ΟΧΙ ΔΙΑΖΥΓΙΟ! (ΑΛΗΘΙΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ).
ΝΙΚΗΣΕ ΜΕ ΤΗΝ ΥΠΟΜΟΝΗ ΤΗΣ!
… Πέρασε μεγάλα βάσανα η φρόνιμη και πιστή κυρία Ευθυμία, που παντρεύτηκε έναν άνδρα πολύ δύστροπο και της έκανε τη ζωή αληθινό μαρτύριο.
Ο κ. Αριστοτέλης είχε βέβαια και τα καλά του. ‘Ήταν όμως πολύ ακαλλιέργητος, τραχύς, διαποτισμένος από το κοσμικό πνεύμα και βάναυσος προς τη γυναίκα του. Ωστόσο στο βάθος της ψυχής του κάποια μυστική σπίθα πίστεως υπήρχε, κατάλοιπο από τη Χάρη του Βαπτίσματος του. Ήταν όμως σκεπασμένη κάτω από τις στάχτες των αμαρτιών του. Γι’ αυτό δεν φαινόταν κανένα σημάδι της, αφού άλλωστε δεν είχε καμιά σχέση με την Εκκλησία. Αλλά και τη συζυγική πιστότητα προς τη σύζυγο του δεν την τιμούσε, αλλά την πρόδιδε αρκετές φορές. Επόμενο ήταν προς τη σύζυγο του να φέρεται σκληρά, μέχρι και να τη δέρνει άδικα…
Όσο κακός όμως ήταν εκείνος, τόσο καλή ήταν η γυναίκα του. Ήταν ένα πρόβατο δίπλα σ’ ένα λύκο. Κι όμως δεν απόκαμνε, είχε μεγάλη υπομονή. Δεν φώναζε, αλλ’ ούτε και ή καρδιά της έσταζε μίσος. Βέβαια, το δάκρυ της ήταν καυτό ποτάμι πολλές φορές και το κλάμα της βουβό. Ωστόσο ποτέ δεν κατηγορούσε τον άνδρα της στα τέσσερα παιδιά τους, ούτε και τον διαπόμπευε κι έκανε κάτι για να τον μειώσει στη συνείδηση τους. Αγαπούσε την οικογένεια της περισσότερο από τον εαυτό της και γι’ αυτό υπόμενε και σιωπούσε. Θυσιαζόταν η ίδια, για να μη διαλυθεί η οικογένεια της και μείνουν ζωντόρφανα και δυστυχισμένα τα παιδιά της. Αλλά και κείνα, που την έβλεπαν αδικημένη, τη λυπόντουσαν και την αγαπούσαν περισσότερο, καθώς μάλιστα η μαρτυρική μητέρα τους ήταν ήπια και στοργική. Και ήταν ήρεμη, γιατί σιγόκαιγε στην καρδιά της η πίστη και η ελπίδα στον Εσταυρωμένο Χριστό…
Ξαφνικά όμως έγινε κάτι το αναπάντεχο. Ο μεγάλος κάβουρας, ο καρκίνος, αιχμαλώτισε τον καημένο τον κ. Αριστοτέλη. Τον έσυρε και τον έκλεισε στο μεγάλο Νοσοκομείο της Πελοποννήσου. Αιχμάλωτος πλέον δεν μπορούσε να δραπετεύσει. Βέβαια, και εκεί δεν ξέχασε τον παλαιό εαυτό του. Τους αναστάτωνε όλους. Η γυναίκα του δίπλα του ήσυχη, αλλά και φοβισμένη τον υπηρετούσε, ενώ το νοσηλευτικό προσωπικό προσπαθούσε να τον δαμάσει. Και σιγά-σιγά, μια και βοηθούσε και η ασθένεια, το «θηρίο» δαμαζόταν. Έτσι, αυτός που τις πρώτες μέρες φερόταν αγέρωχα και περιφρονητικά, μάλιστα στον τόσο ευσυνείδητο και επιμελή Ιερέα-Εφημέριο του Νοσοκομείου, ο οποίος τακτικά τον επισκεπτόταν, κάποτε λύγισε. Ήρθε στα λογικά του και με σοβαρότητα του είπε μια μέρα:
- Παππούλη, αύριο στις 8 η ώρα το βράδι, σε παρακαλώ να είσαι εδώ. θα είναι και τα τέσσερα παιδιά μου καεί η γυναίκα μου. Σε θέλω για κάτι σοβαρό.
Ο Ιερέας δέχθηκε ευχαρίστως την απρόσμενη πρόσκληση και έστειλε μια σύντομη ολόθερμη ευχή στον Ουρανό: «Θεέ μου, λυπήσου τον και ελέησε τον». Την άλλη μέρα και την ορισμένη ώρα γύρω από το κρεβάτι του αρρώστου τα τέσσερα παιδιά του, η γυναίκα του και ο Ιερέας ήσαν έτοιμοι ν’ ακούσουν αυτό που είχε να πει ο άρρωστος αρχηγός της οικογένειας.
-Παιδιά μου, μπροστά σας και μπροστά στον Παππούλη θέλω να ζητήσω ένα μεγάλο, ένα θερμό «συγγνώμη» από τη μητέρα σας, είπε αργά και σταθερά. Και συνέχισε:
-Γνωρίζετε πολύ καλά τί έχει περάσει μαζί μου. Λυπάμαι βαθιά για όλα όσα της έχω κάμει. Μπροστά στον Παππούλη και το Θεό και ενώπιον σας την παρακαλώ να με συγχώρεση. Ευθυμία, με συγχωρείς;
Η γυναίκα έβαλε τα κλάματα. Τον είχε ήδη συγχωρήσει.
-Έλα εδώ, της λέει. Της παίρνει το χέρι. και το φιλά. Και συνέχισε.
-Παιδιά μου, να την προσέχετε σαν τα μάτια σας. Και όση χαρά δεν της έδωσα εγώ, να της την δώσετε εσείς. Αυτή είναι ή τελευταία μου επιθυμία.
Δέν τους ζήτησε τίποτε αλλο. Πρόσθεσε όμως•
-Αχ, αυτή η μητέρα σας. Είναι ο ήλιος της ζωής του σπιτιού μας!
Μετά παρακάλεσε τον Ιερέα να μείνει να τον εξομολογήσει. Και εξομολογήθηκε μιας ολόκληρης ζωής τις αμαρτίες και δέχθηκε τη συγχωρητική Ευχή. Πόσο ηρέμησε, πόσο ησύχασε! Ελευθερώθηκε από το σιδερένιο κλουβί της κακίας του. Ο λύκος έγινε αρνί.
Την άλλη μέρα το πρωί, συμμετέχοντας στην Ευχή «…ως ο ληστής ομολογώ Σοι• μνήσθητί μου Κύριε, όταν έλθεις εν τη Βασιλεία Σου», κοινώνησε τα Άχραντα Μυστήρια «εις άφεσιν αμαρτιών και εις ζωήν αιώνιον»!
Σε λίγες μέρες αναχώρησε έτοιμος πλέον για την άλλη Ζωή. Το άριστο τέλος του κ. Αριστοτέλη ήταν θρίαμβος της αρετής της συζύγου του.
(Από το Περιοδικό «Ο Σωτήρ» Μάρτιος 2010 σελ. 119-120)
ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ «ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΟΛΥΤΕΚΝΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ» ΜΑΡΤΙΟΣ 2010
… Πέρασε μεγάλα βάσανα η φρόνιμη και πιστή κυρία Ευθυμία, που παντρεύτηκε έναν άνδρα πολύ δύστροπο και της έκανε τη ζωή αληθινό μαρτύριο.
Ο κ. Αριστοτέλης είχε βέβαια και τα καλά του. ‘Ήταν όμως πολύ ακαλλιέργητος, τραχύς, διαποτισμένος από το κοσμικό πνεύμα και βάναυσος προς τη γυναίκα του. Ωστόσο στο βάθος της ψυχής του κάποια μυστική σπίθα πίστεως υπήρχε, κατάλοιπο από τη Χάρη του Βαπτίσματος του. Ήταν όμως σκεπασμένη κάτω από τις στάχτες των αμαρτιών του. Γι’ αυτό δεν φαινόταν κανένα σημάδι της, αφού άλλωστε δεν είχε καμιά σχέση με την Εκκλησία. Αλλά και τη συζυγική πιστότητα προς τη σύζυγο του δεν την τιμούσε, αλλά την πρόδιδε αρκετές φορές. Επόμενο ήταν προς τη σύζυγο του να φέρεται σκληρά, μέχρι και να τη δέρνει άδικα…
Όσο κακός όμως ήταν εκείνος, τόσο καλή ήταν η γυναίκα του. Ήταν ένα πρόβατο δίπλα σ’ ένα λύκο. Κι όμως δεν απόκαμνε, είχε μεγάλη υπομονή. Δεν φώναζε, αλλ’ ούτε και ή καρδιά της έσταζε μίσος. Βέβαια, το δάκρυ της ήταν καυτό ποτάμι πολλές φορές και το κλάμα της βουβό. Ωστόσο ποτέ δεν κατηγορούσε τον άνδρα της στα τέσσερα παιδιά τους, ούτε και τον διαπόμπευε κι έκανε κάτι για να τον μειώσει στη συνείδηση τους. Αγαπούσε την οικογένεια της περισσότερο από τον εαυτό της και γι’ αυτό υπόμενε και σιωπούσε. Θυσιαζόταν η ίδια, για να μη διαλυθεί η οικογένεια της και μείνουν ζωντόρφανα και δυστυχισμένα τα παιδιά της. Αλλά και κείνα, που την έβλεπαν αδικημένη, τη λυπόντουσαν και την αγαπούσαν περισσότερο, καθώς μάλιστα η μαρτυρική μητέρα τους ήταν ήπια και στοργική. Και ήταν ήρεμη, γιατί σιγόκαιγε στην καρδιά της η πίστη και η ελπίδα στον Εσταυρωμένο Χριστό…
Ξαφνικά όμως έγινε κάτι το αναπάντεχο. Ο μεγάλος κάβουρας, ο καρκίνος, αιχμαλώτισε τον καημένο τον κ. Αριστοτέλη. Τον έσυρε και τον έκλεισε στο μεγάλο Νοσοκομείο της Πελοποννήσου. Αιχμάλωτος πλέον δεν μπορούσε να δραπετεύσει. Βέβαια, και εκεί δεν ξέχασε τον παλαιό εαυτό του. Τους αναστάτωνε όλους. Η γυναίκα του δίπλα του ήσυχη, αλλά και φοβισμένη τον υπηρετούσε, ενώ το νοσηλευτικό προσωπικό προσπαθούσε να τον δαμάσει. Και σιγά-σιγά, μια και βοηθούσε και η ασθένεια, το «θηρίο» δαμαζόταν. Έτσι, αυτός που τις πρώτες μέρες φερόταν αγέρωχα και περιφρονητικά, μάλιστα στον τόσο ευσυνείδητο και επιμελή Ιερέα-Εφημέριο του Νοσοκομείου, ο οποίος τακτικά τον επισκεπτόταν, κάποτε λύγισε. Ήρθε στα λογικά του και με σοβαρότητα του είπε μια μέρα:
- Παππούλη, αύριο στις 8 η ώρα το βράδι, σε παρακαλώ να είσαι εδώ. θα είναι και τα τέσσερα παιδιά μου καεί η γυναίκα μου. Σε θέλω για κάτι σοβαρό.
Ο Ιερέας δέχθηκε ευχαρίστως την απρόσμενη πρόσκληση και έστειλε μια σύντομη ολόθερμη ευχή στον Ουρανό: «Θεέ μου, λυπήσου τον και ελέησε τον». Την άλλη μέρα και την ορισμένη ώρα γύρω από το κρεβάτι του αρρώστου τα τέσσερα παιδιά του, η γυναίκα του και ο Ιερέας ήσαν έτοιμοι ν’ ακούσουν αυτό που είχε να πει ο άρρωστος αρχηγός της οικογένειας.
-Παιδιά μου, μπροστά σας και μπροστά στον Παππούλη θέλω να ζητήσω ένα μεγάλο, ένα θερμό «συγγνώμη» από τη μητέρα σας, είπε αργά και σταθερά. Και συνέχισε:
-Γνωρίζετε πολύ καλά τί έχει περάσει μαζί μου. Λυπάμαι βαθιά για όλα όσα της έχω κάμει. Μπροστά στον Παππούλη και το Θεό και ενώπιον σας την παρακαλώ να με συγχώρεση. Ευθυμία, με συγχωρείς;
Η γυναίκα έβαλε τα κλάματα. Τον είχε ήδη συγχωρήσει.
-Έλα εδώ, της λέει. Της παίρνει το χέρι. και το φιλά. Και συνέχισε.
-Παιδιά μου, να την προσέχετε σαν τα μάτια σας. Και όση χαρά δεν της έδωσα εγώ, να της την δώσετε εσείς. Αυτή είναι ή τελευταία μου επιθυμία.
Δέν τους ζήτησε τίποτε αλλο. Πρόσθεσε όμως•
-Αχ, αυτή η μητέρα σας. Είναι ο ήλιος της ζωής του σπιτιού μας!
Μετά παρακάλεσε τον Ιερέα να μείνει να τον εξομολογήσει. Και εξομολογήθηκε μιας ολόκληρης ζωής τις αμαρτίες και δέχθηκε τη συγχωρητική Ευχή. Πόσο ηρέμησε, πόσο ησύχασε! Ελευθερώθηκε από το σιδερένιο κλουβί της κακίας του. Ο λύκος έγινε αρνί.
Την άλλη μέρα το πρωί, συμμετέχοντας στην Ευχή «…ως ο ληστής ομολογώ Σοι• μνήσθητί μου Κύριε, όταν έλθεις εν τη Βασιλεία Σου», κοινώνησε τα Άχραντα Μυστήρια «εις άφεσιν αμαρτιών και εις ζωήν αιώνιον»!
Σε λίγες μέρες αναχώρησε έτοιμος πλέον για την άλλη Ζωή. Το άριστο τέλος του κ. Αριστοτέλη ήταν θρίαμβος της αρετής της συζύγου του.
(Από το Περιοδικό «Ο Σωτήρ» Μάρτιος 2010 σελ. 119-120)
ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ «ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΟΛΥΤΕΚΝΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ» ΜΑΡΤΙΟΣ 2010
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου