαστε; Ὅταν ἔχουμε πίστη στήν Θεία Πρόνοια. Τό εἴπαμε προηγουμένως, ὁ Χριστός λέει, ἔχω μετρήσει καί τίς τρίχες σου! Δέν χρειάζεται νά ’σαι ἀπομονωμένος γιά νά τό πιστέψεις αὐτό. Γιατί εἶπε ὁ Βασίλης, «καλά οἱ Πατέρες εἶναι ἀπομονωμένοι ἄς ποῦμε καί δέν φοβοῦνται»… 

Ἐρ. : ………………………. 

Ἀπ. : Μέ ἄλλη ἔννοια… Ἐπειδή εἶστε ἐδῶ ἐργαζόμενοι στόν κόσμο, δέν θά φροντίσει γι’ αὐτό; Ἀφοῦ σοῦ λέει «ἔχω φροντίσει»! Τί εἶναι γιά τόν Χριστό νά μᾶς δώσει 1000 εὐρώ τόν μήνα; Εἶναι πρόβλημα; Χωρίς νά δουλεύεις! Εἶναι ἀνάγκη νά δουλεύεις; Ἀλλά γιατί δέν μᾶς τά δίνει, θά μοῦ πεῖτε. Γιατί δέν Τόν ἐμπιστευόμαστε. Ἐμπιστεύσου Τον καί θά δεῖς πώς θά στά δώσει, χωρίς νά κάνεις τίποτα! 

Δέν σᾶς λέω νά γίνουμε τεμπέληδες, ἀλλά νά ἐργαστοῦμε ὅπως λέει ὁ Χριστός, «γιά τήν βρῶσιν τήν μένουσαν, ὄχι τήν ἀπολλυμένη»[19]. Ἐμεῖς λέμε, ἅμα δέν ἐργαστῶ γιά τήν ἀπολλυμένη βρώση, γι’ αὐτή δηλαδή πού τήν τρῶς καί μετά γίνεται ἀκαθαρσία (ἕνα μέρος της), ἔ.. πῶς θά ζήσω; Κι αὐτό τί δείχνει; Ὅτι ἐμπιστευόμαστε τή λογική μας, τόν ἑαυτό μας καί ὄχι τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, πού σοῦ λέει: Ἐγώ θά φροντίσω γι’ αὐτό.. τί θά φᾶς καί τί θά πιεῖς, Ἐγώ θά στό φέρω! Ἐσύ ζήτα Ἐμένα! «Ζητεῖτε τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί τήν δικαιοσύνην αὐτοῦ, καί ὅλα τά ἄλλα θά σᾶς προστεθοῦν»[20]. Μά ἔρχεται ἡ λογική καί σοῦ λέει: μά ἅμα ἐγώ δέν καθαρίσω τά ψάρια, λέει ἡ γυναίκα ἄς ποῦμε.. ἄντε νά δοῦμε ἐσύ τί θά φᾶς τό μεσημέρι… Κι ὅμως μπορεῖ νά στά φέρει ἕτοιμα τά ψάρια ὁ Θεός! Καί νά μήν κάνεις τίποτα… καί ψημένα… Λοιπόν, γίνονται αὐτά! Ἀλλά δέν γίνονται, γιατί εἴμαστε ἄπιστοι ἤ ὀλιγόπιστοι. Χωλαίνουμε ὡς πρός τήν πίστη καί γι’ αὐτό ἔχουμε ἕνα σωρό φοβίες καί ἄγχη. 

