Σελίδες

Πέμπτη 26 Ιουνίου 2025

Α. Τά τέσσερα ἀπαραίτητα πνευματικά ὅπλα Β. Δέν πρέπει νά ἐμπιστευόμαστε τόν ἑαυτό μας Ἁγ. Νικοδήμου - Ἀόρατος Πόλεμος. Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης

Α. Τά τέσσερα ἀπαραίτητα πνευματικά ὅπλα

Β. Δέν πρέπει νά ἐμπιστευόμαστε τόν ἑαυτό μας

Ἁγ. Νικοδήμου - Ἀόρατος Πόλεμος

Ὁμιλία τοῦ Ἱερομ. Σάββα Ἁγιορείτου στίς 11-12-2013



Λέγαμε τήν προηγούμενη φορά, μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ, ὅτι οἱ χριστιανοί μπερδεύουν -κάποιοι χριστιανοί- τίς ἀρετές μέ τόν σκοπό τῆς χριστιανικῆς ζωῆς καί νομίζουν ὅτι ἡ τελειότητα τῆς χριστιανικῆς ζωῆς εἶναι νά κάνει κανείς κάποιες ἀσκήσεις, ὅπως εἶναι ἡ νηστεία, ὅπως εἶναι ἡ ἀγρυπνία, ἀκόμα καί ἡ προσευχή καί ἐξαπατῶνται ἀπό αὐτό καί ὑπερηφανεύονται καί, ὅπως λέει ἐδῶ ὁ Ἅγιος Νικόδημος, κατακρίνουν τούς ἄλλους καί χάνουν καί οἱ ἴδιοι τόν σκοπό τους.

Καί μᾶς λέει λοιπόν -γιά νά κάνουμε μία σύνδεση μέ τά προηγούμενα- τώρα πού κατάλαβες, πού γνώρισες πολύ καλά, ὅτι ἡ πνευματική ζωή καί τελειότητα δέν βρίσκονται σ’ αὐτές οἱ ἀρετές, γιατί αὐτές οἱ ἀρετές εἶναι ἁπλῶς τά μέσα γιά νά πετύχουμε τόν σκοπό, μᾶς λέει καί τόν σκοπό. Ποιός εἶναι ὁ σκοπός; Ἡ τελειότητα γνώριζε ὅτι δέν βρίσκεται σ’ αὐτές οἱ ἀρετές ἀλλά στή γνώση τῆς ἀγαθότητας καί τῆς μεγαλειότητας τοῦ Θεοῦ∙ στό νά γνωρίσει κανείς τόν Θεό, ὄχι ἐγκεφαλικά, ἔτσι σάν μία γνώση, ὅπως τά μαθηματικά, ἡ φυσική, ἀλλά βιωματικά, ὅταν ζήσει τόν Θεό. Αὐτό εἶναι λοιπόν ἡ τελειότητα. Καί ἀπό τήν ἄλλη μεριά, νά γνωρίσεις τήν δική σου μηδαμινότητα, τό μηδέν καί τήν κλίση πού ἔχεις σέ κάθε κακό. Ἀκόμα ἡ τελειότητα εἶναι τό ν’ ἀγαπήσεις τόν Θεό καί νά μισήσεις τόν ἑαυτό σου, τόν κακό ἑαυτό σου, τά πάθη σου. Ἐπίσης, εἶναι ἡ ὑποταγή, καί μάλιστα ὄχι μόνο στόν Θεό ἀλλά καί σέ ὅλα τά κτίσματα γιά χάρη τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ἡ ἀποστροφή κάθε δικοῦ μας θελήματος καί ἡ τέλεια ὑπακοή στό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἐκεῖ μάλιστα κατεξοχήν φαίνεται ἄν ὁ ἄνθρωπος ἔχει προοδεύσει πνευματικά, στό μέτρο πού δέχεται ὅλα ὅσα τοῦ συμβαίνουν μέ χαρά, ὡς θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὡς παραχώρηση τοῦ Θεοῦ. Γιατί τίποτα δέν γίνεται ἀθεΐ, δηλαδή χωρίς ὁ Θεός νά τό εὐδοκεῖ ἤ νά τό παραχωρεῖ. Καί ἀκόμα, ἀπό τό νά θέλουμε ὅλα αὐτά καί νά τά κάνουμε ξεκάθαρα γιά τήν δόξα τοῦ Θεοῦ. Ὅ,τι κάνουμε καί θέλουμε, νά τό θέλουμε μόνο γιά τόν Θεό καί γιά τήν δόξα Του. «Μόνο καί μόνο γιά νά ἀρέσουμε σέ Αὐτόν, καί γιατί ἔτσι θέλει Αὐτός καί γιατί ἔτσι πρέπει νά Τόν ἀγαπᾶμε καί νά Τόν ὑπηρετοῦμε.

Αὐτός εἶναι ὁ νόμος τῆς ἀγάπης, αὐτός πού ἔχει γραφτεῖ ἀπό τό χέρι τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ στίς καρδίες τῶν πιστῶν δούλων Του. Αὐτή εἶναι ἡ ἀπάρνηση τοῦ ἑαυτοῦ μας, τήν ὁποία ζητεῖ ἀπό ἐμᾶς ὁ Θεός»[1]. Ἡ αὐταπάρνηση, αὐτό πού λέγει, «ὅποιος θέλει νά μέ ἀκολουθήσει, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν»[2]. Οὐσιαστικά εἶναι νά ἀρνηθεῖ κανείς τήν φιλαυτία του καί τό θέλημά του, τήν ἀγάπη πού ἔχει τήν ἄρρωστη στόν ἑαυτό του καί τήν ὑποταγή πού ἔχει στά θελήματά του, στίς ἐπιθυμίες του. Καί ὅταν τά ἀρνηθεῖ κανείς αὐτά καί πεῖ, ἐγώ δέν θέλω τίποτα, θέλω ὅ,τι θέλεις ἐσύ Χριστέ μου, αὐτός ἔχει τήν αὐταπάρνηση τήν ἀληθινή πού ζητάει ὁ Κύριος.

«Αὐτός εἶναι ὁ γλυκός ζυγός τοῦ Ἰησοῦ καί τό φορτίο Του τό ἐλαφρό». Εἴδατε πού λέει ὁ Κύριος ὅτι ὁ ζυγός μου εἶναι χρηστός, εἶναι καλός καί τό φορτίο μου εἶναι ἐλαφρό[3]. Ποιό εἶναι τό φορτίο πού μᾶς βάζει ὁ Χριστός; Εἶναι ἀκριβῶς αὐτή ἡ αὐταπάρνηση, τό νά ἀρνηθοῦμε τό θέλημά μας καί νά ποῦμε «δέν θέλω τίποτα πού δέν θέλει ὁ Θεός.. ἐγώ θέλω ὅ,τι θέλει ὁ Θεός». Αὐτός εἶναι ὁ γλυκύς ζυγός καί τό φορτίο τό ἐλαφρό. «Αὐτή εἶναι ἡ ὑποταγή στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, στήν ὁποία μᾶς προσκαλεῖ ὁ λυτρωτής μας καί Διδάσκαλος μέ τό δικό Του παράδειγμα καί μέ τή δική Του φωνή»[4]. Ὅπως τό λέει, «ἦρθα ὄχι γιά νά κάνω τό θέλημα τό ἐμόν, ἀλλά τό θέλημα τοῦ πέμψαντός με πατρός»[5]. Σέ μία ὑπακοή πέρασε καί ὁ Κύριος τή ζωή Του ὡς ἄνθρωπος ἐδῶ στή γῆ, στήν ὑπακοή στόν ἐν οὐρανοῖς πατέρα Του, σέ μία διαρκή ὑπακοή, σέ μία συνεχή ὑπακοή καί σέ μία μίμηση αὐτῆς τῆς ζωῆς -δηλαδή πάλι σέ μία ὑπακοή- μᾶς καλεῖ καί ἐμᾶς ὁ Χριστός.

Αὐτά τά εἴχαμε πεῖ τήν προηγούμενη φορά ἀλλά τά θυμίζω γιά νά ἔχουμε μία σύνδεση μέ τά προηγούμενα καί νά πᾶμε τώρα νά μᾶς πεῖ τά ὅπλα πού χρειάζονται -αὐτός εἶναι ὁ τίτλος τοῦ σημερινοῦ μαθήματος, τό πρῶτο μέρος- τά τέσσερα βασικά ὅπλα πού χρειάζονται γιά τήν ἐπίτευξη αὐτῆς τῆς τελειότητας. Θά πεῖ κανείς, στήν τελειότητα θέλουμε νά φτάσουμε, νά γίνουμε τέλειοι, νά γίνουμε ἅγιοι; Μάλιστα αὐτό θέλουμε. Γιατί αὐτό τό λέει ὁ Κύριος ὅτι «τέλειοι γίνεσθε»[6]. Δέν πρέπει νά μείνουμε σέ μία συμβατική χριστιανική ζωή, αὐτό πού λέει ὁ πολύς ὁ κόσμος -πλανεμένα βέβαια- νά εἶσαι μέ μέτρο στήν Ἐκκλησία.. δέν χρειάζονται πολλά-πολλά.. στόν μέσο ὅρο.. ὄχι ἀκραῖα πράγματα.. Θεωρεῖ ἀκραῖο πράγμα τήν τελειότητα! Ἐνῶ αὐτό εἶναι ἐντολή τοῦ Θεοῦ καί ἀλλοίμονο ἄν ποῦμε ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἀκραῖος ἤ εἶναι φανατικός, ὅπως ὀνομάζουνε αὐτούς τούς χριστιανούς πού προσπαθοῦν νά εἶναι συνεπεῖς μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἤ ὅτι μᾶς σπρώχνει ὁ Θεός σέ ἕναν φανατισμό.. ἀλλοίμονο! Ἤ ἡ Ἐκκλησία ἤ οἱ ἱερεῖς μας ἤ οἱ Πατέρες, οἱ Ἅγιοι ὅτι εἶναι φανατικοί καί μᾶς σπρώχνουν σέ ἕναν φανατισμό.. φοβερά καί μόνο νά τά σκεφτεῖ κανείς αὐτά! Κι ὅμως ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού τά λένε πολύ ἀβασάνιστα. Καί πιάνουν αὐτά στά αὐτιά αὐτῶν οἱ ὁποῖοι δέν ἔχουνε καταλάβει, δέν ἔχουνε γνώση πραγματική τοῦ τί ζητάει ὁ Θεός ἀπό μᾶς.

«Λοιπόν, ἐσύ ἀδελφέ, πού θέλεις νά φθάσῃς στό ὕψος αὐτῆς τῆς τελειότητας, ἐπειδή εἶναι ἀνάγκη νά κάνῃς μία ἀκατάπαυστη πάλη μέ τόν ἑαυτό σου», γιατί αὐτός εἶναι ὁ κύριος ἐχθρός.. μετά εἶναι ὁ κόσμος καί ὁ διάβολος.. ὁ πρῶτος καί βασικός ἐχθρός μας εἶναι ὁ ἴδιος ὁ ἑαυτός μας, τά πάθη μας, ἡ φιλαυτία μας, ἡ τάση πού ἔχουμε γιά ραθυμία.. γι’ αὐτό λοιπόν, «γιά νά νικήσῃς γενναῖα καί νά ἐξουδετερώσῃς ὅλα τά θελήματα, μεγάλα καί μικρά..»[7]∙ τώρα συγκεκριμενοποιεῖ ἀκόμα περισσότερο τόν ἑαυτό. Εἶναι ὁ ἑαυτός μας καί μάλιστα εἶναι τό θέλημά μας∙ αὐτός εἶναι ὁ κατεξοχήν ἐχθρός μας, τά θέλω μας. Γι’ αὐτό καί βλέπετε γινόμαστε δυστυχισμένοι, πότε; Ὅταν ἔχουμε θέλημα καί ἀφοῦ δέν μᾶς γίνεται αὐτό τό θέλημα.. καί εὐτυχῶς πού δέν μᾶς γίνεται πολλές φορές, γιατί κατά κανόνα θέλουμε καταστροφικά πράγματα, δέν θέλουμε πράγματα πού θά μᾶς ὁδηγήσουν στήν αἰώνια ζωή καί σωτηρία.

Γιά νά νά ἐξουδετερώσεις λοιπόν τόν ἐχρθό, δηλαδή τά θελήματά σου, τά μικρά καί τά μεγάλα, «πρέπει ἀναγκαστικά νά ἑτοιμασθῇς μέ κάθε προθυμία τῆς ψυχῆς σου σέ αὐτό τόν πόλεμο. Γιατί, τό στεφάνι δέν δίνεται σέ ἄλλον, παρά μόνο στόν γενναῖο πολεμιστή»[8]. Τό πρῶτο λοιπόν πού πρέπει νά συνειδητοποιήσουμε εἶναι ὅτι θά ἔχουμε νά δώσουμε ἀγῶνα, θά ἔχουμε νά κάνουμε πόλεμο. Ὁπότε θά πρέπει νά εἴμαστε πρόθυμοι σ’ αὐτό. Γιατί ἄν κανείς ἀπό τήν ἀρχή δέν δείξει προθυμία στόν πόλεμο, πολύ φυσικό εἶναι νά νικηθεῖ.

«Αὐτός ὁ ὁποῖος πόλεμος, καθώς εἶναι δυσκολώτερος ἀπό κάθε ἄλλο πόλεμο -γιατί πολεμώντας ἐναντίον τοῦ ἑαυτοῦ μας, πολεμούμαστε συγχρόνως ἀπό τόν ἴδιο τόν ἑαυτό μας-» καί αὐτό εἶναι ἔτσι τό πολύ ὀδυνηρό, ὅτι δέν σέ πολεμάει κάποιος ἀπ’ ἔξω, σέ πολεμάει ἀπό μέσα, ὁ ἴδιος ὁ ἑαυτός. Γι’ αὐτό εἶναι ὁ δύσκολος πόλεμος αὐτός. «Ἔτσι καί ἡ νίκη πού πετυχαίνουμε σέ αὐτόν, θά εἶναι ἐνδοξότερη ἀπό κάθε ἄλλη». Ἀφοῦ εἶναι ὁ δυσκολότερος πόλεμος καί τό βραβεῖο καί ἡ νίκη θά εἶναι ἡ πιό ἔνδοξη ἀπ’ ὅλες «καί περισσότερο εὐπρόσδεκτη στόν Θεό.

Γιατί ἄν θελήσῃς νά θανατώσῃς τά ἄτακτα πάθη σου, καί τίς ἐπιθυμίες καί θελήματά σου, θά ἀρέσῃς στόν Θεό περισσότερο, καί θά τόν ὑπηρετῆς καλύτερα, παρά ἄν μαστιγώνεσαι μέχρι νά βγάλης αἷμα, καί ἄν νηστεύῃς περισσότερο ἀπό τούς παλιούς ἐρημῖτες, καί ἄν ἐπέστρεφες στό καλό χιλιάδες ψυχές, ὄντας ἐσύ κυριευμένος ἀπό τά πάθη»[9]. Ὑπάρχουν ἀσκήσεις καί ὑπῆρχαν καί κάποιοι ἀσκητές πού φτάνανε καί σέ αὐτό τό ἀκραῖο μέτρο ἄς ποῦμε, νά χτυπᾶνε τόν ἑαυτό τους. Ὄχι ἀπό σαδισμό, γιά νά βασανίζονται, ἀλλά γιά νά ὑποτάξουν τήν σάρκα καί τά σαρκικά πάθη. Αὐτό δέν τό ζητάει ὁ Θεός οὔτε τό λέει τό εὐαγγέλιο. Καί ἐδῶ ὁ Ἅγιος τό ξεκαθαρίζει, ὅτι ναί μέν φαίνεται ὅτι εἶναι κάτι γιά τόν Θεό καί ὅτι εἶναι κάτι σπουδαῖο καί ἐντυπωσιακό, ἀλλά δέν τό θέλει αὐτό ὁ Θεός, καί ὁποιαδήποτε ἄλλη ἄσκηση νά κάνουμε, καί νά νηστεύουμε καί ἀνά δύο καί ἀνά τρεῖς καί ἀνά πέντε μέρες, ὅπως ἔφταναν κάποιοι καί νήστευαν παλαιοί μεγάλοι ἀσκητές, ἀλλά ἐκεῖνο πού θέλει περισσότερο ἀπό ὅλα ὁ Θεός εἶναι νά κόψουμε τίς ἄτακτες ἐπιθυμίες μας, τίς κακές ἐπιθυμίες μας, τά ἄτακτα πάθη μας καί τά θελήματά μας.

Γιατί τά πάθη, τί εἶναι τά πάθη; Τά πάθη εἶναι οἱ διεστραμμένες κατευθύνσεις πού παίρνουν οἱ δυνάμεις τῆς ψυχῆς μας. Ἄς ποῦμε τό πάθος τοῦ θυμοῦ. Τί εἶναι τό πάθος τοῦ θυμοῦ; Εἶναι μιά κακή χρήση τῆς δύναμης τῆς ψυχῆς μας πού λέγεται θυμικό, θυμός, τήν ὁποία τήν ἔχει δώσει ὁ Θεός αὐτή τή δύναμη. Ἀλλά πότε αὐτή ἡ δύναμη λειτουργεῖ λανθασμένα; Ὅταν τήν χρησιμοποιοῦμε ἐναντίον τῶν ἄλλων. Ὅταν τήν χρησιμοποιοῦμε μέ πάθος, μέ ἐμπάθεια ἐναντίον τῶν ἀδελφῶν μας ἐπειδή ἐμεῖς ἀδικούμαστε. Πότε χρησιμοποιεῖται σωστά; Ὅταν τόν χρησιμοποιοῦμε ἐναντίον τῶν παθῶν μας, ἐναντίον τῶν κακῶν συνηθειῶν μας, ἐναντίον τοῦ διαβόλου καί ὅταν ὀργιζόμαστε γιατί ἀδικεῖται ὁ πλησίον ἤ ὁ Θεός καί ὄχι ὅταν ἀδικούμαστε ἐμεῖς. Τότε χρησιμοποιοῦμε σωστά τόν θυμό. Ἄν ὅμως τόν χρησιμοποιοῦμε γιά νά ὑπερασπιστοῦμε τόν ἑαυτό μας καί τό κάνουμε καί πολλές φορές, ἀποκτᾶμε μιά λανθασμένη, ἔχουμε μιά λανθασμένη κατεύθυνση αὐτῆς τῆς δύναμης καί ἀποκτᾶμε τό πάθος τοῦ θυμοῦ. Ὁ Θεός θέλει πολύ περισσότερο νά κόψουμε αὐτό τό πάθος παρά νά ματώσουμε στήν νηστεία καί στήν ἀγρυπνία∙ τό ὁποῖο μπορεῖ νά σοῦ δώσει καί πολύ μεγάλο ἐγωισμό, ὅπως λέγαμε καί τήν προηγούμενη φορά, γιατί εὔκολα σοῦ λέει ὁ λογισμός ὅτι ἐσύ δέν εἶσαι σάν τούς ἄλλους πού δέν κάνουν αὐτές τίς ἀσκήσεις καί νομίζεις ὅτι εἶσαι ἀνώτερος. Ὄχι.. ὁ Θεός λοιπόν θέλει ἀπό τό νά κάνεις μεγάλες ἀσκήσεις, νά κόψεις τά θελήματά σου, τίς ἐπιθυμίες σου τίς κακές, τά πάθη σου καί ὄχι νά κάνεις αὐτά πού εἴπαμε, τίς μεγάλες ἀσκήσεις, οὔτε ἀκόμα -προσέξτε- τό νά ἐπιστρέψεις στό καλό χιλιάδες ψυχές ὄντας ἐσύ κυριευμένος ἀπό τά πάθη! Αὐτό τό λέει καί ὁ Ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σύρος καί μάλιστα ὡς ἑξῆς, νά τό διαβάσουμε καί κατά λέξη: «Εἶναι καλύτερο -λέει- νά λύσῃς τόν ἑαυτό σου ἀπό τόν σύνδεσμο τῆς ἁμαρτίας, παρά νά ἐλευθερώσῃς δούλους ἀπό τήν δουλεία»· καί πολλά ἄλλα πού λέει στόν 51ο λόγο του∙ γιά νά τονίσει ἀκριβῶς τήν ἀνάγκη γιά κάθαρση τῆς ψυχῆς ἀπό τά πάθη. Γιατί ὅταν καθαριστεῖ ἡ ψυχή, τότε γίνεται δεκτική τῆς θείας χάρης, τῆς ἕνωσης δηλαδή μέ τόν Θεό. Ἡ ψυχή ὅταν εἶναι βρώμικη δέν μπορεῖ, ὁ νοῦς ὅταν εἶναι βρώμικος δέν μπορεῖ νά ἑνωθεῖ μέ τόν Θεό. Αὐτό εἶναι ἀδύνατο γιά τόν Θεό! Ποιό εἶναι ἀδύνατο; Τό νά ἑνωθεῖ μέ ἕναν νοῦ ἀκάθαρτο, μέ μιά ψυχή ἀκάθαρτη. Γι’ αὐτό πρωταρχικό μέλημα θά πρέπει νά εἶναι στόν ἄνθρωπο νά καθαριστεῖ. Μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ βεβαίως γίνεται καί αὐτό, ἀλλά ὅταν κανείς ζεῖ σωστά, ταπεινά, ἐκκλησιαστικά

«Γιατί, ἄν κι’ ὁ Θεός ἀγαπᾷ περισσότερο τήν ἐπιστροφή τῶν ψυχῶν, ἀπό τή νέκρωσι ἑνός μικροῦ θελήματος», καί πράγματι «ὁ Θεός θέλει πάντας ἀνθρώπους σωθῆναι»[10] καί εὐαρεστεῖται πολύ στή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων, «ὅμως ἐσύ -λέει- ἀγαπητέ, δέν πρέπει νά θέλῃς, οὔτε νά κάνῃς τίποτα ἄλλο βασικώτερο, ἀπό ἐκεῖνο πού ὁ Θεός ζητᾷ καί θέλει πλέον ἀποκλειστικά ἀπό σένα.

Γιατί Αὐτός, βεβαιότατα, καλύτερα εὐχαριστεῖται νά ἀγωνίζεσαι γιά νά ἀπονεκρώσῃς ἐσύ τά δικά σου πάθη, παρά στό νά κάνῃς ὁποιοδήποτε ἄλλο πρᾶγμα, καί ἄς εἶναι μεγάλο καί σπουδαῖο, παραβλέποντας τά πάθη σου»[11]. Τό πρῶτο μέλημα, καί ἐσεῖς πού κάνετε ἱεραποστολή καί ὅποιος ἐργάζεται, θά πρέπει νά κόψει τά πάθη του, νά καθαριστεῖ ἀπό τήν φιλαυτία του, τόν ἐγωισμό του, ὅλα αὐτά πού ἔχει μέσα του. Καί μετά ἔρχονται τά ἄλλα. Γιατί ἄν κανείς δώσει τό κύριο βάρος στήν ἱεραποστολή χωρίς νά καθαριστεῖ ἀπό τά πάθη, σίγουρα θά ἀποτύχει. Βλέπετε, ἕνας μέγας Ἀπόστολος Παῦλος καί ἔλεγε «ὑποπιάζω μου τό σῶμα καί δουλαγωγῶ, μήπως ἄλλοις κηρύξας αὐτός ἀδόκιμος γένωμαι»[12]. Καταπονῶ τό σῶμα μου, κάνω ἀσκήσεις, προσέχω πολύ στή ζωή μου, δουλαγωγῶ, τό ἔχω σάν δοῦλο τό σῶμα μου καί τήν σάρκα καί τά πάθη, γιατί μπορεῖ μέν νά κηρύττω, ἀλλά νά φανῶ ἀδόκιμος. Ἐνῶ κηρύττω, νά μήν πετύχω ἐγώ ὁ ἴδιος αὐτό πού δίνω ὁδηγίες στούς ἄλλους πῶς θά τό πετύχουν, δηλαδή τή σωτηρία.

«Τώρα λοιπόν, πού ἔμαθες ἀπό τί ἀποτελεῖται ἡ χριστιανική τελειότητα καί ὅτι γιά νά τήν ἀποκτήσῃς πρέπει νά ἔχῃς ἕναν παντοτινό καί σκληρότατο πόλεμο», προσέξτε τίς λέξεις.. καί παντοτινός καί σκληρότατος εἶναι ὁ πόλεμος καί εἶναι «ἐναντίον τοῦ ἑαυτοῦ μας, εἶναι ἀνάγκη νά προμηθευτῇς τέσσερα πράγματα, σάν ὁπλισμό πολύ ἀσφαλῆ καί ἀναγκαῖο, γιά νά γίνῃς νικητής σέ αὐτόν τόν ἀόρατο πόλεμο καί νά λάβης τό στεφάνι»[13].

Καί προσέξτε τά τέσσερα αὐτά ὅπλα, πού μᾶς τά λέει τώρα ἐπιγραμματικά καί, σύν Θεῷ, θά τά ἀναλύσουμε. «α) Τό νά μήν ἐμπιστεύεσαι ποτέ τόν ἑαυτόν σου, β) τό νά ἔχῃς ὅλο σου τό θάρρος καί τήν ἐλπίδα στόν Θεό, γ) τό νά ἀγωνίζεσαι πάντα· καί δ) τό νά προσεύχεσαι.

Γιά αὐτά θέλω νά σοῦ μιλήσω ξεχωριστά, σύν Θεῷ, σύντομα»[14]. Καί ἀμέσως μετά ἀρχίζει καί ἀναλύει ἕνα-ἕνα τά τέσσερα ὅπλα∙ τί σημαίνει νά μήν ἐμπιστεύεσαι ποτέ στόν ἑαυτό σου, τί σημαίνει νά ἔχεις ὅλο τό θάρρος σου καί τήν ἐλπίδα σου στόν Θεό καί καθόλου στίς δυνάμεις σου, στόν ἑαυτό σου, στήν ἐξυπνάδα σου ἤ στά μπράτσα σου, τί σημαίνει τό νά ἀγωνίζεσαι πάντοτε, ἐννοεῖ πνευματικά καί τί σημαίνει τό νά προσεύχεσαι.

Μέχρι ἐδῶ λοιπόν ὁλοκληρώσαμε τό πρῶτο κεφάλαιο τοῦ Ἀοράτου Πολέμου, τό ὁποῖο εἶχε τίτλο: Σέ τί βρίσκεται ἡ χριστιανική τελειότητα καί ὅτι γιά νά τήν ἀποκτήσει κάποιος πρέπει νά πολεμάει καί τά τέσσερα ἀναγκαῖα ὅπλα σ’ αὐτό τόν πόλεμο.

Πρίν πᾶμε παρακάτω, μήπως ἔχετε κάποια ἀπορία πάνω σ’ αὐτά. Ἄν ξεκαθαρίστηκε τό τί σημαίνει χριστιανική τελειότητα καί πῶς διαφέρει ἀπό τίς ἀρετές. Κάποιοι συγχύζουν τόν σκοπό μέ τά μέσα. Ἄλλος εἶναι ὁ σκοπός καί ἄλλα εἶναι τά μέσα.

Ἐρ.: Αὐτά πῶς μποροῦμε νά τά περάσουμε σέ κάποιον καί σέ ὅποιον μᾶς ρωτάει;

Ἀπ.: Ἐμεῖς δέν μποροῦμε νά τά περάσουμε, ἅμα δέν θέλει νά τά δεχτεῖ. Ἐμεῖς μποροῦμε νά τά ποῦμε, ἀφοῦ κάνουμε προσευχή βέβαια νά τόν φωτίσει ὁ Θεός νά τά δεχτεῖ καί μποροῦμε νά τά ζοῦμε! Ἐκεῖνο πού κατεξοχήν ζητᾶνε οἱ ἄνθρωποι εἶναι νά δοῦνε παράδειγμα. Βλέπετε, ὁ Ἅγιος Παΐσιος, ὁ Ἅγιος Πορφύριος, πού ζήσανε καί διδάξανε, ὄχι μόνο διδάξανε, ἔτσι μίλησαν στίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων. Ἀλλά καί πάλι, ἄν δέν θέλει ὁ ἄνθρωπος, δέν ὠφελεῖται. Καί τούς βλέπει καί αὐτούς σάν θεραπευτές ἁπλῶς.. πού κάνει θαύματα καί πᾶμε κοντά τους γιά νά μᾶς κάνει καλά τό παιδί μας ἤ καί ἐμᾶς τούς ἴδιους ἀπό τίς σωματικές μας ἀρρώστιες. Ὅπως πολλοί πήγαιναν καί στόν Χριστό! Καί μετά, ἀφοῦ ἔπαιρναν αὐτό πού θέλανε, δέν θεραπευόντουσαν οὐσιαστικά πνευματικά, γι’ αὐτό καί φτάσανε στό τέλος νά φωνάξουν «ἆρον ἆρον, σταύρωσον αὐτόν»[15], ὅλοι αὐτοί οἱ θεραπευμένοι, ὅλοι αὐτοί οἱ εὐεργετημένοι ἀπό τόν Κύριο.

Ἐμεῖς δέν μποροῦμε. Ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος πρέπει νά θελήσει ν’ ἀφήσει ἀνοιχτή τήν ψυχή του στόν Θεό. Ἐμεῖς μπορῦμε νά ζήσουμε καί νά προσευχόμαστε νά φωτίζει ὁ Θεός αὐτούς.

Ἐρ.: …Συμβαίνει καί τό ἑξῆς παράδοξο, νά σέ ρωτᾶνε, νά τούς λές τόν τρόπο καί μετά νά σοῦ λένε, δέν θέλω!

Ἀπ.: «Τό πνεῦμα πρόθυμο, ἡ σάρξ ἀσθενής»[16]. Εἶναι ἀκριβῶς αὐτό πού λέει ὁ Ἅγιος, ὅτι δέν θέλουμε νά ἀφήσουμε τά θελήματά μας. Τό μεγαλύτερο ἐμπόδιο, ὁ μεγαλύτερος ἐχθρός, εἶναι τό θέλημα τοῦ ἀνθρώπου. Καί ἔχουμε μάθει ν΄ ἀγαπᾶμε τά θελήματά μας. Δέν θέλουμε ν΄ ἀφήσουμε τό θέλημά μας, ἔτσι; Ὁ καθένας ἔχει φτιάξει ἀπό ἕνα θέλημα, ἕνα σύστημα μᾶλλον ἀπό θελήματα καί ἐπιθυμίες, καί νομίζει ὅτι ὅταν τά ἐκπληρώσει αὐτά πού ἐπιθυμεῖ, θά γίνει εὐτυχισμένος. Εἴδατε, τί λέμε στίς γιορτές; Ὅ,τι ἐπιθυμεῖς, ὅ,τι ποθεῖτε..! Τό σωστό εἶναι νά λέμε, ὅ,τι ποθεῖ ὁ Θεός γιά σᾶς, ὄχι ὅ,τι ποθεῖτε ἐσεῖς! Νά γίνει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ σέ σᾶς, ὄχι νά γίνει τό δικό σας θέλημα! Δέν μᾶς ἀρέσει αὐτό… γιατί σοῦ λέει, μή τυχόν ὁ Θεός θέλει κάτι ἄλλο ἀπό αὐτό πού θέλω ἐγώ! Ἀμάν.. τότε χαθήκαμε.. Ὅπως ἔλεγε μία ὡραία ψυχή, ἔχουμε -λέει- μία κόλλα χαρτί, γράφουμε ὅλες τίς ἐπιθυμίες μας, τά θελήματά μας καί τήν δίνουμε στόν Θεό! Λέμε, Θεέ μου κοίταξε, ὑπόγραψε.. βάλε τήν ὑπογραφή Σου.. ἐνέκρινε ὅλα αὐτά! Ἐνῶ τό σωστό ποιό θά ἦταν; Νά εἶναι ἄδεια ἡ κόλλα καί νά ἔχουμε ὑπογράψει ἐμεῖς καί νά λέμε, Θεέ μου, γράψε Ἐσύ τί θέλεις! Αὐτό εἶναι τό σωστό, καταλάβατε; Ἐμεῖς κάνουμε τό ἀνάποδο. Καί εὐτυχῶς πού δέν ὑπογράφει ὁ Θεός γιατί ἄν ὑπέγραφε, θά ὑπέγραφε τήν καταστροφή μας. Γιατί αὐτά πού θέλουμε εἶναι καταστροφικά, αὐτοκαταστροφικά. Γιατί εἶναι αὐτοκαταστροφικά; Γιατί ἔχει μέ τήν πτώση διαστραφεῖ καί ἡ θέλησή μας καί θέλουμε πράγματα πού δέν μᾶς συμφέρουν γιά τήν αἰωνιότητα. Δέν μᾶς συμφέρουν.

Ἐρ.: Ὅταν θυμώνουμε μέ τά παιδιά μας, δηλαδή μέσα στήν οἰκογένεια, εἶναι κι αὐτό ἁμαρτία;

Ἀπ.: Ὄχι, ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος λέει νά θυμώνεις. Νά θυμώνεις ὄχι μέ τά παιδιά αὐτά καθεαυτά, μέ τόν διάβολο πού πειράζει τά παιδιά καί μέ τά πάθη. Ἐκεῖ πρέπει νά θυμώσουμε, ἀλλά βέβαια μέχρι ἑνός ὁρίου. Γιατί πάλι λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, «μή παροργίζετε τά τέκνα ὑμῶν»[17]. Μήν τά φτάνεις τά παιδιά σέ παροργισμό. Θέλει καί ἐκεῖ μιά διάκριση. Εἶναι μεγάλη τέχνη ἡ ἀγωγή, ἡ πιό μεγάλη τέχνη, πῶς θά ὁδηγήσεις…

Ἐρ.: ………………………

Ἀπ.: Ἡ ἀντιμετώπιση τοῦ θυμοῦ εἶναι σιωπή σέ πρώτη φάση, νά μή μιλήσουμε καθόλου, νά ἀπομακρυνθοῦμε καί νά ποῦμε τήν εὐχή, ὥστε νά μή μείνει καί μέσα μας καί γίνει μνησικακία. Ἄν μιλήσει κανείς τήν ὥρα πού θυμώνει, ἐνισχύει τό πάθος, τρέφει τό πάθος, δυναμώνει ὁ θυμός. Ἄν δέν μιλήσει καί πάει κάπου μόνος του καί προσευχηθεῖ, θά ἠρεμήσει καί δέν θά γίνει μνησικακία. Γιατί πολλοί δέν μιλᾶνε, ἀλλά τά κλείνουν μέσα τους. Καί μετά τά συσσωρεύουνε, τά συσσωρεύουνε, τό ἕνα πάει πάνω στό ἄλλο καί κάποια στιγμή κάνουν ἔκρηξη! Καί λέει, τί τῆς εἶπα.. δέν τῆς εἶπα τίποτα.. μιά κουβεντούλα τῆς εἶπα.. Τῆς εἶχες πεῖ ὅμως ἄλλες φορές ἄλλα πράγματα, τά εἶχε ὅλα μέσα της καί ἐκείνη τήν ὥρα τά θυμήθηκε ὅλα. Ὁπότε σοῦ λέει, ἔσκασε! Δέν ἄντεξε.. φτάνει μέχρι ἐδῶ, αὐτό ἦταν.. ξεχείλισε τό ποτήρι! Ἦταν ἡ σταγόνα πού ξεχείλισε τό ποτήρι. Ἐνῶ τό σωστό ποιό θά ἦταν; Νά μήν τά κλείνει μέσα της, νά τά σβήνει τελείως, νά τά ξεχνάει. Κι αὐτό βέβαια γίνεται πάλι μέ τόν Θεό, μέ τήν εὐχή, μέ τήν προσευχή. Δέν γίνεται ἀπό μόνοι μας. Κάποιοι σοῦ λένε, νά πιῶ γιά νά ξεχάσω.. Δέν ξεχνᾶς μέ τό ποτό. Ἴσα ἴσας σέ κυριεύουνε καί ἄλλα δαιμόνια, πιό πολλά. Ξεχνᾶς καί σβήνεις καί συγχωρεῖς μέ τήν προσευχή. Ἡ προσευχή θά σέ βοηθήσει νά ἀγαπήσεις αὐτό τό πρόσωπο ἐναντίον τοῦ ὁποίου θύμωσες. Γιατί αὐτό εἶναι τό ζητούμενο, νά μήν ἔχεις ἀντιπάθεια καί μίσος καί μνησικακία. Καί αὐτό διά τῆς προσευχῆς γίνεται, νά προσευχηθεῖς εἰλικρινά δηλαδή γι’ αὐτό τό πρόσωπο.

Ἐρ.: Πάτερ, αὐτό τό καθημερινό, ἔστω καί μέ τά παιδιά, πού θυμώνεις ἐσύ καί βγαίνεις ἀπό τόν ἑαυτό σου.. αὐτό λέω.

Ἀπ.: Καί ἐκεῖ πρέπει νά εἶναι ἀπαθής ὁ θυμός. Νά μήν, ἄς ποῦμε, μία ἱκανοποίηση δική μας, ἐκδικητική ἀντιμετώπιση τῶν παιδιῶν. δηλαδή νά τό κάνουμε ἐξωτερικά χωρίς μέσα μας νά ταραζόμαστε. Αὐτό εἶναι τό ζητούμενο.. Καί κάποιες φορές χρειάζεται νά φωνάξεις, ἀλλά μέσα σου νά εἶσαι ἀτάραχη.

Ἐρ.: Ὅταν κάνουμε προσευχή καί δέν φεύγει ὁ θυμός..

Ἀπ.: Θέλει καί ἄλλη προσευχή νά κάνουμε. Εἶναι πολύς, ἔχει συσσωρευτεῖ. Ἤ δέν κάνουμε πολλή, δέν κάνουμε δυνατή προσευχή. Ἄν ὁ νοῦς μας φεύγει.. Νά προσπαθήσουμε νά συγκεντρώσουμε τόν νοῦ μας στά λόγια τῆς προσευχῆς. Μπορεῖ νά κάνεις προσευχή καί νά θυμᾶσαι τί σοῦ ἔκανε πάλι. Νά μιλᾶς ἐξωτερικά στόν Θεό, ἀλλά μέσα σου νά ἔχεις λογισμούς ἐναντίον αὐτοῦ τοῦ προσώπου.

Ἐρ.: …………κάνεις προσευχή, ἀλλά τό μυαλό δέν σταματάει, σκέφτεται διάφορα πράγματα. Αὐτό, ἐάν δέν τό ἐξομολογηθεῖς, παραμένει σάν ἁμαρτία;

Ἀπ.: Ἅμα ἔχεις μέσα σου λογισμούς..

Ἐρ.: Σήμερα ἔχεις μέ αὐτή τήν κυρία, αὔριο μέ τό παιδί, μέ τή γυναίκα σου, μέ τή δουλειά σου, μέ τό ἕνα καί τό ἄλλο.. ὅλα αὐτά συνάπτονται σάν μία ἁμαρτία καί λέγεται στόν πνευματικό ἤ ξεχωριστές;

Ἀπ.: Λές ὅτι θυμώνω πολλές φορές. Εἶναι μία κατηγορία ἁμαρτιῶν, ἕνα τσουβάλι πού γράφει ἐπάνω, ἀπό ἔξω: Θυμός. Καί ἔχει μέσα ὅλες τίς περιπτώσεις.

Ἐρ.: Ἄσχετα ἄν δέν τό ἔβγαλες.

Ἀπ.: Ἄσχετα ἄν δέν τό ἔβγαλες. Ἐφόσον μέσα σου ἔχεις ταραχτεῖ, ἔχεις συγκατατεθεῖ δηλαδή καί παραμένει αὐτή ἡ ταραχή, βέβαια πρέπει νά τό πεῖς, νά ἐξομολογηθεῖς. Ἤ ἅμα τό ξεπέρασες, πάλι νά τό πεῖς, νά καταλάβει ὁ πνευματικός σου ὅτι ἔχεις μιά τέτοια ἀδυναμία στό συγκεκριμένο πράγμα, γιά νά προσευχηθεῖ καί νά σοῦ δώσει καί κάποιες ὁδηγίες.

Λοιπόν, κεφάλαιο δεύτερο: «Δέν πρέπει νά ἐμπιστευώμαστε, οὔτε νά δίνουμε θάρρος ποτέ στόν ἑαυτό μας»[18]. Καί μόνο ἀπό τόν τίτλο καταλαβαίνει κανείς ὅτι θά μᾶς πεῖ ὁ Ἅγιος ρηξικέλευθα πράγματα, δηλαδή ἀντίθετα μέ αὐτά πού μᾶς λένε κάποιοι ψυχολόγοι καί κάποιοι κοινωνιολόγοι καί παιδαγωγοί∙ οἱ ὁποῖοι λένε νά ἐνισχύεις τήν αὐτοπεποίθηση στό παιδί καί στόν ἑαυτό σου, τήν αὐτοεκτίμηση, ὅλο αὐτό… νά ἔχεις μία αὐτοΰψωση. Ἀλλά ἀκριβῶς αὐτό εἶναι πού κατδικάζει τόν καθένα.

Τί σημαίνει τώρα αὐτό, ὅτι δέν πρέπει νά ἐμπιστευόμαστε, οὔτε νά δίνουμε θάρρος ποτέ στόν ἑαυτό μας;

«Τό νά μήν ἐμπιστεύεσαι τόν ἑαυτόν σου, ἀγαπητέ μου ἀδελφέ, εἶναι τόσο ἀναγκαῖο σέ αὐτόν τόν πόλεμο, πού χωρίς αὐτό, νά εἶσαι βέβαιος, ὅτι, ὄχι μόνον δέν θά μπορέσεις νά πετύχεις τή νίκη πού ἐπιθυμεῖς, ἀλλ᾿ οὔτε κἄν νά ἀντισταθεῖς στό παραμικρό καί αὐτό ἄς τυπωθεῖ καλά στόν νοῦ σου»[19].

Γιά νά γυρίσουμε λίγο στήν ἀπορία -ἤθελα νά τό πῶ προηγουμένως καί μοῦ διέφυγε- τοῦ θυμοῦ, πού εἴπατε ὅτι ἐπιμένει. Ἐνῶ προσευχόμαστε, ἔχουμε λογισμούς καί δέν φεύγουν οἱ λογισμοί. Ἐκεῖ προφανῶς ὑπάρχει καί ὑπερηφάνεια καί πρέπει ὁ ἄνθρωπος νά ταπεινωθεῖ. Νά ταπεινωθεῖ καί νά ἀποδεχθεῖ τήν συμπεριφορά τοῦ ἄλλου, ἔστω καί τήν ἀδικία. Μπορεῖ νά μήν φταίει, νά φταίει ὁ ἄλλος, νά τόν ἀδίκεισαι. Θά πρέπει νά ἀποδεχθεῖ τήν ἀδικία καί νά πεῖ, καλά μοῦ ἔκανε τέτοιος πού εἶμαι.. καί ἔχω κάνει καί ἄλλες ἁμαρτίες καί παραχώρησε ὁ Θεός νά ξεχρεώσω αὐτές τίς ἄλλες ἁμαρτίες μέσω αὐτοῦ τοῦ τρόπου, αὐτῆς τῆς ἀδικίας. Ὁπότε ἔτσι σβήνει τόν θυμό. Γιατί κατεξοχήν ὁ διάβολος, γιατί καί πίσω ἀπό τόν θυμό κρύβεται ὁ διάβολος, φεύγει μέ τήν ταπείνωση. Μπορεῖ νά κάνεις προσευχή, ἀλλά νά μήν ἔχεις ταπείνωση. Νά τήν κάνεις καί μέ μιά ἔπαρση, μέ μιά ὑπερηφάνεια, ὅτι μόνος σου, μέ τή δύναμή σου θά χαλιναγωγήσεις τόν θυμό. Ὄχι, θέλει ταπεινό φρόνημα καί θέλει νά ἀποδεχθεῖς ὁτιδήποτε σοῦ ἔχει συμβεῖ καί νά δοξάσεις τόν Θεό∙ γιατί κανένας δέν μπορεῖ νά μᾶς βλάψει, ἄν μόνοι μας δέν βλάψουμε τόν ἑαυτό μας, ὅπως λέει ὁ Ἱερός Χρυσόστομος. Ὁπότε γιά νά παραχωρήσει ὁ Θεός ὁτιδήποτε συνέβη καί ἐμεῖς μέ πρώτη ἀντιμετώπιση θυμώσαμε, κάπου κάναμε λάθος. Γιατί νά θυμώσουμε; Γιά νά τό ξαναδῶ πάλι τό γεγονός.. εἶναι δίκαιο; Γιατί νά θυμώσω ἀφοῦ ἔχει δίκαιο ὁ ἄλλος; Καλά ἔκανε καί μοῦ ἔκανε παρατήρηση.. ἔχω ἐγωισμό. Εἶναι ἄδικο; Ἀκόμα καλύτερα! Γιατί νά θυμώσω; Ἴσα ἴσα πού μέ συμφέρει πνευματικά, γιατί τόν συγχωρῶ καί συγχωροῦμαι καί ἐγώ γιά τίς δικές μου ἁμαρτίες. Κάνω καί καταθέσεις στόν οὐρανό. Ὁπότε βλέπεις ὅτι δέν ἔχει λόγο ὁ θυμός! Εἶναι ἄλογος, εἶναι παράλογος. Πνευματικά ἄλογος, ἄν τό δεῖς μέ πνευματικό λόγο. Καί ἔτσι πρέπει νά τά βλέπουμε, πνευματικά ὄχι κοσμικά. Γιατί ἄν τά δεῖς κοσμικά, θά τρελαθεῖς βέβαια ἀπό τόν θυμό καί ἀπό τήν ἐκδικητικότητα πού θά ἀναπτυχθεῖ μέσα σου.

Ἔτσι λοιπόν, ἀδελφέ, νά ξέρεις, εἶναι τόσο ἀναγκαῖο νά μήν ἐμπιστεύεσαι τόν ἑαυτόν σου σέ αὐτόν τόν πόλεμο, πού εἴπαμε εἶναι ἐναντίον τοῦ ἑαυτοῦ μας, ὥστε νά ξέρεις ὅτι χωρίς αὐτό, ὄχι μόνο δέν θά νικήσεις, ἀλλά οὔτε κἄν θά μπορέσεις ν΄ ἀντισταθεῖς στό παραμικρό, καί αὐτό ἄς τυπωθεῖ καλά στόν νοῦ σου.

Προσέξτε, πῶς θεμελιώνεται αὐτό ἁγιογραφικά. Γιατί ὅ,τι λέμε, δέν εἶναι λόγια ἑνός ἁγίου ἁπλῶς, ἑνός ἀνθρώπου ἄς τό ποῦμε.. ἔστω καί ἁγίου. Θά πεῖ κανείς, ἕνας ἄνθρωπος τά λέει.. ὁ Θεός τά λέει; Ὄχι, ὁ Θεός τά λέει! Προσέξτε: Παλαιά Διαθήκη, ὁ Προφήτης Ἱερεμίας «καταραμένο ὀνομάζει καί ἀποστάτη τοῦ Θεοῦ, ἐκεῖνον πού θαρρεύεται καί ἐλπίζει στόν ἑαυτό του λέγοντας: «Τάδε λέγει Κύριος· Ἐπικατάρατος ὅς τήν ἐλπίδα ἔχει ἐπ’ ἄνθρωπον»», αὐτός πού ἔχει τήν ἐλπίδα του σέ ἕναν ἄνθρωπο. Θυμηθεῖτε τά Μέσα καί τούς πολιτικούς.. σοῦ λέει, ἔχεις ἄνθρωπο; Καταραμένος γίνεσαι, ἅμα ζητᾶς ἀνθρώπινα μέσα καί στηρίγματα. «Ἐπικατάρατος ὅς τήν ἐλπίδα ἔχει ἐπ’ ἄνθρωπον καί στηρίζει σάρκα βραχίονος αὐτοῦ ἐπ’ αὐτόν», καί στηρίζεται στά μπράτσα του δηλαδή, στή δύναμή του, «καί ἀπό Κυρίου ἀποστῇ ἡ καρδία αὐτοῦ»[20]»[21], καί φύγει ἡ καρδιά του ἀπό τόν Κύριο.

Σήμερα, βλέπετε, καί οἱ πολεμικές τέχνες στά μικρά παιδιά δίνουν καί παίρνουν, γιατί; Γιατί σοῦ λέει, τό παιδί πρέπει νά ἔχει αὐτοάμυνα.. πῶς θά σταθεῖ στόν κόσμο πού εἶναι τόσο σκληρός; Μαθαίνουν τό παιδί δηλαδή νά στηρίζεται στά μπράτσα του! Καί μετά, δώσ’ του καί ἐφόδια, φροντιστήρια, ξένες γλῶσσες, κομπιοῦτερ κ.λπ. κ.λπ. ἕνα σωρό πράγματα καί φορτίζεται τό καημένο τό παιδάκι καί πιέζεται φοβερά.. καί ἀρρωσταίνουν τά παιδιά ἀπό αὐτή τήν πίεση τήν ὑπερβολική. Γιατί ὅλα αὐτά; Γιατί σοῦ λέει, πῶς θά γίνει ἀλλιῶς νά ἐπιβιώσει; Πρέπει νά ἐπιβιώσει τό παιδί! Εἶναι αὐτό τό πνεῦμα τό ἀντίθετο μέ τήν Ἁγία Γραφή, πού λέει, στηρίξου στόν ἑαυτό σου, μπορεῖς μόνος σου, δέν χρειάζεσαι κανέναν ἄλλον.. ἤ τέλος πάντων, νά ἔχεις καί κανένα μέσον.. κοίταξε νά κάνεις καί καμιά γνωριμία, καί τότε εἶσαι ἐντάξει.. κανείς δέν μιλάει γιά τόν Θεό!

«Αὐτό τό ρητό -λοιπόν τοῦ προφήτου Ἱερεμίου, Παλαιά Διαθήκη- τό ἑρμηνεύει ὁ Μέγας Βασίλειος καί λέει ὅτι γιά αὐτόν, πού ἔχει τήν ἐλπίδα του πάνω σέ ἄνθρωπο, φανέρωσε ὁ Προφήτης τό νά μήν ἐλπίζουμε σέ ἄλλον». Γι’ αὐτό εἶπε, καταραμένος. Καί τί θά πεῖ καταραμένος; Χωρισμένος ἀπό τήν θεία χάρη, ἀπό τόν Θεό. Αὐτός εἶναι ὁ καταραμένος. Χωρισμένος ἀπό τήν σωτηρία.. ἀπό τόν Θεό, ἀπό τήν σωτηρία, ἀπό τήν αἰώνια ζωή. Καί τό λέει ὁ Προφήτης, μᾶς τό ἐξηγεῖ ὁ Μέγας Βασίλειος, καί φανερώνει ὅτι δέν πρέπει νά ἐλπίζουμε σέ ἄλλον ἄνθρωπο. Σέ κανέναν ἄλλον ἄνθρωπο νά μήν στηρίζεσαι! Πολλοί λένε, καί πολλές, θέλω κάποιον ἄνθρωπο νά τοῦ τά πῶ.. Δέν θά κερδίσεις τίποτα. Μήν στηρίζεσαι σέ ἀνθρώπινες βοήθειες καί ἀνθρώπινα στηρίγματα. Λέει, εἴμαστε καί ἄνθρωποι! Ἐπειδή εἴμαστε ἄνθρωποι ἀκριβῶς, πρέπει νά εἴμαστε ἔξυπνοι, νά πηγαίνουμε ἐκεῖ πού θά πάρουμε βοήθεια πραγματική. Πᾶνε νά πάρουν βοήθεια ἀπό ἕναν ἄνθρωπο, ἀπό μία φίλη καί καταποντίζονται χειρότερα. Εἶναι αὐτό πού λέει ἐδῶ, γίνεσαι καταραμένος, χωρίζεσαι ἀπό τόν Θεό ἀντί νά πᾶς κατευθείαν στόν Θεό. Ἐνῶ ὁ ἄλλος πού θά πάει στήν ἐξομολόγηση, θά πάει στήν ἐκκλησία, θά πάει στόν πνευματικό, στήν Θεία Κοινωνία, αὐτός θά παρηγορηθεῖ. Καί πάρα πολλές φορές τό ἔχω δεῖ αὐτό.. ἔρχονται ἄνθρωποι καταπληγωμένοι, καταθλιμμένοι, καί μοῦ λένε, πάτερ.. πόσο βοηθήθηκα ἀπό τήν ἐξομολόγηση! Βέβαια, αὐτό εἶναι. Δέν ἤλπισε σέ ἄνθρωπο, πῆγε στόν Θεό.

Καί τό ἄλλο πού λέει ὁ Προφήτης Ἱερεμίας «μέ τό νά στηρίζῃ τή σάρκα ὁ βραχίονας αὐτοῦ, φανέρωσε τό νά ἐλπίζουμε στόν ἑαυτό μας»[22], καί αὐτό μᾶς κάνει καταραμένους, στά μπράτσα μας καί στή διανοητική μας δύναμη, στήν ἐξυπνάδα μας, στά πτυχία μας, στίς σπουδές μας. Ἤ στά πλούτη μας, στά χρήματά μας.. καί αὐτό βέβαια τό τρέφουνε καί οἱ γονεῖς. Δέν θά ἀφήσεις τίποτα στό παιδί σου;.. πῶς ἔτσι; Μαθαίνει νά στηρίζεται τό παιδί δηλαδή στά χρήματα καί στά κτήματα καί στά ὑλικά πράγματα.

«Καί τά δυό δέ αὐτά», καί τό νά στηρίζεσαι σέ ἄλλους, νά ἔχεις ἐλπίδα σέ ἄλλους ἀνθρώπους καί τό νά στηρίζεσαι στόν ἑαυτό σου «τά ὠνόμασε ἀποστασία ἀπό τόν Θεό»[23], μιά ἐπανάσταση ἀπό τόν Θεό, μία ἀνταρσία κατά τοῦ Θεοῦ. Φοβερή ἔκφραση ἡ ἀποστασία… γίνεσαι ἀποστάτης.

«Καί μέ ἄλλον τρόπο ἑρμηνευόντας αὐτό τό ρητό, συμπεραίνει -ὁ Μέγας Βασίλειος- ὅτι εἶναι καταραμένος καί ἀποστάτης ἐκεῖνος πού ἐλπίζει στόν ἑαυτό του»[24]. Ποιόν λέμε ἀποστάτη, θυμάστε, στήν ἱστορία; Πρῶτος ἀποστάτης εἶναι ὀ διάβολος βεβαίως. Καί ἀπό κεῖ καί μετά ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα πού ἀποστάτησαν, ἀπομακρύνθηκαν ἀπό τόν Θεό.

«Βλέπετε καί ἐδῶ πόσο ἄριστη εἶναι ἡ τάξις, πού χρησιμοποιεῖ αὐτό τό βιβλίο, γιατί ἀρχίζει τόν πόλεμο ἀπό τήν φιλαυτία, ἡ ὁποία εἶναι ἡ προκαταρκτική αἰτία καί ἡ ρίζα καί ἡ ἀρχή ὅλων τῶν ἄλλων παθῶν καί κακιῶν»[25]. Μέ τό νά σοῦ λέει δηλαδή, νά μήν ἐμπιστεύεσαι στόν ἑαυτό σου καί στίς δυνάμεις σου καί νά μήν δίνεις θάρρος στόν ἑαυτό σου, πολεμᾶς ἀκριβῶς τήν ρίζα τῶν παθῶν, τό πρωταρχικό πάθος, πού εἶναι ἡ ἀγάπη στόν ἑαυτό μας. Ἀγαπᾶμε τόν ἑαυτό μας καί στηριζόμαστε στόν ἑαυτό μας. Λοιπόν, τό πρῶτο φάρμακο καί τό πρῶτο ὅπλο πού σοῦ δίνει ὁ Ἅγιος εἶναι ἀκριβῶς αὐτό, ν’ ἀντισταθεῖς σ’ αὐτή τήν ἀγάπη καί σ΄ αὐτή τήν ἐμπιστοσύνη πού ἔχεις στόν ἑαυτό σου. Ἀκριβῶς ἀντίθετα μέ αὐτό πού λέει ὁ κόσμος καί ἡ κοσμική λογική καί ἡ κοσμική ἐπιστήμη, πού τρέφουν τά παιδιά ἀπό πολύ μικρά ἀπό τά σχολεῖα, καί πρίν ἀπό τά σχολεῖα οἱ γονεῖς, μέ αὐτό τό πνεῦμα, ὅτι πρέπει νά ἔχεις ἐμπιστοσύνη στόν ἑαυτό σου, στίς δυνάμεις σου. Νά στηριχτεῖς στόν ἑαυτό σου, στίς δυνάμεις σου! Αὐτό δέν λένε; Καί αὐτό ἀκριβῶς τά κάνει καταραμένα τά παιδιά. Δηλαδή, οἱ ἴδιοι οἱ γονεῖς, καί μετά καί οἱ δάσκαλοι, κάνουν τά παιδιά καταραμένα! Τούς διδάσκουν δηλαδή πῶς νά γίνουν καταραμένα, πῶς νά χωριστοῦν ἀπό τόν Θεό μέ αὐτά πού τούς λένε, στηρίξου στόν ἑαυτό σου.. Καί γι’ αὐτό ἔχουμε καί τόσες περιπτώσεις παιδιῶν, πού ὅταν μεγαλώσουνε λίγο, παθαίνουν κατάθλιψη, παθαίνουν ἀπελπισία. Γιατί; Γιατί βλέπουν ὅτι ὅλα αὐτά πού τούς λέγανε, δέν ὠφέλησαν τελικά. Στηρίχτηκαν στόν ἑαυτό τους καί ἀπέτυχαν. Πᾶνε ἐκεῖ νά πετύχουν, δέν μποροῦν.. πᾶνε νά κάνουν τό ἄλλο καί ἐκεῖ ἀποτυχία.. πᾶνε τό ἄλλο καί ἐκεῖ ἀποτυχία.. Παντοῦ ἀποτυχία. Καί σοῦ λέει, τί γίνεται; Ἐσεῖς μοῦ λέγατε νά στηριχτῶ στόν ἑαυτό μου.. Ποῦ εἶναι ἡ ἐπιτυχία πού μοῦ ὑποσχεθήκατε; Καί ἔχουν δίκαιο τά παιδιά! Ἔχουν δίκαιο τά παιδιά γιατί οἱ γονεῖς εἶναι ἄμοιροι γνώσεως πνευματικῆς, δέν ξέρουν πῶς νά μεγαλώσουν τά παιδιά καί πῶς νά τά καθοδηγήσουν. Ἀντί νά ποῦνε στά παιδιά, παιδί μου, μή στηρίζεσαι στόν ἑαυτό σου, στόν Θεό νά στηριχτεῖς! Ἡ ἐλπίδα σου στόν Θεό.. προσευχήσου, τό πρῶτο πράγμα.. ἡ πνευματική σου ζωή, ἡ ἐξομολόγηση, ἡ μετάνοια! Ὄχι τά μπράτσα σου, ἤ τά χρήματά σου ἤ τό μυαλό σου. Ὄχι! Πρῶτα εἶναι ὁ Θεός! Τότε θά δίνανε σωστή ἀγωγή καί τότε καί τά παιδιά δέν θά ἀπελπιζόντουσαν, γιατί θά ξέρανε τό φάρμακο. Καί ἀπό τήν ἄλλη βεβαίως ἀντιτάσσεται ὁ Θεός, ὅταν ὑπάρχει αὐτό τό πνεῦμα. Γι’ αὐτό λέει, «ὁ Θεός στούς ὑπερήφανους ἀντιτάσσεται»[26]. Αὐτό εἶναι ὑπερηφάνεια, τό νά στηρίζεσαι στόν ἑαυτό στου. Κάνεις πέρα τόν Θεό.. λές, Θεέ μου, δέν σέ χρειάζομαι, εἶμαι ἀρκετά ἔξυπνος, ἀρκετά δυνατός, ἀρκετά πλούσιος, κάτσε στήν ἄκρη, μπορῶ μόνος μου… Αὐτό εἶναι ὑπερηφάνεια, μεγάλη ὑπερηφάνεια! Καί ὁ Θεός βέβαια μετά δέν εὐλογεῖ τίποτα. Τά ἔργα σου εἶναι ἀνευλόγητα, ὁπότε ὅλα εἶναι ἀποτυχημένα. Καταλάβατε πῶς ἐξηγεῖται, πού σήμερα πολλοί νέοι εἶναι ἀποτυχημένοι; Γιατί οἱ γονεῖς εἶναι ἀποτυχημένοι στήν ἀγωγή πού δώσανε. Ἔχουν δώσει λάθος ἀγωγή στά παιδιά, τά μάθανε λάθος πράγματα.. νά στηρίζονται στόν ἑαυτό τους.

«Ἐμεῖς πράγματι, ὄντας φυσικά διεφθαρμένοι ἀπό τήν φύσι μας ἀπό τόν καιρό τῆς παραβάσεως τοῦ Ἀδάμ, ἔχουμε σέ μεγάλη ὑπόληψι τόν ἑαυτό μας». Ἐξαιτίας τῆς διαφθορᾶς πού μπῆκε ἀπό τήν πτώση τοῦ Ἀδάμ καί τῆς Εὔας, γίναμε ὅλοι φίλαυτοι, ἐγωιστές, ὑπερήφανοι. Καί ἡ φύσις μας, ἄν καί δέν εἶναι τίποτα ἄλλο, «παρά μόνο ἕνα ψέμα, ἐμεῖς ὅμως, νομίζουμε μέ μία ἀπατηλή ἐντύπωση, πώς εἴμαστε κάποιοι»[27]. Στό βάθος τοῦ εἶναι μας, τῆς ψυχῆς μας, νομίζουμε ὅτι εἴμαστε κάποιοι! Τό λένε κιόλας μερικοί ὅταν θυμώσουν.. ξέρεις ποιός εἶμαι ἐγώ! Βγάζει αὐτό πού ἔχει μέσα του. Καί πῶς λέγεται αὐτό, τό νά νομίζουμε ὅτι εἴμαστε κάποιοι; Οἴηση, ὑπερηφάνεια∙ εἶναι ἡ ρίζα τῆς ὑπερηφάνειας, ἡ ἰδέα.. ἕνα φοβερό πάθος πού γεννιέται ἀπό τή φιλαυτία καί γεννάει πάλι τήν φιλαυτία, καί γίνεται ρίζα καί ἀρχή καί αἰτία ὅλων τῶν ἄλλων παθῶν. Ἄν θέλει κανείς δηλαδή νά ἐλευθερωθεῖ ἀπό τά πάθη, πρέπει νά βγάλει τήν ρίζα. Ἡ οἴηση, αὐτή εἶναι ἡ ρίζα, ἡ ἰδέα ὅτι εἶμαι κάτι.. εἶμαι καί ἐγώ κάτι.. κάποιον τι.. ἔχω καί ἐγώ μιά ἀξία τέλος πάντων καί πρέπει νά τήν ἀναγνωρίσουν οἱ ἄλλοι αὐτή τήν ἀξία.. ἔχω καί μιά ἀξιοπρέπεια.. δέν μπορεῖ νά μέ προσβάλλει ἔτσι..

«Τόσο δέ λεπτό καί κρυφό πάθος εἶναι ἡ οἴησις αὐτή, σέ τρόπο πού, γιά τήν πολλή λεπτότητά του, οὔτε τό αἰσθάνονται καθόλου ἐκεῖνοι πού τό ἔχουν». Εἶναι τόσο λεπτό, πού δέν τό αἰσθάνεσαι κἄν! δηλαδή κρύβεται καί εἶναι στό βάθος τῆς ψυχῆς καί πρέπει κανείς νά σκάψει βαθιά γιά νά τό βρεῖ καί νά τό ξεριζώσει. Ὅπως στόν κῆπο πού εἶναι κάποια φυτά, ὅπως ἡ ἀγριάδα, πού ἔχει ἕνα τεράστιο ριζικό σύστημα ἄς ποῦμε καί πρέπει νά πᾶς βαθιά γιά νά τήν ξεριζώσεις.. δέν ξεριζώνεται εὔκολα. «Ὅσο ὅμως εἶναι λεπτό καί κρυφό, τόσο εἶναι μεγάλο κακό», αὐτή ἡ οἴηση. «Γιατί, τήν πρώτη ἐκείνη πόρτα τοῦ νοῦ, ἀπό τήν ὁποία πρόκειται νά μπῆ ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ καί νά κατοικήσῃ στόν ἄνθρωπον, αὐτό τό καταραμένο πάθος στέκεται καί τήν κλείνει καί δέν ἀφήνει τήν χάρι νά μπῆ, ἡ ὁποία δίκαια ἀναχωρεῖ· γιατί πῶς μπορεῖ νά ἔρθει ἡ χάρις νά φωτίσῃ ἤ νά βοηθήσῃ τόν ἄνθρωπο ἐκεῖνο, πού νομίζει πώς εἶναι κάτι μεγάλο;»[28]. Δέν ἔρχεται ὁ Θεός στόν ἄνθρωπο πού νομίζει ὅτι εἶναι κάτι μεγάλο. Γιατί αὐτός ὁ ἄνθρωπος εἶναι ψεύτης, λέει ψέματα στόν ἴδιο του τόν ἑαυτό. Καί μετά καί στούς ἄλλους, καί στόν Θεό. Καί ὁ Θεός δέν θέλει νά λέμε ψέματα καί δέν θέλει νά εἴμαστε ὑπερήφανοι. «Ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται»[29]∙ «Ὁ ὑψῶν ἑαυτόν, ταπεινωθήσεται»[30]∙ «Ἐπί τίνα ἐπιβλέψω; ἀλλά ἤ ἐπί τόν πρᾶο καί ἡσύχιο καί τρέμοντά μου τούς λόγους»[31]. Σέ ποιόν θά κοιτάξω, λέει ὁ Θεός. Σέ αὐτόν πού εἶναι πράος, ἡσύχιος, ταπεινός, τρέμει τά λόγια Μου! Σέβεται δηλαδή τόν νόμο Μου.

Πῶς λοιπόν θά ἔρθει ἡ χάρις νά βοηθήσει ἕναν τέτοιο ἄνθρωπο πού νομίζει ὅτι εἶναι κάτι μεγάλο; «Πώς εἶναι σοφός;». «Ἡ σοφία τῶν ἀνθρώπων μωρία παρά τῷ Θεῷ»[32]. Εἶναι ἀνοησία, ἠλιθιότητα μπροστά στόν Θεό ἡ σοφία μας. «Καί πώς δέν ἔχει ἀνάγκη ἀπό καμιά ἄλλη βοήθεια;». Ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος πού νομίζει ὅτι δέν ἔχει ἀνάγκη ἀπό βοήθεια, ἀπό κανέναν καί ἀπό τίποτα, πῶς θά πάει ὁ Θεός καί ἡ χάρις σέ αὐτό τόν ἄνθρωπο; «Ὁ Κύριος νά μᾶς λυτρώσῃ ἀπό τέτοιο ἑωσφορικό πάθος καί ἀρρώστια. Αὐτούς πού ἔχουν τό πάθος αὐτό τῆς ὑπερηφανίας τούς ταλανίζει ὁ Θεός μέ τόν Προφήτη, λέγοντας· «Ἀλοίμονο σ᾿ ἐκείνους πού νομίζουν ὅτι εἶναι σοφοί»[33]. Ἀλοίμονο, σ’ αὐτούς πού λένε μέσα τους ὅτι εἶναι συνετοί! «Καί ὁ Ἀπόστολος μᾶς παραγγέλνει αὐτό· «Μήν ἔχετε τήν ψευδαίσθησι ὅτι εἶσθε σοφοί»[34]· «καί ὁ Σολομώντας, «Μή νομίζῃς σοφό τόν ἑαυτό σου»[35]»[36].

Αὐτό τό ἐλάττωμα λοιπόν, τό νά νομίζουμε ὅτι εἴμαστε κάποιοι, «εἶναι ἕνα ἐλάττωμα πού πολύ δύσκολα ἀναγνωρίζεται, καί πού δέν ἀρέσει καθόλου στόν Θεό, ὁ ὁποῖος θέλει νά ἔχουμε ἐμεῖς μία γνῶσι χωρίς δόλο γι᾿ αὐτή τήν βεβαιώτατη ἀλήθεια». Ποιά ἀλήθεια; Προσέξτε. «Νά ξέρουμε, ὅτι κάθε χάρις καί ἀρετή πού ἔχουμε, προέρχεται ἀπό Αὐτόν μόνο, πού εἶναι ἡ πηγή κάθε ἀγαθοῦ καί ὅτι, ἀπό ἐμᾶς, δέν μπορεῖ νά προέλθη κανένα καλό, οὔτε κανένας καλός λογισμός, πού νά ἀρέσῃ σέ Αὐτόν»[37]. Οὔτε καλή σκέψη δέν μποροῦμε νά κάνουμε χωρίς τόν Θεό! Ἀπό μᾶς κανένα καλό. Καί ὅλα τά καλά καί ὅλες οἱ ἀρετές πού βλέπουμε ὅτι ἔχουμε εἶναι ἀπό τόν Θεό, εἶναι δῶρα τοῦ Θεοῦ. Αὐτή εἶναι ἡ μεγάλη ἀλήθεια πού ἀρέσει στόν Θεό νά τήν ἀποδεχτοῦμε, νά τήν πιστέψουμε, ὅτι ἀπό τόν ἑαυτό μας δέν ἔχουμε κανένα καλό. Καί αὐτό τό λέμε, βλέπετε, σέ κάθε θεία λειτουργία: «πᾶσα δόσις ἀγαθή καί πᾶν δώρημα τέλειον ἄνωθεν», ἀπό πάνω, ὄχι ἀπό μᾶς. Ἀπό μᾶς μόνο ἁμαρτία καί κακία.

«Αὐτή ἡ ἀναγκαιοτάτη ἀλήθεια -δηλαδή, τό νά μή πιστεύουμε στόν ἑαυτό μας- εἶναι ἔργο τοῦ θεϊκοῦ Του χεριοῦ, πού συνηθίζει νά τό δίνη στούς ἀγαπημένους του φίλους, πότε μέ ἐμπνεύσεις καί φωτισμούς», μᾶς φωτίζει καί μᾶς βάζει αὐτή τήν ἰδέα, τό νά μήν ἐμπιστευόμαστε τόν ἑαυτό μας, καί «πότε μέ σκληρά μαστιγώματα καί θλίψεις». Ἅμα δέν τό μάθουμε μέ τίς ἐμπνεύσεις, μέ τό καλό, τό μαθαίνουμε μέ τίς θλίψεις. Ποιό; Τό νά μήν ἐμπιστευόμαστε στίς δυνάμεις μας. «Πότε δέ μέ βίαιους καί σχεδόν ἀνίκητους πειρασμούς»∙ καί λές, μά γιατί ὅλα ἀνάποδα.. μέ ξεπερνᾶνε, δέν μπορῶ νά τά ἀντέξω! Μήπως ἔχεις ἐγωισμό μεγάλο, ὑπερηφάνεια, οἴηση; Μήπως ἐμπιστεύεσαι στόν ἑαυτό σου καί δέν ἔχεις πάρει τό μήνυμα ὡς τώρα καί παραχωρεῖ ὁ Θεός αὐτούς τούς βίαιους καί σχεδόν ἀνίκητους πειρασμούς; «Καί ἄλλοτε καί μέ ἄλλα μέσα», προσπαθεῖ νά μᾶς συνεφέρει ὁ Θεός, «πού ἐμεῖς δέν καταλαβαίνουμε», τί εἶναι αὐτά τώρα.. γιατί μᾶς συμβαίνουν αὐτά; Δέν χρειάζεται νά τό καταλάβεις. Ψάξου μήπως ἔχεις ὑπερηφάνεια καί σοῦ συμβαίνουν ὅλα αὐτά. «Μέ ὅλα αὐτά, θέλει νά γίνεται καί ἀπό μᾶς ἐκεῖνο πού μᾶς ἀνήκει, καί πού μποροῦμε νά τό κάνουμε»[38], δηλαδή τό νά ἐμπιστευτοῦμε τελείως σ’ Αὐτόν καί καθόλου στόν ἑαυτό μας.

Πῶς θά τό πετύχουμε τώρα αὐτό;

«Σοῦ σημειώνω, ἀδελφέ μου, -λέει- τέσσερις τρόπους, μέ τούς ὁποίους μπορεῖς, μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ, νά πετύχης αὐτή τήν ἀμφιβολία τοῦ ἑαυτοῦ σου, δηλαδή, τό νά μήν ἐμπιστεύεσαι ποτέ στόν ἑαυτό σου»[39].

Καί ἀκοῦστε αὐτούς τούς τέσσερις τρόπους:

«α) Ὁ πρῶτος τρόπος εἶναι τό νά γνωρίσῃς τήν μηδαμινότητά σου». Γιά νά μπορέσεις νά μήν ἐμπιστεύεσαι στόν ἑαυτό σου καί στή σοφία σου, στήν γνώση σου καί στήν ἐξυπνάδα σου, στά μπράτσα σου, πρέπει πρῶτα-πρῶτα νά καταλάβεις ὅτι εἶσαι ἕνα τίποτα, τό μηδέν. «Γι᾿ αὐτό λέει ὁ Ἱερός Χρυσόστομος, ὅποιος νομίζει τόν ἑαυτό του ὅτι δέν εἶναι τίποτα, ἐκεῖνος περισσότερο ἀπό ὅλους γνωρίζει τόν ἑαυτό του· «οὗτος μάλιστα ἐστίν ὁ ἑαυτόν εἰδώς», αὐτός μάλιστα εἶναι αὐτός πού γνωρίζει τόν ἑαυτό του, «ὁ μηδέν ἑαυτόν εἶναι νομίζων»[40], αὐτός πού νομίζει ὅτι εἶναι τό μηδέν, ὅτι εἶναι τό τίποτα. Αὐτός πραγματικά γνώρισε τόν ἑαυτό του. Βλέπετε τί λέει ὁ Ἅγιος; Ἐνῶ αὐτός πού νομίζει ὅτι εἶναι κάτι, δέν ἔχει γνωρίσει ἀληθινά τόν ἑαυτό του. Νά ποιά εἶναι ἡ ἀληθινή αὐτογνωσία, νά φτάσει ὁ ἄνθρωπος νά καταλάβει ὅτι εἶναι ἕνα τίποτα.

«Καί ὁ Ἅγιος Μάξιμος λέγει: «ἀρετῆς ὅρος εἶναι ἡ κατ᾿ ἐπίγνωσιν ἕνωσις τῆς ἀσθενείας τῆς ἀνθρωπίινης φύσεως μέ τήν Θεία δύναμιν»[41]. Ποιός εἶναι ὁ ὅρος, ὁ ὁρισμός τῆς ἀρετῆς; Ἡ ἕνωση τῆς ἀσθένειας τοῦ ἀνθρώπου, τῆς ἀνθρώπινης φύσεως, τό νά καταλάβει ὁ ἄνθρωπος ὅτι εἶναι ἀσθενής, ὅτι εἶναι ἕνα τίποτα, μέ τή Θεία δύναμη. Τότε ἀρχίζει ἡ ἀρετή. Αὐτό εἶναι τό σύνορο, τά ὅρια τῆς ἀρετῆς καί τό περιεχόμενος τῆς ἀρετῆς, τό νά φτάσει ὁ ἄνθρωπος νά καταλάβει ὅτι εἶναι ἕνα τίποτα καί νά ἔχει τήν ἕνωση αὐτή μέ τήν θεία δύναμη∙ ἀνθρώπινη ἀσθένεια καί θεία χάρις.

«Ὁ δέ Πέτρος -ὁ Ἅγιος Πέτρος- ὁ Δαμασκηνός λέει· «δέν ὑπάρχει καλύτερο ἀπό τήν ἐπίγνωση τῆς οἰκείας -τῆς δικῆς μας δηλαδή- ἀγνωσίας καί ἀδυναμίας, οὔτε χειρότερο ἀπό τήν ἄγνοιά της». Δέν ὑπάρχει χειρότερο πράγμα ἀπό τό νά μήν ξέρει ὁ ἄνθρωπος ὅτι δέν ξέρει καί ὅτι εἶναι ἀδύναμο, καί νά νομίζει ὅτι μπορεῖ καί ὅτι ξέρει, ὅτι εἶναι συνετός καί δυνατός! Αὐτή εἶναι ἡ χειρότερη ἄγνοια καί τό χειρότερο ἀπ’ ὅλα. Καί τό καλύτερο, νά γνωρίσεις τήν ἀδυναμία σου καί τήν ἀγνωσία σου.

Τό πρῶτο λοιπόν πού χρειάζεται γιά νά μάθουμε νά μήν ἐμπιστευόμαστε στόν ἑαυτό μας, εἶναι νά καταλάβουμε τήν μηδαμινότητά μας καί νά σκεφθοῦμε ὅτι ἀπό μόνοι μας δέν μποροῦμε νά κάνουμε κανένα καλό, γιά τό ὁποῖο νά γίνουμε ἄξιοι τῆς Βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Δέν εἶναι τά ἔργα τά δικά μας πού θά μᾶς καταστήσουν ἄξιους τῆς Βασιλείας, γιατί εἴμαστε τό τίποτα, τό μηδέν.

Ὁ δεύτερος τρόπος γιά νά πετύχεις αὐτή τήν ἀμφιβολία, τήν μή ἐμπιστοσύνη στόν ἑαυτό σου εἶναι: «β) τό νά ζητᾶς γι᾿ αὐτό πολλές φορές βοήθεια ἀπό τόν Θεό μέ θερμές καί ταπεινές δεήσεις, ἐπειδή αὐτό εἶναι χάρισμα δικό Του». Νά παρακαλᾶς καί νά λές, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ δῶσ’ μου νά γνωρίσω τήν ἀδυναμία μου καί νά μήν ἔχω ἐμπιστοσύνη στόν ἑαυτό μου. Νά τό ζητᾶς στήν προσευχή σου: νά μήν ἐμπιστεύομαι ἐμένα, ἀλλά Ἐσένα. Τέλεια ἐμπιστοσύνη νά ἔχω σέ Σένα καί ὄχι στόν ἑαυτό μου. Πρέπει μέ πολλές καί ταπεινές δεήσεις νά τό ζητᾶς γιά νά στό δώσει. Γιατί εἶναι χάρισμα αὐτό. Προσέξτε, τό ὅτι εἶναι χάρισμα δέν σημαίνει ὅτι κι ἐμεῖς δέν πρέπει νά κάνουμε καμία προσπάθεια. Θά κάνουμε ὅ,τι μποροῦμε κι ἐμεῖς, ἀλλά τό τέλειο εἶναι δῶρο Θεοῦ. «Καί ἄν θέλῃς νά τό πάρης, πρέπει πρῶτα νά σκεφθῇς τόν ἑαυτό σου, ὄχι μόνο γυμνό ἀπό αὐτή τή γνῶσι τοῦ ἑαυτοῦ σου, ἀλλά καί ἐντελῶς ἀδύνατο νά τήν ἀποκτήσεις»[42]. Μήν ἔχεις δηλαδή ἐλπίδα ὅτι κάποια στιγμή θά φτάσεις καί ἐσύ νά μήν ἐμπιστεύεσαι στόν ἑαυτό σου. Ὄχι, δέν θά φτάσεις ποτέ ἀπό μόνος σου∙ πρέπει νά στό δώσει ὁ Θεός.

«Ἔπειτα, νά μιλᾷς μέ οἰκειότητα πολλές φορές μπροστά στή μεγαλειότητα τοῦ Θεοῦ, καί πιστεύω σταθερά, ἐξ αἰτίας τοῦ πελάγους τῆς εὐσπλαγχνίας Του, θά σοῦ τήν δώσῃ» αὐτή τήν ἔλλειψη ἐμπιστοσύνης στόν ἑαυτό σου, «ὅταν αὐτός θελήσει∙ μήν ἀμφιβάλλῃς καθόλου, ὅτι θά τήν ἀπολαύσεις»[43] αὐτή τήν χάρη, τό νά μήν ἐμπιστεύεσαι στόν ἑαυτό σου.

«γ) Ὁ τρίτος τρόπος, εἶναι τό νά συνηθίσῃς νά φοβᾶσαι πάντοτε τόν ἑαυτό σου. Νά φοβᾶσαι τούς ἀναρίθμητους ἐχθρούς, στούς ὁποίους, δέν εἶσαι δυνατός νά κάνῃς οὔτε τήν παραμικρή ἀντίστασι». Θυμηθεῖτε ἐδῶ τόν Ἅγιο Ἀντώνιο, πού ἔβγαινε ἡ ψυχή του καί τοῦ λέγανε οἱ δαίμονες: Μᾶς νίκησες, Ἀντώνιε, μπράβο! Καί ἔλεγε, ὄχι ἀκόμη! Δέν σᾶς νίκησα ἀκόμα, γιατί ἀκόμα δέν ἔχω ἀσφαλιστεῖ μέσα στήν οὐράνια ἀποθήκη, στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Καί ἐνῶ ἔβγαινε ἡ ψυχή του ἔλεγε, δέν σᾶς νίκησα ἀκόμα! Δέν ἐμπιστευόταν τόν ἑαυτό του, γιατί φοβόταν τόν ἑαυτό του καί τούς ἐχθρούς του, τούς δαίμονες∙ οἱ ὁποῖοι εἶναι πράγματι πανούργοι καί δέν πρέπει νά τούς δίνουμε καμία βάση σ’ αὐτά πού λένε καί σ’ αὐτά πού μᾶς ψιθυρίζουν.

Νά φοβᾶσαι λοιπόν τούς ἐχθρούς σου, γιατί δέν μπορεῖς νά φέρεις τήν παραμικρή ἀντίσταση. «Νά φοβᾶσαι τήν πολύ δυνατή τους συνήθεια στό νά πολεμοῦν». Ὁ διάβολος ἔχει ἐκπαίδευση χιλιάδες χρόνια στόν πνευματικό πόλεμο πού κάνει ἐναντίον τοῦ ἀνθρώπου. Νά φοβᾶσαι «τίς πανουργίες, τά στρατηγήματά τους, τίς μεταμορφώσεις τους σέ ἀγγέλους φωτός»[44]. Πράγματι, τό λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ὅτι μεταμορφώνεται σέ ἄγγελο φωτός[45]. Ἀκόμα καί μέ μορφή ἁγίων καί τῆς Παναγίας ἀκόμα! Τόν Ἅγιο Πέτρο τόν Ἀθωνίτη προσπάθησε νά τόν βγάλει ἀπό τό Ἅγιον Ὄρος -εἶναι ὁ πρῶτος γνωστός ἀσκητής, ἐρημίτης, πολλά χρόνια εἶχε ζήσει ἐκεῖ στό σπήλαιό του- καί τοῦ ἐμφανίστηκε ὁ διάβολος μέ τήν μορφή τῆς Παναγίας!.. Καί τόν συμβούλευε τάχα νά φύγει ἀπό τό Ἅγιον Ὄρος, νά ἀφήσει τήν ἄσκηση.. Ἦταν ἔμπειρος ὁ ἅγιος βεβαίως καί τόν κατάλαβε καί τόν κατατρόπωσε.

Νά φοβᾶσαι λοιπόν τίς μεταμορφώσεις τους καί «τά ἀναρίθμητα τεχνάσματα καί τίς παγίδες, πού θά σοῦ στήνουν κρυφά στόν ἴδιο τόν δρόμο τῆς ἀρετῆς»[46]. Καί ἐδῶ πάλι τό φάρμακο εἶναι ἡ ταπεινοφροσύνη. Πάλι ὁ Μέγας Ἀντώνιος μᾶς τό διδάσκει αὐτό: «εἶδα τίς παγίδες τοῦ διαβόλου ἁπλωμένες σέ μιά πεδιάδα καί ἔφριξα καί εἶπα, πῶς εἶναι δυνατόν νά περάσει ὁ ἄνθρωπος μέσα ἀπ’ αὐτές χωρίς νά πιαστεῖ ἔστω ἀπό μία; Καί ἄκουσε μία φωνή, τοῦ Θεοῦ, πού τοῦ ἔλεγε, μέ τήν ταπεινοφροσύνη περνᾶς! Ὅταν δηλαδή ἔχεις ταπεινό φρόνημα γιά τόν ἑαυτό σου, πιστεύεις ὅτι εἶσαι τό τίποτα, ὁπότε μετά ἔρχεται ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ καί σέ περνάει.

«δ) Ὁ τέταρτος τρόπος», γιά νά μάθεις νά μήν ἐμπιστεύεσαι στόν ἑαυτό σου καί στίς δυνάμεις σου, «εἶναι, ὅταν πέσῃς σέ κανένα ἐλάττωμα νά σκεφθῇς καθαρά τήν ἀπόλυτη ἀδυναμία σου». Νά ταπεινοφρονήσεις. Ἔπεσες; Πολύ ὡραία εὐκαιρία νά καλλιεργήσεις τό ταπεινό φρόνημα. Ὄχι νά στενοχωρηθεῖς ἐγωιστικά καί νά πεῖς, μπά.. ἀποκλείεται.. ἐγώ νά πέσω τόσο χαμηλά;.. καί νά καταθλιβεῖς ἀπό ἐγωισμό! Ὄχι, αὐτό εἶναι λάθος καί τρέφει ἀκόμα πιό πολύ τά πάθη σου. Ἀλλά νά δεῖς καί νά πεῖς, μάλιστα.. αὐτός εἶσαι, τίποτα δέν μπορεῖς νά κάνεις σωστό! Νά ταπεινωθεῖς καί νά δεῖς καθαρά τήν ἀπόλυτη ἀδυναμία σου, «ἐπειδή, γι᾿ αὐτό τό σκοπό παραχώρησε ὁ Θεός νά πέσῃς, γιά νά μάθης καλύτερα τήν ἀσθένεια σου. Καί ἔτσι νά μάθης, ὄχι μόνο νά περιφρονῇς ἐσύ ὁ ἴδιος τόν ἑαυτό σου σάν ἕνα τίποτα, ἀλλά καί νά θέλῃς νά σέ καταφρονοῦν καί οἱ ἄλλοι σάν τέτοιου εἴδους ἀσθενῆ»[47], σάν ἕνα τίποτα. Καί νά μή σέ ἐνοχλεῖ ὅταν σέ καταφρονοῦν οἱ ἄλλοι.

«Ὄχι μόνον ὅταν πέσῃ κάποιος σέ κανένα ἁμάρτημα», πρέπει νά βλέπει τήν ἀδυναμία του, «ἀλλά καί ὅταν πέσῃ σέ διάφορες δυστυχίες», οἰκονομικές κ.λπ. μπορεῖ νά τόν πᾶνε καί στά δικαστήρια καί στή φυλακή.. Ὅταν πέσει σέ τέτοιες δυστυχίες «περιστάσεις καί θλίψεις, καί μάλιστα σέ ἀσθένειες σωματικές καί πολυχρόνιες», μιά ἀναπηρία, ἕνας καρκίνος «πρέπει -ὁ ἄνθρωπος- νά γνωρίζῃ τήν ταπεινή γνῶσι τοῦ ἑαυτοῦ του καί τῆς ἀδυναμίας του». Ἐκεῖ πρέπει νά ἑστιάζει τήν προσοχή του, νά δεῖ τήν ἀδυναμία του, «καί νά ταπεινώνεται, γιατί γι᾿ αὐτό τόν σκοπό παραχωροῦνται ἀπό τό Θεό νά μᾶς ἔρχονται ὅλοι ἁπλά οἱ πειρασμοί οἱ ἀπό τοῦ διαβόλου, οἱ ἀπό τῶν ἀνθρώπων καί οἱ ἀπό τῆς φύσεως»[48]. Καί ἀπό τίς τρεῖς πηγές δηλαδή οἱ πειρασμοί παραχωροῦνται ἀπό τόν Θεό. Εἴτε εἶναι ἀπό τόν διάβολο ὁ πειρασμός, εἴτε ἀπό τούς ἀνθρώπους, εἴτε ἀπό τήν φύση, μία ἀρρώστια κ.λπ. παραχωροῦνται ἀπό τόν Θεό. Ὅλα εἶναι μέσα στό σχέδιο τοῦ Θεοῦ, στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, στήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Γιά ποιό λόγο; Γιά νά ἀποκτήσουμε αὐτή τήν ταπεινή γνώση τοῦ ἑαυτοῦ μας. Βλέπετε; Μέ ὅλα ὁ Θεός προσπαθεῖ νά μᾶς ὁδηγήσει στήν ὁμοίωση μέ Αὐτόν πού εἶναι ταπεινός. Στήν ταπείνωση δηλαδή, στήν ταπεινοφροσύνη. Γι’ αὐτό λένε οἱ μερικοί Πατέρες, μία εἶναι ἡ ἀρετή, ἡ ταπεινοφροσύνη, ἡ ὁποία εἶναι μαζί μέ τήν ἀγάπη. Γιατί ἄν εἶσαι ταπεινός ἔχεις καί ἀγάπη, καί ἄν ἔχεις ἀγάπη ἔχεις καί ταπεινοφροσύνη. Λοιπόν, καί κάνει τό πᾶν ὁ Θεός γιά νά μᾶς μάθει αὐτό τό μάθημα. Καί ἄν δέν τό μάθουμε μέ τό καλό, μέ τίς ἐμπνεύσεις καί τούς φωτισμούς πού μᾶς στέλνει, παραχωρεῖ τίς θλίψεις, εἴτε ἀπό δαίμονες, εἴτε ἀπό ἀνθρώπους, εἴτε ἀπό τήν φύση. Καί ἔτσι μαθαίνει ὁ ἄνθρωπος, ἄν θέλει βέβαια πάλι, αὐτό τό μάθημα.

«Ὁ Ἀπόστολος αὐτό τό σκοπό σκεπτόμενος, ἔλεγε ὅτι γι᾿ αὐτό καί μόνο αὐτό τοῦ συνέβησαν στήν Ἀσία οἱ θανατηφόροι πειρασμοί», πού γράφει ἐκεῖ στήν Β΄ πρός Κορινθίους ἐπιστολή. Τί λέει ἐκεῖ; «Ἀλλά αὐτοί ἐν ἑαυτοῖς -ἐμεῖς δηλαδή στόν ἑαυτό μας- τό ἀπόκριμα τοῦ θανάτου ἐσχήκαμεν», φτάσαμε μέχρι τά ὅριά μας, νά πεθάνουμε, «ἵνα μή πεποιθότες ὦμεν ἐφ᾿ ἑαυτοῖς», ὥστε νά μήν ἔχουμε πεποίθηση στόν ἑαυτό μας ὅτι κάνουμε κάτι μέ τίς δυνάμεις μας, μέ τήν σοφία μας, μέ ὁποιαδήποτε ἔτσι δύναμή μας, «ἀλλ᾿ ἐπί τῷ Θεῷ»∙ μή πεποιθότες ἐφ᾿ ἑαυτοῖς ἀλλ᾿ ἐπί τῷ Θεῷ «τῷ ἐγείροντι τούς νεκρούς»[49]»[50]. Γι’ αὐτό, λέει, μᾶς συνέβησαν θανατηφόροι πειρασμοί.. κόντεψε νά πεθάνει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στήν Ἀσία.. γιά νά μήν ἔχω πεποίθηση στόν ἑαυτό μου ὅτι εἶμαι κάποιον τι καί ὅτι ὅ,τι ἔκανα τό ἔκανα ἀπό μόνος μου.

«Καί γιά νά πῶ μέ συντομία, ὅποιος θέλει νά γνωρίσῃ τήν ἀσθένειά του στήν πρᾶξι, ἄς παρατηρήσῃ, ὄχι πολύ χρόνο, ἀλλά μιᾶς μόνο ἡμέρας τούς λογισμούς καί τά λόγια καί τά ἔργα του, καί θά δεῖ ὅτι εἶναι λανθασμένα, στραβά, ἀνόητα καί κακά». Αὐτά πού σκέφτηκε καί μίλησε καί ἔκανε, θά δεῖ ὅτι τά περισσότερα, καί τά λόγια καί οἱ λογισμοί καί τά ἔργα, εἶναι λανθασμένα, στραβά, ἀνόητα καί κακά. Καί ἀπό αὐτή τήν ἐξέταση καί τήν δοκιμασία πού θά κάνει στή συμπεριφορά του, «θά καταλάβη πόσο εἶναι ἀσθενής ὁ ἑαυτός του, καί ἀπό τήν κατανόηση αὐτή καί τήν ἀληθινή γνῶσι, ὁπωσδήποτε θά ταπεινωθῇ, καί στό ἑξῆς δέν θά ἐλπίζῃ πλέον στόν ἑαυτό του. Ὄχι λιγώτερο ἀπό αὐτά πού εἴπαμε πιό πάνω, θά μᾶς φέρῃ στήν ἐπίγνωσι τῆς ἀσθένειάς μας, ἡ ὑλική ἀρχή τῆς ὑπάρξεώς μας»[51]. Τί εἶναι ὁ ἄνθρωπος; Χῶμα. Καί ἀπό αὐτή τήν ἀρχή μπορεῖ νά διδαχθοῦμε πάρα πολλά, πῶς ἀρχίζει ὁ ἄνθρωπος ἀπό αὐτά τά πρῶτα κύτταρα.. Τί εἴμαστε οὐσιαστικά; Ἕνα τίποτα!

Ἔτι λοιπόν ὁ Θεός παραχωρεῖ νά πέφτουμε σέ ἁμαρτίες ἤ σέ θλίψεις, ἀπό ἀνθρώπους, ἀπό δαίμονες, ἀπό τήν φύση, γιά νά γνωρίσουμε καλύτερα τήν ἀσθένειά μας καί ἔτσι νά μάθουμε νά περιφρονοῦμε ἐμεῖς οἱ ἴδιοι τόν ἑαυτό μας καί νά χαιρόμαστε ὅταν μᾶς καταφρονοῦν οἱ ἄλλοι.

«Γιατί χωρίς αὐτή τήν θέλησι, δέν εἶναι δυνατό νά γίνῃ αὐτή ἡ ἐνάρετη δυσπιστία τοῦ ἑαυτοῦ μας, ἡ ὁποία ἔχει τό θεμέλιό της στήν ἀληθινή ταπείνωσι καί στήν προλεγόμενη ἔμπρακτη γνῶσι τῆς δοκιμῆς.

Ὁπότε, καθ᾿ ἕνας βλέπει πόσο ἀπαραίτητο εἶναι σ᾿ ἐκεῖνον πού θέλει νά ἑνωθῇ μέ τό οὐράνιο φῶς, τό νά γνωρίσῃ τόν ἑαυτό του»[52]. Βλέπετε; Αὐτογνωσία. Γιά αὐτογνωσία μιλᾶνε καί οἱ ἀνατολικές θρησκεῖες, ἀλλά σέ παραπλανοῦνε, λένε ψέματα.. ἄλλο ἐννοοῦν αὐτοί. Ἐμεῖς ὅταν λέμε αὐτογνωσία, ἐννοοῦμε νά καταλάβεις ὅτι εἶσαι τό τίποτα, τό μηδέν, νά καταλάβεις τή μηδαμινότητά σου. Αὐτοί ὅταν λένε αὐτογνωσία ἐννοοῦν νά φτάσεις στήν ἄκρα ὑπερηφάνεια καί νά πεῖς, ἐγώ εἶμαι θεός! Ἐκεῖ θέλουν νά καταλήξουνε. Καί τό λένε κιόλας, ἄν ψάξεις μέσα σου, θά καταλάβεις ὅτι ἐσύ εἶσαι ὁ θεός… Ὤ τῆς πλάνης, τῆς διαβολικῆς πλάνης! Πόσο τά μπερδεύει ὁ διάβολος γιά νά ρίξει τόν ἄνθρωπο στόν ἑωσφορικό ἐγωισμό, στήν ἑωσφορική ὑπερηφάνεια, στήν αὐτοθέωση. Ὅταν αὐτοί λένε αὐτογνωσία, ἐννοῦνε αὐτοθέωση. Ὅταν λέμε ἐμεῖς αὐτόγνωσία, ἐννοοῦμε ταπείνωση, ταπεινό φρόνημα, αὐτοεξουδένωση∙ ἡ ὁποία εἶναι καί ἀληθινή, εἶναι ἀλήθεια, εἶναι ρεαλισμός. Ἐνῶ αὐτό πού λέει ὁ διάβολος εἶναι ψέμα.. πῶς ἐμεῖς εἴμαστε θεοί;.. ἐμεῖς φτιάξαμε τόν ἑαυτό μας καί τό σύμπαν; Μᾶς κοροϊδεύει ὁ διάβολος. Καί ἀκριβῶς αὐτή τήν ψευδαίσθηση τήν τρέφουνε καί οἱ ψυχολόγοι καί οἱ παιδαγωγοί στά παιδιά, καί οἱ γονεῖς πολλές φορές μέ ποικίλους τρόπους.. μέ τά μπράβο-μπράβο πού τά λένε, μέ τά γενέθλια πού τά γιορτάζουν, μέ τίς διάφορες γιορτές κ.λπ. μέ τό νά τούς παρέχουνε τά πάντα ἀμέσως, πρίν κἄν προλάβει νά τό πεῖ τό παιδί.. τί θέλεις, παιδί μου;.. τό θέλημά σου;.. Ἀμέσως νά ἱκανοποιηθεῖ τό θέλημα τοῦ παιδιοῦ! Καί μαθαίνει τό παιδί ὅτι εἶναι θεός καί ὅλοι περιστρέφονται γύρω ἀπ’ αὐτόν! Καί ὅταν μετά μεγαλώσει καί δεῖ ὅτι δέν εἶναι καί ὅλα αὐτά ἦταν ἕνα ψέμα πού τοῦ καλλιέργησαν, πολλές φορές παθαίνει καί κατάθλιψη καί ἀρρωσταίνει τό παιδί, παθαίνει ψυχολογικά. Γιατί, σοῦ λέει, μέχρι τώρα μέ λατρεύατε καί τώρα μέ ἀπορρίπτετε.. καί δέν μέ θέλει κανένας καί δέν μέ ἀγαπάει κανένας; Γιατί ἔχει πάρει λάθος ἀγωγή ἀπό γονεῖς πού ἦταν ἀκατάλληλοι, δέν εἶχαν τή σωστή παιδεία γιά νά μεγαλώσουν σωστά τά παιδιά τους.

Βλέπει, λοιπόν κανείς -λέει- πόσο εἶναι ἀπαραίτητο, γιά νά πάρει τό οὐράνιο φῶς, τήν θεία χάρη, τό νά ἔχει τήν γνώση τοῦ ἑαυτοῦ του. αὐτή τήν γνώση «συνηθίζει νά τήν δίνη ἡ εὐσπλαγχνία τοῦ Θεοῦ στούς ὑπερήφανους καί προληπτικούς, μέσα ἀπό τίς πτώσεις». Ὅταν ὑπάρχει ὑπερηφάνεια καί δέν ταπεινώνεται ὁ ἄνθρωπος ἀπό μόνος του, δίνει ὁ Θεός πτώσεις∙ παραχωρεῖ νά πέσει ὁ ἄνθρωπος, «ἀφήνοντάς τους μέ δίκαιο τρόπο νά πέφτουν σέ κάποιο ἐλάττωμα -ἀπό τό ὁποῖο νομίζουν ὅτι μποροῦν νά φυλαχτοῦν». Ἐκεῖ μάλιστα τήν πατᾶμε.. Λένε πολλοί ἄνθρωποι, ἄ.. αὐτό τό ἔχω ξεπεράσει! Τό ἔχεις ξεπεράσει; Ἐκεῖ νά δεῖς.. μετά ἀπό λίγο σ’ αὐτό θά πέσεις ἀκριβῶς πού νομίζεις ὅτι ἔχεις ξεπεράσει! Ἄ ὄχι, λέει, μ’ αὐτό δέν ἔχω πρόβλημα.. Μέ ἐκεῖνο θά ἔχεις πρόβλημα μετά.. θά δεῖς! Γιατί ἔχεις τήν ὑψηλή ἰδέα, τό ὑψηλό φρόνημα. Καί τό παραχωρεῖ ὁ Θεός ἐπίτηδες νά πέσεις ἐκεῖ πού νομίζεις ὅτι δέν ὑπάρχει περίπτωση νά πέσεις, γιά νά μάθεις νά μήν ἐμπιστεύεσαι στόν ἑαυτό σου, «νά γνωρίσεις τήν ἀδυναμία σου καί νά μή ἐπιστεύεσαι πλέον καθόλου στόν ἑαυτό σου.

Ἀλλά αὐτό τό μέσο», τό νά πέσεις δηλαδή σέ ἁμαρτία, νά σέ ἀφήσει ὁ Θεός νά πέσεις, «τό τόσο ἄθλιο καί ἀναγκαστικό, δέν συνηθίζει νά τό μεταχειρίζεται πάντοτε ὁ Θεός, παρά, ὅταν τά ἄλλα μ έ σ α, τά πιό ἐλεύθερα, ὅπως εἴπαμε, δέν προξενοῦν στόν ἄνθρωπο αὐτή τήν ἐπίγνωσι τοῦ ἑαυτοῦ του»[53]. Γιατί ὁ Θεός χρησιμοποιεῖ καί ἄλλα μέσα, πρίν σέ ἀφήσει καί πέσεις καί συντριφτεῖς, θά σέ συμβουλέψει, ὅπως καί ἕνας καλός πατέρας μιλάει στό παιδί, τό συμβολεύει. Ὁ Θεός πῶς μᾶς συμβουλεύει; Μέ τόν λόγο Του, μέ τήν Ἁγία Γραφή, μέ τά κηρύγματα πού ἀκούγονται στήν ἐκκλησία. Μά ἄν δέν πᾶς στήν ἐκκλησία; Ἅμα δέν διαβάζεις τήν Ἁγία Γραφή; Ἤ ἅμα τήν διαβάζεις καί πέρα βρέχει καί ἀκοῦς τό κήρυγμα καί πάλι δέν τό λαμβάνεις ὑπόψη σου; Ἄν ἕναν φίλο πνευματικό πού ἔχεις δέν ἀκοῦς τήν συμβουλή του καί νομίζεις ὅτι αὐτά δικά του εἶναι φανατικά; Ὄχι, ὁ Θεός τόν ἔβαλε! Ἄν δέν τά πιάνεις, λοιπόν, αὐτά τά μηνύματα, ἔ.. ὁ Θεός θά πάει σέ πιό σκληρά μαθήματα, σέ πιό σκληρούς τρόπους, ἐπειδή σέ ἀγαπάει. Ὅπως καί ἕνας πατέρας ἄν… ὅπου δέν πίπτει λόγος, πίπτει ράβδος μετά, χρησιμοποιεῖ καί τήν ράβδο, γιά νά βοηθήσει τό παιδί νά μήν καταστραφεῖ, νά μήν αὐτοκτονήσει. Γιατί ἡ ἁμαρτία καί ἡ ἀνοησία οὐσιαστικά εἶναι μία αὐτοκτονία.

Ἔτσι λοιπόν τό χρησιμοποιεῖ, ὅταν τά ἄλλα μέσα, τά πιό ἐλεύθερα, δέν προξενοῦν στόν ἄνθρωπο τήν ἐπίγνωσι τοῦ ἑαυτοῦ του, γιατί δέν θέλει. «Τότε παραχωρεῖ νά πέσῃ ὁ ἄνθρωπος σέ σφάλματα τόσο μεγαλύτερα ἤ μικρότερα, ὅσο εἶναι μεγαλύτερη ἤ μικρότερη καί ἡ ὑπερηφάνεια καί ἡ ὑπόληψις, πού ἔχει κάποιος γιά τόν ἑαυτό του»[54]. Ἀφήνει ὁ Θεός κατ’ ἀναλογία! Βλέπετε; Εἶναι ἀκριβής, ἀκριβοδίκαιος ὁ Θεός! Ἀνάλογα μέ τό μέτρο τῆς ὑπερηφάνειας, θά ἔχεις καί τό μέτρο τῆς πτώσης, καί τόν βαθμό τῆς πτώσης. Μεγάλη ὑπερηφάνεια; Μεγάλη πτώση. Μικρότερη ὑπερηφάνεια; Μικρότερη πτώση.

Ἔτσι λοιπόν, ὅσο μεγαλύτερη ἤ μικρότερη καί ἡ ὑπερηφάνεια καί ἡ μεγάλη ἰδέα πού ἔχει κάποιος γιά τόν ἑαυτό του, ἀνάλογη εἶναι καί ἡ πτώση, «ὥστε», προσέξτε τώρα τό σημαντικότερο, «ἐκεῖ δέν ὑπάρχει καμία τέτοια ἰδέα, ὅπως στήν περίπτωση τῆς Παναγίας μας, ἐκεῖ φυσικά δέν συμβαίνει καί καμμία πτώση»[55]. Θέλεις νά μήν ἔχεις καμιά πτώση; Νά μήν ἔχεις καμιά ἰδέα γιά τόν ἑαυτό σου! Ὅπως ἡ Παναγία μας.. καμιά ἰδέα.. «ἰδού ἡ δούλη Κυρίου»[56].. δούλη Κυρίου! Ἄξια ἐγώ νά γεννήσω τόν Σωτήρα Χριστό; Καί λένε πολύ ὡραῖα οἱ Πατέρες, ἡ Παναγία δέν προσευχόταν ὅπως οἱ ἄλλες γυναῖκες, νά ἀξιωθῶ νά γίνω μητέρα τοῦ Μεσσία, ἀλλά τί προσευχόταν; Νά γίνω δούλη τῆς μητέρας, νά γίνω ὑπηρέτρια δηλαδή αὐτῆς πού θά γεννήσει τόν Μεσσία! Καί τῆς λέει ὁ Χριστός, δέν θά εἶσαι ἡ δούλη, ἐσύ θά γίνεις ἡ μητέρα.

Ὅπου δέν ὑπάρχει καμιά ἰδέα γιά τόν ἑαυτό μας, ἐκεῖ δέν ὑπάρχει καί καμιά πτώση. «Λοιπόν, ὅταν ἐσύ πέσεις, τρέξε ἀμέσως μέ τόν λογισμό σου στήν ταπεινή γνῶσι τοῦ ἑαυτοῦ σου». Ἔπεσες; Τρέξε ἀμέσως στήν ταπείνωση. Μήν κάθεσαι καί κλαῖς ἀπό πληγωμένο ἐγωισμό καί ἀρρωσταίνεις ἀκόμα χειρότερα πνευματικά. Τρέξε στήν ταπεινοφροσύνη, στήν ταπεινή γνώση τοῦ ἑαυτοῦ σου «καί μέ ἐπίμονη προσευχή ζήτησε ἀπό τόν Θεό νά σοῦ δώσῃ τό ἀληθινό φῶς, γιά νά γνωρίσῃς τήν μηδαμινότητά σου καί νά μήν δείχνῃς καθόλου ἐμπιστοσύνη στόν ἑαυτό σου, ἐάν θέλῃς νά μή πέσῃς πάλι καί μάλιστα σέ μεγαλύτερη βλάβη καί φθορά»[57]. Γιατί ἄν δέν ταπεινοφρονήσεις, σέ περιμένει καί ἄλλη πτώση! Καί ἀκοῦμε πολλούς ἀνθρώπους.. μά, καλά, ὅλα λάθος, ὅλα στραβά μοῦ πᾶνε.. Δέν τό πιάνει τό μήνυμα μέ τό πρῶτο, θέλει καί δεύτερο καί τρίτο καί τέταρτο.. Κάπια στιγμή συνήθως τό πιάνουν τό μήνυμα. Ἀλλά γιατί νά φτάσεις νά συντριβεῖς καί νά μήν τό πιάσεις ἀμέσως τό μήνυμα; Καί ἀκόμα καλύτερα νά τά πιάνεις πρίν κἄν πέσεις, νά προλαβαίνεις τήν πτώση. Γιατί ἡ ὕβρις, ἡ ὑπερηφάνεια δηλαδή, εἶναι ἡ αἰτία τῆς κάθε πτώσης. Ὅπου ὑπάρχει πτῶμα, λένε οἱ Πατέρες, ἐκεῖ προεσκήνωσε ὕβρις∙ ἐκεῖ εἶχε στήσει τήν σκηνή της προηγουμένως ἡ ὑπερηφάνεια. Εἶδες πτώση στόν ἑαυτό σου, ἔκανες ἁμαρτία πάλι; Κάπου ὑπερηφανεύτηκες. Ποῦ ὑπερηφανεύτηκες; Θά τό βρεῖς, ἅμα ψάξεις.. στόν λογισμό σου, στά λόγια σου, στά ἔργα σου, καί ἕνας μορφασμός ἀποδοκιμασίας, καί μιά ἄτακτη φωνή μπορεῖ νά ἐκφράζει ὑπερηφάνεια.. καί δέν ἀρέσει αὐτό στόν Θεό. Γιατί ἡ ὑπερηφάνεια εἶναι ἀκριβῶς ἀποστασία ἀπό τόν Θεό, ἀνταρσία καί χωρισμός ἀπό τόν Θεό.

Ἔτσι τελειώσαμε καί τό δεύτερο κεφάλαιο, ὅτι δέν πρέπει νά ἐμπιστευόμαστε οὔτε νά δίνουμε ποτέ θάρρος στόν ἑαυτό μας.

Ἐρ. : …………………………..

Ἀπ. : Ὑπερηφάνεια λόγω ταπεινοφροσύνης.

Ἐρ. : …………………………..

Ἀπ. : Πάντα καιροφυλακτεῖ ἡ κενοδοξία. Ὑπερηφάνεια - κενοδοξία, αὐτά εἶναι μαζί. Ἔρχεται ὁ αὐτοέπαινος. Καί ἐκεῖ κανείς πρέπει νά ἔχει αὐτή τήν ἐγρήγορση, νά ἀναιρέσει αὐτό τόν αὐτοέπαινο. Γιατί ὁ διάβολος, ὅταν θά δεῖ ὅτι κατάφερες μία νίκη πνευματική, θά ἔρθει νά σέ ἐπαινέσει. Καί πρέπει νά εἶσαι σέ ἐγρήγορση ν’ ἀπορρίψεις καί αὐτό τόν ἔπαινο. Θά πεῖς ὅτι δέν τό κατάφερα ἐγώ, ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ τό ἔκανε. Δέν θά ἀποδώσεις τήν δόξα στόν ἑαυτό σου.

Ἐρ. : …………………………..

Ἀπ. : Δέν τό ἔχουμε πιστέψει βαθιά αὐτό.

Ἐρ. : Δέν ἔχουμε βιώσει, γι’ αὐτό…

Ἀπ. : Δέν ἔχουμε καί περιμένουμε τήν τέλεια χάρη ἀπό τόν Θεό. Τό τέλειο θά μᾶς ἔρθει ἀπό τόν Θεό. Γι’ αὐτό χρειάζεται καί νά προσευχόμαστε καί νά λέμε, Θέε μου… ὅταν σέ πιέζει ἔτσι ὁ διάβολος μέ ἐπαίνους, θά πεῖς, Θεέ μου, σέ Σένα ἀφήνομαι.. βλέπεις πῶς μέ ταλαιπωρεῖ αὐτή ἡ ἰδέα.. πάρ’τη μου αὐτή τήν ἰδέα, ἐλευθέρωσέ με, βγάλε ἀπό μέσα μου τήν οἴηση. Μέ τήν προσευχή θά τόν πολεμήσουμε τόν διάβολο. Μέ τήν προσευχή, τήν ταπεινή προσευχή.

Ἐρ. : Εἴπατε ὅτι θά λέμε, ὅτι δέν ἀξίζουμε τίποτα ἐμεῖς. Ὅταν τό λέει ὅμως ἕνα ἄτομο ὄχι ἀπό θρησκευτική ἄποψη, ἀλλά ἐπειδή ἔχει χαμηλή αὐτοπεποίθηση καί τόν ἀνεβάζεις λίγο, εἶναι ἁμαρτία;

Ἀπ. : Ναί, τήν αὐτοεκτίμηση. Αὐτός πού λέει «δέν ἀξίζω τίποτα», ξέρεις ἀπό τί τό λέει; Ἀπό ἀπελπισία. Ἄρα κρύβει μέσα της μεγάλη ὑπερηφάνεια. Εἶναι μεγάλη ὑπερηφάνεια αὐτό. Λοιπόν, ἐμεῖς θά κάνουμε τό ἄλλο, αὐτό πού θά ποῦμε τώρα. Ὅταν αὐτός ἔχει τέτοια κατάσταση, χρειάζεται νά τοῦ δώσεις ἐλπίδα. Καί ἡ ἐλπίδα εἶναι ὁ Θεός. Θά τοῦ πεῖς, παιδί μου, εἶναι ἀληθινό αὐτό πού νιώθεις.. δέν θά τοῦ πεῖς ψέματα! Εἶναι ἀληθινό, ὅτι πράγματι δέν ἀξίζεις τίποτα, οὔτε ἐγώ ἀξίζω τίποτα.. ἀλλά ὑπάρχει ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος μπορεῖ νά σοῦ δώσει τά πάντα καί νά κάνεις τά πάντα διά τοῦ Θεοῦ. Αὐτό πού λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος «πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντί με Χριστῷ»[58]. Ὄχι νά τοῦ δώσεις μία τόνωση ψεύτικη ὅτι ἀξίζει.. ἀφοῦ δέν ἀξίζει! Θά τοῦ πεῖς τήν ἀλήθεια, ὅτι ἔχεις δίκαιο, ἔτσι εἶναι. Ἔχει φτάσει σέ ἀδιέξοδο καί ἐκεῖ εἶναι ἡ ὥρα τοῦ Θεοῦ. Ὅταν φτάνουμε σέ ἀδιέξοδο, τότε εἶναι ἡ διέξοδος τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό μᾶς πάει ὁ Θεός νά πιάσουμε πάτο, νά ἀπογοητευτοῦμε ἀπό τίς δικές μας δυνάμεις καί τότε δέν ἔχει νά τοῦ πεῖς «μπορεῖ».. τί μπορεῖ; Ἀφοῦ ἔχει πιάσει πάτο ὁ ἄνθρωπος. Ἐκεῖ θά τοῦ πεῖς, κοίταξε, ὁ Θεός! Πιάσε τό χέρι τοῦ Θεοῦ καί θά βγεῖς. Αὐτή εἶναι ἡ λύση ἡ σωστή. Ἀλλιῶς αὐτό πού λένε οἱ ψυχολόγοι, δώσ’ του αὐτοεκτίμηση, οὐσιαστικά τί τοῦ λένε; Παράμεινε ἐκεῖ πού εἶσαι στόν πάτο! Καί δέν βγαίνει ὁ ἄνθρωπος μέ τίποτα.. δέν μπορεῖ νά βγεῖ. Ἀφοῦ τό κατάλαβε ὅτι δέν ἔχει δυνάμεις. Τί νά τοῦ πεῖς τώρα ψέματα, νά τόν κοροϊδεύεις; Ἐκεῖ χρειάζεται νά τοῦ πεῖς, παιδί μου, νά ὁ Θεός! Ἡ ἐλπίδα εἶναι ὁ Θεός. Καί ἐκεῖ θά τό καταλάβει.. εὐκολότερα δηλαδή, ἄν δέν ἔχει πολύ ἐγωισμό. Εἶναι μερικοί πού κλειδώνονται στόν πολύ ἐγωισμό καί φτάνουν καί στήν αὐτοκτονία. Βλέπε Ἰούδας..

Ἐρ. : Σήμερα εἶχα μιά τέτοια περίπτωση. Κάποιος παντρεμένος μέ σύζυγο καί παιδιά.. τρομερά ἀπελπισμένος… καί δέν μπορῶ νά τόν πείσω νά πάει νά ἐξομολογηθεῖ.

Ἀπ. : Εἴδατε πῶς φτάνει ὁ διάβολος νά μᾶς πείσει ὅτι δέν μᾶς ἀκούει ὁ Θεός, ὅτι δέν μᾶς ἀγαπάει! Αὐτό εἶναι τό ψέμα τοῦ διαβόλου, πού τό εἶπε καί στήν Εὔα, καί τό ’χαψε ἡ Εὔα, προσέξτε! Αὐτό εἶπε στήν Εὔα, ὅτι δέν σᾶς ἀγαπάει ὁ Θεός, εἶναι πονηρός ὁ Θεός.. Σᾶς εἶπε νά μή φᾶτε, γιατί δέν σᾶς ἀγαπάει καί θέλει νά μήν τοῦ πάρετε τήν θέση.. καταλάβατε; Γιατί θά γίνετε σάν καί αὐτόν ἅμα φᾶτε! Βλέπετε; Συκοφαντεῖ τόν Θεό! Γι’ αὐτό καί λέγεται διάβολος.. Ἐκεῖ πρέπει νά τοῦ τό ἀποκαλύψεις αὐτό, νά τοῦ πεῖς, ξέρεις αὐτό δέν εἶναι δικό σου, αὐτό εἶναι τοῦ πονηροῦ αὐτό πού σκέφτεσαι. Εἶναι ὁ συκοφάντης τοῦ Θεοῦ πού σοῦ λέει αὐτά τά πράγματα.. Ἀλλά εἶναι καί στήν θέληση τοῦ ἀνθρώπου νά τό ἀποδεχθεῖ, καταλάβατε; Ἐδῶ εἶναι.. ὁ ἄλλος δέν θέλει.. ὅ,τι καί νά μοῦ πεῖς, δέν θέλω! Εἶναι κλειδωμένος. Χρειάζεται μιά στοιχειώδης ταπείνωση καί μιά στοιχειώδης ἀγάπη. Αὐτό ἔλεγε ὁ Ἅγιος Πορφύριος, γιά νά ἑλκύσουμε τόν Θεό. Ὁ Θεός ἔρχεται, ἀλλά ὅταν δέν ὑπάρχει αὐτή ἡ στοιχειώδης ταπείνωση καί ἀγάπη, δέν μπορεῖ νά περάσει μέσα στήν ψυχή μας νά μᾶς βοηθήσει.

Νά ποῦμε καί τό ἑπόμενο κεφάλαιο, μιᾶς καί ἔχουμε χρόνο;

Κεφάλαιο 3ο: «Ἡ ἐλπίδα καί ἡ ἐμπιστοσύνη στόν Θεό». Τό πρῶτο ὅπλο εἶναι ἡ τελεία ἀπελπισία ἀπό τόν ἑαυτό μας, τό νά μήν ἐμπιστευόμαστε τόν ἑαυτό μας καί τό νά μή δίνουμε θάρρος ποτέ στόν ἑαυτό μας, μήν ξεθαρρεύουμε. Καί μᾶς δίνει ἀμέσως μετά τό ἑπόμενο φάρμακο, ἡ ἐλπίδα καί ἡ ἐμπιστοσύνη στόν Θεό.

«Εἶναι πολύ ἀναγκαῖο σέ αὐτόν τόν πόλεμο, τό νά μήν ἐμπιστευώμαστε τόν ἑαυτό μας, ὅπως εἴπαμε· παρόλα αὐτά, ἐάν ἀπελπισθοῦμε ὅμως, δηλαδή, ἐάν ἀποβάλλουμε, μόνο κάθε πεποίθησι τοῦ ἑαυτοῦ μας», αὐτό πού εἴπατε προηγουμένως, «ἤ θά τραποῦμε σέ φυγή ἤ θά νικηθοῦμε, καί θά κυριευθοῦμε ἀπό τούς ἐχθρούς»[59]. Δέν γίνεται τίποτα ἀπό τόν ἑαυτό μου, ἄρα τί μένει; Νά τραπῶ σέ φυγή, ν’ ἀφήσω νά μέ κυριεύσει ὁ πονηρός, ὁ ἐχθρός.

«Γι᾿ αὐτό, κοντά στή ὁλοκληρωτική ἀπάρνησι τοῦ ἑαυτοῦ μας, χρειάζεται -εἶναι άπαραίτητο καί τό ὅπλο αὐτό- «ἡ πλήρης ἐλπίδα καί ἐμπιστοσύνη στόν Θεό». Γι’ αὐτό ἡ σωστή ἀγωγή ἔχει καί τά δύο. Δέν θά πεῖς στό παιδί, δέν μπορεῖς τίποτα παιδί μου! Ἔτσι θά τό ἀπελπίσεις, θά τό πᾶς στήν ἀπραξία. Θά πεῖ, ἀφοῦ δέν μπορῶ τίποτα.. Τό κατέστρεψες τό παιδί. Μαζί μέ τό ὅτι δέν μπορεῖς τίποτα ἀπό μόνος σου, θά πεῖ ὅτι μπορεῖς τά πάντα μέ τόν Θεό. «Πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντί με Χριστῷ»[60]. Τότε κάνεις σωστή ἀγωγή.

Ἔτσι λοιπόν χρειάζεται κοντά στήν ὁλοκληρωτική ἀπάρνηση τοῦ ἑαυτοῦ μας, ἡ πλήρης ἐλπίδα καί ἐμπιστοσύνη στόν Θεό. «Δηλαδή νά ἐλπίζουμε ἀπό Αὐτόν μόνο κάθε βοήθεια καί νίκη». Δέν εἶναι νά τοῦ πεῖς, ἐντάξει.. κάτι μπορεῖς καί ἐσύ νά κάνεις, ἔχεις κάποιες δυνάμεις.. Ὄχι, ὄντως δέν μποροῦμε τίποτα! Ἀλλά μποροῦμε τά πάντα μέ τόν Θεό καί ἀπό Αὐτόν ἐλπίζουμε κάθε νίκη καί κάθε καλό.

«Καθώς ἀπό τόν ἑαυτό μας, οἱ ὁποῖοι εἴμαστε τό τίποτα, τίποτα ἄλλο δέν περιμένουμε, παρά γκρεμίσματα καί πτώσεις», ἁμαρτίες δηλαδή, «γιά τά ὁποῖα καί πρέπει νά μήν ἔχουμε ἐμπιστοσύνη στόν ἑαυτό μας τελείως, κατά τόν ἴδιο τρόπο θά ἀπολαύσουμε ὁπωσδήποτε ἀπό τόν Θεό κάθε νίκη, ἀμέσως μόλις ὁπλίσουμε τήν καρδιά μας μέ μία ζωντανή ἐλπίδα, ὅτι θά λάβουμε τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ σύμφωνα μέ ἐκεῖνο τό ψαλμικό «σ᾿ Αὐτόν ἤλπισε ἡ καρδία μου καί βοηθήθηκα»[61]»[62]. Σ΄ Αὐτόν ἤλπισα, λέει ὁ Δαβίδ, καί μαζί μέ αὐτόν καί ἐμεῖς τό λέμε. Καί πράγματι θά πάρουμε βοήθεια τέτοια, ὅταν τό ἀφήσουμε τελείως στόν Θεό τό πράγμα.

«Αὐτήν τήν ἐλπίδα, μαζί καί βοήθεια, μποροῦμε νά τήν πετύχουμε γιά τέσσερις λόγους»[63]. Προσέξτε ποιοί εἶναι οἱ τέσσερις λόγοι πού στηρίζουνε δηλαδή αὐτή τήν πεποίθηση, ὅτι ἐλπίζοντας στόν Θεό, θά πάρουμε βοήθεια. Αὐτό πού λέει, τί ἐμένα θά ἀκούσει ὁ Θεός; Αὐτός ἔχει χάσει τήν ἐλπίδα του στόν Θεό. Ὄχι, νά τήν ἔχεις τήν ἐλπίδα σου στόν Θεό καί τότε θά τήν πάρεις τήν βοήθεια. Ο Θεός δέν θέλει ἀνθρώπους δίψυχους, ἔτσι καί ἔτσι, πιστεύω καί δέν πιστεύω.. Ἔλπισε ἐπί τόν Θεό καί θά ἔχεις τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ. Εἴδατε ἐκεῖνος ὁ πατέρας πού ἦταν ὀλιγόπιστος; Πῆγε τό παιδί του στούς Ἀποστόλους νά τό κάνουν καλά, τό δαιμονισμένο παιδί, δέν μπόρεσαν νά τό κάνουν καλά οἱ Ἀπόστολοι! Γιατί; Γιατί ὁ πατέρας ἔφταιγε, δέν εἶχε πίστη ἀρκετή! Καί λέει καί στόν Χριστό ἀκόμα, μπορεῖς νά κάνεις κάτι;.. εἶπα στούς μαθητές σου καί δέν μπόρεσαν νά κάνουν τίποτα.. ἄν μπορεῖς νά κάνεις κάτι Ἐσύ.. ἄν μπορεῖς νά κάνεις κάτι! Καί τοῦ λέει ὁ Χριστός, ἄν ἐσύ μπορεῖς νά πιστέψεις, θά γίνει καλά τό παιδί σου. Τό πρόβλημα δέν εἶμαι Ἐγώ.. Ἐγώ μπορῶ! Ἀλλά ἐσύ πρέπει νά πιστέψεις. Τό παιδί σου δέν μπορεῖ, γιατί εἶναι στήν κατάσταση αὐτή καί δέν μπορεῖ νά πιστέψει, ἀλλά ἐσύ, σάν πατέρας, θά βοηθήσεις τό παιδί σου.

Ἔτσι λοιπόν γιά τέσσερις λόγους θά πάρουμε αὐτή τήν βοήθεια, ὅταν ἐλπίζουμε στόν Θεό: «α) γιατί τήν ζητᾶμε ἀπό ἕναν Θεό, ὁ Ὁποῖος ὄντας Παντοδύναμος, ὅ,τι θέλει μπορεῖ νά τό κάνῃ καί στή συνέχεια μπορεῖ νά βοηθήσῃ καί μᾶς»[64]. Ζητᾶμε τήν βοήθεια ὄχι ἀπό ἕναν τυχαῖο, ἀλλά ἀπό ἕναν Θεό, ἀπό τόν Θεό, ὁ Ὁποῖος εἶναι Παντοδύναμος καί ὅ,τι θέλει μπορεῖ νά τό κάνει καί νά βοηθήσει καί μᾶς.

«β) ζητᾶμε ἀπό ἕναν Θεό ὁ ὁποῖος, ὄντας ἄπειρα σοφός, ὅλα, τά πάντα γνωρίζει μέ πλήρη τελειότητα, καί ἑπομένως γνωρίζει ὅλο ἐκεῖνο πού ταιριάζει στή σωτηρία μας»[65]. Ζητᾶμε ἀπό ἕναν Θεό νά μᾶς βοηθήσει, ἀπό τόν Θεό, ὁ Ὁποῖος εἶναι Πάνσοφος καί γνωρίζει τό καλύτερο γιά μᾶς. Εἶναι Παντοδύναμος, εἶναι καί Πάνσοφος.

«γ) Ζητᾶμε τήν βοήθεια ἀπό ἕναν Θεό, ὁ Ὁποῖος, εἶναι ἄπειρα ἀγαθός, μέ μία ἀγάπη καί μία θέληση πού δέν περιγράφεται». Ἀγαπητική θέληση καί διάθεση. «Εἶναι πάντα ἕτοιμος γιά νά δώσῃ ἀπό ὥρα σέ ὥρα, καί ἀπό στιγμή σέ στιγμή, ὅλη τή βοήθεια πού μᾶς χρειάζεται γιά τήν πνευματική καί ὁλοκληρωτική νίκη τοῦ ἑαυτοῦ μας, ἀμέσως μόλις τρέξουμε στήν ἀγκαλιά Του μέ σταθερή ἐλπίδα»[66]. Εἶναι Παντοδύναμος, εἶναι Πάνσοφος ἀλλά εἶναι καί Πανάγαθος. Τρεῖς λόγοι γιά τούς ὁποίους ἔχουμε βάσιμες ἐλπίδες ὅτι θά βοηθηθοῦμε, ὅταν πιστέψουμε βεβαίως ὅτι ὁ Θεός εἶναι τέτοιος: εἶναι Πάνσοφος, εἶναι Πανάγαθος, εἶναι Παντοδύναμος. Καί ὁ ἴδιος μᾶς τό προτρέπει, μᾶς τό παρακινεῖ αὐτό. Θυμηθεῖτε πού λέει, «ἔχω μετρήσει καί τίς τρίχες τῆς κεφαλῆς σας»[67]. Νοιάζομαι γιά σᾶς ὅσο δέν νοιάζεστε ἐσεῖς γιά τόν ἑαυτό σας.. ποιός κάθεται νά μετρήσει τίς τρίχες του; Ὁ Θεός τίς ἔχει μετρημένες, πού σημαίνει ὅτι εἶναι Πατέρας πού μᾶς ἀγαπάει ἄπειρα καί θά μᾶς δώσει ὅλη τήν πνευματική καί ὁλοκληρωτική νίκη τοῦ ἑαυτοῦ μας, ἀμέσως μόλις τρέξουμε στήν ἀγκαλιά Του μέ σταθερή ἐλπίδα.

«Καί πῶς εἶναι δυνατόν, ὁ καλός ἐκεῖνος Ποιμένας μας, πού ἔτρεχε τριάντα τρία χρόνια ἀναζητώντας τό χαμένο πρόβατο», ἐμᾶς δηλαδή, «μέ τόσο δυνατές φωνές, πού βράχνιασε ὁ λάρυγξ Του, πού περπάτησε δρόμο τόσο κοπιαστικό καί ἀκανθώδη, πού ἔχυσε ὅλο του τό αἷμα καί ἔδωσε τή ζωή Του, πῶς εἶναι δυνατόν, λέω, τώρα πού αὐτό τό πρόβατο ἀκολουθεῖ πίσω Του καί μέ ἐπιθυμία φωνάζει, καί Τόν παρακαλεῖ, νά μή γυρίσῃ σέ αὐτό τούς ὀφθαλμούς Του;». Ἀφοῦ ὁ Ἴδιος μᾶς κυνηγοῦσε καί μᾶς κυνηγᾶ! Ὅταν ἐμεῖς Τόν κυνηγοῦμε, εἶναι δυνατόν νά παραβλέψει τίς δεήσεις μας; «Πῶς μπορεῖ νά μήν τό ἀκούσῃ καί νά μήν τό βάλῃ στούς θείους Του ὥμους, κάνοντας γιορτή μέ ὅλους τούς Ἀγγέλους τοῦ οὐρανοῦ;»[68]. Γιατί ἀφήνει, λέει, τά 99 πρόβατα καί ἔρχεται νά ψάξει τό 1! Καί οἱ Πατέρες, ξέρετε, δίνουν μιά ὡραία ἑρμηνεία.. ποιά εἶναι τά 99 πρόβατα; Εἶναι οἱ Ἄγγελοι, πού εἶναι πάρα πολλοί περισσότεροι ἀπό μᾶς. Καί αὐτοί εἶναι ἀσφαλισμένοι στήν μάνδρα τοῦ Χριστοῦ. Ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι εἴμαστε τό 1 πρόβατο, ἡ ἀνθρωπότητα τό χαμένο πρόβατο, καί ἄφησε τά 99 πρόβατα καί ἦρθε σέ μᾶς. Καί ὅταν μᾶς σώζει, πανηγυρίζει μαζί μέ τούς Ἀγγέλους.

«Καί ἄν ὁ Θεός μας δέν παύει ἀπό τό νά γυρεύῃ μέ μεγάλη ἐπιμέλεια καί ἀγάπη νά βρῇ κατά τήν εὐαγγελική παραβολή, τήn χαμένη δραχμή, τόν τυφλό καί κωφό ἁμαρτωλό, πῶς γίνεται τώρα νά ἐγκαταλείψη αὐτόν, πού σάν χαμένο πρόβατο, φωνάζει καί καλεῖ τόν δικό Του Ποιμένα;

Καί ποιός θά πιστέψη ποτέ, πώς ὁ Θεός, πού χτυπάει πάντα τήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου, ἐπιθυμώντας νά μπῆ μέσα καί νά δειπνήσῃ, σύμφωνα μέ τήν ἱερή Ἀποκάλυψι, δίνοντας σέ αὐτόν τά χαρίσματά Του, ὅτι, ὅταν τοῦ ἀνοίγῃ τήν καρδιά ὁ ἄνθρωπος καί τόν προσκαλῇ, Αὐτός θά ἔπρεπε νά κάνῃ μέ τήν θέλησί Του τόν κωφό καί νά μή θέλῃ νά μπῆ;»[69]. Ἀφοῦ ὁ Ἴδιος χτυπᾶ τήν πόρτα μας καί θέλει νά μπεῖ, ὅταν Τοῦ ἀνοίγουμε δέν θά μπεῖ; Θά κάνει τόν κουφό; Νά, τί λέει στήν Ἀποκάλυψη: «Ἰδού ἕστηκα ἐπί τήν θύραν καί κρούω», στέκομαι μπροστά στήν πόρτα καί χτυπάω, στήν πόρτα τῆς καρδιᾶς τοῦ κάθε ἀνθρώπου, «ἐάν κάποιος ἀκούσῃ τήν φωνή μου καί μοῦ ἀνοίξῃ τήν πόρτα, θά μπῶ στό σπίτι του καί θά δειπνήσω μαζί Του κι’ αὐτός μαζί μου»[70].

Ἔτσι λοιπόν, γι’ αὐτούς τούς τρεῖς λόγους καί γιά ἕναν ἀκόμα λόγο πρέπει νά εἴμαστε σίγουροι ὅτι θά λάβουμε τή βοήθεια ἀπό τόν Θεό, νά ἔχουμε βάσιμες ἐλπίδες. Ποιός εἶναι ὁ τέταρτος λόγος καί τρόπος γιά νά ἀποκτήσει κανείς αὐτήν τήν στό Θεόν ἐλπίδα καί βοήθεια;

«δ) Εἶναι τό νά τρέξη κανείς μέ τήν μνήμη του στήν ἀλήθεια τῶν Θείων Γραφῶν, οἱ ὁποῖες σέ τόσα μέρη -σέ πάρα πολλά σημεῖα- ἄς δείχνουν φανερά, ὅτι δέν ἔμεινε ποτέ ντροπιασμένος καί ἀβοήθητος ὅποιος ἔλπισε στόν Θεό»[71]. Λέει στή Σοφία Σειράχ: «Κοιτάξτε στίς ἀρχαῖες γενεές καί στοχασθῆτε· ποιός ἐμπιστεύθηκε στόν Κύριο καί καταντροπιάσθηκε;»[72]. Ποιός ἤλπισε στόν Κύριο καί καταισχύνθη; Κανένας. Ὅποιος ἤλπισε στόν Θεό, βγῆκε ἀπό μύριες δυσκολίες, πού ἄλλοι καταποντίστηκαν, καί τό βλέπουμε καί τό εἴδαμε καί θά τό βλέπουμε συνεχῶς. αὐτό πού λέμε στήν Ἀρτοκλασία: «οἱ δέ ἐκζητοῦντες τόν Κύριον οὐκ ἐλαττωθήσονται παντός ἀγαθοῦ». Αὐτό ἐπαληθεύεται συνεχῶς.

«Μέ τά τέσσερα αὐτά ὅπλα ὁπλίσου, καί ἐσύ ἀδελφέ μου», μέ τό ὅτι ἔχεις νά κάνεις μέ ἕναν Θεό Παντοδύναμο, Πάνσοφο, Πανάγαθος καί μέ τό νά μελετᾶς -ἄν θέλεις νά τό ποῦμε ἔτσι- τή συμπεριφορά τοῦ Θεοῦ στίς γενεές, μέσα στήν Ἁγία Γραφή, πῶς αὐτά πού λέει τά τηρεῖ. Εἶναι ἀξιόπιστος ὁ Θεός καί κανένας πού ἤλπισε στόν Θεό δέν ντροπιάστηκε. «Ἄρχισε τό ἔργο σου καί πολέμησε γιά νά νικήσῃς· καί βέβαια ἀπό αὐτά θά ἀποκτήσῃς ὄχι μόνο τήν ὁλοκληρωτική ἐλπίδα στόν Θεό, ἀλλά καί τήν ὁλοκληρωτική ἀπελπισία στόν ἑαυτό σου, γιά τήν ὁποία δέν παραλείπω νά σοῦ ὑπενθυμίσω καί σέ αὐτό τό κεφάλαιο ὅτι ἔχεις πολλή ἀνάγκη ἀπό τήν γνώση της· ἐπειδή, στόν ἄνθρωπο εἶναι τόσο πολύ προσκολλημένη ἡ ἐμπιστοσύνη στόν ἑαυτό του, ὅτι εἶναι κατά κάποιον τρόπο κάτι καί τόσο λεπτή», αὐτή ἡ ἐμπιστοσύνη στόν ἑαυτό του, «πού σχεδόν πάντα ζεῖ κρυφά μέσα στήν καρδιά μας, καί μᾶς φαίνεται πώς δέν ἔχουμε ἐμπιστοσύνη στόν ἑαυτό μας καί ἔχομε ἐλπίδα στόν Θεό. Ἔτσι, γιά νά φεύγεις καί ἐσύ, ὅσο μπορεῖς, αὐτή τήν μάταιη ὑπόληψη, καί νά ἐργάζεσαι μέ τήν ἔλλειψη ἐμπιστοσύνης στόν ἑαυτό σου καί μέ τήν ἐλπίδα στόν Θεό, εἶναι ἀνάγκη -προσέξτε αὐτό τό τελικό- νά προπορεύεται ἡ σκέψη τῆς ἀδυναμίας σου, πιό πρίν ἀπό τήν σκέψη τῆς παντοδυναμίας τοῦ Θεοῦ, καί πάλι αὐτές οἱ δύο μαζί εἶναι ἀνάγκη νά προπορεύονται πρίν ἀπό κάθε μας πράξη»[73]. Καί αὐτό εἶναι τό τελικό γιά σήμερα.

Θά τό ξαναποῦμε αὐτό, εἶναι ὡραῖο. Πρίν ἀπό κάθε πράξη σου, λέει, ὅτι εἶσαι ἕνα τίποτα, ἕνα μηδέν καί δέν μπορεῖς τίποτα καλό νά κάνεις. Καί μετά, νά ἀκολουθεῖ καί ἡ σκέψη τῆς παντοδυναμίας τοῦ Θεοῦ. Ἐσύ δέν μπορεῖς τίποτα, ἀλλά δέν ἀπελπίζεσαι. Γιατί ἄν μείνεις μόνο στό ὅτι δέν μπορῶ τίποτα, εἶναι ἀπελπισία αὐτό. Ἀμέσως θά ἔχεις δίπλα τήν σκέψη τῆς ἐλπίδας στήν παντοδυναμία τοῦ Θεοῦ, ὅτι ὁ Θεός εἶναι Παντοδύναμος. «Πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντί με Χριστῷ»[74]. Καί τά δυό αὐτά τώρα, τελεία ἀδυναμία ἀπό ἐμᾶς, τελεία δύναμη τοῦ Θεοῦ, νά προπορεύονται πρίν ἀπό κάθε πράξη σου. Πᾶς νά κάνεις κάτι; Ἀμέσως νά σκεφτεῖς, ἐγώ δέν μπορῶ νά τό κάνω αὐτό! Μά τό πιό ἁπλό πράγμα.. ὄχι, δέν μπορῶ. Ὁπότε στόν Θεό ἐμπιστεύομαι καί κάνω προσευχή. Βλέπετε; Τό μυστικό γιά νά πετύχουμε κάτι εἶναι ἡ προσευχή. Ἀλλά γιά νά κάνεις προσευχή σωστή, πρέπει νά προπορευτοῦν αὐτά τά δυό, ἔ; Ἡ σκέψη τῆς ἀδυναμίας σου καί ἡ σκέψη τῆς παντοδυναμίας τοῦ Θεοῦ. Ὄχι ὅπως μιά κοπέλα πού ἦταν ἐπιτυχημένη.. φοιτήτρια καί τῆς λένε, κάνε προσευχή.. εἶχε ἐξετάσεις. Καί λέει, γιατί νά κάνω προσευχή; Τά ξέρω ἀπ’ ἔξω τά βιβλία.. Πῆγε καί ἀπέτυχε.. Δέν μποροῦσε νά πεῖ τίποτα! Ἦταν ὑπερηφάνεια. Γιά νά μάθει ἀπό αὐτό πού ἔπαθε ὅτι πρέπει νά μήν ἐμπιστεύεται τόν ἑαυτό της. Πῶς εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ! Μᾶς παιδαγωγεῖ μέσα ἀπό αὐτά. Θά πεῖς, τόν ἐκδικήθηκε ὁ Θεό; Ὄχι. Αὐτή ἡ ἴδια στέρησε τήν χάρη τοῦ Θεοῦ ἀπό τόν ἑαυτό της μέ τήν ὑπερηφάνειά της. Καί ἔμαθε ἀπό αὐτά πού ἔπαθε, ὅτι χωρίς τήν χάρη τοῦ Θεοῦ δέν μπορεῖ νά κάνει τίποτα. Καί ὁ ἄλλος δέν εἶχε διαβάσει καί ὅμως πέρασε! Γιατί ἔκανε προσευχή, ἀφέθηκε στόν Θεό. Ὄχι ἀπό τεμπελιά.. δέν πρόλαβε νά διαβάσει. Ἀλλά ἐπειδή ἐμπιστεύθηκε στόν Θεό, πέρασε. Τώρα λέω ἔνα ἁπλό, ἄς ποῦμε, ἀλλά ὅλα ἔτσι εἶναι, προπορεύεται ἡ σκέψη τῆς ἀδυναμίας μας καί ἡ σκέψη τῆς παντοδυναμίας τοῦ Θεοῦ πρίν ἀπό κάθε μας πράξη.. γιά νά μπορέσουμε νά κάνουμε σωστή προσευχή νά ἑλκύσουμε τήν χάρη τοῦ Θεοῦ. Καί ἔτσι πετυχαίνει καί εὐοδώνεται κάθε ἔργο τοῦ ἀνθρώπου, ὅταν φυσικά εἶναι κατά Θεόν καί εἶναι γιά τό συμφέρον τῆς ψυχῆς του.

Τελειώσαμε.. ἄν θέλετε ἀπορίες πάνω σ’ αὐτά..

Ἑπομένως σήμερα τελειώσαμε καί τό τρίτο κεφάλαιο. Εἴπαμε γενικά γιά τά τέσσερα ὅπλα ποιά εἶναι καί ἀναλύσαμε τά δύο πρῶτα, τήν τελεία ἀπελπισία στόν ἑαυτό μας καί τήν τελεία ἐλπίδα στόν Θεό. Καί εἴπαμε, πῶς ὁ Θεός κατ’ ἀναλογία τῆς ἐλπίδας πού ἔχουμε στόν ἑαυτό μας, τῆς ὑπερηφάνειάς μας δηλαδή, παραχωρεῖ καί τήν πτώση. Ὅσο πιό μεγάλη ὑπερηφάνεια ἔχεις, τόσο πιό μεγάλη πτώση ἔχεις.

 

Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης

 


[1] Ἀόρατος Πόλεμος, Ὁσίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, ἔκδ. Συνοδίας Σπυρίδ. Ἱερομονάχου, Νέα Σκήτη Ἁγίου Ὅρους, 2014, στό ἑξῆς: Ἀόρατος Πόλεμος, Ὁσίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου.


[2] Λουκ. 9, 23.


[3] Πρβλ. Ματθ. 11, 30.


[4] Ἀόρατος Πόλεμος, Ὁσίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου.


[5] Ἰωάν. 6, 38.


[6] Πρβλ. Ματθ. 5, 48.


[7] Ἀόρατος Πόλεμος, Ὁσίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου.


[8] Ὅ.π.


[9] Ὅ.π.


[10] Α΄ Τιμ. 2, 4.


[11] Ἀόρατος Πόλεμος, Ὁσίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου.


[12] Α΄ Κορ. 9, 27.


[13] Ἀόρατος Πόλεμος, Ὁσίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου.


[14] Ὅ.π.


[15] Ἰωάν. 19, 15.


[16] Ματθ. 26, 41.


[17] Ἐφεσ. 6, 4.


[18] Ἀόρατος Πόλεμος, Ὁσίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου.


[19] Ὅ.π.


[20] Ἱερ. 17, 5.


[21] Ἀόρατος Πόλεμος, Ὁσίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου.


[22] Ἱερ. 17, 5.


[23] Ἀόρατος Πόλεμος, Ὁσίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου.


[24] Ὅ.π.


[25] Ὅ.π.


[26] Ἰακ. 4, 6.


[27] Ἀόρατος Πόλεμος, Ὁσίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου.


[28] Ὅ.π.


[29] Ἰακ. 4, 6.


[30] Λουκ. 18, 14.


[31] Ἡσ. 66, 2.


[32] Α΄ Κορ. 3, 19.


[33] Ἡσ. 5, 20.


[34] Πρβλ. Ρωμ. 12, 16.


[35] Παρ. 3, 7.


[36] Ἀόρατος Πόλεμος, Ὁσίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου.


[37] Ὅ.π.


[38] Ὅ.π.


[39] Ὅ.π.


[40] Ὅ.π.


[41] Ὅ.π.


[42] Ὅ.π.


[43] Ὅ.π.


[44] Ὅ.π.


[45] Πρβλ. Β’ Κορ. 11, 14.


[46] Ἀόρατος Πόλεμος, Ὁσίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου.


[47] Ὅ.π.


[48] Ὅ.π.


[49] Β’ Κορ. 1, 9.


[50] Ἀόρατος Πόλεμος, Ὁσίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου.


[51] Ὅ.π.


[52] Ὅ.π.


[53] Ὅ.π.


[54] Ὅ.π.


[55] Ὅ.π.


[56] Λουκ. 1, 38.


[57] Ἀόρατος Πόλεμος, Ὁσίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου.


[58] Φιλ. 4, 13.


[59] Ἀόρατος Πόλεμος, Ὁσίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου.


[60] Φιλ. 4, 13.


[61] Ψαλμ. 27, 7.


[62] Ἀόρατος Πόλεμος, Ὁσίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου.


[63] Ὅ.π.


[64] Ὅ.π.


[65] Ὅ.π.


[66] Ὅ.π.


[67] Πρβλ. Ματθ. 10, 30.


[68] Ὅ.π.


[69] Ὅ.π.


[70] Ἀποκ. 3, 20.


[71] Ἀόρατος Πόλεμος, Ὁσίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου.


[72] Σοφ.Σειρ. 2, 10.


[73] Ἀόρατος Πόλεμος, Ὁσίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου.


[74] Φιλ. 4, 13.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου