Όταν ο άνθρωπος δεν έχει μεγάλη ταπείνωση,
πραότητα, υποταγή και υπακοή στο Θεό, πώς μπορεί να σωθεί; Πώς θα μπορούσε να
σωθεί ένας άπιστος κι αμαρτωλός άνθρωπος, όταν κι ο δίκαιος «μόλις σώζεται» (Α’ Πέτρ. δ' 18); Το νερό δε μαζεύεται στα ψηλά κι απόκρημνα βουνά, αλλά σε χαμηλά,
επίπεδα και βαθιά μέρη. Το έλεος του
Θεού δεν κατοικεί στους υπερήφανους, που κομπάζουν και αντιτίθενται στο Θεό, αλλά
στους ταπεινούς και τους πράους, που η καρδιά τους είναι ταπεινωμένη κι ειρηνική,
που είναι υποταγμένοι στο μεγαλείο του Θεού κι υπάκουοι στο θέλημά Του.
Όταν κάποια αρρώστια
προσβάλλει ένα κλήμα που έχει φυτέψει ο οικοδεσπότης και το φροντίζει
προσεκτικά για χρόνο πολύ, το κόβει και το καίει και στη θέση του φυτεύει ένα αγριόκλημα.
Όταν οι γιοι ξεχνούν την αγάπη του
πατέρα τους κι επαναστατούν εναντίον του, τί θα τους κάνει; Θ’ απομακρύνει
τα παιδιά από το σπίτι του και στη θέση τους θα προσλάβει μισθωτούς.
Όπως συμβαίνει στη φύση,
έτσι γίνεται και με τους ανθρώπους. Λένε οι άπιστοι: