8. Οἱ αἱρετικοί δέν ἔχουν ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ.
Σύμφωνα μέ τίς ἀντιλήψεις τῶν αἱρετικῶν (μή ὀρθοδόξων Χριστιανῶν), ὁ Θεός- κατ’ αὐτούς- φαίνεται σάν νά μήν ἐνεργεῖ πλέον μέσα στό σύμπαν, σάν νά εἶναι κάπου μακριά. Τά πιστεύουν αὐτά καί ζοῦν ἀναλόγως, διότι ἀκριβῶς οἱ ἄνθρωποι αὐτοί ἔχουνε ἀλλοιώσει τά βασικά δόγματα τῆς Πίστεως, ἔχουν πέσει στήν αἵρεση, στήν πλάνη. Δέν πιστεύουν σωστά γιά τόν Θεό, δέν ἔχουν τήν ὀρθή δόξα γι’ Αὐτόν, ὁπότε καί δέν αἰσθάνονται τήν παρουσία Του: οὔτε οἱ Παπικοί οὔτε οἱ Προτεστάντες.
Παρόλο πού λένε ὅτι πιστεύουν στόν ἴδιο Θεό μέ μᾶς, στόν Χριστό, στήν πραγματικότητα Τόν ἔχουνε ἀπωθήσει πολύ μακριά τους, Τόν ἔχουνε διώξει ἀπό τήν ζωή τους. Αὐτό ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα νά χάσουν τήν ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ καί τήν κοινωνία μαζί Του διότι στεροῦνται τῆς Θείας Χάριτος.
9. Οἱ τρεῖς κρουνοί-παροχεῖς τῆς Θείας Χάρης.
Ἡ Ὀρθοδοξία ὅμως αἰσθάνεται τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ. Οἱ Ὀρθόδοξοι αἰσθανόμαστε τήν παρουσία Του στό μέτρο, πού ἀφήνουμε τόν Θεό νά ἐνεργήσει μέσα μας. Ἐπιτρέπουμε δέ στόν Θεό νά ἐνεργήσει μέσα μας ὅταν: