Πολλοί ἀδελφοί μας σήμερα διατείνονται ὅτι πιστεύουν στόν Χριστό. Ἡ ζωή
τους ὅμως δέν συμφωνεῖ μέ τίς διακηρύξεις τους. Παρ’ ὅλο πού ἰσχυρίζονται
ἐνίοτε καί μέ κάποιο θυμό καί ὕφος «παρεξηγημένου» ὅτι: «κι ἐμεῖς Χριστιανοί
εἴμαστε», ὡστόσο δέν φυλάττουν τήν ἁγνότητα οὔτε τήν παρθενία πρίν τόν γάμο,
δέν σωφρονοῦν μέσα στό γάμο, δέν ἀποφεύγουν τήν μοιχεία μέ τά μάτια, δέν
νηστεύουν, δέν συγχωροῦν, κάνουν ἐκτρώσεις, διαστροφικές σχέσεις, κλοπές,
ψευδομαρτυρίες, καταφεύγουν σέ μάγους, μέντιουμ, ξεματιάσματα, δέν
ἐξομολογοῦνται, δέν κοινωνοῦν μέ εὐλογία Πνευματικοῦ, δέν προσεύχονται,
αἰσχρολογοῦν, ἐξαπατοῦν, ψεύδονται, θυμώνουν ὅταν ἀδικοῦνται καί γενικά δέν
τηροῦν τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ . Εἶναι αὐτό πίστη;
Τί εἶναι πίστη
Σύμφωνα μέ τόν ὁρισμό τοῦ ἀποστόλου
Παύλου, πίστη εἶναι «ἐλπιζομένων ὑπόστασις, πραγμάτων ἔλεγχος, οὐ βλεπομένων»[1], δηλαδή πραγματική ὕπαρξη αὐτῶν πού
ἐλπίζουμε καί ἔλεγχος αὐτῶν, πού δέν βλέπουμε[2]. Ὀρθή πίστη εἶναι ἡ σύμφωνη μέ τήν
διδασκαλία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, ὅπως ἔχει διατυπωθεῖ στό σύμβολο τῆς
πίστεως καί στούς ὅρους τῶν οἰκουμενικῶν συνόδων.
Πίστη σημαίνει ἐμπιστοσύνη. Ὁ πιστός δέχεται
ὅ,τι τοῦ δίνει ὁ Θεός μέ χαρά. Κάθε ἀντιξοότητα καί δυσκολία ἀντιμετωπίζεται
ἐπιτυχῶς μέ τήν πίστη. «Λύσις ἡ πίστις ἐστί» ἀναφωνεῖ τό χρυσοῦν στόμα τῆς
Ἐκκλησίας, «τό εἰδέναι ὅτι πάντα δικαίως καί φιλανθρώπως ὁ Θεός καί συμφερόντως
ποιεῖ»[3].
Γνωρίζει ὁ πιστός ὅτι ὁ Θεός ὅ,τι κάνει τό
κάνει γιά τό αἰώνιο καλό μας, γιά τή σωτηρία μας, ἀφοῦ «πάντας ἀνθρώπους θέλει
σωθῆναι καί εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν»[4].
Ἑπομένως ὁ πιστός, ὡς ἄνθρωπος, πού
ἐμπιστεύεται τόν Θεό, δηλαδή Τόν θεωρεῖ ἀξιόπιστο, δέν ἐπιτρέπεται νά ἔχει
ἄγχος ἤ ἀπελπισία ἤ ἀγωνία, ἀφοῦ γνωρίζει ὅτι εἶναι πάντα στήν ἀγκαλιά τοῦ
Πατέρα Του, μέσα στήν στοργική Πρόνοιά Του[5] καί ὁ Θεός ἔχει μετρήσει ἀκόμη καί τίς
τρίχες τῆς κεφαλῆς του[6].
Ὁ ἄνθρωπος μέ τήν ζωντανή πίστη διατηρεῖ
πάντα τήν ἐμπιστοσύνη του στόν Θεό ἔχει τήν βεβαιότητα ὅτι ὁ Θεός πάντα τόν
ἀγαπᾶ καί ἀποδέχεται τόν λόγο τοῦ Ἀποστόλου, ὅτι τίποτε δέν εἶναι δυνατόν νά
τόν χωρίσει ἀπό αὐτήν τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ[7].
Μόνο οἱ προσωπικές του ἁμαρτίες χτίζουν
ἕνα τεῖχος, τό ὁποῖο δέν ἐπιτρέπει στόν Θεό νά τόν βοηθήσει. Αὐτό τό τεῖχος
ὅμως, γνωρίζει πολύ καλά ὁ πιστός, ὅτι μπορεῖ νά γκρεμιστεῖ μέ τήν μετάνοια καί
τό μυστήριο τῆς Ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως.
συνεχίζεται...
συνεχίζεται...
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
[1] Ἑβρ. 11, 1
[2] Ἁγ. Ἰωάννου τοῦ
Χρυσοστόμου, Εἰς τήν Γένεσιν ΛΣΤ΄. ΕΠΕ 3, 526-528. PG 53,339-340. «Ἐκεῖνο
τοίνυν ἐστί πίστις», παρατηρεῖ ὁ Ἱερός Χρυσόστομος, «ὅταν ἐκείνοις πιστεύομεν
τοῖς μή βλεπομένοις πρός τήν ἀξιοπιστίαν τοῦ ἐπαγγειλαμένου τήν διάνοιαν
τείναντες»
[3] Ἁγ. Ἰωάννου τοῦ
Χρυσοστόμου, Εἰς τάς Πράξεις,ΚΓ΄. ΕΠΕ 15,678. PG 60, 183.
[4] Α΄ Τιμοθ. 2, 4.
[5] Ἁγ. Ἰωάννου τοῦ
Χρυσοστόμου, Εἰς τόν ΡΙΕ΄ Ψαλμόν. ΕΠΕ 6,550. PG 55,324. .
Κάθε
ἀγωνιώδης λογισμός ἐκβάλλεται ἀπό τήν ψυχήν τοῦ πιστοῦ. «Τοιοῦτον γάρ ἡ
πίστις». Παρατηρεῖ ὁ ἱερός Χρυσόστομος καί συνεχίζει: «Ἱερά τις ἐστιν ἄγκυρα,
πάντοθεν ἀνέχουσα τήν ἔχουσαν αὐτήν διάνοιαν καί τότε μάλιστα διαδείκνυται, ὅταν
ἐκ τῶν ἀπόρων ἀναπείθῃ τόν ἔχοντα αὐτήν χρηστάς ἀναμένειν ἐλπίδας, τῶν λογισμῶν
ἐκβάλλουσα τόν θόρυβον».
[6] Ματθ. 10, 30.
[7] Ρωμ. 8,
35-39: «τίς ἡμᾶς χωρίσει ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ; θλῖψις ἢ
στενοχωρία ἢ διωγμὸς ἢ λιμὸς ἢ γυμνότης ἢ κίνδυνος ἢ μάχαιρα; 36 καθὼς
γέγραπται ὅτι ἕνεκά σου θανατούμεθα ὅλην τὴν ἡμέραν· ἐλογίσθημεν ὡς πρόβατα
σφαγῆς. 37 ἀλλ᾿ ἐν τούτοις πᾶσιν ὑπερνικῶμεν διὰ τοῦ ἀγαπήσαντος
ἡμᾶς. 38 πέπεισμαι γὰρ ὅτι οὔτε θάνατος οὔτε ζωὴ οὔτε
ἄγγελοι οὔτε ἀρχαὶ οὔτε δυνάμεις οὔτε ἐνεστῶτα οὔτε μέλλοντα 39 οὔτε
ὕψωμα οὔτε βάθος οὔτε τις κτίσις ἑτέρα δυνήσεται ἡμᾶς χωρίσαι ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ
Θεοῦ τῆς ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου