Την έφερναν δυο χέρια άλλης αδελφής,
γιατί το σπασμένο πόδι της δεν της επέτρεπε πλέον να κινείται ελεύθερα στα 94
της χρόνια.
Τη βοήθησαν να καθήσει.
Τώρα την έβλεπα από κοντά.
Ξερακιανή, λιπόσαρκη, άσαρκη σχεδόν,
ρουφηγμένη απ’ την κάψα της Αφρικανικής γης, σκιά ονείρου, μια χούφτα «οστέα
τεταπεινωμένα». Ήταν και δεν ήταν «εκ του κόσμου τούτου». Ένα φως στο ορθό της
μέτωπο. Δυο μάτια ολοζώντανα, αστραφτερά. Και κάτι ακόμη μεγαλύτερο, που το
ανακάλυπτες σιγά-σιγά. Μια καρδιά ζεστή, γεμάτη αγάπη και έλεος, κρυμμένη κάτω
απ’ τ’ ασθενικό της στέρνο.
Είχε το στόμα σφραγισμένο με τη σιωπή.
Η προσωποποίηση της ευγένειας. Ήταν όλη
ευσπλαχνία και παρηγορία. Μια σιωπώσα παραίνεση. Ζωντανή θεολογία.
Την παρακαλέσαμε πάλι και πάλι να
σπάσει την αγαπημένη της σιωπή και να μιλήσει.
Η ορφάνια
με ωφέλησε
«Θα σας πω λίγα από τη δική μου ζωή.
Μόνο για τη δόξα του Θεού. Για τίποτε άλλο. Ήμουν τριών χρόνων κοριτσάκι, όταν
η μανούλα μου έφυγε για τον ουρανό. Από τότε τα ματάκια μου τα κάρφωσα εκεί
ψηλά. Έριξα όλη μου την ελπίδα στο Θεό.
Έρχονται πράγματα στη ζωή μας πικρά, μα
ο Θεός με την Αγάπη Του τα μετατρέπει σε γλυκά. Εμένα η ορφάνια με ωφέλησε
γιατί κατέφυγα σ’ Εκείνον.
Ύστερα φύγαμε και ήρθαμε και μείναμε
στον Πειραιά. Εκεί μεγάλωσα. Καθώς μεγάλωνα και καταλάβαινα, έβρισκα καταφύγιο
στην προσευχή. Μιλούσα συνέχεια με το Χριστό».
Να
προσεύχεσθε
«Να προσεύχεσθε. Πολύ να προσεύχεσθε.
Να κάνετε γονατάκια. Εγώ έκανα γονατάκια απ’ την προσευχή.
Να ζητάτε από το Θεό να σας δώσει ό,τι
είναι ωφέλιμο · και θα σας το δώσει.
Με την καρδιά να προσεύχεσθε. Όχι με το
νου. Η καρδιά πάει πρώτη κι ακολουθεί ο νους».
Με την
καρδιά
«Δόξα τω Θεώ πάντων ένεκεν.
Σ’ όλη μου τη ζωή δούλεψα με την καρδιά
μου. Δεν υπολόγισα τον εαυτό μου στον κόπο και το μόχθο. Έδωσα όλες μου τις
δυνάμεις, όπου με κάλεσε ο Θεός. Μη φοβάστε τον κόπο. Να κάνετε το καθήκον σας
και να θυσιάζεστε. Μη λυπάστε τον εαυτό σας. Να βάζετε όλη σας την ψυχή στο
έργο σας. Μην παραλείπετε τίποτα. Αν βάζετε μπροστά την καρδιά. Δεν υπάρχουν
εμπόδια.
Υπηρέτησα ως αδελφή στον Άγιο Σάββα,
είκοσι χρόνια. Ήμουνα μέσα στο χειρουργείο.
Εκεί ζυμώθηκα με τον πόνο των ανθρώπων
και ξέχασα τελείως τον εαυτό μου.
Παντού, όπου κι αν εργάστηκα, βρήκα
υπέροχους ανθρώπους. Άριστους συνεργάτες. Δοξασμένο το όνομα του Θεού».
Στην
ιεραποστολή
«Ύστερα υπηρέτησα το θείο μου, τον
Αρχιμανδρίτη Χρυσόστομο Παπασαραντόπουλο στην Αφρική».
Εδώ σταμάτησε. Την πονούσε το θέμα της
Ιεραποστολής. Είχε λυπηθεί πολύ που αναγκάσθηκε, άθελά της, να την αποχωρισθεί
λίγο πριν την έξοδό της απ’ αυτόν τον κόσμο. Ήθελε να πεθάνει εκεί.
Την προκαλέσαμε και πάλι να μιλήσει.
Τι κάνατε στην Ιεραποστολή, αδελφή
Όλγα;
«Ε, τίποτα δεν έκανα. Να, υπηρετούσα
εκεί σ’ όποια ανάγκη είχαν. Έκανα δουλείες. Όλες τις δουλειές… Σκούπιζα…
μαγείρευα, έδενα πληγές…».
Γλώσσα
χωρίς σύνορα
«Έρχονταν και κάτι παιδάκια, με μεγάλα
μαύρα μάτια. Πολλά παιδάκια. Τους χάιδευα τα κεφαλάκια, τους μιλούσα, τους
έδινα καραμέλες…
Πώς έκαναν για μια καραμέλα!…
-Γαλλικά τους μιλούσατε;
-Όχι, ελληνικά, με καταλάβαιναν μια
χαρά».
Απορήσαμε πώς καταλάβαιναν στα
ελληνικά. Απορήσαμε, γιατί δε γνωρίζαμε την καρδιά της. Η αδελφή Όλγα μιλούσε
τη γλώσσα που έχει για όλους κοινά σύμβολα και δε γνωρίζει σύνορα. Την
παγκόσμια γλώσσα της αγάπης.
Νυν
απολύεις
Τι θα θέλατε τώρα αδελφή;
«Τίποτα δε θέλω! Δεν έχω καμιά επιθυμία
σ’ αυτόν τον κόσμο! Έζησα τη ζωή μου.
Τώρα είμαι ευχαριστημένη κι
ευτυχισμένη. Θέλω να φύγω, παιδί μου. Να πάω στο Χριστό. Περιμένω τον Άγγελο να
‘ρθει».
Και δεν άργησε ο Άγγελος. Ήρθε σε λίγο
καιρό. Πήρε την ανάλαφρη ψυχή της και την απόθεσε μπροστά στο θρόνο του Θεού.
Πηγή: http://www.xfd.gr
http://agiabarbarapatras.blogspot.gr/2014/03/blog-post_14.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου