Σελίδες

Δευτέρα 9 Ιανουαρίου 2023

Ἡ στοργική Πρόνοια τοῦ Θεοῦ γιά τόν ἄνθρωπο, Βίος καί λόγοι Ἁγ. Πορφυρίου.Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης




Ὅλα, καί τά πιό εὐτελῆ πού μᾶς συμβαίνουν, εἶναι κάτω ἀπό τήν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ καί νά ὑπομένεις ἀτάραχα ὅ,τι σοῦ συμβαίνει, λέγει ὁ Ἀββᾶς Δωρόθεος. Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος μᾶς βεβαιώνει ὅτι «καί αἱ τρίχες τῆς κεφαλῆς ὑμῶν πᾶσαι ἠριθμηνται∙ μή οὖν φοβηθῆτε»[1]. Καί οἱ τρίχες μας εἶναι μετρημένες! Ὁ Κύριος παρακολουθεῖ καί τίς πλέον ἀσήμαντες λεπτομέρειες τῆς ζωῆς μας, γι' αὐτό καί δέν πρέπει νά φοβόμαστε.

Ὅ,τι σοῦ συμβαίνει, λέει καί τό βιβλίο τῶν Διδαχῶν τῶν Ἀποστόλων, νά τό δέχεσαι ὡς καλό, γνωρίζοντας ὅτι τίποτε δέν γίνεται χωρίς νά τό θέλει ὁ Θεός. Ὅλα ὅσα μᾶς συμβαίνουν, εὐχάριστα ἤ δυσάρεστα, προέρχονται ἀπό τόν Θεό πρός ὠφέλειά μας∙ ἀκόμα καί ἐκεῖνα πού συμβαίνουν ἀπό δικές μας ἐλλείψεις ἤ τῶν ἄλλων, λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος. Ὁ Θεός παραχώρησε νά συμβοῦν, καί μολονότι μποροῦσε νά τά ἐμποδίσει, δέν τά ἐμπόδισε. Πολλές κρίσεις τοῦ Θεοῦ γιά ἐμᾶς εἶναι ἀκατανόητες. «Ὁ διάβολος ρίχνει στάχτη στά μάτια τοῦ ἀνθρώπου, γιά νά μήν δεῖ τήν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Γιατί ὅταν δεῖ ὁ ἄνθρωπος τήν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ, θά μαλακώσει ἡ γρανιτένια καρδιά του, θά γίνει εὐαίσθητη καί θά ξεσπάσει σέ δοξολογία, κάτι πού δέν συμφέρει τόν διάβολο»[2].

Ὁ Ἅγιος Πορφύριος μᾶς διδάσκει: «Ὁ Θεός εἶναι ἀγάπη. Δέν εἶναι ἁπλός θεατής τῆς ζωῆς μας. Προνοεῖ καί ἐνδιαφέρεται ὡς Πατέρας μας πού εἶναι, ἀλλά σέβεται καί τήν ἐλευθερία μας. Δέν μᾶς πιέζει. Ἐμεῖς νά ἔχομε τήν ἐλπίδα μας στήν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ καί ἐφόσον πιστεύουμε ὅτι ὁ Θεός μᾶς παρακολουθεῖ, νά ἔχουμε θάρρος, νά ριχνόμαστε στήν ἀγάπη Του καί τότε θά Τόν βλέπουμε διαρκῶς κοντά μας. Δέν θά φοβόμαστε μήπως παραπατήσουμε»[3]. Τί εἶναι ἡ Πρόνοια τοῦ Θεοῦ; Εἶναι ἡ διαρκής φροντίδα, ἡ διαρκής μέριμνα τοῦ Θεοῦ γιά τά πλάσματά Του. Εἶναι μία ἀπό τίς ἄπειρες ἄκτιστες ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ.

«Τό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου τόσο τέλειο!», λέει ὁ Ἅγιος Πορφύριος. «Μεγάλο ἐργοστάσιο! Πίνει νερό, πηγαίνει στό στομάχι, στά νεφρά, καθαρίζει τό αἷμα. Ἡ λειτουργία τῆς καρδίας, ὁλόκληρη ἀντλία, οἱ πνεύμονες, τό συκώτι, ἡ χολή, τό πάγκρεας, ὁ ἐγκέφαλος, τό νευρικό σύστημα, οἱ αἰσθήσεις, ἡ ὅραση, ἡ ἀκοή... Τί νά ποῦμε γιά τίς πνευματικές δυνάμεις καί πῶς συλλειτουργοῦν ὅλ' αὐτά συγχρόνως, ἁρμονικά κάτω ἀπό τήν προστασία καί τήν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ!

Ὅλα εἶναι στήν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Βλέπετε τά πεῦκα; Πόσες βελόνες ἔχει τό κάθε πεῦκο; Μπορεῖτε νά τίς μετρήσετε; Ὁ Θεός, ὅμως, τίς γνωρίζει καί χωρίς τή δική Του θέληση, οὔτε μία δέν πέφτει κάτω»[4]. Ὅπως καί ὁ ἴδιος ὁ Κύριος λέει στό Εὐαγγέλιο, ὅτι οὔτε κι ἕνα σπουργιτάκι δέν πέφτει κάτω, ἄν δέν θέλει ὁ Οὐράνιος Πατέρας.

«Ὅπως καί οἱ τρίχες τῆς κεφαλῆς μας καί αὐτές ὅλες εἶναι ἠριθμημέναι. Ἐκεῖνος φροντίζει», λέει ὁ Ὅσιος Πορφύριος, «καί γιά τίς πιό μικρές λεπτομέρειες τῆς ζωῆς μας, μᾶς ἀγαπάει, μᾶς προστατεύει. Ἐμεῖς ζοῦμε σάν νά μήν αἰσθανόμαστε τό μεγαλεῖο τῆς Θείας Πρόνοιας. Ὁ Θεός εἶναι πολύ μυστικός. Δέν μποροῦμε νά καταλάβουμε τίς ἐνέργειές Του. Μή νομίζετε ὅτι ὁ Θεός τό ἔκανε ἔτσι καί μετά τό διόρθωσε. Ὁ Θεός εἶναι ἀλάθητος. Δέν διορθώνει τίποτα. Ποιός εἶναι ὅμως στό βάθος ὁ Θεός, στήν οὐσία, ἐμεῖς δέν τό γνωρίζουμε. Τίς βουλές τοῦ Θεοῦ δέν μποροῦμε νά τίς ἐξιχνιάσουμε.

«Οὐ γάρ εἰσίν αἱ βουλαί μου, ὥσπερ αἱ βουλαί ὑμῶν», λέει ὁ Θεός διά στόματος τοῦ Προφήτου Ἡσαΐου, «οὐδ' ὥσπερ αἱ ὁδοί ὑμῶν, αἱ ὁδοί μου, λέγει Κύριος»[5]. Δηλαδή δέν εἶναι οἱ ἀποφάσεις Μου, οἱ βουλές Μου, οἱ σκέψεις Μου, ὅπως οἱ δικές σας βουλές. Οὔτε ὅπως εἶναι οἱ δικοί σας δρόμοι εἶναι οἱ δικοί Μου, λέγει ὁ Κύριος. «Ἀλλ' ὡς ἀπέχει ὁ οὐρανός ἀπό τῆς γῆς, οὕτως ἀπέχει ἡ ὁδός μου ἀπό τῶν ὁδῶν ὑμῶν καί τά διανοήματα ὑμῶν ἀπό τῆς διανοίας μου»[6]. Ὅσο ἀπέχει ὁ οὐρανός ἀπό τη γῆ, τόσο ἀπέχει ἡ ὁδός Μου ἀπό τίς δικές σας ὁδούς καί τά διανοήματά Μου ἀπό τά δικά σας.

«Ὅταν ὁ Θεός μᾶς δωρίσει τό χάρισμα τῆς ταπεινώσεως, τότε ὅλα τά βλέπουμε, ὅλα τά αἰσθανόμαστε. Τότε Τόν ζοῦμε τόν Θεό πολύ φανερά. Ὅταν δέν ἔχομε τήν ταπείνωση, δέν βλέπουμε τίποτα». Γιατί ἡ ταπείνωση ἕλκει τήν χάρη τοῦ Θεοῦ καί ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ καθαρίζει καί ἀνοίγει τίς πνευματικές αἰσθήσεις, καθαρίζει τήν καρδιά καί ἔτσι ὁ ἄνθρωπος ἀρχίζει καί βλέπει τόν Θεό καί τίς ἄκτιστες θεῖες ἐνέργειες τίς βιώνει, τίς αἰσθάνεται, τίς βλέπει. «Τό ἀντίθετο, ὅταν ἀξιωθοῦμε τῆς ἁγίας ταπεινώσεως, τά βλέπουμε ὅλα, τά χαιρόμαστε ὅλα». Ὅταν δέν ἔχουμε ταπείνωση, δέν βλέπουμε τίποτα. Ὅταν ἔχουμε ταπείνωση, συμβαίνει ἀκριβῶς τό ἀντίθετο, χαιρόμαστε καί βλέπουμε ὅλα. «Ζοῦμε τόν Θεό, ζοῦμε τόν Παράδεισο μέσα μας, πού εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός»[7].

Καί στήν συνέχεια ὁ Ὅσιος παραθέτει μιά ἱστορία ἀπό τό Γεροντικό. «Ἕνας Γέροντας ἔστειλε τόν ὑποτακτικό του, τόν Παΐσιο, νά πάει σέ μιά δουλειά κάπου μακριά ἀπ' τήν ἀσκητική τους καλύβα. Ἐκεῖνος βάδιζε, βάδιζε ὧρες. Ἦταν μεσημέρι. Ὁ ἥλιος ἔκαιγε. Εἶδε ἕνα μεγάλο βράχο πού εἶχε σκιά καί πῆγε καί ξαπλώθηκε κάτω ἀπό τή σκιά τοῦ βράχου νά ξεκουρασθεῖ κι ἐκεῖ ἀποκοιμήθηκε». Ἡ σκιά στήν ἔρημο πού καίει ὁ ἥλιος φοβερά εἶναι κάτι πολύ ἐπιθυμητό καί πολύ εὐεργετικό. «Ἐκεῖ πού κοιμόταν», ἤ κοιμόταν ἤ ἦταν σέ μιά κατάσταση χαλαρώσεως, «βλέπει τόν Γέροντά του νά τοῦ λέει: «Παΐσιε, Παΐσιε, σήκω πάνω καί φεύγα ἀπ' αὐτοῦ! Κι ὅπως τόν ἄκουσε τόν Γέροντά του νά τοῦ φωνάζει δυνατά, σηκώθηκε πάνω κι ἔκανε πέρα. Μόλις πῆγε λίγο πέρα, πέντε-ἕξι βήματα, «γουώωπ!», εἶδε τόν βράχο πού ἔπεφτε! Θά τόν πλάκωνε σάν τό πουλί στήν παγίδα! Δέν θά τοῦ ἄφηνε οὔτε κοκαλάκι. Ἦταν πολύ μακριά ὁ Γέροντας ἀπ' τόν Παΐσιο κι ὅμως τόν εἶδε. Αὐτή εἶναι ἡ Πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Τά λόγια τοῦ Κυρίου ἐπαληθεύονται: «Σημεῖα δέ τοῖς πιστεύσασι ταῦτα παρακολουθήσει: ἐν τῷ ὀνόματί μου δαιμόνια ἐκβάλουσι, γλώσσαις λαλήσουσι καιναῖς, ὄφεις ἄρουσι∙ κἄν θανάσιμόν τιί πιώσιν, οὐ μή αὐτούς βλάψει. ἐπί ἀρρώστους χεῖρας ἐπιθήσουσι καί καλῶς ἐξουσιν»[8]»[9], εἶπε ὁ Κύριος γιά τούς μαθητές Του ἀλλά καί γιά ὅλους αὐτούς πού θά πιστέψουν. Θά ἀκολουθήσουν σημεῖα σέ αὐτούς οἱ ὁποῖοι θά πιστέψουν, θαύματα δηλαδή. Μέ τήν ἐπίκληση τοῦ ὀνόματός Μου θά βγάζουν δαιμόνια, θά ὁμιλοῦν καινές γλῶσσες, θά φονεύουν ὄφεις.. Ἄν πιοῦν κάτι θανάσιμο, δηλητηριῶδες, αὐτό δέν θά τούς βλάψει. Θά τοποθετοῦν τά χέρια τους πάνω στούς ἀρρώστους καί θά γίνονται καλά.

«Μποροῦμε νά σκεπτόμαστε καί νά λέμε: - Θεέ μου, εἶσαι πανταχοῦ παρών καί τά βλέπεις ὅλα, ὅπου κι ἄν εἶμαι. Παρακολουθεῖς μέ στοργή τό κάθε μου βῆμα»[10]. Αὐτό εἶναι πολύ σπουδαῖο νά τό λέμε, ὅπως, τό τονίζει ὁ γέροντας, γιατί ἔτσι συνειδητοποιοῦμε ὅτι δέν εἴμαστε μόνοι, οὔτε παραμελημένοι, παραπεταμένοι σέ μιά γωνιά τοῦ σύμπαντος, ὅπως λένε οἱ ἄθεοι φιλόσοφοι, ἀλλά εἴμαστε συνεχῶς κάτω ἀπό τήν στοργική φροντίδα τῆς Ἁγίας Τριάδος.

«Νά ἐπαναλαμβάνουμε», λέει ὁ Ὅσιος, «μαζί μέ τόν Δαβίδ: «Ποῦ πορευθῶ ἀπό τοῦ πνεύματός Σου καί ἀπό τοῦ προσώπου Σου ποῦ φύγω; Ἐάν ἀνάβω εἰς τόν οὐρανόν, Σύ ἐκεῖ εἶ∙ ἐάν καταβῶ εἰς τόν ἅδην, πάρει∙ ἐάν ἀναλάβοιμι τάς πτερύγάς μου κατ' ὄρθρον καί κατασκηνώσω εἰς τά ἔσχατα τῆς θαλάσσης, καί γάρ ἐκεῖ ἡ χείρ Σου ὁδηγήσει με καί καθέξει με ἡ δεξιά σου»[11]». Ποῦ θά πορευτῶ μακριά ἀπό Ἐσένα; Ἀπό τό πρόσωπό Σου ποῦ θά φύγω; Ἐάν ἀνεβῶ στόν οὐρανό, εἶσαι ἐκεῖ, καί ἄν κατεβῶ στόν Ἅδη καί ἐκεῖ εἶσαι παρών! Ἐάν πάρω τά φτερά μου τό πρωί καί κατασκηνώσω στήν ἄκρη τῆς θάλασσας, τό χέρι Σου θά με ὁδηγήσει καί ἡ δεξιά Σου.

«Αὐτό βέβαια δέν ἀρκεῖ πού τό γνωρίζομε», λέει ὁ Ὅσιος, «ἀλλά εἶναι μεγάλη ἐνίσχυση καί παρηγοριά, ὅταν τό πιστεύομε, ὅταν τό ζοῦμε, ὅταν τό ἐνστερνιζόμαστε»[12].

«Προνοεῖ καί φροντίζει γιά μᾶς. Μᾶς δίνει τήν τροφή, τά ροῦχα καί τό σπίτι πού μένουμε», λέει ὁ Ἅγιος Τύχων τοῦ Ζαντόνσκ. «Δικά Του εἶναι ὁ ἥλιος, τό φεγγάρι καί τά ἄστρα πού μᾶς φωτίζουν. Μέ τήν δική Του φωτιά ζεσταινόμαστε καί ἑτοιμάζουμε τό φαγητό μας. Μέ τό δικό Του νερό πλενόμαστε καί δροσιζόμαστε. Τά ζῶα Του μᾶς ὑπηρετοῦν. Ὁ ἀέρας Του μᾶς ζωογονεῖ. Τό ὀξυγόνο Του μᾶς κρατεῖ στή ζωή. Μέ λίγα λόγια, ἀπό τήν ἀγάπη καί τά ἀγαθά Του ἐξαρτόμαστε. Χωρίς αὐτά οὔτε στιγμή δέν μποροῦμε νά ζήσουμε. Πῶς εἶναι δυνατόν λοιπόν νά μήν ἀγαπήσουμε κι ἐμεῖς τέτοιον εὐεργέτη; Κάθε ἄνθρωπο εὐεργέτη μας τόν ἀγαπᾶμε. Πόσο περισσότερο πρέπει ν' ἀγαπᾶμε τόν εὐεργέτη Θεό, στόν Ὁποῖο ἀνήκουν ὅλα, καί ὁ ἑαυτός μας καί ὅ,τι ἔχουμε! Ὅλη ἡ δημιουργία καί ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος εἶναι κτῆμα τοῦ Θεοῦ»[13]. Δέν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος πού πιστεύει στόν Θεό καί στή στοργική Του πρόνοια νά ἀπελπιστεῖ, νά ἀπογοητευτεῖ κι ἔτσι νά ἀφήσει τόν ἑαυτό του ἕρμαιο θά λέγαμε στίς διάφορες περιστάσεις.

Πρίν ἀπό ἀρκετά χρόνια, ἔγινε τό ἑξῆς περιστατικό: Ἕνας πολύτεκνος ὁδηγός ταξί στήν Ἀθήνα στό κέντρο εἶδε μιά ἡλικιωμένη γυναίκα νά τρικλίζει καί νά πέφτει στό πεζοδρόμιο. Σταμάτησε, τήν ἔβαλε στό ταξί καί τήν πῆγε στό Νοσοκομεῖο Ὑγεία, πού ὑπέγραψε ὡς ὑπεύθυνος γιά τήν νοσηλεία της. Τό πρωί πῆγε νά δεῖ τί κάνει καί τοῦ εἶπαν στό νοσοκομεῖο ὅτι μπορεῖ νά τήν πάρει, διότι ἔχει συνέλθει καί δέν χρειάζεται ἄλλῃ ἰατρική βοήθεια. Τήν παρέλαβε, τῆς εἶπε ὅτι φεύγουν καί τήν ἐρώτησε πού θέλει νά τήν πάει. Ἔγινε ὁ ἑξῆς διάλογος: - Τό νοσοκομεῖο ποιός θά τό πληρώσει; ρώτησε ἐκείνη, ἡ γυναῖκα, - Τό πλήρωσα ἤδη. - Ξέρετε, ἐγώ δέν ἔχω λεφτά. - Δέν σᾶς ζήτησα. - Ἔχετε παιδιά; - Ἔχω δώδεκα. - Λέτε ψέματα! Ποιός ἔχει σήμερα δώδεκα παιδιά; - Ὁ ταξιτζής ἔβγαλε καί τῆς ἔδωσε τήν βεβαίωση πολυτέκνων, πού εἶχε μαζί του, ἡ ὁποία ἔγραφε τά ὀνόματα τῶν δώδεκα παιδιῶν. - Ἡ κυρία τήν διάβασε ἐντυπωσιασμένη καί ὕστερα ἀπό λίγα λεπτά σιωπῆς, τοῦ εἶπε συγκινημένη. - Θά μοῦ ἐπιτρέψετε νά σᾶς κάνω ἕνα δῶρο. - Τί δῶρο; - Ἕνα ἑκατομμύριο δραχμές γιά κάθε παιδί. Ἡ κυρία ἦταν μιά γνωστή εὐκατάστατη κυρία στήν Ἀθήνα, μᾶλλον πολύ πλούσια, ἡ ὁποία θεώρησε ὅτι ὁ ταξιτζής τήν ἀνεγνώρισε καί τήν μετέφερε στό νοσοκομεῖο, ἐλπίζοντας νά πάρει μεγάλη ἀμοιβή ἀπό αὐτήν. Γιά νά τόν δοκιμάσει τοῦ εἶπε ὅτι δέν ἔχει λεφτά νά πληρώσει τό νοσοκομεῖο. Ὅταν τῆς εἶπε ὅτι τό πλήρωσε καί δέν τῆς ζητάει τά χρήματα, ξαφνιάστηκε. Γιά νά ἐξακριβώσει τί ἄνθρωπος ἦταν, τόν ἐρώτησε ἄν ἔχει παιδιά. Ἀπό τόν διάλογο ἐπείσθη ὅτι δέν εἶχε ἐνεργήσει ἀπό ἰδιοτέλεια, καί συγκινημένη τοῦ πρόσφερε τό δῶρο πού ἀναφέραμε.

Βλέπουμε πόσο ἡ Πρόνοια τοῦ Θεοῦ φροντίζει γιά ὅλους καί γιά ὅλα! Τίποτε σέ αὐτόν τόν κόσμο δέν μπορεῖ νά γίνει χωρίς τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, λέει καί ὁ Ἀββᾶς Παφνούτιος. Τό καθετί συμβαίνει εἴτε κατά εὐδοκία, εἴτε κατά παραχώρηση δική Του. Τό καλό γίνεται κατά εὐδοκία καί μέ τήν βοήθειά Του. Τό κακό συμβαίνει κατά παραχώρηση ἀλλά δική Του καί πάλι. Ἔτσι μᾶς ἐγκαταλείπει ἡ χάρις Του ἐξαιτίας τῆς ἁμαρτίας καί τῆς σκληροκαρδίας μας, καί παραδινόμαστε στά ἀτιμωτικά πάθη.

«Ὁ Πανάγαθος», ἔλεγε καί ὁ Γέροντας Ἰωσήφ ὁ Ἡσυχαστής, «δέν κάνει τίποτε πού νά μήν εἶναι πρός ὄφελος τῆς ψυχῆς μας. Εἴτε ἀσθένεια, εἴτε πειρασμό, γιά ὠφέλεια δική μας τό ἐπιτρέπει. Ἐμεῖς ὅμως δέν γνωρίζουμε καί πολλές φορές γογγύζουμε, ἀγανακτοῦμε καί πολλά κακά κάνουμε. Ἐνῶ Ἐκεῖνος ἀπό τήν πολλή Του ἀγάπη, μόνο στό συμφέρον τῆς ψυχῆς μας ἀποβλέπει, διότι γνωρίζει ὅτι ἐδῶ πρόσκαιροι εἴμαστε καί ὅλα σύντομα περνοῦν, καί ὅταν τελειώσει αὐτή μας ἡ ἐξορία καί ἀνοίξουν τά μάτια τῆς ψυχῆς τά ἀληθινά, τότε γιά ὅλα θά εὐχαριστήσουμε εὐγνωμόνως»[14].

Τῷ δέ Θεῷ ἡμῶν δόξα πάντοτε νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης

[1] Ματθ. 10, 30-31.

[2] Πνευματική Ἀφύπνιση, Ἁγίου Παϊσίου Ἁγιορείτου, Λόγοι Β΄, Ἱερόν Ἡσυχαστήριον Εὐαγγελιστής Ἰωάννης ὁ Θεολόγος, Σουρωτή Θεσ/κης.

[3] Βίος καί Λόγοι, Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Β΄ ἔκδοση, Ἱ.Μ. Χρυσοπηγῆς, (στό ἑξῆς: Βίος καί Λόγοι, Ἁγίου Πορφυρίου).

[4] Βίος καί Λόγοι, Ἁγίου Πορφυρίου.

[5] Ἡσ. 55, 8-9.

[6] Ὅ.π.

[7] Βίος καί Λόγοι, Ἁγίου Πορφυρίου.

[8] Μᾶρκ. 16, 17-18.

[9] Βίος καί Λόγοι, Ἁγίου Πορφυρίου.

[10] Ὅ.π.

[11] Ψαλμ. 138, 7-10.

[12] Βίος καί Λόγοι, Ἁγίου Πορφυρίου.

[13] Πορεία πρός τόν οὐρανό, Ἅγιος Τύχων τοῦ Ζαντόνσκ, Ἱερά Μονή Παρακλήτου, Ὡρωπός Ἀττικῆς.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου