Μᾶς ἀναφέρει ὁ Μέγας Βασίλειος:
«Εἶσαι φτωχός; ἔχεις ὁπωσδήποτε ἄλλον φτωχότερο ἀπό ἐσένα. Ἔχεις γιά δέκα ἡμέρες τρόφιμα; Ἐκεῖνος ἔχει γιά μία. Σάν καλός καί εὐγνώμωνας νά ἐξισώσης τό περίσσευμά σου μέ τόν φτωχό. Μή διστάσης νά δώσης ἀπό τό λίγο. Καί ἐάν σου περισσεύη ἕνα ψωμί καί σού κτυπήση τήν πόρτα ὁ ζητιάνος, πᾶρε ἀπό τήν ἀποθήκη τό ἕνα ψωμί καί ἀφοῦ τό βάλης στά χέρια του, ὕψωσε τό βλέμμα σου στόν οὐρανό καί πές λόγο θλιβερό καί εὐγνώμονα: «Ἕνα ψωμί, ὅπως βλέπεις, Κύριε, καί ὁ κίνδυνος εἶναι ὁλοφάνερος. Ἀλλ' ἔγω θέτω τήν ἐντολή σου ἐπάνω ἀπό ἐμένα καί ἀπό τό λίγο δίνω στόν ἀδελφό μου. Δῶσε λοιπόν καί σύ στόν δοῦλο σου, ποῦ κινδυνεύει. Γνωρίζω καλά τήν ἀγαθότητά σου καί ἐλπίζω στήν δύναμί σου. Δέν ἀναβάλλεις γιά πολύ τίς δωρεές, ἀλλά τίς σκορπᾶς, ὅταν θέλης». Καί ἄν ἔτσι μιλήσης καί ἐνεργήσης, τόν ἄρτο ποῦ δίνεις σέ καιρό δυσκολίας, γίνεται σπόρος γεωργικός, ἀποφέρει πλούσιο τόν καρπό, εἶναι προκαταβολή τῆς τροφῆς, γίνεται πρόξενος ἐλέους. Πές καί ἐσύ σέ παρόμοιες περιστάσεις τόν λόγο τῆς χήρας της Σιδωνίας. «Ζῆ Κύριος, δέν ἔχω τίποτε ἄλλο παρά μόνο μία χοῦφτα ἀλεύρου γιά τήν διατροφή τήν δική μου καί τῶν παιδιῶν μου». Καί ἐάν δώσης ἀπό τό ὑστέρημα, θά ἔχης καί σύ τό λαδοδοχεῖο κατάμεστο ἀπό δωρεά καί τήν ἀλευραποθήκη ἀκένωτη. Διότι γιά τούς πιστούς φιλότιμα ἐργάζεται ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ καί μιμεῖται τά πηγάδια, τά ὁποῖα πάντοτε ἀδειάζουν, ἀλλά δέν ἐξαντλοῦνται» (ΕΠΕ 7,148-150).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου