Τό πρῶτο ταξίδι στήν Πετρούπολη
εἰμι, ὅτι πρός πάντας, οὕς ἐάν ἐξαποστείλω σε,
πορεύσῃ, καί κατά πάντα, ὅσα ἐάν ἐντείλωμαί σοι,
λαλήσεις· μή φοβηθῇς ἀπό προσώπου αὐτῶν, ὅτι
μετὰ σοῦ ἐγώ εἰμι τοῦ ἐξαιρεῖσθαί σε, λέγει Κύριος.
Καὶ ἐξέτεινε Κύριος τήν χεῖρα αὐτοῦ πρός με καί
ἥψατο τοῦ στόματός μου, καί εἶπε Κύριος πρός με·
ἰδού Δεδωκα τούς λόγους μου εἰς τό στόμα σου»
(Ἱερερ.1:7-9)
Στήν ἡμιάγρια χώρα τῆς Καμτσάτκας συνάντησα ἀπίστευτες καί, στό μεγαλύτερο μέρος τους, ἀπρόβλεπτες δυσκολίες. Ὅταν ὅμως μέ κυρίευε ἡ θλίψη γιά τή δυστυχία τῶν κατοίκων της καί στήν καρδιά μου γεννιόταν ὁ φόβος, πώς δέν θά ὑπῆρχε τρόπος κι ἐλπίδα νά βελτιωθεῖ ἡ κατάστασή τους, τότε ἔφερνα στό νοῦ μου τό Γολγοθά, τό Σαυρό, τό πάθος τοῦ Κυρίου. Τό πολύπαθο πρόσωπό Του μέ γέμιζε γαλήνη κι αἰσιοδοξία, μοῦ ἔδινε φτερά. Γνώριζα καλά ὅτι μετά τό Σταυρό ἀκολουθεῖ ἡ Ἀνάσταση, μετά τή θλίψη ἡ χαρά, μετά τό πάθος ἡ λύτρωση.
Ἀναλογιζόμενος τά πρῶτα βήματα, τίς πρῶτες ἀντιξοότητες καί τά πρῶτα ἀποτελέσματα τῆς ἱεραποστολικῆς μου προσπάθειας κατέληξα στό συμπέρασμα, ὅτι ἔπρεπε νά δραστηριοποιηθῶ γιά τήν ἵδρυση μιᾶς παρρωσικῆς φιλανθρωπικῆς -ἱεραποστολικῆς ἀδελφότητος, μέ ἕδρα τό Βλαντιβοστόκ καί παραρτήματα σ’ ὅλες τίς μεγάλες πόλεις τῆς χώρας. Αὐτή θ’ ἀναλάμβανε τήν οἰκονομική στήριξη καί τή γενικότερη ἐνίσχυση καί προβολή τοῦ ἱεραποστολικοῦ ἔργου στή Καμτσάτκα.
Ἡ ἀφορμή γιά τό ξεκίνημα αὐτῆς τῆς προσπάθειας δόθηκε στίς ἀρχές τοῦ 1910.
Τότε ἀποφάσισα νά ἐπανιδρύσω τό παλαιό μοναστήρι τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, κοντά στόν παραπόταμο Νικόλκα τοῦ ποταμοῦ Καμτσάτκα. Ὅπως ἔγραψα πιό πάνω, τό εἶχε χτίσει πρίν διακόσια χρόνια ὁ κοζάκος μοναχός Ἰγνάτιος, κατά κόσμον Ἰβάν Κοζιρέφσκυ.
Σέ μιά περιοδεία μου πέρασα ἀπό τά μέρη ἐκεῖνα. Εἶδα τά ἐρείπια τῆς μονῆς. Βρισκόταν σ’ ἕνα ὡραιότατο μέρος, καλυμμένο μέ χαμηλές σημύδες, σέ ἀπόσταση 30-50 βέρσια ἀπό τό χωριό Κλιούτς. Ἐκεῖ κοντά ἦταν κι ἕνα δάσος ἐλάτων, κατάλληλο γιά παραγωγή ξυλείας. Τό ἔδαφος ἦταν πολύ γόνιμο. Τά ψάρια ἄφθονα, ἀκόμα καί τό χειμώνα. Εἶδα δεκάδες χιλιάδες ψάρια «ζιζούτς» νά ἔχουν κατακλύσει τό ποτάμι. Τόπους-τόπους ὁ Νικόλκα ἔμοιαζε μέ καζάνι πού ἔβραζε. Οἱ κάτοικοι τοῦ χωριοῦ Κλιούτς, φορώντας ψηλές ἀδιάβροχες μπότες, ἔμπαιναν στό νερό, χτυποῦσαν τά ψάρια μέ ξύλα καί καμάκια καί τά πετοῦσαν μέσα στά ἕλκηθρα.
Στίς 27 Μαρτίου 1911, μετά ἀπό θερμή προσευχή στόν Κύριο, πῆγα πάλι μέ μερικούς ντόπιους χωρικούς στό χῶρο τῆς παλαιᾶς μονῆς καί ἔστησα ἕνα σταυρό. Ἔψαλα παράκληση, ἔκανα ἁγιασμό καί ράντισα τό σταυρό, τή γῆ καί τό ποτάμι. Ἔβαλα ἔτσι, μέ τήν προσευχή καί τήν εὐλογιία τοῦ Θεοῦ, πνευματική ἀρχή τῆς ἐπανιδρύσεως τῆς μονῆς. Μέ τή χάρη τοῦ Κυρίου, λίγα χρόνια ἀργότερα ἐγκαταστάθηκαν ἐκεῖ οἱ πρῶτοι ἀδελφοί, κάτω ἀπό τήν καθοδήγηση του εὐλαβέστατου πρώην ἡγουμένου τῆς μονῆς τῆς Ἁγίας Τριάδος Οὐσουρίισκ π. Σεργίου.
Τό ὅραμα λοιπόν τῆς ἀνασυστάσεως τῆς μονῆς τοῦ Νικόλκα ἔγινε, ὅπως εἶπα, ἡ ἀφορμή νά ξεκινήσω τή δημιουργία τῆς ἀδελφότητος. Τήν ἔβλεπα σάν τήν μόνη διέξοδο γιά ν’ ἀντιμετωπίσω τά τεράστια οἰκονομικά κ. ἄ. προβλήματα, πού θά ἀναφύονταν.
Στρώθηκα ἀμέσως στή δουλειά. Κατάρτισα μέ πολλή προσοχή ἕνα καταστατικό κι ἕνα σχέδιο δράσεως, ὅπου καθρεφτιζόταν τό καταστάλαγμα τῆς μικρῆς πείρας μου ἀπό τήν ἱεραποστολή. Χρειάστηκε πολύς χρόνος ἐντατικῆς σκέψεως καί ἐργασίας. Ὅταν τελείωσα καί διάβασα τά κείμενά μου, ἔμεινα ἱκανοποιημένος ἀπό τό ἀποτέλεσμα.
Ἡ πρώτη μου σκέψη μετά ἀπ’ αὐτό ἦταν νά ἐκθέσω τά σχέδιά μου στό δεσπότη μου, τόν ἀρχιεπίσκοπο Εὐσέβιο. Χωρίς ἀργοπορία πῆγα στό Βλαντιβοστόκ.
Ὁ δεσπότης διάβασε τά κείμενα μέ πολλή προσοχή καί ἄκουσε τίς ἀπόψεις μου μ’ ἐνδιαφέρον καί συγκατάβαση. Στό τέλος εἶπε μέ περίσκεψη καί σοβαρότητα:
-Μακάριος εἶναι ὅποιος ἔχει πίστη! Ἐσεῖς, πάτερ Νέστορ, εἶστε νέος ποιμένας, ἀλλά γευθήκατε κιόλας τόν ἀνθρώπινο πόνο, ζώντας στή σκληρή Καμτσάτκα. Τώρα ἡ καλή σας καρδιά ζητάει τρόπους νά βοηθήσει τό ποίμνιό της. Θέλετε νά κάνετε ἕνα τολμηρό ἐγχείρημα: Μέσω τῆς Καμτσατκικῆς Ἀδελφότητος νά εἰσχωρήσετε στίς τσέπες τῶν πρωτευουσιάνων ἀρχιερέων καί τοῦ ποιμνίου τους! Ἀλλά ζήτημα εἶναι ἄν θά τό κατορθώσετε...... Ὡστόσο πολλά θά ἐξαρτηθοῦν ἀπό τήν Ἱερά Σύνοδο, πού ἔχει τήν ἐξουσία ν’ ἀναγνωρίζει ἤ ὄχι τέτοιες ἀδελφότητες.
Ἄν ὅμως ἐσεῖς πιστεύετε στήν ἀγαθή ἔκβαση τῆς ὑποθέσεως, σᾶς δίνω τήν εὐλογία νά ταξιδέψετε μέχρι τήν Πετρούπολη. Νά συνεργασθεῖτε ἐκεῖ τόν πρόεδρο τῆς Συνόδου16 μητροπολίτη Πετρουπόλεως Ἀντώνιο17, γιά νά προωθήσετε τό σχέδιό σας.
Θά σᾶς δώσω καί μιά συστατική ἐπιστολή, πού θά τήν παραδώσετε στά χέρια του. Εἶναι ἱεράρχης ἤθους καί μεγάλων ὁραματισμῶν. Νά τοῦ διηγηθεῖτε μέ λεπτομέρειες τίς συνθῆκες πού ἀντιμετωπίζετε στή Καμτσάτκα. Ἐλπίζω πώς θά δείξει κατανόηση. Ὁ Θεός μαζί σας!
Καί να! Λίγους μῆνες ἀργότερα βρίσκομαι στήν Πετρούπολη. Μετά ἀπό ἕνα μακρύ καί κουραστικό ταξιδι, πατάω ἐπιτέλους τό πόδι μου στήν πολυάνθρωπη καί θορυβώδη πρωτεύουσα τῆς ρωσικῆς αὐτοκρατορίας· τήν πόλη τῶν θρύλων καί τῶν ἀντιθέσεων· τήν πόλη τῶ διανοουμένων, τῶν ἀριστοκρατῶν καί τῶν ξιπασμένων ἀξιωματούχων· τήν πόλη τῶν ὀνείρων κάθε ἐπαρχιώτη ρώσου....
Δέν εἶχα ὅμως χρόνο –οὔτε καί ὄρεξη εἶχα- ν’ ἀσχοληθῶ μέ τήν πόλη. Εἶχα ἔρθει γιά ἕνα συγκεκριμένο σκοπό.
Κι αὐτός ὁ σκοπός μονάχα μ’ ἐνδιέφερε.
Ἀμέσως λοιπόν φρόντισα νά πληροφορηθῶ ποῦ βρίσκονταν τά συνοδικά γραφεῖα. Μόλις ἔφτασα ἐκεῖ, ζήτησα ἀκρόαση ἀπό τόν πρόεδρο τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, τό μητροπολίτη Πετρουπόλεως Ἀντώνιο.
Ὁ δεσπότης μέ δέχθηκε πολύ καλωσυνάτα καί μέ ἄκουσε προσεκτικά. Ἀφοῦ διάβασε καί τήν ἐπιστολή τοῦ ἀρχιεπισκόπου Εὐσεβίου, ἐξέφρασε τήν αἰσιοδοξία καί τήν εὐχή ὅτι τό σχέδιό μου θά ἔβρισκε ἀνταπόκριση τόσο ἀπό τούς συνοδικούς ἀρχιερεῖς ὅσο καί ἀπό τά μέλη τῆς Κρατικῆς Δούμας (Βουλῆς), ἀπό τήν ὁποία ἔπρεπε ἐπίσης νά ἐγκριθεῖ.
Μοῦ συνέστησε μόνο ὑπομονή, ἐπειδή οἱ διαδικασίες ἐγκρίσεως τῆς ἀδελφότητος θά διαρκοῦσαν ἀρκετές ἡμέρες ἤ καί βδομάδες. Ἔτσι, εἶπε, θά μου παραχωροῦσε ἕνα κελλί στή Λαύρα τοῦ ἁγίου Ἀλεξάνδρου Νέφσκυ18, ὅπου θά μποροῦσα νά διαμένω ὅλο τό διάστημα καί νά ἐπεξεργάζομαι τίς λεπτομέρειες τοῦ σχεδίου ἱδρύσεως τῆς Καμτσατκικῆς Ἀδελφότητος. Ἔτσι κι ἔγινε. Νέος ὅμως καί ἄπειρος καθώς ἤμουν τότε –εἰκοσιπέντε χρονῶν-, ἀλλά καί ἀνύποπτος γιά τίς ἴντριγκες τῶν παρασκηνίων τῶν συνοδικῶν ὑπηρεσιῶν, δέν μποροῦσα ποτέ νά φανταστῶ τήν ἀναστάτωση πού θά προκαλοῦσε ἡ παρουσία μου στά ἀνώτερα διοικητικά στελέχη τῆς Ἐκκλησίας. Καί ὄχι μόνο σ’ αὐτά, ἀλλά καί σέ πολιτικά καί κυβερνητικά πρόσωπα.
Ἀπό τίς πρῶτες κιόλας ἡμέρες τῆς παραμονῆς μου στήν Πετρούπολη, μέ πλησίασαν πολλοί παράγοντες, τόσο τῆς Ἐκκλησίας ὅσο καί τῆς πολιτείας, ζητώντας στοιχεῖα γιά τήν ἱεραποστολή τῆς Καμτσάτκας καί γιά τίς προοπτικές τῆς ὑπό ἵδρυση ἀδελφότητος. Τό ταπεινό κελλί μου στή Λαύρα τοῦ ἁγίου Ἀλεξάνδρου Νέφσκυ ἔγινε κέντρο διερχομένων προσωπικοτήτων.
Ὑπέβαλα πρῶτα ἕνα λεπτομερές ὑπόμνημα στήν Κρατική Δούμα. Αὐτό τό ἔκανα μέ εἰσήγηση τοῦ μητροπολίτου Ἀντωνίου. Ὁ φωτισμένος ἱεράρχης μοῦ ἀποκάλυψε ὅτι ἡ ἔγκριση τῆς ἀδελφότητος ἀπό τήν Δούμα ἦταν σχεδόν βέβαιη. Καί ἐφ’ ὅσον τήν ἐξασφαλίζαμε, θά τή χρησιμοποιούσαμε σάν ἕνα ὅπλο γιά νά κάμψουμε τίς ἀντιρρήσεις ὁρισμένων ἀντιδραστικῶν συνοδικῶν.
Μερικά μέλη τῆς Δούμας, πού μ’ ἐπισκέφθηκαν στή Λαύρα, μοῦ γνωστοποίησαν ὅτι τό σχέδιο γιά τήν ἀδελφότητα ἔγινε μ’ ἐνθουσιασμό δεκτό ἀπ’ ὅλες τίς κομματικές παρατάξεις τοῦ σώματος καί ἐγκρίθηκε ὁμόφωνα. Ὡστόσο, ὅπως μοῦ ἐξήγησαν, γιά νά λάβουν συγκεκριμένα μέτρα καί ν’ ἀποφασίσουν τήν παροχή οἰκονομικῆς ἐπιχορηγήσεως, ἔπρεπε νά τό ἐγκρίνει καί ἡ Σύνοδος. Μοῦ ὑποσχέθηκαν ὅμως μιά βοήθεια ἀπό 25.000 ρούβλια, γιά τήν ἀνοικοδόμηση στήν Καμτσάτκα μιᾶς ὑποδειγματικῆς ἐργατουπόλεως, ὅπου οἱ ἰθαγενεῖς θά ἐργάζονταν καί θά ἐκπαιδεύονταν σέ διάφορα ἐπαγγέλματα καί τέχνες.
Στό μεταξύ ὁ μητροπολίτης Ἀντώνιος, στή προσπάθειά του νά μέ βοηθήσει, μοῦ συνέστησε ν’ ἀπευθυνθῶ στόν κυβερνητικό ἐπίτροπο τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, πού λεγόταν Λουκιάνωφ. Ἡ εἰσήγησή του θά ἔπαιζε ἀποφαστικό ρόλο στήν ἔγκριση ἤ τή ἀπόρριψη τοῦ καταστατικοῦ τῆς ἀδελφότητος.
Πῆγα λοιπόν στό συνοδικό μέγαρο καί ζήτησα νά ἐμφανιστῶ στόν ἐπίτροπο. Μετά ἀπό μικρή ἀναμονή, μέ ὁδήγησαν στό μεγάλο γραφεῖο του.
Ὁ Λουκιάνωφ ἦταν σκυμμένος πάνω σ’ ἕνα σωρό ἔγγραφα καί φακέλους. Μόλις μπῆκα μέσα, σήκωσε τά μάτια καί μέ κοίταξε. Τό στρογγυλό πρόσωπό του ἦταν ἀνέκφραστο καί παγερό, τό ὕφος του στυφό, τό βλέμμα του σκληρό. Μέ περιεργάστηκε ἀπό τήν κορυφή ὥς τά νύχια. Καί χωρίς νά μοῦ δώσει τήν εὐκαιρία ν’ αὐτοσυστηθῶ, μέ ρώτησε κοφτά:
-Ποιός εἶστε; ..... Ἀπό ποῦ; Γιατί ἤρθατε στή Σύνοδο;
Τοῦ ἐξήγησα ἁπλά καί σύντομα τήν ταυτότητά καί τήν ἰδιότητά μου, καθώς καί τήν αἰτία τοῦ ταξιδιοῦ μου στή πρωτεύουσα. Πρίν τελειώσω ὅμως, καί ἐνῶ ἤμουν ἕτοιμος νά τοῦ παραδώσω τό σχέδιο κανονισμοῦ καί ὁρισμένες εἰσηγήσεις μου γιά τήν Καμτσατκική Ἀδελφότητα, μέ διέκοψε ἀπότομα καί δήλωσε:
-Ἔχετε ὑπόψη σας ὅτι ἡ Ἱερά Σύνοδος δέν πρόκειται ν’ ἀσχοληθεῖ μέ τόν κανονισμό αὐτῆς τῆς ἀδελφότητος ! Ἄς ἀσχοληθεῖ ὁ ἀρχιερέας τῆς ἐπαρχίας σας.
Ξαφνιάστηκα μέ τήν ἀπροσδόκητη ἀντίδρασή του, ἀλλά δέν τά ἔχασα. Ἄρχισα νά τοῦ ἐξηγῶ τούς λόγους πού μ’ ἔκαναν νά ζητῶ συνοδική ἔγκριση, μά ἐκεῖνος μέ σταμάτησε πάλι καί, παίρνοντας μηχανικά στά χέρια του τά χαρτιά πού τοῦ πρότεινα, ἐπανέλαβε μέ ἔντονο ὕφος.
-Σᾶς εἶπα ξεκάθαρα ὅτι ἐμεῖς ἐδῶ στήν Πετρούπολη δέν θ’ ἀσχοληθοῦμε μέ τήν ἀδελφότητά σας! Μπορεῖτε νά ἐπιστρέψετε στήν Καμτσάτκα. Δέν ἔχω τίποτε ἄλλο νά πῶ μαζί σας.
Ἔκανε μέ τό κεφάλι μιά κίνηση, πού φανέρωνε πώς ἡ ἀκρόαση εἶχε τελειώσει.
-Μέ περιμένουν τ’ ἄλογα. Πρέπει νά φύγω, πρόσθεσε μέ φανερή δυσφορία γιά τήν ἀνεπιθύμητη παρουσία μου.
Ὁ γραμματέας τοῦ Λουκιάνωφ ἄνοιξε τήν πόρτα καί μέ κοίταξε ἀνυπόμονα, περιμένοντας νά φύγω.
Βαθιά πικραμένος γιά τήν ἀνεπίτρεπτη καί προσβλητική συμπεριφορά του, ἐγκατέλειψα τό κτίριο τῆς Συνόδου.
-Ἡ ἀδελφότητα θά γίνει! Ὁ Θεός θά βοηθήσει, μουρμούριζα καθώς πήγαινα στή Λαύρα.
Κάποια μυστική φωνή μέσα μου μέ πληροφοροῦσε γιά τήν ἐπιτυχία τοῦ σκοποῦ μου. Γι’ αὐτό καί μιά πρωτότυπη ἰδέα μοῦ ἦρθε, ὅταν ἀντίκρυσα ἕνα μεγάλο χρυσοχοεῖο στή λεωφόρο Νέφσκυ, κοντά στήν πλατεία τοῦ σταθμοῦ Νικολάγιεφσκυ. Σκέφτηκα νά παραγγείλω τιμητικά παράσημα γιά τούς εὐεργέτες τῆς ἀδελφότητος.
Χωρίς δεύτερη σκέψη μπῆκα μέσα. Ὁ χρυσοχόος –μετά ἀπό τόσα χρόνια θυμᾶμαι ἀκόμα τ’ ὄνομά του: Ν.Γ. Λίντερ- μέ ἄκουσε προσεκτικά. Στό τέλος εἶπε:
-Ἄν ἀποφασίσετε ν’ ἀναθέσετε στή φίρμα μου τήν κατασκευή τῶν παρασήμων, θά σᾶς κάνω δωρεάν τά σχέδια τεσσάρων μοντέλων, ἕνα γιά κάθε βαθμό παρασήμου.
Συμφώνησα χωρίς νά τό πολυσκεφτῶ, καί τοῦ ἔδωσα μερικές ὁδηγίες γιά τή μορφή τους.
16. Τό Πατριαρχεῖο Μόσχας ἱδρύθηκε τό 1589 ἀπό τόν πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ἱερεμία Β΄ τόν Τρανό καί ἀναγνωρίσθηκε ἀπό δύο συνόδους τῶν πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς, τό 1590 καί τό 1593, στήν Κων/πολη. Καταργήθηκε ἀπό τόν Μέγα Πέτρο τό 1700. Ἀπό τό 1721 τήν Ἐκκλησία τῆς Ρωσίας διοικοῦσε Σύνοδος 8-10 μελῶν, πού προέρχονταν καί ἀπό τούς τρεῖς βαθμούς τοῦ ἱεροῦ κλήρου, μέ πρόεδρο συνήθως τόν μητροπολίτη Πετρουπόλεως. Τό Πατριαρχεῖο ἐπανιδρύθηκε τό 1917.
17.Ἀντώνιος (κατά κόσμον Ἀλέξανδρος Βασίλιεβιτς Βαντκόβσκυ), μητροπολίτης Πετρουπόλεως καί Λαντόγκα (1846- 1912). Ἀπό τούς διαπρεπέστερους καί λογιότερους ἱεράρχες τῆς προεπαναστατικῆς Ρωσίας. Ἔγγαμος ἱρέας ἀρχικά, μετά τό θάνατο τῆς συζύγου του καί τῶν δύο παιδιῶν του ἔγινε μοναχός (1883), ἐπίσκοπος Φύμποργκ, ἀρχιεπίσκοπος Φιλανδίας καί, τέλος, μητροπολίτης Πετρουπόλεως (1898) καί πρόεδρος τῆς Ἱερᾶς Συνόδου (1899). Ἀπό τή θέση αὐτή ἐνέπνευσε νέα ζωή στήν ἐπαρχία του καί σ’ ὅλη την Ἐκκλησία τῆς Ρωσίας, τῆς ὁποίας τά δίκαια ὑπερασπίσθηκε μέ σθένος ἀπέναντι στόν πανίσχυρο καί διαβόητο αὐτοκρατορικό ἐπίτροπο Πομπεντονόστσεφ. Συνέπεια τούτου ἦταν νά πέσει στή δυσμένεια τοῦ τσάρου. Ἐκοιμήθη τό 1912, στό ἀποκορύφωμα τῆς ἐκκλησιαστικῆς δράσεώς του.
18.Λαύρα ἁγίου Ἀλεξάνδρου Νέφσκυ: Φημισμένη μονή τῆς Πετρουπόλεως. Ἱδρύθηκε τό 1712 ἀπό τό Μέγα Πέτρο, στήν τοποθεσία ὅπου ὁ μεγάλος ἡγεμόνας ἅγιος Ἀλέξανδρος εἶχε νικήσει τό 1241 τούς σουηδούς, δίπλα στόν ποταμό Νέβα, γι’ αὐτό καί ἐπονομάστηκε «Νέφσκυ». Ἡ εὔνοια τῶν τσάρων ἀνέδειξε τή Λαύρα σέ σπουδαῖο πνευματικό κέντρο.
Μητροπολίτου Κυροβογκράντ καί Νικολάεφ Νέστορος
Ἀναμνήσεις ἀπό τήν Καμτσάτκα
Ἀπόδοση ἀπό τά ρωσικά
Ἔκδοση Τρίτη
Ἱερά Μονή Παρακλήτου Ωρωπός Ἀττικῆς 2001
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου