Σελίδες

ΚΥΡΙΕ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΕ ΕΛΕΗΣΟΝ ΜΕ

ΚΥΡΙΕ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΕ ΕΛΕΗΣΟΝ ΜΕ
ΥΠΕΡΑΓΙΑ ΘΕΟΤΟΚΕ ΣΩΣΟΝ ΗΜΑΣ

ΟΙ ΟΜΙΛΙΕΣ ΜΑΣ ΓΙΑ ΚΑΤΕΒΑΣΜΑ ΣΤΟΝ ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΗ ΣΑΣ





ΟΔΗΓΙΕΣ: ΚΑΝΕΤΕ ΚΛΙΚ ΣΤΟΝ ΠΑΡΑΚΑΤΩ ΣΥΝΔΕΣΜΟ:

Δίπλα από το όνομα Κύριος Ιησούς Χριστός που υπάρχει ένα μικρό βελάκι , πατάμε εκεί και μας βγάζει διάφορες επιλογές από τις οποίες πατάμε το Download .
Και γίνεται η εκκίνηση να κατέβουν όλες οι ομιλίες.

Πέμπτη 22 Φεβρουαρίου 2024

«Τά θεμέλια τῆς ἱερᾶς ἡσυχίας» Ἅγιος Σιλουανός ὁ Ἀθωνίτης, π. Σωφρονίου, 25ο Μέρος. Ἀρχ. Σάββας Ἀγιορείτης





Θά ποῦμε καί σήμερα, μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, τή συνέχεια ἀπό τόν Ἅγιο Σιλουανό καί ἔχουμε φτάσει στό κεφάλαιο πού μιλάει γιά τήν ἡσυχία, τήν ἱερά ἡσυχία, ἡ ὁποία εἶναι ἐντολή τοῦ Χριστοῦ. Καί τό θεμέλιο τῆς ἡσυχίας, τῆς ἱερᾶς ἡσυχίας γιά τήν ὁποία μιλήσαμε τίς προηγούμενες φορές, εἶναι ἡ πρώτη ἐντολή, τό «ν’ ἀγαπήσεις Κύριον τόν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου καί ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου καί ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου»[1].

Καί λέει ὁ π. Σωφρόνιος: «Μερικοί ἀπό τούς Ἁγίους Πατέρες διακρίνουν στά ἀσκητικά τους ἔργα δύο τρόπους πνευματικῆς ζωῆς: πρακτικῆς καί θεωρητικῆς∙ καί ὀνομάζουν τήν πρώτη «ὁδό τῆς τηρήσεως τῶν ἐντολῶν»»[2]. Πράγματι, καί στήν Φιλοκαλία θά δεῖτε, μιλάει γι’ αὐτούς τούς δύο τρόπους, πρακτική καί θεωρητική ὁδός. Πρακτική ὁδός εἶναι ἡ τήρησις τῶν ἐντολῶν καί κατεξοχήν ἡ ἄσκηση, ἡ κακοπάθεια, ἡ νηστεία, ἡ ἀγρυπνία, ἡ προσευχή. Ἡ θεωρητική ὁδός εἶναι κυρίως ἡ ἐξάσκηση τῆς νοερᾶς προσευχῆς. Αὐτό δέν σημαίνει βεβαίως ὅτι αὐτός πού ἀκολουθεῖ τήν θεωρητική ὁδό δέν προσπαθεῖ νά τηρήσει ὅλες τίς ἐντολές. Φυσικά! Γι’ αὐτό καί θά ἀκούσουμε τή συνέχεια ἐδῶ τοῦ π. Σωφρονίου πού λέει (καί γι’ αὐτό λέει αὐτά πού λέει).

«Ὁ Γέροντας Σιλουανός σκεφτότανε λίγο διαφορετικά· διέκρινε ἐπίσης τή ζωή σέ πρακτική καί θεωρητική, ἀλλά θεωροῦσε καί τή μία καί τήν ἄλλη ὡς τήρηση τῶν ἐντολῶν»[3]. Καί πράγματι ἔτσι εἶναι, γιατί ὁ θεωρητικός, πού κατεξοχήν δηλαδή προσεύχεται συνεχῶς καί λέει τό Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με, τί κάνει; Ἀγαπάει τόν Θεό καί ἐκπληρώνει τήν πρώτη ἐντολή∙ ἡ ὁποία εἶναι ἡ βάση, ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό δηλαδή, γιά νά μπορέσει κανείς νά τηρήσει καί ὅλες τίς ὑπόλοιπες ἐντολές. Γιατί ἄν κανείς δέν ἔχει ἀγάπη στόν Θεό, δέν πιστεύει στόν Θεό, δέν προσπαθεῖ μετά φυσικά ν’ ἀγαπήσει οὔτε τόν πλησίον, δέν προσπαθεῖ, οὔτε νά κάνει κάποια ἄλλη ἀπό τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ. Ἑπομένως, καί οἱ δυό τρόποι εἶναι τήρηση τῶν ἐντολῶν, καί ἡ πρακτική καί ἡ θεωρητική ζωή.

