Κατά το έτος 963, συνέβη λιμός στην του διάσταση, κατάκτησε την αρετή και Αυτοκρατορία, ένεκα του οποίου εδημιουργήθη έλλειψη τροφών και στο Άγιον Όρος. Επειδή είχε αρχίσει η οικοδομή της Λαύρας και να εξαντλούνται τα υλικά και τα τρόφιμα, ο Όσιος απεφάσισεν να μεταβεί στις Καρυές για να συμβουλευθεί τον Πρώτο και τους γέροντες επί του πρακτέου. Ενώ λοιπόν επορεύετο προς τις Καρυές, σε αρκετή απόσταση από τη Μονή, συναντά μια σεμνοτάτην και ωραιωτάτην γυναίκα. Από την θέα της εταράχθη. Αλλά πρώτη η γυνή ερώτα τον Αθανάσιον «Πόθεν έρχεσαί, Αθανάσιε, και που πορεύεσαι;».
Έκπληκτος ο Όσιος απάντησε «Ποία είσαι εσύ, η οποία μου ομιλείς και γνωρίζεις το όνομά μου;».
«Εγώ είμαι η Μήτηρ του Κυρίου και προστάτις σου» απαντά εκείνη, και συνεχίζει «Αλλ' είπε μοι, διατί εγκατέλιπες την Λαύραν, και που μεταβαίνεις;»
«Εγώ είμαι η Μήτηρ του Κυρίου και προστάτις σου» απαντά εκείνη, και συνεχίζει «Αλλ' είπε μοι, διατί εγκατέλιπες την Λαύραν, και που μεταβαίνεις;»