5. Ἔγινε ἕνα μεγάλο θαῦμα (Περί τῆς Θείας Πρόνοιας), Ἀρχιμ. Σάββας Ἁγιορείτης, 27-10-2018
[Λουκ (8: 16- 21)]
«Οὐκ ἐστι κρυπτόν ὅ οὐ φανερόν γενήσεται»[1] μᾶς εἶπε ὁ Κύριος. Καί πράγματι θά φανερωθοῦν ὅλα τά ἔργα τά θαυμαστά τοῦ Θεοῦ, καί σέ αὐτή τήν ζωή ἀλλά καί στήν ἄλλη ζωή∙ τά θαυμαστά ἔργα τῆς Προνοίας τοῦ Θεοῦ, πῶς ὁ Θεός ἐργάστηκε στόν κάθε ἄνθρωπο γιά τήν σωτηρία του. Ἡ Θεία Πρόνοια εἶναι μία θαυμαστή θεία ἐνέργεια, ἡ ὁποία ἀγκαλιάζει ὅλη τήν κτίση, ὅλα τά ὄντα, καί μάλιστα ἐμᾶς τούς ἀνθρώπους. «Καί αἱ τρίχες τῆς κεφαλῆς ὑμῶν πᾶσαι ἠρίθμηνται∙ μή οὖν φοβεῖσθε»[2], μᾶς λέγει ὁ Κύριος. Δηλαδή ἀκόμα καί οἱ τρίχες τῆς κεφαλῆς σας ἔχουν μετρηθεῖ ἀπό τόν Θεό, ὁ Ὁποῖος παρακολουθεῖ καί τίς πλέον ἀσήμαντες λεπτομέρειες τῆς ζωῆς σας. Μή λοιπόν, φοβεῖστε. «Ὡς ἀνεξερεύνητα τά κρίματα αὐτοῦ καί ἀνεξιχνίαστοι αἱ ὁδοί αὐτοῦ»[3], ἀναφωνεῖ καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στήν πρός Ρωμαίους ἐπιστολή. Δηλαδή πόσο ἀνεξερεύνητη καί ἀκατάληπτη εἶναι στήν ἀνθρώπινη διάνοια οἱ κρίσεις καί οἱ ἀποφάσεις τοῦ Κυρίου, καί πόσο ἀνεξιχνίαστοι εἶναι οἱ ὁδοί καί οἱ μέθοδοι διά τῶν ὁποίων ἐργάζεται γιά τήν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων.
Ὁ Ἅγιος Πορφύριος μικρό παιδάκι, μεταβαίνοντας γιά τό Ἅγιον Ὄρος, σκεπάστηκε ἀπό τήν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ, καί ἕνας ἁγιασμένος πνευματικός τόν πῆρε ὑπό τήν προστασία του. «Ὅλη τήν νύχτα ταξιδεύαμε. Τό πρωί, κατά τίς δέκα ἡ ὥρα ἐφθάσαμε στή Δάφνη. Ὅλοι οἱ καλόγεροι πῆραν τά δισάκια τους μέ τά ψώνια πού εἶχαν κάνει στή Θεσσαλονίκη γιά τά ἐργόχειρά τους. Κατεβήκαμε τή σκάλα τοῦ πλοίου. Ἡ βάρκα μᾶς περίμενε. Τόν Γέροντά μου τόν ἐπροτίμησαν, ἐπειδή ἦταν πνευματικός»[4]. Αὐτός πού τόν ὀνομάζει «Γέροντά μου», ἦταν ἕνας γέροντας πού τόν ἐπλησίασε στό καράβι, ἐνῶ αὐτός ἤτανε τελείως μόνος του, καί πήγαινε γιά τό Ἅγιον Ὄρος, καί τόν πῆρε ὑπό τήν προστασία του, φωτισμένος ἀπό τόν Θεό.
«Μπήκαμε», λέει ὁ Ἅγιος, «πρῶτοι στή βάρκα καί φθάσαμε στή σκάλα τῆς Δάφνης. Βγήκαμε ἔξω. Ἀλλά τί ἔγινε ἐκεῖ; Ὁ Γέροντας ἀπομακρύνθηκε λίγο νά ἀκουμπήσει πιό κεῖ τά δισάκια του κι ἐκείνη τή στιγμή ἔρχεται ἕνας ψηλός φουστανελᾶς, πού εἶχε καί κόκκινο φέσι μέ μαύρη φούντα στό κεφάλι, μέ ἁρπάζει καί μέ πετάει πάλι στή βάρκα πού ἔφευγε γιά νά φέρει κι ἄλλους καλόγερους. - Τί δουλειά ἔχεις ἐδῶ; μοῦ λέει. Ἀπαγορεύεται στά παιδιά. Πήγαινε γιά τό καράβι. Νά φύγεις! Ἐγώ ἔκλαιγα. Ἡ βάρκα ἄρχισε νά φεύγει. Ἐκείνη, ὅμως, τή στιγμή πῆρε εἴδηση ὁ Γέροντάς μου κι ἔτρεχε καί φώναζε: Σταμάτα, γύρισε πίσω το παιδί, εἶναι δικό μου! Γύρισε ἡ βάρκα πίσω. Ἐλευθερώθηκα.
Καί τότε τοῦ λέει ὁ Σερδάρης - ἔτσι ἔλεγαν τόν φουστανελᾶ, τόν φύλακα τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Ἐκείνη τήν ἐποχή ἦταν ντυμένοι μ' ἄσπρες φουστανέλες καί μέ κόκκινο φέσι. Λεβέντηδες. Παρίσταντο παντοῦ, σ' ὅλες τίς τελετές. Τοῦ λέει, λοιπόν, ὁ Σερδάρης: - Γέροντα, τό παιδί ἀπαγορεύεται νά τό πάρεις μαζί σου. - Ἐγώ θά τό πάρω. Εἶναι ἀνεψάκι μου, τοῦ λέει ὁ Γέροντας. Εἶναι τῆς ἀδελφῆς μου παιδί καί δέν μπορῶ νά τ' ἀφήσω. Εἶναι ὀρφανό, θά χαθεῖ. - Ναί, ἀλλ' ἐμένα θά μέ τιμωρήσουν πού θά πάρω τό παιδί. - Ὄχι. Ὅ,τι σοῦ τύχει σ' ἐμένανε. Ἐγώ θά μιλήσω στούς Γέροντες νά μήν τιμωρηθεῖς. Ἔτσι μέ τόν Γέροντα «θεῖο μου», πού αὐτός ἔγινε καί Γέροντάς μου -Παντελεήμων ἦταν τό ὄνομά του- ἀνεβήκαμε στή Σκήτη», ἐννοεῖ στά Καυσοκαλύβια. «Θέλω νά πῶ μ' αὐτό, ὅτι ὁ Θεός ἔκανε πολλά θαύματα σ' ἐμένανε τόν ταπεινό. Τό χέρι Του ὁλοφάνερο μέ προστάτευε παντοῦ»[5]. Ἦταν πράγματι θέλημα τοῦ Θεοῦ, δάκτυλος τῆς Θείας Πρόνοιας, ὁ Ἅγιος ἀπό πολύ μικρό παιδάκι νά πάει στά Καυσοκαλύβια, καί ἐκεῖ νά ἐργαστεῖ πνευματικά καί νά ἀποκτήσει πολύ νέος πάρα πολλά χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνέυματος.
Ἔτσι καί σ' αὐτή τήν περίπτωση», λέγει ὁ Ἅγιος Πορφύριος, τοῦ πῶς δηλαδή πῆγε στό Ἅγιον Ὄρος, «τό χέρι τοῦ Θεοῦ μ' ἔφερε στά χέρια ἑνός ἁγίου γέροντα καί πνευματικοῦ, πού αὐτός θά μέ προστάτευε. Ὁ Θεός τόν εἶχε στείλει, κι αὐτός ὁ Γέροντας μ' ἔσωσε. Ἔγινε ἕνα μεγάλο θαῦμα τῆς Προνοίας τοῦ Θεοῦ. Σέ πολλά μέ βοήθησε, ἀλλά προπάντων ἡ μεγάλη βοήθεια ἦταν πού κατόρθωσα νά πάω στό Ἅγιον Ὄρος τόσο μικρός, ἐνῶ δέν ἐπιτρεπόταν. Οὔτε ἀπό καλογερική ἤξερα. Ὁ Θεός, ὅμως, μέ βοήθησε. Ὅπως σᾶς εἶπα, ἐφθάσαμε στή Σκήτη. Ἀπό κεῖ κι ἔπειτα ἄλλη ζωή. Ζωή ἐν Χριστῷ. Ἀκολουθίες, ἀπόδειπνα, ὄρθροι, ἑσπερινοί, ἀγρυπνίες. Ζωή χαρισάμενη!»[6].
Βλέπουμε πῶς τονίζει ὁ Γέροντας αὐτό τό γεγονός, ὅτι ἐνῶ δέν ἐπιτρεπότανε, αὐτός τελικά μπῆκε στό Ἅγιον Ὄρος, ἐνῶ ἤτανε ἀκόμα μικρό παιδί, ἀνήλικο. Λέγει καί στόν Ἐκκλησιαστή: «ἐν οἷς οὐκ ἔστι γινώσκων τίς ἡ ὁδός τοῦ πνεύματος. ὡς ὀστᾶ ἐν γαστρί κυοφορούσης, οὕτως οὐ γνώσῃ τά ποιήματα τοῦ Θεοῦ, ὅσα ποιήσει σύν τά πάντα»[7]. Δηλαδή, εἶναι ἀνεξιχνίαστα τά ἔργα τοῦ Θεοῦ καί ἀκατάληπτα καί ὁ Θεός μπορεῖ τά πάντα μέ τήν θεία Του δύναμη. Ὅπως ὁ ἄνθρωπος, λέει ὁ Ἐκκλησιαστής, δέν γνωρίζει τήν κίνηση καί τήν κατεύθυνση τοῦ ἀνέμου, δέν γνωρίζει πῶς διαμορφώνεται τό σῶμα καί τά ὀστᾶ τοῦ ἐμβρύου μέσα στήν κοιλία τῆς μητρός του, ἔτσι δέν εἶναι σέ θέση νά γνωρίζει καί τά θεῖα δημιουργήματα, πῶς δηλαδή ὁ Θεός δημιούργησε καί κυβερνᾶ τά πάντα. Ὅμως τίποτα δέν εἶναι ἀπρονόητο, τίποτα δέν εἶναι ἀκυβέρνητο, ὅλα εἶναι μέσα στή στοργική Θεία Πρόνοια, στή στοργική φροντίδα τοῦ Θεοῦ. Λέγουν καί οἱ διδαχές τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, «ὅ,τι σοῦ συμβαίνει νά τό δέχεσαι ὡς καλό, γνωρίζοντας ὅτι τίποτε δέν γίνεται χωρίς νά τό θέλει ὁ Θεός». Ὅλα γίνονται εἴτε κατά εὐδοκία εἴτε κατά παραχώρηση τοῦ Θεοῦ.
«Ὅλα ὅσα μᾶς συμβαίνουν», παρατηρεῖ καί ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, «εὐχάριστα ἤ δυσάρεστα, προέρχονται ἀπό τόν Θεό πρός ὠφέλειά μας, ἀκόμα καί ἐκεῖνα πού συμβαίνουν ἀπό δικές μας ἤ τῶν ἄλλων ἐλλείψεις. Ὁ Θεός παραχώρησε νά συμβοῦν, καί μολονότι μποροῦσε νά τά ἐμποδίσει, δέν τά ἐμπόδισε. Πολλές κρίσεις τοῦ Θεοῦ γιά ἐμᾶς εἶναι ἀκατανόητες». Πάντως ὅλα λειτουργοῦν γιά τό καλό μας, καί γιά τή σωτηρία μας, ἀρκεῖ ὁ ἄνθρωπος νά ἔχει καλή προαίρεση καί νά ἀξιοποιεῖ ὅλες αὐτές τίς εὐεργεσίες καί τίς δωρεές τοῦ Θεοῦ.
«Ὁ διάβολος», λέει ὁ Ἅγιος Παΐσιος, «ρίχνει στάχτη στά μάτια τοῦ ἀνθρώπου γιά νά μήν δεῖ τήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Γιατί ὅταν δεῖ ὁ ἄνθρωπος τήν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ, θά μαλακώσει ἡ γρανιτένια καρδιά του, θά γίνει εὐαίσθητη καί θά ξεσπάσει σέ δοξολογία∙ κάτι πού δέν συμφέρει τόν διάβολο. Τίποτα δέν γίνεται δίχως τήν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Καί ὅπου ὑπάρχει ἡ Πρόνοια τοῦ Θεοῦ, σίγουρα αὐτό πού θά συμβεῖ, ὅσο πικρό καί ἄν εἶναι, θά φέρει ὠφέλεια στήν ψυχή. Καί τά πικρά φάρμακα πολλές φορές εἶναι τά πιό ἀποτελεσματικά. Οἱ ἀκρίδες», λέει ὁ Ἅγιος Παίσιος, «οἱ πόλεμοι, ἡ ἀνομβρία, οἱ ἀρρώστιες, εἶναι μάστιγες. Ὄχι ὁ Θεός ὅτι θέλει νά παιδαγωγήσει ἔτσι τόν ἄνθρωπο, ἀλλά εἶναι συνέπεια τῆς ἀπομακρύνσεως τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τόν Θεό. Ὅλα αὐτά συμβαίνουν γιατί ξεφεύγει ὁ ἄνθρωπος ἀπό τόν Θεό. Ἔρχεται ἡ ὀργή τοῦ Θεοῦ, γιά νά θυμηθεῖ ὁ ἄνθρωπος τόν Θεό καί νά ζητήσει βοήθεια. Δέν εἶναι ὅτι ὁ Θεός τά κανονίζει ἔτσι καί βγάζει μιά διαταγή νά ἔρθει κάποια συμφορά στόν ἄνθρωπο. Ἀλλά ὁ Θεός βλέπει μέχρι πού θά φτάσει ἡ κακία τῶν ἀνθρώπων καί ὅτι δέν θά ἀλλάξουν, καί γι' αὐτό ἐπιτρέπει νά συμβεῖ μιά συμφορά γιά νά συνετιστοῦν.
Ὁ Θεός συχνά ἐπιτρέπει νά γίνει αὐτό πού εἶναι γιά τό συμφέρον τῶν πολλῶν. Δέν κάνει ποτέ ἕνα καλό μόνο του, ἀλλά τρία-τέσσερα καλά μαζί. Οὔτε ποτέ ἐπιτρέπει νά γίνει ἕνα κακό, ἐάν δέν βγοῦν ἀπό αὐτό πολλά καλά. Ὅλα τά ἀξιοποιεῖ γιά ὄφελός μας, καί τά στραβά καί τά ἐπικίνδυνα, τό καλό μέ τό κακό εἶναι ἀνακατεμένα. Καλά θά ἦταν νά εἶναι χωρισμένα, ἀλλά μπαίνουν τά προσωπικά συμφέροντα καί ἀνακατεύονται. Ὁ Θεός ὅμως καί αὐτό τό μπερδεμένο τό ἀξιοποιεῖ. Γι' αὐτό πρέπει νά πιστεύουμε ὅτι ὁ Θεός ἐπιτρέπει νά γίνεται μόνο ὅ,τι μπορεῖ νά βγεῖ σέ καλό, γιατί ἀγαπᾶ τό πλάσμα Του. Ὅλα θά πρέπει νά τά δεχόμαστε μέ χαρά, μέ δοξολογία. ?Οπως ἔλεγε καί ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος πάντοτε, «δόξα τῷ Θεῷ πάντων ἕνεκεν». Ἄν ὁ Θεός δέν θέλει, ὁ ἄνθρωπος», λέει ὁ Ἅγιος Παΐσιος, «δέν μπορεῖ νά κάνει τίποτε∙ καί λίγο πάλι ἄν φυσήξει ὁ Θεός, ὁ ἄνθρωπος γίνεται φιλόσοφος.
Ὁ Θεός ξέρει τί θά ὠφελήσει τόν καθένα καί δίνει ἀνάλογα. Δέν δίνει στόν ἄνθρωπο κάτι πού δέν θά τόν ὠφελήσει. Βλέπει λ.χ. ὅτι περισσότερο θά μᾶς ὠφελήσει ἄν μᾶς δώσει ἕνα κουσούρι, μιά ἀναπηρία, παρά ἄν μᾶς προστατέψει γιά νά μήν χτυπήσουμε ἤ νά μήν μείνουμε ἀνάπηροι. Ὅταν ἀπό φιλότιμο κάνουμε τόν Θεό νά χαίρεται μέ τήν ζωή μας, τότε Ἐκεῖνος δίνει ἄφθονες τίς εὐλογίες του στά φιλότιμα παιδιά Του, τήν ὥρα πού τίς χρειάζονται. Ὅλη ἡ ζωή μετά, περνάει μέ εὐλογίες τῆς Θείας Πρόνοιας»[8]. Καί εἶναι ἔτσι ὡραῖο κανείς νά παρατηρεῖ τίς θαυμαστές ἐπεμβάσεις τοῦ Θεοῦ στή ζωή του.
«Ὅταν κανείς ἀφήνεται στόν Θεό, ὁ Θεός δέν τόν ἀφήνει», λέει ὁ Ἅγιος Παΐσιος. «Καί πράγματι, ἄν χρειαστεῖς αὔριο στίς 10:00 κάτι, ὅταν δέν εἶναι παράλογο καί εἶναι ἀνάγκη πραγματική, 9:45 λεπτά ἤ 9:30 θά τό ἔχει ἕτοιμο ὁ Θεός νά σοῦ τό δώσει! Παραδείγματος χάριν, σοῦ χρειάζεται ἕνα κύπελλο στίς 9:00 ἡ ὥρα. Στίς 8:55 σοῦ ἔρχεται τό κύπελλο! Σοῦ χρειάζονται 500 δρχ. Τήν ὥρα πού τίς θέλεις ἔρχονται ἀκριβῶς 500 δραχμές. Οὔτε 510 οὔτε 490. Ἔχω παρατηρήσει ὅτι ἄν μοῦ χρειαστεῖ λ.χ. κάτι αὔριο, ὁ Θεός τό ἔχει προνοήσει ἀπό σήμερα∙ πρίν δηλαδή τό σκεφτῶ ἐγώ, τό ἔχει σκεφτεῖ ὁ Θεός, πιό νωρίς, καί τό παρουσιάζει τήν ὥρα πού τό χρειάζομαι. Γιατί ἀπό ἐκεῖ πού ἔρχεται, γιά νά φτάσει σέ μένα ἀκριβῶς τήν ὥρα πού τό χρειάζομαι, βλέπω πόσος χρόνος ἀπαιτεῖται. Ἄρα ὁ Θεός τό φρόντισε νωρίτερα. Μπορῶ ὧρες νά σᾶς λέω παραδείγματα ἀπό τήν θαυμαστή Πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Ὅταν ἤμουνα στόν πόλεμο στίς ἐπιχειρήσεις, εἶχα ἕνα εὐαγγέλιο καί τό ἔδωσα σέ κάποιον. Μετά ἔλεγα, ἄχ νά εἶχα ἕνα εὐαγγέλιο, πόσο θά μέ βοηθοῦσε! Τά Χριστούγεννα μᾶς εἶχαν στείλει πάνω στό βουνό 200 δέματα ἀπό τό Μεσολόγγι. Ἀπό τά 200 δέματα μόνο στό δικό μου δέμα ὑπῆρχε ἕνα εὐαγγέλιο!
Κάποιος εἶχε κάνει μία μονάδα ἰχθυοτροφείου καί ὅλη μέρα ἔλεγε, «δόξα σοι ὁ Θεός», γιατί ἔβλεπε συνέχεια τήν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Μοῦ ἔλεγε ὅτι τό ψαράκι, ἀπό τήν στιγμή πού θά γονιμοποιηθεῖ καί εἶναι μικρό σάν τό κεφαλάκι τῆς καρφίτσας, ἔχει καί ἕνα σακουλάκι μέ ὑγρό γιά νά τρέφεται μέχρι νά μεγαλώσει καί νά μπορεῖ νά πιάνει κανέναν μικροοργανισμό ἀπό τό νερό. Τοῦ ἔχει δηλαδή καί τήν «κομπανία», τόν ἐφοδιασμό μέ τρόφιμα, τήν κομπανία του «ὁ Θεός. Καί ἄν γι' αὐτά προνοεῖ ὁ Θεός, πόσο μᾶλλον γιά τόν ἄνθρωπο. Ἀλλά ὁ ἄνθρωπος συχνά κανονίζει καί ἀποφασίζει γιά ὅλα χωρίς τόν Θεό. Θά κάνω, λέει, δύο παιδιά. Τόν Θεό δέν τόν βάζει στόν λογαριασμό. Γι' αὐτό καί γίνονται τόσα ἀτυχήματα καί σκοτώνονται τόσα παιδιά. Ἔχουν οἱ περισσότεροι δύο παιδιά τό ἕνα χτυπάει μέ τό αὐτοκίνητο, τό ἄλλο ἀρρωσταίνει καί πεθαίνει καί δέν ἔχουν μετά κανένα παιδί»[9].
«Τίποτα δέν γίνεται τυχαῖα», λέει καί ό Ὅσιος Πορφύριος, «ὅλα ἔχουν τόν σκοπό τους καί τίποτε δέν γίνεται χωρίς νά ὑπάρχει κάποια αἰτία. Οὔτε μιά πευκοβελόνα δέν πέφτει ἀπό τό πεῦκο, ἄν δέν θέλει ὁ Θεός. Ἐμεῖς ζοῦμε σάν νά μήν αἰσθανόμαστε τό μεγαλεῖο τῆς Θείας Πρόνοιας. Ὁ Θεός εἶναι πολύ μυστικός. Δέν μποροῦμε νά καταλάβουμε τίς ἐνέργειές Του. Μήν νομίζετε ὅτι ὁ Θεός τό ἔκανε ἔτσι καί μετά τό διόρθωσε. Ὁ Θεός εἶναι ἀλάθητος, δέν διορθώνει τίποτε. Ποιός εἶναι ὅμως ὁ Θεός στό βάθος, στήν οὐσία, ἐμεῖς δέν τό γνωρίζουμε»[10].
«Τίς βουλές τοῦ Θεοῦ δέν μποροῦμε νά τίς ἐξιχνιάσουμε. Ὅλα τά ἔργα Αὐτοῦ ἔχουν πίστη. Τίποτε νά μήν σοῦ γίνεται ἀφορμή ἀπιστίας», λέγει ὁ Μέγας Βασίλειος. «Νά μήν πεῖς ὅτι ἀπό τήν τύχη, ἔγινε αὐτό καί αὐτομάτως φύτρωσε τό ἄλλο», ὅπως δυστυχῶς λέγουν σήμερα κάποιοι ἐπιστήμονες, ὅτι ὑπάρχει αὐτόματος γέννηση καί ὅλα ἔγιναν ἀπό τύχη ἤ ἀπό ἀναγκαιότητα. Τίποτε δέν ἔγινε ἀπό μόνο του ἤ ἀπό τύχη. «Τίποτε», λέει ὁ Μέγας Βασίλειος, δέν ἔγινε χωρίς τάξη, χωρίς σκοπό, τίποτε μάταια, τίποτε δέν ἦρθε στήν ὕπαρξη ἀπό τήν τύχη, ἤ ἀπό κακή σύμπτωση, ἤ κακιά ὥρα∙ αὐτά πού τά λένε οἱ φωνές τῶν ἀμαθῶν. Ὁ Θεός ἔχει ἐξοπλίσει τόν ἀχινό μέ τέτοια κεραία, ὥστε νά ἀντιλαμβάνεται τήν κακοκαιρία καί νά καταδύεται ἔτσι μέσα στό χῶμα, καί νά προστατεύεται ἀπό τήν τρικυμία. Ἄν ὁ Θεός ἔχει προνοήσει καί ἐνδιαφέρεται γιά τόν ἀχινό, ἐσένα τόν ἄνθρωπο πού σταυρώθηκε γιά σένα, θά σέ ἔχει ἔξω ἀπό τήν Πρόνοιά Του; Τίποτα δέν ὑπάρχει ἀπρονόητο καί παραμελημένο ἀπό τόν Θεό. Ὅλα τά βλέπει ὁ Θεός, σέ ὅλα εἶναι παρών, παρέχοντας στόν καθένα τήν σωτηρία του. Γιατί τό φύλλο τῆς ἀμπέλου εἶναι σχιστό; Καί γιά νά προστατεύεται τό σταφύλι ἀπό τίς βλάβες τοῦ ἀέρα, ἀλλά καί γιά νά δέχεται πλούσια τό ἡλιακό φῶς διαμέσου τῆς ἀραιότητας.
Τίποτε δέν ἔγινε χωρίς αἰτία, τίποτε δέν ἔγινε μόνο του. Ὅλα κρύβουν μιά ἀνεκδιήγητη σοφία. Ὅλα διοικοῦνται μέ τήν ἀγαθότητα τοῦ Κυρίου. Τίποτε ἀπό ὅσα μᾶς συμβαίνουν στή ζωή δέν πρέπει νά τά θεωροῦμε λυπηρά, ἔστω καί ἄν πρός τό παρόν κάτι ἀπό αὐτά μᾶς πονάει. Διότι, μολονότι ἀγνοοῦμε τούς λόγους γιά τούς ὁποίους τό καθετί ἀπό ὅσα μᾶς συμβαίνει ἔρχεται ὡς καλό γιά μᾶς ἀπό τόν Θεό, ὅμως ὀφείλουμε νά εἴμαστε ἀπολύτως πεπεισμένοι ὅτι αὐτό πού ἐπέτρεψε ὁ Θεός νά μᾶς βρεῖ, μᾶς συμφέρει∙ θά ἀποβεῖ εἰς ὄφελός μας μέ τόν μισθό τῆς ὑπομονῆς πού θά κάνουμε», λέγει ὁ Μέγας Βασίλειος.
Καί ὁ Ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σύρος παρατηρεῖ, ὅτι «χωρίς πειρασμούς ἡ Πρόνοια τοῦ Θεοῦ δέν φανερώνεται. Μέσα ἀπό κάθε δυσκολία καί κάθε πειρασμό, ἄν εἴμαστε παρατηρητικοί καί εὐγνώμονες, θά δοῦμε τό ἀγαπητικό χέρι τοῦ Θεοῦ».
Τῷ δέ Θεῷ ἡμῶν δόξα πάντοτε νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
[1] Λουκ. 8, 17.
[2] Λουκ. 12, 7.
[3] Ρωμ. 11, 33.
[4] Βίος καί Λόγοι, Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Β΄ ἔκδοση, Ἱ.Μ. Χρυσοπηγῆς (στό ἑξῆς: Βίος καί Λόγοι, Ἁγίου Πορφυρίου).
[5] Βίος καί Λόγοι, Ἁγίου Πορφυρίου.
[6] Ὅ.π.
[7] Ἐκκλ. 11, 5.
[8] Πνευματική Ἀφύπνιση, Ἁγίου Παϊσίου Ἁγιορείτου, Λόγοι Β΄, Ἱερόν Ἡσυχαστήριον Εὐαγγελιστής Ἰωάννης ὁ Θεολόγος, Σουρωτή Θεσ/κης.
[9] Ὅ.π.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου