Ὁ Ὅσιος Ἰωαννίκιος ὁ Μέγας ὁ ἐν Ὀλύμπῳ
Γεννήθηκε στὴ Βιθυνία τὸ 740 μ.Χ. Τὸν πατέρα του ἔλεγαν Μυριτρίκη καὶ τὴν μητέρα του Ἀναστασῶ. Καὶ οἱ δυὸ ἦταν εὐσεβεῖς γονεῖς καὶ παιδαγώγησαν τὸν γιό τους σύμφωνα μὲ τὶς ἐπιταγὲς τοῦ Εὐαγγελίου.
Ὅταν ὁ Ἰωαννίκιος στρατεύτηκε, αὐτοκράτορας ἦταν ὁ τραχὺς εἰκονομάχος Κωνσταντῖνος ὁ Ε’.
Αὐτὸς διέπρεψε στοὺς ἀγῶνες του κατὰ τῶν Βουλγάρων καὶ εἶχε μεγάλη ἐκτίμηση ἀπὸ τοὺς στρατιῶτες του. Ἡ ψυχολογία ποὺ καλλιεργήθηκε στὰ πεδία τῶν μαχῶν, παρέσυρε τὸν Ἰωαννίκιο καὶ στὸ θρησκευτικὸ ἔδαφος, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ γίνει εἰκονομάχος, σὰν τὸν αὐτοκράτορα.
Ὅταν, ὅμως, ἀπολύθηκε ἀπὸ τὶς τάξεις τοῦ στρατοῦ, δὲν ἄργησε νὰ καταλάβει τὴν πλάνη του καὶ σὲ τί μεγάλα σφάλματα τὸν εἶχε ὁδηγήσει αὐτή. Τί νὰ κάνει ὅμως; Μὰ τί ἄλλο. Νὰ μετανοήσει καὶ νὰ ἐπανέλθει στὴν ὀρθόδοξη διδασκαλία ποὺ τοῦ πρόσφεραν οἱ εὐσεβεῖς γονεῖς του.
Ἀμέσως, μάλιστα, ᾖλθε στὴ σκέψη τοῦ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ: «Μνημόνευε οὒν πόθεν πέπτωκας, καὶ μετανόησαν καὶ τὰ πρῶτα ἔργα ποίησον». Θυμήσου, δηλαδή, ἀπὸ ποιὸ ἠθικὸ ὕψος ἔχεις πέσει καὶ μετανόησε καὶ κᾶμε πάλι τὰ ἔργα τῆς πρώτης ἀγάπης σου.
Καὶ ὁ Ἰωαννίκιος μετανόησε εἰλικρινά. Ἐξομολογήθηκε τὸ ὀλίσθημά του, καταρτίσθηκε ἀνάλογα, ἔγινε μοναχὸς στὸν Ὄλυμπο καὶ πέθανε 94 χρονῶν στὴ Μονὴ Ἀντιδίου, διδάσκοντας στὸν κόσμο τὴν Ὀρθοδοξία.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τὴν ἐπίγειον δόξαν Πάτερ κατέλιπες, καταυγασθεὶς τῇ ἐλλάμψει τῆς ἐπιπνοίας Θεοῦ, ὅθεν ἔφανας ἐν γῇ ὡς ἄστρον ἄδυτον· θείας φωνῆς γὰρ ὡς Μωσῆς, μυστικῶς ἀξιωθείς, ἰσάγγελος ἀνεδείχθης, καὶ δωρημάτων ταμεῖον, Ἰωαννίκιε μακάριε.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἐν τῇ μνήμῃ σήμερον, τῇ ἱερᾷ σου, συνελθόντες ἅπαντες, ἐκδυσωποῦμεν οἱ πιστοί, Ἰωαννίκιε Ὅσιε, παρὰ Κυρίου, εὑρεῖν ἡμᾶς ἔλεος.
Μεγαλυνάριον.
Χαίροις τῶν Ὁσίων ἡ καλλονή, καὶ τοῦ Παρακλήτου, ἐνδιαίτημα χρυσαυγές· χαίροις ἀθανάτου, ζωῆς λειμὼν εὐώδης, τὴν Ἐκκλησίαν τέρπων Ἰωννίκιε.
Οἱ Ἅγιοι Νίκανδρος καὶ Ἑρμαῖος
Οἱ Ἅγιοι Νίκανδρος καὶ Ἑρμαῖος ἦταν μαθητὲς τοῦ Ἀποστόλου Τίτου, τοῦ τόσο ἀγαπητοῦ συνεργάτη τοῦ Ἀποστόλου Παύλου.
Κήρυτταν τὸ Εὐαγγέλιο μὲ περίσσιο ζῆλο καὶ ἀφοσίωση. Μὲ τὸ κήρυγμά τους πολλοὶ εἰδωλολάτρες πίστεψαν τὴν μία ἀληθινὴ πίστη τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ καταγγέλθηκαν στὸν ἄρχοντα τῆς πόλης, τὸν Λιβάνιο. Παρουσιάστηκαν ὑπὸ τῆς βίας μπροστά του καὶ διακήρυξαν τὴν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου.
Ὁ Λιβάνιος ἐξοργισμένος διέταξε τὸν βασανισμό τους. Συγκεκριμένα διέταξε νὰ τοὺς ξεσκίσουν τὶς σάρκες τους, ὅμως μὲ τὴν βοήθεια τῆς Θείας Χάρης οἱ Ἅγιοι θεραπεύτηκαν. Τὸ θαῦμα αὐτὸ ἀντὶ νὰ συνετίσει τὸν ἄρχοντα, τὸν θύμωσε περισσότερο. Ἔτσι διέταξε τὸ βασανισμό τους μὲ πυρὰ καὶ τὸν ἐνταφιασμό τους καθὼς ἦταν ζωντανοὶ ἀκόμα.
Μὲ αὐτὸ τὸ μαρτυρικὸ τρόπο παρέδωσαν τὸ πνεῦμά τους στὸν Κύριο.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Γνῶσιν ἔνθεον, καρποφόρησας, ὡς ὁμότροπος, τῶν Ἀποστόλων, ἐν ἱερεῦσι πιστὸς ἐχρημάτισας· καὶ μαρτυρίου τοῖς σκάμμασι Νίκανδρε, συγκοινωνὸν τὸν Ἑρμαῖον ἐκέκτησο· μεθ’ οὗ πρέσβευε, Κυρίῳ τῷ σὲ δοξάσαντι, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Τῶν ψυχῶν τὴν ἄρουραν, γεηπονοῦντες τῷ λόγῳ, μυστικῶς ἠνέγκατε, Χριστῷ ἀθλήσεως στάχυν· Τίτῳ γάρ, τῷ θεηγόρῳ μεθητευθέντες, ὤφθητε, διδασκαλίας θεῖα πυξία, Νίκανδρε Ἱερομάρτυς, σὺν τῷ Ἑρμαίῳ λαμπρῶς ἀθλήσαντες.
Μεγαλυνάριον.
Χάριν εἰληφότες τὴν θεουργόν, ταῖς χερσὶ τοῦ Τίτου, τὸν τῆς χάριτος φωτισμόν, τοῖς ἐσκοτισμένοις, πυρσεύετε τῷ λόγῳ, Νίκανδρε καὶ Ἑρμαῖε, Ἱερομάρτυρες.
Ὁ Ἅγιος Πορφύριος ὁ Μῖμος
Ὁ Ἅγιος Πορφύριος ἔζησε τὸν 3ο μ.Χ. αἰῶνα στὰ χρόνια τοῦ αὐτοκράτορα Αὐρηλιανοῦ. Καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἔφεσο τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καὶ ἀπὸ μικρὴ ἡλικία εἶχε ἀνατραφεῖ μὲ τοὺς μίμους στὰ θέατρα. Ἐξασκώντας τὴν τέχνη τοῦ μίμου συχνὰ κορόιδευε τὶς χριστιανικὲς συνήθειες καὶ τελετουργίες.
Ἀλλὰ ἡ Θεία ἐπέμβαση ἔφερε μία ἀπροσδόκητη μεταβολή.
Ὁ Πορφύριος εἶχε μία κόρη τὴν ὁποία ἔχασε ἀπὸ αἰφνίδιο θάνατο. Ἡ ἀπώλειά της ἔφερε ἕνα τεράστιο πλῆγμα στὴν καρδιά του. Ἄφησε τὸ ἐπάγγελμα τοῦ μίμου καὶ ἄρχισε νὰ περιφέρεται θρηνώντας. Ἡ παρηγοριὰ στὴν καρδιά του ᾖρθε ἀπὸ τοὺς κόλπους τῶν χριστιανῶν, ποὺ τόσο εἶχε ἐμπαίξει.
Ἔτσι βρίσκοντας τὴν γαλήνη βαπτίσθηκε χριστιανὸς καὶ μετὰ μὲ θάρρος ἀποκήρυξε τὴν εἰδωλολατρικὴ πίστη. Ὁ ἔπαρχος ὅταν τὸ ἔμαθε τὸν κάλεσε καὶ τὸν πρόσταξε νὰ ἀσπαστεῖ τὰ εἴδωλα.
Ὁ Ἅγιος Πορφύριος ἀρνήθηκε, γι’ αὐτὸ καὶ ἀποκεφαλίστηκε.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ὡς ἐδέξω τὸ φέγγος τῆς θείας χάριτος, ἐξ αἱμάτων πορφύραν λαμπρὰν ἐφοίνιξας, ἐναθλήσας ἀνδρικῶς Μάρτυς Πορφύριε· ὅθεν τῆς δόξης τοῦ Χριστοῦ, κοινωνὸς ἀναδειχθείς, ἱκέτευε Ἀθλοφόρε, ὑπὲρ τῶν πίστει τιμώντων, τὴν μακαρίαν σου ἄθλησιν.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Προτραπεὶς τὸ βάπτισμα Χριστοῦ ἐμπαῖξαι, τὸν ἐχθρὸν ἐνέπαιξας, ὁμολογίᾳ ἀληθεῖ, τῆς εὐσεβείας Πορφύριε, καὶ μαρτυρίου, τὸν δρόμον διήνυσας.
Μεγαλυνάριον.
Αἵμασι φοινίξας ἀθλητικοῖς, πορφύραν ἁγίαν, ἀφθαρσίας μαρτυρικῶς, Πορφύριε χαίρων, παρέστηκας Κυρίῳ, ὑπὲρ ἡμῶν πρεσβεύων, τῶν εὐφημούντων σε.
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Βατάτζης ὁ ἐλεήμονας βασιλιὰς
Γεννήθηκε στὴν Ἀδριανούπολη τῆς Θρᾴκης ἀπὸ γένος μεγάλο. Γαμπρὸς τοῦ βασιλιὰ Θεοδώρου Λασκάρεως, παντρεύτηκε τὴν θυγατέρα του Εἰρήνη καὶ τὸν διαδέχτηκε στὸν θρόνο τῆς Νικαίας (1222 – 1255).
Ὁ Ἰωάννης ἦταν εὐσεβὴς καὶ φιλελεήμων βασιλιάς, καὶ ὁ λαὸς τὸν ἀγαποῦσε πολὺ γιὰ τοὺς χριστιανικούς του τρόπους, τὴν πραότητα, τὴν ταπεινοφροσύνη, τὴν χρηστότητα τοῦ ἤθους καὶ τὴν προσήλωσή του στὰ θεία.
Ἀφοῦ βασίλευσε μὲ χριστοήθεια, ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ στὶς 30 Ὀκτωβρίου 1255. Τὸν ἔθαψαν μὲ μεγάλες τιμὲς στὴν Ἱερὰ Μονὴ τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, ποὺ ὁ ἴδιος εἶχε κτίσει, τὴν ἐπιλεγόμενη τῶν Σωσάνδρων.
Ὁ Ἅγιος Βιτάλιος ὁ Δοῦλος
Πιθανὸν νὰ εἶναι τὸ ἴδιο πρόσωπο μὲ αὐτὸ τῆς 29ης Ἀπριλίου.
Ὁ Ἅγιος Ἀβιμέλεχ ὁ Δίκαιος
Ὄνομα Βασιλέων τῶν Γεράρων. Φιλοξένησε τὸν Ἀβραάμ, ποὺ τοῦ παρουσίασε τὴν γυναῖκά του Σάρα ὡς ἀδελφή του.
Ὁ Ἀβιμέλεχ ὅμως δὲν τὴν ἰδιοποιήθηκε, ἐπειδὴ πληροφορήθηκε τὴν ἀλήθεια ἀπὸ ὄνειρο ποὺ εἶδε. Τὸ περιστατικὸ στὸ βιβλίο τῆς Π.Δ. Γεν. κεφ. 20, στίχ. 21.
Ὁ Ὅσιος Γεώργιος Καρσλίδης
Ὁ Ὅσιος Γεώργιος Καρσλίδης ἐγεννήθηκε τὸ 1901. Γόνος εὐσεβῶν γονέων ἐκ τοῦ ἁγιοτόκου καὶ ἁγιοτρόφου Πόντου, καὶ μάλιστα τῆς Ἀργυρουπόλεως, τῆς ἕδρας τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Χαλδίας, ἔμεινε ἀπὸ βρέφους ὀρφανὸς καὶ ἀπὸ πατέρα καὶ ἀπὸ μητέρα ποὺ ἀπέθαναν τὴν ἰδίαν ἡμέραν.
Ὅμως, ἀμέσως ἐφανερώθησαν τὰ σημεῖα τῆς κλήσεως καὶ τῆς χάριτος. Γαλουχημένος ἀπὸ τὴν εὐσεβεστάτην μάμμην του μὲ τὴν παραδειγματικὴν ποντιακὴν εὐσέβειαν, μόλις ἐστάθη εἰς τοὺς πόδας του καὶ ἤρχισε νὰ ὁμιλῇ ἔδειξεν ὅτι διέφερε τῶν πολλῶν, ὅτι ἦτο ὅλως ἐξηρτημένος ἀπὸ τὸν Θεὸν καὶ ἀφωσιωμένος εἰς Αὐτόν.
Παιδάριον ἀκόμη, ὁ κατὰ τὸ ἅγιον βάπτισμα Ἀθανάσιος, ἐδίδετο εἰς τὴν προσευχὴν καὶ τὴν νηστείαν καὶ ἐσφράγισε τὰ πρῶτα χριστιανικὰ βήματά του, ἑπταετὴς μόλις, μὲ ἕν προσκύνημα εἰς τὸ μέγα σέβασμα τῆς Παναγίας τοῦ Σουμελᾶ. Ἔκτοτε, ἡ ζωή του ἦτο μία ἀνυποχώρητος ὑπακοὴ εἰς τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἐφόρεσε τὸ ράσον εἰς ἡλικίαν μόλις ἐννέα ἐτῶν!
Δεκαοκταετὴς ὤν ἐπισημοποίησε τὴν ἀφιέρωσίν του διὰ τῆς κουρᾶς εἰς τὸν Μοναχισμὸν καὶ ἐβίωσε τὰ ἰδεώδη του εἰς τὸ ἔπακρον. Ἐκαλλιέργησε μὲ σπανίαν ἐπιμέλειαν ὅλας τὰς μοναχικὰς ἀρετάς καὶ ἐτρύγησε πλουσίως τοὺς γλυκεῖς καρπούς των. Ἔθεσε τὸν τράχηλον εἰς τὴν ὑπηρεσίαν τῆς Ἱερωσύνης καὶ ἐχειροτονήθη Διάκονος.
Εἰς τὰς τραγικὰς ἡμέρας τοῦ κατὰ τῆς Ἐκκλησίας κομμουνιστικοῦ διωγμοῦ ἐν Γεωργίᾳ, ὁ νεαρὸς Ἱεροδιάκονος συλληφθεὶς ὡς «ἐχθρὸς τοῦ λαοῦ» ὑπέστη φυλακίσεις, ταπεινώσεις, εὐτελισμούς, δημοσίας διαπομπεύσεις καὶ ἀνηκούστους βασάνους. Κατεδικάσθη εἰς θάνατον καὶ ἐτυφεκίσθη μαζὶ μὲ πολλοὺς ἄλλους, ἀλλὰ χάριτι θείᾳ διεσώθη θαυματουργικῶς.
Τὸ 1925 ἐχειροτονήθη Πρεσβύτερος καὶ Πνευματικός, ἐνῶ τὸ 1929 ἦλθεν ἐπιτέλους μετὰ ἀπὸ πολλὰς περιπετείας εἰς τὴν Ἑλλάδα, ὅπου ἔζησε τὰ τελευταῖα τριάντα ἀπὸ τὰ πενηνταοκτὼ ἔτη τῆς ζωῆς του. Ἐδῶ, ἡ Σίψα, ὁ σημερινὸς Ταξιάρχης, ἐδέχθη τὸν Ὁμολογητὴν τοῦ Χριστοῦ καὶ ἡγιάσθη ἀπὸ τὰς προσευχάς του, τοὺς κόπους του διὰ τὸν Χριστὸν καὶ διὰ τὸν ἄνθρωπον, τὰς νηστείας του, τὰς ἀγρυπνίας του, τὰς ἐλεημοσύνας του, τὰς διδαχάς του, τὴν θεόσοφον πνευματικὴν καθοδήγησίν του, τὰ θαύματά του.
Πατὴρ γνήσιος, αὐστηρὸς εἰς τὸν ἑαυτόν του μέχρις ἄκρων, ἀλλ’ ἐπιεικὴς καὶ μειλίχιος, ἀμνησίκακος καὶ συγχωρητικὸς πρὸς ὅλους τοὺς ἄλλους, συνεκακουχεῖτο καὶ συνέπασχε θυσιαστικῶς μὲ τὸν λαὸν τῆς περιοχῆς.
Κατεδικάσθη καὶ πάλιν εἰς θάνατον τὸ 1941 ὑπὸ τῶν ἐκ τοῦ βορρᾶ ὁμοδόξων εἰσβολέων καὶ διεσώθη καὶ πάλιν θαυματουργικῶς, διὰ νὰ συνεχίσῃ νὰ διέρχεται εὐεργετῶν καὶ φανερῶν τὴν ἀγάπην τοῦ Χριστοῦ μέχρι τῆς ὁσιακῆς κοιμήσεώς του, στὶς 4 Νοεμβρίου 1959.
Οἱ Ἅγιοι Ἐρμᾶς, Πατρόβας, Λίνος, Γάϊος καὶ Φιλόλογος οἱ Ἀπόστολοι ἐκ τῶν 70
Πραγματικοὶ ποιμένες ὅλοι, τοῦ λογικοῦ ποιμνίου τῆς Ἐκκλησίας μας. Τὸν Ἑρμᾶ ἀναφέρει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στὴν πρὸς Ρωμαίους ἐπιστολή του, καθὼς καὶ τοὺς Πατρόβα, Γάϊο καὶ Φιλόλογο. Ἐνῷ τὸν Λίνο ἀναφέρει στὴ δεύτερη πρὸς Τιμόθεον ἐπιστολή του.
Ὁ Ἐρμᾶς ὁρίστηκε ἐπίσκοπος στοὺς Φιλίππους τῆς Μακεδονίας, καὶ σ’ αὐτὸν ἀποδίδουν ὁ Ὠριγένης, ὁ Εὐσέβειος, ὁ Ἱερώνυμος καὶ ἄλλοι, τὸ γνωστὸ συγγραφικὸ ἔργο μὲ τὸν τίτλο «ὁ ποιμήν». Τὸ ἔργο αὐτὸ δείχνει τὸ βάραθρο, στὸ ὁποῖο φέρει ἡ ἁμαρτία καὶ διεγείρει ἔντονα τὸ αἴσθημα τῆς μετανοίας καὶ τῆς μετὰ τοῦ Θεοῦ εἰρήνης.
Μέχρι κάποιο χρονικὸ διάστημα μποροῦσε νὰ τὸ ἀναγνώσει κανεὶς μόνο στὴ Λατινικὴ μετάφρασή του. Κατὰ τὸν 19ο αἰῶνα ὅμως, βρέθηκε καὶ τὸ ἑλληνικὸ πρωτότυπο.
Ὁ Πατρόβας πρόσφερε σπουδαῖες ὑπηρεσίες στὴν πίστη, σὰν ἐπίσκοπος Ποτιόλων στὴν Ἰταλία.
Ὁ Λίνος ἀναδείχτηκε πρῶτος ἐπίσκοπος Ρώμης καὶ ποίμανε τὴν ἐκεῖ ἐκκλησία μὲ πρόνοια καὶ τόλμη, καὶ μαρτύρησε μὲ ἀποκεφαλισμό. Ἦταν ἐπίσκοπος ἕντεκα χρόνια καὶ τρεῖς μῆνες.
Ὁ Γάϊος ποίμανε στὴν Ἔφεσο μετὰ τὸν Τιμόθεο, καὶ ὁ Φιλόλογος ὁρίστηκε ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο Ἀνδρέα ἐπίσκοπος Σινώπης.
Πληροφορίες ἀπό Saint.gr καί Μέγα Συναξαριστή (synaxarion.gr)
anavaseis.blogspot.gr
Γεννήθηκε στὴ Βιθυνία τὸ 740 μ.Χ. Τὸν πατέρα του ἔλεγαν Μυριτρίκη καὶ τὴν μητέρα του Ἀναστασῶ. Καὶ οἱ δυὸ ἦταν εὐσεβεῖς γονεῖς καὶ παιδαγώγησαν τὸν γιό τους σύμφωνα μὲ τὶς ἐπιταγὲς τοῦ Εὐαγγελίου.
Ὅταν ὁ Ἰωαννίκιος στρατεύτηκε, αὐτοκράτορας ἦταν ὁ τραχὺς εἰκονομάχος Κωνσταντῖνος ὁ Ε’.
Αὐτὸς διέπρεψε στοὺς ἀγῶνες του κατὰ τῶν Βουλγάρων καὶ εἶχε μεγάλη ἐκτίμηση ἀπὸ τοὺς στρατιῶτες του. Ἡ ψυχολογία ποὺ καλλιεργήθηκε στὰ πεδία τῶν μαχῶν, παρέσυρε τὸν Ἰωαννίκιο καὶ στὸ θρησκευτικὸ ἔδαφος, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ γίνει εἰκονομάχος, σὰν τὸν αὐτοκράτορα.
Ὅταν, ὅμως, ἀπολύθηκε ἀπὸ τὶς τάξεις τοῦ στρατοῦ, δὲν ἄργησε νὰ καταλάβει τὴν πλάνη του καὶ σὲ τί μεγάλα σφάλματα τὸν εἶχε ὁδηγήσει αὐτή. Τί νὰ κάνει ὅμως; Μὰ τί ἄλλο. Νὰ μετανοήσει καὶ νὰ ἐπανέλθει στὴν ὀρθόδοξη διδασκαλία ποὺ τοῦ πρόσφεραν οἱ εὐσεβεῖς γονεῖς του.
Ἀμέσως, μάλιστα, ᾖλθε στὴ σκέψη τοῦ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ: «Μνημόνευε οὒν πόθεν πέπτωκας, καὶ μετανόησαν καὶ τὰ πρῶτα ἔργα ποίησον». Θυμήσου, δηλαδή, ἀπὸ ποιὸ ἠθικὸ ὕψος ἔχεις πέσει καὶ μετανόησε καὶ κᾶμε πάλι τὰ ἔργα τῆς πρώτης ἀγάπης σου.
Καὶ ὁ Ἰωαννίκιος μετανόησε εἰλικρινά. Ἐξομολογήθηκε τὸ ὀλίσθημά του, καταρτίσθηκε ἀνάλογα, ἔγινε μοναχὸς στὸν Ὄλυμπο καὶ πέθανε 94 χρονῶν στὴ Μονὴ Ἀντιδίου, διδάσκοντας στὸν κόσμο τὴν Ὀρθοδοξία.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τὴν ἐπίγειον δόξαν Πάτερ κατέλιπες, καταυγασθεὶς τῇ ἐλλάμψει τῆς ἐπιπνοίας Θεοῦ, ὅθεν ἔφανας ἐν γῇ ὡς ἄστρον ἄδυτον· θείας φωνῆς γὰρ ὡς Μωσῆς, μυστικῶς ἀξιωθείς, ἰσάγγελος ἀνεδείχθης, καὶ δωρημάτων ταμεῖον, Ἰωαννίκιε μακάριε.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἐν τῇ μνήμῃ σήμερον, τῇ ἱερᾷ σου, συνελθόντες ἅπαντες, ἐκδυσωποῦμεν οἱ πιστοί, Ἰωαννίκιε Ὅσιε, παρὰ Κυρίου, εὑρεῖν ἡμᾶς ἔλεος.
Μεγαλυνάριον.
Χαίροις τῶν Ὁσίων ἡ καλλονή, καὶ τοῦ Παρακλήτου, ἐνδιαίτημα χρυσαυγές· χαίροις ἀθανάτου, ζωῆς λειμὼν εὐώδης, τὴν Ἐκκλησίαν τέρπων Ἰωννίκιε.
Οἱ Ἅγιοι Νίκανδρος καὶ Ἑρμαῖος
Οἱ Ἅγιοι Νίκανδρος καὶ Ἑρμαῖος ἦταν μαθητὲς τοῦ Ἀποστόλου Τίτου, τοῦ τόσο ἀγαπητοῦ συνεργάτη τοῦ Ἀποστόλου Παύλου.
Κήρυτταν τὸ Εὐαγγέλιο μὲ περίσσιο ζῆλο καὶ ἀφοσίωση. Μὲ τὸ κήρυγμά τους πολλοὶ εἰδωλολάτρες πίστεψαν τὴν μία ἀληθινὴ πίστη τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ καταγγέλθηκαν στὸν ἄρχοντα τῆς πόλης, τὸν Λιβάνιο. Παρουσιάστηκαν ὑπὸ τῆς βίας μπροστά του καὶ διακήρυξαν τὴν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου.
Ὁ Λιβάνιος ἐξοργισμένος διέταξε τὸν βασανισμό τους. Συγκεκριμένα διέταξε νὰ τοὺς ξεσκίσουν τὶς σάρκες τους, ὅμως μὲ τὴν βοήθεια τῆς Θείας Χάρης οἱ Ἅγιοι θεραπεύτηκαν. Τὸ θαῦμα αὐτὸ ἀντὶ νὰ συνετίσει τὸν ἄρχοντα, τὸν θύμωσε περισσότερο. Ἔτσι διέταξε τὸ βασανισμό τους μὲ πυρὰ καὶ τὸν ἐνταφιασμό τους καθὼς ἦταν ζωντανοὶ ἀκόμα.
Μὲ αὐτὸ τὸ μαρτυρικὸ τρόπο παρέδωσαν τὸ πνεῦμά τους στὸν Κύριο.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Γνῶσιν ἔνθεον, καρποφόρησας, ὡς ὁμότροπος, τῶν Ἀποστόλων, ἐν ἱερεῦσι πιστὸς ἐχρημάτισας· καὶ μαρτυρίου τοῖς σκάμμασι Νίκανδρε, συγκοινωνὸν τὸν Ἑρμαῖον ἐκέκτησο· μεθ’ οὗ πρέσβευε, Κυρίῳ τῷ σὲ δοξάσαντι, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Τῶν ψυχῶν τὴν ἄρουραν, γεηπονοῦντες τῷ λόγῳ, μυστικῶς ἠνέγκατε, Χριστῷ ἀθλήσεως στάχυν· Τίτῳ γάρ, τῷ θεηγόρῳ μεθητευθέντες, ὤφθητε, διδασκαλίας θεῖα πυξία, Νίκανδρε Ἱερομάρτυς, σὺν τῷ Ἑρμαίῳ λαμπρῶς ἀθλήσαντες.
Μεγαλυνάριον.
Χάριν εἰληφότες τὴν θεουργόν, ταῖς χερσὶ τοῦ Τίτου, τὸν τῆς χάριτος φωτισμόν, τοῖς ἐσκοτισμένοις, πυρσεύετε τῷ λόγῳ, Νίκανδρε καὶ Ἑρμαῖε, Ἱερομάρτυρες.
Ὁ Ἅγιος Πορφύριος ὁ Μῖμος
Ὁ Ἅγιος Πορφύριος ἔζησε τὸν 3ο μ.Χ. αἰῶνα στὰ χρόνια τοῦ αὐτοκράτορα Αὐρηλιανοῦ. Καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἔφεσο τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καὶ ἀπὸ μικρὴ ἡλικία εἶχε ἀνατραφεῖ μὲ τοὺς μίμους στὰ θέατρα. Ἐξασκώντας τὴν τέχνη τοῦ μίμου συχνὰ κορόιδευε τὶς χριστιανικὲς συνήθειες καὶ τελετουργίες.
Ἀλλὰ ἡ Θεία ἐπέμβαση ἔφερε μία ἀπροσδόκητη μεταβολή.
Ὁ Πορφύριος εἶχε μία κόρη τὴν ὁποία ἔχασε ἀπὸ αἰφνίδιο θάνατο. Ἡ ἀπώλειά της ἔφερε ἕνα τεράστιο πλῆγμα στὴν καρδιά του. Ἄφησε τὸ ἐπάγγελμα τοῦ μίμου καὶ ἄρχισε νὰ περιφέρεται θρηνώντας. Ἡ παρηγοριὰ στὴν καρδιά του ᾖρθε ἀπὸ τοὺς κόλπους τῶν χριστιανῶν, ποὺ τόσο εἶχε ἐμπαίξει.
Ἔτσι βρίσκοντας τὴν γαλήνη βαπτίσθηκε χριστιανὸς καὶ μετὰ μὲ θάρρος ἀποκήρυξε τὴν εἰδωλολατρικὴ πίστη. Ὁ ἔπαρχος ὅταν τὸ ἔμαθε τὸν κάλεσε καὶ τὸν πρόσταξε νὰ ἀσπαστεῖ τὰ εἴδωλα.
Ὁ Ἅγιος Πορφύριος ἀρνήθηκε, γι’ αὐτὸ καὶ ἀποκεφαλίστηκε.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ὡς ἐδέξω τὸ φέγγος τῆς θείας χάριτος, ἐξ αἱμάτων πορφύραν λαμπρὰν ἐφοίνιξας, ἐναθλήσας ἀνδρικῶς Μάρτυς Πορφύριε· ὅθεν τῆς δόξης τοῦ Χριστοῦ, κοινωνὸς ἀναδειχθείς, ἱκέτευε Ἀθλοφόρε, ὑπὲρ τῶν πίστει τιμώντων, τὴν μακαρίαν σου ἄθλησιν.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Προτραπεὶς τὸ βάπτισμα Χριστοῦ ἐμπαῖξαι, τὸν ἐχθρὸν ἐνέπαιξας, ὁμολογίᾳ ἀληθεῖ, τῆς εὐσεβείας Πορφύριε, καὶ μαρτυρίου, τὸν δρόμον διήνυσας.
Μεγαλυνάριον.
Αἵμασι φοινίξας ἀθλητικοῖς, πορφύραν ἁγίαν, ἀφθαρσίας μαρτυρικῶς, Πορφύριε χαίρων, παρέστηκας Κυρίῳ, ὑπὲρ ἡμῶν πρεσβεύων, τῶν εὐφημούντων σε.
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Βατάτζης ὁ ἐλεήμονας βασιλιὰς
Γεννήθηκε στὴν Ἀδριανούπολη τῆς Θρᾴκης ἀπὸ γένος μεγάλο. Γαμπρὸς τοῦ βασιλιὰ Θεοδώρου Λασκάρεως, παντρεύτηκε τὴν θυγατέρα του Εἰρήνη καὶ τὸν διαδέχτηκε στὸν θρόνο τῆς Νικαίας (1222 – 1255).
Ὁ Ἰωάννης ἦταν εὐσεβὴς καὶ φιλελεήμων βασιλιάς, καὶ ὁ λαὸς τὸν ἀγαποῦσε πολὺ γιὰ τοὺς χριστιανικούς του τρόπους, τὴν πραότητα, τὴν ταπεινοφροσύνη, τὴν χρηστότητα τοῦ ἤθους καὶ τὴν προσήλωσή του στὰ θεία.
Ἀφοῦ βασίλευσε μὲ χριστοήθεια, ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ στὶς 30 Ὀκτωβρίου 1255. Τὸν ἔθαψαν μὲ μεγάλες τιμὲς στὴν Ἱερὰ Μονὴ τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, ποὺ ὁ ἴδιος εἶχε κτίσει, τὴν ἐπιλεγόμενη τῶν Σωσάνδρων.
Ὁ Ἅγιος Βιτάλιος ὁ Δοῦλος
Πιθανὸν νὰ εἶναι τὸ ἴδιο πρόσωπο μὲ αὐτὸ τῆς 29ης Ἀπριλίου.
Ὁ Ἅγιος Ἀβιμέλεχ ὁ Δίκαιος
Ὄνομα Βασιλέων τῶν Γεράρων. Φιλοξένησε τὸν Ἀβραάμ, ποὺ τοῦ παρουσίασε τὴν γυναῖκά του Σάρα ὡς ἀδελφή του.
Ὁ Ἀβιμέλεχ ὅμως δὲν τὴν ἰδιοποιήθηκε, ἐπειδὴ πληροφορήθηκε τὴν ἀλήθεια ἀπὸ ὄνειρο ποὺ εἶδε. Τὸ περιστατικὸ στὸ βιβλίο τῆς Π.Δ. Γεν. κεφ. 20, στίχ. 21.
Ὁ Ὅσιος Γεώργιος Καρσλίδης
Ὁ Ὅσιος Γεώργιος Καρσλίδης ἐγεννήθηκε τὸ 1901. Γόνος εὐσεβῶν γονέων ἐκ τοῦ ἁγιοτόκου καὶ ἁγιοτρόφου Πόντου, καὶ μάλιστα τῆς Ἀργυρουπόλεως, τῆς ἕδρας τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Χαλδίας, ἔμεινε ἀπὸ βρέφους ὀρφανὸς καὶ ἀπὸ πατέρα καὶ ἀπὸ μητέρα ποὺ ἀπέθαναν τὴν ἰδίαν ἡμέραν.
Ὅμως, ἀμέσως ἐφανερώθησαν τὰ σημεῖα τῆς κλήσεως καὶ τῆς χάριτος. Γαλουχημένος ἀπὸ τὴν εὐσεβεστάτην μάμμην του μὲ τὴν παραδειγματικὴν ποντιακὴν εὐσέβειαν, μόλις ἐστάθη εἰς τοὺς πόδας του καὶ ἤρχισε νὰ ὁμιλῇ ἔδειξεν ὅτι διέφερε τῶν πολλῶν, ὅτι ἦτο ὅλως ἐξηρτημένος ἀπὸ τὸν Θεὸν καὶ ἀφωσιωμένος εἰς Αὐτόν.
Παιδάριον ἀκόμη, ὁ κατὰ τὸ ἅγιον βάπτισμα Ἀθανάσιος, ἐδίδετο εἰς τὴν προσευχὴν καὶ τὴν νηστείαν καὶ ἐσφράγισε τὰ πρῶτα χριστιανικὰ βήματά του, ἑπταετὴς μόλις, μὲ ἕν προσκύνημα εἰς τὸ μέγα σέβασμα τῆς Παναγίας τοῦ Σουμελᾶ. Ἔκτοτε, ἡ ζωή του ἦτο μία ἀνυποχώρητος ὑπακοὴ εἰς τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἐφόρεσε τὸ ράσον εἰς ἡλικίαν μόλις ἐννέα ἐτῶν!
Δεκαοκταετὴς ὤν ἐπισημοποίησε τὴν ἀφιέρωσίν του διὰ τῆς κουρᾶς εἰς τὸν Μοναχισμὸν καὶ ἐβίωσε τὰ ἰδεώδη του εἰς τὸ ἔπακρον. Ἐκαλλιέργησε μὲ σπανίαν ἐπιμέλειαν ὅλας τὰς μοναχικὰς ἀρετάς καὶ ἐτρύγησε πλουσίως τοὺς γλυκεῖς καρπούς των. Ἔθεσε τὸν τράχηλον εἰς τὴν ὑπηρεσίαν τῆς Ἱερωσύνης καὶ ἐχειροτονήθη Διάκονος.
Εἰς τὰς τραγικὰς ἡμέρας τοῦ κατὰ τῆς Ἐκκλησίας κομμουνιστικοῦ διωγμοῦ ἐν Γεωργίᾳ, ὁ νεαρὸς Ἱεροδιάκονος συλληφθεὶς ὡς «ἐχθρὸς τοῦ λαοῦ» ὑπέστη φυλακίσεις, ταπεινώσεις, εὐτελισμούς, δημοσίας διαπομπεύσεις καὶ ἀνηκούστους βασάνους. Κατεδικάσθη εἰς θάνατον καὶ ἐτυφεκίσθη μαζὶ μὲ πολλοὺς ἄλλους, ἀλλὰ χάριτι θείᾳ διεσώθη θαυματουργικῶς.
Τὸ 1925 ἐχειροτονήθη Πρεσβύτερος καὶ Πνευματικός, ἐνῶ τὸ 1929 ἦλθεν ἐπιτέλους μετὰ ἀπὸ πολλὰς περιπετείας εἰς τὴν Ἑλλάδα, ὅπου ἔζησε τὰ τελευταῖα τριάντα ἀπὸ τὰ πενηνταοκτὼ ἔτη τῆς ζωῆς του. Ἐδῶ, ἡ Σίψα, ὁ σημερινὸς Ταξιάρχης, ἐδέχθη τὸν Ὁμολογητὴν τοῦ Χριστοῦ καὶ ἡγιάσθη ἀπὸ τὰς προσευχάς του, τοὺς κόπους του διὰ τὸν Χριστὸν καὶ διὰ τὸν ἄνθρωπον, τὰς νηστείας του, τὰς ἀγρυπνίας του, τὰς ἐλεημοσύνας του, τὰς διδαχάς του, τὴν θεόσοφον πνευματικὴν καθοδήγησίν του, τὰ θαύματά του.
Πατὴρ γνήσιος, αὐστηρὸς εἰς τὸν ἑαυτόν του μέχρις ἄκρων, ἀλλ’ ἐπιεικὴς καὶ μειλίχιος, ἀμνησίκακος καὶ συγχωρητικὸς πρὸς ὅλους τοὺς ἄλλους, συνεκακουχεῖτο καὶ συνέπασχε θυσιαστικῶς μὲ τὸν λαὸν τῆς περιοχῆς.
Κατεδικάσθη καὶ πάλιν εἰς θάνατον τὸ 1941 ὑπὸ τῶν ἐκ τοῦ βορρᾶ ὁμοδόξων εἰσβολέων καὶ διεσώθη καὶ πάλιν θαυματουργικῶς, διὰ νὰ συνεχίσῃ νὰ διέρχεται εὐεργετῶν καὶ φανερῶν τὴν ἀγάπην τοῦ Χριστοῦ μέχρι τῆς ὁσιακῆς κοιμήσεώς του, στὶς 4 Νοεμβρίου 1959.
Οἱ Ἅγιοι Ἐρμᾶς, Πατρόβας, Λίνος, Γάϊος καὶ Φιλόλογος οἱ Ἀπόστολοι ἐκ τῶν 70
Πραγματικοὶ ποιμένες ὅλοι, τοῦ λογικοῦ ποιμνίου τῆς Ἐκκλησίας μας. Τὸν Ἑρμᾶ ἀναφέρει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στὴν πρὸς Ρωμαίους ἐπιστολή του, καθὼς καὶ τοὺς Πατρόβα, Γάϊο καὶ Φιλόλογο. Ἐνῷ τὸν Λίνο ἀναφέρει στὴ δεύτερη πρὸς Τιμόθεον ἐπιστολή του.
Ὁ Ἐρμᾶς ὁρίστηκε ἐπίσκοπος στοὺς Φιλίππους τῆς Μακεδονίας, καὶ σ’ αὐτὸν ἀποδίδουν ὁ Ὠριγένης, ὁ Εὐσέβειος, ὁ Ἱερώνυμος καὶ ἄλλοι, τὸ γνωστὸ συγγραφικὸ ἔργο μὲ τὸν τίτλο «ὁ ποιμήν». Τὸ ἔργο αὐτὸ δείχνει τὸ βάραθρο, στὸ ὁποῖο φέρει ἡ ἁμαρτία καὶ διεγείρει ἔντονα τὸ αἴσθημα τῆς μετανοίας καὶ τῆς μετὰ τοῦ Θεοῦ εἰρήνης.
Μέχρι κάποιο χρονικὸ διάστημα μποροῦσε νὰ τὸ ἀναγνώσει κανεὶς μόνο στὴ Λατινικὴ μετάφρασή του. Κατὰ τὸν 19ο αἰῶνα ὅμως, βρέθηκε καὶ τὸ ἑλληνικὸ πρωτότυπο.
Ὁ Πατρόβας πρόσφερε σπουδαῖες ὑπηρεσίες στὴν πίστη, σὰν ἐπίσκοπος Ποτιόλων στὴν Ἰταλία.
Ὁ Λίνος ἀναδείχτηκε πρῶτος ἐπίσκοπος Ρώμης καὶ ποίμανε τὴν ἐκεῖ ἐκκλησία μὲ πρόνοια καὶ τόλμη, καὶ μαρτύρησε μὲ ἀποκεφαλισμό. Ἦταν ἐπίσκοπος ἕντεκα χρόνια καὶ τρεῖς μῆνες.
Ὁ Γάϊος ποίμανε στὴν Ἔφεσο μετὰ τὸν Τιμόθεο, καὶ ὁ Φιλόλογος ὁρίστηκε ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο Ἀνδρέα ἐπίσκοπος Σινώπης.
Πληροφορίες ἀπό Saint.gr καί Μέγα Συναξαριστή (synaxarion.gr)
anavaseis.blogspot.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου