ΜΝΗΜΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟΚΟΡΥΦΑΙΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΠΕΤΡΟΥ ΚΑΙ ΠΑΥΛΟΥ[:Β΄Κορ.11,21-33 και 12,1-9]
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
«Κατὰ ἀτιμίαν λέγω, ὡς ὅτι ἡμεῖς ἠσθενήσαμεν. ἐν ᾧ δ᾿ ἄν τις τολμᾷ, ἐν ἀφροσύνῃ λέγω, τολμῶ κἀγώ (:Με ντροπή μου το λέω, σαν να υπήρξαμε εμείς ασθενείς και να μην μπορούσαμε να σας κάνουμε ό,τι σας έκαναν εκείνοι. Μάθετε όμως ότι για οτιδήποτε κι αν τολμά να καυχηθεί κανείς –με αφροσύνη το λέγω αυτό– τολμώ κι εγώ να καυχηθώ)»[Β΄Κορ.11,21].
Κοίταξέ τον πώς αναδύεται πάλι και πώς χρησιμοποιεί και απολογία και εκ των προτέρων διόρθωση· αν και έχει πει ήδη πολλά τέτοια: Β΄ Κορ. 11,1 «Ὄφελον ἀνείχεσθέ μου μικρὸν τῇ ἀφροσύνῃ · ἀλλὰ καὶ ἀνέχεσθέ μου (:Μακάρι να μου δείχνατε ανοχή σε κάποια μικρή ανοησία που θα κάνω με το να σας διηγηθώ τα όσα ο Κύριος κατόρθωσε μέσα από εμένα. Αλλά έχω πεποίθηση ότι με ανέχεστε)» ·και πάλι: Β΄Κορ. 11,16: «Πάλιν λέγω, μὴ τίς με δόξῃ ἄφρονα εἶναι(:Πάλι λέω εκείνο που σας είπα προηγουμένως˙ δηλαδή, μη με θεωρήσει κανείς από σας ότι είμαι άφρων και ανόητος, επειδή θα επαινέσω τον εαυτό μου)»· Β΄Κορ. 11,17-19: «Ὃ λαλῶ οὐ λαλῶ κατὰ Κύριον, ἀλλ᾿ ὡς ἐν ἀφροσύνῃ, ἐν ταύτῃ τῇ ὑποστάσει τῆς καυχήσεως. Ἐπεὶ πολλοὶ καυχῶνται κατὰ τὴν σάρκα, κἀγὼ καυχήσομαι· ἡδέως γὰρ ἀνέχεσθε τῶν ἀφρόνων φρόνιμοι ὄντες (:Εκείνο που θα πω επαινώντας τον εαυτό μου, δεν θα το πω ως δούλος ταπεινός του Κυρίου, αλλά θα το πω σαν να έγινα άμυαλος και ανόητος από την πεποίθησή μου ότι έχω κι εγώ δικαίωμα να καυχιέμαι. Αφού πολλοί καυχώνται για εξωτερικά ανθρώπινα προτερήματα, θα καυχηθώ κι εγώ. Και θα καυχηθώ, διότι με μεγάλη ευχαρίστηση ανέχεστε τους άφρονες και ανόητους, ενώ είστε συνετοί)». Και εδώ πάλι: «Ἐν ᾧ δ᾿ ἄν τις τολμᾷ, ἐν ἀφροσύνῃ λέγω, τολμῶ κἀγώ(:Μάθετε όμως ότι για οτιδήποτε κι αν τολμά να καυχηθεί κανείς – κάνω τρέλα που το λέω – τολμώ κι εγώ να καυχηθώ)»[Β΄Κορ.11,21].
Τόλμη και ανοησία ονομάζει το να λέει κάτι μεγάλο για τον εαυτό του, και αυτά ενώ είναι ανάγκη, για να μας διδάξει να το αποφεύγουμε στην υπόλοιπη ζωή μας Διότι αν ακόμη και όταν εφαρμόσουμε όλες τις εντολές, πρέπει να ονομάζουμε αχρείους τους εαυτούς μας, ποιας συγνώμης θα ήταν άξιος αυτός που επαινεί τον εαυτό του και κομπάζει ενώ δεν υπάρχει καμία ανάγκη; Γι'αυτό και ο Φαρισαίος έπαθε αυτά που έπαθε, και ναυάγησε μέσα στον λιμένα, διότι προσέκρουσε σε αυτόν τον σκόπελο. Για τον λόγο αυτό και ο Παύλος, αν και βλέπει ότι υπάρχει πάρα πολύ μεγάλη ανάγκη, πάλι με δισταγμό προβάλλει, και συνεχώς υπενθυμίζει ότι είναι ανοησία αυτό το πράγμα. Και μόνο τότε κάνει το τόλμημα, αφού προβάλλει την δικαιολογία ότι πράγματι είναι ανάγκη, και λέγει: «῾Εβραῖοί εἰσι; κἀγώ· ᾿Ισραηλῖταί εἰσι; κἀγώ(:Για ποιο προτέρημα και προσόν καυχώνται; Καυχώνται ότι είναι Εβραίοι; Κι εγώ είμαι Εβραίος και μιλώ την αραμαϊκή γλώσσα. Καυχώνται ότι είναι Ισραηλίτες; Είμαι κι εγώ απόγονος του Ισραήλ)» [Β΄Κορ.11,22]. Διότι δεν ήταν Ισραηλίτες όλοι οι Εβραίοι· επειδή και οι Αμμανίτες και οι Μωαβίτες ήσαν Εβραίοι. Για τον λόγο αυτόν πρόσθεσε, αφαιρώντας το θεωρούμενο ως πλεονέκτημα της ευγενούς καταγωγής, και λέει: «Σπέρμα ᾿Αβραάμ εἰσι; κἀγώ· διάκονοι Χριστοῦ εἰσι;