Ἄς ἀποκτήσουμε τόν φόβο τοῦ Θεοῦ, πού σημαίνει ἐμπιστοσύνη στόν Θεό, ἐμπιστοσύνη στόν λόγο τοῦ Θεοῦ. Γιατί ξέρετε, ὅταν λέμε, ἄν ἐγώ δέν δουλέψω, ἄν ἐγώ δέν φροντίσω, ἄν ἐγώ δέν νοιαστῶ, πῶς θά ζήσω ἤ πῶς θά ζήσει ἡ οἰκογένειά μου, ξέρετε τί λέμε; Δέν λέμε κάτι ἁπλῶς, ἄς ποῦμε, μία ἰδέα, μία σκέψη λογική, ὅπως φαίνεται.. ἀλλά λέμε μιά βλασφημία οὐσιαστικά. Εἶναι σάν νά λέμε ὅτι ὁ Θεός μᾶς ἔχει παρατημένους, δέν μᾶς ἀγαπάει, εἴμαστε μόνοι μας στόν κόσμο, ζοῦμε αὐτή τήν ψευδαίσθηση, πού λέγαμε προηγουμένως καί ἑπομένως καταλαβαίνετε πόσο βαριά ἁμαρτάνουμε! Πού σημαίνει πόσο δέν φοβόμαστε τόν Θεό! Γιατί ἕνας πού φοβᾶται τόν Θεό, φοβᾶται μήν ἁμαρτήσει. Φοβᾶται μήν πεῖ κάτι, μή σκεφτεῖ κάτι… ὄχι μήν κάνει, μήν σκεφτεῖ κάτι πού δέν θά ἀρέσει στόν Θεό. Ἀπό τή στιγμή πού σκέφτεσαι ὅτι ἐγώ πρέπει νά φροντίσω γιά μένα, κάνεις βαριά ἁμαρτία. Ἀπό κεῖ καί μετά πολύ περισσότερο ἁμαρτάνεις, ὅταν τό βάζεις καί στήν πράξη, καί λές, ἀντε νά κυνηγήσω τή δουλειά.. καί τήν δεύτερη δουλειά.. καί μπαίνεις στό ἄγχος καί στήν ἀγωνία καί μετά γίνεσαι δυστυχισμένος. 

Ἐρ. : ………………………. 

Ἀπ. : Ὀρίστε; Στόν ψυχίατρο; 

Ἐρ. : ………………………. 

Ἀπ. : Γι’ αὐτό εἴδατε πού ἔλεγε ἕνα ἀπόφθεγμα, γιατί φοβᾶσαι λέει; Γιατί ἀκόμα ζεῖς! Ὁ Χριστιανός δέν ζεῖ, εἶναι πεθαμένος ὡς πρός τόν κόσμο καί ὡς πρός τόν ἑαυτό του. Εἶναι ἀποφασισμένος γιά θάνατο. Σ’ αὐτό μᾶς ἔχει καλέσει ὁ Χριστός. Δέν εἶπε, «ὅποιος θέλει νά Μέ ἀκολουθήσει, πρέπει νά σηκώσει τόν σταυρό του»[21]; Σταυρός τί σημαίνει; Θάνατος! Σταύρωση. Ἄν σηκώνουμε τόν σταυρό μας, εἴμαστε νεκροί, τότε δέν ἔχεις νά φοβηθεῖς τίποτα. Ἕνας νεκρός τί ἔχει νά φοβηθεῖ; Φοβᾶται τίποτα; Πυροβόλησέ τον ὅσο θέλεις, δέν ἔχει πρόβλημα.. 

Ἐρ. : ………………………. 

Ἀπ. : Ναί, σᾶς εἶπα. Γιατί τόν φοβόμαστε τόν θάνατο; Ὁ Γέροντας Παΐσιος χάρηκε πάρα πολύ, ὅταν ἔμαθε ὅτι ἔχει καρκίνο. Καί ἤτανε καί μιά Γερόντισσα ἐκεῖ καί τῆς λέει, ἅμα δέν ἤσουνα Γερόντισσα καί ἐγώ Γέροντας, θά χορεύαμε, θά τό γλεντούσαμε! Πῶς γίνεται αὐτό; 

Καί προσέξτε… κοιτάξτε.. εἶναι ὡραία ἐρώτηση.. Γιατί εἶναι ὡραία; Γιατί ἐκφράζει τό πνεῦμα τοῦ κόσμου. Τό πνεῦμα τοῦ κόσμου ποιό εἶναι; Τί κάνουν οἱ πολλοί; Ἐγώ πιστεύω… καί δέν ἔχεις ἐνδεχομένως ἄδικο, ὁ πολύς ὁ κόσμος, γιά νά μή σᾶς πῶ τό 99,99% φοβᾶται τόν θάνατο. Βέβαια! Ἀλλά εἶναι σωστό νά φοβόμαστε τόν θάνατο ἐπειδή τό κάνει τό 99,99%; Μέ τήν δημοκρατική λογική εἶναι. Γιατί μᾶς ἔχουν ποτίσει μέ τήν δημοκρατία.. Ἀλλά δέν εἶναι ἔτσι τά πράγματα. Ποιό εἶναι τό σωστό; Αὐτό πού κάνει ὁ Ἅγιος Παΐσιος. Γιατί; Γιατί ὁ Ἅγιος Παΐσιος εἶναι ὁ θεραπευμένος ἄνθρωπος. 

Ἑπομένως, ἄν θέλουμε νά βροῦμε τήν ἀλήθεια, δέν θά τήν ἀναζητήσουμε στούς πολλούς, ἀλλά θά τήν ἀναζητήσουμε στούς θεραπευμένους. Τί κάνανε οἱ θεραπευμένοι. Καί οἱ θεραπευμένοι εἶναι οἱ Ἅγιοι. Καταλάβατε; Καί αὐτό πού κάνουν οἱ Ἅγιοι καί προπάντων αὐτό πού κάνει ὁ Χριστός μας, αὐτό εἶναι ἡ ἀλήθεια, αὐτό εἶναι τό σωστό. Καί ὁ Χριστός μας δέν φοβόταν τόν θάνατο. Θά μοῦ πεῖτε, στήν Γεθσημανή τί εἶπε ἐκεῖ; Ναί… δέν ἦταν ὅτι φοβόταν τόν θάνατο. Γιά ἄλλο λόγο τό εἶπε, «ἄν εἶναι δυνατόν νά μήν πιῶ αὐτό τό ποτήρι»[22]. Δέν ἤθελε νά γευτεῖ αὐτή τήν τέλεια ἀγνωμοσύνη, τήν δική μας, τῶν παιδιῶν Του. Αὐτό δέν ἤθελε, αὐτή τήν πλήρη ἐγκατάλειψη ἀπ’ ὅλα τά παιδιά Του, ἀπ’ ὅλους ἐμᾶς δηλαδή. Γι’ αὐτό εἶπε, νά μήν πιῶ αὐτό τό ποτήρι. Ὄχι ὅτι φοβόταν τόν θάνατο. Δέν τόν φοβόταν τόν θάνατο. Ἴσα-ἴσα τόν κάλεσε κιόλας, ὅταν εἶπε «τετέλεσται, ἔγειρε τό κεφάλι καί παρέδωσε τό πνεῦμα»[23]. Δέν περίμενε τόν θάνατο. Γιατί ξέρετε, ὅταν ἕνας πεθαίνει, βγαίνει ἡ ψυχή του καί μετά πέφτει, ἔτσι δέν εἶναι; Μετά πέφτει, σωριάζεται. Στόν Χριστό ἔγινε τό ἀνάποδο. Ἔγειρε πρῶτα καί μετά ἔδωσε τήν ψυχή του. Τήν ἔδωσε ὅταν ἤθελε. Ἐκούσια τήν ἔδωσε. Δέν φοβόταν τόν θάνατο. Καί οὔτε οἱ Ἅγιοι τόν φοβόντουσαν τόν θάνατο. Καί ὁ Ἅγιος Πορφύριος τό ἔλεγε πολύ ὄμορφα: εἶμαι ἀθάνατος! Καί τό γλεντοῦσε.. 

Λοιπόν, ἄν θεραπευτοῦμε καί πρέπει νά θεραπευτοῦμε, ὀφείλουμε νά θεραπευτοῦμε, δέν θά φοβόμαστε. Καί δέν πρέπει νά φοβόμαστε τόν θάνατο. Τόν αἰώνιο θάνατο νά φοβόμαστε, τόν ἀθάνατο θάνατο, πού εἶναι νά χωριστοῦμε ἀπό τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀπό τόν Θεό, ἀπό τόν Χριστό μας. 

Ἐρ. : ………………………. 

Ἀπ. : Σᾶς εἶπα. Οἱ θεραπευμένοι ἄνθρωποι τί κάνανε; Ἀνάλογα μέ τήν πίστη σου. Ἅμα ἔχεις πίστη πολλή, τά δίνεις ὅλα. Ἄν ἔχεις πίστη λίγη, δώστου ἕνα μέρος καί πές, ἄσε καί λίγα γιά μένα, νά σοῦ κάνω καί τό τραπέζι… 

Ἦταν ἕνας Γέροντας καί εἶχε ἕναν κῆπο ὁλόκληρο καί πήγαινε κάποιος ἐκεῖ καί τόν ἔκλεβε, τά ξερίζωνε ὅλα.. μᾶλλον τόν εἶχε πιάσει μίσος, ζήλεια. Καί βγῆκε ἔξω, τοῦ λέει, ἐντάξει.. ἄφησε ἕνα γιά νά σοῦ κάνω τό τραπέζι! 

Ἐρ. : ………………………. 

Ἀπ. : Κι ἄν ἔχεις παιδιά, θά τό πεῖς πάλι;.. Σᾶς εἶπα, πόση πίστη ἔχουμε στήν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Ὁ Χριστός δέν ἔχει μετρήσει τίς τρίχες τῶν παιδιῶν σου, ὅπως καί τίς δικές σου; Τό πιστεύεις αὐτό; Πρέπει νά τό πιστεύουμε! Ἔ, ἀπό κεῖ καί μετά; Ἐμεῖς θά φροντίσουμε γιά τά παιδιά μας; Εἶναι πάλι αὐτό πού σᾶς εἶπα: «ἐγώ θά τό κάνω..». Αὐτός ὁ μεγάλος ἐγωισμός μας εἶναι πού μᾶς γεμίζει μέ ἄγχη καί φοβίες. Σοῦ λέει ὁ ἄλλος, «ἅμα ἐγώ δέν δουλέψω, πῶς θά ζήσει ἡ οἰκογένειά μου;». Ἐσύ θά τήν ζήσεις τήν οἰκογένειά σου;.. 

Ἐρ. : ………………………. 

Ἀπ. : Ναί.. «γιά νά μήν πεθάνεις ὅταν πεθάνεις, νά πεθάνεις πρίν πεθάνεις». 

Λοιπόν, ἐλᾶτε νά ποῦμε τό Χριστός Ἀνέστη, γιά νά βεβαιώσουμε ὅτι δέν πεθάναμε καί ὅτι δέν θά πεθάνουμε. Ἀρκεῖ νά εἴμαστε μέ τόν Χριστό πού εἶναι Ἀναστημένος. 

Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης




[1] Μάρκ. 16, 8. 


[2] Παρ. 1, 7. 


[3] Ματθ. 10, 28. 


[4] Πρβλ. Ματθ. 16, 25. 


[5] Κλίμαξ, Ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κλίμακος, ἔκδ. Ἱ.Μ. Παρακλήτου. 


[6] Ὅ.π. 


[7] Γέν. 3, 10. 


[8] Ματθ. 10, 30. 


[9] Μάρκ. 4, 40. 


[10] Α΄Κορ. 2, 9. 


[11] Γαλ. 5, 22. 


[12] Α΄Κορ. 13, 12. 


[13] Ματθ. 6, 27. 


[14] Κλίμαξ, Ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κλίμακος, ἔκδ. Ἱ.Μ. Παρακλήτου. 


[15] Σοφ. Σολ. 17, 11. 


[16] Κλίμαξ, Ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κλίμακος, ἔκδ. Ἱ.Μ. Παρακλήτου. 


[17] Ρωμ. 2, 9. 


[18] Ματθ. 11, 28. 


[19] Ἰωάν. 6, 27. 


[20] Ματθ. 6, 33. 


[21] Μάρκ. 8, 34. 


[22] Ματθ. 26, 39. 


[23] Ἰωάν. 19, 30.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου