Σελίδες

Τρίτη 16 Αυγούστου 2022

Ἡ ζωή τῆς ἐρήμου στήν Ὁμόνοια, Βίος καί Λόγοι Ἁγ. Πορφυρίου, Ἀρχιμ. Σάββα Ἁγιορείτου




«Μέσα στόν θόρυβο τῆς Ὁμόνοιας ζοῦσα ὅπως στήν ἔρημο τοῦ Ἁγίου Ὄρους», λέει ὁ Ὅσιος Πορφύριος, περιγράφοντας τή ζωή του γιά τριάντα τρία ὁλόκληρα χρόνια στήν Πολυκλινική τῶν Ἀθηνῶν. «Μέσα στό πλῆθος, στόν κόσμο καί στόν θόρυβο τῆς Ὁμόνοιας ἐγώ ὕψωνα τά χέρια στόν Θεό καί ζοῦσα μέσα μου ὅπως στήν ἔρημο τοῦ Ἁγίου Ὄρους. «Ἄ, ἔλεγα μέσα μου, ἐγώ δέν εἶμαι γιά τόν κόσμο, εἶμαι γιά τήν ἔρημο. Ἐκεῖ ὅ,τι κάνεις, δέν σέ ξέρει κανείς». Καί ὅμως ἔμεινα στόν κόσμο. Ἔμεινα ἐκεῖ ὅπου μέ εἶχε φέρει ὁ Θεός»[1]. Βλέπουμε τόν πόθο του πού εἶχε γιά ἀφάνεια∙ ἤτανε τελείως ἀκενόδοξος, ἀφιλόδοξος, ὁ Ἅγιος.

«Ὅλους τούς ἀγαποῦσα, γιά ὅλους πονοῦσα, ὅλα μέ συγκινοῦσαν», λέγει. «Αὐτό μοῦ τό εἶχε δώσει ἡ Θεία Χάρις. Ἔβλεπα τίς νοσοκόμες μέ τίς λευκές τους στολές σάν λευκοφορεμένους ἀγγέλους νά κατεβαίνουν στήν ἐκκλησία καί δάκρυζα πού τίς ἔβλεπα. Καί σκεπτόμουν, ὅταν ἔβλεπα ἀδελφή μέ στολή, ὅτι εἶναι ἀδελφή τοῦ ἐλέους, εἶναι ἀδελφή τῆς ἀγάπης, πού πάει νά λειτουργήσει στόν ναό τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, δηλαδή στό νοσοκομεῖο, νά ὑπηρετήσει τούς ἀσθενεῖς, τούς ἀδελφούς. Ἔβλεπα τίς δασκάλες πού πήγαιναν τά παιδιά στήν ἐκκλησία καί δάκρυζα γιά τό ἔργο τῆς ἀγάπης. Τήν πιό μεγάλη εὐχαρίστηση, βέβαια, ἔνιωθα κατά τήν ὥρα τῆς Θείας Λειτουργίας. Ὅταν διάβαζα, κάτω στό ἐκκλησίασμα ἄπνοια. Ἐγώ σέ ἔξαρση. Λειτουργοῦσα πολύ ἀφοσιωμένα, γιατί μοῦ ἄρεσε νά λειτουργῶ. Ἀλλά καί οἱ ἄνθρωποι ἐμπνέονταν ἀπό τήν ἁπλή λειτουργία πού ἔκανα.

Ἐπειδή δέν ἤξερα γράμματα, ἔκανα πολλές προσπάθειες. Ἐρχόντουσαν καί ἔψαλλαν ἄνθρωποι ἐπιστήμονες στόν Ἅγιο Γεράσιμο. Πολλοί ἦταν καθηγητές Πανεπιστημίου. Ἐκεῖ δίπλα στήν Πολυκλινική ἦταν καί τό Ὠδεῖο Ἀθηνῶν. Ἐρχόντουσαν κι ἀπό ἐκεῖ οἱ καθηγητές κι οἱ οἰκογένειές τους καί ἐκκλησιάζονταν. Πήγαινα καί μάθαινα μουσικά μέ ἐπιμονή καί μέ ζῆλο ἐπί ὧρες γιά νά διευκολύνω τούς ψάλτες. Δέν ἤθελα νά στεναχωρῶ τή χορωδία τῆς ἐκκλησίας. Ἤθελα νά μάθω καί ἁρμόνιο μέ ἕναν ἀπώτερο σκοπό∙ ὅταν θά ἔφτιαχνα μοναστήρι, νά εἴχαμε κι ἁρμόνιο στό ἀρχονταρίκι, ὥστε ὅταν θά βρισκόμασταν ἐκεῖ καί θά λέγαμε διάφορες διδασκαλίες ἤ μεταξύ μας θά συζητούσαμε κάτι καλό καί ὡραῖο, νά παίρναμε καί τό ἁρμόνιο καί νά τό χρησιμοποιούσαμε στά ψάλματα. Δέν εἶχαν ὅμως ἁρμόνιο στό Ὠδεῖο καί μέ βάλανε στό πιάνο. Ἔμαθα λοιπόν πιάνο, ἀλλά ὡς ὄργανο ἀγαποῦσα τό ἁρμόνιο. Εἶχα καί μιά δασκάλα, λέει ὁ Ἅγιος, πού ἦταν ἁγιοτάτη.

