Η διάσωση μιας γυναίκας από βέβαιο θάνατο
Το έτος 1947, κάποια νύκτα της περιόδου των Χριστουγέννων, ο π. Κλεόπας εξομολογούσε πολύ κόσμο μέχρι τις 12 τα μεσάνυκτα, και ήταν κουρασμένος. Όταν ξεκίνησε λίγο να αναπαυθεί, μπήκε στο εξομολογητήριο μία γυναίκα ταραγμένη και κλαίγοντας του είπε:
-Πάτερ, περιμένω εδώ έξι ώρες… Ήρθα να εξομολογηθώ, διότι έχω μεγάλη αμαρτία μέσα στην καρδιά μου.
-Παιδί μου, τώρα είμαι κουρασμένος. Σε παρακαλώ να έρθεις το πρωί.
-Πάτερ, αν δεν με δεχθείς τώρα στην εξομολόγηση, εγώ θα πάω να κρεμασθώ. Κοίταξε, έχω και το σχοινί στα χέρια μου. Έκανα μεγάλη αμαρτία, διότι σκότωσα με άμβλωση πολλά παιδιά. Δέξου με, διότι δεν μπορώ άλλο να υπομείνω!
Τότε ο Πατήρ εξομολόγησε τη γυναίκα, την παρηγόρησε, την ενίσχυσε πνευματικά, της έδωσε κανόνα μετανοίας και της έλυσε με τη συγχωρητική ευχή τη μεγάλη αυτή αμαρτία της. Τη δεύτερη ημέρα η γυναίκα ήπιε Μεγάλο Αγιασμό, ασπάσθηκε τις Άγιες Εικόνες και επέστρεψε ειρηνική στο σπίτι της.
Βρισκόμουν στο Άγιο Βήμα. Είχα έρθει στην Εκκλησία από τις 4 το πρωί και διάβαζα τη Θεία Μετάληψη μπροστά στην Αγία Τράπεζα γονατιστός. Μετά από λίγη ώρα μπήκε μέσα μία γυναίκα να προσευχηθεί, η οποία είχε έρθει από το βράδυ στο Μοναστήρι. Δεν την γνώριζα. Προσκύνησε όλες τις εικόνες κι έκανε παντού μετάνοιες. Δεν γνώριζε ότι κάποιος ήταν μέσα στην Εκκλησία. Ήταν σκοτάδι και χειμώνας ο καιρός. Βλέποντάς την εγώ να προσεύχεται έτσι επίμονα, την κοίταζα από την Ωραία Πύλη κι αυτή πήγε και γονάτισε στο μέσο της Εκκλησίας με τα χέρια υψωμένα και έλεγε από την καρδιά της αυτά τα λόγια: «Κύριε, μη με εγκαταλείπεις!». Είδα ένα κίτρινο φως τριγύρω της και τρόμαξα. Κατόπιν η γυναίκα έπεσε με το πρόσωπο στη γη και προσευχόταν σιωπηλά. Η φωτεινή ακτίνα που την περιέλουσε μεγάλωσε περισσότερο και μετά εξαφανίσθηκε. Κατόπιν, αφού έσβησε το θείο εκείνο φως, η γυναίκα σηκώθηκε στα πόδια της και βγήκε έξω από την Εκκλησία. Ήταν μία απλή γυναίκα από τα χωριά μας. Ιδού, λοιπόν, ποιός έχει το δώρο της προσευχής. Ιδού που και οι λαϊκοί ξεπερνούν τους μοναχούς! Εγώ έκανα Προσκομιδή κι από τη μεγάλη συγκίνηση άρχισα να κλαίω. Ενώ τα χέρια μου, που κρατούσαν τα χαρτιά, έτρεμαν. Μόνο ο Θεός γνωρίζει πόσοι εκλεκτοί υπάρχουν σ’ αυτόν τον κόσμο!
Διήγηση πιστής γυναίκας
Ήταν το τέλος του έτους 1995. Εγώ είχα φύγει πριν λίγες ώρες από τη Συχαστρία και είχα συναντήσει και συνομιλήσει με τον π. Κλεόπα. Ο πατέρας μου ήταν πολύ άρρωστος και για 40 περίπου χρόνια βασανιζόταν από το πάθος της μέθης. Μετά από πολλές προσπάθειες τον έφερα κι αυτόν μία ημέρα στον Γέροντα. Αυτός καθόταν κάτω από ένα δένδρο και είχε τριγύρω του μερικούς Χριστιανούς. Καθίσαμε σε σκαμνιά απέναντι από τον π. Κλεόπα, ο οποίος εκείνη τη στιγμή ανέπτυσσε πνευματικά θέματα.
Ξαφνικά σταμάτησε. Κοίταξε ψηλά, πάνω από τα κεφάλια μας, και άρχισε να μιλά για το πάθος της μέθης. Ο πατέρας μου από την έκπληξή του «μαρμάρωσε» εκεί, στο σκαμνί όπου καθόταν. Πέρασε αρκετή ώρα. Στο τέλος ο π. Κλεόπας μάς ευλόγησε, όπως έκανε συνήθως. Πλησίασα μαζί με τον πατέρα μου κοντά του. Εκείνος έβαλε τα χέρια του πάνω στο κεφάλι του πατέρα μου, έκαμε το σημείο του Σταυρού και του είπε: «Έτσι, αγαπητέ μου, να εξομολογείσαι καθαρά και η Θεοτόκος θα σε βοηθήσει. Θα ιδωθούμε πάλι στον παράδεισο!».
Αναχωρήσαμε ειρηνικοί. Τι συνέβη τότε δεν γνωρίζω. Επί 30 χρόνια δεν είχα δει τον πατέρα μου να κάνει το Σταυρό του, αλλά, μόλις επιστρέψαμε στο σπίτι, μπήκε στην τραπεζαρία κι έκανε τρεις μεγάλες μετάνοιες. Τον κοιτάζαμε με τη μητέρα μου και θαυμάζαμε χαρούμενες μ’ αυτό το πρωτοφανές γεγονός. Από τότε ο πατέρας μου εξομολογείται τακτικά και λυτρώθηκε από το πάθος της μέθης.
https://tasthyras.wordpress.com/2024/04/11/θαυμαστές-ιστορίες-από-την-ζωή-του-γέρ/#more-90725
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου