«...Ὅταν χειροτονήθηκα ἱερέας, εἶπα μιὰ μέρα στὸν πατέρα Γερμανό, σ᾿ ἕναν εὐλαβῆ ἱερομόναχο στὴν Μονὴ Ἁγίου Σάββα στὰ Ἱεροσόλυμα: – Παπα–Γερμανέ, διάβασα σὲ διάφορα ἱερὰ βιβλία, ὅτι πολλοὶ ἱερεῖς παλαιότερα, ὅταν τελοῦσαν τὴν Μεγάλη Εἴσοδο κρατώντας τὰ Τίμια Δῶρα, δὲν πατοῦσαν στὴν γῆ, ἀλλὰ ἐφέροντο στὸν ἀέρα. Ὑπάρχουν καὶ σήμερα τέτοιοι ἱερεῖς;
– Μὴν ἀμφιβάλλεις, μοῦ εἶπε, μήπως πάθεις καὶ σὺ κάτι τέτοιο.
Και πράγματι, τὴν ἑπομένη Κυριακὴ ἤμουν ἐφημέριος καὶ ἐλειτουργοῦσα στὸ καθολικὸ της Μονῆς τοῦ Ἁγίου Σάββα.
Ὅταν βγῆκα στὴν Μεγάλη Εἴσοδο κρατώντας ἐπὶ τῆς κεφαλῆς μου τὸ Ἅγιον Δισκάριον, στὸ ὁποῖο ὑπῆρχε ὁ Ἅγιος Ἄρτος καὶ στὸ δεξιό μου χέρι τὸ Ἅγιον Ποτήριον μὲ τὸ Ἅγιον Αἷμα, σήκωνα τὰ πόδια μου ἐπάνω, διότι δὲν ἔβρισκα στέρεο ἔδαφος νὰ πατήσω!
Ἐκείνη τὴ στιγμὴ ὁ ἱερομόναχος Γερμανὸς βρισκόταν μέσα στὸ θυσιαστήριο. Ὅταν τελείωσε ἡ Θεία Λειτουργία πῆγα στὸ δωμάτιό μου γιὰ νὰ ἡσυχάσω λίγο.
Μετὰ ἀπὸ ὥρα ἦλθε ὁ πατὴρ Γερμανὸς καὶ μοῦ εἶπε:
– Γιατί σήμερα κατὰ τὴν ὥρα τῆς Μεγάλης Εἰσόδου σήκωνες τὰ πόδιά σου;
Καὶ ἐγὼ τοῦ εἶπα:
– Πατέρα Γερμανέ, δὲν ξέρω τί μοῦ συνέβη. Δὲν ἔβρισκα στέρεο ἔδαφος... νὰ πατήσω.
– Αὐτὸ εἶναι, μοῦ εἶπε, ἐφέρεσο στὸν ἀέρα ἐνῷ σὲ κρατοῦσαν Θεῖοι Ἄγγελοι. Γι’ αὐτὸ πίστευε καὶ μὴ ἐρεύνα, γιατὶ τὸ μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας εἶναι μέγα μυστήριο.
– Μά, μόνον κατὰ τὴν Μεγάλη Εἴσοδο κρατοῦν οἱ θεῖοι Ἄγγελοι τὸν λειτουργὸν εἰς τὸν ἀέρα;
–Ναί. Διότι τότε φέρει ἐπάνω του τὰ Τίμια Δῶρα. Ὅταν τὰ ἀποθέσῃ τότε ἡ χάρις ἐνεργεῖ εἰς τὸ πνεῦμα τοῦ λειτουργοῦντος, τὸ ὁποῖο μεταρσιοῦται στὸν φωτεινὸ καὶ οὐράνιο κόσμο...
Ἀπὸ τὸ βιβλίο: Ἀρχιμανδρίτου Ἰωακεὶμ Σπετσιέρη, «Ἀπομνημονεύματα, Ἅγιον Ὄρος – Ἱεροσόλυμα», Ἔκδοση Ἱερᾶς Καλύβης, «Σύναξις τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων», Νέα Σκήτη, Ἅγιον Ὄρος.
Ποιὸς ἦταν ὁ π. Ἰωακεὶμ Σπετσιέρης, συγγραφέας πρωτότυπων βιβλίων ἀπὸ τὶς περιοδεῖες του στοὺς Ἁγίους Τόπους...
Ὁ παππούς του ἦταν ἱερεὺς ἔγγαμος καὶ ὀνομαζόταν Ἰωάννης. Ὅταν γεννήθηκε ὁ π. Ἰωακείμ, κατὰ κόσμον Ἰωάννης, ὁ παππούς του προεῖπε ὅτι θὰ γίνῃ ἱερεὺς καὶ θὰ πάρη τὸ ὄνομά του, δηλαδὴ Ἰωάννης. Τέτοια ἀρετὴ εἶχε ὁ παπποὺς ἐκεῖνος, ὥστε προγνώρισε ἀκόμα καὶ τὸ θάνατό του.