Μιά μέρα, λοιπόν, πού λειτούργησα, εἶχα πάρει ἕνα ὡραῖο πρόσφορο πού μοῦ εἴχανε φέρει. Καί τί ἄλλο πιό πολύτιμο δῶρο τότε πού πεινούσαμε -κατοχή ἦταν- τῆς τό πῆγα καί μέ μειδίαμα τῆς λέω: - Μοῦ φέρανε ἕνα ὡραῖο πρόσφορο.- Ὄχι, ὄχι, μοῦ λέει, δέν μπορῶ δέν θά τό φάω! - Σέ παρακαλῶ, τῆς λέω. - Ὄχι μοῦ λέει, δέν κάνει. Κι ἐγώ ντροπιάστηκα καί τῆς λέω: ἔχω στενοχωρηθεῖ. Καί τό πῆρε ἡ καημένη τό πρόσφορο.

Ἤθελα ὅμως κι αὐτή νά μήν τήν στενοχωρῶ γιά τά μαθήματα. Τί σκέφθηκα κι ἐγώ; Ὅταν τό βράδυ ἔκανα τήν ταπεινή μου προσευχή, μετά, ὥσπου νά ἀποκοιμηθῶ, ἔβαζα, τά χέρια σάν σέ πιάνο καί μετά ἔκανα τό μάθημα νοερῶς. Κι ἔτσι μάθαινα τό μάθημα. Αὐτό τό πράγμα τό εἶχα μάθει στό Ἅγιον Ὄρος. Δηλαδή, δέν μπορῶ νά στεναχωρῶ τόν ἄλλο». Ἔκανε ὅλο αὐτό γιά νά μήν στεναχωρεῖ τήν δασκάλα του. «Ἔχω μάθει ἀπό μικρός νά κάνω ὑπακοή. Ἔτσι ἔχω κάνει καί λάθη στή ζωή μου. Ὅταν δηλαδή βλέπω κάποιον νά στενοχωριέται καί νά μέ πιέζει καί νά μέ παρακαλεῖ νά κάνω κάτι ἤ νά πῶ κάτι, τόν λυπᾶμαι καί τό κάνω, ἀκόμα κι ἄν δέν τό θέλω»[2]. Ἔτσι ὁ Ἅγιος, ἐνῶ ζοῦσε μέσα στόν θόρυβο τῆς Ἀθήνας, συνέχιζε τήν ζωή τοῦ Ἁγίου Ὄρους καί οὐσιαστικά ἦταν ἕνας ἡσυχαστής μέσα στήν πολυθόρυβη Ὁμόνοια.

Ἡ ἡσυχία εἶναι, ὅπως μᾶς λένε οἱ Ἅγιοι, ἀπαραίτητη γιά νά συναντήσει καί νά βιώσει κανείς τόν Θεό. «Αὐτός πού κινεῖται μέσα στόν θόρυβο καί θέλει νά γνωρίσει τά οὐράνια, ξεχνᾶ ὅτι αὐτό πού φυτρώνει ἀναμέσα στά ἀγκάθια πνίγεται μαζί μέ αὐτά. Καί αὐτός πού δέν ἡσυχάζει, δέν μπορεῖ νά γνωρίσει τόν Θεό», ἔλεγε ὁ Ἅγιος Ἰσίδωρος ὁ Πηλουσιώτης. Καί βέβαια βοηθάει καί ἡ ἐξωτερική ἡσυχία, ἀλλά ἄν κανείς προσέχει καί κόβει τίς πολλές συναναστροφές καί τά περιττά, παντοῦ μπορεῖ νά ἡσυχάζει.

«Ἡ ψυχή πού ἔχει γευτεῖ τήν γλύκα τῆς ἡσυχίας», λέει καί ό Ἅγιος Θεόδωρος τῆς Φέρμης, «τήν γυρεύει παντοῦ καί πάντοτε τήν ἀναζητᾶ», ὅπως καί ὁ Ἅγιος Πορφύριος, «ὄχι ἀπό μίσος καί περιφρόνηση πρός τούς ἀνθρώπους, ἀλλά ἀπό ἔρωτα γιά αὐτήν». Γιατί μέσα στήν ἡσυχία εὐκολότερα ὁ ἄνθρωπος βρίσκει τήν καθαρά προσευχή καί τήν Θεία Χάρη.

«Ὅσο περισσότερο ζεῖ κανείς στήν ἡσυχία», λέει καί ὁ Ἄγιος Ἐφραίμ ὁ Σύρος», τόσο περισσότερο οἱ λογισμοί του γίνονται καθαροί∙ καί ὅσο περισσότερο ἀπομακρύνεται ἀπό τήν ἡσυχία, τόσο περισσότερο γίνεται καί ὁ νοῦς του νωθρός.

Ὦ ἡσυχία κλίμακα τῶν ἀρετῶν, ὦ ἡσυχία μητέρα τῆς κατανύξεως, ὦ ἡσυχία», λέει ὁ Ἅγιος Ἐφραίμ ὁ Σῦρος, «καθρέφτης τῶν ἁμαρτημάτων πού δείχνεις στόν ἄνθρωπο τίς παραβάσεις του, ὦ ἡσυχία πού δέν ἐμποδίζεις τά δάκρυα, γεννήτρια τῆς πραότητος, συγκάτοικε τῆς ταπεινοφροσύνης, ὦ ἡσυχία πού εἶσαι ἑνωμένη μέ τόν φόβο τοῦ Θεοῦ καί φωτίζεις τόν νοῦ, ὦ ἡσυχία πού εἶσαι φύλακας τῶν λογισμῶν καί συμπαραστάτης τῆς διάκρισης, γεννήτρια κάθε ἀγαθοῦ, θεμέλιο τῆς νηστείας καί ἐμπόδιο τῆς γαστριμαργίας, μελέτη τῆς προσευχῆς καί τῆς ἀνάγνωσης, μητέρα τῆς εὐλάβειας, δεσμωτήριο τῶν παθῶν, εὐφροσύνη τῆς ψυχῆς καί τῆς καρδίας, ὦ ἡσυχία, βοηθέ κάθε ἀρετῆς»[3].

«Ἀγαπᾶ τήν ἡσυχία», λέει καί ὁ Ὅσιος Ἀθανάσιος, «ἐκεῖνος πού δέν ἔχει πάθος πρός τά πράγματα τοῦ κόσμου». Ὅταν κανείς ἐλευθερωθεῖ ἀπό τήν φιλαργυρία καί τήν φιληδονία καί τήν φιλοδοξία, αὐτός μπορεῖ νά ἡσυχάσει πραγματικά. Καί ἡσυχία βέβαια εἶναι τό νά μήν ἔχει κανείς λογισμούς θερμούς καί ἔντονους, οἱ ὁποῖοι νά τόν παρακινοῦν σέ κάτι, λογισμοί οἱ ὁποῖοι ξεκινᾶνε ἀπό τά διάφορα πάθη.

«Ὁ σοφός», λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, «ἐπιδιώκει τήν ἠρεμία, καί τήν ἀπραγμοσύνη καί τήν σχόλη, γιά νά βυθιστεῖ μέ ἡσυχία στήν σκέψη τοῦ Θεοῦ.

«Ὅποιος ἀπώξει στήν ψυχή του τήν ἡσυχία», λέγει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος, «ὅποιος ἀπώξει τήν ἡσυχία τῆς ψυχῆς γνώρισε τόν βυθό τῶν μυστηρίων. Μιά μικρή τρίχα ἀναστατώνει τόν ὀφθαλμό καί μιά μικρή φροντίδα ἐξαφανίζει τήν ἡσυχία. Γιατί ἡσυχία σημαίνει ἀπώθηση σκέψεων καί ἀπάρνηση σπουδαίων καί ἀναγκαίων φροντίδων. Ἄς ἑνωθεῖ ἡ μνήμη τοῦ Ἰησοῦ μέ τήν ἀναπνοή σου καί τότε θά γνωρίσεις τήν ὠφέλεια τῆς ἡσυχίας»[4].

«Ἡσυχία», λέγει καί ὁ Ἅγιος Νικήτας ὁ Στηθᾶτος, «εἶναι ἡ κατάσταση τοῦ νοῦ ἀπαλλαγμένη ἀπό κάθε ἐνόχληση. Γαλήνη τῆς ἐλευθερωμένης καί γεμάτης ἀγαλλίασης ψυχῆς, ἀτάραχη καί ἀκλόνητη στήριξη τῆς καρδιᾶς τοῦ Θεοῦ, θεωρία φωτός, γνώση μυστηρίων Θεοῦ, λόγος σοφίας πού προέρχεται ἀπό καθαρή διάνοια, ἄβυσσος θεϊκῶν νοημάτων, ἁρπαγή τοῦ νοῦ στόν Θεό, κοινωνία μέ τόν Θεό, ἀκοίμητα μάτια προσευχή νοερά, ἄκοπη ἀνάπαυση μέσα σέ μεγάλους κόπους καί τέλος ἕνωση καί συνάφεια μέ τόν Θεό».

«Ἄν θέλεις νά ἐπιδοθεῖς στήν προσευχή καί στήν ἀγρυπνία, πρέπει νά κόψεις κάθε ἐπαφή σου μέ τόν κόσμο καί τήν ἁμαρτία», παρατηρεῖ καί ὁ Ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σύρος.

Χρειάζονται ἀκόμη ὑπομονή κι ἡσυχία. «Μή φοβᾶσαι ἀπό τήν ταραχή πού δημιουργεῖ ὁ διάβολος κατά τήν ὥρα τῆς προσευχῆς. Αὐτό τό κάνει», γιατί γνωρίζει τήν ὠφέλεια πού θά ἔχουμε ἀπό τήν προσευχή.

«Ἀγάπησε τήν ἡσυχία τῆς μοναξιᾶς», λέει καί ὁ Ἅγιος Μακάριος ὁ Αἰγύπτιος, «γιά νά κερδίσεις κατάνυξη καί δάκρυα».

«Ἡ ἀληθινή ἡσυχία», παρατηρεῖ καί ὁ Ὅσιος Ἄνθιμος τῆς Χίου, «εἶναι νά συστέλλεις τόν λογισμό σου καί τήν καρδιά σου ἀπό τά ἔξω πράγματα, καί οὔτε νά δώσεις καί οὔτε νά πάρεις ἀπό αὐτά. Τότε ἡ ἡσυχία σου θά εἶναι ἀληθής καί εὐπρόσδεκτος στόν Θεό».

Καί ἡ ἡσυχία, λέει ὁ Ἱερός Χρυσόστομος, ὁδηγεῖ σέ εὐλάβεια.

Ἄς παρακαλοῦμε τόν Ἅγιο Πορφύριο καί ὅλους τούς ἁγίους νά μᾶς δίνουν τήν χάρη τους, ὥστε καί ἐμεῖς νά ἀσκοῦμε αὐτή τήν ἱερά ἡσυχία ὅπου καί ἄν βρισκόμαστε καί νά ὁμοιάσουμε στούς Ἁγίους μας, στούς μεσίτες μας πρός τόν Θεό, καί σέ αὐτούς οἱ ὁποῖοι τήν ἐξήσκησαν μέ ἐπιτυχία καί μέσα στίς πολυθόρυβες πόλεις καί μέσα στήν μεγάλη ἡσυχία τῆς ἐρήμου καί ἔτσι νά ἀξιωθοῦμε μαζί τους τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν!

Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης


[1] Βίος καί Λόγοι, Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, ἐκδ. Ἱ.Μ. Χρυσοπηγῆς, Χανιά, (στό ἑξῆς: Βίος καί Λόγοι, Ἁγίου Πορφυρίου).

[2] Βίος καί Λόγοι, Ἁγίου Πορφυρίου.

[3] Φιλοκαλία τῶν ἱερῶν Νηπτικῶν, Μετάφραση Ἀντώνιος Γαλίτης, Τόμος Α΄, Ἐκδόσεις Τό Περιβόλι τῆς Παναγίας, στ΄ ἔκδοση 2004.

[4] Κλίμαξ, Ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κλίμακος, ἔκδ. Ἱ.Μ. Παρακλήτου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου