Σελίδες

Κυριακή 13 Νοεμβρίου 2011

Ἡ δύναμη τῆς προσευχῆς τοῦ Γέροντος Πορφυρίου (θαυμαστά περιστατικά)

1. «Μιά  κυρία (Χ.Χ.)  πού εἶχε πρόσφατα χηρέψει, διηγεῖται στό βιβλίο τοῦ Κλ. Ἰωαννίδη «Ο ΓΕΡΩΝ ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ, μαρτυρίες καί ἐμπειρίες», πού κυκλοφορεῖ σέ Πέμπτη ἔκδοση, ὅτι τό ἀπόγευμα τῆς ἴδιας ἡμέρας, πού ἀνακοίνωσε στό Γέροντα τό θάνατο τοῦ συζύγου της ἐνῶ βρισκόταν στό σπίτι της, ἔνιωσε ξαφνικά νά φεύγει ὅλο τό βάρος ἀπό τήν ψυχή της καί ν’ ἀναβλύζει ἀπό μέσα της μιά χαρά, τόσο πού σταυροκοπήθηκε καί εἶπε «Θεέ μου, εἶναι λογική αὐτή ἡ άντίδρασή μου;» συνεχίζει δέ ὅτι μετά ἔμαθε -καί διασταύρωσε αὐτή τήν πληροφορία- ὅτι ἐκείνη ἀκριβῶς τήν ὥρα, πού αἰσθανόταν ἔτσι, ὁ Γέρων Πορφύριος προσευχόταν γι’ αὐτήν.


Μιά ἄλλη κυρία διηγήθηκε σέ ἀξιόπιστο πρόσωπο, ἀπό τό ὁποῖο ἐμεῖς τό ἀκούσαμε, ὅτι, ὅταν παρακάλεσε τόν Γέροντα Πορφύριο νά τή βοηθήσει γιά κάποιο πρόβλημά της, τῆς ὑπέδειξε νά κάνουν μαζί προσευχή στίς 10 τό βράδυ.
Ὅταν δέ αὐτή τοῦ εἶπε ὅτι αὐτή τήν ὥρα δέν μπορεῖ, γιατί ἡ οἰκογένεια τήν ἀπασχολεῖ, τῆς πρότεινε νά συμπροσεύχονται (αὐτή βέβαια ἀπό τό σπίτι της) στίς 4 τό πρωΐ. Καί ὅταν τοῦ εἶπε ὅτι αὐτή τήν ὥρα νά ξυπνήσει καί ὅτι δέν μπορεῖ νά βάλει ξυπνητήρι, γιατί θά ἐνοχλήσει τήν οἰκογένειά, τῆς εἶπε ὅτι θά πηγαίνει αὐτός νά τήν ξυπνάει.
Πράγματι, λοιπόν, ὅπως εἶπε, κάθε πρωΐ στίς 4 ἡ ὥρα, αἰσθανόταν ἕνα ἐλαφρύ ἄγγιγμα ἤ σκούντημα στόν ὦμο καί καταλάβαινε ὅτι ἦταν ἡ εἰδοποίησις τοῦ Γέροντος. Ἦταν μιά εὐχάριστη εἰδοποίηση χωρίς ταραχή ἤ ἐνόχληση.
Ἔνας ἄλλος φίλος μᾶς ἀφηγήθηκε ὅτι, ὅταν τό βράδυ ὁ Γέροντας προσηύχετο γι’ αὐτόν αἰσθανόταν, μερικές φορές, ἕνα αἴσθημα εἰρήνης ψυχικῆς καί ἐλαφρότητος σωματικῆς, σάν νά ἤθελε τό σῶμα του νά σηκωθεῖ ἀπό τό κρεββάτι, χωρίς ὅμως νά μετακινεῖται πραγματικά. Ὑπάρχει βέβαια καί ἡ περίπτωσις πού εἶχε ἀφηγηθεῖ σέ ἕνα φίλο μας ὁ ἴδιος ὁ Γέροντας, κάποιου πού χρωστοῦσε χρήματα, καί γιά τό ὁποῖο προσευχήθηκε ὁ Γέροντας κατόπιν παρακλήσεως τοῦ δικαιούχου, νά τόν φωτίσει ὁ Θεός νά τά ἐπιστρέψει. Αὐτός, μή θέλοντας νά πληρώσει τό χρέος του, ἐνοχλήθηκε ἀπό τήν προσευχή τοῦ Γέροντος καί τοῦ ζήτησε νά παύσει νά προσεύχεται γι’ αὐτόν. Ἐδῶ ὅμως, πρόκειται γιά τύψεις συνειδήσεως, πού ξεσηκώθηκαν ἀπό τήν ὑπόμνηση τῆς κατακρατήσεως τῶν ξένων χρημάτων»[1].
2. «Δέν πέρασε οὔτε ἕνα 20ήμερο καί ὁ Παππούλης πῆρε ἄλλο τηλεφώνημα ἀπό τόν φίλο του ἱερομόναχο (γιά τόν ὁποῖο ὁ Γέροντας Πορφύριος προσηύχετο συστηματικά καί τόν «ξυπνοῦσε» ὥστε νά σηκώνεται καί αὐτός στήν Ἀμερική νά προσεύχεται), ὁ ὁποῖος, οὔτε λίγο, οὔτε πολύ τόν θερμοπαρακαλοῦσε νά πάψει νά προσεύχεται γι’ αὐτόν, γιατί τόν ἀφήνει ἄϋπνον καί δέν μπορεῖ τήν ἡμέρα νά ἐργασθεῖ καί κινδυνεύει νά θεωρηθεῖ, ἀπό τήν ἐκεῖ Ἐκκλησία, σάν ράθυμος καί ἀδιάφορος. Ὁ Παππούλης τοῦ τό ὑποσχέθηκε καί πράγματι, ἔπαψε νά προσεύχεται γι’ αὐτόν καί ἐκεῖνος, ὅπως εἶπε στόν Παππούλη, δέν ξανααισθάνθηκε ποτέ πιά τά ἀποτελέσματα τῆς δυνάμεως τῆς προσευχῆς τοῦ Παππούλη, ἡ ἐμβέλεια τῆς ὁποίας ἔφθασε μέχρι τήν Ἀμερική »[2].
3.«Ἦταν Αὔγουστος μῆνας θυμᾶμαι πού ἀποφασίσαμε μέ ἕνα φιλικό μου ζευγάρι, νά περάσουμε τίς διακοπές μας στή λουτρόπολη τῆς Αἰδηψοῦ. Πρίν φύγω, πῆγα νά χαιρετήσω τόν Παππούλη μου, ὅπως ἔκανα συνήθως, καί νά πάρω τήν εὐχή του. Παράλληλα τόν ρώτησα ἐάν προβλέπει πῶς θά περάσω τίς διακοπές. Μοῦ ἀπάντησε, ὅτι θά περάσεις καλά, γιατί ἐγώ θά προσεύχομαι συνεχῶς. Τό ἀπόγευμα τῆς ἰδίας ἡμέρας βρεθήκαμε στήν Αἰδηψό καί ἐγκατασταθήκαμε σέ ἕνα πολυτελές ξενοδοχεῖο καί τό ρίξαμε ἔξω καί λησμονήσαμε τήν προσευχή καί ὅλα ἐν γένει τά θρησκευτικά μας καθήκοντα. Τό βράδυ κοιμηθήκαμε ἀργά. Μόλις κοιμήθηκα αἰσθάνθηκα νά κουνιέται τό κρεββάτι μου τόσο δυνατά, πού νόμιζα πώς ἔκανε σεισμό. Ξύπνησα ἔντρομος καί φώναξα δυνατά: σεισμός, σεισμός, ἐνῶ παράλληλα κρατιόμουν ἀπό τό κρεββάτι, γιά μήν πέσω κάτω καί σκοτωθῶ. Παρετήρησα, ὅμως, ὅτι κανείς δέν ξύπνησε ἀπό τά διπλανά δωμάτια, ἀλλά οὔτε καί ἀπό τούς ἄλλους ὀρόφους. Τό γεγονός αὐτό μέ ἀνησύχησε περισσότερο. Παρέμεινα γιά πολλή ὥρα ἄϋπνος. Ὅταν ξανακοιμήθηκα, αἰσθάνθηκα πάλι τά ἴδια καί ἐπιπλέον αἰσθανόμουν νά διαπερνᾶ τό σῶμα μου κάτι, σάν ἡλεκτρικό ρεῦμα! Αὐτό συνέβη πολλές φορές. Τό πρωΐ ρώτησα τόν φίλο μου τόν γιατρό καί τήν σύζυγό του, ἐάν κατάλαβαν τούς σεισμούς, που ἔγιναν τό βράδυ καί αὐτοί γελοῦσαν!  Τά ἴδια συνέβαιναν καί τά ἄλλα βράδια καί οἱ διακοπές μου κατάντησαν σκέτο μαρτύριο. Ὁπότε, ἕνα δράδυ βλέπω στόν ὕπνο μου, ὅτι ἤμουν στήν ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου Νικολάου (μάλλον στά Καλλίσια), καί ἀπό τήν εἰκόνα τοῦ Ἁγίου ἐκπέμποντο ἐπάνω μου δέσμες ἑκατομμυρίων πολύχρωμων θεϊκῶν ἀκτίνων μέ ὑπέρλαμπρον φῶς καί μοῦ προκαλοῦσαν μία ἀπερίγραπτη θεϊκή ἀγαλλίαση!  Μετά καί ἀπό αὐτό τό ὄνειρο, ἀναγκάστηκα νά ἐπικοινωνήσω μέ τόν Παππούλη καί τοῦ τά ἔθεσα ὅλα ὑπόψη. Μήν ἀνησυχεῖς, μοῦ λέει. Ἐγώ σέ ταλαιπωρῶ μέ τίς προσευχές μου. Ποιά ὥρα εἶδες τόν Ἅγιο Νικόλαο στόν ὕπνο σου; Τοῦ εἶπα τήν ὥρα. Ἔ, αὐτή τήν ὥρα παρακαλοῦσα τόν Ἅγιο γιά σένα. Νά συνεχίσεις τίς διακοπές σου, ἀλλά νά μή ξεχνᾶς νά προσεύχεσαι.
Τότε ἐγώ χαριτολογώντας τοῦ εἶπα:
-Παππούλη σας παρακαλῶ, ἐάν θέλετε νά συνεχίσω τίς διακοπές μου, πρέπει νά σταματήσετε ἐσεῖς τίς προσευχές σας γιά μένα. Διαφορετικά, αὐτές δέν εἶναι διακοπές, εἶναι μαρτύριο…»[3].
Ἀπό ὅλα τά ἀνωτέρω περιστατικά φανερώνεται-ἀποδεικνύεται ἡ πνευματική ἐπικοινωνία πού μπορεῖ νά ὑπάρχει μεταξύ τῶν ζωντανῶν μελῶν-κυττάρων τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ μας, πού εἶναι ἡ Ἐκκλησία. «Θαυμαστός ὁ Θεός ἐν τοῖς Ἁγιοις Αὐτοῦ». Εἴθε πάντα νά παραμένουμε ἑνωμένοι, ἐνταγμένοι καί σταθερά προσκολημμένοι στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, γιά νά ἀπολαμβάνουμε τούς καρπούς αὐτῆς τῆς ἕνωσης, τήν εἰρήνη, τήν ἀγάπη, τή χαρά καί τή σωτηρία.
Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης





[1]   Ἀναργύρου Καλλιάτσου,  Ὁ πατήρ Πορφύριος, ΣΤ΄ἔκδοσις, Ἐκδόσεις : Ἱεροῦ Ἡσυχαστηρίου, Ἡ  Μεταμόρφωσις τοῦ Σωτῆρος, Ἀθῆναι  2005, σελ. 26-27.
[2]   Ἀναργύρου Καλλιάτσου,  Ὁ πατήρ Πορφύριος, ΣΤ΄ἔκδοσις, Ἐκδόσεις : Ἱεροῦ Ἡσυχαστηρίου, Ἡ  Μεταμόρφωσις τοῦ Σωτῆρος, Ἀθῆναι  2005, σελ. 27-28.
[3]   Ἀναργύρου Καλλιάτσου,  Ὁ πατήρ Πορφύριος, ΣΤ΄ἔκδοσις, Ἐκδόσεις : Ἱεροῦ Ἡσυχαστηρίου, Ἡ  Μεταμόρφωσις τοῦ Σωτῆρος, Ἀθῆναι  2005, σελ. 29-30.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου