ΚΥΡΙΑΚΗ Ε΄ΛΟΥΚΑ [: Λουκ. 16,19 - 31]
Επιλεγμένα αποσπάσματα από τις ομιλίες γ΄και δ΄ του Ιερού Χρυσοστόμου
«Εἰς τόν πτωχόν Λάζαρον καί τόν πλούσιον»
[ ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ ]
[…]Όταν λοιπόν ο πλούσιος στον Άδη είδε τον φτωχό Λάζαρο στην αγκαλιά του Αβραάμ, είπε: «Πάτερ Ἀβραάμ, ἐλέησόν με καὶ πέμψον Λάζαρον ἵνα βάψῃ τὸ ἄκρον τοῦ δακτύλου αὐτοῦ ὕδατος καὶ καταψύξῃ τὴν γλῶσσάν μου, ὅτι ὀδυνῶμαι ἐν τῇ φλογὶ ταύτῃ(:Πατέρα μου Αβραάμ, σπλαχνίσου με. Λυπήσου με και στείλε τον Λάζαρο να βρέξει με νερό την άκρη του δακτύλου του και να δροσίσει τη γλώσσα μου, διότι βασανίζομαι και υποφέρω μέσα σε αυτή τη φωτιά)»[Λουκ. 16,24].
Για ποιον λόγο δεν απηύθυνε τον λόγο προς τον Λάζαρο; Εγώ νομίζω ότι ντράπηκε και κοκκίνισε και κρίνοντας από τον εαυτό του, νόμιζε ότι οπωσδήποτε θα του κρατά κακία. «Διότι, εάν εγώ», ίσως να σκέφτηκε, «που απολάμβανα τόση ευτυχία, και σε τίποτα δεν αδικήθηκα, περιφρόνησα τον άνθρωπο αυτόν που βρισκόταν σε τόσα κακά και ούτε ψίχουλα δεν του έδωσα, πολύ περισσότερο αυτός τώρα, που τόσο περιφρονήθηκε, δεΝ θα συγκατανεύσει στην παράκλησή μου». Αυτά βέβαια δεν τα λέμε για να κατηγορήσουμε τον Λάζαρο, διότι εκείνος δεν διακατεχόταν από τέτοιες σκέψεις, μη γένοιτο, αλλά επειδή ο πλούσιος αυτά φοβήθηκε και δεν κάλεσε τον ίδιο τον Λάζαρο, αλλά φώναξε τον Αβραάμ, για τον οποίο πίστευε ότι αγνοούσε εκείνα που είχαν γίνει. Και ζήτησε εκείνο το δάχτυλο, το οποίο πολλές φορές άφησε να το γλύψουν οι γλώσσες των σκύλων.
Τι λοιπόν είπε εκείνος; «τέκνον, μνήσθητι ὅτι ἀπέλαβες σὺ τὰ ἀγαθά σου ἐν τῇ ζωῇ σου(:Παιδί μου θυμήσου ότι εσύ απήλαυσες με το παραπάνω τα αγαθά σου όταν ζούσες στη γη)»[Λουκ.16,25]. Πρόσεχε σύνεση, πρόσεχε φιλοστοργία δικαίου. Δεν είπε: «απάνθρωπε και σκληρέ και παμπόνηρε, ενώ άφησες σε τόσο μεγάλα κακά τον άνθρωπο αυτόν, θυμάσαι τώρα τη φιλανθρωπία και το έλεος και την συγνώμη; Δεν κοκκινίζεις, δεν ντρέπεσαι;». Αλλά τι λέγει; «Τέκνο μου», λέγει, «απήλαυσες τα αγαθά σου». Διότι λέγει ο σοφός Σειράχ: «Καρδίαν παρωργισμένην μὴ προσταράξῃς καὶ μὴ παρελκύσῃς δόσιν προσδεομένου (: Μην ταράξεις περισσότερο την καρδιά, την οποία έχει αναστατώσει η οργή, και μην αναβάλεις τη βοήθειά σου σε άνθρωπο, που έχει την ανάγκη σου)» [Σοφ. Σειρ. 4,3]. Του αρκούν οι τιμωρίες του, ας μην επιβαρύνουμε τις συμφορές του. Εξάλλου και για να μην νομίσει ότι από μνησικακία για τα περασμένα δεν άφησε τον Λάζαρο να πάει, τον αποκαλεί «τέκνο μου», απολογούμενος κατά κάποιον τρόπο για τον εαυτό του, με την προσφώνησή του. «Αυτό που είναι στην εξουσία μου», λέγει, «σου το δίνω, το να μεταβεί όμως ο Λάζαρος από εδώ εκεί , δεν είναι στη δική μου δικαιοδοσία».
«Εἶπε δὲ Ἀβραάμ», λέγει λοιπόν, «τέκνον μνήσθητι ὅτι ἀπέλαβες σὺ τὰ ἀγαθά σου ἐν τῇ ζωῇ σου, καὶ Λάζαρος ὁμοίως τὰ κακά· νῦν δὲ ὧδε παρακαλεῖται, σὺ δὲ ὀδυνᾶσαι καὶ ἐπὶ πᾶσι τούτοις μεταξὺ ἡμῶν καὶ ὑμῶν χάσμα μέγα ἐστήρικται, ὅπως οἱ θέλοντες διαβῆναι ἔνθεν πρὸς ὑμᾶς μὴ δύνωνται, μηδὲ οἱ ἐκεῖθεν πρὸς ἡμᾶς διαπερῶσιν(:παιδί μου, θυμήσου ότι εσύ απόλαυσες με το παραπάνω τα αγαθά σου όταν ζούσες στη γη, ενώ ο Λάζαρος αντίστοιχα τα κακά της δυστυχίας και της ασθένειας· τώρα όμως αυτός παρηγορείται για όσα υπέφερε τότε συνεχώς, ενώ εσύ υποφέρεις και βασανίζεσαι χωρίς διακοπή, όπως αδιάκοπη και συνεχής ήταν η ευτυχία σου επάνω στη γη. Και εκτός από όλα αυτά, χάσμα μεγάλο έχει στηριχθεί ανάμεσά μας, ώστε εκείνοι που θέλουν να μεταβούν από εδώ προς εσάς να μην μπορούν, ούτε αυτοί που είναι εκεί να περάσουν προς εμάς)»[Λουκ.16,25-26].
Είναι βαριά αυτά που έχουν λεχθεί και πότισαν με μεγάλο πόνο την ψυχή μας. Το ξέρω κι εγώ· αλλά όσο μας πληγώνει η συνείδηση, άλλο τόσο και ωφελεί την ψυχή αυτών που ερεθίζει· διότι, εάν εκεί μας τα έλεγαν αυτά, όπως στον πλούσιο, πράγματι έπρεπε να θρηνούμε και να οδυρόμαστε και να πενθούμε, διότι δε θα είχαμε καιρό για μετάνοια· επειδή όμως τα ακούμε τώρα που είμαστε εδώ, όπου και είναι δυνατό να μετανοήσουμε και να καθαρισθούμε από τις αμαρτίες και να αποκτήσουμε μεγάλη παρρησία, και να αλλάξουμε ανησυχώντας από τα κακά που συνέβηκαν στους άλλους, ας ευχαριστήσουμε τον φιλάνθρωπο Θεό, που διεγείρει τη δική μας οκνηρία με την τιμωρία των άλλων, και μας αφυπνίζει ενώ κοιμόμαστε. Γι΄ αυτό ακριβώς προλέχθηκαν αυτά, για να μην πάθουμε κι εμείς κάτι ανάλογο με τον άσπλαχνο πλούσιο· διότι, εάν ήθελε να μας τιμωρήσει ο Κύριος, δεν θα μας προειδοποιούσε με αυτήν την παραβολή· γι’ αυτό λοιπόν προλέγει την τιμωρία, για να σωφρονισθούμε με την πρόρρηση και να αποφύγουμε να τα γνωρίσουμε στην πράξη.
Αλλά γιατί δεν είπε «έλαβες τα αγαθά σου», αλλά «ἀπέλαβες»; Εδώ ανοίγεται μπροστά μας αχανές και μεγάλο πέλαγος νοημάτων· διότι το «ἀπέλαβες» φανερώνει και σημαίνει κάποια οφειλή· καθόσον απολαμβάνει κανείς αυτά που του οφείλουν. Αν λοιπόν ήταν μιαρός και ακάθαρτος και σκληρός και απάνθρωπος αυτός ο πλούσιος, γιατί δεν του είπε: «έλαβες τα αγαθά σου» αλλά «απόλαβες», σαν να του τα χρωστούσε και να του τα όφειλε; Τι λοιπόν μαθαίνουμε από εδώ; Ότι, και αν είναι μερικοί άνθρωποι ακάθαρτοι και έχουν φθάσει στον ύψιστο βαθμό της κακίας, πολλές φορές έχουν κάνει ένα και δύο και τρία καλά.
Και το ότι τα λέγω αυτά τώρα, όχι από δική μου σκέψη, γίνεται ολοφάνερο από αυτό· διότι τι μιαρότερο υπήρχε από τον κριτή εκείνον της αδικίας (στην παραβολή του αδίκου κριτή και της χήρας· βλ. Λουκά 18, 1-8); Αυτός ούτε τον Θεό φοβόταν, ούτε τους ανθρώπους ντρεπόταν· αλλ’ όμως, αν και ζούσε μέσα στην κακία, έκανε κάτι καλό, ελέησε την χήρα, που συνεχώς τον ενοχλούσε, υποχώρησε και εκπλήρωσε την απαίτησή της και την προστάτευσε από εκείνους που την αδικούσαν. Έτσι συμβαίνει να είναι κάποιος ασελγής, αλλά και ελεήμων πολλές φορές, ή απάνθρωπος, αλλά και φρόνιμος· αλλά κι αν είναι ακόλαστος και απάνθρωπος, όμως έκανε κατά τη ζωή του πολλές φορές και κάποιο καλό.
Επειδή λοιπόν ήταν φυσικό και ο πλούσιος, εάν και είχε φθάσει στο ύψιστο σημείο της κακίας, να είχε κάνει κάποιο καλό, και ο Λάζαρος, αν και έφθασε στην κορυφή της αρετής, να είχε αμαρτήσει έστω και ελάχιστα, πρόσεχε πώς και τα δύο αυτά τα υπαινίχθηκε ο πατριάρχης Αβραάμ, λέγοντας: «κι εσύ απήλαυσες τα αγαθά σου στη ζωή σου και ο Λάζαρος ομοίως τα κακά». Αυτό που λέγει σημαίνει το εξής· εάν κι εσύ έχεις κάνει κάποιο καλό, και σου οφειλόταν γι΄αυτό κάποιος μισθός, όλα αυτά τα απήλαυσες σ’ εκείνον τον κόσμο, όταν διασκέδαζες, χαιρόσουν τα πλούτη σου, απολάμβανες μεγάλη ευημερία και ευτυχία· και αυτός, αν έκανε κάποιο κακό, όλα τα εξόφλησε με τη φτώχεια και την πείνα και με όλα τα μεγάλα κακά με τα οποία ταλαιπωρήθηκε· και γυμνός ο κάθε ένας από σας έχει φθάσει εδώ, εκείνος χωρίς αμαρτίες, κι εσύ χωρίς κατορθώματα δικαιοσύνης· γι΄αυτό και αυτός έχει καθαρή την παρηγοριά, κι εσύ υπομένεις απαρηγόρητη την τιμωρία.
[…]Αλλά ας ακούσουμε και την συνέχεια. «Και εκτός από όλα αυτά», λέγει, «μεγάλο βάραθρο έχει στηριχθεί μεταξύ μας». Επομένως, καλά είπε ο Δαυίδ: «ἀδελφὸς οὐ λυτροῦται, λυτρώσεται ἄνθρωπος; οὐ δώσει τῷ Θεῷ ἐξίλασμα ἑαυτοῦ (:Θα αντικρύσουν όμως και αυτοί τον θάνατο, από τον οποίον ούτε ο στοργικότερος αδελφός δεν μπορεί να τους σώσει. Πώς λοιπόν είναι δυνατόν να τους γλυτώσει ο οποιοσδήποτε ξένος άνθρωπος; Κανείς δεν μπορεί να προσφέρει προς τον Θεό εξιλεωτική προσφορά, για να διαφύγει τον θάνατο)» [Ψαλμ. 48,8]. Πράγματι, δεν είναι δυνατό, κι αν ακόμη είναι αδελφός, κι αν είναι πατέρας, κι αν είναι υιός. Διότι πρόσεχε· «παιδί μου», ονόμασε ο Αβραάμ τον πλούσιο, κι όμως δεν μπόρεσε να φανεί πατέρας· «πατέρα» αποκάλεσε τον Αβραάμ ο πλούσιος, κι όμως, δεν μπόρεσε, όπως ήταν φυσικό, να απολαύσει την πατρική εύνοια, για να μάθεις ότι ούτε συγγένεια, ούτε φιλία, ούτε προσπάθεια, ούτε τίποτ’ άλλο από όσα υπάρχουν, μπορεί να ωφελήσει εκείνον που προδόθηκε από τη δική του τη ζωή.
[…] Άκουσε λοιπόν πώς και ο πλούσιος που ζήτησε δύο χάρες από τον Αβραάμ, και στις δύο απέτυχε· διότι πρώτα τον παρακάλεσε για τον εαυτό του, λέγοντας, «στείλε τον Λάζαρο»· έπειτα όμως όχι πια για τον εαυτό του, αλλά για τους αδελφούς του· αλλά καμιάς χάριτος δεν αξιώθηκε· διότι η πρώτη ήταν αδύνατο να γίνει, ενώ η δεύτερη, για τους αδελφούς του, ήταν περιττή. Αλλ’ όμως, εάν θέλετε, ας ακούσουμε κι αυτά τα λόγια με μεγάλη προσοχή. Δεν άκουε ο κατάδικος τον Θεό να του μιλάει, αλλά ο Αβραάμ ήταν στο ενδιάμεσο, για να μεταφέρει στον δικαζόμενο τα λόγια του δικαστή· διότι δεν έλεγε από μόνος του αυτά που έλεγε, αλλά του διάβαζε τους θείους νόμους και του έλεγε τις αποφάσεις που έβγαζε ο Θεός. Γι’ αυτό ακριβώς ο πλούσιος δεν μπορούσε ούτε να αντιμιλήσει.
Αλλά είναι ώρα πια να ακούσουμε τα λόγια του πλουσίου. «ἐρωτῶ οὖν σε, πάτερ(:Σε παρακαλώ πατέρα)», λέγει, δηλαδή δέομαι, σε ικετεύω, «ἵνα πέμψῃς αὐτὸν εἰς τὸν οἶκον τοῦ πατρός μου· ἔχω γὰρ πέντε ἀδελφούς· ὅπως διαμαρτύρηται αὐτοῖς, ἵνα μὴ καὶ αὐτοὶ ἔλθωσιν εἰς τὸν τόπον τοῦτον τῆς βασάνου(:να στείλεις στο σπίτι του πατέρα μου τον Λάζαρο· διότι έχω πέντε αδέλφια· για να τους βεβαιώσει τα όσα γίνονται εδώ, για να μην έλθουν κι αυτοί στον τόπο αυτόν της βασάνου)»[Λουκ.16,27-28]. Επειδή απέτυχε για τον εαυτό του, τώρα παρακαλεί για τους άλλους. Πρόσεχε πώς έγινε φιλάνθρωπος και ήμερος εξαιτίας της κολάσεως· διότι αυτός που περιφρονούσε τον Λάζαρο, ενώ τον είχε καθημερινά μπροστά στα πόδια του όσο ζούσε, φροντίζει τώρα τους άλλους που είναι μακριά· αυτός που αδιαφορούσε γι’ αυτόν που ήταν μπροστά στα μάτια τους, ενδιαφέρεται γι΄αυτούς που δεν βλέπει, και με μεγάλο σεβασμό και βιασύνη ζητεί να δειχθεί κάποια πρόνοια γι΄αυτούς, για να αποφύγουν τα βάσανα που θα τους καταλάβουν και αυτούς μόλις πεθάνουν. Και παρακαλεί να σταλεί ο Λάζαρος στο σπίτι του πατέρα του, εκεί όπου ήταν τα αγωνιστικά σκάμματα γι’ αυτόν και είχε ανοιχθεί το στάδιο της αρετής.
«Ας τον δουν τον Λάζαρο τώρα», σκέφτηκε, «με τα στεφάνια, εκείνοι που τον είδαν καθώς αγωνιζόταν με υπομονή και αγόγγυστα όσο βρισκόταν στην επίγειά του ζωή· εκείνοι που ήταν μάρτυρες της φτώχειας και της πείνας και των μυρίων συμφορών του, να γίνουν μάρτυρες της τιμής, της μεταβολής, όλης της δόξας, για να διδαχθούν και να μάθουν και από τα δύο ότι δε θα τελειώσουν τα πράγματά μας σε αυτήν τη ζωή, και να ετοιμασθούν έτσι, με τη μετάνοια, για να μπορέσουν να αποφύγουν αυτήν την κόλαση και τιμωρία)». Τι είπε τότε ο Αβραάμ; «Ἔχουσι Μωϋσέα καὶ τοὺς προφήτας(:Έχουν τον Μωυσή και τους προφήτες)», λέγει, «ἀκουσάτωσαν αὐτῶν(:αυτούς ας ακούσουν)»[ Λουκ.16,29]. «Δεν ενδιαφέρεσαι εσύ», είναι σαν να του λέει, «για τους αδελφούς σου περισσότερο από τον Θεό που τους δημιούργησε. Τους έδωσε άπειρους διδασκάλους που τους παροτρύνουν, τους συμβουλεύουν, τους νουθετούν».
Τι λοιπόν απάντησε πάλι αυτός; «Οὐχί, πάτερ Ἀβραάμ(:Όχι, πατέρα Αβραάμ)», λέγει, «ἀλλ᾿ ἐάν τις ἀπὸ νεκρῶν πορευθῇ πρὸς αὐτούς, μετανοήσουσιν(:αλλά εάν πάει κάποιος από τους νεκρούς, θα τον πιστέψουν)». Αυτά δηλαδή είναι τα λόγια των πολλών. Πού είναι τώρα αυτοί που λένε: «Ποιος ήρθε από εκεί; Ποιος αναστήθηκε από τους νεκρούς; Ποιος είπε αυτά που συμβαίνουν στον Άδη;» Πόσα τέτοια και τόσο μεγάλα είπε στον εαυτό του ο πλούσιος εκείνος όταν απολάμβανε τις τρυφές; Διότι ούτε από αφέλεια παρακάλεσε να αναστηθεί κάποιος από τους νεκρούς· αλλά επειδή περιφρονούσε τις Γραφές όταν τις άκουγε και τις περιγελούσε και νόμιζε ότι είναι μύθοι τα λεγόμενα, από εκείνα λοιπόν που έπασχε αυτός, πίστευε ότι και τα αδέλφια του τα ίδια θα πάθαιναν. « Κι εκείνοι», λέγει, «τέτοια λάθος θεώρηση για τα επίγεια έχουν όπως είχα και εγώ· εάν όμως πάει κάποιος από τους νεκρούς, δεν θα αρνηθούν να τον πιστέψουν, δεν θα τον περιγελάσουν, αλλά θα προσέξουν πολύ τα λεγόμενά του».
Τι είπε τότε ο Αβραάμ; «Εἰ Μωϋσέως καὶ τῶν προφητῶν οὐκ ἀκούουσιν, οὐδὲ ἐάν τις ἐκ νεκρῶν ἀναστῇ πεισθήσονται(:Εάν δεν ακούνε τον Μωυσή και τους προφήτες, ούτε εάν κάποιος από τους νεκρούς αναστηθεί δεν θα τον ακούσουν)». Και ότι είναι αληθινό αυτό, ότι δηλαδή όποιος δεν ακούει τις Γραφές, ούτε τους νεκρούς εάν αναστηθούν θα τους ακούσει, το απέδειξαν οι Ιουδαίοι, οι οποίοι, επειδή δεν άκουσαν τον Μωυσή και τους προφήτες, ούτε όταν είδαν αναστημένους νεκρούς πίστεψαν· αλλά άλλοτε επιχειρούσαν να σκοτώσουν τον αναστημένο Λάζαρο[βλ.Ιω.12,9-11:«Ἔγνω οὖν ὄχλος πολὺς ἐκ τῶν Ἰουδαίων ὅτι ἐκεῖ ἐστι, καὶ ἦλθον οὐ διὰ τὸν Ἰησοῦν μόνον, ἀλλ᾿ ἵνα καὶ τὸν Λάζαρον ἴδωσιν ὃν ἤγειρεν ἐκ νεκρῶν.ἐβουλεύσαντο δὲ οἱ ἀρχιερεῖς ἵνα καὶ τὸν Λάζαρον ἀποκτείνωσιν, ὅτι πολλοὶ δι᾿ αὐτὸν ὑπῆγον τῶν Ἰουδαίων καὶ ἐπίστευον εἰς τὸν Ἰησοῦν(:Οι αρχιερείς, όταν πληροφορήθηκαν αυτά, αποφάσισαν να φονεύσουν και τον Λάζαρο, διότι πολλοί από τους Ιουδαίους πήγαν σε αυτόν στη Βηθανία και όταν τον έβλεπαν ζωντανό πάλι και υγιή, αναστημένο από τους νεκρούς, πίστευαν στον Ιησού)»,και άλλοτε ορμούσαν επάνω στους αποστόλους, αν και βέβαια πολλοί από τους νεκρούς αναστήθηκαν κατά την ώρα του σταυρού[βλ.Ματθ.27,51-52: «Καὶ ἰδοὺ τὸ καταπέτασμα τοῦ ναοῦ ἐσχίσθη εἰς δύο ἀπὸ ἄνωθεν ἕως κάτω, καὶ ἡ γῆ ἐσείσθη καὶ αἱ πέτραι ἐσχίσθησαν, καὶ τὰ μνημεῖα ἀνεῴχθησαν καὶ πολλὰ σώματα τῶν κεκοιμημένων ἁγίων ἠγέρθη, καὶ ἐξελθόντες ἐκ τῶν μνημείων, μετὰ τὴν ἔγερσιν αὐτοῦ εἰσῆλθον εἰς τὴν ἁγίαν πόλιν καὶ ἐνεφανίσθησαν πολλοῖς(:και ιδού το παραπέτασμα του ναού, που χώριζε τα άγια των αγίων από τα άγια, σχίστηκε στα δύο από επάνω έως κάτω και η γη συγκλονίστηκε από τον σεισμό και οι πέτρες σχίστηκαν και τα μνημεία στην περιοχή της Ιερουσαλήμ ανοίχτηκαν μόνα τους και πολλά σώματα των πεθαμένων αγίων αναστήθηκαν· και αφού εξήλθαν από τα μνημεία μετά την ανάσταση του Χριστού, εισήλθαν στην αγία πόλη, την Ιερουσαλήμ και παρουσιάστηκαν σε πολλούς)»].
Αλλά για να μάθεις και από αλλού ότι η διδασκαλία των προφητών είναι πιο αξιόπιστη από την εξιστόρηση των ίδιων των αναστημένων, εκείνο πρόσεξε ότι ο κάθε νεκρός είναι δούλος· αυτά όμως που λένε οι Γραφές, αυτά τα είπε ο Θεός· ώστε είτε αναστηθεί νεκρός, είτε κατεβεί άγγελος από τον ουρανό, οι Γραφές ας είναι πιο αξιόπιστες από όλους· διότι ο Κύριος των αγγέλων και των νεκρών και των ζωντανών Κύριος, Αυτός τις νομοθέτησε. Και ότι περιττά πράγματα ζητούν, αυτοί που ζητούν να έλθουν από εκεί οι νεκροί· εκτός από αυτά που έχουν λεχθεί, είναι δυνατό να αποδειχτεί αυτό και από τα υπάρχοντα δικαστήρια.
Η γέενα δεν φαίνεται στους απίστους· στους πιστούς είναι γνωστή και φανερή, αλλά όμως στους απίστους δε φαίνεται· τα δικαστήρια όμως φαίνονται και κάθε μέρα ακούμε ότι ο τάδε δικάστηκε, του τάδε η περιουσία δημεύθηκε, άλλος δουλεύει στα μεταλλεία, άλλος κάηκε στη φωτιά, και άλλος με άλλον τρόπο καταδίκης και τιμωρίας χάθηκε. Αλλά όμως αν και τα ακούνε αυτά οι πονηροί και κακούργοι και απατεώνες, δε σωφρονίζονται. Και τι λέγω, ότι δεν σωφρονίζονται αυτοί που ποτέ δεν έπεσαν σε αυτά; Πολλές φορές και πολλοί από αυτούς που πιάστηκαν και ξέφυγαν την τιμωρία, ανοίγοντας τόπο στη φυλακή και πηδώντας έξω, πάλι επέστρεψαν στα ίδια και έκαναν πολύ χειρότερα αυτοί.
Ας μη ζητούμε λοιπόν να ακούμε από τους νεκρούς αυτά τα οποία με μεγαλύτερη σαφήνεια κάθε ημέρα μας διδάσκουν οι Γραφές· διότι, εάν το γνώριζε αυτό ο Θεός, ότι δηλαδή οι αναστημένοι νεκροί θα ωφελούσαν τους ζωντανούς, δεν θα παρέλειπε, ούτε θα παρέβλεπε τόσο κέρδος, Αυτός που όλα τα κάνει για το συμφέρον μας. Και εκτός από αυτά, εάν διαρκώς επρόκειτο να ανασταίνονται οι νεκροί και να μας αναγγέλλουν όλα όσα συμβαίνουν εκεί, και αυτό πάλι με την πάροδο του χρόνου θα είχε καταφρονηθεί· επιπλέον ο διάβολος θα εισήγαγε πονηρά δόγματα με μεγάλη ευκολία· διότι πολλές φορές θα μπορούσε να δείξει είδωλα ή και θα έβαζε κάποιους να υποκρίνονται ότι πέθαναν και θάφτηκαν και έπειτα πάλι θα έδειχνε ότι αναστήθηκαν και μέσω εκείνων θα έκανε πιστευτά όσα ήθελε στις ψυχές εκείνων που θα απατούσε.
Διότι, εάν τώρα, ενώ δεν υπάρχει κάτι τέτοιο, πολλές φορές όνειρα που παρουσιάζονται με τη μορφή των ανθρώπων που έφυγαν, πολλούς ξεγέλασαν και τους κατέστρεψαν, πολύ περισσότερο εάν αυτό είχε γίνει και είχε επικρατήσει στις ψυχές των ανθρώπων, όπως δηλαδή εάν πολλοί από αυτούς που πέθαναν, επέστρεφαν πάλι, μύριες οδούς θα έπλεκε ο μιαρός εκείνος δαίμονας και πολλή απάτη θα εισήγαγε στη ζωή μας. Γι' αυτό έκλεισε καλά τις θύρες ο Θεός και δεν αφήνει κάποιον από αυτούς που έφυγαν να επανέλθει και να πει όσα συμβαίνουν εκεί, για να μην πάρει αφορμή από αυτό ο διάβολος και εισαγάγει όλα τα δικά του.
Πραγματικά, όταν υπήρχαν οι προφήτες, αυτός παρουσίασε ψευδοπροφήτες· και όταν ήταν οι απόστολοι, ψευδαποστόλους· και όταν παρουσιάστηκε ο Χριστός, ψευδοχρίστους, και όταν μας δόθηκαν οι σωστές διδασκαλίες, εισήγαγε τις διεφθαρμένες αιρέσεις, σπέρνοντας παντού τα ζιζάνια. Ώστε, εάν συνέβαινε και αυτό, θα επιχειρούσε να το κάνει και αυτό υποκριτικά με τα όργανά του, και δεν θα ανέσταινε πραγματικά νεκρούς, αλλά με κάποιες μαγείες και απάτες θα απατούσε τα μάτια των ανθρώπων ή και θα ετοίμαζε κάποιους, όπως προανέφερα, να υποκριθούν ότι πέθαναν, και θα τα έκανε όλα άνω κάτω, προκαλώντας σύγχυση. Αλλά ο Θεός, επειδή όλα αυτά τα προγνώριζε, του απέκλεισε αυτήν την επιβουλή, και φροντίζοντας για μας, δεν επέτρεψε να έλθει ποτέ κανείς από εκεί και να συζητήσει με τους ζωντανούς ανθρώπους, για να μας διδάξει να θεωρούμε τις θείες Γραφές πιο αξιόπιστες από όλους· διότι μας έδειξε πολύ πιο φανερά πράγματα από την ανάσταση των νεκρών· όλη την οικουμένη επέστρεψε, απομάκρυνε την πλάνη, επανέφερε την αλήθεια, όλα αυτά τα κατόρθωσε με αλιείς και ασήμαντους ανθρώπους, δίνοντας παντού αρκετές αποδείξεις της πρόνοιάς Του.
Ας μη νομίζουμε λοιπόν ότι όλα τα σχετικά με εμάς σταματούν σε αυτή τη ζωή, αλλά ας πιστεύουμε ότι οπωσδήποτε θα υπάρξει κρίση και ανταπόδοση για όλα αυτά που κάνουμε εδώ· διότι αυτό είναι τόσο σαφές και ολοφάνερο σε όλους, ώστε και οι Ιουδαίοι και οι Έλληνες και οι αιρετικοί και ο οποιοσδήποτε άνθρωπος έχουν την ίδια γνώμη γι' αυτό το θέμα. Αν και δεν πιστεύουν δηλαδή όλοι στην ανάσταση όπως θα έπρεπε, όμως για την κρίση και την κόλαση και για τα εκεί δικαστήρια όλοι συμφωνούν, ότι υπάρχει κάποια ανταπόδοση εκεί για όσα γίνονται εδώ· διότι, εάν αυτό δεν συνέβαινε, για ποιο λόγο ο Δημιουργός μας, άπλωσε τόσο μεγάλο ουρανό, έστρωσε κάτω τη γη, άπλωσε τη θάλασσα, άφησε να χυθεί παντού ο αέρας, έδειξε τόσο μεγάλη πρόνοια, εάν δεν επρόκειτο να μας φροντίσει μέχρι τέλους;
Δεν βλέπεις πόσοι άνθρωποι που έζησαν στην αρετή, αν και έπαθαν μύρια δεινά, έφυγαν χωρίς να απολαύσουν κανένα αγαθό; Και άλλοι πάλι, αν και έδειξαν μεγάλη κακία, άρπαξαν τις περιουσίες των άλλων, ξεγύμνωσαν χήρες και ορφανά και τα καταπίεσαν, αφού απήλαυσαν τον πλούτο και την τρυφή και μύρια αγαθά, έφυγαν χωρίς να πάθουν ούτε το παραμικρό κακό; Πότε λοιπόν ή εκείνοι οι πρώτοι θα απολαύσουν τις αμοιβές της αρετής ή αυτοί θα πληρώσουν για την κακία τους, εάν στο τέλος αυτής της ζωής σταματούν τα δικά μας πράγματα; Διότι, το ότι εάν υπάρχει Θεός, όπως βέβαια και υπάρχει, είναι δίκαιος, ο καθένας θα μπορούσε να το πει· και ότι εάν είναι δίκαιος, και αυτούς και εκείνους θα τους ανταποδώσει αυτά που τους αξίζουν και αυτό από όλους έχει ομολογηθεί. Αλλά, εάν πρόκειται και εκείνους και αυτούς να τους ανταποδώσει κατά την αξία τους και εδώ κανείς από αυτούς δεν έλαβε την αμοιβή, ούτε εκείνος της κακίας την τιμωρία, ούτε αυτός της αρετής τις αμοιβές είναι ολοφάνερο ότι υπολείπεται κάποιος καιρός, κατά τον οποίο και οι δύο θα έχουν την ανταπόδοση που τους αρμόζει.
[…] Γνωρίζοντας, λοιπόν, αγαπητοί, όλα αυτά, ας προσέχουμε τους εαυτούς μας με κάθε ακρίβεια· κι αν τιμωρούμαστε, να ευχαριστούμε· κι αν ευημερούμε, να ασφαλίζουμε τους εαυτούς μας και σωφρονιζόμενοι από τις τιμωρίες των άλλων, να ευχαριστούμε τον Θεό δια της μετανοίας και της κατανύξεως και της διαρκούς εξομολογήσεως· και εάν έχουμε διαπράξει κάποια αμαρτία κατά την παρούσα ζωή, αφού την αποβάλουμε και με πολλή προσπάθεια σβήσουμε την κάθε κηλίδα της ψυχής μας, ας παρακαλέσουμε τον Θεό να μας αξιώσει όλους να απαλλαγούμε από τις αμαρτίες μας όσο είμαστε εδώ, κι έτσι να πάμε εκεί, ώστε όχι με τον πλούσιο, αλλά με τον Λάζαρο να απολαύσουμε τους κόλπους του πατριάρχη, και να εντρυφούμε με τα αθάνατα αγαθά, τα οποία εύχομαι όλοι μας να επιτύχουμε, με τη χάρη και την φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, μαζί με τον οποίο στον Πατέρα ανήκει η δόξα, μαζί με το Άγιο Πνεύμα, στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ :
· https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/de-lazaro-et-divite.pdf
· Αγ. Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, σειρά Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας (ΕΠΕ),Πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς», εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1990, τόμος 25, σελίδες 474-549 [κατ΄επιλογήν από τις ομιλίες γ΄ και δ΄ του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου «Εἰς τόν πτωχόν Λάζαρον καί τόν πλούσιον»].
· Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμοι 14 και 15, σελ. 27- 40 και σελ. 11-25 αντίστοιχα .
· Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
· Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
· Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
· Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
· Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
· Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016
· http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου