Η ΚΑΤΑΡΑ
Ο Παρθένιος Μπιτσάκης εγκαθίσταται Μητροπολίτης Κισάμου το έτος 1887. Δυσκολα χρόνια, βρίσκει την πρωτεύουσα της μητροπόλεως του χωρίς επισκοπικό οίκημα, χωρίς γραφεία, χωρίς πρωτοσύγκελο, δίχως γραμματέα. Η πρώτη του έγνοια είναι να νοικιάσει ένα σπίτι για να εγκαταστήσει όλα αυτά που χρειάζονται ώστε να ξαναδουλέψει η μητρόπολη του. Νοικιάζει την παλιά επισκοπή που εκείνη εποχή την είχαν οι κληρονόμοι του παλιού επισκόπου Καλυμνίου και επανδρώνει την επισκοπή με δυο ιεροδιάκονους και ένα πρωτοσύγκελο. Στην επισκοπή ακόμα προσλήφθηκε και μια μαγείρισσα για τις ανάγκες του προσωπικού, από τα Κάτω Μεσόγεια. Εδώ αρχίζει και η δική μας ιστορία.
Μετά από κάμποσο καιρό η μαγείρισσα έμεινε έγκυος και ένα τεράστιο κουτσομπολιό σκέπασε την πόλη εις βάρος του δεσπότη που την είχε στην δούλεψη του, μιας και η κακομοίρα πολλά βράδια αναγκαζόταν λόγω καιρού να κοιμηθεί στην επισκοπή. Δεν άργησαν τα νέα να φτάσουν και στα αυτιά του δέσποτα. Έτσι μην αντέχοντας άλλο, ο δέσποτας, πήρε μια απόφαση που έμεινε στην ιστορία.
Κάλεσε όλους τους ιερείς της επισκοπικής περιφέρειας του, 86 στον αριθμό, τους προέδρους όλων των κοινοτήτων τον δήμαρχο του Καστελλιού μαζί με το δημοτικό συμβούλιο σε τακτή ημερομηνία να βρίσκονται στην εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα όπου μετά την λειτουργία θα τους ανακοίνωνε κάποιο βαρυσήμαντο γεγονός. Πράγματι την καθορισμένη ημερομηνία η εκκλησία ήταν ασφυκτικά γεμάτη. Στο τέλος της λειτουργίας ο δεσπότης αφού βγήκε από το ιερό είπε με δυνατή φωνή.