«Κύρια βάση τῆς ἀσκητικῆς νοερᾶς ἡσυχίας ἦταν γι' αὐτόν οἱ λόγοι τῆς πρώτης ἐντολῆς: «ἀγαπήσεις τόν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου καί ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου καί ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου»[4]. Γράφει σχετικά (ὁ Ἅγιος Σιλουανός): «Ὅποιος ἔχει γνωρίσει τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, θά πεῖ: Ἐγώ δέν τήρησα τίς ἐντολές, παρότι προσεύχομαι ἡμέρα καί νύχτα καί προσπαθῶ νά κάνω κάθε ἀρετή, ὅμως τήν ἀγάπη γιά τόν Θεό δέν τήν ἐκπλήρωσα. Μόνο σέ σπάνιες στιγμές φθάνω στήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά ἡ ψυχή θά ἤθελε νά μένει σέ αὐτήν ὅλο τόν καιρό. Ὅταν μπαίνουν ξένες σκέψεις στόν νοῦ, τότε ὁ νοῦς στοχάζεται καί τόν Θεό καί τό πράγμα. Ἄρα, δέν ἐκπληρώνεται ἡ ἐντολή, "ἀγαπήσεις ἐξ ὅλης τῆς διανοίας καί ἐξ ὅλης τῆς καρδίας". Ὅταν, ὅμως, ὅλος ὁ νοῦς εἶναι στόν Θεό καί δέν ὑπάρχουν ἄλλες σκέψεις, τότε ἐκπληρώνεται ἡ πρώτη ἐντολή, καί πάλι ὄχι ἐντελῶς».

Ἡ νοερά ἡσυχία», λέει ὁ π. Σωφρόνιος τώρα, «συναντοῦσε ἀνέκαθεν πολλούς ἀντιπάλους, ἰδιαίτερα στή Δύση»[5]. Ὁ ἡσυχασμός, ἡ ἀδιάλειπτη προσευχή, αὐτό πού κήρυσσε ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς καί ὅλοι οἱ Ἅγιοι Πατέρες, ἀλλά κατεξοχήν ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς τό κήρυττε καί ἦλθε σέ ἀντίθεση μέ τόν δυτικό, τόν δυτικοτραφή Βαρλαάμ, καί ὑπερασπίστηκε τόν ἡσυχασμό. Καί μέχρι σήμερα, πρέπει νά γνωρίζουμε ὅτι, ὁ ἡσυχασμός διώκεται. Ὑπάρχει ὁ ἀντί-ἡσυχασμός. Γι’ αὐτό καί ὑπάρχει αὐτή ἡ κατηγορία, ἡ κατηγόρια, ἡ συκοφάντηση τῶν μοναστηριῶν, τῆς μοναχικῆς ζωῆς, καί οἱ ἄνθρωποι πού ζοῦνε μέσα στόν κόσμο καί δέν ἔχουν ἔτσι πνευματική καλλιέργεια, δέν θέλουν ν’ ἀκούσουν γιά μοναχισμό καί γιά ἡσυχασμό πολλές φορές! Καί αὐτό βέβαια εἶναι καί κατάλοιπο αὐτῆς τῆς δυτικῆς ἀντίληψης, ἡ ὁποία κυριαρχεῖ στήν Δύση καί στήν Εὐρώπη καί σήμερα. Οἱ Προτεστάντες, πρέπει νά ξέρετε, δέν ἔχουν μοναχισμό. Τόν θεωροῦν ἄχρηστο! Καί οἱ καθολικοί, οἱ λεγόμενοι καθολικοί, οἱ παπικοί, ἔχουνε μοναχισμό ὁ ὁποῖος εἶναι ἀκτιβισμός. Καί ὑπάρχει καί ὁ ὅρος τώρα «ἀκτιβιστής» λέει καί «ἀκτιβίστρια». Οὐσιαστικά δηλαδή εἶναι αὐτοί πού ἐνεργοῦν, εἶναι ἐνεργοποιημένοι καί κάνουν καλά ἔργα, εἴτε σχολεῖα εἴτε νοσοκομεῖα. Ἀλλά δέν εἶναι ἡσυχαστές βεβαίως καί δέν ἀσκοῦν τήν νοερά ἡσυχία. Αὐτό τό πνεῦμα λοιπόν τό ἀντί-ἡσυχαστικό ἔχει περάσει ἀπό τή Δύση καί σέ μᾶς. Κυρίως πέρασε μέ τόν Διαφωτισμό, ἀλλά εἶχε ἔρθει καί μέ τόν Βαρλαάμ.

«Οἱ δυτικοί, μή ἔχοντας τήν ἀπαραίτητη πεῖρα καί προσεγγίζοντας ἀφηρημένα αὐτό τόν τρόπο τῆς προσευχῆς, νόμιζαν λανθασμένα πώς πρόκειται γιά ἀναζήτηση μιᾶς μηχανικῆς μεθόδου πού ὁδηγεῖ στήν θεία θεωρία»[6]. Νόμιζαν ὅτι εἶναι κάτι σάν τεχνική καί μόνο, ἕνα κόλπο νά τό ποῦμε λαϊκά, μέ τό ὁποῖο ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά βρεῖ ἔτσι τόν Θεό (τό θεώρησαν ὅτι εἶναι ἡ νοερά προσευχή). Ἀλλά δέν ἔχουνε γεύση. Καί δέν ἔχουνε γεύση, διότι δέν ἔχουν Χάρη. Ἀφοῦ βρίζουν τήν Χάρη, ἔχουνε φύγει ἀπό τήν Ἐκκλησία, τήν Χάρη τήν θεωροῦν κτιστή, ἔχουν ἀλλοιώσει τά δόγματα, ὁπότε ἔχουνε χάσει τήν ἱεροσύνη, ἔχουν χάσει τό βάφτισμα, ἔχουν χάσει ὅλα τά μυστήρια, ὁπότε δέν ἔχουνε Χάρη, ὁπότε δέν ἔχουνε καί γεύση τοῦ τί θά πεῖ νοερά προσευχή καί οἰκείωσις τῆς Χάριτος διαμέσου τῆς προσευχῆς. Καί ἑπομένως «δικαιολογοῦνται» θά λέγαμε, ἀφοῦ εἶναι σ’ αὐτή τήν κατάσταση τῆς νεκρώσεως τῆς πνευματικῆς καί δέν καταλαβαίνουνε τί σημαίνει ἡσυχασμός καί νοερά ἡσυχία.

«Ὁ ἀπολύτως ἐλεύθερος Θεός δέν ὑπόκειται σέ καμιά ἐπίδραση καί πολύ περισσότερο δέν ὑπόκειται σέ καμιά μηχανική ἐπίδραση»[7], δηλαδή μέ ἕναν τρόπο τεχνητό, τεχνικό, νά Τόν ἀναγκάσουμε νά φανερωθεῖ, νά ἀποκαλυφθεῖ. Κάπως ἔτσι τήν θεωροῦν οἱ δυτικοί τήν νοερά προσευχή.

«Ἡ νοερά ἡσυχία ἀπαιτεῖ μεγάλη αὐταπάρνηση καί ἐπίπονη ἄσκηση. Ἡ ἑκούσια ἀποδοχή αὐτοῦ τοῦ μαρτυρίου γιά χάρη τῆς ἀκριβέστερης τήρησης τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ ἐπιφέρει τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἄν ἡ ἄθλησις γίνεται μέ πνεῦμα ταπεινώσεως»[8]. Ἡ ἄσκησις πάλι αὐτή καθευατή εἶναι ἕνα ἐργαλεῖο, εἶναι ἕνα μέσο, δέν εἶναι σκοπός. Καί δέν φέρνει τή Χάρη τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο, ἐάν δέν γίνεται μέ ταπείνωση. Ἕνας πού νηστεύει δηλαδή, δέν σημαίνει ὅτι καί θά ἁγιάσει, ἄν δέν τό κάνει μέ ταπείνωση. Καί οἱ γκουρού νηστεύουνε, εἶναι πετσί καί κόκκαλο, ἀλλά δέν ἔχουνε Χάρη, γιατί ὑπάρχει, ἀφενός βεβαίως εἶναι ἐκτός Ἐκκλησίας, ὁπότε δέν ἔχουνε μυστήρια, ἀλλά δέν ἔχουνε καί ταπείνωση.

«Ὁ ὑπερήφανος ἄνθρωπος, ὅποιες μεθόδους καί ἄν χρησιμοποιήσει, δέν θά ἀξιωθεῖ νά κοινωνήσει μέ τόν Θεό ἀληθινά»[9]. Γι’ αὐτό δέν εἶναι θέμα μεθόδου. Καί πολλοί καί ἀπό μᾶς.. μητέρες μέ ρωτᾶνε, τί νά πῶ, λέει, στό παιδί μου, γιά νά τό κάνω νά ἔρθει στόν Χριστό; Δηλαδή ζητᾶνε μία τεχνική. Δέν εἶναι θέμα τεχνικῆς, εἶναι θέμα Χάριτος. Ἔχεις τή Χάρη; Γιά νά ἔχεις τή Χάρη, πρέπει νά εἶσαι ταπεινός. Ὁπότε θά ἔπρεπε νά ἀναρωτηθεῖ ἡ μητέρα αὐτή πού ρωτάει ἤ ὁ πατέρας, ἔχω ταπείνωση; Ἄσε τίς τεχνικές. Ταπεινώσου, ὁπότε θά γεμίσεις μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ καί μετά αὐτή ἡ Χάρις θά ἀκτινοβολήσει καί στούς ἄλλους.

«Ὁ ὑπερήφανος -λοιπόν- ἄνθρωπος, ὅποιες μεθόδους καί ἄν χρησιμοποιήσει, δέν θά ἀξιωθεῖ νά κοινωνήσει μέ τόν Θεό ἀληθινά. Ἡ ἀνθρώπινη ἐπιθυμία δέν ἑνώνει τόν νοῦ μέ τήν «βαθειά καρδιά». Καί ὅταν λέμε «βαθειά καρδιά» ἐννοοῦμε τό ἐσώτερο εἶναι μας, τό κέντρο τῆς ψυχοσωματικῆς μας ὕπαρξης. Μέ τό νά τό θελήσουμε μόνο δηλαδή, δέν γίνεται νά κατέβει ὁ νοῦς στήν καρδιά, γιατί αὐτό εἶναι ἔργο τῆς Χάριτος. «Ἄν ὁ νοῦς εἰσδύσει ἔστω καί λίγο στήν καρδιά, βλέπει τότε ἐκεῖ μόνο τόν ἑαυτό του, τήν κτιστή του ὀμορφιά, πού εἶναι βέβαια μεγαλειώδης, ἀφοῦ κτίστηκε κατ' εἰκόνα Θεοῦ, ἀλλά δέν βρίσκει τόν ἀληθινό Θεό. Νά γιατί ὁ μακάριστος Γέροντας ἀγωνιζόμενος νά ταπεινωθεῖ κατέφευγε σ’ ἐκείνη τήν φλόγινη ρομφαία πού τοῦ ἔδωσε ὁ Κύριος: «Κράτα τόν νοῦ σου στόν ἅδη καί μήν ἀπελπίζεσαι»»[10]. Πρέπει δηλαδή ὁ νοῦς, γιά νά μπεῖ στήν καρδιά καί νά δεῖ τόν Θεό, νά ταπεινωθεῖ.

«Αὐτός ὁ διανοητικά ἀκαλλιέργητος ἄνθρωπος», ὁ Ἅγιος Σιλουανός διανοητικά, δηλαδή κοσμικά, δέν εἶχε γνώσεις, «ὅμως ἀξιώθηκε πολλές φορές νά ἔχει καθαρά νοερά θεωρία τοῦ Θεοῦ καί γι' αὐτό εἶχε δικαίωμα νά λέει: «Ἄν προσεύχεσαι καθαρά, τότε εἶσαι θεολόγος». Ἤτανε «ἀγράμματος καί ἰδιώτης»[11]»[12], ὅπως λέει καί στίς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων.

«Ἔλεγε: «Πολλοί πιστεύουν στόν κόσμο, ἐλάχιστοι ὅμως γνωρίζουν τόν Θεό»»[13]. Εἶναι φοβερός λόγος αὐτός! Πολλοί πιστεύουν θεωρητικά, ἔστω καί λίγο ἔτσι κάπως προχωροῦν, ἀλλά λίγοι, πολύ λίγοι γνωρίζουν τόν Θεό ἐμπειρικά, καταφέρνουν δηλαδή νά μποῦν στήν βαθειά καρδιά καί ἐκεῖ μέσα μέ τόν νοῦ ἐλευθερωμένο ἀπό κάθε εἰκόνα, κάθε λογισμό κ.λ.π. νά παρασταθοῦν μπροστά στόν Θεό.

«Τήν γνώση τοῦ Θεοῦ τήν ἐννοοῦσε ὡς κοινωνία στό εἶναι», στήν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ, «δηλαδή σάν τήν πείρα τῆς ζωντανῆς μετοχῆς στό Θεῖο Φῶς καί ὄχι ὡς «γνωστικές» θεολογικές ἐπινοήσεις»[14]. Δέν εἶναι ἕνας στοχασμός, μία σκέψη, ὁ Θεός, ὅπως λένε κάποιοι, «παγκόσμια σκέψη» λέει, ἤ «σκέψη τοῦ σύμπαντος».. Δέν εἶναι αὐτό ὁ Θεός οὔτε προσεγγίζεται μέ τήν σκέψη τήν ἀνθρώπινη! Οὔτε μέ τήν φιλοσοφία οὔτε μέ τόν στοχασμό θά βροῦμε τόν Θεό, ἀλλά μέ τήν κοινωνία στό εἶναι διά τῆς Χάριτος τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ, ζωντανή συμμετοχή στό Θεῖο Φῶς. Αὐτή εἶναι ἡ γνώση τοῦ Θεοῦ.

Θυμᾶμαι ἕναν, στό Ἅγιον Ὄρος ἤμουνα τότε, νεαρός μοναχός, καί εἶχε ἔρθει ἐπισκέπτης, ἀστυνομικός συνταξιοῦχος ἦταν αὐτός, καί μοῦ λέει, ἐγώ δέν πιστεύω στόν Θεό, μοῦ εἶχε πεῖ, ἀλλά εἶδα τόν Θεό! Καί τό ἔλεγε μέ τόση πεποίθηση καί καταλάβαινες ὅτι ἔλεγε ἀλήθεια ὁ ἄνθρωπος! Ὄντως εἶχε δεῖ τόν Θεό, εἶχε γνωρίσει ὀντολογικά τόν Θεό! Ἕνας σύγχρονος ἄνθρωπος, οὔτε θεολόγος οὔτε μοναχός.. ἐπισκέπτης, ἁπλός λαϊκός, ὁ ὁποῖος ἔλεγε συνέχεια τήν εὐχή, προσευχόταν συνέχεια καί συνέχεια μελετοῦσε πατερικά βιβλία. Μοῦ ἔλεγε, «ἔπαιρνα τό πρωί τό βιβλίο τῆς ΕΠΕ», αὐτή τήν σειρά πού ἔχουν μεταφραστεῖ οἱ Ἅγιοι Πατέρες, τοῦ Μερετάκη, θά τήν ξέρετε.. «καί τό βράδυ τήν τελείωνα»! Ἕνας τόμος ἔχει 400 σελίδες! Τόσος ἦταν ὁ ζῆλος του! Γιατί καί ἡ μελέτη μαζί μέ τήν προσευχή φωτίζει τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, καθαρίζει τόν νοῦ τοῦ ἀνθρώπου. Καί εἶναι πολύ σημαντικό πράγμα ἡ μελέτη. Καί τό λέω αὐτό, γιά νά καταλάβουμε ὅτι αὐτά πού λέει ὁ Ἅγιος δέν εἶναι τῆς φαντασίας του οὔτε εἶναι τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἀλλά γίνονται καί σήμερα καί πάντοτε γίνονται, γιατί πάντοτε ἔχουμε Ἅγιους Πατέρες.

Στή συνέχεια ἔχει ἕνα ἄλλο κεφάλαιο ὁ π. Σωφρόνιος: «Τό ἀνθρωπολογικό θεμέλιο τῆς νοερᾶς ἡσυχίας». Τί θέλει νά πεῖ αὐτός ὁ τίτλος; Θά τό δοῦμε καί στή συνέχεια.. Σημαίνει, ποῦ βασίζεται ἡ νοερά ἡσυχία, αὐτή ἡ ἐργασία, ἡ νοερά προσευχή, ποιά εἶναι ἡ βάση στόν ἄνθρωπο. Πῶς λειτουργεῖ καί πῶς γίνεται μέ βάση τήν κατασκευή μας. Δηλαδή, νά γνωρίσουμε τόν ἑαυτό μας, ποιοί εἴμαστε, αὐτό εἶναι ἡ ἀνθρωπολογία καί ἔτσι μετά θά καταλάβουμε γιατί εἶναι ἀναγκαία, γιατί εἶναι ἀπαραίτητη καί πῶς λειτουργεῖ ἡ νοερά προσευχή, ἡ νοερά ἡσυχία. Λέει λοιπόν ὁ π. Σωφρόνιος: «Στό παρόν ἔργο προσπαθοῦμε νά περιγράψουμε τήν πνευματική ὁδό πού βάδισε ὁ Γέροντας. Αὐτή ἡ ὁδός βρίσκεται βέβαια πέρα γιά πέρα μέσα στήν κοίτη τῆς ἀσκητικῆς παραδόσεως τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, ἀλλά σάν ἀληθινά ζωντανό φαινόμενο ἔχει τήν σφραγίδα τῆς ἰδιομορφίας καί τοῦ ἀνεπανάληπτου ἐπάνω του. Τά δογματικά θέματα πού θίγονται ἐδῶ δέν ἀποτελοῦν θεολογική πραγματεία. Ἀναφερόμαστε σέ αὐτά, γιατί βασιζόμαστε στό γεγονός πώς ἡ δογματική συνείδηση συνδέεται ὀργανικά μέ τήν ὅλη πορεία τῆς ἐσωτερικῆς πνευματικῆς ζωῆς. Ἀλλάξατε κάτι στή δογματική σας συνείδηση καί ἀναπόφευκτα θά ἀλλάξει στό ἀντίστοιχο μέτρο καί ἡ πνευματική σας πράξη καί γενικά ἡ μορφή τῆς πνευματικῆς σας ὑπάρξεως»[15]. Δηλαδή, τί λέει ἐδῶ ὁ Γέροντας; Ὅτι τό δόγμα, αὐτό πού πιστεύουμε δηλαδή ὡς ἀλήθεια γιά τόν Θεό, αὐτό εἶναι τό δόγμα, ἔχει τεράστια σημασία γιά τή ζωή, γιά τό ἦθος, τό πῶς ζοῦμε. Ἄν ἀλλάξει τό δόγμα, ἔστω καί λίγο, ἀλλάζει καί ἡ ζωή.

Κι αὐτό τό βλέπουμε στή Δύση, στήν «φωτισμένη», σκοτισμένη στήν πραγματικότητα, Εὐρώπη, πού ἔφτασε νά νομιμοποιεῖ καί τήν ὁμοφυλοφιλία καί τήν κτηνοβασία κ.λ.π., ἡ αἰτία εἶναι ἀκριβῶς αὐτή, ἐπειδή ἔχει ἀλλοιωθεῖ τό δόγμα, ἔχουνε ἀλλιωμένη συνείδηση, ἀλλοιώθηκε καί ἡ ζωή τους∙ ἡ ὁποία ἤτανε ἤδη ἀλλοιωμένη καί ὁδήγησε καί στήν παραχάραξη τοῦ δόγματος μέ τήν ὑπερηφάνεια. Ἀλλά τώρα ἔχουνε ξεφύγει τελείως! Καί θέλουνε αὐτά τώρα, μέσα ἀπό τήν ΕΕ, τήν Εὐρωπαϊκή Ἕνωση, νά τά περάσουν καί σέ μᾶς! Καί οἱ χῶρες πού θέλουνε νά μποῦνε (κάνω μιά παρένθεση τώρα γιά νά τό ἐπικαιροποιήσουμε λίγο), τίς ἀναγκάζουνε πρῶτα ἀπ’ ὅλα νά ψηφίσουνε νόμο ὅτι ἀναγνωρίζουνε τήν ὁμοφυλοφιλία! Στήν Μολδαβία πού θέλει νά μπεῖ στήν Εὐρωπαϊκή Ἕνωση, τῆς λένε ναί, ἀλλά θά ψηφίσετε νόμο νομιμοποίησης τῶν ὁμοφυλοφίλων! Τί σχέση ἔχει τό ἕνα μέ τό ἄλλο, ἔ; Ἔχει σχέση, γιατί πίσω ὅλα αὐτά, κρύβεται ὁ πονηρός, ὁ ὁποῖος χαίρεται πάρα πολύ μέ τίς διαστροφές καί μέ τήν καταστροφή τῶν ἀνθρωπίνων ψυχῶν.

«Παρέκκλιση ἀπό τήν ἀλήθεια στήν ἐσωτερική πνευματική ζωή θά ἐπιφέρει μεταβολή στή δογματική συνείδηση». Τό ἕνα δηλαδή ἐξαρτᾶται ἀπό τό ἄλλο καί ἐπηρεάζει τό ἄλλο. «Μιλώντας γιά τήν νοερά ἡσυχία, τήν ὁποία τόσο ἀγαποῦσε ὁ Γέροντας, νομίζουμε πώς δέν θά ἦταν περιττό νά ἐκθέσουμε μέ λίγα λόγια τήν ἀνθρωπολογική βάση αὐτῆς τῆς ἐργασίας, ὅπως φαίνεται μέσα ἀπό τήν ἴδια τήν πεῖρα». Ποῦ βασίζεται αὐτή ἡ ἐργασία, ἡ νοερά προσευχή; «Ἡ ἀνθρωπολογία τοῦ Γέροντα μπορεῖ νά ἐκφρασθεῖ μέ τά λόγια τῶν Ὁσίων Μακαρίου τοῦ Αἰγυπτίου καί τοῦ Ὁσίου Ἰσαάκ τοῦ Σύρου, τῶν ὁποίων τά ἔργα γνώριζε ἄριστα»[16]. Ἡ ἀνθρωπολογία τοῦ Γέροντα σημαίνει τί ἔλεγε ὁ Γέροντας, ὁ Ἅγιος Σιλουανός, γιά τόν ἄνθρωπο∙ τί πίστευε γιά τόν ἄνθρωπο, ποιός εἶναι ὁ ἄνθρωπος, ποιά εἶναι ἡ κατασκευή του. Καί ταυτίζεται μέ τούς ἄλλους Ἅγιους Πατέρες, τόν Ἅγιο Μακάριο καί τόν Ἅγιο Ἰσαάκ τόν Σύρο. Βλέπετε οἱ Ἅγιοι, πού ἔχουνε τόν φωτισμό τοῦ Θεοῦ, δέν μᾶς λένε μόνο γιά τόν Θεό, ποιός εἶναι, ὅσο μποροῦμε νά γνωρίσουμε τόν Θεό, ἀλλά μᾶς λένε καί γιά μᾶς, ποιός εἶναι ὁ ἄνθρωπος, ποιοί εἴμαστε! Εἶναι πολύ σημαντικό νά γνωρίσουμε τόν ἑαυτό μας ἀληθινά, τί εἶναι ἡ ψυχή μας, τί εἶναι τό σῶμα μας, τί εἶναι τά πάθη καί ὅλα αὐτά πού μᾶς ταλαιπωροῦν.

Κοιτάξτε τί λέει ὁ Ἅγιος Μακάριος γιά τήν ψυχή: «Οὔτε γάρ φύσεως τῆς θεότητός ἐστιν ἡ ψυχή οὔτε φύσεως τοῦ σκότους τῆς πονηρίας»[17]. Δηλαδή, ἡ ψυχή δέν εἶναι οὔτε ἀπό τήν φύση τῆς θεότητας, γιατί τότε θά ἤμασταν θεοί κατά φύσιν. Ὅπως λένε κάποιοι ὅτι ἡ ψυχή μας εἶναι ἕνα κομμάτι τοῦ Θεοῦ! Ψέμα εἶναι αὐτό! Δέν εἶναι κομμάτι τοῦ Θεοῦ ἡ ψυχή μας οὔτε εἶναι ἐκ φύσεως τοῦ σκότους τῆς πονηρίας. Οὔτε πάλι εἶναι ἀπό τά πονηρά πνεύματα, ἐκ κατασκευῆς δηλαδή πονηρᾶς. Ἀλλά τί εἶναι ἡ ψυχή; «Ἔστι κτίσμα τι νοερόν καί ὡραῖον καί μέγα καί θαυμαστόν καί καλόν ὁμοίωμα καί εἰκών Θεοῦ»[18]. Βλέπετε; Ὁρισμός ψυχῆς ὡραιότατος! Ὁ Ἅγιος Μακάριος, 4ος αἰῶνας! Εἶναι ἡ ψυχή κτίσμα, δημιούργημα. Δέν εἶναι θεός, δέν εἶναι πρό πάντων τῶν αἰώνων. Ἡ ψυχή ἔχει ἀρχή. Τοῦ κάθε ἀνθρώπου ἡ ψυχή του ἔχει ἀρχή καί κανονικά θά ἔπρεπε νά ἔχει καί τέλος. Ὅ,τι ἔχει ἀρχή, ἔχει καί τέλος. Ἀλλά θέλησε ὁ Θεός -ἔτσι τό θέλησε- ἡ ψυχή νά ἔχει ἀρχή, νά μήν ἔχει τέλος. Τό δίνει ὁ Θεός ὡς δῶρο στόν ἄνθρωπο, ἡ ψυχή του νά ζεῖ γιά πάντα! Θέλουμε - δέν θέλουμε θά ζήσουμε γιά πάντα. Οὔτε ἡ αὐτοκτονία θά μᾶς ἐξαφανίσει οὔτε τίποτα.. ὅπως λένε κάποιοι ἀνοήτως. Θά ὑπάρχουμε, θέλουμε - δέν θέλουμε! Καί τό πρόβλημα δέν εἶναι ἄν θά ὑπάρχουμε ἤ ὄχι. Θά ὑπάρχουμε. Τό θέμα εἶναι πῶς θά ὑπάρχουμε; Ἄν θά ὑπάρχουμε ἐν τῷ φωτί ἤ ἐν τῷ σκότι στήν αἰωνιότητα. Ἐκεῖ εἶναι τό πρόβλημα, αὐτό πρέπει νά μᾶς ἀνησυχεῖ. Ὄχι τό τί θά γίνει μετά θάνατον, τό ἄν θά ὑπάρχουμε ἤ ὄχι. Θά ὑπάρχουμε σίγουρα! Ἀλλά τό πῶς θά ὑπάρχουμε!

Καί συνεχίζει. Εἶναι λοιπόν κτίσμα νοερό ἡ ψυχή. Δέν εἶναι ὑλικό, εἶναι νοερό. Καί ὡραῖο. Εἶναι ὡραιότατη ἡ ψυχή! Καί μέγα καί θαυμαστό καί καλόν ὁμοίωμα, δηλαδή ὁμοιάζει, καί εἰκών Θεοῦ, μέ τόν Θεό. Ὁμοιάζει μέ τόν Θεό ἡ ψυχή καί «διά τήν παράβασιν εἰσῆλθεν εἰς αὐτήν ἡ πονηρία τῶν παθῶν τοῦ σκότους». Καί ἐξαιτίας τῆς παράβασης, τῆς παρακοῆς πού κάναμε στόν παράδεισο οἱ ἄνθρωποι, ἐξαιτίας αὐτῆς τῆς ἁμαρτίας, τῆς ἀνταρσίας κατά τοῦ Θεοῦ, εἰσῆλθε ἡ πονηρία, ἡ κακία τῶν παθῶν τοῦ σκότους μέσα στήν ψυχή μας. Ἑπομένως, τά πάθη δέν τά ἔβαλε ὁ Θεός στήν ψυχή. Τήν κακία δέν τήν ἔβαλε ὁ Θεός. Δέν εἶναι δημιουργός τῶν κακῶν ὁ Θεός, οὔτε τῆς κακίας οὔτε τῶν παθῶν. Ἀλλά πῶς μπῆκαν τά πάθη; Ἐξαιτίας τῆς ἁμαρτίας πού κάναμε ἐμεῖς. Καί λέει καί ὁ ἀββᾶς Ἰσαάκ ὁ Σύρος: «Οὐκοῦν», λοιπόν, «τά πάθη προσθήκη ἐστίν ἐξ αἰτίας ψυχικῆς». Τά πάθη εἶναι προσθήκη. Δέν φτιαχτήκαμε μέ τά πάθη, δέν εἶναι ἐκ φύσεως τά πάθη στόν ἄνθρωπο, ἐκ κατασκευῆς, ἀλλά μπῆκαν μετά. Προστέθηκαν ἐξ αἰτίας ψυχικῆς, ἀπό ψυχική αἰτία, «ὅτι ὁ Θεός τόν κατ' εἰκόνα ἀπαθῆ πεποίηκεν». Ὁ Θεός τόν ἄνθρωπο, τήν εἰκόνα Του, τόν ἄνθρωπο κατ’ εἰκόνα Θεοῦ πού τόν ἔφτιαξε, τόν ἔφτιαξε ἀπαθῆ, χωρίς πάθη. «Καί οὐ δίκαιον εἰπεῖν τῆς ψυχῆς εἶναι τά πάθη», καί δέν εἶναι δίκαιο νά ποῦμε ὅτι εἶναι τά πάθη τῆς ψυχῆς, «κἄν ἐν τούτοις αὕτη κινῆται»[19], ἀκόμα κι ἄν βλέπουμε, καί ὄντως τό βλέπουμε, ὅτι αὐτή κινεῖται μέσα στά πάθη. Καί βλέπεις καί τό μωρό ἀκόμα νά ζηλεύει, νά ἔχει πεῖσμα, νά ἔχει θυμό κλπ. κλπ. Κινεῖται ἡ ψυχή μέσα στά πάθη, ἀλλά αὐτό δέν σημαίνει ὅτι εἶναι ἐκ φύσεως τά πάθη. Μπῆκαν ἐξ αἰτίας ψυχικῆς, ἐξαιτίας τῆς παράβασης. Οὐσιαστικά ἐξαιτίας τῆς ὑπερηφάνειάς μας.

Καί λέει πάλι ὁ ἀββᾶς Ἰσαάκ: «Ὅταν δέ συγκλεισθῶσιν αἱ αἰσθήσεις τῇ ἡσυχίᾳ», ὅταν κλειστοῦν, καί θά λέγαμε κατά κάποιον τρόπο ἀναγκαστοῦν νά ἡσυχάσουν, νά περιοριστοῦν οἱ αἰσθήσεις μέ τήν ἡσυχία, «τότε θεάσῃ», τότε θά δεῖς, «τί ἐστιν ἡ φύσις τῆς ψυχῆς», ποιά εἶναι ἡ ἀληθινή φύση τῆς ψυχῆς «καί ποίους θησαυρούς κεκρυμμένους ἔχει ἐν ἑαυτῇ»[20], καί ποιούς κρυμμένους θησαυρούς ἔχει μέσα της. Πότε; Ὅταν περιοριστοῦν οἱ αἰσθήσεις, φυλακιστοῦν, συγκλειστοῦν. Γιατί; Γιατί οἱ αἰσθήσεις τί κάνουν; Οἱ αἰσθήσεις τρέφουν τά πάθη, ὅταν ὁ ἄνθρωπος δέν τίς λειτουργεῖ σωστά τίς αἰσθήσεις του. Τό εἶπε ὁ Κύριος: «ὅταν δεῖς πονηρά, ἤδη κάνεις μοιχεία στήν καρδιά σου»[21]. Θά πρέπει νά περιορίσεις τίς αἰσθήσεις, νά ἔχεις ἐγκράτεια, νά κυριαρχεῖς, νά κυβερνᾶς τίς αἰσθήσεις καί τότε, λέει, θά μπορέσεις νά δεῖς τί ὡραῖο πράγμα εἶναι ἡ ψυχή καί ποιούς θησαυρούς ἔχει κρυμμένους μέσα της!

Αὐτή ὅλη εἶναι ἡ βάση ἡ ἀνθρωπολογική τῆς νοερᾶς ἡσυχίας. Νά γιατί ἀπομονώνονται οἱ ἀσκητές, προσπαθοῦν νά συγκεντρωθοῦν στόν ἑαυτό τους.. δέν εἶναι ἀντικοινωνικοί, ἀπάνθρωποι, ἀδιάφοροι, καί δέν ξέρω τί ἄλλο τούς κατηγουροῦν.. ἀλλά ἀκριβῶς βασίζονται σ’ αὐτά ὅλα τῶν Ἁγίων Πατέρων, πού λένε ὅτι πρέπει νά περιοριστεῖς, νά περιορίσεις τίς αἰσθήσεις, ὥστε νά μπεῖς μέσα στήν ψυχή σου καί νά δεῖς καί τήν ὡραιότητα τῆς ψυχῆς σου καί μετά τόν Θεό.

«Εἴπαμε, πώς ὁ νοῦς πού στέκεται προσευχόμενος μέσα στήν καρδιά, βλέπει ἀπό ἐκεῖ κάθε λογισμό πού πλησιάζει, προτοῦ αὐτός μπεῖ μέσα»[22]. Θά πεῖς, παράξενα πράγματα, τί εἶναι αὐτό πού λέει τώρα; Νά βλέπεις τόν λογισμό πού ἔρχεται; Ναί! Ὁ νοῦς βλέπει τήν ἐπίθεση τῶν πονηρῶν πνευμάτων, ὅταν εἶναι μέσα στήν καρδιά, εἶναι συγκεντρωμένος, εἶναι στό σπίτι του.

«Λέγοντάς τα αὐτά εἴχαμε ὑπόψη τήν ἐνέργεια τῶν «πονηρῶν παθῶν», πού πορεύονται ἀπό ἔξω ἐναντίον τῆς ψυχῆς, αὐτά δηλαδή, πού κατά τά λόγια τοῦ Ἁγίου Ἰσαάκ εἶναι «προσθήκη» καί πράγμα ξένο πρός τήν φύση τῆς ψυχῆς». Ἀπ’ ἔξω ἔρχονται τά πάθη. Δέν ὑπάρχουν ἐκ φύσεως μέσα στήν ψυχή. Σέ ὅλα αὐτά πού προστίθονται σάν ξένο σῶμα καί προσπαθοῦν νά μποῦν μέσα στήν καρδιά «ὁ νοῦς ἀντιστέκεται μέ τήν προσευχή μέσα ἀπό τήν καρδια καί τά ἀπωθεῖ μέ αὐτή τήν προσευχή»[23]. Γι’ αὐτό λένε οἱ Ἅγιοι Πατέρες: μπές μέσα στήν καρδιά σου καί ἀπό ἐκεῖ πολέμα τούς ἐχθρούς σου. Ὅπως ἕνας στρατιώτης πού εἶναι μέσα στό ὀχύρωμα, στό ὀχυρό του, καί ἀπό ἐκεῖ πυροβολεῖ καί ἀπομακρύνει τούς ἐχθρούς, ἔτσι εἶναι καί ὁ νοῦς μέσα στήν καρδιά.

«Εἶναι ὅμως δυνατή καί μιά ἀκόμα βαθύτερη κατάβαση τοῦ νοῦ στήν καρδιά: Ὅταν μέ τήν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ ἑνώνεται ὁ νοῦς μέ τήν καρδιά σέ τέτοιο βαθμό, ὥστε νά ἀποβάλλει θετικῶς κάθε εἰκόνα καί ἔννοια καί ταυτόχρονα νά κλείνονται οἱ εἴσοδοι τῆς καρδιᾶς γιά καθετί ξένο, τότε ἡ ψυχή μπαίνει μέσα σέ ἕναν «γνόφο» τελείως ἰδιόμορφο καί κατόπιν ἀξιώνεται νά παρουσιαστεῖ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ μέ καθαρό νοῦ μέ τρόπο ἀνέκφραστο»[24]. Ὅταν ὁ νοῦς λοιπόν, μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἑνώνεται μέ τήν καρδιά πάρα πολύ, ὥστε μετά νά ἀποβάλλει κάθε εἰκόνα, κάθε ἔννοια, καί ἔτσι τελείως καθαρός μετά μπαίνει στόν «γνόφο», πού εἶναι ὁ Θεός. Καί βλέπει μέ τρόπο ἀνέκφραστο τόν Θεό.

«Καί ὅμως, ὑπάρχει καί κάτι ἀκόμα πιό ἀνώτερο: καταστάσεις δηλαδή πού ὁ ἄνθρωπος κοινωνεῖ στήν αἰώνια ζωή καί τήν ἀνέκφραστη ἀνάπαυση πλησίον τοῦ Θεοῦ ὑπαρξιακῶς καί μέ προφανῶς ὀφθαλμοφανῆ τρόπο. Ἄν ὅμως ὁ Κύριος εὐδοκήσει, σύμφωνα μέ τό θέλημά Του, πού μόνο ὁ Ἴδιος γνωρίζει, νά παρατείνει τή ζωή τοῦ ἀνθρώπου στή γῆ, μιά παρόμοια κατάσταση δέν διαρκεῖ γιά πολύ. Κι ἐπιστρέφει ὁ ἄνθρωπος ξανά στόν κόσμο καί δέεται σάν τόν Πέτρο στό Θαβώρ: «Κύριε, καλόν ἐστιν ἡμᾶς ὧδε εἶναι μετά Σοῦ»[25]»[26]. Δηλαδή, ὅταν πιά ὁ ἄνθρωπος γνωρίσει τόν Θεό τόσο ἔντονα, ὑπαρξιακά, θέλει νά φύγει, νά πάει στήν ἄλλη ζωή, νά εἶναι πάντα μέ τόν Κύριο. Καί ὅταν ὁ Θεός τόν ξαναγυρίσει, λέει Κύριε, γιατί; Μή φύγουμε.. Καλό ἦταν νά εἴμαστε πάντα ἔτσι!

Τῷ δέ Θεῷ δόξα ἡμῶν πάντοτε νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης


[1] Μάρκ. 12, 30.

[2] Ἀρχιμανδρίτου Σωφρονίου, Ὁ Γέροντας Σιλουανός, ἔκδ. Γ΄, Ἱερά Μονή Τιμίου Προδρόμου- Ἔσσεξ Ἀγγλίας, 1985, (στό ἑξῆς: Ὁ Ἅγιος Σιλουανός).

[3] Ὁ Ἅγιος Σιλουανός.

[4] Μάρκ. 12, 30.

[5] Ὁ Ἅγιος Σιλουανός.

[6] Ὅ.π.

[7] Ὅ.π.

[8] Ὅ.π.

[9] Ὅ.π.

[10] Ὅ.π.

[11] Πράξ. 4, 13.

[12] Ὁ Ἅγιος Σιλουανός.

[13] Ὅ.π.

[14] Ὅ.π.

[15] Ὅ.π.

[16] Ὅ.π.

[17] Ὅ.π.

[18] Ὅ.π.

[19] Ὅ.π.

[20] Ὅ.π.

[21] Ματθ. 5, 28.

[22] Ὁ Ἅγιος Σιλουανός.

[23] Ὅ.π.

[24] Ὅ.π.

[25] Ματθ. 17, 4.

[26] Ὁ Ἅγιος Σιλουανός.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

ΤΕΣΣΕΡΙΣ ΧΡΗΣΙΜΕΣ ΟΔΗΓΙΕΣ

1.Μπορεῖτε νά δεῖτε τίς προηγούμενες δημοσιεύσεις τοῦ ἱστολογίου μας πατώντας τό: Παλαιότερες ἀναρτήσεις (δεῖτε δεξιά)

2.Καλλίτερη θέαση τοῦ ἱστολογίου μέ τό Mozilla.

3.Ἐπιτρέπεται ἡ ἀναδημοσίευση τῶν ἀναρτήσεων μέ τήν προϋπόθεση ἀναγραφῆς τῆς πηγῆς

4.Ἐπικοινωνία:
Kyria.theotokos@gmail.com .
Γιά ἐνημέρωση μέσῳ ἠλεκτρονικοῦ ταχυδρομείου στεῖλτε μας τό e- mail σας στό
Kyria.theotokos@gmail.com .
Home of the Greek Bible