Γέροντος
Αθανασίου Μυτιληναίου
16-12-2001
Κάποτε
ο Κύριος,αγαπητοί μου, εκλήθη σε ένα
δείπνο από κάποιον Φαρισαίον. Κατά την
διάρκεια του δείπνου, ο Κύριος είπε εις
τον οικοδεσπότην να
μην καλεί φίλους και συγγενείς στο
τραπέζι, αλλά αναγκεμένους ανθρώπους,
που δεν έχουν τη δυνατότητα να του
ανταποδώσουν την ευεργεσία.
Μάλιστα πρόσθεσε ο Κύριος λέγοντας:
«ἀνταποδοθήσεται
γάρ
σοι ἐν
τῇ
ἀναστάσει
τῶν
δικαίων».
Δηλαδή
θα
έχεις την αμοιβή σου κατά την ανάσταση
των νεκρών.
Τώρα μην περιμένεις αμοιβή,γιατί το
κάλεσμα συγγενών και φίλων, δε θα είναι
τίποτε άλλο παρά γεμάτο επαίνους: «Ήταν
ωραίο το φαγητό»,
«Σε
ευχαριστούμε που μας κάλεσες»
και άλλα πολλά τέτοια…
Κάποιος
ανακείμενος ενθουσιάστηκε με αυτά που
άκουσε από τον Κύριον και είπε: «Μακάριος
ὅστις
φάγεται
ἄρτον
ἐν
τῇ
βασιλείᾳ
τοῦ
Θεοῦ»,
δηλαδή είναι ευτυχισμένος εκείνος που
θα παρακαθίσει στο τραπέζι της βασιλείας
του Θεού. Και τότε ο Κύριος, σαν απάντησιν
προς εκείνον που είπε το «μακάριος
ὅστις
φάγεται
ἄρτον»
και
ενώπιον πάντων, εις επήκοον πάντων, είπε
την παραβολή του μεγάλου δείπνου, αυτή
που ακούσαμε, αγαπητοί στη σημερινή μας
ευαγγελική περικοπή.
Λέγει:
«῎Ανθρωπός
τις ἐποίει
δεῖπνον
μέγα».
Κάποιος
άνθρωπος παρέθεσε ένα μέγα τραπέζι,
μέγα δείπνον. Βέβαια δε θα επαναλάβωμε
την περικοπή, γιατί θα μας καταναλώσει
χρόνον. Πιστεύω την προσέξατε την
παραβολήν.
Ποιος
είναι αυτός ο άνθρωπος που εποίησεν,
έκανε δείπνον μέγα,μεγάλο δείπνο; Ο
άνθρωπος της παραβολής,αγαπητοί μου,
δεν είναι παρά ο Θεός, που στρώνει το
μεγάλο δείπνο στη Γη και που είναι η
Βασιλεία Του. Είδατε, λέμε «Αγία Τράπεζα»,
«Σώμα και Αίμα Χριστού», τα παρατιθέμενα
επί της Αγίας Τραπέζης. Πραγματικά είναι
ένα δείπνον. Και ο παρατιθέμενος μόσχος
που λέγει, ποιος είναι παρά ο Αμνός;
Είναι η θυσία του Υιού Του, που με αυτήν
βεβαίως στρώνεται το τραπέζι.
Και είναι
το δείπνο μέγα, γιατί μεγάλος είναι
Εκείνος ο οποίος το παραθέτει.
Είπαμε, ο Θεός. Αλλά μεγάλα
είναι και τα παρατιθέμενα.
Όπως
είναι το σώμα και το Αίμα του Χριστού,
όπως όλα εκείνα τα οποία συνιστούν την
Βασιλείαν του Θεού, η θεία Χάρις, η άφεσις
των αμαρτιών, η υιοθεσία, τα μυστήρια
της Εκκλησίας,όλα που απορρέουν από
αυτήν την τράπεζα,όλα είναι μεγάλα και
φοβερά.
Αλλά
είναι
μεγάλο το δείπνον ακόμη γιατί είναι και
οικουμενικό, είναι και παγκόσμιον.
Μην το ξεχνούμε αυτό. Αεί παρατιθέμενον,
διαρκώς παρατιθέμενον το δείπνον αυτό·
Και
πάντα
θα είναι εκείνο που χορταίνει και
ευφραίνει και αιωνίζει όποιον σ’ αυτό
παρακαθίσει.
Είναι η Αγία Τράπεζα, τα αγαθά της
Εκκλησίας. Αυτά είναι τα αγαθά της
Βασιλείας του Θεού.
Και
το δείπνον, όπως μας λέγει η παραβολή,
ετοιμάστηκε. Και εδώ αρχίζει τώρα το
δεύτερον μέρος.Αυτά, το πρώτον μέρος,όσον
αφορά τον οικοδεσπότη·
τώρα εδώ,στο κάλεσμα των συνδαιτημόνων.
Εδώ έχομε μία περίεργη, αγαπητοί μου,
συμπεριφορά,όπως θα δούμε και θα
εκπλαγούμε πραγματικά.
Αλλά
περίεργον, πολύ περίεργον. Και εκ πρώτης
όψεως ανεξήγητον. Λέγει: «ἤρξαντο
ἀπὸ
μιᾶς
πάντες
παραιτεῖσθαι».
Από την πρώτη στιγμή οι καλεσμένοι
άρχισαν να παραιτούνται όλοι, δηλαδή
να ζητούν να μη μετέχουν εις το τραπέζι
αυτό.
Η αιτία; Λέγει ο πρώτος καλεσμένος «Ἀγρὸν
ἠγόρασα
καὶ
ἔχω
ἀνάγκην
ἐξελθὼν
ἰδεῖν
αὐτόν·
ἐρωτῶ
σε, ἔχε
με παρῃτημένον.
Λέγει: «Αγόρασα
ένα χωράφι κι έχω ανάγκη να βγω να το δω
το χωράφι αυτό·
γι’αυτό σε παρακαλώ,άφησέ με. Δε θα
μπορέσω να έλθω εις το δείπνον που με
καλείς.»
Ο
δεύτερος απήντησε εις τον δούλον εκείνον
που έστειλε ο οικοδεσπότης βέβαια για
το κάλεσμα. Και εκείνος, με ανάλογο
τρόπο, απήντησε ότι είχε
να κάνει κάτι αγορές ζώων.
Ήθελε με τον τρόπον αυτόν να πάει να
δοκιμάσει τα βόδια του, ας το πούμε, αν
είναι καλά, γερά στο όργωμα κλπ. Και ο
τρίτος; Και ο ταλαίπωρος ο τρίτος έκανε
καινούργια οικογένεια και τώρα είχε
πολλές βιοτικές ανάγκες,
τις οποίες έπρεπε να καλύπτει και φυσικά
δεν είχε καιρό, δεν είχε δυνατότητα να
ανταποκριθεί εις το μεγάλο αυτό δείπνο.
Πάντως έτσι δειγματοληπτικά αναφερόμενη
η παραβολή, όλοι
δεν ανταποκρίθηκαν εις αυτήν την
πρόσκλησιν. Ας προσέξωμεν ιδιαίτερα
την διατύπωση, γιατί πάνω στη διατύπωση
μιας προτασούλας θα μείνουμε και θα
αναλύσουμε το θέμα μας σήμερα, αγαπητοί
μου.
«Ἔχω
ἀνάγκην
ἐξελθεῖν»·
που θα πει: «έχω
ανάγκη να βγω».
Ο πρώτος: «Να
πάω να δω το χωράφι που θα αγοράσω»·
ο δεύτερος: « Να
πάω να δω τα ζώα»·
ο τρίτος: « Να
πάω να δουλέψω, γιατί πώς θα ζήσω την
καινούρια μου οικογένεια;».
«Ἀνάγκη
ἐξελθεῖν».
Αυτό το «έχω
ανάγκη»
μας θυμίζει έναν
εξαναγκασμό ακούσιον,
που μας ωθεί να πραγματοποιήσουμε κάτι.
Και αυτό είναι κάθε ημέρα, όλη την ημέρα.
Ένας εξαναγκασμός μέσα στην καθημερινότητα,
που κάπου μας θυμίζει την καταναγκαστική
ψύχωση. Έχετε ακούσει περί καταναγκαστικής
ψυχώσεως;
Η
καταναγκαστική ψύχωση είναι μια ψυχική
αρρώστια πολύ βασανιστική. Αυτός
που πάσχει από την αρρώστια αυτή δεν
είναι σίγουρος για τις ενέργειές του
και διαρκώς επιθεωρεί τις ενέργειές
του κατά ένα βασανιστικό τρόπο.
Αυτό είναι η καταναγκαστική ψύχωσις.
Επί παραδείγματι: «Έκλεισα
το πετρογκάζ; Πάω να κοιμηθώ. Έκλεισα
το πετρογκάζ; Μπας και το άφησα ανοιχτό;
Και τότε κάπου καμιά διαρροή και
πεθάνουμε;»·
«Κλείδωσα
την πόρτα;Για να πάω να δω την κλείδωσα
την πόρτα; Μην καμιά φορά ξεχάσουμε την
πόρτα του σπιτιού μας ανοιχτή και μπει
κάποιος κλέφτης;».Κ.ο.κ.
Όλα αυτά μας
βασανίζουν.
Αυτό λέγεται «καταναγκαστική ψύχωσις».
Έτσι
και ο άνθρωπος της πολλής μερίμνης, σαν
να πάσχει από καταναγκαστική ψύχωση,
κινείται όλη την ημέρα στις βιοτικές
του μέριμνες κατά ένα βασανιστικόν
τρόπον.
Βέβαια
η εργασία είναι νόμος πνευματικός και
βιολογικός, αν το θέλετε. Και εδόθη εις
τον άνθρωπον μέσα εις τον Παράδεισον.
Αυτό το «εδόθη» είναι σύμφωνο, βέβαια,
με τη δομή του ανθρώπου να εργάζεται.
Υπάρχει όμως και ένα «αλλά».
Είπε μεν ο Θεός εις τον Παράδεισον εις
τους πρωτοπλάστους: «ἐργάζεσθαι
καὶ
φυλάσσειν τόν Παράδεισον».
Και ο Χριστός είπε :«ὁ
πατήρ μου ἕως
ἄρτι
ἐργάζεται,
κἀγὼ
ἐργάζομαι».
Όμως
δεν πρόκειται για την εργασία καθ’εαυτήν,
αλλά για έναν ανόητο και επικίνδυνο
καταναγκασμό στην εργασία. Είναι γνωστό
ότι μετά
την απώλεια του Παραδείσου, η εργασία
έγινε δουλεία.
Γι’ αυτό και το λέμε στην νεοελληνική
μας γλώσσα·
λέμε: «Έχω
δουλειά».
Δηλαδή είμαι δούλος σε μια υπόθεση. Αυτό
θα πει δουλειά. Είμαι στη δουλεία. Πάω
στο χωράφι, πάω στο κατάστημα, πάω
οπουδήποτε, από έναν εξαναγκασμόν. Αυτή
η δουλεία στην εργασία, γίνεται στον
άνθρωπο μια τρόπον τινά, και πρέπει να
το πούμε, καταναγκαστική ψύχωση: όχι
ότι θα είχαμε τόση προθυμία να δουλέψουμε
αλλά γιατί κάτι μας σπρώχνει. Σημαίνει
ότι κύριος της εργασίας δεν είναι ο
άνθρωπος. Αντίστροφα. Η εργασία είναι
η αφεντικίνα και ο άνθρωπος είναι δούλος·
που
θα πάει τώρα σ’αυτή τη δουλεία, σ’αυτή
τη δουλειά. Πώς αλλιώτικα θα μπορούσε
να ερμηνευθεί η συμπεριφορά και των
τριών καλεσμένων στον δείπνο που έβαλαν
πιο πάνω από το σπουδαίο δείπνο την
εργασία που ο καθένας είχε; Πώς αλλιώτικα
μπορεί αυτό να εξηγηθεί; Σαν
ένας νόμος να αναγκάζει τον άνθρωπο να
μένει μόνο στη μέριμνα του βίου και να
μην ατενίζει στον ουρανό, να μη βλέπει
τη σωτηρία του.
Και
αυτός ο παράσιτος νόμος είναι η
πλεονεξία στον πλουτισμό.
Είδατε τι ακούσαμε σήμερα στην αποστολική
περικοπή, που λέει ο Απόστολος Παύλος
προς τους Κολοσσαείς ότι η πλεονεξία
είναι ειδωλολατρία. Και δεν
μπορείς, όταν είσαι πλεονέκτης και
φυσικά αποδεικνύεσαι ότι είσαι
ειδωλολάτρης, να μπορείς να εκτιμήσεις
τα πνευματικά αγαθά.
Δεν είναι δυνατόν.
Είναι
ακόμη και η
προσκόλληση στην ικανοποίηση των
αισθήσεων.
Όπως λέμε «πάω
να δω, να δοκιμάσω τα βόδια μου».
Οι Πατέρες ερμηνεύουν ότι είναι
η υπηρεσία που κάνει ο άνθρωπος στις
πέντε του αισθήσεις.
Αλλά και η
ειδωλοποίηση της οικογενείας.
«Α,
οικογένεια»,
σου λέει, «ιερόν
πράγμα».
Ιερό πράγμα κάνουν και
την εργασία,
όλα
ιερά σαν δικαιολογία, να μην κοιτάξουν,
να μην ατενίσουν τίποτε απ’ό,τι ανήκει
εις τον ουρανόν και την σωτηρία.
Η
εργασία, αγαπητοί μου, είναι νόμιμος.
Αρκεί να μένει στα όριά της. Εκεί που
πρέπει να μένει. Στους όρους της, χωρίς
να γίνεται σκοπός της ζωής. Το καταλάβαμε;
Δεν
είναι σκοπός της ζωής η εργασία.
Η
εργασία είναι ένα μέσον για να υπάρχουμε.
Είτε βιολογικά, είτε ακόμη και πνευματικά.
Και
όταν επιτελείται η εργασία θα πρέπει
να γίνεται βεβαίως πάντοτε με τη μνήμη
του Θεού.
Λέμε,
μπορείς να εργάζεσαι οτιδήποτε, διανοητική
ή χειρωνακτική εργασία και να λες την
μονολόγιστη ευχή
«Κύριε
Ιησού Χριστέ, ελέησόν με»·
ή να
έχεις την μνήμη του Θεού διαρκώς.
Όταν μάλιστα μας λεν οι Πατέρες…λέγει
ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος ότι
«συχνότερη
πρέπει να είναι η μνήμη του Θεού από την
αναπνοή»,
τότε βεβαίως δεν παραδοθήκαμε στην
εργασία.
Είναι
αξιοπρόσεκτο ότι δεν
ομιλεί η παραβολή περί γεύματος.
Προσέξτε κάτι. Μια λεπτομέρεια είναι.
Αλλά περί δείπνου. Γεύμα στην ελληνική
γλώσσα λέμε το τραπέζι που στρώνεται
για το μεσημέρι. Δείπνο
λέμε το τραπέζι που στρώνεται για το
βραδινό φαγητό.Εδώ
λέει ότι έκανε δείπνο μέγα. Άρα λοιπόν
η τράπεζα εδώ είναι βραδινή. Προσέξτε,
είναι βραδινή. Όταν εσύ λες: «Πάω
να δω το χωράφι μου, πάω να δω τα βόδια
μου»,
άνθρωπε,το
βράδυ θα πας γι’ αυτά;
Το βράδυ θα πας γι’ αυτά; Αφού υποτίθεται
ότι έχει τελειώσει η εργασία η ημερινή,
για να βρεθείς σε ένα δείπνο. Αυτό
σημαίνει μας έχει πάρει ο στρόβιλος της
μερίμνης και έχομε παραθεωρήσει το
δείπνο της βασιλείας του Θεού.
Ο Κύριος μας παρήγγειλε: «Προσέχετε
δὲ
ἑαυτοῖς
(προσέχετε
τους εαυτούς σας)
μή ποτε βαρηθῶσιν
ὑμῶν
αἱ
καρδίαι ἐν
κραιπάλῃ
καὶ
μέθῃ
καὶ
μερίμναις βιωτικαῖς».
Προσέξτε,
λέει, μη
βαρύνουν οι καρδιές σας με την κραιπάλη
και με την μέθη.Πράγματι
γίνεται μια μέθη η βιοτική φροντίδα και
μέριμνα που ο άνθρωπος δεν μπορεί από
κει να ξεκολλήσει.
Πρέπει
ακόμη να αναφέρουμε και μερικές
περιπτώσεις που μας εξαναγκάζουν ή, αν
θέλετε, καταναγκάζουν, ώστε να μην έχουμε
ούτε καιρό, ούτε διάθεση για πνευματική
ζωή.
Και
πρώτα είναι ο
βιοπορισμός
καθ’ εαυτόν. Έχομε την εντύπωση ότι δε
μας φθάνουν τα χρήματα του μισθού και
πρέπει να κάνουμε και μια δεύτερη
δουλειά. Ακόμη… ω, πω, πω να βγει η γυναίκα
έξω να δουλέψει. Και ναι μεν η γυναίκα
βγήκε στο χωράφι μαζί με τον άνδρα της
για να βοηθήσει. Τώρα η γυναίκα δεν είναι
πια στο χωράφι με τον σύζυγο. Ή στο
κατάστημα να βοηθήσει. Αλλά είναι σε
ξεχωριστή δουλειά, με ξεχωριστή σύνταξη.
Ναι, αυτές τις μέρες λογαριαζόταν αν,
λέει, ο άνδρας παίρνει σύνταξη, η γυναίκα
θα πρέπει να παίρνει κι αυτή; Και το
Συμβούλιο της Επικρατείας είπε: «Βεβαίως».
Και πολύ σωστά. Διότι είναι ξεχωριστό
πρόσωπον και πρέπει να πάρει ξεχωριστή
σύνταξη. Βλέπετε λοιπόν τι γίνεται εδώ;
Ο βιοπορισμός.
Κι όμως αν ήξεραν, το ζεύγος, να οργανώνουν
την ζωή τους από πλευράς οικονομικής,δε
θα χρειαζόταν η γυναίκα να βγει έξω να
δουλέψει.
Πάντως, το ότι βγαίνει και η γυναίκα
έξω, εδώ
υπάρχει μια δικαιολογία αποφυγής της
πνευματικής ζωής.
Δεν έχω καιρό, σου λέει. Να πάω στην
Εκκλησία δεν έχω καιρό. Να ακούσω λόγο
Θεού δεν έχω καιρό. Κλπ. κλπ.
Μετά
είναι η
μόρφωσίς μας
και η
μόρφωσις των παιδιών μας.
Εκεί δα υπάρχει ένας κυριολεκτικά
πυρετός. Φροντιστήρια, μουσικές, το
παιδί να μην πάρει και μουσικήν κατάρτισιν,
να μην πάει στο Ωδείον; Μετά γυμναστικές
επιδόσεις, ξένες γλώσσες και βάλε και
βάλε και βάλε. Όλα αυτά δεν αφήνουν
χρόνον, ούτε για μας ούτε για τα παιδιά
μας. Κι αυτά, δεν νομίζετε ότι αποτελούν
μίαν καταναγκαστικήν ψύχωσιν, ένα φαύλο
κύκλο, από τον οποίον δεν μπορούμε να
ξεφύγουμε για κάτι το πνευματικόν;
Εκείνο που μου κάνει εντύπωση πολλές
φορές παίρνει τηλέφωνο, ας πούμε κάποιος,
πατέρας ή μητέρα, για να έρθει το παιδί
για εξομολόγηση, να το δούμε εμείς
ιδιαιτέρως, γιατί το παιδί, την ημέρα
που έχομε την εξομολόγηση έχει
φροντιστήριο, έχει ξένες γλώσσες, έχει
να πάει στο Γυμναστήριο. Α, δηλαδή εγώ
, που είμαι πνευματικός, να υποβληθώ εις
τον κόπον να δεχθώ το παιδί σου μια άλλη
μέρα και μια άλλη ώρα, μόνο και μόνο για
να μην χάσει το φροντιστήριό του. Βλέπετε
παρακαλώ; Κι αν πω εγώ- είναι πολύ φυσικό-
«δεν
μπορώ άλλη μέρα»,
τότε το παιδί θα μείνει χωρίς εξομολόγηση.
Φταίω εγώ που είπα «δεν
μπορώ»;
Ή φταις εσύ που δεν θυσιάζεις το
φροντιστήριο του παιδιού σου, μόνο και
μόνο για να μην το χάσει;
Μετά,
οι
κοσμικές ενασχολήσεις.
Εκεί δα τελειωμό δεν υπάρχουν. Και οι
ψυχαγωγίες.
Έχουμε να πάμε εδώ, έχουμε να πάμε εκεί,
ταξίδια, και
δεν μπορούμε να σκεφθούμε καν για θέματα
πνευματικής ζωής και σωτηρίας.
Μετά
η
ικανοποίηση των αισθήσεων.
«Πολύ
ωραίο έργο προβάλλει ο Κινηματογράφος,
πρέπει να το δούμε, να πάμε και να δούμε.
Κι εκείνο, κι εκείνο. Η τηλεόραση προβάλλει
τούτο,πρέπει κι εκεί να το δούμε.»
Και
δεν έχουμε χρόνο να κοιτάξουμε την
πνευματική μας ζωή.
Βέβαια
η
άρνηση των καλεσμένων δεν σημαίνει και
ματαίωσις του δείπνου.
Δε σημαίνει επειδή κάποιοι αρνούνται
και το δείπνο του Θεού, μπορεί αυτό να
ματαιωθεί. Αν είναι δυνατόν αυτό ποτέ.
Γιατί; Απλούστατα υπάρχουν
κι άλλοι, άνθρωποι οι οποίοι περιμένουν
την κλήσιν.
Δεν είναι όλοι οι οποίοι θα πουν το
«όχι».
Με μύριες δικαιολογίες. Υπάρχουν και
εκείνοι που μπορούν και ανταποκρίνονται.
Και αυτό είναι βέβαια ένα ευτυχές
γεγονός. Είναι οι αποδεχόμενοι λοιπόν
το δείπνον της βασιλείας του Θεού. Και
παρακάθηνται εις αυτό το δείπνον. Είναι
η μυστηριακή ζωή.
Είναι
ο Εκκλησιασμός.
Είναι
η μελέτη του λόγου του Θεού.
Είναι
η άσκησις.
Κι αυτοί δουλεύουνε. Δεν είναι τεμπέληδες.
Κι αυτοί έχουν οικογένεια. Και αυτοί
έχουν επάγγελμα. «Αλλά»,
σου λέει, «άλλο
αυτό, άλλο εκείνο·
όλα με τη σειρά τους. Θα πάω και στο
μαγαζί, θα πάω και στο χωράφι αλλά θα
πάω και στην Εκκλησία».
Μάλιστα
το θέμα της αργίας είναι πάρα πολύ
σημαντικό. Η Εκκλησία μας έχει αρκετές
αργίες μέσα εις το έτος. Το
κάνει αυτό, για να σου δώσει την ευκαιρία
να αφήσεις τις ενασχολήσεις σου τις
βιοτικές και να πας στην Εκκλησία. Και
ν’ακούσεις τον λόγο του Θεού.
Θυμούμαι, στη Λάρισα, είχα πει κάποτε
στα παιδιά του κατηχητικού σχολείου…Ένα
παιδί το εφήρμοσε, ένα παιδί·
ήταν στο Λύκειο. Τι έκανε; Σε μια
αργία…σχολείο βέβαια είχαν, γιατί και
οι αργίες έχουν δυστυχώς καταργηθεί.
Στην
εποχή μου είχαμε πολλές αργίες.
Αγίου Δημητρίου να είναι το σχολείο
ανοιχτό; Αγίου Αντωνίου; Μπα! Είχαμε
αργία. Τι λοιπόν; Το παιδί, όπως του είχα
πει…είχα πει σ’όλα τα παιδιά, ένα το
εφήρμοσε, τι έκανε το παιδί αυτό; Έπαιρνε
τη σάκα του, έτρωγε πρωινό, ερχότανε
στην Εκκλησία·
όταν
έχουμε μια αργία, και δεν είναι αργία
που είναι κλειστά όλα, δυστυχώς εκεί
βλέπετε, δεν πανηγυρίζει ναός, εκεί
τελειώνομε και γρήγορα, 9 η ώρα έχει
τελειώσει η Εκκλησία. Ε, τότε, τι; Ερχότανε
με τη σάκα του το πρωί, εκκλησιαζόταν
το παιδί, ευθύς μετά έφευγε και πήγαινε
στο σχολείο. Έχανε μόνο μία ώρα. Το πρωί.
Ελάτε να μου πείτε τώρα, που καταργήσαμε
τις αργίες…γιατί ξέρεις τι λένε οι
εχθροί του Θεού; Είναι
στο Ψαλτήρι γραμμένο:«δεῦτε
καὶ
καταπαύσωμεν (:να
καταργήσουμε)
πάσας τὰς
ἑορτὰς
τοῦ
Θεοῦ
ἀπὸ
τῆς
γῆς.»(Ψα.λμ.73,8).
Δε μου λέτε,πόσες ώρες τα παιδιά σήμερα
είναι εκτός σχολείου; Πάρα πολλές.
Δεκάδες ώρες χάνουν. Γιατί; Γιατί
θυσιάζουν αυτές τις πέντε ώρες να πάνε
στην Εκκλησία.
Και έτσι,από άλλο μέρος πληρώνουμε τα
σπασμένα. Αγαπητοί μου έτσι είναι.
Καταργείς εκείνο που θεσμοθετεί ο Θεός;
Αλίμονό σου.
Αγαπητοί,
σε λίγες ημέρες θα γιορτάσουμε το μεγάλο
γεγονός, το μεγαλύτερο γεγονός που είναι
η Ενανθρώπησις του Θεού Λόγου. Εκείνος
που δημιούργησε τα πάντα, τώρα θα γίνει
άνθρωπος. Και θα έρθει ανάμεσά μας. Η
παρουσία Του στη γη είναι το Δείπνον
της Βασιλείας του Θεού. Ορατόν
σημείον της Βασιλείας του Θεού στη γη
επάνω είναι η Εκκλησία.
Και
μάλιστα η τέλεση του μυστηρίου της
Θείας Ευχαριστίας.
Πόσοι όμως από εμάς γνωρίζουμε το νόημα
της Ενανθρωπήσεως του Θεού Λόγου; Πόσοι
από μας έχομε δημιουργήσει προϋποθέσεις
υποδοχής, όπως είναι μία τεσσαρακοστή,
όπως τώρα που διερχόμεθα; Πόσοι από μας
«ετοιμάσαμε
την οδόν Κυρίου και κάναμε ευθείας τας
τρίβους αυτού»,
όπως ειδοποιεί ο Βαπτιστής, ο Πρόδρομος;
Μη
νομίσουμε ότι Χριστούγεννα σημαίνει
φαγοπότι και ευκαιρίες ταξιδίων και
δώρων και ψυχαγωγίας.
Χριστούγεννα
σημαίνει ότι κατανοήσαμε ποιος ήλθε
ανάμεσά μας.
Αυτό θα πει Χριστούγεννα. Και
βέβαια και Τον δεχθήκαμε.
Να μη μείνουμε λοιπόν σε εκείνο το
μελαγχολικό και απογοητευτικό, που
καταγράφει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης, στο
Α΄ του κεφάλαιο: «Εἰς
τὰ
ἴδια
ἦλθε,
καὶ
οἱ
ἴδιοι
αὐτὸν
οὐ
παρέλαβον.».Ήλθε
ανάμεσά μας, ήλθε στο σπίτι μας, ήλθε
στη γη μας και εμείς δεν τον παραλάβαμε.
Του γυρίσαμε την πλάτη.
Αδελφοί,
Χριστούγεννα, και το τραπέζι της Βασιλείας
στρώθηκε. Μη χάνουμε καιρό. Οι
βιοτικές μέριμνες ποτέ δεν τελειώνουν·
γιατί είναι ένας φαύλος κύκλος.
Η ζωή μας είναι μια ευθεία: από τη γη
στον ουρανό. Όλες
οι συστροφές είναι εκ του πονηρού.
Και τώρα μας δίδεται η ευκαιρία. Ο Θεός
Πατήρ έστρωσε μέγα δείπνον και εκάλεσε
πολλούς. Ανάμεσα στους πολλούς να
σπεύσουμε
κι εμείς. Ίσως
αύριο, κατόπιν μιας αναβολής, να είναι
πολύ αργά.
Ίσως
τελεσίδικα αργά.
Αμήν.
πηγή:ἠλεκτρονικό ταχυδρομεῖο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου